Μοντάνιος & Μοντάνιος ν. Αρτέμιδος Κωνσταντίνου Τουμαζή (το γένος Α. Τρικωμίτη) και Άλλου (2005) 1 ΑΑΔ 333

(2005) 1 ΑΑΔ 333

[*333]28 Φεβρουαρίου, 2005

[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 11.10.2000 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΥ ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑΚΗΣ ΑΜΟΙΒΗΣ ΤΟΥ ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΕΛΑΧΙΣΤΩΝ ΟΡΙΩΝ

ΑΜΟΙΒΗΣ ΤΩΝ ΑΣΚΟΥΝΤΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΙΑΝ (ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑΚΑΙ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΣ

ΤΟΥ 1985-1999, ΚΑΝ. 14, 15, 16 & 16Α,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑΣ ΝΟΜΟ, ΚΕΦ.  4,

ΑΡΘΡΟ 20 ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟΥΣ

(ΑΡ. 14/60 κ.ά.), ΑΡΘΡΑ 36 & 37,

 

ΜΟΝΤΑΝΙΟΣ & ΜΟΝΤΑΝΙΟΣ,

Εφεσείοντες-Αιτητές,

v.

1. ΑΡΤΕΜΙΔΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΟΥΜΑΖΗ,

    (ΤΟ ΓΕΝΟΣ Α. ΤΡΙΚΩΜΙΤΗ),

2.  ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ (ΝΤΙΝΟΥ) ΤΟΥΜΑΖΗ,

Εφεσιβλήτων-Καθ’ ων η Αίτηση.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11728)

 

Δικηγόροι ― Εξωδικαστηριακή αμοιβή ― Απόφαση της Επιτροπής Καθορισμού Δικηγορικής Αμοιβής του Παγκύπριου Δικηγορικού Συμβουλίου με την οποία πιστοποιήθηκε ως οφειλόμενη αμοιβή προς δικηγόρους για εξωδικαστηριακές υπηρεσίες προς πελάτες τους συγκεκριμένο ποσό αντί του ποσού που οι ίδιοι τιμολόγησαν τις υπηρεσίες τους ― Κατά πόσο το Επαρχιακό Δικαστήριο είχε δικαιοδοσία να παραμερίσει την απόφαση της Επιτροπής, ως λανθασμένη και/ή ως μη αιτιο[*334]λογημένη.

Η Επιτροπή Καθορισμού Δικηγορικής Αμοιβής του Παγκύπριου Δικηγορικού Συμβουλίου (η Επιτροπή) πιστοποίησε ως οφειλόμενη αμοιβή προς τους εφεσείοντες, που είναι δικηγόροι, από τους εφεσίβλητους για διάφορες εξωδικαστηριακές υπηρεσίες που οι πρώτοι πρόσφεραν στους δεύτερους, το ποσό των £2.375,00 αντί του ποσού των £15.000,00 που οι εφεσείοντες τιμολόγησαν τις υπηρεσίες τους.

Την απόφαση της Επιτροπής οι εφεσείοντες επεδίωξαν, με αίτησή τους στο Επαρχιακό Δικαστήριο, να παραμερίσουν, ως λανθασμένη και/ή χωρίς αιτιολογία.  Το Επαρχιακό Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας.

Οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν την απόφαση στηριζόμενοι, όπως και πρωτόδικα, στον Κ. 16(Α)(1) των περί Ελαχίστων Ορίων Αμοιβής των Ασκούντων Δικηγορίαν (Εξωδικαστηριακαί Υποθέσεις) Κανονισμών του 1985-1999, (οι Κανονισμοί).  Υποστήριξαν ότι η αναφορά στον πιο πάνω Κανονισμό, ότι οι αποφάσεις της Επιτροπής «υπέχουν θέση Διαιτητικών αποφάσεων», τις καθιστά αποφάσεις διαιτητικών δικαστηρίων, με συνακόλουθη την εφαρμογή των διατάξεων του περί Διαιτησίας Νόμου, Κεφ. 4, και ειδικότερα του Άρθρου 20, το οποίο παρέχει δικαιοδοσία στο δικαστήριο για παραμερισμό απόφασης του διαιτητή.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι εξουσία θεώρησης έχει με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος, το Ανώτατο Δικαστήριο, δεν ευσταθεί. Η απόφαση αφορά απόφαση Επιτροπής, που δεν αποτελεί όργανο ή αρχή η οποία ασκεί διοικητική ή εκτελεστική εξουσία.

2.  Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο Κανονισμός 16(Α) αναφέρεται μόνο στην εγγραφή και εκτέλεση των αποφάσεων της Επιτροπής είναι ορθή.

3.  Το Άρθρο 30.2 του Συντάγματος, στο οποίο, επίσης στηρίζονται οι εφεσείοντες για να ενισχύσουν τη θέση τους, δεν τους βοηθά.  Το Άρθρο ρητά αναφέρεται σε αποφάσεις δικαστηρίων που ιδρύονται διά νόμου και με κανένα τρόπο δεν μπορούν αποφάσεις της Επιτροπής, τα μέλη της οποίας εκλέγονται, να ενταχθούν στις αποφάσεις του Άρθρου 30.2 του Συντάγματος, για μόνο το λόγο ότι, για σκοπούς εκτέλεσης, εγγράφονται ως διαιτητικές αποφάσεις.

[*335]

4.  Το εύρημα του Επαρχιακού Δικαστηρίου για έλλειψη δικαιοδοσίας να επιληφθεί της αίτησης παραμερισμού είναι ορθό.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.

Έφεση.

Έφεση από τους αιτητές-δικηγόρους κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 11/6/03 (Γεν. Αιτ. 34/01) με την οποία απορρίφθηκε, ελλείψει δικαιοδοσίας, η αίτησή τους με την οποία ζητούσαν τον παραμερισμό της απόφασης με την οποία πιστοποιήθηκε από την Επιτροπή Καθορισμού Δικηγορικής Αμοιβής του Παγκύπριου Δικηγορικού Συμβουλίου ενώπιον της οποίας ακούστηκαν και οι δύο πλευρές, ως οφειλόμενη αμοιβή προς τους εφεσείοντες από τους εφεσίβλητους, το ποσό των £2.375,00 αντί του ποσού των £15.000,00, που οι ίδιοι τιμολόγησαν διάφορες εξωδικαστηριακές υπηρεσίες τις οποίες πρόσφεραν στους εφεσίβλητους.

Μ. Μοντάνιος, για τους Εφεσείοντες.

Παπαλλής, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Παπαδοπούλου.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Οι εφεσείοντες, όντες δικηγόροι, πρόσφεραν διάφορες εξωδικαστηριακές υπηρεσίες στους εφεσίβλητους. Με επιστολή τους προς το Παγκύπριο Δικηγορικό Συμβούλιο, υπέβαλαν λεπτομερή κατάσταση των υπηρεσιών αυτών και ζήτησαν πιστοποίηση, σύμφωνα με τον Κανονισμό 14 των περί Ελαχίστων Ορίων Αμοιβής των Ασκούντων Δικηγορίαν (Εξωδικαστηριακαί Υποθέσεις) Κανονισμών του 1985 έως 1999, (οι «Κανονισμοί»).

Πιστοποιήθηκε από την Επιτροπή Καθορισμού Δικηγορικής Αμοιβής του Παγκυπρίου Δικηγορικού Συμβουλίου (η «Επιτροπή»), ενώπιον της οποίας ακούστηκαν και οι δύο πλευρές, ως οφειλόμενη αμοιβή προς τους εφεσείοντες από τους εφεσίβλητους, το ποσό των £2.375,00 αντί του ποσού των £15.000,00, που οι ίδιοι τιμολόγησαν τις υπηρεσίες τους.

[*336]

Την απόφαση αυτή της Επιτροπής, οι εφεσείοντες επεδίωξαν, με αίτησή τους στο Επαρχιακό Δικαστήριο, να παραμερίσουν, ως λανθασμένη και/ή χωρίς αιτιολογία.

Κρίθηκε ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία, με αποτέλεσμα την απόρριψη της αίτησης.

Την ορθότητα της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου αμφισβητούν οι εφεσείοντες, με την παρούσα. Λανθασμένα, ισχυρίζονται, κρίθηκε ότι ο Κ.16(Α) των Κανονισμών δεν παρέχει δικαιοδοσία παραμερισμού της απόφασης και, περαιτέρω, λανθασμένα, παρά την κατάληξη για έλλειψη δικαιοδοσίας, το Δικαστήριο παρέλειψε να εξετάσει την υπόθεση στην ουσία της.

Ενώπιόν μας, όπως και πρωτόδικα, οι εφεσείοντες στηρίχθηκαν στον Κ.16(Α)(1) των Κανονισμών, ο οποίος προβλέπει τα εξής:-

«ΕΓΓΡΑΦΗ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ - ΤΟΚΟΙ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ - ΕΠΙΔΙΚΑΣΗ ΕΞΟΔΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

(1) Οι αποφάσεις της Επιτροπής αυτής υπέχουν θέση Διαιτητικών αποφάσεων ή αποφάσεων Διαιτητού και οιοσδήποτε από τους διαδίκους έχει το δικαίωμα να ζητήσει με αίτησή του στο Επαρχιακό Δικαστήριο την εγγραφή τους και επίσης όπως αυτές εκτελεστούν με την προβλεπόμενη διαδικασία και τους τρόπους εκτέλεσης όπως ισχύει και στις άλλες αποφάσεις των Επαρχιακών Δικαστηρίων.»

Η αναφορά, εισηγούνται (οι εφεσείοντες), στον πιο πάνω Κανονισμό, ότι οι αποφάσεις της Επιτροπής «υπέχουν θέση Διαιτητικών αποφάσεων», τις καθιστά αποφάσεις διαιτητικών δικαστηρίων, με συνακόλουθη την εφαρμογή των διατάξεων του περί Διαιτησίας Νόμου, ΚΕΦ. 4, και ειδικότερα του Άρθρου 20, το οποίο παρέχει δικαιοδοσία στο δικαστήριο για παραμερισμό απόφασης του διαιτητή.

Προς ενίσχυση του επιχειρήματός τους, παρέπεμψαν και στα Άρθρα 36(2) και 37(2) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, (Ν. 14/60), τα οποία δίδουν εξουσία στο δικαστήριο, υπό προϋποθέσεις, να παραμερίζει, ανάλογα, το διαιτητή ή τη διαιτητική απόφαση η οποία εκδίδεται στα πλαίσια πολιτικής διαδικασίας.

Οι εφεσίβλητοι, με έμφαση στο γράμμα του Κανονισμού 16(Α), [*337]αντέταξαν ότι αυτός ρυθμίζει περιοριστικά τα ζητήματα της εγγραφής, του τόκου και των εξόδων.

Το Επαρχιακό Δικαστήριο έκρινε ότι ο Κανονισμός 16(Α) καλύπτει μόνο το πεδίο εγγραφής και εκτέλεσης της απόφασης της Επιτροπής, χωρίς να δίδεται σ’ αυτό εξουσία αναθεώρησής της.  Θεώρησε πως εξουσία αναθεώρησης έχει, με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος, το Ανώτατο Δικαστήριο.

Είναι πρόδηλο ότι η περίπτωση δεν εμπίπτει στην Αναθεωρητική Δικαιοδοσία του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Πρόκειται για απόφαση Επιτροπής, που δεν αποτελεί όργανο ή αρχή η οποία ασκεί διοικητική ή εκτελεστική εξουσία.

Η κατάληξη, όμως, ότι ο Κανονισμός 16(Α) αναφέρεται μόνο στην εγγραφή και εκτέλεση των αποφάσεων της Επιτροπής είναι ορθή. Ο Κανονισμός, με σαφήνεια, προσδιορίζει τα ζητήματα που ρυθμίζει. Ο τίτλος του Κανονισμού 16(Α) είναι ενδεικτικός σε ό,τι ο νομοθέτης ήθελε να ρυθμίσει. Εάν σκοπός του νομοθέτη ήταν οι αποφάσεις της Επιτροπής να υπέχουν θέση αποφάσεων κατ’ εφαρμογή του ΚΕΦ. 4 και του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, (Ν. 14/60), δεν υπήρχε λόγος αναφοράς μόνο σε εγγραφή και εκτέλεση των αποφάσεων.

Ούτε το Άρθρο 30.2 του Συντάγματος, στο οποίο, επίσης, στηρίζονται οι εφεσείοντες για να ενισχύσουν τη θέση τους, βοηθά. Το Άρθρο ρητά αναφέρεται σε αποφάσεις δικαστηρίων που ιδρύονται διά νόμου και με κανένα τρόπο δεν μπορούν αποφάσεις της Επιτροπής, τα μέλη της οποίας εκλέγονται, να ενταχθούν στις αποφάσεις του Άρθρου 30.2 του Συντάγματος, για μόνο το λόγο ότι, για σκοπούς εκτέλεσης, εγγράφονται ως διαιτητικές αποφάσεις.

Με την κατάληξη ότι το εύρημα για έλλειψη δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου να επιληφθεί της αίτησης παραμερισμού είναι ορθό, δεν απομένει οτιδήποτε άλλο για εξέταση.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.


[*338]

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο