Κωνσταντίνου Σάββας ν. Δήμητρας Χ"Αντωνίου (2003) 1 ΑΑΔ 455

(2003) 1 ΑΑΔ 455

[*455]18 Απριλίου, 2003

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]

ΣΑΒΒΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,

Εφεσείων,

ν.

ΔΗΜΗΤΡΑΣ Χ” ΑΝΤΩΝΙΟΥ,

Εφεσίβλητης.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 10759)

 

Ευρήματα Δικαστηρίου ― Αξιολόγηση μαρτυρίας ― Διαπιστώσεις επί των γεγονότων του πρωτόδικου Δικαστηρίου και συναγωγή συμπερασμάτων αναφορικά με την απόδοση ευθύνης για την πρόκληση τροχαίου ατυχήματος ― Το Εφετείο δεν επενέβη.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού κατέληξε σε συμπέρασμα ότι αποκλειστική ευθύνη για την πρόκληση τροχαίου ατυχήματος που έγινε στην ένωση της λεωφ. Ευαγόρου με την οδό Γρηγόρη Αυξεντίου στη Λευκωσία, έφερε ο εφεσείων-ενάγων, απέρριψε την αγωγή του εναντίον της εφεσίβλητης-εναγομένης.

Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση αμφισβητώντας τις διαπιστώσεις και τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Η διαπίστωση και τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς την αποδοχή της μαρτυρίας του εξεταστή της σκηνής Μ.Υ. 1, δεν μπορεί για κανένα απολύτως λόγο να θεωρηθεί τρωτή ενόψει της τελικής θέσης των αυτοκινήτων και των ιχνών τροχοπέδησης του αυτοκινήτου του εφεσείοντος μήκους 7,80 μέτρων τα οποία δεν αμφισβητήθηκαν.

2.  Το συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο εφεσείων εφάρμοσε τα φρένα του για να παρακάμψει την στροφή και ότι δεν το κατόρθωσε λόγω ταχύτητας υποστηρίζεται από τα ίχνη τροχοπέδησης του αυτοκινήτου του σε συνδυασμό με τη μαρτυρία αυτόπτη μάρτυρα.

[*456]3.      Από όλα τα ενώπιον του Εφετείου στοιχεία, είναι φανερό ότι η ορθότητα της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν μπορεί να αμφισβητηθεί και η έφεση θα πρέπει να απορριφθεί.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από τον ενάγοντα κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 18/2/00 (Αρ. Αγωγής 11162/93) με την οποία απέρριψε την αξίωσή του, αφού έκρινε ότι την αποκλειστική ευθύνη για το τροχαίο ατύχημα στις 17/5/91, με αποτέλεσμα τον τραυματισμό του έφερε ο ίδιος.

Ελ. Παρασκευά, για τον Εφεσείοντα.

Α. Ιντιάνος, και εκ μέρους του Α. Δημητρίου, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.:Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλει ο Δικαστής Νικολαΐδης.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων-ενάγων αμφισβητεί τις διαπιστώσεις και τα συμπεράσματα του πρωτόδικου δικαστηρίου. Είχε τραυματιστεί σε τροχαίο ατύχημα που έγινε στην ένωση της λεωφ. Ευαγόρου με την οδό Γρηγόρη Αυξεντίου, κοντά στο παλιό ΓΣΠ στη Λευκωσία, στις 5.00 το πρωί της 17.5.1991. Το Δικαστήριο αφού κατέληξε ότι την αποκλειστική ευθύνη για το δυστύχημα έφερε ο εφεσείων απέρριψε την αξίωσή του.

Ο εφεσείων αμφισβητεί την αποδοχή από το Δικαστήριο της μαρτυρίας του εξεταστή της σκηνής, αστυφύλακα 3238, Τ. Ελευθερίου, τον οποίο, ας σημειωθεί, είχε καλέσει ως Μ.Υ.1 η εφεσίβλητη. Η τελική θέση των δύο αυτοκινήτων και τα ίχνη τροχοπέδησης του αυτοκινήτου του εφεσείοντα θεωρήθηκαν από το Δικαστήριο ως αντικειμενικές διαπιστώσεις όπως τις αντιλήφθηκε στη σκηνή, τις οποίες ο εξεταστής απλώς αποτύπωσε στο σχεδιάγραμμά του.

Σημειώνεται από το πρωτόδικο δικαστήριο ότι στην προσπάθεια του ενάγοντα να πληγεί η μαρτυρία του εξεταστή επισημάνθηκε μια μικρή διαφορά στο πλάτος της λεωφ. Ευαγόρου και του δρόμου πλησίον του σημείου σύγκρουσης, μεταξύ του τεκμηρίου 7, του σχεδιαγράμματος που ετοίμασε ο εξεταστής, και του τεκμηρίου 6, που [*457]είναι τοπογραφικό της περιοχής. Το θέμα κρίθηκε, ορθά, από το πρωτόδικο δικαστήριο ως επουσιώδους σημασίας, ενώ επισημαίνεται ότι η μελέτη του τοπογραφικού δεν αποκαλύπτει ότι οι μετρήσεις του ήταν λανθασμένες. Κι΄αυτό λόγω του ότι το πλάτος του δρόμου, όπως και αυτό της λεωφ. Ευαγόρου, δεν είναι σε όλα τα σημεία το ίδιο.

Για να τεκμηριώσει την αμφισβήτηση της μαρτυρίας του Μ.Υ.1 ο εφεσείων αναφέρει ότι ο Μ.Ε.3 Α. Χριστοδούλου, είναι λοχίας της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Κύπρου και συνεπώς, σύμφωνα με τη δικαστική πρακτική πρέπει να θεωρείται αντικειμενικός. Το επιχείρημα είναι εντελώς αβάσιμο. Κατ΄αρχήν, το Δικαστήριο απέρριψε εντελώς τη μαρτυρία του Μ.Ε.3, ο οποίος, όπως και ο Μ.Ε.5, δεν έκαμε καθόλου θετική εντύπωση. Το Δικαστήριο δεν είχε καμιά αμφιβολία ότι δεν είπαν την αλήθεια, αλλά είχαν σκοπό να βοηθήσουν τον ενάγοντα με το να πλήξουν τη μαρτυρία του εξεταστή της σκηνής. Μεταξύ άλλων σημειώνει ότι ενώ για εννιά σχεδόν χρόνια ο μεν Μ.Ε.3 δεν έδωσε καμιά μαρτυρία για τις συνθήκες του ατυχήματος και ενδιαφέρθηκε, όπως είπε, για τον ενάγοντα μόνο για ανθρωπιστικούς λόγους, ότι κι’ αν σημαίνει αυτό, ο δε Μ.Ε.5 εντοπίσθηκε μερικές μόνο μέρες πριν δώσει μαρτυρία, εν τούτοις, όχι μόνο και οι δύο θυμήθηκαν τις τελικές θέσεις των δύο αυτοκινήτων, αλλά ήταν και σε θέση να τις σημειώσουν με ακρίβεια και επί του τοπογραφικού. Εν πάση περιπτώσει, δεν αντέχει σε σχολιασμό η θέση ότι επειδή ο συγκεκριμένος μάρτυρας είναι λοχίας της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, θα πρέπει και να θεωρείται αντικειμενικός, σύμφωνα μάλιστα με τη «δικαστική πρακτική».

Ο εφεσείων στηρίκτηκε επίσης στη μαρτυρία του Μ.Ε.2 Κυριάκου Σχίζα, ο οποίος είναι συνταξιούχος αστυνομικός που υπηρέτησε στο Τμήμα Διερεύνησης Δυστυχημάτων και ο οποίος μετά την αφυπηρέτησή του εργάζεται ως διερευνητής τροχαίων δυστυχημάτων στη Λευκωσία. Το Δικαστήριο επισημαίνει ότι το συγκεκριμένο δυστύχημα δεν το εξέτασε στη σκηνή, αλλά ύστερα από δύο ολόκληρα χρόνια, με βάση τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιόν του. Το Δικαστήριο δεν ικανοποιήθηκε ούτε στοιχειωδώς, όπως αναφέρει, ότι ο μάρτυρας είχε τη δυνατότητα να καταλήξει με βάση το ενώπιον του υλικό στο συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε, με αποτέλεσμα να μην ικανοποιηθεί ότι είναι εμπειρογνώμονας στον τομέα. Στη μαρτυρία του δεν δόθηκε καμιά βαρύτητα.

Δεν βρίσκουμε κανένα απολύτως λόγο να θεωρήσουμε τρωτή τη διαπίστωση και τα συμπεράσματα του πρωτόδικου δικαστηρίου ως προς την αποδοχή της μαρτυρίας του Μ.Υ.1 Ελευθερίου και γι’ αυ[*458]τό θα πρέπει να απορρίψουμε τον πρώτο λόγο έφεσης.

Υποστηρίκτηκε από τον εφεσείοντα ότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε ότι εφάρμοσε τα φρένα του προσεγγίζοντας τη στροφή με σκοπό να την παρακάμψει, και ότι δεν το κατόρθωσε λόγω ταχύτητας. Κι΄αυτό χωρίς να αμφισβητηθεί το μήκος των 7.80 μέτρων ιχνών τροχοπέδησης του αυτοκινήτου του.

 

Θα λέγαμε ότι όχι μόνο δεν ευσταθεί ο λόγος αυτός έφεσης, αλλά τα ίχνη τροχοπέδησης που άφησε πράγματι ο εφεσείων, σε συνδυασμό με τη μαρτυρία του Μ.Υ.3, Κώστα Νέστορος, αυτόπτη μάρτυρα τον οποίο αμέσως πριν τη σύγκρουση προσπέρασε ο εφεσείων με ιλιγγιώδη, όπως την χαρακτήρισε, ταχύτητα και με τρόπο που όπως είπε ο μάρτυρας ήταν αδύνατο να καταφέρει να στρίψει, καθιστούν το συμπέρασμα του πρωτόδικου δικαστηρίου κάτι παραπάνω από λογικό.

Και οι υπόλοιποι λόγοι έφεσης θα πρέπει να απορριφθούν. Κατ΄αρχήν όσον αφορά τη μαρτυρία των Μ.Ε. 3 και 5, έχουμε ήδη πει ότι το Δικαστήριο απέρριψε τη μαρτυρία τους ως προσπάθεια να βοηθηθεί ο ενάγων. Δεν βρίσκουμε κανένα απολύτως λόγο επέμβασης στις διαπιστώσεις επί των γεγονότων του πρωτόδικου δικαστηρίου.

Δεν αντιλαμβανόμαστε με ποιο τρόπο η επισήμανση ότι τα ίχνη λαδιού, χωμάτων και νερών που ο εξεταστής της υπόθεσης είπε ότι είδε κάτω από το αυτοκίνητο του εφεσείοντα δεν σημειώθηκαν πάνω στο σχεδιάγραμμα της σκηνής, επηρεάζει το αποτέλεσμα. Το ίδιο ισχύει και για τις διάφορες άλλες μετρήσεις τις οποίες ο εξεταστής έκαμε και εκείνες τις οποίες, κατά την άποψη του εφεσείοντα, όφειλε να κάμει. Το Δικαστήριο έκρινε ότι ο συγκεκριμένος μάρτυρας, ο εξεταστής της υπόθεσης, προέβη σε όλες τις αναγκαίες υπό τις περιστάσεις μετρήσεις.

Από όλα τα ενώπιόν μας στοιχεία είναι φανερό ότι η ορθότητα της απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου δεν μπορεί να αμφισβητηθεί και η έφεση θα πρέπει να απορριφθεί. Η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον του εφεσείοντα, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο