Κουκούνη Χρυσάνθη Ανδρέα (υπό την ιδιότητά της ως διαχειρίστρια της περιουσίας του αποβιώσαντα Ανδρέα Κουκούνη) και Άλλοι ν. Γεώργιου Νικολάου και Άλλων (2003) 1 ΑΑΔ 1766

(2003) 1 ΑΑΔ 1766

[*1766]9 Δεκεμβρίου, 2003

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]

1.   ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΟΥΚΟΥΝΗΣ,

2.   LAND OF THE KINGS (MANAGEMENT) LTD,

Εφεσείοντες,

v.

1.  ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ,

2.  ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,

     (ΤΟ ΓΕΝΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ)

3.  ΧΡΥΣΟΥΛΑΣ ΝΕΟΚΛΗ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ,

     (ΤΟ ΓΕΝΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ)

4.  ΜΕΛΑΝΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ,

Εφεσιβλήτων.

ΚΑΙ ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

1.  ΧΡΥΣΑΝΘΗ ΑΝΔΡΕΑ ΚΟΥΚΟΥΝΗ, ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ ΑΝΔΡΕΑ ΚΟΥΚΟΥΝΗ,

2.  LAND OF THE KINGS (MANAGEMENT) LTD,

            Εφεσείοντες,

v.

1.  ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ,

2.  ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,

     (ΤΟ ΓΕΝΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ)

3.  ΧΡΥΣΟΥΛΑΣ ΝΕΟΚΛΗ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ,

     (ΤΟ ΓΕΝΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ)

4.  ΜΕΛΑΝΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ,

Εφεσιβλήτων.

            (Πολιτική Έφεση Αρ. 11199)

 

[*1767]Έξοδα ― Διακριτική ευχέρεια του δικάσαντος Δικαστηρίου ― Βασικός παράγων που διέπει την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου για την επιδίκαση των εξόδων είναι το αποτέλεσμα της δίκης ― Άρνηση επιδίκασης εξόδων σε εναγομένους οι οποίοι πέτυχαν σε αίτηση για αναστολή της διαδικασίας λόγω έλλειψης κατά τόπον αρμοδιότητας του Δικαστηρίου ― Εσφαλμένη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου οδήγησε σε επέμβαση του Εφετείου κατ’ έφεση.

Δικαιοδοσία Δικαστηρίων ― Επαρχιακό Δικαστήριο ― Κατά τόπον αρμοδιότητα Επαρχιακού Δικαστηρίου σύμφωνα με τον περί Δικαστηρίων Νόμο ― Αποτελεί προϋπόθεση έγκυρης ανάληψης δικαιοδοσίας ― Θέμα δικαιοδοσίας μπορεί να εγερθεί σ’ οποιονδήποτε στάδιο της διαδικασίας ακόμα και αυτεπάγγελτα από το ίδιο το Δικαστήριο.

Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας δεν επεδίκασε έξοδα υπέρ των εφεσειόντων-εναγομένων (οι εφεσείοντες) που ήταν οι επιτυχόντες διάδικοι σε αίτηση για αναστολή της διαδικασίας λόγω έλλειψης κατά τόπου αρμοδιότητας του Δικαστηρίου.  Στην ενδιάμεση απόφασή του το Δικαστήριο ανέφερε ότι ο λόγος που δεν επεδίκασε τα έξοδα υπέρ των εφεσειόντων ήταν η αδικαιολόγητη καθυστέρησή τους στην έγερση του θέματος της αρμοδιότητας του Δικαστηρίου.  Κατά την άποψη του Δικαστηρίου το θέμα αυτό έπρεπε να είχε εγερθεί «..... από την πρώτη υπεράσπιση που καταχώρησαν οι εναγόμενοι.  Δεν το έπραξαν όμως και δεν έδωσαν προς τούτο ικανοποιητική δικαιολογία».

Οι εφεσείοντες αμφισβήτησαν την ορθότητα της εκκαλούμενης ενδιάμεσης απόφασης κατά το μέρος που αφορά στο θέμα των εξόδων.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Το θέμα της κατά τόπον αρμοδιότητας του Δικαστηρίου μπορεί να εγερθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας ακόμα και αυτεπάγγελτα από το ίδιο το δικαστήριο.

2.  Το Εφετείο επεμβαίνει προς ανατροπή απόφασης που άπτεται του τρόπου άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με τα έξοδα όταν εξ αντικειμένου διαπιστώνεται ότι η διακριτική ευχέρεια δεν ασκήθηκε με τρόπο δικαστικό με αποτέλεσμα να υπάρχει παράβαση νόμου ή όταν η διαταγή για τα έξοδα είναι αποτέλεσμα πλάνης περί τα πράγματα ή όπου ο εφεσείων χωρίς επαρκή λόγο διατάχθηκε να πληρώσει έξοδα τα οποία δημιούργησε η άλλη πλευρά.

[*1768]3.    Στην κρινόμενη υπόθεση τόσο το αποτέλεσμα όσο και τα γεγονότα της υπόθεσης, αποτελούσαν ασφαλές κριτήριο για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικάσαντος Δικαστηρίου για τα έξοδα υπέρ των εφεσειόντων.

Η έφεση επιτράπηκε. Τα έξοδα της έφεσης και τα έξοδα που χάθηκαν πρωτοδίκως εξ υπαιτιότητας των εφεσιβλήτων, περιλαμβανομένων και των εξόδων της αίτησης, επιδικάσθηκαν υπέρ των εφεσειόντων.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Eleftheriou v. Rousou a.o. (1958) 23 C.L.R. 191,

Αρέστη ν. Λαδόκονου (1996) 1 Α.Α.Δ. 646,

Ζαβρού ν. Μιχαηλίδη (1996) 1 Α.Α.Δ. 477,

Χαψή κ.ά. ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (1997) 1 Α.Α.Δ. 1403,

Νικολάου ν. Βασιλείου (1999) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1566.

Έφεση.

Έφεση από τους εφεσείοντες κατά της ενδιάμεσης απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας που δόθηκε στις 17/5/01 (Αρ. Αγωγής 2080/94) με την οποία, παρά την επιτυχία της αίτησής τους για διαγραφή ισχυρισμών από τα δικόγραφα των εφεσιβλήτων και για αναστολή της διαδικασίας λόγω έλλειψης κατά τόπον αρμοδιότητας του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας για την εκδίκαση της αγωγής, έκρινε ότι δεν έπρεπε να επιδικάσει έξοδα υπέρ αυτών και δεν εξέδωσε διαταγή για έξοδα.

Γ. Κουκούνης, για τους Εφεσείοντες.

Αιμ. Θεοδούλου, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής.

[*1769]ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:  Οι εφεσείοντες υπέβαλαν πρωτοδίκως αίτηση για διαγραφή ισχυρισμών από τα δικόγραφα των εφεσιβλήτων και για αναστολή της διαδικασίας λόγω έλλειψης κατά τόπον αρμοδιότητας του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας για την εκδίκαση της αγωγής.

Οι εφεσίβλητοι καταχώρησαν ένσταση και το δικαστήριο μετά από ακρόαση αποφάσισε ότι ορισμένες παράγραφοι της απάντησης των εφεσιβλήτων έπρεπε να διαγραφούν. Διέταξε επίσης την αναστολή της διαδικασίας λόγω έλλειψης κατά τόπον αρμοδιότητας. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο παρά τη διαπίστωση ότι ορισμένες παράγραφοι της απάντησης των εφεσιβλήτων έπρεπε να διαγραφούν εντούτοις δεν προχώρησε στην έκδοση διαταγής για τη διαγραφή τους ενόψει της αναστολής της διαδικασίας λόγω έλλειψης κατά τόπον αρμοδιότητας.

Παρά το αποτέλεσμα της αίτησης, το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε πως δεν έπρεπε να επιδικάσει έξοδα υπέρ των επιτυχόντων διαδίκων (εφεσειόντων) και δεν εξέδωσε διαταγή για έξοδα.

Οι λόγοι για τους οποίους το δικαστήριο αποφάσισε να μην επιδικάσει έξοδα υπέρ των εφεσειόντων εξηγούνται στην ενδιάμεση απόφαση. Αναφέρεται συναφώς ότι υπήρξε αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην έγερση του θέματος της αρμοδιότητας του δικαστηρίου και ότι αυτό έπρεπε να είχε εγερθεί και εξεταστεί νωρίτερα σε άλλο καταλληλότερο στάδιο της διαδικασίας και όχι μετά τον ορισμό της υπόθεσης για την ακρόαση της ουσίας της αγωγής. Κατά την άποψη του δικαστηρίου το θέμα της κατά τόπον αρμοδιότητας έπρεπε να είχε εγερθεί «.... από την πρώτη υπεράσπιση που καταχώρησαν οι εναγόμενοι. Δεν το έπραξαν όμως και δεν έδωσαν προς τούτο ικανοποιητική δικαιολογία.» Η εξήγηση του δικηγόρου των εφεσειόντων ότι η έλλειψη αρμοδιότητας διαπιστώθηκε για πρώτη φορά κατά τη μελέτη της υπόθεσης για τους σκοπούς της ακρόασης που είχε οριστεί στις 16.5.01 και ότι η ανωμαλία κατέστη ευκρινέστερη μετά τη συμπλήρωση της δικογραφίας, φαίνεται πως δεν έπεισε το δικαστήριο. Η αίτηση χαρακτηρίστηκε καταχρηστική «με στοιχεία κακοπιστίας» που στόχευε στην αναβολή της ακρόασης επί τους ουσίας της αγωγής.

Με την παρούσα έφεση αμφισβητείται η ορθότητα της εκκαλούμενης ενδιάμεσης απόφασης κατά το μέρος που αφορά στο θέμα των εξόδων.

Ο διάδικος ο οποίος καταφεύγει στη δικαιοσύνη για να ζητήσει προστασία/κατοχύρωση των δικαιωμάτων του έχει πρώτιστο καθήκον ορθής επιλογής του δικαστηρίου που είναι κατά τόπον αρμόδιο για την επίλυση της συγκεκριμένης διαφοράς σύμφωνα προς τα οριζόμενα στον περί Δικαστηρίων Νόμο (Ν. 14/60). Η κατά τόπον αρμοδιότητα του δικαστηρίου, αποτελεί προϋπόθεση έγκυρης ανάληψης δικαιοδοσίας που καθώς είναι αυτονόητο, αφορά ζήτημα που άπτεται του κύρους της διαδικασίας. Επεται ότι το θέμα μπορεί να εγερθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας ακόμα και αυτεπάγγελτα από το ίδιο το δικαστήριο.

Στην προκείμενη περίπτωση οι εφεσίβλητοι καταχώρησαν την αγωγή σε δικαστήριο το οποίο ήταν κατά τόπο αναρμόδιο για την εκδίκαση και επίλυση της διαφοράς. Οι εφεσείοντες ήγειραν το θέμα πριν από την ακρόαση της ουσίας της αγωγής και οι εφεσίβλητοι με την ένσταση που καταχώρησαν αντέκρουσαν την αίτηση, εμμένοντες κατ’ ουσίαν στην υπαγωγή της υπόθεσης προς εκδίκαση σε κατά τόπο αναρμόδιο δικαστήριο. Γιατί λοιπόν να επιβαρυνθούν οι εφεσείοντες με τα έξοδα όταν η στάση των εφεσιβλήτων παρέμεινε αμετάβλητη μέχρι τέλους και αυτοί που εντόπισαν και επισήμαναν την αναρμοδιότητα του δικαστηρίου πριν από την έναρξη της ακρόασης να τιμωρούνται με την αποστέρηση των εξόδων τους;

Έχουμε τη γνώμη ότι ο τρόπος με τον οποίο το πρωτόδικο δικαστήριο προσέγγισε το θέμα των εξόδων δεν ήταν ο πλέον κατάλληλος υπό τις περιστάσεις με αποτέλεσμα να μη ασκήσει σωστά τη διακριτική του εξουσία. Σύμφωνα με την πάγια νομολογία* του Ανωτάτου Δικαστηρίου η έκδοση διαταγής για τα έξοδα ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του δικάσαντος δικαστηρίου, η άσκηση της οποίας, γίνεται με βάση τα γεγονότα της υπόθεσης και κυρίως το αποτέλεσμα. Όταν δεν συντρέχουν λόγοι περί του αντιθέτου, τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα. Το Εφετείο επεμβαίνει προς ανατροπή απόφασης που άπτεται του τρόπου άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου δικαστηρίου αναφορικά με τα έξοδα όταν εξ αντικειμένου διαπιστώνεται ότι η διακριτική ευχέρεια δεν ασκήθηκε με τρόπο δικαστικό με αποτέλεσμα να υπάρχει παράβαση νόμου ή όταν η διαταγή για τα έξοδα είναι αποτέλεσμα πλάνης περί τα πράγματα ή όπου ο εφεσείων χωρίς επαρκή λόγο διατάχθηκε να πληρώσει έξοδα τα οποία δημιούργησε η άλλη πλευρά.

Στην κρινόμενη υπόθεση τόσο το αποτέλεσμα όσο και τα γεγο[*1771]νότα της υπόθεσης, αποτελούσαν ασφαλές κριτήριο για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικάσαντος δικαστηρίου για τα έξοδα υπέρ των εφεσειόντων.

Η έφεση επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη απόφαση κατά το μέρος που αφορά τα έξοδα παραμερίζεται. Τα έξοδα της έφεσης και αυτά που χάθηκαν πρωτοδίκως εξ υπαιτιότητας των εφεσιβλήτων περιλαμβανομένων και των εξόδων της αίτησης επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων.

Η έφεση επιτρέπεται. Τα έξοδα της έφεσης και τα έξοδα που χάθηκαν πρωτοδίκως εξ υπαιτιότητας των εφεσιβλήτων, περιλαμβανομένων και των εξόδων της αίτησης, επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο