(2004) 1 ΑΑΔ 608
[*608]2 Μαρτίου, 2004
[ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ EMMANUEL OKTRU,
Αιτητής,
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1. ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ,
2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
3. ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ,
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
Καθ’ ων η αίτηση.
(Αίτηση Αρ. 19/2004)
Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Διατάγματα κράτησης και απέλασης ― Αίτηση για έκδοση εντάλματος Habeas Corpus προς απελευθέρωση του αιτητή ο οποίος εκρατείτο για σκοπούς απέλασης ― Απόρριψη αίτησης λόγω μη δυνατότητας άσκησης δικαστικού ελέγχου της νομιμότητας κράτησης για σκοπούς απέλασης με ένταλμα Habeas Corpus ― Υιοθέτηση των νομολογηθέντων στην υπόθεση Valentine Popa v. Δημοκρατίας ― Κατά πόσο είναι δυνατός ο δικαστικός έλεγχος παρατεταμένης κράτησης για σκοπούς απέλασης με ένταλμα Habeas Corpus.
Ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus με στόχο την απελευθέρωσή του από νόμιμη κράτηση στην οποία διατάχθηκε να παραμείνει μέχρι την απέλασή του. Ο αιτητής ισχυρίζετο ότι ήταν υπήκοος της Σιέρρα Λεόνε, ενώ στην πραγματικότητα ήταν υπήκοος της Μάλι και εισήλθε στην Κύπρο παράνομα. Υπέβαλε αίτηση για να αναγνωρισθεί ως Πρόσφυγας δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (Ν.6(1)/2000), η οποία απορρίφθηκε. Ο αιτητής δεν είναι κάτοχος διαβατηρίου ή άλλου ταξιδιωτικού εγγράφου και γι’ αυτόν τον λόγο δεν κατέστη δυνατή η απέλασή του.
Ο συνήγορος του αιτητή επικαλέσθηκε την απόφαση του Χατζηχαμπή, Δ. στην Khlaief (Αρ. 1) (2003) 1 Α.Α.Δ. 1402, υποστηρίζοντας ότι η κράτηση του αιτητή ήταν παρατεταμένη και γι’ αυτό εδικαιολογείτο [*609]η χορήγηση του αιτούμενου διατάγματος.
Το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι δεν είχε εξουσία να προβεί στο δικαστικό έλεγχο της νομιμότητας κράτησης για σκοπούς απέλασης του αιτητή με ένταλμα Habeas Corpus, υιοθετώντας τα νομολογηθέντα στην υπόθεση Valentine Popa v. Δημοκρατίας, Αίτηση 7/2000/14.1.2000 και των αυθεντιών που αναφέρονται σ’ αυτή επί του ιδίου θέματος. Αναφορικά με το θέμα της παρατεταμένης κράτησης για σκοπούς απέλασης το Ανώτατο Δικαστήριο παρέπεμψε στην απόφαση του Καλλή, Δ. στην υπόθεση Khlaief (Αρ. 2) (2003) 1 Α.Α.Δ. 1521 και αποφάνθηκε ότι ανεξάρτητα από το θέμα της δικαιοδοσίας, η παρατεταμένη κράτηση για σκοπούς απέλασης είναι επιλήψιμη μόνο όπου για το παρατεταμένο της κράτησης ευθύνεται η διοίκηση, κάτι που δεν συμβαίνει στην παρούσα υπόθεση.
Το Ανώτατο Δικαστήριο επιδίκασε τα έξοδα της αίτησης υπέρ του αιτητή επειδή δεν έλαβε γνώση του διατάγματος απέλασης και κράτησης όταν αυτό εκδόθηκε αλλά όταν του επιδόθηκε η ένσταση στην παρούσα αίτηση.
Η αίτηση απορρίφθηκε με έξοδα υπέρ του αιτητή.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Khlaief (Αρ. 1) (2003) 1 Α.Α.Δ. 1402,
Popa v. Δημοκρατίας, Αίτηση 7/2000, ημερ. 14.1.2000,
Khlaief (Αρ. 2) (2003) 1 Α.Α.Δ. 1521.
Αίτηση.
Αίτηση από τον αιτητή αλλοδαπό εναντίον του οποίου εκδόθηκε στις 12/12/03 διάταγμα κράτησης και απέλασης του από την Κύπρο για έκδοση διατάγματος Habeas Corpus με το οποίο να διατάζεται η άμεση απελευθέρωση του από τις Κεντρικές Φυλακές όπου κρατείται, λόγω του παρατεταμένου της κράτησης του.
Γ. Ερωτοκρίτου, για τον Αιτητή.
Γ. Γεωργαλλής, για τους Καθ’ ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
[*610]ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση ο αιτητής ζητά την πιο κάτω θεραπεία:
«Την έκδοση Εντάλματος Habeas Corpus ad Subjiciendum το οποίο να απευθύνεται προς την Αστυνομία για να παρουσιάσει τον αναφερόμενο EMMANUEL OKTRU, ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στη Λευκωσία, αμέσως μετά τη λήψη του παρόντος εντάλματος για να αφεθεί ελεύθερος και/ή αποφυλακισθεί.»
Σύμφωνα με την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση ο αιτητής γεννήθηκε στη Σιέρρα Λεόνε. Αποφάσισε να φύγει από τη χώρα του γιατί κινδύνευε η ζωή του. Έφθασε στην Κύπρο την 3.10.2000. Συνελήφθηκε από την Αστυνομία και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 25 ημερών. Το τί ακολούθησε στη συνέχεια παρατίθεται στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την ένσταση των καθ’ ων η αίτηση. Έχει ως εξής:
Ο αιτητής υπέβαλε αίτηση στην Αρχή Ασύλου της Κυπριακής Δημοκρατίας για παραχώρηση ασύλου. Του εκδόθηκε άδεια παραμονής μέχρι τις 10.12.2002. Η αίτηση του απορρίφθηκε στις 20.1.2003 γιατί η Αρχή Ασύλου πείσθηκε ότι η διαπίστωση του αρμόδιου Λειτουργού ότι η αίτηση του αιτητή είναι πρόδηλα αβάσιμη δυνάμει του άρθρου 12(1)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (Ν 6(Ι)/2000) ήταν ορθή.
Η επιστολή απόρριψης της αίτησης δεν επιδόθηκε στον αιτητή γιατί είχε εγκαταλείψει τον τόπο διαμονής του. Τα στοιχεία του καταχωρήθηκαν στον κατάλογο αναζητούμενων προσώπων.
Εναντίον της απόρριψης της αίτησης του ο αιτητής υπέβαλε έφεση στην ΥΑΗΕΠ (Υπάτη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες). Στις 20.10.2003 η ΥΑΗΕΠ αποφάσισε την απόρριψη της έφεσης του αιτητή. Σημείωσε ότι καθώς διαπίστωσε ο αιτητής δεν ήταν υπήκοος της Σιέρρα Λεόνε αλλά υπήκοος του Μάλι.
Σε κάποιο στάδιο ο αιτητής αναχώρησε από την Κύπρο για την Ελλάδα. Δεν του επετράπη η είσοδος γιατί το Αυστριακό Διαβατήριο που κατείχε ήταν πλαστό. Επανήλθε στην Κύπρο από 6.12.2003. Κρατήθηκε στην αίθουσα «R/L» (αίθουσα στην οποία κρατούνται πρόσωπα στα οποία απαγορεύεται η είσοδος στη Δημοκρατία) μέχρι να γίνουν περαιτέρω διευθετήσεις. Ανακρινόμενος ανάφερε πως περιήλθε στην κατοχή του το Αυστριακό Διαβατήριο. Μεταφέρθηκε από την αίθουσα R/L στα κρατητήρια Λευκωσίας και εναντίον του [*611]εκδόθηκαν διατάγματα κράτησης και απέλασης. Την ίδια ημέρα ο αιτητής συνελήφθηκε και οδηγήθηκε στα Αστυνομικά Κρατητήρια όπου κρατείται μέχρι σήμερα. Στις 12.12.2003 ενημερώθηκε σχετικά ο πρόξενος της Σιέρα-Λεόνε στην Κύπρο κ. Θεοχάρης Οικονομίδης και ζητήθηκε η έκδοση ταξιδιωτικού εγγράφου. Ο κ. Οικονομίδης επισκέφθηκε τον αλλοδαπό στα κρατητήρια και αφού διευθετήθηκε τηλεφωνική συνέντευξη με την πρέσβειρα της Σιέρα-Λεόνε στο Λονδίνο διαπιστώθηκε ότι δεν είναι υπήκοος της χώρας αυτής. Ο ίδιος εξακολουθεί να ισχυρίζεται ότι είναι υπήκοος της Σιέρα-Λεόνε. Η απέλαση του στο παρόν στάδιο είναι αδύνατη. Δεν κατέστη δυνατή καθώς δεν είναι κάτοχος διαβατηρίου ή άλλου ταξιδιωτικού εγγράφου. Από έρευνες δε που έγιναν από τον Πρόξενο της Σιέρα-Λεόνε στην Κύπρο επιβεβαιώθηκε το γεγονός ότι ο αλλοδαπός δεν είναι υπήκοος της Σιέρα-Λεόνε.
Ο κ. Γεωργαλλής, εκ μέρους των καθ’ ων η αίτηση, υπέβαλε ότι το ένταλμα Habeas Corpus δεν μπορεί να εκδοθεί γιατί στον αιτητή παρέχεται άλλη εναλλακτική θεραπεία και πιο ειδικά αυτή της προσβολής των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης με την διαδικασία που προβλέπει το Κυπριακό Σύνταγμα. Υπέβαλε, επίσης, ότι με την παρούσα αίτηση δεν μπορεί να εξεταστεί η νομιμότητα των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης ενόψει του ότι τέτοια εξέταση εμπίπτει στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου και υπόκειται σε αναθεώρηση μόνο με βάση το άρθρο 146.1 του Συντάγματος.
Ο κ. Ερωτοκρίτου, εκ μέρους του αιτητή, φαίνεται να αναγνωρίζει ότι το θέμα της κράτησης για σκοπούς απέλασης δεν ελέγχεται με ένταλμα Habeas Corpus. Υπέβαλε ωστόσο ότι εν όψει της αδυναμίας των καθ’ ων η αίτηση να προβούν στην απέλαση του αιτητή, με αποτέλεσμα η κράτηση του να καθίσταται παρατεταμένη πρέπει να χορηγηθεί το αιτηθέν διάταγμα. Πραγματικό βάθρο της εισήγησης αυτής είναι η θέση των καθ’ ων η αίτηση ότι στο παρόν στάδιο η απέλαση του αιτητή είναι αδύνατη γιατί δεν είναι κάτοχος διαβατηρίου ή άλλου ταξιδιωτικού εγγράφου (βλ. παραγ. 10 και 11 της ένορκης δήλωσης των καθ’ ων η αίτηση). Νομικό έρεισμα της εισήγησης ήταν η απόφαση του Χατζηχαμπή, Δ. στην Essa Murad Khlaief (Αρ. 1) (2003) 1 Α.Α.Δ. 1402 στην οποία λέχθηκαν τα εξής:
«Είναι η θεωρημένη μου γνώμη ότι, παρά την έλλειψη ρητής συνταγματικής ή νομοθετικής πρόνοιας επί τούτου, κράτηση διενεργούμενη προς το σκοπό απέλασης δεν μπορεί να είναι δυνητικά απεριόριστη αλλά περιορίζεται σε τέτοιο χρόνο που είναι εύλογος, λαμβανομένων υπ΄όψη όλων των περιστάσεων, για να γίνει η απέλαση. Η κράτηση είναι περιορισμός του συνταγματι[*612]κού δικαιώματος της ελευθερίας. Η απόκλιση επιτρέπεται από το Άρθρο 11.2(στ) “προς το σκοπό απελάσεως”. Δεν μπορεί να καθίσταται αυτοσκοπός με την επ’ αόριστο αναβολή της απέλασης, ούτε να απολήγει ουσιαστικά σε αδικαιολόγητη κράτηση. Γενομένη με την προοπτική της απέλασης, εξυπακούεται ότι η απέλαση θα γίνει εντός του ευλόγου χρόνου που απαιτείται προς διευθέτηση της. Άλλως, ο λόγος της συνέχισης της καταρρέει. Τούτο επιτάσσει δε όχι μόνο το όλο πνεύμα του Άρθρου 11 προς το σκοπό προστασίας των δικαιωμάτων του αλλοδαπού αλλά και η ίδια η επιδίωξη της απέλασης που είναι η άνευ χρονοτριβής αποκατάσταση της νομιμότητας με το ακραίο και αποτελεσματικό μέτρο της απομάκρυνσης του διαπιστωθέντος μη δικαιούμενου να ευρίσκεται στη Δημοκρατία αλλοδαπού.
Φρονώ λοιπόν ότι το Δικαστήριο κέκτειται εξουσία να ελέγξει τη νομιμότητα παρατεταμένης κράτησης προς απέλαση. Η εξουσία αυτή δε μόνο στα πλαίσια αίτησης habeas corpus μπορεί να ασκηθεί και να είναι αποτελεσματική.
........................................................................................................
Σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση βεβαίως, η κρίση επί του κατά πόσο η κράτηση έχει υπερβεί τον εύλογο χρόνο είναι κρίση πραγματική που πρέπει να λαμβάνει υπ΄όψη όλα τα ενώπιον του Δικαστηρίου δεδομένα. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως και πάντοτε, αυτή ταύτη η διάρκεια της κράτησης είναι σχετική. Τέσσερις μήνες δεν είναι μικρό διάστημα. Όμως δεν μπορεί να θεωρηθεί in abstracto. Πρέπει να συσχετισθεί προς τους λόγους της καθυστέρησης απέλασης και τις υφιστάμενες δυνατότητες διεκπεραίωσης της. Ενώπιον μου υπάρχει αναφορά στη δυσκολία που η διοίκηση αντιμετωπίζει ως προς τη χώρα στην οποία θα πρέπει να απελάσει τον Αιτητή. Έχει κάποια πληροφόρηση ότι ενδέχεται να είναι Ιορδανός στον οποίο εξεδόθη Ιορδανικό διαβατήριο με όνομα άλλο εκείνου το οποίο ο ίδιος λέγει ότι είναι το όνομα του. Είναι λογικό ότι χρειάζεται κάποιος χρόνος για επιβεβαίωση των πληροφοριών αυτών. Ούτε φαίνεται να είναι ευχερές, εν όψει των συνθηκών που επικρατούν στην Παλαιστίνη, να επιβεβαιωθεί ο ισχυρισμός του Αιτητή ότι είναι Παλαιστίνιος. Ο ίδιος δεν παρουσίασε οποιοδήποτε έγγραφο ως προς την ταυτότητα και χώρα προέλευσης του. Εν όψει τούτων, φρονώ ότι δεν μπορεί να συμπεράνω ότι έχει παρέλθει ο εύλογος χρόνος για κράτηση του Αιτητή προς το σκοπό απέλασης του στο στάδιο που εξετάζεται η παρούσα αίτηση, η οποία και απορρίπτεται.»
[*613]
Αναφορικά με την αδυναμία ελέγχου της νομιμότητας κράτησης για σκοπούς απέλασης με ένταλμα Habeas Corpus στην υπόθεση Valentine Popa v. Δημοκρατίας, Αίτηση 7/2000/14.1.2000 λέχθηκαν και τα εξής:
“Στην Πολιτίδης (1999) 1 Α.Α.Δ. 1256 κρίθηκε ότι το ζήτημα της κράτησης του αιτητή για σκοπούς απέλασης ‘εμπίπτει όχι στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου στο οποίο ανήκει το ένταλμα Habeas Corpus .... αλλά στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου που σημαίνει ότι θα μπορούσε να εξεταστεί μόνο στο πλαίσιο της Αναθεωρητικής Δικαιοδοσίας βάσει του άρθρου 146.1 του Συντάγματος’.
Συμφωνώ με τα νομολογηθέντα στην Πολιτίδης και τα υιοθετώ. Το ένταλμα Habeas Corpus αποτελεί θεραπεία που χορηγείται δυνάμει του άρθρου 155.4 του Συντάγματος. Καθώς έχει νομολογηθεί η εξουσία για χορήγηση διαταγμάτων δυνάμει του άρθρου 155.4 καλύπτει τα ζητήματα εκείνα τα οποία δεν εμπίπτουν εντός της δικαιοδοσίας που έχει δημιουργηθεί από το άρθρο 146.1 του Συντάγματος (Βλ. Haros v. Republic 4 R.S.C.C. 39, Vassiliou and Another v. Police Disciplinary Committee (1979) 1 C.L.R. 46).
Εφόσον η νομιμότητα των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, η οποία στην ουσία αποτελεί και το μόνο επίδικο ζήτημα της παρούσης διαδικασίας, εμπίπτει εντός της δικαιοδοσίας που έχει δημιουργηθεί από το άρθρο 146.1 του Συντάγματος, το δικαστήριο δεν έχει εξουσία να προβεί σε δικαστικό έλεγχο της νομιμότητας των πιο πάνω διαταγμάτων με διάταγμα Habeas Corpus. Περαιτέρω η αναστολή των πιο πάνω διαταγμάτων θα μπορούσε να εξεταστεί μόνο στα πλαίσια προσφυγής δυνάμει του άρθρου 146.1 του Συντάγματος.»
Υιοθετώ τα νομολογηθέντα στις πιο πάνω υποθέσεις. Κρίνω ότι η κράτηση του αιτητή για σκοπούς απέλασης δεν ελέγχεται με ένταλμα Habeas Corpus. Έπεται πως η παρούσα αίτηση δεν μπορεί να πετύχει και απορρίπτεται.
Αναφορικά με το ζήτημα της παρατεταμένης κράτησης στην Khlaief (Αρ. 2) (2003) 1 Α.Α.Δ. 1521, έθεσα το θέμα ως εξής:
«Δεν χρειάζεται να διατυπώσω τελική άποψη επί του κατά πόσο το Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία να ελέγξει τη νομιμότητα παρατεταμένης κράτησης προς απέλαση. Τούτο γιατί η αίτηση δεν θα μπο[*614]ρούσε να πετύχει έστω και αν υφίστατο τέτοια δικαιοδοσία. Οι λόγοι είναι οι εξής:
Το εύλογο της περιόδου κράτησης για σκοπούς απέλασης πρέπει να εξετάζεται σε συνάρτηση με τα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης. Στην παρούσα υπόθεση οι καθ΄ ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι η απέλαση του αιτητή δεν έχει καταστεί δυνατή γιατί ο αιτητής δεν έχει δώσει τα στοιχεία που χρειάζονται για διακρίβωση της χώρας στην οποία πρέπει να απελαθεί.
Η έλλειψη των πληροφοριών που επικαλούνται οι καθ’ ων η αίτηση οφείλεται σε παράλειψη του αιτητή. Αυτή η έλλειψη πληροφοριών αποτελεί τον μοναδικό λόγο για την μη έγκαιρη απέλαση του αιτητή. Ούτως εχόντων των πραγμάτων θεωρώ ότι ο αιτητής δεν μπορεί να οικοδομήσει επί των δικών του παραλείψεων. Δεδομένης της έλλειψης των στοιχείων τα οποία είναι απαραίτητα για την διεκπεραίωση της απέλασης αυτό που τυγχάνει εξεταστέο είναι κατά πόσο οι καθ’ ων η αίτηση έχουν ενεργήσει με εύλογο τρόπο προς την κατεύθυνση της εξασφάλισης των αναγκαίων στοιχείων. Με βάση τα γεγονότα της παρούσας αίτησης θεωρώ ότι οι καθ’ ων η αίτηση έχουν ενεργήσει με εύλογο τρόπο.»
Ανεξάρτητα από το θέμα της δικαιοδοσίας έχω την άποψη πως η παρατεταμένη κράτηση για σκοπούς απέλασης είναι επιλήψιμη μόνο όπου για το παρατεταμένο της κράτησης ευθύνεται η διοίκηση. Εδώ τα στοιχεία τα οποία έδωσε ο αιτητής σχετικά με την υπηκοότητα του έχουν εξετασθεί και από την ΥΑΗΕΠ, η οποία έχει διαπιστώσει ότι είναι ανακριβή – δεν είναι υπήκοος της Σιέρα-Λεόνε αλλά υπήκοος του Μάλι. Ο αιτητής. εισήλθε στην Κύπρο παράνομα. Η αίτηση του για να αναγνωρισθεί ως Πρόσφυγας, δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (Ν 6(Ι)/2000) απορρίφθηκε. Πρόσθετα ο αιτητής δεν είναι κάτοχος διαβατηρίου ή άλλου ταξιδιωτικού εγγράφου. Η απέλαση του δεν κατέστη δυνατή λόγω της έλλειψης διαβατηρίου ή άλλου ταξιδιωτικού εγγράφου. Επομένως δεν ευθύνεται η διοίκηση για τη μη πραγματοποίηση της απέλασης. Ευθύνεται ο ίδιος ο αιτητής ο οποίος δεν μπορεί να οικοδομήσει επί των δικών του αδυναμιών ή παραλείψεων. Έπεται πως η αίτηση δεν μπορεί να εγκριθεί για τους λόγους που έχει επικαλεσθεί ο ευπαίδευτος συνήγορος του – παρατεταμένο της κράτησης. Ακολουθεί πως η αίτηση πρέπει ν’ απορριφθεί.
Ο κ. Ερωτοκρίτου παραπονέθηκε ότι ενώ το διάταγμα απέλασης και κράτησης εκδόθηκε στις 12.12.2003 ο αιτητής έλαβε γνώση του διατάγματος στις 26.2.2004 όταν του επιδόθηκε η ένσταση στην πα[*615]ρούσα αίτηση. Ο κ. Γεωργαλλής δεν ήταν σε θέση να διαφωτίσει το Δικαστήριο σε σχέση με το κατά πόσο ο αιτητής είχε λάβει γνώση ή όχι του πιο πάνω διατάγματος σε ενωρίτερο στάδιο. Δεν έχω επομένως ικανοποιηθεί ότι ο αιτητής έλαβε γνώση του διατάγματος προ της 26.2.2004 – ημερ. καταχώρισης της ένστασης. Ως εκ τούτου ο κανόνας ότι τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα δεν θα τύχει εφαρμογής. Επιδικάζονται τα έξοδα της αίτησης υπέρ του αιτητή όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η�αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του αιτητή.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο