Μιχαήλ Χριστάκης και Άλλοι ν. Επίσημου Παραλήπτη (2003) 1 ΑΑΔ 975

(2003) 1 ΑΑΔ 975

[*975]4 Ιουλίου, 2003

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΚΑΛΛΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΤΑΙΡΕΙΑ “LINDOS CONSTRUCTIONS LTD”

1.  ΧΡΙΣΤΑΚΗΣ ΜΙΧΑΗΛ,

2.  ΣΤΕΛΙΟΣ  ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ,

3.  ΚΟΥΛΑ ΜΙΧΑΗΛ,

Εφεσείοντες-Αιτητές,

ν.

ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗ,

Εφεσιβλήτου-Καθ’ ου η αίτηση.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11382)

 

Δεδικασμένο — Αρχή του δεδικασμένου — Δημιουργία κωλύματος το οποίο πηγάζει από την αρχή του δεδικασμένου, που αποκλείει την εκ δευτέρου δικαστκή εξέταση ζητήματος λυθέντος σε προηγούμενη απόφαση του Δικαστηρίου — Η ταυτότητα συμφέροντος και η ταυτότητα διαδίκων συνιστούν απαραίτητη προϋπόθεση για τη στοιχειοθέτηση δεδικασμένου.

Οι εφεσείοντες, στην παρούσα υπόθεση, μέτοχοι και διευθυντές της Lindos Constructions Ltd, η οποία τέθηκε υπό εκκαθάριση, με τον Επίσημο Παραλήπτη ως εκκαθαριστή, εφεσίβαλαν, με την έφεση υπ’ αρ. 9818, 9/7/99, την απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία: (α) εγκρίθηκε ο συμβιβασμός ο οποίος επήλθε μεταξύ της Επίσημου Παραλήπτου και των πιστωτών της εταιρείας (β) διορίσθηκε συγκεκριμένο πρόσωπο για την εκτέλεση του συμβιβασμού και, (γ) ακυρώθηκε το διάταγμα εκκαθάρισης. Το Εφετείο απέρριψε την έφεση αφού έκρινε ότι οι εφεσείοντες δεν είχαν θέση (locus standi) στην υπόθεση. Παράλληλα υπέδειξε ότι «Η διαδικασία για την προσβολή πράξης ή απόφασης Εκκαθαριστή είναι μέσω αίτησης η οποία προβλέπεται από το Άρθρο 234(5) του Κεφ. 113».

Με αίτηση τους, στρεφόμενη κατά του Επίσημου Παραλήπτη, οι εφεσείοντες αξίωσαν για δεύτερη φορά τον παραμερισμό του εγκριθέντος συμβιβασμού, όπως και την αποκήρυξη του διορισμού του [*976]εκτελεστή του συμβιβασμού, ως παράνομου. Συγχρόνως, επικαλέσθηκαν το διάταγμα, το οποίο εξέδωσε το Δικαστήριο για την ακύρωση του διατάγματος εκκαθάρισης προς αποκατάστασή τους στη διεύθυνση της εταιρείας.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε κώλυμα το οποίο πηγάζει από την αρχή του δεδικασμένου, που αποκλείει την εκ δευτέρου δικαστική εξέταση ζητήματος, λυθέντος σε προηγούμενη απόφαση του Δικαστηρίου.

Οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν την απόφαση, προβάλλοντας λόγους αναφορικά με την ύπαρξη δεδικασμένου.

Αποφασίστηκε ότι:

Εκείνο που επιδίωξαν οι εφεσείοντες, με την αίτησή τους στη δέυτερη διαδικασία, ήταν αυτό που κρίθηκε ότι δεν είχαν δικαίωμα να το αναζητήσουν στην πρώτη διαδικασία. Δεν υπάρχει δυνατότητα παράκαμψης του δεδικασμένου, ούτε άμεσα αλλά ούτε και έμμεσα.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Αναφερόμενη υπόθεση:

Μιχαήλ κ.ά. ν. Επίσημου Παραλήπτη κ.ά. (1999) 1 Α.Α.Δ. 1033.

Έφεση.

Έφεση από τους αιτητές κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 7/5/02 (Αρ. Αγωγής 395/88) με την οποία διαπιστώθηκε η ύπαρξη κωλύματος για εξέταση της αίτησής τους για παραμερισμό του εγκριθέντος συμβιβασμού εταιρείας της οποίας ήταν μέτοχοι και διευθυντές που είχε τεθεί υπό εκκαθάριση λόγω ύπαρξης δεδικασμένου από προηγούμενη απόφαση.

Α. Ευτυχίου, για τους Εφεσείοντες.

Στ. Κόκκινος με Γ. Γεωργίου, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Πρόεδρος Γ. Μ. Πικής.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Οι εφεσείοντες ήταν μέτοχοι και διευθυντές της [*977]Lindos Constructions Ltd, εταιρείας η οποία τέθηκε υπό εκκαθάριση, με τον Επίσημο Παραλήπτη ως εκκαθαριστή.

Ο εκκαθαριστής ήλθε σε συμβιβασμό με τους πιστωτές.  Με αίτησή του στο Δικαστήριο ζήτησε:-

(α)  Την έγκριση του συμβιβασμού.

(β)  Το διορισμό συγκεκριμένου προσώπου, του κ. Κώστα Τέμενου, για την εκτέλεση του συμβιβασμού· και, συνακόλουθα,

(γ)  Την ακύρωση του διατάγματος εκκαθάρισης. 

Το Επαρχιακό Δικαστήριο αποδέχτηκε την αίτηση του εκκαθαριστή και παρέσχε τις θεραπείες που αξίωσε. 

Οι εφεσείοντες, στην παρούσα υπόθεση, εφεσίβαλαν την εκδοθείσα απόφαση στην αίτηση εκείνη και επιδίωξαν τον παραμερισμό της.  Αξίωσαν την ακύρωση τόσο του συμβιβασμού που ενέκρινε το Δικαστήριο όσο και του διορισμού του ατόμου που ορίστηκε για την εκτέλεσή του. Το Εφετείο απέρριψε την έφεση – (βλ. Χριστάκης Μιχαήλ κ.ά. ν. Επίσημου Παραλήπτου κ.ά. (1999) 1 Α.Α.Δ. 1033).  Έκρινε ότι οι εφεσείοντες δεν είχαν λόγο (locus standi) στην υπόθεση. Παράλληλα, υπέδειξε ότι: «Η διαδικασία για την προσβολή πράξης ή απόφασης Εκκαθαριστή είναι μέσω αίτησης η οποία προβλέπεται από το Άρθρο 234(5) του Κεφ. 113.». Το Άρθρο αυτό του ΚΕΦ. 113 παρέχει δικαίωμα προσβολής των πράξεων του εκκαθαριστή μέσα στα πλαίσια που ορίζει και όχι δικαίωμα προσβολής απόφασης του δικαστηρίου, εκδιδομένης μετά από αίτηση του εκκαθαριστή.   

Με αίτησή τους, στρεφόμενη κατά του Επίσημου Παραλήπτη, οι εφεσείοντες αξίωσαν για δεύτερη φορά τον παραμερισμό του εγκριθέντος συμβιβασμού, όπως και την αποκήρυξη του διορισμού του εκτελεστή του συμβιβασμού, του κ. Τέμενου, ως παράνομου.  Συγχρόνως, επικαλέστηκαν το διάταγμα, το οποίο εξέδωσε το Δικαστήριο στην αίτηση του Επίσημου Παραλήπτη για την ακύρωση του διατάγματος εκκαθάρισης, προς αποκατάστασή τους στη διεύθυνση της εταιρείας. Υιοθετούν, με τον τρόπο αυτό, μέρος της απόφασης εκείνης, ενώ αποκηρύττουν άλλο.  Παραγνωρίζουν, συνάμα, ότι το διάταγμα αυτό ήταν απόρροια της έγκρισης του συμβιβασμού τον οποίο προσβάλλουν.  Ισχυρισμοί των εφεσειόντων περί συνωμοσίας του Επίσημου Παραλήπτη με χρεώστες, προς καταδολίευση της εταιρείας, παρέμειναν, όπως διαπίστωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο, ατεκμηρίωτοι, γεγονός που δεν αμφισβητείται στην έφεση.

[*978]

Το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε ότι το αντικείμενο των δύο διαδικασιών ήταν το ίδιο, όπως και η ταυτότητα των διαδίκων, οπόταν η απόφαση στην πρώτη παρενέβαλλε ανυπέρβλητο εμπόδιο στην επαναθεώρηση, στη δεύτερη διαδικασία, των λελυθέντων θεμάτων.  Το κώλυμα πηγάζει από την αρχή του δεδικασμένου, που αποκλείει την εκ δευτέρου δικαστική εξέταση ζητήματος, λυθέντος σε προηγούμενη απόφαση του Δικαστηρίου.

Η διαπίστωση στην απόφαση του Εφετείου (Πολιτική Έφεση Αρ. 9818) – ότι οι εφεσείοντες δεν είχαν λόγο στη διαδικασία έγκρισης του επιτευχθέντος συμβιβασμού μεταξύ Επίσημου παραλήπτη και πιστωτών και στο διορισμό του εκτελεστή του συμβιβασμού – αποστερούσε τους εφεσείοντες του δικαιώματος αναζήτησης εκ νέου θεώρησης των αποφασισθέντων στην πρώτη διαδικασία.  Οι δύο διαδικασίες είχαν κοινό αντικείμενο και τους ίδιους διαδίκους.  Η διαπίστωση του Δικαστηρίου για τη μη ύπαρξη δικαιώματος των εφεσειόντων να προσβάλουν την πρώτη απόφαση, απέκλειε και κάθε μεταγενέστερη προσπάθειά τους, αποβλέπουσα στον ίδιο στόχο.

Οι επιφυλάξεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ως προς τη νομική υπόσταση του διατάγματος για την ακύρωση του διατάγματος εκκαθάρισης μετά από την έγκριση του συμβιβασμού, δεν αναιρούν, με οποιοδήποτε τρόπο, τη δραστικότητα αυτού του σημείου της πρώτης απόφασης, το οποίο, εν πάση περιπτώσει, δε συνιστούσε αντικείμενο αμφισβήτησης στην αίτηση των εφεσειόντων. 

Και οι τρεις λόγοι, στους οποίους θεμελιώνεται η έφεση, στρέφονται αποκλειστικά κατά της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με την ύπαρξη δεδικασμένου. 

Η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου – ότι το αντικείμενο, το πλαίσιο και οι διάδικοι στις δύο διαδικασίες ήταν τα ίδια – επισφραγίζει αρνητικά την τύχη της παρούσας έφεσης. Ό,τι επιδίωξαν οι εφεσείοντες, με την αίτησή τους στη δεύτερη διαδικασία, ήταν αυτό που κρίθηκε ότι δεν είχαν δικαίωμα να το αναζητήσουν στην πρώτη διαδικασία.  Τα ζητήματα, των οποίων επιδιώκεται δικαστική επίλυση στη δεύτερη διαδικασία, λύθηκαν στην πρώτη.  Η απουσία δικαιώματος εκ μέρους των εφεσειόντων να αμφισβητήσουν τη δικαστική απόφαση στην πρώτη περίπτωση, δικαστικά διαπιστούμενης, υπάρχει και στη δεύτερη περίπτωση.  Δεν υπάρχει δυνατότητα παράκαμψης του δεδικασμένου, ούτε άμεσα αλλά ούτε και έμμεσα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.  

Η�έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο