(2002) 1 ΑΑΔ 1653
[*1653]21 Οκτωβρίου, 2002
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
VINCENT DAVID CONWAY,
Εφεσείων-Ενάγων,
ν.
ΝΕΟΦΥΤΟΥ ΗΛΙΑ,
Εφεσιβλήτου-Εναγομένου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11265)
Πολιτική Δικονομία ― Ασφάλεια εξόδων ― Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας Δ.60, θ.1 ― Τυγχάνει εφαρμογής και κατ’ έφεση.
Πολιτική Δικονομία ― Ασφάλεια εξόδων ― Δεν χωρεί διαταγή για την παροχή ασφάλειας για τα έξοδα, όπου η έκδοσή της απολήγει σε στέρηση του δικαιώματος πρόσβασης στο Δικαστήριο του ενάγοντος ή του εφεσείοντος.
Ο εφεσείων, Άγγλος την καταγωγή, μόνιμος κάτοικος του Ηνωμένου Βασιλείου, ενεπλάκη, κατά την προσωρινή παραμονή του στην Κύπρο, σε οδικό δυστύχημα που είχε ως αποτέλεσμα τον σοβαρό τραυματισμό του. Ενήγαγε τον εφεσίβλητο, αξιώνοντας αποζημιώσεις γα ζημία και απώλειες τις οποίες υπέστη που απέδωσε σε αμέλεια και/ή παράλειψη εκπλήρωσης καθήκοντος του εφεσίβλητου. Το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε την αγωγή του ενάγοντος-εφεσείοντος με έξοδα, καταλήγοντας ότι ο εναγόμενος-εφεσίβλητος δεν έφερε ευθύνη για το δυστύχημα.
Στα πλαίσια της έφεσης υποβλήθηκε αίτημα του εφεσίβλητου για την παροχή από τον εφεσείοντα ασφάλειας των εξόδων του, που υπολόγιζε να υποστεί υπερασπιζόμενος την έφεση.
Τέθηκε πρώτα το ερώτημα κατά πόσο δικαιολογείται η έκδοση διαταγής για την παροχή ασφάλειας για τα έξοδα ως όρος συνέχισης της εκδίκασης της έφεσης. Το Εφετείο αποφάνθηκε ότι σύμφωνα με προηγούμενη νομολογία η Δ.60, θ.1 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας τυγχάνει εφαρμογής και κατ’ έφεση, με τον εφεσείοντα και τον εφεσί[*1654]βλητο να προσλαμβάνουν τη θέση του ενάγοντος και του εναγομένου.
Ο εφεσείων δήλωσε αδυναμία να ανταποκριθεί στο αίτημα του εφεσίβλητου λόγω έλλειψης οικονομικών πόρων ένεκα της αναπηρίας του ως αποτέλεσμα του δυστυχήματος.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση και αποφάνθηκε ότι:
Η διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου κάτω από τη Δ.60, θ.1 ασκείται υπό το πρίσμα των συνταγματικών διατάξεων που κατοχυρώνουν το δικαίωμα πρόσβασης του ατόμου στη Δικαιοσύνη. Συναρτάται τοιουτοτρόπως η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου με την δυνατότητα του ενάγοντος ή του εφεσείοντος, ως η περίπτωση, ανάλογα με την οικονομική του ευχέρεια να παράσχει την εξαιτούμενη ασφάλεια. Στην προκείμενη περίπτωση ο εφεσείων στερείται των μέσων να παράσχει ασφάλεια για τα έξοδα του εφεσίβλητου. Η διαπίστωση αυτή καταρρίπτει την αίτηση.
Η αίτηση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Serdobov κ.ά. v. Russian Indep. Airlines S.A. (1998) 1 Α.Α.Δ. 1671,
Alahmari v. Alia Airline (1990) 1 A.A.Δ. 434,
Continental Ins. Co of Hampshire v. O’Regan (1998) 1 A.A.Δ. 1087,
United Bible Societies v. Χ”Κακού (1990) 1 Α.Α.Δ. 395,
Τουβλ. Γίγας Λτδ v. Ουστά (Αρ. 1) (1994) 1 Α.Α.Δ. 109,
Γιωργαλά v. Χ”Χριστοδούλου (2000) 1 Α.Α.Δ. 2060.
Αίτηση.
Αίτηση από τον αιτητή-εναγόμενο στηριζόμενη στις πρόνοιες της Δ.60, θ.1 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας για την παροχή σ’ αυτόν ασφάλειας εξόδων ύψους Λ.Κ.1.450,- τα οποία προϋπολογίζει ότι θα υποστεί υπερασπιζόμενος την έφεση η οποία ασκήθηκε από τον ενάγοντα, Άγγλο υπήκοο, εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, Υπόθεση Αρ. 455/98, ημερ. 21/12/02, με την οποία απέρριψε την αγωγή του με έξοδα, καταλήγοντας ότι ο εναγόμενος - εφεσίβλητος δεν έφερε ευθύνη για το τροχαίο ατύχη[*1655]μα στο οποίο οι διάδικοι ενεπλάκησαν με αποτέλεσμα το σοβαρό τραυματισμό του ενάγοντα.
Γ. Μιχαηλίδης, για τον Αιτητή - Εφεσίβλητο.
Ζ. Λεμής, για τον Καθ’ ου η αίτηση - Εφεσείοντα.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ.Μ. Πικής, Π..
ΠΙΚΗΣ, Π.: Ο εφεσείων, Άγγλος την καταγωγή, μόνιμος κάτοικος του Ηνωμένου Βασιλείου, ενεπλάκη, κατά την προσωρινή του παραμονή στην Κύπρο, σε οδικό δυστύχημα, που είχε ως αποτέλεσμα τον πολύ σοβαρό τραυματισμό του, επαγόμενο, μεταξύ άλλων, τον ακρωτηριασμό του κάτω μέρους του αριστερού του ποδιού (από το γόνατο και κάτω) και την παράλυση του δεξιού του χεριού.
Ενήγαγε τον εφεσίβλητο, αξιώνοντας αποζημιώσεις για ζημία και απώλειες τις οποίες υπέστη, που απέδωσε σε αμέλεια ή/και παράλειψη εκπλήρωσης νομικού καθήκοντος του εφεσίβλητου.
Ως αποτέλεσμα του δυστυχήματος, ο εφεσείων κατέστη ανίκανος για εργασία και καθηλώθηκε στο σπίτι του, εξαρτώμενος για τις καθημερινές του λειτουργίες από τη βοήθεια της συζύγου του. Τα άλλα μέλη της οικογένειας είναι τα δύο ανήλικα παιδιά του ζεύγους, ηλικίας πέντε και εννέα ετών.
Έκτοτε, οι οικονομικοί πόροι του εφεσείοντος περιορίστηκαν στο βοήθημα που τυγχάνει, λόγω της αναπηρίας του, από το Βρετανικό Κράτος, για τη συντήρηση του ιδίου και της οικογένειάς του.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού απέρριψε την αγωγή του ενάγοντος - εφεσείοντος, με έξοδα, καταλήγοντας ότι ο εναγόμενος - εφεσίβλητος δεν έφερε ευθύνη για το δυστύχημα.
Εναντίον της πρωτόδικης απόφασης, ο ενάγων άσκησε την παρούσα έφεση, στο πλαίσιο της οποίας υποβλήθηκε το αίτημα του εφεσίβλητου το οποίο εξετάζουμε, για την παροχή από τον εφεσείοντα ασφάλειας των εξόδων του, που προϋπολογίζει ότι θα υποστεί υπερασπιζόμενος την έφεση – (£1.450,00).
[*1656]Βασικό έρεισμα του εφεσίβλητου για το υποβληθέν αίτημα αποτελεί η παράλειψη του εφεσείοντος να καταβάλει τα επιδικασθέντα υπέρ του έξοδα από το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Ο καθ’ ου η αίτηση, ο εφεσείων, δηλώνει αδυναμία να ανταποκριθεί στο αίτημα, λόγω έλλειψης πόρων. Και το ερώτημα, το οποίο τίθεται, είναι κατά πόσο δικαιολογείται η έκδοση διαταγής για την παροχή ασφάλειας για τα έξοδα ως όρος συνέχισης της εκδίκασης της έφεσης.
Η αίτηση βασίζεται στις πρόνοιες της Δ.60, θ.1, των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, (οι «Θεσμοί»), οι οποίες προβλέπουν:-
“1. A plaintiff (and, in respect of a counter-claim which is not merely in the nature of a set-off, a defendant) ordinarily resident out of Cyprus may, at any stage of the action, be ordered to give security for costs, though he may be temporarily resident in Cyprus.”
Σημειώνουμε ότι η θεσμική αυτή διάταξη φαίνεται, εκ πρώτης όψεως, να περιορίζει τη δυνατότητα παροχής ασφάλειας για τα έξοδα στην πρωτόδικη διαδικασία, άποψη η οποία ενισχύεται και από τον ορισμό των όρων “plaintiff” («ενάγων») και “action” («αγωγή») στη Δ.2 των Θεσμών. Οι δικηγόροι και των δύο μερών ανάφεραν ότι η νομολογία υποστηρίζει το αντίθετο, αναγνωρίζοντας ότι η Δ.60, θ.1, τυγχάνει εφαρμογής και κατ’ έφεση, με τον εφεσείοντα και τον εφεσίβλητο να προσλαμβάνουν τη θέση του ενάγοντος και του εναγομένου. Η απόφαση στη Serdobov κ.ά. ν. Russian Indep. Airlines S.A. (1998) 1 A.A.Δ. 1671, υποστηρίζει τη θέση αυτή. Ανάλογη υπήρξε η θέση του Ανωτάτου Δικαστηρίου και στην προγενέστερη απόφασή του στην Alahmari v. Alia Airline (1990) 1 Α.Α.Δ.. 434. Έτσι, το θέμα αυτό μπορεί να θεωρηθεί ως λελυμένο, καθιστώντας παραδεκτή αίτηση για την παροχή ασφάλειας για τα έξοδα του εφεσίβλητου, στο πλαίσιο της Δ.60, θ.1.
Αντιμετωπίζει, όμως, ο αιτητής - εφεσίβλητος άλλο ανυπέρβλητο κώλυμα στην προώθηση του αιτήματός του, το οποίο προκύπτει από την οικονομική αδυναμία του καθ’ ου η αίτηση - εφεσείοντος να ανταποκριθεί στο αίτημα αυτό.
Η απόφαση στην Continental Ins. Co of Hampshire v. O’Regan (1998) 1 Α.Α.Δ. 1087, διαγράφει το πλαίσιο άσκησης της διακριτικής εξουσίας του δικαστηρίου κάτω από τη Δ.60, θ.1, υπό το πρίσμα των συνταγματικών διατάξεων που κατοχυρώνουν το [*1657]δικαίωμα πρόσβασης του ατόμου στη Δικαιοσύνη. Ως υπέδειξε το Δικαστήριο στην Continental Ins. Co of Hampshire v. O’Regan, η ασφάλεια για τα έξοδα παρέχεται υπό το πρίσμα των διατάξεων του Άρθρου 30.2 του Συντάγματος και των αντίστοιχων διατάξεων του Άρθρου 6(1) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, οι οποίες κατοχυρώνουν την πρόσβαση του ατόμου στο δικαστήριο ως θεμελιώδες δικαίωμά του. Συναρτάται, τοιουτοτρόπως, η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου με τη δυνατότητα του ενάγοντος ή του εφεσείοντος, ως η περίπτωση, ανάλογα με την οικονομική του ευχέρεια, να παράσχει την εξαιτούμενη ασφάλεια. Εφόσον δε διαθέτει τα μέσα, το αίτημα απορρίπτεται. Ο λόγος της απόφασης αυτής συμπυκνώνεται στην πρόταση ότι δε χωρεί διαταγή για την παροχή ασφάλειας για τα έξοδα, όπου η έκδοσή της απολήγει σε στέρηση του δικαιώματος πρόσβασης στο δικαστήριο του ενάγοντος ή του εφεσείοντος.
Πρέπει να επισημάνουμε ότι η Δ.60 αποτελούσε μέρος των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, οι οποίοι τύγχαναν εφαρμογής κατά το χρόνο ανακήρυξης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Διατηρήθηκε, όπως και οι θεσμοί, γενικά, σε ισχύ, υπό την αίρεση των διατάξεων του Άρθρου 188.1 του Συντάγματος, που επιβάλλουν την προσαρμογή των προνοιών τους προς το Σύνταγμα, περιλαμβανομένου του Άρθρου 30 του Συντάγματος, που κατοχυρώνει το δικαίωμα της πρόσβασης στη Δικαιοσύνη.
Ως διαπιστώθηκε στην United Bible Societies v. Χ”Κακού (1990) 1 Α.Α.Δ. 395, οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας, οι οποίοι υφίσταντο κατά την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας, υπόκεινται, κατά την εφαρμογή τους, σε εναρμονισμό προς το Σύνταγμα. Η ίδια αρχή επαναλαμβάνεται και στην Τουβλ. Γίγας Λτδ. ν. Ουστά (Αρ.1) (1994) 1 Α.Α.Δ. 109.
Όπως προκύπτει από την απόφαση της Ολομέλειας στη Γιωργαλλά ν. Χ” Χριστοδούλου (2000) 1 Α.Α.Δ. 2060, όροι περιοριστικοί του δικαιώματος πρόσβασης στο δικαστήριο, ή, ακριβέστερα ρυθμιστικοί της άσκησής του, μπορεί να τεθούν, νοουμένου ότι δεν πλήττουν τον πυρήνα του δικαιώματος, ο οποίος εντοπίζεται στη λελογισμένα ανεμπόδιστη πρόσβαση στο δικαστήριο. Ο πυρήνας του δικαιώματος πρόσβασης στο δικαστήριο πλήττεται και το δικαίωμα παραβιάζεται, εφόσον ο προσφεύγων στο δικαστήριο δε διαθέτει τα μέσα για εξασφάλιση των εξόδων του αντιδίκου. Το γεγονός ότι ο προσφεύγων κατοικεί εκτός της επικράτειας, θα μπορούσε να δικαιολογήσει την επιβολή υποχρέωσης για παροχή ασφάλει[*1658]ας για τα έξοδα του εναγόμενου ή του εφεσίβλητου, ως η περίπτωση, εφόσον καταδεικνύεται ότι αυτός διαθέτει τα μέσα για το σκοπό αυτό.
Στην προκείμενη περίπτωση, όχι μόνο ο αιτητής – εφεσίβλητος δεν έχει αποδείξει ότι ο καθ’ ου η αίτηση - εφεσείων έχει τα μέσα, αλλά αντίθετα προκύπτει, από τα στοιχεία τα οποία εκτίθενται στην ένορκη ομολογία που συνοδεύει την ένσταση, ότι αυτός στερείται των μέσων να παράσχει ασφάλεια για τα έξοδα του εφεσίβλητου. Η διαπίστωση αυτή καταρρίπτει την αίτηση.
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο