Λογγίνος Παναγιώτης Χαραλάμπους ν. Θέκλας Λογγίνου και Άλλης (2005) 1 ΑΑΔ 74

(2005) 1 ΑΑΔ 74

[*74]18 Iανουαρίου, 2005

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΛΟΓΓΙΝΟΣ,

Εφεσείων,

v.

1. ΘΕΚΛΑΣ ΛΟΓΓΙΝΟΥ,

2. ΓΙΑΝΝΑΣ ΖΩΔΙΑΤΗ,

Εφεσιβλήτων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11637)

 

Μαρτυρία ― Αξιολόγηση μαρτυρίας ― Έφεση κατά των διαπιστώσεων του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε αγωγή για διεκδίκηση ποσού από πρώην σύζυγο σε σχέση με την ανέγερση και επίπλωση κατοικίας ― Απορρίφθηκε, δεν στοιχειοθετήθηκε λόγος επέμβασης στην κρίση του Δικαστηρίου.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή του εφεσείοντος εναντίον της εφεσίβλητης 1, πρώην συζύγου του, και της εφεσίβλητης 2 θυγατέρας της εφεσίβλητης 1, με την οποία ο εφεσείων διεκδικούσε το ποσό των £73.450 σε σχέση με την ανέγερση και επίπλωση κατοικίας σε οικόπεδο που ανήκε στην εφεσίβλητη 2.  Το Δικαστήριο με εκτεταμένη αιτιολογία, απέρριψε τη μαρτυρία του εφεσείοντος πως πλήρωσε οτιδήποτε σε σχέση με τις διεκδικήσεις του.

Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση προβάλλοντας τους ακόλουθους λόγους:

1) Η μαρτυρία της εφεσίβλητης 1 αναφορικά με την πηγή των χρημάτων ανέγερσης της κατοικίας ήταν αντίθετη προς τους ισχυρισμούς της στην υπεράσπιση, που και μεταξύ τους ήταν αντιφατικοί, και δεν έπρεπε να είχε ληφθεί υπόψη.

2) Η μαρτυρία του εκτιμητή των εφεσιβλήτων αναφορικά με το κόστος ανέγερσης της οικοδομής περιείχε αδυναμίες και δεν ήταν δυνατό να χρησιμοποιηθεί ως βάση για διαπιστώσεις ως προς το κόστος.

[*75]

3) Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε σε διαπίστωση – όπως άλλωστε δέχθηκε και η εφεσίβλητη 1 – ότι έχει ξοδέψει και ο ίδιος κάποια χρήματα για την οικοδομή και θα έπρεπε να του δώσει θεραπεία.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Η μαρτυρία της εφεσίβλητης 1, όπως αυτή εισάχθηκε χωρίς ένσταση, αξιολογήθηκε και δεν έχει τεκμηριωθεί λάθος, μάλιστα τέτοιας σημασίας στο πλαίσιο του συνόλου, που να επιτρέπει παρέμβαση του Εφετείου.

2.  Η μαρτυρία του εκτιμητή των εφεσιβλήτων εισάχθηκε χωρίς ένσταση και η αντεξέτασή του κυρίως αναφερόταν στο περιεχόμενο όσων, κατά ειδική γνώση, υποστήριζε.  Ο σχετικός λόγος έφεσης στερείται υπόβαθρου.

3.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο είναι γενικά σε πιθανότητα που αναφερόταν. Η μαρτυρία του εφεσείοντος, που ούτως ή άλλως είχε απορριφθεί ως αναξιόπιστη, δεν προσφερόταν για εξειδίκευση κάποιου ποσού, έξω από την εν γένει διεκδίκησή του.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από τον ενάγοντα κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού που δόθηκε στις 30/1/03 (Αρ.�Αγωγής 1238/95) με την οποία απέρριψε την αγωγή του με την οποία διεκδικούσε από την εναγόμενη 1, πρώην σύζυγό του και τη θυγατέρα της από προηγούμενο γάμο, εναγόμενη 2, ποσό £73.450.- το οποίο, κατ’ ισχυρισμό, δαπάνησε για την ανέγερση και επίπλωση κατοικίας σε οικόπεδο το οποίο ανήκε στην εναγόμενη 2.

Xρ. Πουργουρίδης, για τον Εφεσείοντα.

Γ. Χριστοφίδης, για τις Εφεσίβλητες.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Γ. Κωνσταντινίδη.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων και η εφεσίβλητη 1 ήταν [*76]σύζυγοι. Μέχρι το 1994 διέμεναν σε διαμέρισμα της εφεσίβλητης 1 μαζί με την εφεσίβλητη 2, θυγατέρα της πρώτης, τον υιό του εφεσείοντα, επίσης από προηγούμενο γάμο και τον υιό που απέκτησαν μαζί το 1992. Έπαυσαν να συζούν το 1994 και το 1999 εκδόθηκε διαζύγιο.

Με αγωγή που καταχωρήθηκε το 1998, ο εφεσείων διεκδίκησε από τις εφεσίβλητες το ποσό των £73.450 σε σχέση με την ανέγερση και επίπλωση κατοικίας σε οικόπεδο που ανήκε στην εφεσίβλητη 2. Τις £71.450 ως ποσό που δάνεισε ή που δαπάνησε χωρίς χαριστική πρόθεση. Τις υπόλοιπες £2.000 ως την αξία προσωπικών του υπηρεσιών και υλικών.

Οι εφεσίβλητες αρνήθηκαν κάθε συνεισφορά του εφεσείοντα.  Εγνώριζε ο εφεσείων σε ποιόν ανήκε το οικόπεδο, δεν κατέβαλε ή δαπάνησε οπoιοδήποτε ποσό, δεν πρόσφερε οποιεσδήποτε υπηρεσίες ή αν πρόσφερε κάποιες, που θα έπρεπε να τις αποδείξει, το έκαμε χαριστικώς, με δική του πρωτοβουλία και η αγωγή ήταν η αντίδρασή του στην άρνηση της εφεσίβλητης 1 να τον δεχτεί στο σπίτι μετά τη διάστασή τους και τη διεκδίκηση από αυτόν, με αγωγή, ενοικίων για δυο καταστήματά της που εκείνος χρησιμοποιούσε.

Τελικά, κατά τη μαρτυρία του εφεσείοντα όπως τη συνοψίζει το πρωτόδικο δικαστήριο, τα ποσά που πλήρωσε ανέρχονταν στο ποσό των £43.941 στο οποίο ενδεχομένως περιλαμβανόταν και το επιπρόσθετο ποσό που αξίωνε ξεχωριστά. Έδωσε κάποιες εξηγήσεις σε σχέση με τη διαφορά και κάλεσε 19 μάρτυρες, κυρίως προς δυο κατευθύνσεις.  Για να αποδείξει με τη μαρτυρία διαφόρων που κατά τον ισχυρισμό του πρόσφεραν εργασία για την κατοικία, πληρωμών που έκαμε ο ίδιος, έναντι αποδείξεων. Και για να θεμελιώσει πως μετά τη διάσταση του ζεύγους, στην παρουσία τριών φίλων που κατέθεσαν, ο πατέρας της εφεσίβλητης παραδέχθηκε ενώπιόν τους πως "όλα τα έξοδα για την κατοικία τα πλήρωσε εκείνος ".

Το πρωτόδικο δικαστήριο, με εκτεταμένη αιτιολογία, απέρριψε τη μαρτυρία του εφεσείοντα ως εντελώς αναξιόπιστη. Χαρακτήρισε ως σκέψεις εκ των υστέρων τους ισχυρισμούς του πως πλήρωσε οτιδήποτε στο πλαίσιο των διεκδικήσεών του. Σε σχέση δε με τους μάρτυρες που κατ’ ισχυρισμό πληρώθηκαν από τον εφεσείοντα έναντι αποδείξεων τις οποίες κατέθεσε ως τεκμήρια, επισήμανε το γεγονός πως αυτές οι αποδείξεις, όπως διαπιστώθηκε, ετοιμάστηκαν από τον ίδιο τον εφεσείοντα πολύ μεταγενέστερα, επειδή "έτσι τους ανέφερε ο ενάγοντας" ενώ οι ίδιοι οι μάρτυρες δεν είχαν στοιχεία.  Και ως προς τον περαιτέρω άξονα της υπόθεσης, για την παραδοχή [*77]του πατέρα της εφεσίβλητης, στην παρουσία της, κατέληξε πως επρόκειτο για προσπάθεια να βοηθηθεί ο εφεσείοντας με ισχυρισμούς οι οποίοι, για λόγους που εξήγησε, ήταν εντελώς αναξιόπιστοι.

Κατέληξε το πρωτόδικο δικαστήριο, αφού σχολίασε και τη μαρτυρία των μαρτύρων που οι δυο πλευρές κάλεσαν ως ειδικούς σε σχέση με το κόστος για την ανέγερση της κατοικίας με βάση τις εκ των υστέρων εκτιμήσεις τους, πως η εφεσίβλητη είπε την αλήθεια.  Επομένως, απέρριψε την αγωγή.

Με τους λόγους έφεσης και τα επ’ αυτών συγκεκριμένα επιχειρήματα του εφεσείοντα στο περίγραμμα της αγόρευσής του και ενώπιόν μας, δεν αμφισβητείται οτιδήποτε σε σχέση με την προσέγγιση του πρωτόδικου δικαστηρίου αναφορικά με την αξία της μαρτυρίας των προσώπων που εκ των υστέρων υπέγραψαν αποδείξεις που ετοίμασε ο εφεσείων και, περαιτέρω, την αξιοπιστία των μαρτύρων για την κατ’ ισχυρισμό παραδοχή του πατέρα της εφεσίβλητης. Ούτε οτιδήποτε σε σχέση με τους λόγους για τους οποίους, όπως εξήγησε το πρωτόδικο δικαστήριο, ο εφεσείων ήταν αναξιόπιστος. Αυτά τα ζητήματα βρίσκονται έξω από την εμβέλεια της έφεσης.

Οι τρεις πρώτοι λόγοι της έφεσης, όπως αναπτύχθηκαν, αφορούν σε ειδικά σημεία σχετιζόμενα με τη μαρτυρία της εφεσίβλητης 1, με την εισήγηση πως, ενόψει της σημασίας τους, ανεξάρτητα από οτιδήποτε άλλο, θα έπρεπε να διαταχθεί επανεκδίκαση. Στο επίκεντρο τοποθετούνται οι παράγραφοι 7 και 13 της υπεράσπισης των εφεσιβλήτων  αναφορικά με την πηγή των χρημάτων με τα οποία, κατά τον ισχυρισμό της, η εφεσίβλητη 1 ανήγειρε την κατοικία. Είναι η θέση του εφεσείοντα ότι η μαρτυρία της  εφεσίβλητης 1 ήταν αντίθετη προς τους ισχυρισμούς της στην υπεράσπιση, που και μεταξύ τους ήταν αντιφατικοί, και πως, συνεπώς, δεν θα έπρεπε να είχε εισαχθεί ή εν πάση περιπτώσει να είχε ληφθεί υπόψη.  Ιδίως η μαρτυρία της πως χρησιμοποιήθηκαν και χρήματα από λογαριασμό ξένου συναλλάγματος που διατηρούσε και η αναφορά της μόνο σε ένα δάνειο.

Δεν έχουμε ικανοποιηθεί πως δικαιολογείται παρέμβασή μας πάνω σε τέτοια βάση. Στην παράγραφο 7 οι εφεσίβλητες προβάλλουν τον ισχυρισμό πως "η εν λόγω κατοικία εκτίσθη και με ειδικό δάνειο το οποίο  έκαμε η εναγόμενη 1 για το οποίο  εξακολουθεί να πληρώνει μηνιαίες δόσεις". Και στην παράγραφο 13 ότι η εφεσίβλητη 1 "έχει προσωπικά ενεργήσει να εξεύρει χρήματα από τον πατέρα της Νικόλα Παντελή και από το Συνεργατικό Ταμιευτήριο Αγ. [*78]Φυλάξεως και άλλα τραπεζικά ιδρύματα με ειδικά δάνεια για τα οποία εξακολουθεί να είναι προσωπικά υποχρεωμένη".  Υπάρχει, βεβαίως, διαφορά μεταξύ των δυο παραγράφων η οποία όμως δεν διευκρινίστηκε με δικονομικό διάβημα και δεν θα μπορούσαμε να δεχτούμε πως, ενόψει της διατύπωσής τους, εδικαιολογείτο αποκλεισμός μαρτυρίας, μάλιστα εκ των υστέρων από το ίδιο το Δικαστήριο αφού δεν υπήρξε καν ένσταση κατά την εισαγωγή της. Ούτως ή άλλως δάνειο υπήρξε κατά τη μαρτυρία της εφεσίβλητης και τα περί την αναφορά σε περισσότερα δάνεια μόνο σε σχέση με την αξιοπιστία θα ήταν ενδεχομένως σχετικά. Σημειώνουμε εδώ πως αντεξετάστηκε συναφώς η εφεσίβλητη 1 και πως έδωσε απαντήσεις. Σε σχέση δε με τα χρήματα από το λογαριασμό ξένου συναλλάγματος δεν μπορούμε και να παραγνωρίσουμε τη γενικότητα της παραγράφου 7 που αναφέρεται και σε δάνειο, εννοώντας και άλλες πηγές και, πάντως, την εξήγηση πως οι καταθέσεις σ’ αυτό το λογαριασμό έγιναν από τον ίδιο τον πατέρα της, στον οποίο η παράγραφος 13 αναφέρεται ειδικά. Η μαρτυρία, όπως αυτή εισάχθηκε χωρίς ένσταση, αξιολογήθηκε και δεν έχει τεκμηριωθεί λάθος, μάλιστα τέτοιας σημασίας στο πλαίσιο του συνόλου, που να επιτρέπει παρέμβασή μας.

Ο τέταρτος λόγος έφεσης αφορά στον εκτιμητή Α. Πολυκάρπου που κάλεσαν οι εφεσίβλητες. Όπως και ο επιμετρητής που κάλεσε ο εφεσείων, αναφέρθηκε στους υπολογισμούς του αναφορικά με το κόστος για την ανέγερση της οικοδομής. Αυτά, βεβαίως, στην περίπτωση και των δυο, με εκ των υστέρων παρατηρήσεις. Ενώπιόν μας, κατά την ακρόαση, έγινε αναφορά και σε αδυναμίες της μαρτυρίας του εκτιμητή των εφεσιβλήτων, με την εισήγηση πως δεν ήταν δυνατό να χρησιμοποιηθεί ως βάση για διαπιστώσεις ως προς το κόστος. Όμως, με τον τέταρτο λόγο έφεσης, δεν εγείρεται τέτοιο θέμα. Αυτός, όπως και το περίγραμμα αγόρευσης, εξαντλείται στην άποψη πως, ελλείψει στοιχείων για τα προσόντα του, δεν έπρεπε ο Α. Πολυκάρπου να θεωρηθεί ως εμπειρογνώμονας. Οπότε η μαρτυρία του θα έπρεπε να αγνοηθεί.

Εν πρώτοις, ο Α. Πολυκάρπου εξ αρχής εξήγησε πως ήταν διπλωματούχος εκτιμητής – επιμετρητής και αναφέρθηκε στην επαγγελματική του εμπειρία. Η μαρτυρία του εισάχθηκε χωρίς οποιανδήποτε ένσταση και η αντεξέτασή του κυρίως αναφερόταν στο περιεχόμενο όσων, κατά ειδική γνώση, υποστήριζε. Δεν υπάρχει υπόβαθρο που θα μπορούσε να στηρίξει τον τέταρτο λόγο έφεσης.

Με το περίγραμμα της αγόρευσης του εφεσείοντα και ενώπιόν μας, εγέρθηκε ένα τελευταίο θέμα. Το πρωτόδικο δικαστήριο είχε [*79]στο τέλος παρατηρήσει και τα ακόλουθα:

"Είναι πολύ πιθανόν ο ενάγοντας να έχει ξοδέψει κάποια χρήματα για την οικοδομή, όπως άλλωστε δέχθηκε και η εναγομένη 1, όμως όχι στα πλαίσια συμφωνίας μαζί της υπό την ιδιότητα της ως κηδεμόνα της εναγομένης 2, αλλά στα πλαίσια της συζυγικής σχέσης που είχαν και που εκφεύγει της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου".

Ο ισχυρισμός του εφεσείοντα είναι, θα λέγαμε, ιδιότυπος.  Υποστήριξε πως δεν εδικαιολογείτο τέτοια διαπίστωση αφού ουδέποτε η εφεσίβλητη 1, είτε με την υπεράσπισή της είτε με τη μαρτυρία της, δέχθηκε κάτι τέτοιο. Υποδείξαμε κατά την ακρόαση πως, σε τέτοια περίπτωση, το παράπονο θα αναμενόταν να προέλθει από την ίδια την εφεσίβλητη 1 που, αντίθετα προς τη μαρτυρία της, εμφανίστηκε να δέχτηκε δαπάνη από τον εφεσείοντα. Η εναλλακτική θέση του εφεσείοντα ήταν πως, αφού το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε σε τέτοια διαπίστωση, θα έπρεπε να του δώσει  και θεραπεία.

Και να θεωρούσαμε πως ο λόγος έφεσης 1(γ) εγείρει το θέμα, η εισήγηση στηρίζεται στη θεώρηση πως υπήρχε συγκεκριμένη διαπίστωση ενώ το πρωτόδικο δικαστήριο είναι γενικά σε πιθανότητα που αναφερόταν. Περαιτέρω, ενώ η εισήγηση υποβάλλεται κατ’ επίκληση πλέον της πρωτόδικης απόφασης, θέλει να τη χρησιμοποιήσουμε μόνο κατά το ένα σκέλος της. Παραγνωρίζοντας τα όσα περαιτέρω αναφέρονται ως αναιρετικά όποιας προοπτικής στο πλαίσιο της ανά χείρας αντιδικίας. Και, τελικά, το γεγονός ότι η μαρτυρία του εφεσείοντα, που ούτως ή άλλως είχε απορριφθεί ως αναξιόπιστη, δεν προσφερόταν για εξειδίκευση κάποιου ποσού, έξω από την εν γένει διεκδίκησή του. Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο