Ρωσσίδου Μαρούλλα Αναστασίου ν. Χρύσως Γεωργίου Κυπριανού και Άλλης (2002) 1 ΑΑΔ 1695

(2002) 1 ΑΑΔ 1695

[*1695]23 Οκτωβρίου, 2002

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

ΜΑΡΟΥΛΛΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΡΩΣΣΙΔΟΥ,

Εφεσείουσα,

ν.

1. ΧΡΥΣΩΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ,

2. ΜΑΡΙΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ,

Εφεσιβλήτων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11044)

 

Ακίνητη Ιδιοκτησία ― Συνοριακή διαφορά ― Επιτόπια έρευνα ― Κατά πόσο η διεξαγωγή της επιτόπιας έρευνας ακολούθησε την ορθή διαδικασία ― Κατά πόσο θα έπρεπε να προτιμηθεί η μαρτυρία τοπογράφου μηχανολόγου σύμφωνα με την οποία ασφαλέστερη ένδειξη του συνόρου ήταν η επί τόπου κατάσταση παρά οι βάσει του σχεδίου μετρήσεις.

Το Επαρχιακό Δικαστήριο απέρριψε την έφεση της εφεσείουσας εναντίον της απόφασης του Διευθυντή του Κτηματολογίου η οποία είχε υποβληθεί δυνάμει του Άρθρου 80 του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου, Κεφ. 224 και η οποία αφορούσε ανακύψασα συνοριακή διαφορά σε σχέση με το ακίνητο της εφεσείουσας.

Η εφεσείουσα εφεσίβαλε την πρωτόδικη απόφαση αμφισβητώντας την ορθότητα της διαδικασίας που ακολούθησε ο χωρομέτρης κατά τη διεξαγωγή της επιτόπιας έρευνας.  Αμφισβήτησε επίσης τη μαρτυρία που έγινε αποδεκτή και υποστήριξε ότι για τις ανάγκες της περίπτωσης θα έπρεπε να είχε προτιμηθεί η μαρτυρία τοπογράφου μηχανολόγου που μελέτησε την περίπτωση κατ’ εντολή της, μετά την έκδοση της απόφασης του Διευθυντή, σύμφωνα με την οποία ασφαλέστερη ένδειξη του συνόρου ήταν η επί τόπου κατάσταση παρά οι βάσει του σχεδίου μετρήσεις.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Η διαδικασία αναφορικά με την διεξαγωγή της επιτόπιας έρευνας ικανοποιούσε τις βασικές προϋποθέσεις για την έναρξή της, οι οποί[*1696]ες περιλάμβαναν δέουσα ειδοποίηση στα ενδιαφερόμενα μέρη να παραστούν.  Η μαρτυρία του χωρομέτρη που διεξήγαγε την επιτόπια έρευνα κάλυψε όλες τις πτυχές της έρευνας και αναδείχθηκε πειστική σε όλα τα ουσιώδη.

2.  Υπό τις περιστάσεις, το αποτέλεσμα που προκύπτει από τις μετρήσεις πρέπει εξ ανάγκης να θεωρηθεί ικανοποιητικό, ανεξάρτητα από το βαθμό ακρίβειας που το ίδιο το σχέδιο επιτρέπει. Και αυτό είναι που έγινε στην παρούσα περίπτωση.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

 

Έφεση.

Έφεση από την εφεσείουσα κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 9/2/01 (Αρ. Αγωγής 604/97) με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση-έφεση την οποία υπέβαλε βάσει του Άρθρου 80 του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου, Κεφ. 224, (όπως έχει τροποποιηθεί) εναντίον της απόφασης του Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας ημερ. 19/6/97 με την οποία αυτός επέλυσε, κατόπιν αίτησης των εφεσιβλήτων, τη συνοριακή διαφορά η οποία ανέκυψε μεταξύ των τεμαχίων τους στο χωριό Ακάκι.

Α. Σ. Αγγελίδης, για την Εφεσείουσα.

Χρ. Πατσαλίδης, για τις Εφεσίβλητες.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.:  Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάου, Δ..

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.:  Οι εφεσίβλητες, εγγεγραμμένες συνιδιοκτήτριες του τεμαχίου 609 του Φ/Σ 29/5, με αρ. εγγραφής 5782 ημερ. 18 Οκτωβρίου 1995, στο χωριό Ακάκι, αποτάθηκαν στον Επαρχιακό Κτηματολογικό Λειτουργό Λευκωσίας, βάσει του άρθρου 58 του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση)  Νόμου, Κεφ. 224, (όπως  έχει  τροποποιηθεί) για την επίλυση  ανακύψασας συνοριακής  διαφοράς σε σχέση με το ακίνητο της  εφεσείουσας, τεμάχιο 1661 του ιδίου Φ/Σ, αρ. εγγραφής 11342 ημερ. 4 Απριλίου 1994.  Στις 7 Μαΐου 1996 διεξήχθη από Κτηματολόγο επιτόπια έρευνα αλλά παρουσιάστηκαν προβλήματα που δεν [*1697]επέτρεψαν την ολοκλήρωση του έργου.  Εν συνεχεία, με εισήγηση της Κτηματολόγου και κατόπιν παράλληλου αιτήματος από μέρους της εφεσείουσας, έγινε επανεξέταση από τον Κλάδο Χωρομετρίας σε συνεργασία με άλλη Κτηματολόγο.  Στις 15 Νοεμβρίου 1996 διεξήχθη νέα επιτόπια έρευνα στα αποτελέσματα της οποίας στηρίχθηκε η επί του θέματος απόφαση του Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, ημερ. 19 Ιουνίου 1997, που κοινοποιήθηκε στα ενδιαφερόμενα μέρη με επιστολές της ίδιας ημερομηνίας.

Η εφεσείουσα εφεσίβαλε την απόφαση του Διευθυντή με αίτηση στο Επαρχιακό Δικαστήριο, όπως προβλέπεται στο άρθρο 80 του σχετικού Νόμου.  Το Επαρχιακό Δικαστήριο δεν διαπίστωσε ο,τιδήποτε το μεμπτό σε ό,τι υποθεμελίωνε την απόφαση του Διευθυντή και επομένως, με την εκκαλούμενη απόφαση ημερ. 9 Φεβρουαρίου 2001, απέρριψε την έφεση.

Με την παρούσα έφεση τέθηκαν και προωθήθηκαν τρεις λόγοι με τους οποίους  αμφισβητείται η ορθότητα  της  πρωτόδικης απόφασης.  Οι πρώτοι δύο αφορούν στη διαδικασία που ακολούθησε ο χωρομέτρης κ. Νεοφυτίδης, ο οποίος διαδραμάτισε πρωτεύοντα ρόλο στη διεξαγωγή της επιτόπιας έρευνας, στη γενικότερη προσέγγισή του, όπως και στις επιμέρους διεργασίες στις οποίες προέβη σε σχέση με τον εντοπισμό χωρομετρικών σημείων και την καταμέτρηση αποστάσεων. Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται αφενός ότι θα έπρεπε να γινόταν δεκτή η μαρτυρία του  συζύγου της εφεσείουσας, ο οποίος αναφέρθηκε επικριτικά σε κάποιες πτυχές της διεξαγωγής της επιτόπιας έρευνας στην οποία παρευρέθη· και αφετέρου ότι θα έπρεπε να είχε προτιμηθεί, ως προς τις ανάγκες της περίπτωσης, η μαρτυρία τοπογράφου μηχανολόγου ο οποίος μετά την έκδοση της απόφασης του Διευθυντή μελέτησε την περίπτωση κατ’ εντολή της εφεσείουσας και διεξήγαγε δική του έρευνα.

Σε ό,τι αφορά τη διαδικασία που αφορούσε στη διεξαγωγή της επιτόπιας έρευνας στις 15 Νοεμβρίου 1996 διαπιστώνουμε από τη μαρτυρία ότι τηρήθηκαν οι βασικές προϋποθέσεις για την έναρξή της, οι οποίες περιλάμβαναν δέουσα ειδοποίηση στα ενδιαφερόμενα μέρη να παραστούν.  Ως προς το επιτελεσθέν χωρομετρικό έργο του κ. Νεοφυτίδη δεν διακρίναμε είτε από άποψης προσέγγισης και μεθόδου είτε από άποψης του τρόπου αντιμετώπισης και επίλυσης των επιμέρους πρακτικών προβλημάτων της περίπτωσης, όπως το ίδιο δεν διέκρινε και το Επαρχιακό Δικαστήριο, αδυναμίες που  να  καθιστούσαν το αποτέλεσμα αβάσιμο ή ανακριβές.  Η μαρτυρία  του κ. Νεοφυτίδη κάλυψε όλες τις πτυχές της έρευνας με μεγάλη λεπτομέ[*1698]ρεια και, παρά τον εξαντλητικό έλεγχο στον οποίο υποβλήθηκε με αντεξέταση από τον ευπαίδευτο συνήγορο της εφεσείουσας, αναδεικνύεται πειστική σε όλα τα ουσιώδη. Το ότι σε σχέση με ορισμένα σημεία ο μάρτυρας δεν μπορούσε να ενθυμηθεί αν δόθηκε η μια ή η άλλη εναλλακτική λύση σε πρακτικά προβλήματα που μπορεί να προέκυψαν δεν αποδυναμώνει, κατά την αντίληψή μας, τα ερείσματα των διεργασιών που συνέθεταν το έργο του.  Σε ό,τι αφορά τη μαρτυρία του συζύγου της εφεσείουσας, το Δικαστήριο δεν τη δέχθηκε διότι, καθώς εξήγησε, δεν τον θεώρησε αξιόπιστο. Με την έφεση δεν έχει εξειδικευθεί επί του προκείμενου ο,τιδήποτε που να παρέχει έδαφος για επέμβαση στην πρωτόδικη θεώρηση.  Τέλος σημειώνουμε ότι ο τοπογράφος μηχανολόγος, τον οποίο κάλεσε η εφεσείουσα, δεν απέδωσε με τη μαρτυρία του οποιοδήποτε συγκεκριμένο σφάλμα στο χωρομετρικό έργο του κ. Νεοφυτίδη.  Η μαρτυρία του είχε ως βασικό άξονα το ότι, επειδή το εν χρήσει σχέδιο ήταν σε κλίμακα 1:5.000, οι δυνατότητες διακρίβωσης της επί του εδάφους κατάστασης συνεπαγόταν αναπόφευκτα, καθώς ανέφερε, ένα περιθώριο λάθους ± 1 μέτρου, το οποίο ήταν περίπου και η έκταση κατά την οποία μεταβλήθηκε από το Διευθυντή ό,τι μέχρι τότε θεωρείτο ως το κοινό σύνορο των δύο υπό αναφορά τεμαχίων.  Και επομένως, κατά την άποψή του, ασφαλέστερη  ένδειξη του συνόρου ήταν η επί τόπου κατάσταση παρά οι βάσει του σχεδίου μετρήσεις.  Θα λέγαμε ότι όποια και αν μπορεί να ήταν η σημασία της  επί του εδάφους κατάστασης στον αρχικό καθορισμό του συνόρου, δεν θα μπορούσε η εμφάνιση των πραγμάτων αργότερα να υπερίσχυσε έναντι του εν χρήσει σχεδίου  το οποίο με τις όποιες τροποποιήσεις τις οποίες θα μπορούσε να υποστεί, αποτελεί αυθεντικό οδηγό.  Συνεπώς, το αποτέλεσμα που προκύπτει από τις μετρήσεις  πρέπει εξ ανάγκης να θεωρηθεί ικανοποιητικό, ανεξάρτητα από το βαθμό ακρίβειας που το ίδιο το σχέδιο επιτρέπει.  Και αυτό είναι που έγινε στην παρούσα περίπτωση.  

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο