(2004) 1 ΑΑΔ 1278
[*1278]9 Ιουλίου, 2004
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΧΑΤΖΗΠΑΥΛΟΥ,
Εφεσείουσα-Ενάγουσα,
v.
1. ΤΟΝΙΑΣ ΙΝΤΖΙΡΤΖΙΑΝ,
2. ΧΡΙΣΤΟΥ ΑΡΓΥΡΟΥ,
3. ΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΥ,
Εφεσιβλήτων-Εναγομένων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11063)
Αμέλεια ― Αρχή res ipsa loquitur ― Προϋποθέσεις εφαρμογής της ― Άρθρο 55 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148 ― Βάρος αποδείξεως ― Μετατόπιση του βάρους αποδείξεως στον εναγόμενο ο οποίος πρέπει να αποδείξει ότι το ζημιογόνο συμβάν δεν ήταν αποτέλεσμα της δικής του αμέλειας ― Η αρχή res ipsa loquitur δεν τυγχάνει εφαρμογής όπου ο ενάγων επιχειρεί με την προσαγωγή μαρτυρίας εμπειρογνωμόνων να αποδείξει την αμέλεια.
Αποζημιώσεις ― Αξίωση γενικών και ειδικών αποζημιώσεων για ζημιές που είχαν προκληθεί στο διαμέρισμα της ενάγουσας από τη διαρροή νερού που, κατ’ ισχυρισμόν, προερχόταν από διαμέρισμα στον όροφο πάνω από αυτό ― Επιδίκαση κατ’ έφεση ποσού αντιπροσωπεύοντος τις πραγματικές ζημιές που είχαν προκληθεί στο διαμέρισμα.
Με την αγωγή της η εφεσείουσα αξίωνε αποζημιώσεις από τους εφεσίβλητους για ζημιά που προκλήθηκε στο διαμέρισμά της (διαμέρισμα 208) από την διαρροή νερού που, καθώς ισχυρίσθηκε, προερχόταν από το διαμέρισμα των εφεσιβλήτων στον πιο πάνω όροφο (διαμέρισμα 307).
Η εφεσείουσα με την μαρτυρία της υποστήριξε ότι επισκέφθηκε με αρχιτέκτονα το διαμέρισμα των εφεσιβλήτων, στον οποίο έδωσε οδηγίες να εξετάσει από που προέρχονταν οι ζημιές και αν μπορούσαν να επιδιορθωθούν, όπου διαπίστωσε υγρασία στο μπάνιο, και επίσης ανάβλυσμα νερού κοντά στην αποχέτευση του μπάνιου. Ο αρχιτέκτονας με τη μαρτυρία του υποστήριξε επίσης την ύπαρξη υγρα[*1279]σίας στο πάτωμα του μπάνιου και στην ανοικτή τρύπα του μπάνιου, και συμπέρανε ότι οι ζημιές στο διαμέρισμα της εφεσείουσας προκλήθηκαν από τη διαρροή νερού από το μπάνιο του διαμερίσματος 307.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η εφεσείουσα απέτυχε να αποδείξει ότι η διαρροή προερχόταν από το διαμέρισμα των εφεσιβλήτων και απέρριψε την αγωγή. Για το Δικαστήριο παρέμεινε αδιευκρίνιστο από που προήλθε η υγρασία στο διαμέρισμα της εφεσείουσας. Επιπρόσθετα το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η εφεσείουσα απέτυχε να αποδείξει τις ζημιές που ισχυρίστηκε ότι είχε υποστεί και ότι η αρχή res ipsa loquitur δεν ετύγχανε εφαρμογής.
Με την παρούσα έφεση η εφεσείουσα αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης για διάφορους λόγους που αφορούν την μη αποδοχή της μαρτυρίας της εφεσείουσας και του εμπειρογνώμονά της, την απόρριψη της θέσης της ότι ετύγχανε εφαρμογή η αρχή res ipsa loquitur, καθώς και τα συμπεράσματα του Δικαστηρίου ότι η εφεσείουσα δεν απέδειξε τις ζημιές που είχε υποστεί και τις ειδικές ζημιές που είχε υποστεί.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η πρωτόδικη προσέγγιση ότι η αρχή res ipsa loquitur δεν μπορούσε να εφαρμοστεί γιατί η εφεσείουσα απέτυχε να αποδείξει το συμβάν που είχε οδηγήσει στην πρόκληση των ζημιών που ισχυριζόταν, είναι ορθή. Η απόδειξη του συμβάντος ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για να μεταφερθεί το βάρος της απόδειξης στους ώμους των εφεσιβλήτων για να αποδείξουν ότι δεν ήταν αμελείς. Ανεξάρτητα από την πιο πάνω προσέγγιση η αρχή res ipsa loquitur δεν θα μπορούσε να εφαρμοστεί αφού είχε δοθεί και απορριφθεί μαρτυρία από εμπειρογνώμονα, ο οποίος προσπάθησε να καθορίσει την αιτία πρόκλησης των ζημιών.
2. Η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με την αξιοπιστία του εμπειρογνώμονα της εφεσείουσας δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή. Ο μάρτυς είχε καταθέσει για τις έρευνες που είχε διεξάγει προσωπικά και ήταν θετικός ως προς τις διαπιστώσεις του. Η απόρριψη της μαρτυρίας του είναι εσφαλμένη.
3. Οι πραγματικές ζημιές της εφεσείουσας, όπως αυτές είχαν αρχικά υπολογισθεί από τον αρχιτέκτονά της και τα πρόσωπα τα οποία διεξήγαγαν τις απαραίτητες επιδιορθώσεις των ζημιών ανέρχονται σε £700. Για το ποσό αυτό εκδίδεται απόφαση υπέρ της εφεσείουσας.
[*1280]
4. Η αξίωση της εφεσείουσας για γενικές αποζημιώσεις £1.500 για την ενόχληση, ταλαιπωρία και ανησυχία που έχει υποστεί δεν μπορεί να γίνει δεκτή ενόψει του ότι το διαμέρισμα ήταν ακατοίκητο, αφού η εφεσείουσα κατοικούσε στην Αθήνα.
Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα, τόσο πρωτόδικα, όσο και κατ’ έφεση. Εκδόθηκε αποφαση ως ανωτέρω.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Αθανασίου κ.ά., ως διαχειριστές της περιουσίας του Σάββα Αθανασίου, αποβιώσαντος ν. Κουνούνη (1997) 1 Α.Α.Δ. 614.
Έφεση.
Έφεση από την ενάγουσα - ιδιοκτήτρια διαμερίσματος στη Λευκωσία κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 20/2/01 (Αρ. Αγωγής 1774/96) με την οποία απέρριψε την αγωγή της για αποζημιώσεις λόγω ζημιών τις οποίες υπέστη το διαμέρισμά της από διαρροή νερού προερχόμενη από το υπερκείμενο διαμέρισμα ιδιοκτησίας της εναγόμενης 3 το οποίο ενοικιάζετο από την εναγόμενη 1 αφού έκρινε ότι παρέμεινε αδιευκρίνιστο το από πού προήλθε η υγρασία στο διαμέρισμά της.
Γρ. Θαλασσινός για Α. Ευτυχίου, για την Εφεσείουσα.
Π. Πετράκης, για την Εφεσίβλητη 1.
Λ. Βραχίμης, για τους Εφεσίβλητους 2 και 3.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Τ. Ηλιάδης.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.:
(α) Τα γεγονότα και η πρωτόδικη απόφαση.
Η εφεσείουσα (Αικατερίνη Χατζηπαύλου) ήταν η ιδιοκτήτρια του υπ’ αρ. 208 διαμερίσματος που βρίσκεται σε πολυκατοικία στην οδό Γ. Δροσίνη, κοντά στο γνωστό κινηματοθέατρο Παλλάς, στη [*1281]Λευκωσία. Η γ΄ εφεσίβλητη (Νίκη Πολυκάρπου) ήταν η ιδιοκτήτρια του υπ’ αρ. 307 διαμερίσματος που βρισκόταν πάνω από το διαμέρισμα της εφεσείουσας και ο β΄ εφεσίβλητος (Χρίστος Αργυρού) σύζυγος της γ΄ εφεσίβλητης. Η α΄ εφεσίβλητη ήταν, κατά τους ουσιώδεις χρόνους της παρούσας διαδικασίας, ενοικιάστρια από το 1994 του υπ’ αρ. 307 διαμερίσματος.
Όταν η εφεσείουσα που κατοικούσε μόνιμα στην Ελλάδα ήλθε στην Κύπρο στις 20/10/94, διαπίστωσε στην οροφή του διαμερίσματος της μια υγρή κηλίδα και αφού προέβηκε σε μερικές έρευνες, παραπονέθηκε για τούτο στο β΄ εφεσίβλητο ο οποίος της υποσχέθηκε ότι θα επιδιόρθωνε την όποια βλάβη στην υδραυλική εγκατάσταση του διαμερίσματος. Η εφεσείουσα έφυγε από την Κύπρο στις 4/11/94 και επέστρεψε επτά περίπου μήνες αργότερα, στις 24/6/95. Όταν εισήλθε στο διαμέρισμα της βρήκε, κατά τους ισχυρισμούς της, μια φρικτή κατάσταση αφού διαπίστωσε ότι υπήρχαν ζημιές στους εξωτερικούς και εσωτερικούς τοίχους, όπως επίσης και σε ένα εντοιχισμένο ερμάρι και ότι τα ρούχα που υπήρχαν μέσα είχαν καταστραφεί. Κατόπιν νομικής συμβουλής έδωσε οδηγίες στον αρχιτέκτονα Βάσο Χρίστου για να εξετάσει από πού προέρχονταν οι ζημιές και αν μπορούσαν να επιδιορθωθούν.
Ο πιο πάνω κατέθεσε στο Δικαστήριο ότι επισκέφθηκε μαζί με την εφεσείουσα το διαμέρισμα 307 της γ΄ εφεσίβλητης όπου παρατήρησε ότι στο μπάνιο είχαν αφαιρεθεί μερικά κεραμικά, ότι υπήρχε υγρασία στο πάτωμα, όπως επίσης και ένας κουβάς (σίκλα) με νερό. Όταν τοποθέτησε το χέρι του στην ανοιχτή τρύπα του μπάνιου διαπίστωσε ότι υπήρχε υγρασία και συμπέρανε ότι οι ζημιές στο διαμέρισμα της εφεσείουσας προκλήθηκαν από τη διαρροή νερού από το μπάνιο του διαμερίσματος 307. Καταθέτοντας για το ίδιο θέμα η εφεσείουσα, που ήταν μαζί του, ανέφερε ότι όχι μόνο υπήρχε υγρασία, αλλά κοντά στην αποχέτευση του μπάνιου “ανάβλυζε νερό” μέσα στο μπάνιο. Καταθέτοντας για την κατάσταση στο δωμάτιο του μπάνιου, ο β΄ εφεσίβλητος (που ενεργούσε σαν διαχειριστής της συζύγου του γ΄ εφεσίβλητης), ανέφερε ότι όταν ειδοποιήθηκε από κάποιο Bill Wilson (που ενεργούσε σαν υπεύθυνος της πολυκατοικίας και ο οποίος αργότερα απέθανε) ότι είχε παρουσιαστεί ένα πρόβλημα σε ένα διαμέρισμα του β΄ ορόφου και ότι έπρεπε να εξεταστεί η αποχέτευση των μπάνιων, ο μάρτυς ειδοποίησε ένα υδραυλικό ο οποίος αφού μετακίνησε μερικά κεραμικά, βρήκε από κάτω από αυτά ξηρή άμμο με αποτσίγαρα. Δεν υπήρχε υγρασία στο μπάνιο αλλά κατόπιν συμβουλής του υδραυλικού άλλαξαν το μπρούντζινο σίγμα της αποχέτευσης. Αφού ακολούθως διαπίστωσαν ότι δεν υπήρχε διαρροή νερού, ο μάρτυς βρήκε μετά από μερι[*1282]κές μέρες τα κατάλληλα κεραμικά και τα τοποθέτησε στη θέση εκείνων που είχαν αφαιρεθεί. Η επίσκεψη της εφεσείουσας και του αρχιτέκτονα της φαίνεται ότι έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια εκείνου του χρονικού διαστήματος πριν από την αναπλήρωση των κεραμικών που είχαν αφαιρεθεί.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η εφεσείουσα απέτυχε να αποδείξει ότι η διαρροή προερχόταν από το διαμέρισμα των εφεσιβλήτων και απέρριψε την αγωγή. Για το Δικαστήριο παρέμεινε αδιευκρίνιστο από πού προήλθε η υγρασία στο διαμέρισμα της εφεσείουσας. Επιπρόσθετα το πρωτόδικο Δικαστήριο σημείωσε στη σχετική απόφαση του ότι η εφεσείουσα απέτυχε να αποδείξει τις ζημιές που ισχυρίστηκε ότι είχε υποστεί και ότι ο κανόνας Res ipsa loquitur (το γεγονός μιλά από μόνο του) δεν ετύγχανε εφαρμογής στην παρούσα περίπτωση.
(β) Οι λόγοι της έφεσης.
Με την παρούσα έφεση η εφεσείουσα αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης για διάφορους λόγους που συμπεριλαμβάνουν ισχυρισμούς ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν δέχθηκε ότι εφαρμοζόταν ο κανόνας Res ipsa loquitur, ότι λανθασμένα δεν αποδέχθηκε τη μαρτυρία ότι η υγρασία στο διαμέρισμα της εφεσείουσας προήλθε από το διαμέρισμα της εφεσείουσας, άνκαι ορισμένες πτυχές της μαρτυρίας της είχαν γίνει αποδεκτές, ότι λανθασμένα δεν αποδέχθηκε τη μαρτυρία της εφεσείουσας, που ήταν αξιόπιστη, ότι λανθασμένα δεν αποδέχθηκε τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα της εφεσείουσας, ότι λανθασμένα κατέληξε σε συμπέρασμα ότι η εφεσείουσα δεν απέδειξε τις ζημιές που είχε υποστεί και ότι λανθασμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εφεσείουσα δεν απέδειξε τις ειδικές ζημιές που είχε υποστεί.
(i) Εφαρμογή του κανόνα Res ipsa loquitur.
Η εφεσείουσα ισχυρίζεται ότι οι εφεσίβλητοι είχαν το βάρος να αποδείξουν ότι δεν ήταν αμελείς και τούτο γιατί στην παρούσα περίπτωση εφαρμοζόταν ο κανόνας Res ipsa loquitur. Υπήρχε μαρτυρία ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το διαμέρισμα των εφεσιβλήτων βρισκόταν πάνω από το διαμέρισμα της εφεσείουσας, ότι στο διαμέρισμα των εφεσιβλήτων υπήρχε υγρασία και ότι μετά την εκ μέρους του β΄ εφεσίβλητου ενέργεια να αλλάξει το σίγμα στο μπάνιο του διαμερίσματος δεν υπήρχε πλέον υγρασία.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η πιο πάνω αρχή δεν μπορούσε να εφαρμοσθεί γιατί η εφεσείουσα απέτυχε να αποδείξει [*1283]το συμβάν που είχε οδηγήσει στην πρόκληση των ζημιών που ισχυριζόταν. Η απόδειξη του συμβάντος ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για να μεταφερθεί το βάρος της απόδειξης στους ώμους των εφεσιβλήτων για να αποδείξουν ότι δεν ήταν αμελείς.
Το άρθρο 55 του Κεφ. 148 που έχει προσδώσει μια νομοθετική κάλυψη στον πιο πάνω κανόνα του κοινοδικαίου, προνοεί ότι όταν σε μια αγωγή αποδεικνύεται ότι,
(α) Ο ενάγων δεν είχε τα μέσα να γνωρίζει πώς συνέβηκε το ατύχημα και
(β) Η ζημιά προκλήθηκε από ένα αντικείμενο που βρισκόταν κάτω από τον αποκλειστικό έλεγχο του εναγομένου και η ζημιά είναι περισσότερο συνεπής με αμέλεια εξάσκησης εύλογης φροντίδας εκ μέρους του εναγομένου,
εφαρμόζεται η αρχή Res ipsa loquitur και το βάρος μετατοπίζεται στους ώμους του εναγομένου για να αποδείξει ότι οι λεπτομέρειες του ατυχήματος αποκλείουν αμέλεια εκ μέρους του.
Στην παρούσα περίπτωση η πρωτόδικη προσέγγιση ότι η εφεσείουσα απέτυχε να αποδείξει ότι η πρόκληση των ισχυριζόμενων ζημιών οφειλόταν στην υγρασία που υπήρχε στο μπάνιο των εφεσιβλήτων και διοχετεύθηκε στο διαμέρισμα της εφεσείουσας είναι ορθή. Ανεξάρτητα από την πιο πάνω προσέγγιση πρέπει να σημειωθεί ότι ο κανόνας δεν μπορούσε να εφαρμοσθεί αφού είχε δοθεί και απορριφθεί μαρτυρία από εμπειρογνώμονα, ο οποίος προσπάθησε να καθορίσει ότι οι ζημιές που προκλήθηκαν οφείλονταν στην υγρασία που είχε παρατηρήσει στο μπάνιο των εφεσιβλήτων. (Βλέπε Κυριακή Αθανασίου κ.ά. ως διαχειριστές της περιουσίας του Σάββα Αθανασίου, αποβιώσαντος ν. Αντώνη Κουνούνη (1997) 1 Α.Α.Δ. 614).
Η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.
(ii) Λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αποδέχθηκε τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα και λανθασμένα δεν κατέληξε στο συμπέρασμα ως προς την πηγή προέλευσης της υγρασίας.
Η εφεσείουσα ισχυρίζεται ότι το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι παρέμεινε αδιευκρίνιστο από πού προήλθε η υγρασία στο διαμέρισμα της εφεσείουσας είναι λανθασμένο. Είναι η θέση [*1284]της εφεσείουσας ότι υπήρχε ικανοποιητική μαρτυρία πάνω στην οποία το Δικαστήριο θα μπορούσε να καταλήξει σε εύρημα ότι η υγρασία προερχόταν από το διαμέρισμα των εφεσιβλήτων, και ότι η απόρριψη της μαρτυρίας του εμπειρογνώμονα της ήταν λανθασμένη.
Σύμφωνα με τον εμπειρογνώμονα της εφεσείουσας το διαμέρισμα της εφεσείουσας βρίσκεται στο β΄ όροφο μιας τετραώροφης πολυκατοικίας, με αριθμό 208, ενώ εκείνο των εφεσιβλήτων στο γ΄ όροφο με τον αριθμό 307, ακριβώς πάνω από το διαμέρισμα της εφεσείουσας. Ο μάρτυς επισκέφθηκε τα πλησιέστερα διαμερίσματα τόσο στο β΄ όσο και στο γ΄ όροφο της πολυκατοικίας, όπου δεν διαπίστωσε οποιαδήποτε ανωμαλία. Όμως στο διαμέρισμα της εφεσείουσας ο μάρτυς διαπίστωσε ότι υπήρχε μια οσμή υγρασίας και μούχλας. Οι τοίχοι ήταν βρεγμένοι και σε κάποια σημεία υπήρχαν μαυρίσματα, όπως επίσης και μύκητες. Τα ξύλα της εντοιχισμένης ντουλάπας είχαν επηρεαστεί και στην ίδια τη ντουλάπα υπήρχαν είδη ρωγμών. Ακολούθως ο μάρτυς μαζί με την εφεσείουσα επισκέφθηκαν το υπ’ αρ. 307 διαμέρισμα των εφεσιβλήτων που βρισκόταν ακριβώς πάνω από το διαμέρισμα της εφεσείουσας. Η τότε ενοικιάστρια του 307 διαμερίσματος τους επέτρεψε να εισέλθουν και τους παραπονέθηκε “για βλάβες που παρουσίασαν τα υδραυλικά της στο μπάνιο με νερά που χύθηκαν στα πατώματα”. Ο μάρτυς μπήκε στο μπάνιο του διαμερίσματος όπου διαπίστωσε ότι υπήρχε υγρασία κάτω στο πάτωμα και ένας κουβάς (σίκλα) με ποσότητα νερού και με ένα φλόκο μέσα στον κουβά. Ο μάρτυς παρατήρησε ότι στο μπάνιο υπήρχε μια τρύπα στο κάτω μέρος της μπανιέρας, έβαλε το χέρι του μέσα στην τρύπα και όταν το έβγαλε έξω το χέρι του ήταν υγρό. Ο μάρτυς αφού έλαβε υπόψη την υγρασία που υπήρχε στο δωμάτιο του μπάνιου, τις σωλήνες του μπάνιου που ήταν παλιές, την υγρασία που υπήρχε μέσα στην τρύπα του μπάνιου, το γεγονός ότι το μπάνιο του διαμερίσματος 307 απείχε μόνο 3½ μέτρα από το διαμέρισμα της εφεσείουσας και ότι στα άλλα πλησιέστερα διαμερίσματα δεν υπήρχε οποιαδήποτε ανωμαλία, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι “τα αίτια της υγρασίας προήλθαν από τις βλάβες της μπανιέρας”. Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τη μαρτυρία του πιο πάνω γιατί μεταξύ άλλων ο μάρτυς ανέφερε ότι η υγρασία μπορεί να κινείται μέσα στα στερεά σώματα προς τα πάνω ή προς τα κάτω, δεξιά ή αριστερά, γιατί δεν γνώριζε αν υπήρχαν μηχανήματα μέτρησης της υγρασίας και γιατί δεν μπορούσε να αποκλείσει την πιθανότητα ότι η διαρροή θα μπορούσε να προκύψει από άλλο διαμέρισμα ή από τις υδροροές της πολυκατοικίας ή από τους ανοικτούς διαδρόμους.
Η αναφορά από το πρωτόδικο Δικαστήριο για την κίνηση της [*1285]υγρασίας και για την άγνοια του μάρτυρος ότι υπήρχαν μηχανήματα μέτρησης της υγρασίας είναι ορθή. Όμως η αναφορά ότι ο μάρτυς δεν μπορούσε να αποκλείσει ότι η διαρροή θα μπορούσε να προκύψει από άλλο διαμέρισμα ή από τις υδροροές της πολυκατοικίας ή από τους ανοικτούς διαδρόμους λόγω βροχής, δεν συνάδει με τη μαρτυρία που έχει δοθεί.
Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με την αξιοπιστία του εμπειρογνώμονα δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή. Ο μάρτυς κατέθεσε για τις δικές του έρευνες που είχε διεξάγει προσωπικά και ήταν θετικός ως προς τις διαπιστώσεις του, αφού επισκέφθηκε όλα τα παρακείμενα διαμερίσματα όπως επίσης και εκείνο των εφεσιβλήτων και η απόρριψη της μαρτυρίας του κρίνεται ως λανθασμένη.
Προβληματιστήκαμε ως προς την πορεία που θα πρέπει να λάβει η παρούσα διαδικασία έχοντας υπόψη τα δικαιώματα των διαδίκων, το χρονικό διάστημα που έχει παρέλθει για τη συμπλήρωση της δικαστικής διαδικασίας και τα υπόλοιπα επίδικα θέματα που συμπεριλαμβάνουν τον καθορισμό ειδικών αποζημιώσεων. Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω έχουμε καταλήξει στην απόφαση να προβούμε στα δικά μας συμπεράσματα με βάση τη μαρτυρία που έχει δοθεί.
Προς απόδειξη των ζημιών που είχε υποστεί η εφεσείουσα κάλεσε τον Αρχιτέκτονα Βάσο Χρίστου, ο οποίος επισκέφθηκε το διαμέρισμα της εφεσείουσας και προέβηκε σε μια εκτίμηση των ζημιών που είχαν προκύψει. Ο μάρτυρας ανέφερε ότι το ύψος των ζημιών ανερχόταν σε £800 αλλά αντεξεταζόμενος παραδέχθηκε ότι είχε “πέσει έξω κατά £100”. Η εφεσείουσα κάλεσε επιπρόσθετα τα πρόσωπα τα οποία προέβηκαν στις σχετικές επιδιορθώσεις του διαμερίσματος.
Ο Μ.Ε.5, Σόλων Στυλιανού (βαφέας) κατέθεσε ότι έβαψε “σχεδόν όλο” το διαμέρισμα έναντι του ποσού των £300. Ο Μ.Ε.6, Νίκος Κυρμίζης (ξυλουργός) κατέθεσε ότι άλλαξε τα ερμάρια στα οποία λόγω της υγρασίας είχαν εμφανιστεί μύκητες. Τα ερμάρια αυτά βρίσκονταν μέσα στην κουζίνα και το διάδρομο και για τις εργασίες αυτές ο μάρτυρας πληρώθηκε £648. Συνολικά δηλαδή η εφεσείουσα πλήρωσε £948.
Μέσα στα πιο πάνω πλαίσια έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι πραγματικές ζημιές της εφεσείουσας, όπως αυτές είχαν υπολογισθεί αρχικά από τον αρχιτέκτονα της και τα πρόσωπα τα οποία διεξήγαγαν τις απαραίτητες εργασίες, που ήταν αναγκαίες λόγω της [*1286]υγρασίας, ανέρχονταν σε £700.
Η εφεσείουσα ζήτησε επίσης την καταβολή £1.500 υπό τύπο γενικών αποζημιώσεων για την ενόχληση, ταλαιπωρία και ανησυχία που έχει υποστεί. Έχοντας υπόψη ότι το διαμέρισμα ήταν ακατοίκητο αφού η εφεσείουσα κατοικούσε στην Αθήνα, έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η απαίτηση αυτή δεν μπορεί να γίνει δεκτή.
Συνακόλουθα η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Εκδίδεται απόφαση υπέρ της εφεσείουσας για £700, με έξοδα τόσο πρωτόδικα όσο και κατ’ έφεση, όπως αυτά θα υπολογισθούν από το Πρωτοκολλητείο.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα, τόσο πρωτόδικα, όσο και κατ’ έφεση. Εκδόθηκε απόφαση ως ανωτέρω.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο