Watford Petroleum Ukraine Holdings Ltd (2003) 1 ΑΑΔ 620

(2003) 1 ΑΑΔ 620

[*620]13 Μαΐου, 2003

[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΑΙ

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 7831/2002

WATFORD PETROLEUM UKRAINE

HOLDINGS LTD -v- COMMERCIAL BANK PRIVATBANK INTERNATIONAL BANKING UNIT

ΚΑΙ

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ ΑΛΛΑΓΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 8/8/2002 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 7831/2002

ΚΑΙ

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 7831/2002 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 9/8/2002 ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΕΠΙΤΡΑΠΗΚΕ Η ΑΛΛΑΓΗ ΤΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΠΙΤΡΑΠΗΚΕ ΣΤΗ ΔΙΚΗΓΟΡΟ κα ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΣΑΡΡΗ ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΤΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ κκ. ΠΟΛΑΚΗΣ ΣΑΡΡΗΣ & ΣΙΑ ΝΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΘΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΑΚΟΥΣΤΕΙ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΕΚΕΙΝΟΥ ΩΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΚΑΙ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΣ ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ

ΚΑΙ

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 7831/2002 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 9/8/2002 ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΑΠΕΡΡΙΨΕ ΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΑΚΥΡΩΣΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΜΕΣΑ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΕΚΔΟΘΗΚΑΝ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ ΣΤΙΣ 22/7/2002 ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΑΠΕΡΡΙΨΕ ΤΗΝ [*621]ΑΙΤΗΣΗ ΠΑΡΑΚΟΗΣ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 1/8/2002 ΑΦΟΥ ΑΠΟΔΕΧΘΗΚΕ ΤΗ ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΦΕΡΟΜΕΝΟΥ ΣΤΗΝ ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ ΑΛΛΑΓΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 8/8/2002 ΩΣ ΝΕΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ

κ. ΓΙΩΡΓΟΥ ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ, ΓΙΑ ΑΝΕΠΙΦΥΛΑΚΤΗ

ΑΠΟΣΥΡΣΗ ΚΑΙ ΑΝΕΥ ΕΞΟΔΩΝ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΚΚΡΕΜΟΥΝΤΩΝ ΑΙΤΗΣΕΩΝ ΚΑΙ

ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΚ ΛΟΓΩ ΑΓΩΓΗ

ΚΑΙ

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ – ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 28/8/2002 ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΟΘΗΚΕ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΤΥΠΟΥ CERTIORARI ΚΑΙ MANDAMUS

(Αίτηση Αρ. 84/2002)

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari και Mandamus ― Αίτηση για έκδοση (Α) προνομιακού εντάλματος Certiorari προς ακύρωση (i) ενδιάμεσης απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου με την οποία αποδέχθηκε την ειδοποίηση της αλλαγής των δικηγόρων της αιτήτριας και (ii) απόφασης με την οποία το Δικαστήριο προχώρησε στην απόρριψη της αγωγής και (Β) προνομιακού εντάλματος Mandamus για την επαναφορά της αγωγής που αποσύρθηκε από το νέο δικηγόρο.

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Προϋποθέσεις έκδοσης ― Υπέρβαση ή έλλειψη εξουσίας κατώτερου Δικαστηρίου ― Έκδηλη παρανομία (error of law on the face of the record) ― Προκατάληψη ― Παραβίαση κανόνων φυσικής δικαιοσύνης ― Αντικείμενο της διαδικασίας δεν είναι ο έλεγχος της ορθότητας μιας απόφασης αλλά της νομιμότητάς της.

Πρακτικά ― Πρακτικά πρωτόδικου Δικαστηρίου ― Κατά πόσο το Εφετείο έχει εξουσία διόρθωσής τους ― Κατά πόσο ο διάδικος ή ο δικηγόρος του έχει την ευχέρεια λήψης μέτρων για τη διόρθωση πρακτικού.

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Εισήγηση για ακυρότητα δικαστικής απόφασης λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας ― Απουσία αναφοράς σε νομοθετική ή δικονομική πρόνοια στη σχετική αίτηση ― Η εισήγηση δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτή.

Η αιτήτρια, εταιρεία εγγεγραμμένη στην Αγγλία, καταχώρησε αγω[*622]γή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, μέσω συγκεκριμένου δικηγορικού γραφείου εναντίον της εταιρείας Commercial Bank Privatbank International Banking Unit, εγγεγραμμένης στην Ουκρανία, με την οποία ζητούσε διάφορα διατάγματα αναφορικά με τις δραστηριότητες της εν λόγω εταιρείας στην Κύπρο.  Κατά την ημερομηνία που θα εξεταζόταν αν τα πιο πάνω διατάγματα θα καθίσταντο απόλυτα, εκπροσώπησε την αιτήτρια εταιρεία άλλος δικηγόρος, αφού είχε διαπιστωθεί από το Δικαστήριο ότι η εμφάνισή του είχε γίνει με συμμόρφωση προς τους σχετικούς θεσμούς.  Ο νέος δικηγόρος προέβηκε στην απόσυρση της αγωγής και των σχετικών διαταγμάτων.

Η αιτήτρια καταχώρησε αίτηση προς έκδοση των προνομιακών ενταλμάτων Certiorari και Mandamus με στόχο την ακύρωση της σχετικής απόφασης του Δικαστηρίου και την επαναφορά της αγωγής και των προσωρινών διαταγμάτων.  Η αιτήτρια υποστήριξε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο διέπραξε:

α) νομικό σφάλμα επιτρέποντας την αλλαγή δικηγόρου γιατί έπρεπε να θεωρήσει ως νομότυπη την ήδη υπάρχουσα εξουσιοδότηση της αιτήτριας προς το συγκεκριμένο δικηγορικό γραφείο, και

β) παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης επειδή αρνήθηκε στη δικηγόρο που εμφανιζόταν εκ μέρους του συγκεκριμένου δικηγορικού γραφείου να αγορεύσει και να εκφέρει τις απόψεις της ως προς το θέμα της αλλαγής των δικηγόρων της αιτήτριας.

Επιπρόσθετα η αιτήτρια ισχυρίσθηκε ότι το Δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία να εξετάσει την υπόθεση αφού υπερέβη την εξουσία που του παρέχει το Άρθρο 22(3)(α) του περί Δικαστηρίων Νόμου αρ. 14/60.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Η έννοια του όρου νομικό σφάλμα δεν συμπεριλαμβάνει νομικά εσφαλμένες αποφάσεις.  Ο όρος συμπεριλαμβάνει τις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες υπάρχει εσφαλμένη ερμηνεία του Νόμου ή εσφαλμένη εφαρμογή του Νόμου σε μια συγκεκριμένη περίπτωση και αποκλείει πλάνη σε σχέση με την εφαρμογή μιας καθιερωμένης νομικής αρχής.

2.  Η εισήγηση της αιτήτριας για την ύπαρξη νομικού σφάλματος δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή.  Το σχετικό πρακτικό δεν περιέχει οτιδήποτε που να τεκμηριώνει τον ισχυρισμό της αιτήτριας ο οποίος εκτίθεται στην παράγραφο (β) ανωτέρω.  Στην παρούσα περίπτωση η αλλαγή του δικηγόρου έγινε νομότυπα ούτε - όπως φαίνεται από το [*623]σχετικό πρακτικό - υπήρξε οποιαδήποτε ένσταση σ’ αυτή.

3.  Το Εφετείο δεν έχει εξουσία διόρθωσης των πρακτικών του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Όμως ένας διάδικος ή ένας δικηγόρος έχει την ευχέρεια λήψης των αναγκαίων διαβημάτων για τη διόρθωση ενός πρακτικού που μπορεί κατ’ ισχυρισμό να είναι ανακριβές ή να μην συμπεριλαμβάνει τα όσα έχουν διαμειφθεί.

4.  Στη σχετική αίτηση δεν υπάρχει οποιαδήποτε συγκεκριμένη αναφορά στο ερώτημα αν το Δικαστήριο είχε δικαιοδοσία να επιληφθεί της υπόθεσης, ούτε το Άρθρο 22(3)(α) του Νόμου 14/60, δεν αναφέρεται στο περιεχόμενο της νομικής βάσης της αίτησης που περιέχει όλα τα νομοθετικά και δικονομικά άρθρα στα οποία βασίζεται η αίτηση.

Η αίτηση απορρίφθηκε με έξοδα εις βάρος της αιτήτριας.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Kakos (1985) 1 C.L.R. 250,

Φάντης (1995) 1 Α.Α.Δ. 714,

Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 126,

Χρίστου (1996) 1(Α) Α.Α.Δ. 398,

Ανδρέου (1996) 1(Α) Α.Α.Δ. 472,

Εταιρεία Αδελφοί ΧΕΓΚ Φιλίππου Λτδ κ.ά. (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 904,

Ξάνθος Λυσιώτης και Υιός Λτδ (Αρ. 3) (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 1066,

Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας (Αρ. 2) (1997) 1 Α.Α.Δ. 925,

Μορφίτης ν. Δήμου Λεμεσού, Ποινικές Εφέσεις 7207 και 7208, ημερ. 24.7.2002,

Σωτηριάδης ν. Βασιλείου κ.ά. (1992) 1 Α.Α.Δ. 801,

Thompson v. Andrews [1968] 2 All E.R. 419,

Shacolas v. Universal Life (1984) 1 C.L.R. 47.

[*624]Αίτηση.

Αίτηση από την αιτήτρια εταιρεία με την οποία ζητείται η έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari για την ακύρωση απόφασης πρωτόδικου Δικαστηρίου ημερομηνίας 9/8/02 να αποδεχθεί την εμφάνιση ενός δικηγόρου σε αντικατάσταση άλλου, όπως επίσης και η έκδοση προνομιακού εντάλματος Mandamus για την επαναφορά της αγωγής που αποσύρθηκε από το νέο δικηγόρο.

Θ. Ανδρέου για Π. Σαρρή & Σία, για τους Αιτητές-Ενάγοντες.

Στ. Παύλου, για τον Καθ’ου η αίτηση 1- δικηγόρο Γιώργο Θεοδοσίου.

Χρ. Παύλου, για τους Καθ’ων η αίτηση 2-Εναγομένους.

Cur. adv. vult.

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση ζητείται η έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari για την ακύρωση απόφασης πρωτόδικου Δικαστηρίου να αποδεχθεί την εμφάνιση ενός δικηγόρου σε αντικατάσταση άλλου, όπως επίσης και η έκδοση προνομιακού εντάλματος Mandamus για την επαναφορά της αγωγής που αποσύρθηκε από το νέο δικηγόρο.

(α) Τα γεγονότα

Η Watford Petroleum Ukraine Holdings Ltd (που πιο κάτω θα αποκαλείται ως η “αιτήτρια”) ήταν εγγεγραμμένη στην Αγγλία και είχε ως κύριους μετόχους κατά 51% την Interoil Trading SA (εταιρεία που είναι εγγεγραμμένη στην Ελβετία και ανήκε και/ή ελεγχόταν από την εταιρεία Commercial Bank Privatbank International Banking Unit που είναι εγγεγραμμένη στην Ουκρανία) και την Watford Petroleum Ltd (εταιρεία που είναι εγγεγραμμένη στην Αγγλία) κατά 49%. Η Interoil Trading SA είχε διορίσει ως Συμβούλους στο Συμβούλιο της Watford Petroleum Ukraine Holdings Ltd τους κ. Cheklanov και κα Kuzmina και η Watford Petroleum Ltd τους κκ. Devenish και Watford.

Κατόπιν οδηγιών που δόθηκαν από τον κ. Simon Devenish, το δικηγορικό γραφείο “Πολάκης Σαρρής & Σία” καταχώρησε στις 22/7/2002 την υπ’ αριθμό 7831/2002 αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας εκ μέρους της Watford Petroleum Ukraine Holdings Ltd εναντίον της Commercial Bank Privatbank International Banking Unit, με την οποία ζητούσε διάφορα διατάγματα που αφο[*625]ρούσαν τις δραστηριότητες της πιο πάνω εναγόμενης εταιρείας στην Κύπρο. Η ενάγουσα ισχυρίστηκε ότι οι δύο Άγγλοι Σύμβουλοι της δεν γνώριζαν για τις ενέργειες των Συμβούλων της εναγόμενης εταιρείας, οι οποίοι παρέλειψαν μεταξύ άλλων να παρευρίσκονται σε συνεδρίες του Συμβουλίου και να τηρούν κανονικά βιβλία, άνκαι για τη χρονική περίοδο 1999 μέχρι το Μάρτιο του 2002 είχαν διοχετευθεί στην Interoil Trading SA $750.000.00 από τα οποία υπήρχαν αποδεικτικά στοιχεία για $100.000.00 μόνο. Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας εξέδωσε στις 23/7/2002 προσωρινά διατάγματα σχετικά με τις δραστηριότητες της Commercial Bank Privatbank International Banking Unit και στις 9/8/2002 θα εξεταζόταν αν τα πιο πάνω διατάγματα θα καθίσταντο απόλυτα.

Στις 9/8/2002 ενώ η δικηγόρος κα Σαρρή που εκπροσωπούσε το δικηγορικό γραφείο των δικηγόρων της αιτήτριας “Πολάκης Σαρρής & Σία” βρισκόταν στο Δικαστήριο, εμφανίστηκε ο δικηγόρος κ. Γιώργος Θεοδοσίου, ο οποίος δήλωσε ότι εμφανιζόταν εκ μέρους της αιτήτριας εταιρείας. Το Δικαστήριο, αφού διαπίστωσε ότι η εμφάνιση του κ. Γιώργου Θεοδοσίου είχε γίνει με συμμόρφωση προς τους σχετικούς θεσμούς, του επέτρεψε να παρουσιασθεί. Ο κ. Γιώργος Θεοδοσίου προέβηκε τότε στην απόσυρση της αγωγής και των σχετικών διαταγμάτων.

Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω σε αυτό το στάδιο το σχετικό πρακτικό του Δικαστηρίου της 9/8/2002, πάνω στο οποίο βασίζεται και η παρούσα διαδικασία.

9 Αυγούστου, 2002

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για τους ενάγοντες ο κ. Θεοδοσίου

Για τους εναγόμενους η κα Σαρρή

κ. Θεοδοσίου: Είχα σχετική εξουσιοδότηση από τους ενάγοντες οι οποίοι είναι παρόντες (Mrs Kuzmina and Mr Cheklanov) και αντιπροσωπεύουν το 51% που σύμφωνα με πλειοψηφία είναι αρμόδιοι να δίδουν εντολή για την εταιρεία, έχω γραπτή εξουσιοδότηση από τους ιδίους την οποία παρουσιάζω στο Δικαστήριο.

Δικαστήριο: Η σχετική εξουσιοδότηση κατατίθεται και σημειώνεται ως Τεκμήριο Α όπου γίνεται αλλαγή δικηγόρου σύμφωνα με τους θεσμούς.

[*626]Το Δικαστήριο θα προχωρήσει σύμφωνα με το τι έχει γίνει με τους θεσμούς της Πολιτικής Δικονομίας Δ.3. Όσον αφορά την αλλαγή δικηγόρου διαπιστώνω ότι στο φάκελο έχει κατατεθεί ειδοποίηση όπου επισυνάπτεται τύπος διορισμού δικηγόρου.

κ. Θεοδοσίου: Στο παρόν στάδιο οι οδηγίες που έχω είναι να αποσυρθεί η αγωγή και το interim order.

Δικαστήριο: Ενόψει των ανωτέρω, η παρούσα αγωγή απορρίπτεται ανεπιφύλακτα και κατά συνέπεια το προσωρινό διάταγμα που εκδόθηκε στη βάση αυτής της διαδικασίας δεν έχει οποιαδήποτε ισχύ, είναι άνευ αντικειμένου και χωρίς έξοδα.”

Η ορθότητα της ανάθεσης οδηγιών εκ μέρους της Watford Petroleum Ukraine Holdings Ltd στο δικηγόρο κ. Γιώργο Θεοδοσίου να εμφανισθεί εκ μέρους της και να προβεί στην απόσυρση της αγωγής οδήγησε στην καταχώριση της παρούσας αίτησης με την οποία ζητείται

(Α) Προνομιακό ένταλμα Certiorari για την ακύρωση

(i) της ενδιάμεσης απόφασης της 9/8/2002 με την οποία το Δικαστήριο αποδέχθηκε την ειδοποίηση της αλλαγής των δικηγόρων της αιτήτριας και

(ii)   της απόφασης της 9/8/2002 με την οποία το Δικαστήριο προχώρησε στην απόρριψη της αγωγής και

(Β) Προνομιακό ένταλμα Mandamus με το οποίο ζητείται η έκδοση διατάγματος επαναφοράς της αγωγής 7831/2002 και των προσωρινών διαταγμάτων που είχαν εκδοθεί μέσα στα πλαίσια της πιο πάνω αγωγής.

Είναι η θέση της αιτήτριας ότι δεν είχαν δοθεί οι νόμιμες οδηγίες στο δικηγόρο Γ. Θεοδοσίου να εμφανισθεί στις 9/8/2002 και ότι η αποδοχή της εμφάνισης του εκ μέρους του Δικαστηρίου που οδήγησε τελικά στην απόσυρση της αγωγής, στοιχειοθετεί νομικό σφάλμα. Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έπρεπε να επιτρέψει την αλλαγή δικηγόρου γιατί έπρεπε να θεωρήσει ως νομότυπη την υπάρχουσα εξουσιοδότηση της αιτήτριας εταιρείας προς το δικηγορικό γραφείο “Πολάκης Σαρρής & Σία”. Επιπρόσθετα η αιτήτρια εταιρεία εισηγείται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έδωσε την ευκαιρία στη δικηγόρο κα Σαρρή που εμφανιζόταν εκ μέρους του δικηγορικού γρα[*627]φείου “Πολάκης Σαρρής & Σία” να αγορεύσει και να εκφέρει τις απόψεις της ως προς το θέμα της αλλαγής των δικηγόρων της αιτήτριας. Η πιο πάνω ενέργεια του Δικαστηρίου αποτελεί ξεκάθαρη παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης.

Επιπρόσθετα η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι το Δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία να εξετάσει την υπόθεση αφού υπερέβη την εξουσία που του παρέχει το Άρθρο 22(3)(α) του περί Δικαστηρίων Νόμου αρ. 14/60.

Από το περιεχόμενο των ενστάσεων που καταχωρήθηκαν από την Commercial Bank Privatbank International Banking Unit και του δικηγόρου Γ. Θεοδοσίου προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η ανάθεση οδηγιών από τον κ. Simon Devenish για την καταχώριση της αγωγής 7831/2002 ήταν άκυρη, αφού η Watford Petroleum Ltd κατέχει μόνο το 49% των μετοχών της Watford Petroleum Ukraine Holdings Ltd ενώ την πλειοψηφία των μετοχών κατέχει κατά 51% η Interoil Trading SA. Επιπρόσθετα υποβλήθηκε ότι η αίτηση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος είναι δικονομικά λανθασμένη και ότι δεν μπορεί να επιδιώκεται ταυτόχρονα με την έκδοση διατάγματος Certiorari και η έκδοση εντάλματος Mandamus.

(β) Η νομική πλευρά

(i) Ύπαρξη νομικού σφάλματος

Στην παρούσα περίπτωση ο λόγος που προβάλλεται για την ακύρωση της ενδιάμεσης απόφασης είναι η ύπαρξη νομικού σφάλματος.

Τα πλαίσια της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου να εξετάζει την αναθεώρηση μιας δικαστικής απόφασης μέσω του εντάλματος Certiorari έχουν προσδιορισθεί στην υπόθεση In Re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250, 259 όπου τονίστηκε ότι,

“Certiorari lies primarily to ensure that an Inferior Court operates within the bounds of its jurisdiction and observes fundamental rules of Law.  In answering the plea relevant to jurisdiction, the test is whether the order made was within the jurisdiction of the Court that issued it. The absence of competence, if any, must be apparent on the record of the proceedings, as well as the illegality, manifest, as alleged. The process is intended to subject to scrutiny the assumption of jurisdiction and the legality of the order made, as opposed to its correctness.”

[*628]Σε ελεύθερη μετάφραση:

“Το Certiorari παρέχεται, κατά κύριο λόγο, για να διασφαλίσει ότι ένα κατώτερο Δικαστήριο λειτουργεί μέσα στα όρια της δικαιοδοσίας του και σύμφωνα με τους θεμελιώδεις κανόνες του Δικαίου. Απαντώντας στην εισήγηση σχετικά με τη δικαιοδοσία, το κριτήριο είναι κατά πόσο η υπό αναθεώρηση διαταγή βρισκόταν εντός των ορίων της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, το οποίο την εξέδωσε.  Η απουσία αρμοδιότητας, αν υπάρχει, πρέπει να φαίνεται από το πρακτικό της διαδικασίας, καθώς και η παρανομία να είναι έκδηλη, όπως υποστηρίχθηκε. Η διαδικασία έχει σκοπό να θέσει υπό έλεγχο την ανάληψη δικαιοδοσίας και τη νομιμότητα της διαταγής που έχει εκδοθεί, σε αντίθεση με την ορθότητα της.”

Οι λόγοι που δικαιολογούν την ακύρωση μιας απόφασης κατώτερου Δικαστηρίου με την έκδοση ενός εντάλματος Certiorari συμπεριλαμβάνουν την υπέρβαση ή έλλειψη εξουσίας, την έκδηλη παρανομία (error of law on the face of the record), προκατάληψη ή συμφέρον από τα πρόσωπα που ενέχονται στη λήψη της απόφασης, όπως επίσης και την παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης. (Βλ. Άκης Φάντης (1995) 1 Α.Α.Δ. 714 και Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 2) (1997) 1 Α.Α.Δ. 925).

Έχει καθιερωθεί νομολογιακά ότι η έννοια του όρου νομικό σφάλμα δεν συμπεριλαμβάνει νομικά εσφαλμένες αποφάσεις. Ο όρος συμπεριλαμβάνει τις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες υπάρχει εσφαλμένη ερμηνεία του Νόμου ή εσφαλμένη εφαρμογή του Νόμου σε μια συγκεκριμένη περίπτωση και αποκλείει πλάνη σε σχέση με την εφαρμογή μιας καθιερωμένης νομικής αρχής. (Βλ. re Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 126, 129, re Μάριος Χρίστου, (1996) 1(Α) Α.Α.Δ. 398, re Κοσμάς Ανδρέου (1996) 1(Α) Α.Α.Δ. 472, re Εταιρεία Αδελφοί ΧΕΓΚ Φιλίππου Λτδ κ.ά. (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 904 και re Ξάνθος Λυσιώτης και Υιός Λτδ (Aρ. 3) (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 1066.)

Όπως έχει τονισθεί από το Δικαστή Καλλή στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 2) (1997) 1 Α.Α.Δ. 925, 935,

“Αντικείμενο της διαδικασίας δεν είναι ο έλεγχος της ορθότητας μιας απόφασης αλλά της νομιμότητάς της. Δεν τίθεται ζήτημα αντικατάστασης της άποψης που διαμόρφωσε το κατώτερο Δικαστήριο, αναφορικά με ζήτημα που αποφάσισε στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του, με εκείνη του Ανωτάτου Δικαστηρίου. [*629]Δεν εκδίδεται ένταλμα Certiorari ως μανδύας μεταμφιεσμένης έφεσης.  Ούτε και μπορεί να χρησιμοποιείται η διαδικασία για την έκδοση τέτοιου διατάγματος προκειμένου να γίνει επανακρόαση του ζητήματος που εγέρθηκε. Και δεν είναι επιτρεπτό να εκδίδεται ένταλμα Certiorari προκειμένου να υπαγορευθεί σε Δικαστήριο ο τρόπος με τον οποίο θα πρέπει να αποφασιστεί ζήτημα που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του ή ακόμα ο τρόπος που θα ασκήσει τη διακριτική του εξουσία. (Βλέπε Re Marewave Shipping & Trading Co. Ltd (1992) 1(A) A.A.Δ. 116 και Τζεννάρο Περέλλα (Αρ. 1) (1995) 1 Α.Α.Δ. 356).”

Η εισήγηση της αιτήτριας για την ύπαρξη νομικού σφάλματος δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Από το περιεχόμενο των πρακτικών του Δικαστηρίου της 9/8/2002 φαίνεται ότι στο Δικαστήριο παρευρισκόταν η κα Σαρρή εκ μέρους του δικηγορικού γραφείου “Πολάκης Σαρρής & Σία” που ενεργούσαν ήδη ως δικηγόροι της αιτήτριας. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι προφανώς εκ λάθους στο σχετικό πρακτικό η κα Σαρρή εμφανίζεται εκ μέρους της εναγόμενης εταιρείας Commercial Bank Privatbank International Banking Unit. Ακολούθως εμφανίσθηκε ο δικηγόρος Γ. Θεοδοσίου που δήλωσε ότι εμφανιζόταν εκ μέρους της αιτήτριας εταιρείας, παρουσιάζοντας προς τούτο γραπτή εξουσιοδότηση από δύο πρόσωπα που κατείχαν 51% των μετοχών της αιτήτριας εταιρείας. Αν υπήρχε οποιαδήποτε αμφισβήτηση του δικαιώματος του Γ. Θεοδοσίου να εμφανισθεί εκ μέρους της αιτήτριας, θα αναμενόταν η αντίδραση της κας Σαρρή, η οποία εκπροσωπούσε μέχρι τότε την αιτήτρια εταιρεία. Όμως μια τέτοια αντίδραση δεν φαίνεται από τα πρακτικά του Δικαστηρίου ότι εκδηλώθηκε και το Δικαστήριο αφού διαπίστωσε ότι υπήρχε μέσα στο φάκελο του Δικαστηρίου ειδοποίηση διορισμού δικηγόρου προχώρησε σύμφωνα με τις πρόνοιες της Διαταγής 3 στην αποδοχή της εμφάνισης του κ. Γ. Θεοδοσίου. Ο ισχυρισμός της αιτήτριας ότι δεν επετράπηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο στην κα Σαρρή να εμφανισθεί και να δηλώσει οτιδήποτε στη διαδικασία δεν επιβεβαιώνεται από τα πρακτικά, που αποτελούν τη μόνη ένδειξη ως προς το τι είχε διαδραματισθεί.

Όπως έχει τονισθεί πρόσφατα τα πρακτικά παρέχουν τη μόνη αυθεντική εικόνα της δικαστικής διαδικασίας. (Βλ. Μορφίτης ν. Δήμου Λεμεσού, Ποινικές Εφέσεις 7207 και 7208 της 24/7/2002). Μέσα στα ίδια πλαίσια στην υπόθεση Σωτηριάδης ν. Βασιλείου και Άλλων (1992) 1 Α.Α.Δ. 801, ο Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου Γ. Πικής σημείωσε ότι,

“Κανένας κανόνας δεν παρέχει εξουσία στο Εφετείο διόρθωσης των πρακτικών του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Τα πρακτι[*630]κά του δικαστηρίου, δεόντως πιστοποιημένα, αποτελούν τη μόνη πηγή γνώσης για τα διαδραματισθέντα ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Ανάληψη εξουσίας από το Εφετείο για την αναμόρφωση των πρακτικών, θα συνιστούσε διείσδυση στο έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου, χωρίς πρωτογενή γνώση των γεγονότων. Τα πρακτικά προσδιορίζουν το πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας και τη βάση για έλεγχο της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης.”

Το ερώτημα αν μπορεί να δοθεί μαρτυρία για θέματα που δεν συμπεριλαμβάνονται στα πρακτικά εξετάστηκε στην Αγγλική υπόθεση Thompson v. Andrews [1968] 2 All ER 419 στην οποία σημείωση δικηγόρου αναφορικά με τα πρακτικά της δίκης δεν έγινε αποδεκτή γιατί σύμφωνα με το Δικαστή Salmon L.J.,

“The normal practice is that, save in the most exceptional circumstances, if this court is asked to look at something other than the shorthand note or the judge’s note, it usually will only look at an agreed note of the evidence. Whether it be taken by solicitor or counsel seems to me to be immaterial.”

Σε ελεύθερη μετάφραση:

“Η συνήθης πρακτική είναι ότι, εκτός στις πιο εξαιρετικές περιστάσεις, εάν ζητηθεί από το δικαστήριο να κοιτάξει ο,τιδήποτε άλλο από τα στενογραφημένα πρακτικά ή τη σημείωση του δικαστή, δε θα το πράξει, εκτός αν πρόκειται για συμφωνημένη σημείωση για τη μαρτυρία. Κατά πόσο αυτή λήφθηκε από “solicitor” ή “counsel”, μου φαίνεται αδιάφορο.”

Ο κανόνας που διατυπώθηκε στην απόφαση Thompson v. Andrews (πιο πάνω) εξετάσθηκε και υιοθετήθηκε στην Κύπρο στην απόφαση Shacolas v. Universal Life (1984) 1 C.L.R. 47

Όμως θα πρέπει να σημειωθεί ότι ένας διάδικος ή ένας δικηγόρος έχει την ευχέρεια λήψης των αναγκαίων διαβημάτων για τη διόρθωση ενός πρακτικού που μπορεί κατ’ ισχυρισμό να είναι ανακριβές ή να μην συμπεριλαμβάνει τα όσα έχουν διαμειφθεί. Όπως σημειώνεται στην υπόθεση Σωτηριάδης ν. Βασιλείου και Άλλων (πιο πάνω),

“Δυνατότητα για διόρθωση του πρακτικού του Δικαστηρίου ενδεχομένως ενυπάρχει στο πρωτόδικο Δικαστήριο κατόπιν διαδικαστικού διαβήματος το οποίο λαμβάνεται για το σκοπό [*631]αυτό, θέμα το οποίο δεν εγείρεται στην προκείμενη περίπτωση και το οποίο δε θα πραγματευθούμε.”

Μέσα στα πιο πάνω πλαίσια δεν μπορώ παρά να παραγνωρίσω εκείνους τους ισχυρισμούς που προβάλλει η αιτήτρια εταιρεία αναφορικά με τις παραστάσεις της δικηγόρου κας Σαρρή που δεν συμπεριλαμβάνονται στα πρακτικά της διαδικασίας της 9/8/2002 και να απορρίψω την εισήγηση για την ύπαρξη νομικού σφάλματος. Ένα δικαστήριο δεν έχει υποχρέωση να εξετάζει τους λόγους αλλαγής ενός δικηγόρου εφόσον  η αλλαγή συνάδει με τους σχετικούς δικονομικούς κανόνες. Στην παρούσα περίπτωση η αλλαγή του δικηγόρου έγινε νομότυπα σύμφωνα με τις πρόνοιες της Διαταγής 3. Το Δικαστήριο δεν είχε την υποχρέωση να εξετάσει τη νομιμότητα του διορισμού του κ. Γ. Θεοδοσίου εφόσο, όπως διαφαίνεται από τα σχετικά πρακτικά, δεν προβλήθηκε προς τούτο οποιαδήποτε ένσταση. Συνακόλουθα η εισήγηση για την ύπαρξη νομικού σφάλματος απορρίπτεται.

(ii)   Έλλειψη αρμοδιότητας

Η αιτήτρια έχει επίσης υποβάλει ότι το Δικαστήριο ήταν καθ’ ύλην αναρμόδιο να επιληφθεί της υπόθεσης γιατί δεν είχε τέτοια δικαιοδοσία σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 22(3)(α) του περί Δικαστηρίων Νόμου αρ. 14/60.

Η εισήγηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Είναι ορθό ότι στη σχετική αίτηση συμπεριλαμβάνεται ένας αόριστος ισχυρισμός ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ενήργησε “καθ’ υπέρβασιν της εξουσίας και/ή δικαιοδοσίας του”, που εξειδικεύεται ακολούθως στο “θέμα της αμφισβήτησης εξουσιοδότησης δικηγόρου για καταχώριση αγωγής και εκπροσώπησης διαδίκου στο Δικαστήριο”. Δεν υπάρχει οποιαδήποτε συγκεκριμένη αναφορά στο ερώτημα αν το Δικαστήριο είχε δικαιοδοσία να επιληφθεί της υπόθεσης και είναι χαρακτηριστικό ότι το Άρθρο 22(3)(α) του περί Δικαστηρίων Νόμου αρ. 14/60 πάνω στο οποίο θα έπρεπε να βασίζεται η εισήγηση, δεν μνημονεύεται στο περιεχόμενο της νομικής βάσης της αίτησης που περιέχει όλα τα νομοθετικά και δικονομικά άρθρα πάνω στα οποία βασίζεται η αίτηση. Συνακόλουθα η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.

Έχοντας υπόψη την πιο πάνω κατάληξη δεν κρίνω σκόπιμο να ασχοληθώ με τις άλλες εισηγήσεις που έχουν προβληθεί.

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος της αιτήτριας, όπως αυτά θα υπολογισθούν από το Πρωτοκολλητείο και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

[*632]

Η�έφεση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος της αιτήτριας.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο