Studland Holdings Limited και Άλλος ν. Σωφρόνιου Ευσταθίου και Άλλης (2003) 1 ΑΑΔ 1809

(2003) 1 ΑΑΔ 1809

[*1809]9 Δεκεμβρίου, 2003

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]

1. STUDLAND HOLDINGS LIMITED,

2. SAMOTKAL EDUARD,

Εφεσείοντες,

v.

1. ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ,

2. ΚΑΤΙΑΣ ΝΙΚΗΤΑ ΣΤΕΦΑΝΙΔΟΥ,

Εφεσιβλήτων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11504)

 

Πολιτική Δικονομία ― Ασφάλεια εξόδων ― Οι περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμοί, Δ.60, θ.1 ― Τυγχάνουν εφαρμογής και κατά τη διαδικασία έφεσης ― Η απουσία του ενάγοντος στο εξωτερικό δεν δημιουργεί αυτόματα δικαίωμα για ασφάλεια εξόδων ― Το θέμα είναι θέμα διακριτικής εξουσίας, για την άσκηση της οποίας λαμβάνονται υπόψη η κατοχή περιουσίας του ενάγοντος στην Κύπρο και ιδίως ακίνητης και η ισχύς της υπόθεσής του ― Οι ίδιοι παράγοντες λαμβάνονται υπόψη και κατά το στάδιο της έφεσης μόνο που το βάρος του εφεσείοντος (ενάγοντος) σχετικά με την ισχύ της υπόθεσής του είναι πολύ μεγαλύτερο ― Κατά πόσο υπεράκτιες εταιρείες με έδρα την Κύπρο θεωρούνται ότι έχουν μόνιμη διαμονή στην Κύπρο για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας.

Οι εφεσίβλητοι-αιτητές (οι εφεσίβλητοι) καταχώρησαν αίτηση για κατάθεση ασφάλειας εξόδων από τους εφεσείοντες-καθ’ ων η αίτηση (οι εφεσείοντες) για ποσό £2722,05, που περιλαμβάνει τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας στα οποία έχουν καταδικαστεί οι εφεσείοντες και τα έξοδα της έφεσης.  Η αίτηση στηρίζεται στις πρόνοιες της Δ.60, θ.1, θ.5 και στην Δ.48, θ.1-3 και θ.9 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.

Η εφεσείουσα 1 είναι υπεράκτια εταιρεία και ο εφεσείων 2 είναι διοικητικός της σύμβουλος από την Ουκρανία, μόνιμος κάτοικος εξωτερικού.

[*1810]Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση οι εφεσίβλητοι αναφέρουν πως σε περίπτωση αποτυχίας της έφεσης, πράγμα που θεωρούν πολύ πιθανό, δεν θα μπορέσουν να εισπράξουν τα δικηγορικά τους έξοδα όπως συνέβηκε και με τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας.

Οι εφεσείοντες αναφέρουν στην ένστασή τους ότι οι εφεσίβλητοι δεν έχουν δείξει καλή υπεράσπιση και ότι η αίτηση είναι εκδικητική, καταπιεστική, συνιστά κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας και στοχεύει στην παρεμπόδιση προώθησης της κύριας απαίτησης που έχουν εναντίον τους. Ισχυρίζονται επίσης ότι οι εφεσίβλητοι δεν έχουν καταδείξει ότι σε περίπτωση αποτυχίας της έφεσης, οι εφεσείοντες, δεν θα είναι σε θέση να καταβάλουν τα έξοδα των εφεσιβλήτων.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Παρά το γεγονός ότι η Δ.35, θ.2 περιέχει πρόνοια η οποία ρυθμίζει το θέμα της ασφάλειας των εξόδων κατά την έφεση εντούτοις, η νομολογία αποδέχεται ότι οι πρόνοιες της Δ.60, θ.1 τυγχάνουν εφαρμογής και κατά τη διαδικασία της έφεσης με τους εφεσείοντα και εφεσίβλητο να υπέχουν θέση ενάγοντα και εναγομένου αντίστοιχα.

2.  Δεν επιβάλλεται η έκδοση διαταγής για τα έξοδα ο,ποτεδήποτε ο ενάγων είναι κάτοικος εξωτερικού.  Το θέμα ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, όπως υποδηλώνει ο όρος “may” (δύναται) που απαντάται στο πλαίσιο της Δ.60, θ.1, που ασκείται δικαστικά.

3.  Όταν διαπιστωθεί ότι ο ενάγων (εφεσείων) έχει τη συνήθη κατοικία του στο εξωτερικό, οι παράγοντες οι οποίοι λαμβάνονται υπόψη στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι κατ’ εξοχήν οι ακόλουθοι δύο:

α) η κατοχή εκ μέρους του ενάγοντα περιουσίας και

β) η ισχύς της υπόθεσής του.

     Οι ίδιοι λόγοι λαμβάνονται υπόψη και στην άσκηση της ίδιας εξουσίας στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας με την επιφύλαξη ότι το βάρος για την τεκμηρίωση εκ μέρους του ενάγοντα (εφεσείοντα) ισχυρής υπόθεσης είναι πολύ μεγαλύτερο ενόψει της ετυμηγορίας του Δικαστηρίου.

4.  Η εφεσείουσα, ως εταιρεία Διεθνών Επιχειρήσεων Περιορισμένης Ευθύνης εγγεγραμμένη στην Κύπρο και με έδρα της την Κύπρο, δεν πρέπει να θεωρείται για τους σκοπούς της παρούσας δια[*1811]δικασίας ότι έχει μόνιμη διαμονή αλλά αντίθετα, η εδώ διαμονή της είναι προσωρινή στην έννοια και για τους σκοπούς της Δ.60, θ.1.

5.  Οι εφεσείοντες δεν ισχυρίζονται ότι αδυνατούν να καταβάλουν τα έξοδα.  Το γεγονός ότι το ένταλμα κατάσχεσης και εκποίησης κινητής περιουσίας που εκδόθηκε εναντίον τους και επιστράφηκε ανεκτέλεστο δεν υποδηλώνει άνευ άλλου τινός ότι αδυνατούν να καταθέσουν ασφάλεια για τα έξοδα.  Από την άλλη όμως, η επιστροφή του εντάλματος ενισχύει ταυτόχρονα την υποψία ότι σε περίπτωση αποτυχίας της έφεσης οι εφεσίβλητοι θα υποστούν ζημιά αφού θα χάσουν τα έξοδά τους.

6.  Η παρούσα περίπτωση είναι κατάλληλη για έκδοση διατάγματος παροχής ασφάλειας για τα έξοδα.  Εκδίδεται διαταγή για κατάθεση £2.700 ασφάλειας για τα έξοδα.

Η αίτηση επιτράπηκε με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων.  Εκδόθηκε διαταγή ως ανωτέρω.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Serdobov κ.ά. ν. Russian Indep. Airlines S.A. (1998) 1 Α.Α.Δ. 1671,

Alahmari v. Alia Airline (1990) 1 A.A.Δ. 434,

Vincent David Conway v. Ηλία, Π.Ε. 11265 ημερ. 21.10.2002,

Geto Ltd v. Πλοίου Vaslyayev (Αρ. 3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 689,

Continental Ins. Co of Hampshire v. O’Regan (1998) 1(B) A.A.Δ. 1087,

Χαραλαμπίδης ν. Πέτρου κ.ά. (2003) 1 A.A.Δ. 1698,

Clarke v. Roche [1877] 25 W.R. 309.

Αίτηση.

Αίτηση από τους αιτητές-εφεσίβλητους για έκδοση δικαστικού διατάγματος για κατάθεση ασφάλειας εξόδων από τους εφεσείοντες/καθ’ων η αίτηση η οποία περιλαμβάνει τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας στα οποία έχουν καταδικαστεί οι καθ’ ων η αίτηση και ανέρχονται στις £1190,10 καθώς και τα έξοδα της έφεσης [*1812]τα οποία άσκησαν κατά της απόφασης του Ε.Δ. Λευκωσίας (Υπ. Αρ. 1349/02) ημερομηνίας 15/10/02 και τα οποία υπολογίστηκαν ότι θα ανέλθουν στις £1531,93.

Σπ. Ευαγγέλου, για τους Αιτητές-Εφεσίβλητους.

Ε. Κουδουνάρη για Ν. Πιριλλίδη, για τους Καθ’ ων η αίτηση-Εφεσείοντες.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:  Η υπό κρίση αίτηση, έχει ως αντικείμενο αίτημα των εφεσιβλήτων/αιτητών για κατάθεση ασφάλειας εξόδων από τους εφεσείοντες/καθ’ ων η αίτηση. Το προτεινόμενο ποσό ασφάλειας (£2722,05), περιλαμβάνει τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας στα οποία έχουν καταδικαστεί οι καθ’ ων η αίτηση  και ανέρχονται στις £1190,10 καθώς και τα έξοδα της έφεσης τα οποία, σύμφωνα με υπολογισμό, θα ανέλθουν  στις £1531,93.

Η εταιρεία STUDLAND HOLDINGS LTD, εφεσείουσα 1, είναι εγγεγραμμένη στο μητρώο εταιρειών Κύπρου από το 1998 ως υπεράκτια εταιρεία ή όπως μπορεί τώρα να ονομάζεται, σύμφωνα με σχετική εγκύκλιο (EC/D/1/01) της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, ως εταιρεία διεθνών επιχειρήσεων περιορισμένης ευθύνης. Ο εφεσείων 2 είναι από την Ουκρανία, μόνιμος κάτοικος εξωτερικού όπου και οι εμπορικές του επιχειρήσεις. Είναι επίσης ένας από τους διοικητικούς συμβούλους της εφεσείουσας εταιρείας.

Στην ένορκο δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, αναφέρεται ότι  αμφότεροι οι εφεσείοντες, παρέλειψαν να καταβάλουν τα επιδικασθέντα σε βάρος τους έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας και για την είσπραξή τους, οι εφεσίβλητοι/αιτητές εξέδωσαν ένταλμα κατάσχεσης της κινητής περιουσίας των εφεσειόντων το οποίο, επιστράφηκε ανεκτέλεστο επειδή, καθώς διαπιστώθηκε, οι εφεσείοντες στερούνται κινητής περιουσίας (βλ. το επισυνημμένο στην αίτηση τεκμ. Γ). Οι εφεσίβλητοι/αιτητές, φοβούνται πως σε περίπτωση αποτυχίας της έφεσης, πράγμα που θεωρούν πολύ πιθανό, δεν θα μπορέσουν να εισπράξουν τα δικηγορικά τους έξοδα όπως συνέβηκε και με τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας.

Οι εφεσείοντες/καθ’ ων η αίτηση, αναφέρουν στην ένστασή τους ότι οι εφεσίβλητοι/αιτητές δεν έχουν καταδείξει καλή υπερά[*1813]σπιση και ότι η αίτηση είναι εκδικητική, καταπιεστική, συνιστά κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας και στοχεύει στην παρεμπόδιση προώθησης  της γνήσιας απαίτησης που έχουν εναντίον τους. Λέγουν επίσης ότι οι εφεσίβλητοι/αιτητές δεν έχουν καταδείξει ότι σε  περίπτωση αποτυχίας της έφεσης δεν θα είναι σε θέση (οι εφεσείοντες) να καταβάλουν τα έξοδα των (εφεσιβλήτων/αιτητών).

Η αίτηση στηρίζεται στις πρόνοιες της Δ.60 θ.1, θ. 5 και στην Δ.48 θ. 1-3 και θ.9 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας (οι Θεσμοί). Η Δ.60.1 προβλέπει:

«A plaintiff (and in respect of a counter-claim which is not merely in the nature of a set-off, a defendant ordinarily resident out of Cyprus may, at any stage of the action, be ordered to give security for costs, though he may be temporarily resident in Cyprus.»

Παρά το γεγονός ότι η Δ.35 θ.2 περιέχει πρόνοια η οποία ρυθμίζει το θέμα της ασφάλειας των εξόδων κατά την έφεση εντούτοις, η νομολογία αποδέχεται ότι οι πρόνοιες της Δ.60.1 τυγχάνουν εφαρμογής και κατά τη διαδικασία της έφεσης με τους εφεσείοντα και εφεσίβλητο να υπέχουν θέση ενάγοντα και εναγομένου αντίστοιχα. Βλ. Serdobov κ.ά. ν. Russian Indep. Airlines S.A. (1998) 1 Α.Α.Δ. 1671, Alahmari v. Alia Airline (1990) 1 Α.Α.Δ. 434 και Vincent David Conway v. Νεόφυτου Ηλία, Π.Ε. 11265, ημερ. 21.10.2002.

Στην Alahmari (ανωτέρω) αναφέρθηκαν τα ακόλουθα στη σελίδα 436:

«Πράγματι δεν επιβάλλεται η έκδοση διαταγής για τα έξοδα ο,ποτεδήποτε ο ενάγων είναι κάτοικος εξωτερικού. Το θέμα ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, όπως υποδηλώνει ο όρος “may” (δύναται) που απαντάται στο πλαίσιο της Δ.60 κ1, που ασκείται δικαστικά. Το ίδιο υποστηρίζεται και από την αγγλική πρακτική, όπως συνοψίζεται στους Halsbury’s Laws of England (4th ed., Vol. 37, pp. 384-385)».

Στην ίδια πιο πάνω απόφαση λέχθηκαν επίσης και τα εξής:

«Όταν τεθεί το θεμέλιο για την άσκηση της δικαιοδοσίας, με τη διαπίστωση ότι ο ενάγων (εφεσείων) έχει τη συνήθη κατοικία του στο εξωτερικό, οι παράγοντες οι οποίοι λαμβάνονται υπόψη στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι κατεξοχή δύο, η κατοχή εκ μέρους του ενάγοντα [*1814]περιουσίας, και ιδίως ακίνητης (που δε μετακινείται εύκολα), στην Κύπρο, και η ισχύς της υπόθεσής του. Οι ίδιοι λόγοι λαμβάνονται υπόψη και στην άσκηση της ίδιας εξουσίας στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας με την εξής επιφύλαξη: Το βάρος για την τεκμηρίωση εκ μέρους του ενάγοντα (εφεσείοντα) ισχυρής υπόθεσης είναι πολύ μεγαλύτερο ενόψει της ετυμηγορίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου.»

Στην προκείμενη περίπτωση δεν έχει αμφισβητηθεί ότι ο εφεσείων 2 είναι κάτοικος εξωτερικού. Αναφορικά με την  εφεσείουσα 1, ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων με αναφορά στην Geto Ltd v. Πλοίου Vaslyayev (Aρ.3), (1993) 1 Α.Α.Δ. 689 (απόφαση Αρτεμίδη, Δ.) εισηγήθηκε ότι η εταιρεία έχει καθεστώς κάτοικου Κύπρου.

Στην Geto Ltd (ανωτέρω), η υπεράκτια εταιρεία η οποία ήταν εγγεγραμμένη στην Κύπρο με έδρα και γραφεία στη Λεμεσό, θεωρήθηκε ως κάτοικος Κύπρου για σκοπούς του κανονισμού 185 των Θεσμών Ναυτοδικείου και κατά συνέπεια δεν ήταν δυνατό να εκδοθεί εναντίον της διαταγή για παροχή ασφάλειας εξόδων.

Εταιρείες γνωστές ως Εταιρείες Διεθνών Επιχειρήσεων Περιορισμένης Ευθύνης (International Business Companies) όπως είναι η εφεσείουσα, οφείλουν, σύμφωνα με τις σχετικές πρόνοιες του περί Φόρου Εισοδήματος Νόμου 58/1961 και τροποποιήσεων, να πληρούν για την εγγραφή τους δύο βασικές προϋποθέσεις:

(α) Οι μετοχές τους να ανήκουν αμέσως ή εμμέσως αποκλειστικά σε αλλοδαπούς.

(β) Το εισόδημά τους να προέρχεται αποκλειστικά από πηγές του εξωτερικού.

Παρότι το εισόδημα των πιο πάνω εταιρειών υπόκειται σε φορολογία εντούτοις οι εν λόγω εταιρείες δεν διατηρούν απεριόριστη δυνατότητα απόκτησης ακίνητης περιουσίας στην Κύπρο ούτε και δικαιούνται να ασκούν εδώ επιχειρηματική δραστηριότητα. Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι ανά πάσα στιγμή έχουν ευχέρεια διαγραφής τους από το μητρώο των εταιρειών όταν κριθεί ότι αυτό εξυπηρετεί τα οικονομικά συμφέροντά τους, που, σε τελευταία ανάλυση, αποτελούν και τον πλέον ουσιαστικό λόγο της ύπαρξης τους ως νομικής οντότητας στην Κύπρο.

Εκ των πραγμάτων, η διαφορά η οποία υπάρχει μεταξύ των πιο [*1815]πάνω εταιρειών και των ημεδαπών, πάντοτε με αναφορά στο θέμα της μόνιμης κατοικίας για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας, νομίζουμε πως είναι εμφανής. Στις ημεδαπές εταιρείες οι μέτοχοι και μέλη των διοικητικών τους συμβουλίων είναι κατά κανόνα κύπριοι πολίτες μόνιμοι κάτοικοι Κύπρου έχοντες πλείστους όσους δεσμούς με τον τόπο, την ευημερία και ανάπτυξη της οικονομίας του. Αυτά τα στοιχεία ελλείπουν από τους αλλοδαπούς οι οποίοι, μέσω των εταιρειών διεθνών επιχειρήσεων που εγκαθιδρύουν στην Κύπρο, διευθύνουν τις επιχειρήσεις που διεξάγουν στο εξωτερικό. Ενόψει των όσων έχουν ήδη ειπωθεί, έχουμε την άποψη πως οι εταιρείες διεθνών επιχειρήσεων οι οποίες είναι εγγεγραμμένες στην Κύπρο και έχουν εδώ την έδρα τους δεν πρέπει να θεωρούνται για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας ότι έχουν εδώ μόνιμη διαμονή αλλά αντίθετα, θεωρούμε ότι η εδώ διαμονή τους είναι προσωρινή στην έννοια και για τους σκοπούς της Δ.60.1 (ανωτέρω).

Οι καθ’ ων η αίτηση εφεσείοντες δεν παρουσίασαν οποιαδήποτε στοιχεία που θα μπορούσαν βάσιμα να καταδείξουν ότι η έφεσή τους έχει πιθανότητα επιτυχίας ενώ ο ισχυρισμός τους ότι η έκδοση διατάγματος παροχής ασφάλειας για έξοδα θα καταστεί εμπόδιο προώθησης της γνήσιας απαίτησης που έχουν κατά των εφεσιβλήτων/αιτητών, παρέμεινε ατεκμηρίωτος. Εδώ πρέπει να επισημάνουμε ότι οι εφεσείοντες δεν επικαλούνται αδυναμία καταβολής των εξόδων των εφεσιβλήτων/αιτητών σε περίπτωση αποτυχίας της έφεσης οπότε, σε τέτοια περίπτωση θα ανέκυπτε  θέμα δικαιώματος πρόσβασης του ατόμου προς τη δικαιοσύνη το οποίο, καθηκόντως θα εξετάζαμε ως συναπτόμενο του άρθρου 30.2 του Συντάγματος και του άρθρου 6(1) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών που έχει κυρωθεί με το Νόμο 39/62. Βλ. Continental Ins. Co of Hampshire v. O’ Regan (1998) 1(Β) Α.Α.Δ. 1087, Vincent David Conway v. Νεόφυτου Ηλία, Π.Ε. 11265, ημερ. 21.10.2002 και Θεμιστοκλής Σ. Χαραλαμπίδης ν. Ιάκωβου Πέτρου κ.ά. (2003) 1 Α.Α.Δ. 1698. Αντίθετα, από ό,τι εξ αντιδιαστολής προκύπτει από την ένορκο δήλωση η οποία συνοδεύει την ένσταση, φαίνεται πως οι εφεσείοντες δεν ισχυρίζονται ότι αντιμετωπίζουν  αδυναμία καταβολής των εξόδων. Το γεγονός ότι το ένταλμα κατάσχεσης και εκποίησης κινητής περιουσίας που εκδόθηκε εναντίον των εφεσειόντων και επιστράφηκε ανεκτέλεστο δεν υποδηλώνει άνευ άλλου τινός ότι οι εφεσείοντες αδυνατούν να καταθέσουν ασφάλεια για τα έξοδα. Ενδεχομένως να διαθέτουν πόρους στο εξωτερικό που θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν για το συγκεκριμένο σκοπό. Επί αυτού του θέματος οι εφεσείοντες προτίμησαν τη σιωπή. Από την άλλη όμως, η επιστροφή του εντάλματος ενισχύει ταυτόχρονα την υποψία ότι σε περίπτωση αποτυχίας της έφεσης οι εφεσίβλητοι/αιτητές θα υποστούν ζημιά αφού θα χάσουν τα έξοδά τους, εξέλιξη η οποία δεν συνάδει με τους σκοπούς και την ορθή απονομή της δικαιοσύνης.

Η ευπαίδευτη συνήγορος των εφεσειόντων/καθ’ ων η αίτηση κατ’ επίκληση του άρθρου 17* της Συνθήκης μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ενωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών για Παροχή Νομικής Συνδρομής σε Θέματα Αστικού και Ποινικού Δικαίου – Κυρωτικός Νόμος αρ. 172 του 1986 (ημερ. 14.11.1986), εισηγήθηκε ότι το αίτημα για παροχή ασφάλειας εξόδων πρέπει να απορριφθεί ενόψει της επικρατέστερης των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας διάταξης του άρθρου 17 της Συνθήκης. Η εισήγηση δεν ευσταθεί. Η συγκεκριμένη Συνθήκη έπαυσε να βρίσκεται σε ισχύ μετά από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης το 1991 και τη διάσπασή της σε ανεξάρτητα κράτη, ένα από τα οποία και η Ουκρανία. Εξάλλου, η χρονική ισχύς της εν λόγω Συνθήκης καθορίστηκε (άρθρο 58) ότι θα ήταν κατ’ αρχήν για μια πενταετία από της έναρξης της ισχύος της και δεν έχει τεθεί ο,τιδήποτε ενώπιόν μας ότι η Συνθήκη έχει ανανεωθεί.

Εκτιμώντας την πραγματική κατάσταση όπως την έχουμε προδιαγράψει σε συνάρτηση προς τις αρχές οι οποίες διέπουν το θέμα, θεωρούμε ότι η περίπτωση είναι κατάλληλη για έκδοση διατάγματος παροχής ασφάλειας για τα έξοδα. Εχοντας υπόψη ότι τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας ανήλθαν στο ποσό των £1190.- και ότι τα καθ’ υπολογισμό έξοδα της έφεσης με βάση τον προκαταρκτικό κατάλογο εξόδων που υπέβαλαν οι αιτητές και ο οποίος,  παρέχει καλή ένδειξη του ύψους των εξόδων της συγκεκριμένης διαδικασίας, καταλήγουμε ότι ποσό £2700 για ασφάλεια εξόδων είναι λογικό υπό τις περιστάσεις. Παρενθετικά σημειώνουμε ότι στην Clarke v. Roche [1877] 25 W.R. 309 εκδόθηκε διάταγμα για ασφάλεια εξόδων σε παρόμοια περίπτωση όπου ο εφεσείων απέτυχε να πληρώσει ψηφισθέντα έξοδα στο πρωτόδικο δικαστήριο.

Κατόπιν των ανωτέρω και ενασκώντας τη διακριτική μας ευχέρεια εκδίδουμε διάταγμα διατάσσον τους εφεσείοντες να καταθέ[*1817]σουν στον Πρωτοκολλητή του Δικαστηρίου £2700 ή να του παραδώσουν τραπεζική εγγύηση για το ίδιο ποσό μέσα σε 45 ημέρες από σήμερα. Μέχρι την κατάθεση του ποσού σύμφωνα με τα πιο πάνω ή την εκπνοή του χρόνου που έχει οριστεί, η διαδικασία της έφεσης αναστέλλεται. Αν οι εφεσείοντες παραλείψουν να δώσουν την ασφάλεια εξόδων όπως έχουμε ορίσει, η έφεση θα θεωρείται ως εγκαταλειφθείσα και οι εφεσίβλητοι θα είναι ελεύθεροι να διεκδικήσουν τα έξοδα της έφεσης. Αν όμως υπάρξει συμμόρφωση με τη διαταγή ως προς την ασφάλεια των εξόδων το Πρωτοκολλητείο να θέσει την υπόθεση ενώπιον του Δικαστηρίου για ορισμό.

Η αίτηση επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων. Εκδίδεται διαταγή ως ανωτέρω για κατάθεση £2700 ασφάλειας για τα έξοδα.

Η αίτηση επιτρέπεται με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων. Εκδίδεται διαταγή ως ανωτέρω.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο