Καλότυχος Χρίστος ν. Cypsun Holidays Co Ltd (2002) 1 ΑΑΔ 1681

(2002) 1 ΑΑΔ 1681

[*1681]23 Οκτωβρίου, 2002

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΛΟΤΥΧΟΣ,

Εφεσείων-Ενάγων,

ν.

CYPSUN HOLIDAYS CO LTD,

Εφεσιβλήτων-Εναγομένων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11084)

 

Αστικά αδικήματα ― Ιδιωτική οχληρία ― Άρθρο 46 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148 ― Κατά πόσο η πρόκληση ζημιάς είναι απαραίτητη προϋπόθεση της ιδιωτικής οχληρίας ― Πρόκληση ιδιωτικής οχληρίας η οποία συνίστατο στη δημιουργία σκόνης από την επιχείρηση των εφεσιβλήτων η οποία επικάθητο επί των δέντρων του εφαπτόμενου κτήματος του εφεσείοντος.

Ο εφεσείων ενήγαγε τους εφεσίβλητους για ισχυριζόμενη οχληρία συνιστάμενη στη δημιουργία σκόνης προκαλούμενης από επιχείρηση αλόγων που οι εφεσίβλητοι διατηρούσαν σε ακίνητο εφαπτόμενο ακινήτου του εφεσείοντος.  Ο εφεσείων ζητούσε διάταγμα που να εμποδίζει συνέχιση της ισχυριζόμενης οχληρίας καθώς και αποζημιώσεις για ισχυριζόμενη ζημιά στα δέντρα που καλλιεργούσε στο κτήμα του.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η δραστηριότητα των αλόγων προκαλούσε σύννεφα σκόνης, ότι οι εφεσίβλητοι δεν ελάμβαναν τακτικά αποτρεπτικά μέτρα και ότι η σκόνη επικάθετο στα δέντρα του εφεσείοντος παρά τις δικές του προσπάθειες για αποφυγή της.  Δεν ικανοποιήθηκε όμως ως προς τον καθορισμό της έκτασης της ζημιάς στα δέντρα και στην παραγωγή τους και ιδιαίτερα ως προς την ακόλουθη οικονομική απώλεια του εφεσείοντος.  Κατέληξε ότι, εφόσον δεν απεδείχθη η πρόκληση ζημιάς ή απώλειας, την οποία θεώρησε απαραίτητο συστατικό της οχληρίας, ο εφεσείων δεν τεκμηρίωσε το αγώγιμο δικαίωμά του και απέρριψε την αγωγή.

Κατ’ έφεση, ο εφεσείων ισχυρίστηκε, μεταξύ άλλων, ότι ήταν εσφαλμένη η αντίληψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η ύπαρξη ζη[*1682]μιάς είναι απαραίτητη προϋπόθεση απόδειξης οχληρίας και ότι κακώς δεν εξετάστηκε η δυνατότητα έκδοσης διατάγματος προς άρση της οχληρίας.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν ικανοποιήθηκε, μόνο από το μέρος εκείνο της μαρτυρίας το οποίο αφορούσε την τεκμηρίωση και τον υπολογισμό της οικονομικής ζημιάς που ο εφεσείων ισχυρίζετο ότι υπέστη και απαιτούσε.

2.  Το Άρθρο 46 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, στον ορισμό της οχληρίας, δεν περιλαμβάνει αναφορά σε ζημιά, παρά μόνο στην επιφύλαξη προνοεί ότι “ο ενάγοντας δεν τυγχάνει αποζημίωσης σε σχέση με ιδιωτική οχληρία εκτός αν εξαιτίας αυτής υπέστη ζημιά”.  Η προϋπόθεση ζημιάς συναρτάται έτσι προς απαίτηση για αποζημίωση παρά προς την ύπαρξη της οχληρίας αυτής καθ’ αυτής και περιορίζεται στο είδος της ιδιωτικής οχληρίας που συνίσταται ακριβώς στην πρόκληση φυσικής ζημιάς σε περιουσία.  Υπάρχει όμως και το άλλο είδος της ιδιωτικής οχληρίας που δεν συνίσταται στην πρόκληση φυσικής ζημιάς αλλά στην παρέμβαση με την άνετη χρήση και απόλαυση της περιουσίας και που περιλαμβάνει τέτοιας μορφής περιπτώσεις όπως ο θόρυβος, η οσμή και η σκόνη.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο, θεωρώντας ότι η περίπτωση εναντίον του εφεσίβλητου μπορούσε να εμπίπτει μόνο στο είδος της ιδιωτικής οχληρίας που συνίσταται σε φυσική ζημιά, παρέλειψε να εξετάσει την άλλη παράμετρο του πράγματος.

     Έσφαλλε όμως ως και προς την αντίληψη της οχληρίας που προκαλεί φυσική ζημιά, καθ’ όσον ταύτισε την έννοια της φυσικής ζημιάς με την έννοια της οικονομικής απώλειας.  Η προϋπόθεση ζημιάς στην περίπτωση οχληρίας που προκαλεί φυσική ζημιά δεν αναφέρεται σε οικονομική ζημιά αλλά μπορεί να περιλαμβάνει οποιαδήποτε φυσική ζημιά χωρίς οικονομικές προεκτάσεις.  Η εναπόθεση σκόνης στα δέντρα του εφεσείοντα συνιστούσε φυσική ζημιά σε αυτά.

3.  Πλην, στην έκταση που η απόφαση αφορά την απαίτηση για ειδικές αποζημιώσεις, η εφεσιβαλλόμενη απόφαση για απόρριψη της αγωγής, όπως και το ακόλουθο αυτής διάταγμα για έξοδα, παραμερίζονται.

4.  Εφ’ όσον ούτε το θέμα της ενδεχόμενης έκδοσης διατάγματος προς άρση της οχληρίας, ούτε το θέμα της ενδεχόμενης γενικής αποζημίωσης για την άλλη από ειδική οικονομική ζημιά του εφεσείοντος [*1683]απασχόλησε το πρωτόδικο Δικαστήριο, η υπόθεση θα πρέπει να τεθεί και πάλι ενώπιον του για να αποφανθεί επ’ αυτών επί του συνόλου της ενώπιον του μαρτυρίας και της διακριτικής ευχέρειας του.

Η έφεση επιτράπηκε μερικώς με έξοδα, τόσο πρωτοδίκως όσο και κατ’ έφεση εναντίον των εφεσιβλήτων. Εκδόθηκε διαταγή ως ανωτέρω.

Έφεση.

Έφεση από τον ενάγοντα κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού που δόθηκε στις 4/4/01 (Αρ. Αγωγής 3465/99) με την οποία απέρριψε την αγωγή του εναντίον των εναγομένων για ισχυριζόμενη οχληρία συνιστάμενη στη δημιουργία σκόνης προκαλούμενης από επιχείρηση αλόγων που οι εφεσίβλητοι διατηρούσαν σε ακίνητο εφαπτόμενο ακινήτου του εφεσείοντα και αιτούντο διάταγμα που να εμποδίζει συνέχιση της οχληρίας καθώς και αποζημιώσεις ύψους £1,354 για ισχυριζόμενη ζημιά στα δένδρα που καλλιεργούσε στο κτήμα του, αφού έκρινε ότι η μαρτυρία του εμπειρογνώμονα μάρτυρα του ενάγοντα δεν ήταν ικανοποιητική προς απόδειξη της αξιούμενης οικονομικής ζημιάς του.

Μ. Σαβεριάδης, για τον Εφεσείοντα.

Κ. Χατζηκωστής, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Ο Εφεσείων ήταν ο Ενάγων σε αγωγή του εναντίον των Εφεσιβλήτων για ισχυριζόμενη οχληρία συνιστάμενη στη δημιουργία σκόνης προκαλούμενης από επιχείρηση αλόγων που οι Εφεσίβλητοι διατηρούσαν σε ακίνητο εφαπτόμενο ακινήτου του Εφεσείοντα. Ο Εφεσείων ζητούσε με την αγωγή του διάταγμα που να εμποδίζει συνέχιση της ισχυριζόμενης οχληρίας καθώς και αποζημιώσεις ύψους £1,354 για ισχυριζόμενη ζημιά στα δένδρα που καλλιεργούσε στο κτήμα του. Οι Εφεσίβλητοι με την Υπεράσπιση τους ισχυρίζοντο ότι ελάμβαναν όλα τα απαραίτητα μέτρα προς αποφυγή οχληρίας και αρνούντο ότι προκαλούσαν οχληρία, αρνούμενοι επίσης τη ζημιά που ο Εφεσείων ισχυρίζετο ότι υπέστη.

[*1684]

Ο ευπαίδευτος δικαστής άκουσε μαρτυρία και από τις δύο πλευρές.  Ως προς τις συνθήκες που συνιστούσαν την ισχυριζόμενη οχληρία, δέχθηκε τη μαρτυρία του Εφεσείοντα ως αξιόπιστη και απέρριψε τη μαρτυρία για τους Εφεσίβλητους ως αναξιόπιστη.  Στη βάση αυτή, διαπίστωσε ότι όντως η δραστηριότητα των αλόγων προκαλούσε σύννεφα σκόνης, ότι οι Εφεσίβλητοι δεν ελάμβαναν τακτικά αποτρεπτικά μέτρα και ότι η σκόνη επικάθετο στα δένδρα του Εφεσείοντα παρά τις δικές του προσπάθειες για αποφυγή της.  Διαπίστωσε όμως παράλληλα ότι ο Εφεσείων δεν ήταν πειστικός ως προς την έκταση της ισχυριζόμενης ζημιάς στα δένδρα και στην παραγωγή τους και ως προς την ακόλουθη οικονομική απώλεια του, και ότι ο μάρτυρας που κάλεσε ο Εφεσείων ως εμπειρογνώμονα, αν και αξιόπιστος, δεν ικανοποίησε το Δικαστήριο ως προς τον καθορισμό της έκτασης της ζημιάς στα δένδρα και στην παραγωγή τους και ιδιαίτερα ως προς την ακόλουθη οικονομική απώλεια του Εφεσείοντα.  Κατέληξε έτσι ότι, εφ΄όσον δεν απεδείχθη η πρόκληση ζημιάς ή απώλειας, την οποία θεώρησε απαραίτητο συστατικό της οχληρίας, ο Εφεσείων δεν τεκμηρίωσε το αγώγιμο δικαίωμα του, και απέρριψε την αγωγή με έξοδα εναντίον του Εφεσείοντα.

Με το λόγο έφεσης 4 προσβάλλεται η διαπίστωση του ευπαίδευτου Δικαστή ότι η μαρτυρία του εμπειρογνώμονα μάρτυρα του Εφεσείοντα δεν ήταν ικανοποιητική προς απόδειξη της αξιούμενης οικονομικής ζημιάς του Εφεσείοντα.  Στο περίγραμμα γίνεται εκτεταμένη αναφορά στη μαρτυρία του εν λόγω μάρτυρα για να καταδειχθεί ότι ήταν πεπλανημένη η άποψη του Δικαστηρίου.  Οι εισηγήσεις που γίνονται όμως συνιστούν ένα τρόπο αντίκρυσης της μαρτυρίας του εν λόγω μάρτυρα που όχι μόνο δεν ήταν ο τρόπος με τον οποίο την αντίκρυσε ο ευπαίδευτος Δικαστής αλλά και δεν πείθουν ότι είναι ο εξ αντικειμένου ορθός τρόπος προσέγγισης της.  Δεν καταδεικνύουν ως λανθασμένη την προσέγγιση του ευπαίδευτου Δικαστή και δεν ανατρέπουν τα ερωτηματικά και τις αμφιβολίες που διατηρούσε σε ένα ευρύ φάσμα πτυχών της μαρτυρίας του εν λόγω μάρτυρα και ως προς την επί μέρους αιτιολόγηση της μεθοδολογίας του και ως προς τη διάσταση μεταξύ δικογράφων και μαρτυρίας σε σχέση με τον αριθμό των δένδρων αλλά και ως προς την προέλευση της γνώσης του μάρτυρα σε σχέση με τις τιμές των φρούτων.

Ο λόγος έφεσης 3 αφορά μια πτυχή της μαρτυρίας του Εφεσείοντα, διατυπώνοντας το παράπονο ότι κακώς ο ευπαίδευτος Δικαστής απέδωσε σημασία στην αποδοχή από τον Εφεσείοντα της θέσης ότι οι καιρικές συνθήκες επηρεάζουν την καρποφορία των δένδρων.  [*1685]Η θέση αυτή όμως όχι μόνο είναι δεδομένη στη μαρτυρία αλλά και συνιστούσε καλό λόγο για τον οποίο ο ευπαίδευτος Δικαστής δεν μπόρεσε να πεισθεί ότι η οικονομική ζημιά την οποία ο Εφεσείων ισχυρίζετο ότι υπέστη ως αποτέλεσμα της σκόνης όντως οφείλετο σε αυτή, σε συνάρτηση και με τους άλλους λόγους που έδωσε για να αιτιολογήσει την κατάληξη του ότι η μαρτυρία του Εφεσείοντα δεν ήταν πειστική ως προς τούτο.

Με δεδομένη την αποτυχία απόδειξης της ζημιάς που ο Εφεσείων αξίωνε ως αποζημίωση, οι λόγοι έφεσης 1 και 2 αποκαλύπτουν μια άλλη διάσταση της έφεσης.  Εστιάζονται στην αντίληψη που είχε ο ευπαίδευτος Δικαστής ως προς το νόμο και τη νομολογία ότι η ύπαρξη ζημιάς είναι απαραίτητη προϋπόθεση απόδειξης οχληρίας.  Ήταν για τούτο που ο ευπαίδευτος Δικαστής, καταλήγοντας ότι δεν απεδείχθη ζημιά, θεώρησε ότι αυτό ήταν το τέλος του πράγματος ως προς το σύνολο της αγωγής, δηλαδή και ως προς την απαίτηση για αποζημίωση και ως προς την απαίτηση για διάταγμα.  Η αντίληψη αυτή, εισηγείται ο Εφεσείων, ήταν πεπλανημένη καθ΄όσον ήταν δεδομένη και διαπιστωμένη η εναπόθεση σκόνης στα δένδρα του Εφεσείοντα ως αποτέλεσμα της δραστηριότητας των Εφεσιβλήτων.  Τούτο, λέγει, συνιστούσε οχληρία και αφ΄ εαυτού και ως εκ της μαρτυρίας του εμπειρογνώμονα μάρτυρα του Εφεσείοντα ότι η σκόνη επηρέαζε την καρποφορία και την ποιότητα των φρούτων, μαρτυρία που αγνοήθηκε από τον ευπαίδευτο Δικαστή.  Κακώς λοιπόν, καταλήγει, δεν εξετάσθηκε η δυνατότητα έκδοσης διατάγματος προς άρση της οχληρίας.

Οι εισηγήσεις αυτές μας βρίσκουν σύμφωνους.  Είναι προφανές ότι ο ευπαίδευτος Δικαστής απεδέχθη τον εμπειρογνώμονα μάρτυρα, όπως και τον Εφεσείοντα, ως αξιόπιστο και δεν ικανοποιήθηκε μόνο από το μέρος εκείνο της μαρτυρίας του το οποίο αφορούσε την τεκμηρίωση και τον υπολογισμό της οικονομικής ζημιάς που ο Εφεσείων ισχυρίζετο ότι υπέστη και απαιτούσε.  Και είναι προφανές ότι, αν δεν θεωρούσε την απόδειξη ζημιάς ως απαραίτητη προϋπόθεση της οχληρίας, θα έκρινε, όπως και είναι ορθό, ότι η εναπόθεση της σκόνης στα δένδρα θα συνιστούσε οχληρία ως προς τις άλλες προϋποθέσεις υπό τις συνθήκες.  Το σφάλμα του, στη βάση αυτών των δεδομένων, ήταν διπλό.

Εν πρώτοις, ούτε το άρθρο 46 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφάλαιο 148, ούτε οι αυθεντίες, στα οποία αναφέρθηκε, επιτρέπουν την αντίληψη ότι η πρόκληση ζημιάς είναι απαραίτητη προϋπόθεση της ιδιωτικής οχληρίας.  Το άρθρο 46, στον ορισμό της οχληρίας, δεν περιλαμβάνει αναφορά σε ζημιά παρά μόνο στην επι[*1686]φύλαξη προνοεί ότι “ο ενάγοντας δεν τυγχάνει αποζημίωσης σε σχέση με ιδιωτική οχληρία εκτός αν εξαιτίας αυτής υπέστη ζημιά”.  Η προϋπόθεση ζημιάς συναρτάται έτσι προς απαίτηση για αποζημίωση παρά προς την ύπαρξη της οχληρίας αυτής καθ΄αυτής και περιορίζεται στο είδος της ιδιωτικής οχληρίας που συνίσταται ακριβώς στην πρόκληση φυσικής ζημιάς σε περιουσία. Υπάρχει όμως και το άλλο είδος της ιδιωτικής οχληρίας που δεν συνίσταται στην πρόκληση φυσικής ζημιάς αλλά στην παρέμβαση με την άνετη χρήση και απόλαυση της περιουσίας και που περιλαμβάνει τέτοιας μορφής περιπτώσεις όπως ο θόρυβος, η οσμή και η σκόνη.  Αυτή είναι και η θέση στο κοινοδίκαιο.  Ο ευπαίδευτος Δικαστής, θεωρώντας ότι η περίπτωση ενώπιον του μπορούσε να εμπίπτει μόνο στο είδος της ιδιωτικής οχληρίας που συνίσταται σε φυσική ζημιά, παρέλειψε να εξετάσει την άλλη παράμετρο του πράγματος.

Έσφαλε όμως και ως προς την αντίληψη της οχληρίας που προκαλεί φυσική ζημιά, καθ΄όσον ταύτισε την έννοια της φυσικής ζημιάς με την έννοια της οικονομικής απώλειας.  Η προϋπόθεση ζημιάς στην περίπτωση οχληρίας που προκαλεί φυσική ζημιά δεν αναφέρεται σε οικονομική ζημιά αλλά σε οποιαδήποτε φυσική ζημιά που, όπως δείχνουν και τα παραδείγματα που παρατίθενται στο απόσπασμα από το Clerk & Londsell on Torts στο οποίο παραπέμπει ο ευπαίδευτος Δικαστής, μπορούν να περιλαμβάνουν φυσική ζημιά χωρίς οικονομικές προεκτάσεις.  Η εναπόθεση σκόνης στα δένδρα του Εφεσείοντα συνιστούσε φυσική ζημιά σε αυτά και διότι, σύμφωνα με τη μαρτυρία που δεν αφορούσε αποκλειστικά την τεκμηρίωση και τον υπολογισμό της οικονομικής ζημιάς και την αποτίμηση της σε χρήμα, επηρέαζε την καρποφορία και την ποιότητα των φρούτων, και διότι η ίδια η ύπαρξη σκόνης στα δένδρα, υπό συνθήκες που θα συνιστούσαν οχληρία, συνιστά φυσική ζημιά σε αυτά ως θέμα κοινής λογικής και εμπειρίας και φυσικής κατάστασης πραγμάτων.

Αυτή η πτυχή της έφεσης λοιπόν πρέπει να επιτύχει και, πλην στην έκταση που η απόφαση αφορά την απαίτηση για £1.453 ως ειδικές αποζημιώσεις, η εφεσιβαλλόμενη απόφαση για απόρριψη της αγωγής, όπως και το ακόλουθο αυτής διάταγμα για έξοδα, παραμερίζονται.  Εφ΄όσον ούτε το θέμα της ενδεχόμενης έκδοσης διατάγματος προς άρση της οχληρίας ούτε το θέμα της ενδεχόμενης γενικής αποζημίωσης για την άλλη από ειδική οικονομική ζημιά του Εφεσείοντα απασχόλησε το Δικαστήριο, η υπόθεση θα πρέπει να τεθεί και πάλιν ενώπιον του ευπαίδευτου Δικαστή ο οποίος και μόνος θα μπορέσει να αποφανθεί επ΄αυτών επί του συνόλου της ενώπιον του μαρτυρίας και της διακριτικής ευχέρειάς του.  Δεν είναι έργον του Εφετείου να αποφανθεί επί των θεμάτων αυτών πρωτογενώς, [*1687]ούτε να εκφέρει οποιαδήποτε άποψη ως προς τον τρόπο με τον οποίο ο ευπαίδευτος δικαστής θα ασκήσει τη δικαιοδοσία του για να αποφασίσει αν δικαιολογείται να εκδοθεί διάταγμα ή να επιδικασθούν γενικές αποζημιώσεις. Τα έξοδα του Εφεσείοντα, τόσο πρωτοδίκως όσο και στην έφεση, θα βαρύνουν τους Εφεσίβλητους.

Η έφεση επιτρέπεται μερικώς με έξοδα, τόσο πρωτοδίκως όσο και κατ’ έφεση εναντίον των εφεσιβλήτων. Εκδίδεται διαταγή ως ανωτέρω.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο