Καυκαρής Παναγής (Αρ. 1) (2004) 1 ΑΑΔ 315

(2004) 1 ΑΑΔ 315

[*315]28 Ιανουαρίου, 2004

[ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡO 155(4) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9

ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

(ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΗ ΚΑΥΚΑΡΗ (ΑΡ. 1), ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ HABEAS CORPUS,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3, 5, 6, 7, 13 ΚΑΙ 14 ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟΥ ΠΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ ΣΤΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑ, ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΕΚΔΙΚΑΣΗΣ ΤΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ 23069/87 ΚΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ – ΠΙΚΗΣ 1992 – ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΜΕΓΕΘΟΣ ΤΗΣ ΠΟΙΝΗΣ ΠΟΥ ΜΟΥ ΕΠΕΒΛΗΘΗ.

(Αίτηση Αρ. 2/2004)

 

Νομική αρωγή ― Αίτηση για νομική αρωγή αναφορικά με διαδικασία έκδοσης προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus ― Ο περί Νομικής Αρωγής Νόμος του 2002 (Ν. 165(Ι)/2002), Άρθρο 4(1)(β) ― Παροχή νομικής αρωγής σε «οποιαδήποτε άλλη διαδικασία ενώπιον δικαστηρίου το οποίο ασκεί ποινική δικαιοδοσία».  Κατά πόσο εκάλυπτε και την παρούσα υπόθεση.

Λέξεις και Φράσεις ― “Δικαστήριο”, στο Άρθρο 4(2) του περί Νομικής Αρωγής Νόμου του 2002 (Ν. 165(Ι)/2002).

Ερμηνεία νόμων ― Εφαρμοστέες αρχές ως προς την ερμηνεία νομοθετημάτων ― Σκοπός θέσπισης νόμου ― Αποτελεί σημαντικό παράγοντα για σκοπούς ορθής ερμηνείας του ― Η αυστηρή γραμματική ερμηνεία [*316]ανήκει στο παρελθόν.

Προνομιακά Εντάλματα ― Habeas Corpus ― Ποία η εμβέλεια του εν λόγω προνομιακού εντάλματος.

Ο αιτητής καταχώρησε ταυτόχρονα αίτηση για έκδοση εντάλματος Habeas Corpus και αίτηση για νομική αρωγή.  Ο εκπρόσωπος των καθ’ ων η αίτηση ήγειρε ένσταση στο αίτημα για νομική αρωγή υποστηρίζοντας ότι το διάταγμα Habeas Corpus θεωρείται πολιτική διαδικασία που δεν εμπίπτει στις πρόνοιες του περί Νομικής Αρωγής Νόμου του 2002 (Ν.165(Ι)/2002).  Υποστήριξε επίσης ότι «η παρούσα αίτηση δεν καλύπτεται από τις πρόνοιες του νόμου γιατί δεν προβάλλεται ισχυρισμός για παραβίαση δικαιωμάτων που προνοούνται στο μέρος ΙΙ του Συντάγματος, σε σχέση με το υπό εκδίκαση αδίκημα».

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Το θέμα της νομικής αρωγής διέπεται από τον περί Νομικής Αρωγής Νόμο του 2002 (Ν. 165(Ι)/2002). Το Άρθρο 4(1)(β) του Νόμου προβλέπει ότι παρέχεται νομική αρωγή σε «οποιαδήποτε άλλη διαδικασία ενώπιον δικαστηρίου το οποίο ασκεί ποινική δικαιοδοσία». Το Άρθρο 4(2) περιλαμβάνει και «το Ανώτατο Δικαστήριο όταν εξετάζει οποιοδήποτε θέμα ή σημείο που εγείρεται σε ποινική διαδικασία κατά την άσκηση της πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του».

2.  Το ερώτημα που εγείρεται είναι κατά πόσο στην παρούσα διαδικασία το Δικαστήριο αυτό εξετάζει οποιοδήποτε θέμα ή σημείο που εγείρεται σε ποινική διαδικασία κατά την άσκηση της πρωτοβάθμιας δικαιοδοσίας του. Η απάντηση στο ερώτημα εξαρτάται από την ερμηνεία του σχετικού νομοθετήματος και είναι θετική όταν αυτό ερμηνευθεί με βάση τους κανόνες ερμηνείας, ένας από τους οποίους είναι ο σκοπός του Νόμου.  Ο σκοπός για τον οποίο έχει θεσπιστεί ο Νόμος αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τους σκοπούς της ορθής ερμηνείας του.  Ο σκοπός του Νόμου σχετίζεται με το ανθρώπινο δικαίωμα της νομικής αρωγής το οποίο διασφαλίζεται από τα Άρθρα 12.5(γ) και 30.3(δ) του Συντάγματος. Εφόσον δε πρόκειται για ερμηνεία νομοθετήματος που σχετίζεται με ανθρώπινο δικαίωμα ακόμη και σε περίπτωση αμφιβολίας αυτή θα έπρεπε να λυθεί υπέρ του δικαιώματος του πολίτη.

Για τους πιο πάνω λόγους η παρούσα υπόθεση καλύπτεται από τις [*317]πρόνοιες του πιο πάνω Νόμου.

Η αίτηση για παροχή νομικής αρωγής έγινε δεκτή.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

E. Cirilli & A. Pantelides v. Metaforiki Eteria Dumpers (M.E.T.) Ltd a.o. (1979) 1 C.L.R. 794,

Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345,

Ξενοδοχειακές Επιχειρήσεις Πλάζα Λτδ κ.ά. ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Γερμασόγειας (1998) 3 Α.Α.Δ. 348,

Fina v. Republic, 4 R.S.C.C. 26,

Marangos a.o. v. Municipality Famagusta (1970) 3 C.L.R. 7,

Chilimintris v. Municipality Famagusta (1969) 3 C.L.R. 159.

Αίτηση.

Αίτηση από τον κρατούμενο στις Κεντρικές Φυλακές μετά από την καταδίκη του για τη διάπραξη ποινικού αδικήματος για έκδοση εντάλματος της φύσεως Habeas Corpus, με το οποίο να διατάσσεται η προσαγωγή του ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου για να ελεγχθεί η νομιμότητα της κράτησής του και να διαταχθεί η άμεση απόλυσή του καθώς και ταυτόχρονη αίτησή του για παροχή σ’ αυτόν νομικής αρωγής, σύμφωνα με τον περί Νομικής Αρωγής Νόμο, Ν.165(Ι)/02.

Αιτητής παρών προσωπικά.

Α. Μαππουρίδης, για τους Καθ’ ων η αίτηση.

Ex-tempore

ΚΑΛΛΗΣ, Δ.:  Με αίτηση που καταχώρησε την 8.1.2004 ο αιτητής ζήτησε την έκδοση εντάλματος της φύσεως Habeas Corpus, με το οποίο να διατάσσεται η προσαγωγή του ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου για να ελεγχθεί η νομιμότητα της κράτησης του και να διαταχθεί η άμεση απόλυση του.  Ταυτόχρονα καταχώρησε και αίτηση για νομική αρωγή συμπληρώνοντας το σχετικό έντυπο.

[*318]Ο ευπαίδευτος εκπρόσωπος των καθ’ ων η αίτηση ήγειρε ένσταση στο αίτημα για νομική αρωγή και το δικαστήριο έδωσε οδηγίες να καταχωρηθεί γραπτώς η ένσταση παρά την απουσία σχετικής ρητής πρόνοιας στους Κανονισμούς.  Αυτό εν όψει του γεγονότος ότι ο αιτητής δεν υπερασπίζεται από δικηγόρο και η γραπτή ένσταση θα του έδιδε την ευκαιρία να λάβει γνώση των λόγων της ένστασης εκ των προτέρων.  Παραθέτω τους λόγους της ένστασης:

«(α)  Η αίτηση της φύσεως Habeas Corpus είναι πολιτική διαδικασία η οποία περιλαμβάνει οποιαδήποτε διαδικασία εκτός από ποινική διαδικασία και με βάση το νόμο περί δικαστηρίων ποινική διαδικασία σημαίνει οποιαδήποτε διαδικασία κατά οποιουδήποτε προσώπου για επίτευξη τιμωρίας του για οποιοδήποτε αδίκημα.

(β)  Το διάταγμα Habeas Corpus θεωρείται επομένως πολιτική διαδικασία που δεν εμπίπτει στις πρόνοιες του Νόμου 165(Ι)/2002.

(γ)  Με βάση το άρθρο 5 του Νόμου 165(Ι)/2002 το Habeas Corpus δεν μπορεί να θεωρηθεί πολιτική διαδικασία ενώπιον δικαστηρίου σε οποιοδήποτε στάδιο που εγείρεται εναντίον της Δημοκρατίας για ζημιά που υπέστη πρόσωπο συνεπεία καθορισμένων παραβάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

(δ)  Αλλά ακόμη και αν θεωρηθεί ότι αποτελεί ποινική διαδικασία για παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πάλι δεν εμπίπτει στις πρόνοιες του πιο πάνω νόμου γιατί η ποινική διαδικασία πρέπει να εγείρεται από οποιοδήποτε πρόσωπο, σε περιπτώσεις όπου το υπό εκδίκαση αδίκημα αφορά καθορισμένες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

(ε)  Στο άρθρο 2 του πιο πάνω νόμου ανθρώπινα δικαιώματα ορίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα τα οποία διαφυλάσσονται από το Μέρος ΙΙ του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας και από τις διεθνείς συμβάσεις που παρατίθενται στον Πίνακα.

(ζ)  Ως εκ τούτου η παρούσα αίτηση δεν καλύπτεται από τις πρόνοιες του νόμου γιατί δεν προβάλλεται ισχυρισμός για παραβίαση δικαιωμάτων που προνοούνται στο μέρος ΙΙ του Συντάγματος σε σχέση με το υπό εκδίκαση αδίκημα.»

Η δικαιοδοσία για έκδοση του εντάλματος Habeas Corpus παρέχεται στο Ανώτατο Δικαστήριο από το άρθρο 155.4 του Συντάγματος. Στον περί Δικαστηρίων Νόμο του 1960 (Ν. 14/60), δεν υπάρχει ρητή αναφορά στη σχετική δικαιοδοσία.  Γίνεται αναφορά στις εξουσίες και την δικαιοδοσία που ανατίθεται στο Ανώτατο Δικαστήριο από το Σύνταγμα (βλ. αρ. 19 του Νόμου).

Στην έννομη τάξη της Κύπρου δεν υπάρχει νομοθετική πρόνοια που να καθορίζει τη φύση του εντάλματος Habeas Corpus.  Για το λόγο αυτό μπορούμε να αντλήσουμε καθοδήγηση από τα κρατούντα στην Αγγλία.

Στους Halsbury’s Laws of England, 3rd Ed., Vol. 11, para. 41 αναφέρεται ότι το ένταλμα Habeas Corpus εκδίδεται  σε όλες τις περιπτώσεις παράνομης στέρησης της προσωπικής ελευθερίας. Αναφέρεται, επίσης, ότι όπου η κράτηση ατόμου λαμβάνει χώραν δυνάμει διαδικασίας για ποινική αιτία ή υποτιθέμενη ποινική αιτία η δικαιοδοσία του δικαστηρίου και η κανονικότητα της φυλάκισης μπορούν να διερευνηθούν*.

Στην παράγραφο 52 του ιδίου συγγράμματος υποδεικνύεται ότι η θεραπεία Hapeas Corpus είναι εξίσου διαθέσιμη σε ποινικές και αστικές υποθέσεις νοουμένου ότι υπάρχει στέρηση προσωπικής ελευθερίας χωρίς νόμιμη εξουσιοδότηση**.

Το θέμα της νομικής αρωγής διέπεται από τον περί Νομικής Αρωγής Νόμο του 2002 (Ν. 165(Ι)/2002).  Το άρθρο 4(1) (β) του Νόμου προβλέπει ότι παρέχεται νομική αρωγή σε «οποιαδήποτε άλλη διαδικασία ενώπιον δικαστηρίου το οποίο ασκεί ποινική δικαιοδοσία».  Το άρθρο 4(2) περιέχει τον ορισμό του όρου «δικαστήριο» και περιλαμβάνει και «το Ανώτατο Δικαστήριο όταν εξετάζει οποιοδήποτε θέμα ή σημείο που εγείρεται σε ποινική διαδικασία κατά την άσκηση της πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του».

Εγείρεται λοιπόν το ερώτημα κατά πόσο στην παρούσα διαδικασία το Δικαστήριο αυτό εξετάζει οποιοδήποτε θέμα ή σημείο που εγείρεται σε ποινική διαδικασία κατά την άσκηση της πρωτοβάθμιας δικαιοδοσίας του. 

Στη παρούσα υπόθεση ο αιτητής κρατείται δυνάμει απόφασης αρμοδίου Δικαστηρίου ύστερα από την καταδίκη του για διάπραξη ποινικού αδικήματος.  Κρατείται επομένως δυνάμει διαδικασίας για ποινική αιτία (under process for criminal cause).  Το Δικαστήριο αυτό με το αιτητικό της αίτησης καλείται να εξετάσει την νομιμότητα της κράτησης, στην άσκηση της πρωτοβάθμιας δικαιοδοσίας του.  Εγείρεται το επόμενο ερώτημα κατά πόσο η εξέταση της νομιμότητας της κράτησης αποτελεί θέμα ή σημείο που εγείρεται σε ποινική διαδικασία. Ο όρος ποινική διαδικασία ορίζεται από το αρ. 2* του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155.  Ωστόσο θεωρώ ότι κατά την ερμηνεία του σχετικού όρου δεν μπορούμε να προσφύγουμε στην ερμηνεία που δίδεται από άλλο νομοθέτημα γιατί μια τέτοια πορεία έχει θεωρηθεί ανεπίτρεπτη από τη νομολογία (E. Cirilli & A. Pantelides v. Metaforiki Eteria Dumpers (M.E.T.) Ltd and Others (1979) 1 C.L.R. 794).  Πρέπει επομένως να επιχειρήσουμε ερμηνεία του σχετικού νομοθετήματος με βάση τους κανόνες ερμηνείας.  Ένας από αυτούς είναι ο σκοπός του Νόμου.  Τονίζεται συναφώς ότι ο σκοπός για τον οποίο έχει θεσπιστεί ο Νόμος αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τους σκοπούς της ορθής ερμηνείας του (βλ. Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345).  Πρόσθετα, καθώς έχει νομολογηθεί, η αυστηρή γραμματική ερμηνεία ανήκει στο παρελθόν και ότι η ερμηνεία με αναφορά στο σκοπό του νομοθετήματος έχει εδραιωθεί (βλ. Ξενοδοχειακές Επιχειρήσεις Πλάζα Λτδ κ.ά. ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Γερμασόγειας (1998) 3 Α.Α.Δ. 348).

Σε σχέση με τους σκοπούς του Νόμου σημειώνεται ότι πρόκειται για νομοθετική πρόνοια η οποία σχετίζεται με το ανθρώπινο δικαίωμα της νομικής αρωγής το οποίο διασφαλίζεται από τα αρ. 12.5(γ) και 30.3(δ) του Συντάγματος.

Σύμφωνα με το αρ. 4(1)(β) και (2) του Νόμου είναι δυνατή η παροχή νομικής αρωγής σε υποθέσεις στις οποίες το Ανώτατο Δικαστήριο κατά την άσκηση της πρωτοβάθμιας δικαιοδοσίας του εξετάζει θέμα ή σημείο που εγείρεται σε ποινική διαδικασία.

[*321]Όπως έχει υποδειχθεί το Δικαστήριο καλείται να εξετάσει το θέμα της νομιμότητας της κράτησης του αιτητή ύστερα από την καταδίκη του για διάπραξη ποινικού αδικήματος.  Έχω λάβει υπόψη το περιεχόμενο της ένστασης των καθ’ ων η αίτηση.  Περαιτέρω έχω λάβει υπόψη το λεκτικό της επίμαχης πρόνοιας σε συνάρτηση με τη φύση του εντάλματος Habeas Corpus (βλ. Halsbury’s Laws of England, πιο πάνω) και τους σκοπούς του σχετικού Νόμου.  Έχω την άποψη πως η παρούσα διαδικασία μπορεί να θεωρηθεί ως διαδικασία εξέτασης θέματος που εγείρεται σε ποινική διαδικασία κατά την άσκηση της πρωτοβάθμιας δικαιοδοσίας αυτού του Δικαστηρίου.  Υπενθυμίζεται ότι εφόσον πρόκειται για ερμηνεία νομοθετήματος που σχετίζεται με ανθρώπινο δικαίωμα ακόμη και σε περίπτωση αμφιβολίας αυτή θα έπρεπε να επιλυθεί υπέρ του δικαιώματος του πολίτη (Βλ. Fina v. Republic, 4 R.S.C.C. 26, Marangos and Others v. Municipality Famagusta (1970) 3 C.L.R. 7 και Chilimintris v. Municipality Famagusta (1969) 3 C.L.R. 159).  

Για τους πιο πάνω λόγους κρίνω ότι η παρούσα υπόθεση καλύπτεται από τις πρόνοιες του πιο πάνω Νόμου.

Η αίτηση για παροχή νομικής αρωγής έγινε δεκτή.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο