Εφορεία Ελληνικών Εκπαιδευτηρίων Λευκωσίας ν. Sazen Fast Food Ltd (2003) 1 ΑΑΔ 1283

(2003) 1 ΑΑΔ 1283

[*1283]29 Σεπτεμβρίου, 2003

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]

ΕΦΟΡΕΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΩΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,

Εφεσείοντες-Εναγόμενοι Αρ.4,

ν.

SAZEN FAST FOOD LTD,

Εφεσιβλήτων-Eναγόντων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11333)

 

Πολιτική Δικονομία — Απόφαση που λήφθηκε ερήμην εναγομένου — Αίτηση για παραμερισμό της —  Διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου — Παράλειψη εναγομένου να εμφανισθεί και αδικαιολόγητη καθυστέρηση του να αποταθεί για παραμερισμό της απόφασης — Οδήγησαν σε απόρριψη της αίτησης παρά την αποκάλυψη συζητήσιμης υπόθεσης — Επιδίωξη του Δικαστηρίου πρέπει να είναι η εξισορρόπηση αφενός, του δικαιώματος του διαδίκου να ακουστεί και αφετέρου η ταχεία διεκπεραίωση των δικαστικών υποθέσεων.

Οι εφεσείοντες-εναγόμενοι 4 δεν εμφανίσθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου στις 15.6.01 που ήταν ορισμένη για ακρόαση αίτηση για να καταστεί απόλυτο το προσωρινό διάταγμα που είχε εκδοθεί μονομερώς εναντίον τους, στις 23.5.01. Οι εφεσείοντες, καταχώρησαν στις 17.10.01 αίτηση, με την οποία ζητούσαν την ακύρωση και/ή τον παραμερισμό του προσωρινού διατάγματος, ημερομηνίας 15.6.01. Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση επειδή δεν ικανοποιούνταν οι προϋποθέσεις της ύπαρξης ικανοποιητικής δικαιολογίας: (α) για τη μη εμφάνιση των εφεσειόντων στο Δικαστήριο κατά την ημέρα της ακρόασης και (β) για το χρόνο που διέρρευσε από το χρόνο της απόφασης μέχρι την καταχώρηση της αίτησης για παραμερισμό.

Με την έφεση αμφισβητείται η ορθότητα άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου εναντίον του παραμερισμού της επίδικης απόφασης, ημερομηνίας 15.6.01.

Αποφασίστηκε ότι:

[*1284]1.    Η εξήγηση που δόθηκε για τη μη εμφάνιση του δικηγόρου, δηλαδή το γεγονός ότι εμφανιζόταν ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δεν είναι ικανοποιητική.  Η υποχρέωση εμφάνισης σε άλλο Δικαστήριο δεν απαλλάττει το συνήγορο, αφού οφείλει να προβεί στις αναγκαίες διευθετήσεις εκ των προτέρων, είτε για να εμφανισθεί , ή για να πληροφορήσει το Δικαστήριο για το κώλυμα του, ή για να ζητήσει αναβολή.

2.  Η καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης για 4 ολόκληρους μήνες, η οποία κατά τον ισχυρισμό του δικηγόρου των εφεσειόντων οφείλετο σε συζήτηση με την άλλη πλευρά για εκ συμφώνου ακύρωση της απόφασης, δεν αποτελεί δικαιολογία για την σημειωθείσα καθυστέρηση.

3.  Το δικαίωμα των εφεσειόντων να ακουσθούν – το οποίο επικαλέσθηκαν – διασφαλίζεται από το Άρθρο 30.3(β) και (γ) του Συντάγματος.  Ωστόσο το δικαίωμα αυτό πρέπει να συμβαδίζει με το δικαίωμα της ακρόασης μιας υπόθεσης σε εύλογο χρόνο δυνάμει του Άρθρου 30.2 του Συντάγματος.

4.  Η διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου Δικαστηρίου ασκήθηκε ορθά με βάση τις αρχές που καθιερώθηκαν με τη σχετική νομολογία.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Evagorou v. Christodoulou a.o. (1982) 1 C.L.R. 771,

Toumbouros Estates Ltd v. Ιωαννίδου κ.ά. (1997) 1 Α.Α.Δ. 1512,

Milouca Motor Trading Ltd v. Κούρτη (1997) 1 Α.Α.Δ. 941,

Γεωργαλλίδης ν. Ταπελλογραφείο Κώστα Παύλου & Σία Λτδ (2000) 1 Α.Α.Δ. 1101,

Λοΐζου κ.ά. ν. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ (1999) 1 Α.Α.Δ. 778,

Βόθροτεξ Λτδ ν. Φαντάκη (2001) 1 A.A.Δ. 339,

Λαϊκή Τράπεζα ν. Ιακώβου (2001) 1 Α.Α.Δ. 457,

[*1285]Μουγής ν. Σπανούδη (1996) 1 Α.Α.Δ. 997.

Έφεση.

Έφεση από τους εναγόμενους 4 κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 15/3/02 (Αρ. Αγωγής 3010/01) με την οποία απορρίφθηκε αίτηση των εφεσειόντων-εναγομένων 4 για παραμερισμό απόφασης, με την οποία προσωρινό διάταγμα που εκδόθηκε μονομερώς κατέστη απόλυτο, ενόψει της παράλειψης των εφεσειόντων να εμφανισθούν ενώπιον του Δικαστηρίου.

Ν. Μαρκίδου με τον Μ. Βασιλείου, για τους Εφεσείοντες-Εναγομένους 4.

Δ. Καλλής, για τους Εφεσίβλητους-Ενάγοντες.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Π. Αρτέμη, Δ..

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.:  Η παρούσα έφεση προσβάλλει απόφαση του Προέδρου του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, με την οποία απορρίφθηκε αίτηση των εφεσειόντων-εναγομένων 4 για παραμερισμό απόφασης, με την οποία προσωρινό διάταγμα που εκδόθηκε μονομερώς κατέστη απόλυτο, εν όψει της παράλειψης των εφεσειόντων να εμφανισθούν ενώπιον του Δικαστηρίου.

Το ιστορικό της υπόθεσης σε συντομία είναι το πιο κάτω.  Στις 23.5.01 εκδόθηκαν μονομερώς προσωρινά διατάγματα εναντίον και των 6 εναγομένων στην αγωγή και ορίσθηκαν επιστρεπτέα στις 28.5.01.  Οι εναγόμενοι προφορικά ενέστησαν στα διατάγματα και δόθηκαν οδηγίες όπως καταχωρηθεί ένσταση εντός 10 ημερών και η ακρόαση ορίστηκε στις 15.6.01 στις 8.30 το πρωϊ. Οι εφεσείοντες καταχώρησαν εκπρόθεσμα την ένστασή τους, μία ημέρα πριν την ακρόαση, δηλαδή στις 14.6.01, χωρίς να προηγηθεί άδεια του Δικαστηρίου για την καταχώρηση αυτή.  Στις 15.6.01, που ήταν ορισμένη για ακρόαση, ο συνήγορος των εφεσειόντων δεν εμφανίστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου κατά τον ορισθέντα χρόνο.  Ο συνήγορος της εφεσίβλητης-ενάγουσας ζήτησε όπως το προσωρινό διάταγμα καταστεί απόλυτο, πράγμα και το οποίο έγινε.  Αναφορικά με τους υπόλοιπους εναγόμενους, η υπόθεση προχώρησε σε ακρόαση και, με απόφαση που εκδόθηκε [*1286]στις 11.7.01, διατάχθηκε η ακύρωση των εκδοθέντων μονομερώς διαταγμάτων εναντίον τους.  Οι λόγοι της ακύρωσης βασικά ήταν η πάροδος χρόνου για καταχώρηση της αγωγής και της υποβολής της αίτησης για προσωρινό διάταγμα, η μη ικανοποιητική μαρτυρία για το επείγον των διαταγμάτων και η απόκρυψη γεγονότων από πλευράς των εναγόντων. 

Οι εφεσίβλητοι, τέσσερις μήνες και πλέον αργότερα, καταχώρησαν στις 17.10.01 την αίτηση, με την οποία ζητούσαν την ακύρωση και/ή τον παραμερισμό του προσωρινού διατάγματος, ημερομηνίας 15.6.01. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε πως οι θεσμοί πάνω στους οποίους βασιζόταν η αίτηση ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν άσχετοι και δεν αφορούν το θέμα, εκτός από τη Δ.26, θ.14 που προνοεί ότι οποιαδήποτε απόφαση εκδοθείσα ερήμην είναι δυνατόν να παραμεριστεί με διαταγή του Δικαστηρίου.  (Δέστε και Evagorou v. Christodoulou and others (1982) 1 C.L.R. 771, Toumbouros Estates Ltd v. Χαριτίνης Ιωαννίδου και άλλων (1997) 1 Α.Α.Δ. 1512). 

Αφού ακολούθως το πρωτόδικο Δικαστήριο, με αναφορά στη νομολογία, ανέλυσε τις αρχές  με βάση τις οποίες παραμερίζεται εκδοθείσα απόφαση, έκρινε ότι οι εφεσείοντες είχαν εκ πρώτης όψεως αποδείξει καλή υπόθεση ώστε, αν  συνέτρεχαν και οι άλλες προϋποθέσεις που απαιτούνται, να ήταν δυνατόν να τους δοθεί η ευκαιρία να ακουστούν στην υπόθεση.  Ακολούθως προχώρησε να εξετάσει αν ικανοποιούνταν οι δύο άλλες προϋποθέσεις, δηλαδή εάν δικαιολογήθηκε ικανοποιητικά η μη εμφάνιση των εφεσειόντων στο Δικαστήριο κατά την ημέρα της ακρόασης και αν δικαιολόγησαν επαρκώς το χρόνο που διέρρευσε από το χρόνο της απόφασης μέχρι την καταχώρηση της αίτησης για παραμερισμό.  Έκρινε τελικά ότι ούτε η μία ούτε και η άλλη προϋπόθεση ικανοποιήθηκαν και, ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια, απέρριψε την αίτηση.

Με την έφεση αμφισβητείται η ορθότητα άσκησης της διακριτικής ευχέρεια του Δικαστηρίου εναντίον του παραμερισμού της επίδικης απόφασης, ημερομηνίας 15.6.01.

Από την αιτιολογία του λόγου έφεσης προκύπτει πως αμφισβητείται η έκταση της καθυστέρησης, αφού μεσολαβούσαν και οι δικαστικές διακοπές πριν την καταχώρηση της αίτησης και πως, επιπρόσθετα, αιτιολογήθηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου η καθυστέρηση, αφού όπως είχε εξηγηθεί, υπήρχαν επαφές μεταξύ των συνηγόρων των διαδίκων και είχε δοθεί υπόσχεση πως [*1287]θα δέχονταν εκ συμφώνου τον παραμερισμό της απόφασης.

Προβάλλεται επίσης το επιχείρημα ότι παραβιάστηκε το δικαίωμα των εφεσειόντων να ακουστούν, που διασφαλίζεται με το άρθρο 30.3(β) και (γ) του Συντάγματος. 

Τέλος, επισημαίνεται πως, ενόψει του γεγονότος ότι προβάλλονταν οι ίδιοι οι λόγοι από τους εφεσείοντες για μη έκδοση του διατάγματος που προβλήθηκαν και από τους άλλους εναγομένους που τελικά για τους τελευταίους έγιναν αποδεκτοί, θα έπρεπε το Δικαστήριο να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια υπέρ τους, ούτως ώστε να υπάρχει δυνατότητα ομοιομορφίας με την απόρριψη και σε σχέση με αυτούς του αιτουμένου διατάγματος.

Φαίνεται από τα πιο πάνω, πως η απόρριψη από το πρωτόδικο Δικαστήριο της εξήγησης των εφεσειόντων για την παράλειψη τους να εμφανισθούν, δεν έχει εφεσιβληθεί ρητά.  Εν πάση περιπτώσει, συμφωνούμε με το πρωτόδικο Δικαστήριο πως η εξήγηση που δόθηκε για μη εμφάνιση του δικηγόρου, δηλαδή το γεγονός ότι εμφανιζόταν ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δεν είναι ικανοποιητική.  Η υποχρέωση εμφάνισης σε άλλο Δικαστήριο δεν απαλλάττει το συνήγορο, αφού οφείλει να προβεί στις αναγκαίες διευθετήσεις εκ των προτέρων, είτε για να εμφανισθεί, ή για να πληροφορήσει το Δικαστήριο για το κώλυμα του, ή για να ζητήσει αναβολή. 

Συμφωνούμε επίσης με το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι, το γεγονός πως ο συνήγορος των εφεσειόντων συζητούσε με την άλλη πλευρά για εκ συμφώνου ακύρωση της απόφασης και γι’αυτό το λόγο καθυστέρησε στην υποβολή της αίτησης, δεν εξηγεί επαρκώς και δεν αποτελεί δικαιολογία για την καθυστέρηση για 4 ολόκληρους μήνες. Το θέμα ήταν σημαντικό και οι εφεσείοντες όφειλαν να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για να επιτευχθεί τελεσιδικία εντός λογικού χρονικού διαστήματος.

Στην υπόθεση Milouca Motor Trading Ltd v. Χρύσανθου Κούρτη (1997) 1 Α.Α.Δ. 941, λέχθηκε πως, η παράλειψη του εναγομένου να εμφανισθεί και η αδικαιολόγητη καθυστέρηση του να αποταθεί για παραμερισμό της απόφασης, μπορεί βάσιμα να αποτελούν λόγο για την απόρριψη του αιτήματος του, γιατί διαφορετικά η πορεία της δικαστικής διαδικασίας και τα αποτελέσματά της θα αφήνονταν αιωρούμενα.  Στη Γεωργαλλίδης ν. Ταπελλογραφείο Κώστα Παύλου & Σία Λτδ (2000) 1 Α.Α.Δ. 1101 η αίτηση απορρίφθηκε γιατί υπήρχε αδικαιολόγητη καθυστέρηση [*1288]2½ μηνών στην καταχώρηση της. (Δέστε και Λοΐζου κ.ά. ν. Λαϊκής Τράπεζας (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ (1999) 1 Α.ΑΔ. 778, Βόθροτεξ Λτδ ν. Φαντάκη (2001) 1 Α.Α.Δ. 339, όπου η αίτηση απορρίφθηκε παρά την αποκάλυψη συζητήσιμης υπόθεσης και Λαϊκή Τράπεζα ν. Ιακώβου (2001) 1 Α.Α.Δ. 457.

Αναφορικά με το δικαίωμα διαδίκου να ακουστεί, που διασφαλίζεται με το άρθρο 30.3(β) και (γ) του Συντάγματος, το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά επεσήμανε πως αυτό πρέπει να συμβαδίζει με το δικαίωμα της ακρόασης μιας υπόθεσης σε εύλογο χρόνο δυνάμει του άρθρου 30.2, που και αυτό συνιστά θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα και εχέγγυο για τη διασφάλιση της λειτουργίας της δικαστικής εξουσίας. Τα άρθρα αυτά εξετάστηκαν και στην υπόθεση Μουγής ν. Σπανούδη (1996) 1 Α.Α.Δ. 997, όπου λέχθηκαν σχετικά τα ακόλουθα:

«Το δικαίωμα του εφεσείοντα να ακουσθεί – το οποίο επικαλείται – διασφαλίζεται από το άρθρο 30.3 (β) και (γ) του Συντάγματος.  Ωστόσο αυτό το δικαίωμα πρέπει να συμβαδίζει με το δικαίωμα της ακρόασης μέσα σε εύλογο χρόνο. Έχει δε νομολογηθεί ότι η απονομή της δικαιοσύνης μέσα σε εύλογο χρόνο, η οποία διασφαλίζεται από το άρθρο 30.2 του Συντάγματος, συνιστά θεμελιώδες δικαίωμα του ανθρώπου και συγχρόνως εχέγγυο για τη διασφάλιση της λειτουργικότητας της δικαστικής εξουσίας (Αρέστη ν. Ηλία (1991) 1 Α.Α.Δ. 984, 988).

Στον τομέα αυτό η νομολογία μας είναι ταυτόσημη με εκείνη του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων η οποία έχει διαμορφωθεί κατά την ερμηνεία του άρθρου 6(1) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων το οποίο αντιστοιχεί με το άρθρο 30.2 του Συντάγματος.

Σύμφωνα λοιπόν με την νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ο σκοπός της σχετικής διασφάλισης είναι να προστατεύσει τους διάδικους από υπερβολικές διαδικαστικές καθυστερήσεις (Stogmuller v. Austria, Series A, Publications of the European Court of Human Rights, 1969, σελ. 40).  Η διασφάλιση υπογραμμίζει την σπουδαιότητα απονομής της δικαιοσύνης χωρίς καθυστερήσεις οι οποίες θέτουν σε κίνδυνο την αποτελεσματικότητα και αξιοπιστία της (H. n. France Series A, 162-A, Publications of the European Court of Human Rights, παραγ. 58 (1989).»

Εν κατακλείδι, κρίνουμε πως το Δικαστήριο άσκησε ορθά τη [*1289]διακριτική του ευχέρεια επί του προκειμένου, έστω και αν οι εφεσείοντες είχαν προβάλει τους ίδιους λόγους για μη έκδοση του διατάγματος που πρόβαλαν και οι άλλοι εναγόμενοι και πέτυχαν, αφού εκείνοι αμφισβήτησαν το διάταγμα και έθεσαν όλα τα στοιχεία ενώπιον του Δικαστηρίου, πράγμα που απέτυχαν να πράξουν οι εφεσείοντες.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.

Η έφεση απορρίπεται με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο