(2003) 1 ΑΑΔ 108
[*108]31 Ιανουαρίου, 2003
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (Ν. 33/64)
ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΤΕΙ ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΝΤΑΛΜΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI
ΚΑΙ/΄Η PROHIBITION
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΗΝ
ΠΟΙΝΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ 32912/00 ΣΤΙΣ 27/11/2002
(Αίτηση Αρ. 7/2003)
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari και Prohibition ― Ενδιάμεση απόφαση Επαρχιακού Δικαστηρίου σε ποινική υπόθεση με την οποία δεν έγινε αποδεκτή η κατάθεση, ως τεκμηρίου, φακέλου προσφοράς ο οποίος βρισκόταν στην κατοχή του εντεταλμένου της Γενικού Ελεγκτή για μεγάλη χρονική περίοδο και είχε σχέση με την κατηγορία που αντιμετώπιζε ο κατηγορούμενος ― Αίτηση για έκδοση certiorari προς ακύρωσή της ― Απορρίφθηκε επειδή στόχευε στην αμφισβήτηση της ορθότητας και όχι της νομιμότητάς της.
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Σε ποίες περιπτώσεις απόφαση κατώτερου Δικαστηρίου μπορεί να ακυρωθεί με ένταλμα Certiorari.
Κατά την εκδίκαση ποινικής υπόθεσης συγκεκριμένος μάρτυρας κατηγορίας παρουσίασε το φάκελο μιας προσφοράς που είχε σχέση με την κατηγορία που αντιμετώπιζε ο κατηγορούμενος, για να κατατεθεί ως τεκμήριο. Ο φάκελος αυτός είχε παραδοθεί στο μάρτυρα από λειτουργό της Ελεγκτικής Υπηρεσίας που τον είχε παραλάβει από το γραφείο του Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού με τη συγκατάθεση τόσο του Διευθυντή όσο και του Προέδρου του Οργανισμού. Η άλλη [*109]πλευρά έφερε ένσταση για την κατάθεση του φακέλου επειδή ο εν λόγω λειτουργός δεν ήταν ανακριτής σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 4 του Κεφ. 155. Το πρωτόδικο Δικαστήριο με ενδιάμεση απόφασή του δεν αποδέχθηκε την κατάθεση του εν λόγω φακέλου.
Ο αιτητής καταχώρησε αίτηση certiorari για ακύρωση της απόφασης.
Αποφασίστηκε ότι:
Τα στοιχεία που παρατέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου υποδεικνύουν ότι το αίτημα δεν αναφέρεται σε νομική πλάνη που είναι έκδηλη, αλλά στην ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, η οποία δεν ελέγχεται με την έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari.
Η αίτηση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Kakos (1985) 1 C.L.R. 250,
Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 126,
Χρίστου (1996) 1(Α) Α.Α.Δ. 398,
Ανδρέου (1996) 1(Α) Α.Α.Δ. 472,
Εταιρεία Αδελφοί ΧΕΓΚ Φιλίππου Λτδ (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 904,
Ξάνθος Λυσιώτης και Υιός Λτδ (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 1066,
Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 2) (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 925,
Marewave Shipping and Trading Company Ltd (1992) 1 C.L.R. 116,
Αίτηση.
Αίτηση από το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για έκδοση
(α) Εντάλματος Certiorari για την ακύρωση ενδιάμεσης απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με την οποία δεν έγινε αποδεκτή η κατάθεση του φακέλου μιας προσφοράς που σχετιζόταν με κατηγορία που αντιμετώπιζε ο κατηγορούμενος, και
[*110](β) Εντάλματος Prohibition για την απαγόρευση συνέχισης της διαδικασίας ενώπιον του εκδικάζοντος Δικαστηρίου.
Λ. Παντελή, για τον Αιτητή Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
Cur. adv. vult.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση ο αιτητής ζητά την έκδοση:
(α) Εντάλματος Certiorari για την ακύρωση ενδιάμεσης απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με την οποία δεν έγινε αποδεκτή η κατάθεση του φακέλου μιας προσφοράς που σχετιζόταν με κατηγορία που αντιμετώπιζε ο κατηγορούμενος, και
(β) Εντάλματος Prohibition για την απαγόρευση συνέχισης της διαδικασίας ενώπιον του εκδικάζοντος Δικαστηρίου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η επίδικη ενδιάμεση απόφαση δόθηκε στις 27/11/2002 και η υπόθεση ορίστηκε για ακρόαση στις 20/12/2002. Όταν ο κατηγορούμενος παρέλειψε να εμφανιστεί στις 20/12/2002 εκδόθηκε εναντίον του ένταλμα σύλληψης και η υπόθεση ορίστηκε για ακρόαση στις 24/1/2003. Η παρούσα αίτηση καταχωρήθηκε στις 22/1/2003, δηλαδή δύο μέρες πριν από την ακρόαση.
Κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας της ποινικής υπόθεσης εναντίον του κατηγορουμένου (δεν έχουν δοθεί στοιχεία για την κατηγορία και/ή τις κατηγορίες που αντιμετωπίζει ο κατηγορούμενος), ο μάρτυς κατηγορίας Λοχίας 598 Γ. Θεμιστοκλέους παρουσίασε το φάκελο μιας προσφοράς, που σύμφωνα με την ενδιάμεση απόφαση είχε σχέση με την κατηγορία που αντιμετώπιζε ο κατηγορούμενος, για να κατατεθεί ως τεκμήριο. Ο μάρτυς διευκρίνισε ότι ο φάκελος του είχε παραδοθεί από τον Α. Χασαπόπουλο της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, που τον είχε παραλάβει από το γραφείο του Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού με τη συγκατάθεση τόσο του Διευθυντή όσο και του Προέδρου του Οργανισμού.
Ο δικηγόρος του κατηγορουμένου υπέβαλε ένσταση για την κατάθεση του φακέλου γιατί ο κ. Χασαπόπουλος δεν ήταν ανακριτής σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 4 του Κεφ. 155 και γιατί δεν είχε υποβληθεί οποιαδήποτε αίτηση σύμφωνα με τις πρόνοιες των άρθρων 27-32 του Κεφ. 155 για να αποφασίσει το Δικαστήριο για την αποδοχή του.
[*111]Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η Αστυνομία θα έπρεπε να αναλάβει τη διερεύνηση της υπόθεσης και να εξασφάλιζε προς τούτο ένταλμα έρευνας και όχι ο κ. Χασαπόπουλος, ως αποτέλεσμα των ενεργειών του οποίου προσάφθηκαν κατηγορίες εναντίον του κατηγορουμένου που βασίστηκαν στο περιεχόμενο του κατασχεθέντος φακέλου. Όπως τονίστηκε στη σχετική απόφαση,
"Οτιδήποτε είχε ληφθεί ως Τεκμήριο κατά την έρευνα που έκανε ο κ. Χασαπόπουλος ο οποίος δεν είναι ούτε ανακριτής ούτε αστυνομικός δεν μπορεί να κατατεθεί στο Δικαστήριο γιατί παράνομα κατακρατήθηκε από τον κ. Χασαπόπουλο για μεγάλη χρονική περίοδο. Η δε κατάσχεση του εξυπηρετούσε άλλους σκοπούς και όχι την ποινική δίωξη οποιουδήποτε προσώπου. Ο μάρτυρας κ. Θεμιστοκλέους που επιχείρησε να καταθέσει τον φάκελο ανέφερε ότι περιήλθε στην κατοχή του από τον κ. Χασαπόπουλο ο οποίος κατά την άποψη μου παράνομα τον είχε στην κατοχή του για μεγάλη χρονική περίοδο χωρίς ούτε καν να φροντίσει να εξασφαλίσει διάταγμα του Δικαστηρίου για να τον κατέχει νόμιμα όχι ο ίδιος βέβαια αλλά η αστυνομία και οι ανακριτικές αρχές."
Είναι η θέση του αιτητή ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε εσφαλμένα ότι η παραλαβή του φακέλου από τον εντεταλμένο της Γενικού Ελεγκτή συνιστούσε παρανομία, εφόσο ο Γενικός Ελεγκτής έχει δικαίωμα, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 116.1 του Συντάγματος, να επιθεωρεί οποιαδήποτε βιβλία και/ή αρχεία που τηρούνται από οποιοδήποτε πρόσωπο και/ή οργανισμό και εφόσο ο φάκελος δόθηκε με την έγκριση και συγκατάθεση του Διευθυντή και του Προέδρου του Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού.
Οι προεκτάσεις της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου να εξετάζει την αναθεώρηση μιας δικαστικής απόφασης μέσω του εντάλματος Certiorari έχουν προσδιορισθεί στην υπόθεση In Re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250, 259 όπου τονίστηκε ότι,
"Certiorari lies primarily to ensure that an Inferior Court operates within the bounds of its jurisdiction and observes fundamental rules of Law. In answering the plea relevant to jurisdiction, the test is whether the order made was within the jurisdiction of the Court that issued it. The absence of competence, if any, must be apparent on the record of the proceedings, as well as the illegality, manifest, as alleged. The process is intended to subject to scrutiny the assumption of jurisdiction and the legality of the order made, as opposed to its [*112]correctness."
Σε μετάφραση:
"Το Certiorari παρέχεται, κατά κύριο λόγο, για να διασφαλίσει ότι ένα κατώτερο Δικαστήριο λειτουργεί μέσα στα όρια της δικαιοδοσίας του και σύμφωνα με τους θεμελιώδεις κανόνες του Δικαίου. Απαντώντας στην εισήγηση σχετικά με τη δικαιοδοσία, το κριτήριο είναι κατά πόσο η υπό αναθεώρηση διαταγή βρισκόταν εντός των ορίων της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, το οποίο την εξέδωσε. Η απουσία αρμοδιότητας, αν υπάρχει, πρέπει να φαίνεται από το πρακτικό της διαδικασίας, καθώς και η παρανομία να είναι έκδηλη, όπως υποστηρίχθηκε. Η διαδικασία έχει σκοπό να θέσει υπό έλεγχο την ανάληψη δικαιοδοσίας και τη νομιμότητα της διαταγής που έχει εκδοθεί, σε αντίθεση με την ορθότητα της."
Η ίδια προσέγγιση εφαρμόζεται και στο Αγγλικό νομικό σύστημα. Όπως αναφέρεται στο Supreme Court Practice 1999, p. 902,
"Η θεραπεία της δικαστικής αναθεώρησης δεν ασχολείται με την αναθεώρηση της ουσίας της απόφασης αλλά με τη διαδικασία λήψη της απόφασης. Απόφαση κατώτερου δικαστηρίου μπορεί να ακυρωθεί με ένταλμα Certiorari όπου το δικαστήριο ενήργησε χωρίς δικαιοδοσία, ή έχει υπερβεί τη δικαιοδοσία του ή έχει παραλείψει να συμμορφωθεί με τους κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης στην περίπτωση που οι κανόνες αυτοί τυγχάνουν εφαρμογής ή όπου υπάρχει νομικό σφάλμα στην όψη του πρακτικού ή η απόφαση είναι παράλογη με την έννοια της αρχής που έχει διατυπωθεί στην Associated Provincial Picture Houses Limited v. Wednesbury Corporation [1948] 1 K.B. 223. Ωστόσο το δικαστήριο σε αίτηση δικαστικής αναθεώρησης δε λειτουργεί ως Εφετείο από την απόφαση του κατώτερου δικαστηρίου, ούτε και επεμβαίνει με οποιοδήποτε τρόπο στην άσκηση οποιασδήποτε εξουσίας ή διακριτικής ευχέρειας η οποία έχει εναποτεθεί στο κατώτερο δικαστήριο, εκτός αν έχει ασκηθεί με τρόπο ο οποίος δεν εμπίπτει εντός της δικαιοδοσίας του ή η απόφαση είναι παράλογη με βάση τις αρχές της Wednesbury (πιο πάνω)."
Οι λόγοι που δικαιολογούν την ακύρωση μιας απόφασης κατώτερου Δικαστηρίου με την έκδοση ενός εντάλματος Certiorari συμπεριλαμβάνουν την υπέρβαση ή έλλειψη εξουσίας, την έκδηλη παρανομία (error of law on the face of the record), προκατάληψη ή [*113]συμφέρον από τα πρόσωπα που ενέχονται στη λήψη της απόφασης, όπως επίσης και την παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης. (Βλ. Άκης Φάντης και Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 2) (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 925).
Στην παρούσα περίπτωση ο λόγος της ακύρωσης της ενδιάμεσης απόφασης είναι η ύπαρξη νομικού σφάλματος. Εχει καθιερωθεί νομολογιακά ότι η έννοια του όρου νομικό σφάλμα δεν συμπεριλαμβάνει νομικά εσφαλμένες αποφάσεις. Ο όρος συμπεριλαμβάνει τις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες υπάρχει εσφαλμένη ερμηνεία του Νόμου ή εσφαλμένη εφαρμογή του Νόμου σε μια συγκεκριμένη περίπτωση και αποκλείει πλάνη σε σχέση με την εφαρμογή μιας καθιερωμένης νομικής αρχής. (Βλ. re Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 126, 129, re Μάριος Χρίστου (1996) 1(A) Α.Α.Δ. 398, re Κοσμάς Ανδρέου (1996) 1(A) Α.Α.Δ. 472, re Εταιρεία Αδελφοί ΧΕΓΚ Φιλίππου Λτδ κ.ά. (1996) 1 Α.Α.Δ. 904 και re Ξάνθος Λυσιώτης και Υιός Λτδ (Αρ. 3) (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 1066).
Όπως έχει τονισθεί από το Δικαστή Καλλή στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 2) (1997) 1 Α.Α.Δ. 925, 935,
"Αντικείμενο της διαδικασίας δεν είναι ο έλεγχος της ορθότητας μιας απόφασης αλλά της νομιμότητάς της. Δεν τίθεται ζήτημα αντικατάστασης της άποψης που διαμόρφωσε το κατώτερο Δικαστήριο, αναφορικά με ζήτημα που αποφάσισε στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του, με εκείνη του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Δεν εκδίδεται ένταλμα Certiorari ως μανδύας μεταμφιεσμένης έφεσης. Ούτε και μπορεί να χρησιμοποιείται η διαδικασία για την έκδοση τέτοιου διατάγματος προκειμένου να γίνει επανακρόαση του ζητήματος που εγέρθηκε. Και δεν είναι επιτρεπτό να εκδίδεται ένταλμα Certiorari προκειμένου να υπαγορευθεί σε Δικαστήριο ο τρόπος με τον οποίο θα πρέπει να αποφασιστεί ζήτημα που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του ή ακόμα ο τρόπος που θα ασκήσει τη διακριτική του εξουσία. (Βλέπε Re Marewave Shipping (1992) 1(Α) C.L.R.. 116 και Τζεννάρο Περέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 C.L.R. 692).”
Έχω εξετάσει προσεκτικά την εισήγηση που έχει υποβληθεί και έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η αίτηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Τα στοιχεία που έχουν προβληθεί δεν υποστηρίζουν τη θέση ότι αμφισβητείται η νομιμότητα και όχι η ορθότητα της ενδιάμεσης απόφασης. Αντίθετα τα στοιχεία που έχουν παρατεθεί υποδεικνύουν ότι το αίτημα δεν αναφέρεται σε νομική πλάνη που είναι έκδηλη, αλλά στην ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης. Με [*114]άλλα λόγια επιζητείται να υπαγορευθεί στο πρωτόδικο Δικαστήριο ο τρόπος με τον οποίο θα αποφασίσει ένα θέμα που εμπίπτει μέσα στη δικαιοδοσία του, μια δυνατότητα που δεν εμπίπτει μέσα στις προεκτάσεις του εντάλματος Certiorari. (Marewave Shipping and Trading Company Ltd. (1992) 1 C.L.R. 116, 121).
Η αίτηση απορρίπτεται.
Η�αίτηση απορρίπτεται.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο