Μερκής Ζήνων ν. Intertobacco (Cyprus) Ltd (2003) 1 ΑΑΔ 1091

(2003) 1 ΑΑΔ 1091

[*1091]17 Ιουλίου, 2003

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΖΗΝΩΝ ΜΕΡΚΗΣ,

Εφεσείων-Εναγόμενος,

v.

INTERTOBACCO (CYPRUS) LTD.,

Εφεσιβλήτων-Εναγόντων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11275)

 

Πολιτική Δικονομία — Δικόγραφα — Σε αστικές υποθέσεις το Δικαστήριο πρέπει να περιορίζεται στα αμφισβητούμενα θέματα που προκύπτουν κατά τη συμπλήρωση των δικογράφων ή που νομότυπα προσθέτονται κατά την ημέρα της δίκης.

Ευρήματα Δικαστηρίου — Αξιοπιστία μαρτύρων — Το Εφετείο επεμβαίνει στα ευρήματα και συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς την αξιοπιστία των μαρτύρων μόνο όταν αυτά αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή έρχονται σε αντίθεση με αδιαμφισβήτητα μέρη της μαρτυρίας — Το πρωτόδικο Δικαστήριο είναι σε μοναδική θέση να κρίνει την αξιοπιστία των μαρτύρων αφού διά ζώσης δίνουν μαρτυρία ενώπιόν του, βλέπει και ακούει τους μάρτυρες και εκτιμά τις αντιδράσεις τους.

Συμβάσεις — Παρακαταθήκη (bailment) — Ο αποδέκτης επί παρακαταθήκη (bailee) εμπορευμάτων υποχρεούται να τα παραδώσει στους ιδιοκτήτες τους ως εάν αυτοί να τα είχαν παραδώσει σε αυτόν προς φύλαξη — Το μέτρο των αποζημιώσεων είναι η αξία (market value) των επίδικων εμπορευμάτων κατά τον χρόνο άρνησης παράδοσης τους.

Ο εφεσείων-εναγόμενος είναι ιδιοκτήτης αποθήκης αποταμιεύσεως στη Λεμεσό. Η εφεσίβλητη-ενάγουσα είναι υπεράκτια εταιρεία εγγεγραμμένη στην Κύπρο και ασχολείται με την αγορά και μεταπώληση τσιγάρων.

Η εφεσίβλητη, όπως προκύπτει από την έκθεση απαιτήσεως, παρέδωσε στις 10.9.1996 στον εφεσείοντα 199 χαρτοκιβώτια με τσιγάρα αξίας [*1092]40.000 δολλαρίων για ασφαλή φύλαξη έναντι αποθηκευτικού τέλους. Ο εφεσείων εξέδωσε πιστοποιητικό κατάθεσης στο όνομα της εφεσίβλητης με ισχύ μέχρι και την επιστροφή τους σ’ αυτή.

Στις αρχές Μαΐου του 1997 η εφεσίβλητη ζήτησε την επιστροφή των χαρτοκιβωτίων, ο εφεσείων αρνήθηκε και η εφεσίβλητη καταχώρησε αγωγή αξιώνοντας την αξία τους ως αποζημίωση.

Ο εφεσείων υποστήριξε στην έκθεση υπερασπίσεως του ότι εκ λάθους εξεδόθη το πιστοποιητικό κατάθεσης στο όνομα της εφεσίβλητης, ότι τα επίδικα χαρτοκιβώτια κατετέθηκαν από κάποιο Ν. Νικολάου, που ενεργούσε για τον πελάτη του Λ. Σταθόπουλο και ότι ο Ν. Νικολάου του έδωσε οδηγίες να πωλήσει τα τσιγάρα σε κάποια εταιρεία έναντι του ποσού των 36.815 δολλαρίων Αμερικής.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εφεσίβλητη είχε εμπορικές συναλλαγές με τον Σταθόπουλο οι οποίες παρουσίαζαν χρεωστικό υπόλοιπο εκ $45.000 και ότι εφεσίβλητη και Σταθόπουλος συμφώνησαν όπως ο τελευταίος μεταβιβάσει την κυριότητα των 199 χαρτοκιβωτίων τσιγάρων σ’ αυτή και την απαλλαγή του από το χρέος. Ενόψει της διευθέτησης αυτής ο εφεσείων εξέδωσε προσωπικά και παρέδωσε στο διευθυντή της εφεσίβλητης το πιστοποιητικό κατάθεσης, το οποίο δεν είχε αμφισβητηθεί από τον εφεσείοντα.  Το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι, υπό τις συνθήκες της υπόθεσης, ο εναγόμενος κατέστη αποδέκτης επί παρακαταθήκη (bailee) των επιδίκων εμπορευμάτων και δεν μπορούσε να αρνηθεί πως οι ενάγοντες δικαιούνταν σ’ αυτά, ως εάν οι ίδιοι οι ενάγοντες να τα είχαν παραδώσει σ’ αυτόν προς φύλαξη.  Επειδή όμως αρνήθηκε να τους τα παραδώσει, ήταν υπόλογος στην καταβολή αποζημιώσεων ίσων προς την αξία (market value) των επιδίκων προϊόντων κατά τον χρόνο άρνησης παράδοσής τους.

Ο εφεσείων αμφισβήτησε κατ’ έφεση την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης προβάλλοντας τους ακόλουθους λόγους έφεσης:

1.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα δέκτηκε μαρτυρία από την εφεσίβλητη, η οποία ήταν εκτός δικογράφων.

2.  Τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς την αξιοπιστία των μαρτύρων ήταν εσφαλμένα.

3.  Οι διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν υποστηρίζονταν από τη μαρτυρία, όσον αφορά τις σχέσεις εφεσίβλητης και τρίτων προσώπων ως προς τη μεταβίβαση της ιδιοκτησίας των τσιγάρων [*1093]που περιέχονταν στα 199 χαρτοκιβώτια.

4.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο εφεσείων εισέπραξε το ποσό των $36.815, για λογαριασμό της εφεσίβλητης από την πώληση των τσιγάρων.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, αφού έκρινε ότι οι προβληθέντες λόγοι έφεσης δεν ευσταθούσαν, απέρριψε την έφεση, εφαρμόζοντας τις αρχές που αναφέρονται στις πιο πάνω εισαγωγικές σημειώσεις.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

HadjiPavlou v. Jinaro Terra (1982) 1 C.L.R. 433,

Παφίτη ν. Κακουρή (1992) 1 Α.Α.Δ. 1154,

Homeros Th. Kourtis a.o. v. Panos K. Iasonides (1970) 1 C.L.R. 180,

Christakis Loucaides v. C.D. Hay and Sons Ltd (1971) 1 C.L.R. 134,

Παπαγεωργίου ν. Λούη Κλάππα (Investments Services Ltd), Πολιτική Έφεση Αρ. 7367, ημερ. 14.1.1990,

Henderson & Co. v. Williams [1895] 1 Q.B. 521 C.A.,

Αγησιλάου ν. Χρίστου (1989) 1 Α.Α.Δ. 713,

Σιεηττάνη ν. Γεωργίου, Πολιτική Έφεση Αρ. 11130, ημερ. 13.9.2002,

Γεωργιάδης ν. Κόκος Κουσπής & Σία Αλουμίνια Λτδ (2003) 1 Α.Α.Δ. 735.

Έφεση.

Έφεση από τον εναγόμενο κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού που δόθηκε στις 21/12/02 (Αρ. Αγωγής 455/98) με την οποία καταδικάστηκε σε αποζημιώσεις ίσες προς την αξία των εμπορευμάτων τα οποία αρνήθηκε να παραδώσει στους ενάγοντες όταν αυτά ζητήθηκαν και τα οποία παραδόθηκαν από αυτούς προς φύλαξη στην αποθήκη αποταμίευσης του εναγόμενου.

Κ. Χατζηπιέρας, για τον Εφεσείοντα.

[*1094]Π. Κλεάνθους, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: H ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Μ. Κρονίδη.

ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων - εναγόμενος στην πρωτόδικη διαδικασία - είναι ιδιοκτήτης αποθήκης αποταμιεύσεως στη Λεμεσό και εργάζεται με την επωνυμία MERKIS GENERAL BONDED STORES. Η εφεσίβλητη είναι υπεράκτια εταιρεία εγγεγραμμένη στην Κύπρο και ασχολείται με την αγορά και μεταπώληση τσιγάρων.

Όπως προκύπτει από την Έκθεση Απαίτησης στην αγωγή η εφεσίβλητη στις 10.9.1996 παρέδωσε στον εφεσείοντα 199 χαρτοκιβώτια τα οποία περιείχαν τσιγάρα αξίας 40.000 δολλαρίων για ασφαλή φύλαξη έναντι του αποθηκευτικού τέλους των τριών σεντ ανά χαρτοκιβώτιο την εβδομάδα.  Ο εφεσείων εξέδωσε πιστοποιητικό κατάθεσης στο όνομα της εφεσίβλητης την ίδιαν ημερομηνία με ισχύ μέχρι και την επιστροφή τους στην εφεσίβλητη.

Η εφεσίβλητη ζήτησε στις αρχές Μαΐου του 1997 την επιστροφή των χαρτοκιβωτίων.  Απέστειλε δε αργότερα στις 28.5.1997 και επιστολή με το ίδιο αίτημα μέσω των δικηγόρων της.  Ο εφεσείων αρνήθηκε να επιστρέψει τα 199 χαρτοκιβώτια στην εφεσίβλητη, η οποία με αγωγή της ζητούσε την αξία τους, ως αποζημίωση.

Ο εφεσείων στην Έκθεση Υπεράσπισης του στην αγωγή αφού κάνει αναφορά στο ιστορικό προ και μετά την κατάθεση των 199 χαρτοκιβωτίων στην αποθήκη του, ισχυρίσθηκε ότι εκ λάθους εξεδόθη το πιστοποιητικό κατάθεσης στο όνομα της εφεσίβλητης.  Αντίθετα ισχυρίζετο ότι τα 199 χαρτοκιβώτια κατατέθησαν στην αποθήκη του από κάποιο Ν. Νικολάου, που ενεργούσε για τον πελάτη του Λούη Σταθόπουλο. Ήταν ο ισχυρισμός του εφεσείοντα ότι ο Ν. Νικολάου του έδωσε οδηγίες να πωλήσει τα τσιγάρα, πράγμα που έπραξε και αυτά πωλήθηκαν στην εταιρεία Elvet Trading Ltd. έναντι του ποσού των 36.815 Δολλαρίων Αμερικής. 

Σημειώνουμε στο παρόν στάδιο της απόφασης μας ότι η γραμμή υπεράσπισης που ακολούθησε η εφεσείουσα τόσο κατά την ακροαματική διαδικασία ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου όσον και ενώπιον μας ήταν η αμφισβήτηση της ιδιοκτησίας των 199 χαρτοκιβωτίων από την εφεσίβλητη και επίσης η αμφισβήτηση της νομικής σχέσης της τελευταίας με τον Λούη Σταθόπουλο.

[*1095]

Εκ μέρους της εφεσίβλητης, ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου κατέθεσε ως μοναδικός μάρτυρας ο διευθυντής της Moyec Tbeily.  Για την εφεσείουσα κατέθεσαν δύο μάρτυρες, ένας τελωνειακός υπάλληλος και ένας υπάλληλος της αποθήκης αποταμίευσης κάποιου Φίλιππου Χατζημάμα, στην αποθήκη του οποίου ήσαν κατατεθειμένα τα 199 χαρτοκιβώτια πριν τη μεταφορά τους στην αποθήκη του εφεσείοντα.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αξιολόγησε την ενώπιον του παρουσιασθείσα μαρτυρία.  Δέχθηκε ως αληθή τόσο τη μαρτυρία του διευθυντού της εφεσίβλητης όσο και τη μαρτυρία των δύο μαρτύρων του εφεσείοντα. Η μαρτυρία των δύο τελευταίων αφορούσε τις συνθήκες κατάθεσης των χαρτοκιβωτίων πρώτα στην αποθήκη Χατζημάμα και τη μετακίνηση τους στις 6.9.96 στην αποθήκη του εφεσείοντα. Τη μαρτυρία αυτή δεν την αμφισβήτησε η εφεσίβλητη.  Προκύπτει από τη μαρτυρία ότι 748 χαρτοκιβώτια με τσιγάρα, που περιλάμβαναν τα 199 επίδικα, έφθασαν στην Κύπρο και αποθηκεύτηκαν στις 24.7.1996 στην αποθήκη του Φ. Χατζημάμα.  Εισαγωγέας ήταν η EUROARABIAN LINK TRADING CO. LTD. την δε επιστολή-τιμολόγιο υπέγραψε ο Λούης Σταθόπουλος.  Στις 13.8.1996, 549 από τα χαρτοκιβώτια έγιναν επανεξαγωγή και παρέμειναν στην πιο πάνω αποθήκη τα επίδικα 199, τα οποία στις 6.9.1996 μεταφέρθησαν στην αποθήκη του εφεσείοντα επ’ ονόματι της EUROARABIAN LING TRADING CO. LTD.  Τέσσερις μέρες αργότερα στις 10.9.1996 ο εφεσείων εξέδωσε και παρέδωσε προσωπικά στον διευθυντή της εφεσίβλητης πιστοποιητικό κατάθεσης των 199 χαρτοκιβωτίων στο όνομα της.  Τις συνθήκες έκδοσης του πιο πάνω πιστοποιητικού τις περιέγραψε ο διευθυντής της εφεσίβλητης στη μαρτυρία του, την οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχθηκε ως εκφράζουσα την αλήθεια.  Η εφεσίβλητη είχε εμπορικές συναλλαγές με τον Λούη Σταθόπουλο οι οποίες παρουσίαζαν χρεωστικό υπόλοιπο εκ $45.000.  Εφεσίβλητη και Σταθόπουλος συμφώνησαν όπως ο τελευταίος μεταβιβάσει την κυριότητα των 199 χαρτοκιβωτίων τσιγάρων σ’ αυτή και την απαλλαγή του από το χρέος.  Ενόψει αυτής της διευθέτησης ο εφεσείων εξέδωσε προσωπικά και παρέδωσε στο διευθυντή της εφεσίβλητης το πιστοποιητικό κατάθεσης, το οποίο δεν αμφισβητήθηκε από τον εφεσείοντα.

Τα πιο πάνω αποτελούν και τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού αναφέρεται στο άρθρο 124 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149 και τη σχετική νομολογία κατέληξε στα ευρήματα του ως εξής:-

[*1096]

«Ούτε είναι ιδιαίτερα σημαντική η εξέταση της συμφωνίας μεταξύ των εναγόντων και του Λούη Σταθόπουλου.  Πρόκειται για συμφωνία στην οποία ο εναγόμενος δεν είναι μέρος και δεν μπορεί να απαιτήσει και να επιβάλει οιονδήποτε όφελος από αυτή. (Res inter alios acta alteri nocere non debet).

Οι ενάγοντες κατόπιν συμφωνίας με κάποιο τρίτο πρόσωπο εξασφάλισαν την επ’ ονόματι τους μεταβίβαση της κυριότητας των επιδίκων εμπορευμάτων. Δεν έχει σημασία αν ο Λούης Σταθόπουλος ήταν ο ιδιοκτήτης των επιδίκων εμπορευμάτων.  Προδήλως δεν ήταν, είχε όμως προφανώς την δυνατότητα να μεριμνήσει και να διευθετήσει για την μεταβίβαση της ιδιοκτησίας τους στους ενάγοντες.  Ίσως να είχε και αυτός να λαμβάνει από τους ιδιοκτήτες τους και έκαμε άλλη συμφωνία μαζί τους, ίσως να διεύθυνε την ιδιοκτήτρια εταιρεία, ίσως κάτι άλλο.  Η δυνατότητα αυτή του Λούη Σταθόπουλου επιβεβαιώθηκε από το γεγονός ότι ο εναγόμενος, που ήταν υπόλογος στον ιδιοκτήτη, εξέδωσε και παρέδωσε στους ενάγοντες πιστοποιητικό κατάθεσης εγγράφοντας όπως παραδέχεται στην υπεράσπιση του τα επίδικα εμπορεύματα επ’ ονόματι των εναγόντων.  Οι ενάγοντες έλαβαν κατοχή του πιο πάνω πιστοποιητικού σαν τίτλου ιδιοκτησίας των επίδικων εμπορευμάτων.

Ο Εναγόμενος από τη στιγμή που εξέδωσε το πιστοποιητικό κατάθεσης ως ανωτέρω και το παρέδωσε στους ενάγοντες κατέστησε τον εαυτό του αποδέκτη επί παρακαταθήκη (bailee) των επιδίκων εμπορευμάτων για τους ενάγοντες και δεν μπορούσε να κωλυόταν να αρνηθεί πως οι ενάγοντες δικαιούνταν σε αυτά τα εμπορεύματα ως εάν οι ίδιοι οι ενάγοντες να τα είχαν παραδώσει σε αυτόν προς φύλαξη.

Όταν εζητήθησαν από τον εναγόμενο, όπως αποδέχομαι ότι έγινε, υποχρεούτο να τους τα διαθέσει.  Δεν το έπραξε.  Το μέτρο των αποζημιώσεων είναι η αξία (market value) των επιδίκων προϊόντων κατά τον χρόνο άρνησης παράδοσης τους (βλ. Ηenderson & Co. v. Williams [1895] 1 Q.B. 521 C.A. (πιο πάνω)).”

Ο εφεσείων με πέντε λόγους έφεσης αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης.

Με τον πρώτο λόγο έφεσης γίνεται ισχυρισμός εκ μέρους του εφεσείοντα ότι λανθασμένα δέχτηκε μαρτυρία από την εφεσίβλητη, η οποία ήταν εκτός δικογράφων.

[*1097]

Η πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου επιτάσσει ότι σε αστικές υποθέσεις το Δικαστήριο πρέπει να περιορίζεται στα αμφισβητούμενα θέματα που προκύπτουν κατά τη συμπλήρωση των γραπτών προτάσεων ή που νομότυπα προσθέτονται κατά την ημέρα της δίκης. (Βλέπε: HjiPavlou v. Jinaro Terra (1982) 1 C.L.R. 433, Παφίτη ν. Κακουρή (1992) 1 Α.Α.Δ. 1154).  Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο Βασιλειάδης, Π. στην υπόθεση Homeros Th. Kourtis and Others v. Panos K. Iasonides (1970) 1 C.L.R. 180, η δίκη δρομολογείται κατά μήκος των γραμμών που οριοθετεί η δικογραφία και διατρέχει την ίδια πορεία όπως και το τραίνο κατά μήκος των προκαθορισμένων γραμμών της διαδρομής. (Βλέπε επίσης: Christakis Loucaides v. C.D. Hay and Sons Ltd. (1971) 1 C.L.R. 134 και Παπαγεωργίου ν. Λούη Κλάππα (Investments Services Ltd.), Πολιτική Έφεση αρ. 7367, ημερ. 14.1.1990).

Οι δικογραφημένοι ισχυρισμοί της εφεσίβλητης είναι οι εξής όπως διαγράφονται στην παράγραφο 3 της Έκθεσης Απαίτησης:-

«3.  Στις ή γύρω στις 10.09.1996 η ενάγουσα εταιρεία, έναντι Πιστοποιητικού Κατάθεσης (CERTIFICATE OF DEPOSIT) με αρ. 489/96 (Stock No. 489/96) και με την προϋπόθεση καταβολής αποθηκευτικών τελών προς £0,03 σ. ανά κιβώτιο τη βδομάδα, παράδωσε στον εναγόμενο και/ή τους υπηρέτες και/ή τους αντιπροσώπους του 199 χαρτοκιβώτια σιγαρέττων μάρκας WINSTON KS, (που πιο κάτω θα αναφέρονται ως «τα εμπορεύματα»), αξίας U.S.$40.000,- για ασφαλή φύλαξη και φροντίδα από αυτόν και/ή τους υπηρέτες και/ή τους αντιπροσώπους του, τα οποία θα επιστρέφοντο και/ή θα παραδίδονταν στην ενάγουσα εταιρεία όταν και εφόσο θα ζητούσε τούτο.»

Από τη μαρτυρία του μοναδικού μάρτυρα που κάλεσε η εφεσίβλητη καθώς και από τη μαρτυρία που παρουσίασε ο εφεσείων προέκυψε το ιστορικό πριν την έκδοση από τον τελευταίο του πιστοποιητικού κατάθεσης.  Ιστορικό και γεγονότα που αναφέροντο στη διακίνηση των 199 χαρτοκιβωτίων μέχρι την κατάληξη τους στις αποθήκες του εφεσείοντα καθώς και η τελική απόκτηση τίτλου ιδιοκτησίας των χαρτοκιβωτίων από την εφεσίβλητη. Οι ισχυρισμοί αυτοί και τα σχετικά γεγονότα δεν διαφοροποίησαν τη θέση της εφεσίβλητης όπως εκφράζεται στο δικόγραφο και στο πιστοποιητικό κατάθεσης που εξέδωσε ο εφεσείων.  Η προηγηθείσα διακίνηση των 199 χαρτοκιβωτίων από τη μια αποθήκη στην άλλη και οι νομικές σχέσεις της εφεσίβλητης με τρίτα πρόσωπα από τα οποία απέκτησε την ιδιοκτησία των χαρτοκιβωτίων είναι εντελώς άσχετα με τη βασική [*1098]θέση της εφεσίβλητης και το περιεχόμενο του πιστοποιητικού κατάθεσης.  Καταλήγουμε, όπως και το πρωτόδικο Δικαστήριο, ότι η μαρτυρία που δόθηκε δεν ήταν εκτός δικογράφων και εν πάση περιπτώσει ήταν άσχετη προς τα επίδικα θέματα.

Με άλλο λόγο έφεσης (πέμπτος στη σειρά) ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα αποδέχθηκε τη μαρτυρία που παρουσίασε η εφεσίβλητη, δηλαδή του μάρτυρα Tbeily.  Προσβάλλει τα ευρήματα αξιοπιστίας του Δικαστηρίου.

Η μαρτυρία του μάρτυρα αυτού ήταν η μοναδική που παρουσίασε η εφεσίβλητη και αντικειμενικά εξεταζόμενη συμφωνεί με τη μαρτυρία που παρουσίασε ο εφεσείων.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχθηκε τη μαρτυρία του ότι εκφράζει αντικειμενικά την αλήθεια.

Είναι γνωστές οι αρχές με βάση τις οποίες το Εφετείο επεμβαίνει στα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε θέματα αξιοπιστίας των μαρτύρων.  Είναι διαχρονική θέση της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου ότι, σε συμπεράσματα αξιοπιστίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου, η επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται μόνο όταν αυτά αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή έρχονται σε αντίθεση με αδιαμφισβήτητα μέρη της μαρτυρίας. Τα συμπεράσματα των πρωτόδικων Δικαστηρίων δεν είναι ανατρέψιμα αν είναι δικαίως επιτρεπτά με βάση τη μαρτυρία και είναι αδύνατο να λεχθεί ότι ήταν λανθασμένα. (Βλέπε, μεταξύ άλλων, Αγησιλάου ν. Χρίστου (1989) 1 Α.Α.Δ. 713, Νίκου Σιεηττάνη ν. Περσούλας Γεωργίου, Πολιτική Έφεση αρ. 11130, ημερ. 13.9.2002 και Χρίστος Γεωργιάδης ν. Κόκος Κουσπής & Σία Αλουμίνια Λτδ. (2003) 1 Α.Α.Δ. 735).

Έχει λεχθεί επίσης ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο είναι σε μοναδική θέση να κρίνει την αξιοπιστία των μαρτύρων αφού διά ζώσης δίνουν μαρτυρία ενώπιον του, βλέπει και ακούει τους μάρτυρες και εκτιμά τις αντιδράσεις τους.

Στην παρούσα υπόθεση το πρωτόδικο Δικαστήριο δίδει επαρκείς λόγους για την αποδοχή της μαρτυρίας του μάρτυρα της εφεσίβλητης.  Δεν έχουμε πεισθεί ότι τα συμπεράσματα του Δικαστηρίου αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή έρχονται σε αντίθεση με τη μαρτυρία ή είναι λανθασμένα και ως εκ τούτου ο λόγος αυτός της έφεσης απορρίπτεται.

Με το δεύτερο λόγο έφεσης, ο οποίος παρατηρούμε δεν είναι [*1099]διατυπωμένος με σαφήνεια, παραπονείται ο εφεσείων ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε υποθετικές και εναλλακτικές διαπιστώσεις, που δεν συνάδουν με τη μαρτυρία, όσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ της εφεσίβλητης και τρίτων προσώπων ως προς τη μεταβίβαση της ιδιοκτησίας των τσιγάρων που περιέχονται στα 199 χαρτοκιβώτια.

Είναι γεγονός ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προβαίνει, μεταξύ άλλων, στο απόσπασμα της απόφασης του όπως αναφέρεται στην αρχή της απόφασης μας, σε εναλλακτικές και υποθετικές σκέψεις.  Αλλά το μέρος αυτό της απόφασης του δεν αποτέλεσε το λόγο (ratio) της απόφασης του.  Ήσαν αχρείαστες επισημάνσεις γιατί το κεντρικό θέμα ήταν το γεγονός ότι η μεταξύ της εφεσίβλητης και τρίτων νομική σχέση ήταν άσχετη με τα επίδικα θέματα και ούτε ο εφεσείων μπορούσε να αποκομίσει οφέλη απ’ αυτή.

Το γεγονός το οποίο αδιαμφισβήτητα προέκυπτε ήταν ότι ο εφεσείων αποδέχθηκε τη μεταβίβαση της κυριότητας των τσιγάρων στην εφεσίβλητη και εξέδωσε το πιστοποιητικό κατάθεσης.  Η δε μόνη σχετικά υπεράσπιση που προέβαλλε στην Έκθεση Υπεράσπισης του ότι εξέδωσε το πιστοποιητικό λόγω λάθους παρέμεινε αναπόδεικτη και ατεκμηρίωτη αφού ούτε ο ίδιος ο εφεσείων έδωσε μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου.  Έπεται ότι ο λόγος αυτός είναι ανυπόστατος και απορρίπτεται.

Με τον τρίτο λόγο έφεσης ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι με την έκδοση του πιστοποιητικού κατάθεσης και την παράδοση του στην εφεσίβλητη κατέστησε τον εαυτό του αποδέκτη επί παρακαταθήκη των επιδίκων εμπορευμάτων ήταν λανθασμένο.  Στο περίγραμμα του ο ευπαίδευτος δικηγόρος του εφεσείοντα αναλύοντας το λόγο αυτό ισχυρίζεται ότι δεν αποδείχθηκε η συμφωνία μεταξύ εφεσείοντα-εφεσίβλητης ούτε υπήρξε νόμιμη αντιπαραροχή.  Δεν συμφωνούμε με τις θέσεις αυτές του εφεσείοντα.  Ενώπιον του Δικαστηρίου υπήρχε επαρκής μαρτυρία που αποδέκτηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι έγινε συμφωνία μεταξύ των διαδίκων με επακόλουθο την έκδοση του πιστοποιητικού κατάθεσης, πράγμα που ήταν αποδεκτό από τον εφεσείοντα. Επίσης υπήρχε σαφής μαρτυρία ότι σε αντάλλαγμα ο εφεσείων θα επληρώνετο με 3 σεντ ανά χαρτοκιβώτιο την εβδομάδα.

Έχουμε καταλήξει ότι τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν ορθά και δικαιολογούντο πλήρως από την ενώπιον του μαρτυρία.

[*1100]Και ο τελευταίος λόγος έφεσης (4ος) είναι επίσης ασαφής.  Ισχυρίζεται ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο εφεσείων εισέπραξε το ποσό των $36.815, για λογαριασμό της εφεσίβλητης, από την πώληση των τσιγάρων.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο όμως, στην απόφαση του, αναζητώντας την αξία των τσιγάρων κατέληξε ότι αυτή προσδιορίζεται από την τιμή πώλησης τους από τον εφεσείοντα που ο ίδιος παραδέχεται ότι εισέπραξε.  Δεν αποδέχθηκε την απαίτηση της εφεσίβλητης που ανήρχετο στις $40.000.  Αναφέρει, το πρωτόδικο Δικαστήριο την απόφαση του:-

«Οι ενάγοντες αξιώνουν ποσό ισάξιο σε Κυπριακές Λίρες Δολ. Αμερ. 40000, όμως δεν απόδειξαν τέτοια αξία. Υπάρχει όμως παραδοχή εκ μέρους του εναγομένου στην δικογραφία του ότι πωλήθησαν σε προγενέστερο χρόνο για το ποσό των Δολλαρίων Αμερικής 36815. Το ποσόν αυτό μπορεί να μην ανταποκρίνεται επακριβώς στην αξία των επίδικων εμπορευμάτων, μερικούς μήνες αργότερα, όταν οι ενάγοντες τα εζήτησαν, είναι όμως το προϊόν πώλησης τους που ο εναγόμενος παραδέχεται ότι παρέλαβε για εμπορεύματα που εμποδίζεται να αρνείται ότι ανήκουν στους ενάγοντες.»

Στο περίγραμμα του δικηγόρου του εφεσείοντα και στην ανάλυση του λόγου αυτού παρατίθενται τα ίδια επιχειρήματα που αναπτύχθησαν στους προηγούμενους λόγους έφεσης και έχουν ήδη σχολιασθεί πιο πάνω και απορριφθεί.

Τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήσαν ορθά και συνάδουν με τα δικόγραφα της αγωγής και τη μαρτυρία που ήταν ενώπιον του.

Για τους λόγους αυτούς η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο