(2005) 1 ΑΑΔ 692
[*692]24 Μαΐου, 2005
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11668)
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,
Εφεσείων-Εναγόμενος 2,
v.
1. ΜΑΡΙΑΝΝΑΣ ΑΝΔΡΕΟΥ,
Εφεσίβλητης-Ενάγουσας.
2. ΑΝΔΡΕΑ ΑΝΔΡΕΟΥ,
Εφεσιβλήτου-Εναγόμενου 1.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11669)
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,
Εφεσείων-Εναγόμενος,
v.
ΑΝΔΡΕΑ ΑΝΔΡΕΟΥ,
Εφεσιβλήτου-Ενάγοντα.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11670)
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,
Εφεσείων-Εναγόμενος,
v.
1. ΝΙΚΟΥ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ,
Εφεσιβλήτου-Ενάγοντα,
[*693]2. ΑΝΔΡΕΑ ΑΝΔΡΕΟΥ,
Εφεσιβλήτου-Τριτοδιάδικου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11671)
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,
Εφεσείων-Εναγόμενος 2,
v.
1. ΝΑΣΙΑΣ ΑΝΔΡΕΟΥ,
Εφεσίβλητης-Ενάγουσας,
1. ΑΝΔΡΕΑ ΑΝΔΡΕΟΥ,
Εφεσιβλήτου-Εναγόμενου 1.
(Πολιτικές Εφέσεις Αρ. 11668, 11669, 11670, 11671)
Αμέλεια ― Τροχαίο ατύχημα ― Ανακοπή πορείας προπορευόμενου αυτοκινήτου σε υπεραστικό δρόμο από αυτοκίνητο που το προσπέρασε και εισήλθε μπροστά του σε τόσο μικρή απόσταση, ελαττώνοντας μάλιστα και ταχύτητα ― Οδηγός αυτοκινήτου που προσπέρασε κρίθηκε αποκλειστικά υπεύθυνος για την πρόκληση του ατυχήματος.
Αποζημιώσεις ― Γενικές αποζημιώσεις ― Σωματικές βλάβες ― Νεαρή και όμορφη κοπέλλα είχε υποστεί συντριπτικό κάταγμα αριστερού μηρού, κάταγμα δεξιού γόνατος, κάταγμα δεξιού αστραγάλου, κάταγμα μετωπιαίου οστού, διάσειση και θλάση κοιλίας ― Είχε υποβληθεί σε χειρουργικές επεμβάσεις λόγω βράχυνσης που προκλήθηκε από το κάταγμα του μηρού ― Μόνιμα κατάλοιπα: Ελαφρά χωλότητα, μικρή αστάθεια στο γόνατο με πιθανότητα για ανάπτυξη οστεοαρθρίτιδας σε χρονικό διάστημα 20-40 ετών, δύσμορφες ουλές που στην περιοχή του δεξιού ματιού έκαναν το μάτι να φαίνεται πιο μικρό από το αριστερό, στην παρειά, στην κοιλιά, στο μηρό και στο γόνατο ― Δημιουργία ψυχολογικών προβλημάτων ― Επιδικασθείσες γενικές αποζημιώσεις £40.000, επικυρώθηκαν κατ’ έφεση.
Μαρτυρία ― Κλήτευση εναγομένου ως μάρτυρα για τους ενάγοντες ― [*694]Κατά πόσο ήταν επιτρεπτή ― Κατά πόσο είχε επηρεαστεί αρνητικά το δικαίωμά του εναγομένου για δίκαιη δίκη.
Μαρτυρία ― Εμπειρογνώμονες ― Η μαρτυρία εμπειρογνωμόνων πρέπει να περιορίζεται σε γνώμη επί πραγματικών δεδομένων και όχι σε αξιολόγηση ισχυρισμών που προβάλλονται από τους διαδίκους ― Οι εμπειρογνώμονες δίδουν μαρτυρία και δεν αποφασίζουν θέματα.
Η υπόθεση αυτή αφορά τη σύγκρουση δύο αυτοκινήτων τα οποία οδηγούσαν ο Παναγιώτης και ο Ανδρέας αντίστοιχα. Ο Παναγιώτης κατευθυνόταν μόνος προς Λεμεσό από Λευκωσία, ο δε Ανδρέας προς Λάρνακα από Λευκωσία μεταφέροντας δύο κορίτσια τη Μαριάννα και τη Νάσια. Η σύγκρουση συνέβηκε νύκτα λίγο πριν από το σημείο που ο αυτοκινητόδρομος χωρίζει για Λεμεσό και Λάρνακα, όταν ο Παναγιώτης προσπέρασε τον Ανδρέα και επιχείρησε επάνοδό του στην αριστερή λωρίδα. Ακολούθησε η πρόσκρουση του αυτοκινήτου του Ανδρέα στο διαχωριστικό κιγκλίδωμα και ανατροπή του. Η Μαριάννα και η Νάσια καταχώρησαν ξεχωριστές αγωγές εναντίον του Παναγιώτη και του Ανδρέα, ο Ανδρέας καταχώρησε αγωγή εναντίον του Παναγιώτη, και τέλος ο ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου που οδηγούσε ο Ανδρέας καταχώρησε αγωγή κατά του Παναγιώτη με τριτοδιάδικο τον Ανδρέα.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα πως ο Παναγιώτης επέδειξε αμέλεια αφού ενώ είχε προσπεράσει, εισήλθε μπροστά από τον Ανδρέα σε τόσο μικρή απόσταση ώστε να του αποκόψει την πορεία και μάλιστα στον ελάχιστο εκείνο χρόνο ελάττωσε και ταχύτητα. Ο δε Ανδρέας ανκαι βρέθηκε αιφνιδίως και διλημματικά αντιμέτωπος με την αγωνία της στιγμής προσπάθησε ανεπιτυχώς να αποφύγει τη σύγκρουση.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο επιδίκασε στη Μαριάννα γενικές αποζημιώσεις ύψους £40.000 η οποία είχε υποστεί συντριπτικό κάταγμα αριστερού μηρού, κάταγμα δεξιού γόνατος, κάταγμα δεξιού αστραγάλου, κάταγμα μετωπιαίου οστού, διάσειση και θλάση κοιλίας. Η Μαριάννα είχε ως κατάλοιπο ελαφρά χωλότητα, μικρή αστάθεια στο γόνατο με πιθανότητα για ανάπτυξη οστεοαρθρίτιδας και επίσης δύσμορφες ουλές, που στην περιοχή του δεξιού της ματιού έκαναν το μάτι να φαίνεται πιο μικρό από το αριστερό. Δύσμορφες ουλές υπήρχαν και στην παρειά, στην κοιλία, στο μηρό και στο γόνατο. Οι ουλές αυτές αν και θα μπορούσαν να βελτιωθούν με πλαστικές εγχειρήσεις, εκτός από την κύρια ουλή που λίγο θα βελτιώνετο, είχαν επιπτώσεις στην προσωπική, κοινωνική και ψυχολογική ζωή μιας νεαρής και όμορφης κοπέλλας όπως ήταν η ίδια, ακόμα και στην ερωτι[*695]κή της ζωή. Στο ποσό των γενικών αποζημιώσεων περιλαμβάνονταν τα έξοδα μελλοντικών επεμβάσεων.
Ο Παναγιώτης καταχώρησε τις παρούσες εφέσεις αμφισβητώντας την ευθύνη και το ποσό των γενικών αποζημιώσεων ως υπερβολικό, με εισήγηση ότι η δικαία αποζημίωση θα έπρεπε να ήταν της τάξης των £25.000.
Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν διαπίστωσε βάσιμο λόγο επέμβασης και απέρριψε όλες τις εφέσεις με έξοδα εναντίον του εφεσείοντος. Το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι κατά τον υπολογισμό των εξόδων θα ληφθεί υπ’ όψη ότι οι εφέσεις συνεκδικάσθηκαν.
Οι εφέσεις απορρίφθηκαν με έξοδα.
Εφέσεις.
Συνεκδικασθείσες εφέσεις από τον εναγόμενο 2 κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 20/3/05 (Αρ. Αγωγής 4496/00) με την οποία κρίθηκε ότι αυτός ήταν ο αποκλειστικά υπεύθυνος, ως ο οδηγός του ενός από τα δύο εμπλεκόμενα αυτοκίνητα, για το τροχαίο ατύχημα το οποίο συνέβη στον αυτοκινητόδρομο Λευκωσίας-Λεμεσού και με την οποία επιδικάστηκε στην ενάγουσα στην Π.Ε. 11668 ποσό £40.000.-, ως γενικές αποζημιώσεις, το οποίο θεωρήθηκε από τον εναγόμενο 2 ως υπερβολικό.
Χρ. Κληρίδης, για τον Εφεσείοντα στην Πολιτική Έφεση Αρ. 11668.
Α. Κλεάνθους και Ρ. Ιάσωνος για Μ. Γεωργίου, για την Εφεσίβλητη 1, στην Πολιτική Έφεση Αρ. 11668.
Στ. Ερωτοκρίτου, για τον Εφεσίβλητο 2, στην Πολιτική Έφεση Αρ. 11668.
Χρ. Κληρίδης, για τον Εφεσείοντα, στην Πολιτική Έφεση Αρ. 11669.
Στ. Ερωτοκρίτου, για τον Εφεσίβλητο, στην Πολιτική Έφεση Αρ. 11669.
Χρ. Κληρίδης, για τον Εφεσείοντα στην Πολιτική Έφεση Αρ. 11670.
[*696]
Στ. Ερωτοκρίτου, για τον Εφεσίβλητο-Ενάγοντα, στην Πολιτική Έφεση Αρ. 11670.
Στ. Ερωτοκρίτου, για τον Εφεσίβλητο-Τριτοδιάδικο, στην Πολιτική Έφεση Αρ. 11670.
Χρ. Κληρίδης, για τον Εφεσείοντα, στην Πολιτική Έφεση Αρ. 11671.
Α. Κλεάνθους και Ρ. Ιάσωνος για Μ. Γεωργίου, για την Εφεσίβλητη 1, στην Πολιτική Έφεση Αρ. 11671.
Στ. Ερωτοκρίτου, για τον Εφεσίβλητο 2, στην Πολιτική Έφεση Αρ. 11671.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Οι τέσσερις συνεκδικασθείσες εφέσεις αντιστοιχούν προς τέσσερις επίσης συνεκδικασθείσες αγωγές οι οποίες προέκυψαν από την ίδια οδική σύγκρουση με κοινό θέμα βεβαίως εκείνο της ευθύνης. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι αποκλειστική ευθύνη έφερε ο οδηγός του ενός από τα δύο εμπλεκόμενα αυτοκίνητα. Η ευθύνη είναι και το βασικό θέμα που διέπει τις εφέσεις.
Οι οδηγοί των δύο αυτοκινήτων, ο Παναγιώτης και ο Ανδρέας, ήσαν φίλοι οι οποίοι, μαζί με δύο κορίτσια, τη Μαριάννα και τη Νάσια, έφυγαν συγχρόνως από καφετερία στη Λευκωσία κατευθυνόμενοι, ο μεν Παναγιώτης μόνος προς Λεμεσό ο δε Ανδρέας προς Λάρνακα μεταφέροντας τη Μαριάννα και τη Νάσια. Ήταν νύκτα. Ο Παναγιώτης ακολουθούσε τον Ανδρέα για αρκετά χιλιόμετρα. Λίγο πριν από το σημείο που ο αυτοκινητόδρομος χωρίζει για Λεμεσό και Λάρνακα, ο Παναγιώτης προσπέρασε τον Ανδρέα. Κατά την επάνοδο του στην αριστερή λωρίδα έγινε η σύγκρουση και ακόλουθη πρόσκρουση του αυτοκινήτου του Ανδρέα στο διαχωριστικό κιγκλίδωμα και ανατροπή του. Καταχωρήθησαν τέσσερις αγωγές. Μία της Μαριάννας κατά του Παναγιώτη και του Ανδρέα, μία της Νάσιας επίσης κατά του Παναγιώτη και του Ανδρέα, μία του Ανδρέα κατά του Παναγιώτη, και μια του ιδιοκτήτη του αυτοκινήτου που οδηγούσε ο Ανδρέας κατά του [*697]Παναγιώτη με τριτοδιάδικο τον Ανδρέα. Εξετάζοντας το θέμα της ευθύνης, το δικαστήριο θεώρησε ότι δεν υπήρχε ουσιαστική διαφορά μεταξύ της εκδοχής του Ανδρέα και εκείνης του Παναγιώτη. Ο Ανδρέας έλεγε ότι ο Παναγιώτης μόλις τον προσπέρασε μπήκε αμέσως μπροστά του σε τόσο μικρή απόσταση, που υπέδειξε ως σχεδόν 5 μ., που δεν του παρείχετο χρόνος να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τα φρένα του οπότε έστριψε δεξιά για να αποφύγει το αυτοκίνητο του Παναγιώτη χωρίς όμως να το κατορθώσει. Ο Παναγιώτης έλεγε ότι, επανερχόμενος στην αριστερή λωρίδα και ελαττώνοντας ταχύτητα ενώ απείχε 50 μ. περίπου από τον Ανδρέα, αντελήφθη από τον καθρέφτη μετά από 4 περίπου δευτερόλεπτα να τον πλησιάζουν τα φώτα του αυτοκινήτου του Ανδρέα και να γίνεται η σύγκρουση.
Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος δικαστής θεώρησε ότι το κρίσιμο ερώτημα ήταν κατά πόσο ο Παναγιώτης επανήλθε στην αριστερή λωρίδα σε ασφαλή απόσταση από τον Ανδρέα. Και έκρινε ότι αυτό δεν έγινε. Υποδεικνύοντας ότι (σ. 6):
"... τα τροχαία δυστυχήματα δεν εξετάζονται μικροσκοπικά ως εάν να ήταν επιστημονικό πείραμα σε συνθήκες εργαστηρίου και όχι καθημερινή ανθρώπινη εμπειρία σε συνθήκες αιφνιδιασμού και αγωνίας. Οι αναφορές σε μέτρα και δευτερόλεπτα δεν έχουν την έννοια ακριβών μετρήσεων. Εκείνο που έχει σημασία είναι η εικόνα επί της ουσίας όπως αποκαλύπτεται από τέτοιες αναφορές. Κι εν προκειμένω η εικόνα ανακύπτει σαφώς. Το αυτοκίνητο του Παναγιώτη δεν μπήκε βέβαια μπροστά από το άλλο σε ακριβή απόσταση 4.80 μ. ή 4.70 μ. ή 5-10 μ. κ.ο.κ., αλλά σε απόσταση τέτοια ώστε ο ίδιος ο Παναγιώτης να μιλά για «4-5 δευτερόλεπτα». Τέτοια αναφορά εκτιμούμενη σε σχέση με οχήματα που κινούνται σε αυτοκινητόδρομο με ταχύτητα γύρω στα 100 χ.α.ω., που διανύουν δηλαδή 27-28 μέτρα ανά δευτερόλεπτο, ανακαλύπτουν την ουσία την οποία ανάγλυφα έδωσε ο Ανδρέας."
κατέληξε στο συμπέρασμα ότι (σ. 6):
"Ο Παναγιώτης αφού προσπέρασε, εισήλθε μπροστά από τον Ανδρέα σε τόσο μικρή απόσταση ώστε να του αποκόψει την πορεία του και μάλιστα στον ελάχιστο εκείνο χρόνο ελάττωσε και ταχύτητα. Ήταν συνεπώς, αμελής."
Θεώρησε δε περαιτέρω (σελίδες 6-7), ως προς ενδεχόμενη αμέλεια και του Ανδρέα, ότι:
[*698]
"Ο Ανδρέας βρέθηκε αιφνιδίως και διλημματικά αντιμέτωπος με την αγωνία της στιγμής. Παρά ταύτα, προσπάθησε ν’ αποφύγει τη σύγκρουση. Δεν τα κατάφερε. Όμως αιτία του κινδύνου ήταν οι ενέργειες του Παναγιώτη. Κίνδυνος που εκδηλώθηκε κατά τρόπο απρόβλεπτο και χωρίς περιθώρια ψύχραιμης αντίδρασης. Το στοιχείο του απρόβλεπτου ήταν μάλιστα ενισχυμένο εφόσον, όπως εύλογα εξήγησε ο Ανδρέας, όταν αντελήφθη τον Παναγιώτη να τον προσπερνά υπέθεσε ότι θα συνέχιζε ευθεία προς Λεμεσό. Υπ’ αυτές τις περιστάσεις δεν μπορεί να κριθεί αμελής και ο άλλος οδηγός."
Πλήττεται από διάφορες πλευρές με τους λόγους έφεσης η προσέγγιση του Δικαστηρίου. Υποστηρίζεται ότι κακώς επετράπη η κλήτευση του Παναγιώτη, ο οποίος ήταν εναγόμενος, ως μάρτυρα για τους ενάγοντες. Παραβιάσθη, λέγεται, έτσι το συνταγματικό δικαίωμα του Εφεσείοντα να δώσει ή να μην δώσει μαρτυρία καθώς και το δικαίωμα του σε δίκαιη δίκη. Η εισήγηση αυτή όμως, όχι μόνο γίνεται κατά γενικό και αφηρημένο τρόπο, και χωρίς να τεκμηριώνεται με αναφορά σε αυθεντίες στο σχετικό λόγο έφεσης και στο διάγραμμα, αλλά και δεν έχει αντίκρισμα στα δεδομένα. Κατ’ αρχή, δεν υπάρχει κανόνας που να αποκλείει την κλήτευση και κατάθεση διαδίκου ως μάρτυρα για τον αντίδικο του. Έπειτα, ουδεμία ένσταση έφερε ο Εφεσείων στο να καταθέσει ως μάρτυρας για τους ενάγοντες όταν εκλήθη να καταθέσει. Αν ο Εφεσείων θεωρούσε ότι με το να κλητευθεί και να καταθέσει ως μάρτυρας για τους Ενάγοντες παραβιάζετο συνταγματικό δικαίωμα του να δώσει ή να μη δώσει μαρτυρία, όφειλε να ενίστατο τότε. Απεναντίας, όχι μόνο δεν υπήρξε ένσταση στο να καταθέσει, αλλά και μετά το πέρας της κατάθεσής του η συνήγορος του επεφύλαξε το δικαίωμα της να τον καλέσει ως μάρτυρα για την υπόθεση του, πράγμα που τελικά δεν έπραξε. Μας ελέχθη περαιτέρω ότι, δίδοντας μαρτυρία, επηρεάσθηκε η θέση του καθ’ όσον μπορούσε να είχε επιλέξει, ως εναγόμενος, να μην έδιδε μαρτυρία και καθ΄όσον, δίδοντας μαρτυρία για τους ενάγοντες, υπεβλήθη σε αντεξέταση από τον ίδιο το συνήγορό του. Από τα πρακτικά προκύπτει όμως ότι ουδεμία αντεξέταση του Εφεσείοντα έγινε από τη συνήγορό του, η δε παρουσίαση της εκδοχής του με τη μαρτυρία του ασφαλώς δεν θα μπορούσε να λεχθεί ότι επηρέασε αρνητικά το δικαίωμα του σε δίκαιη δίκη, τοσούτο μάλιστα αφού η μαρτυρία του επεδίωκε να αναιρέσει ή να μειώσει την ευθύνη του για τη σύγκρουση και χωρίς αυτή το δικαστήριο θα περιορίζετο στην εκδοχή του Ανδρέα και μόνο.
[*699]Λέγεται έπειτα ότι, εφ’ όσον επετράπη να δώσει μαρτυρία ο Εφεσείων ως μάρτυρας για τους Ενάγοντες, η μαρτυρία του τους εδέσμευε. Αυτό είναι ορθό από την άποψη ότι η μαρτυρία του καθίστατο μέρος της μαρτυρίας των εναγόντων. Η αποτελεσματικότητα της μαρτυρίας του Εφεσείοντα ήταν όμως άλλο θέμα και εναπόκειτο στο δικαστήριο να την κρίνει. Επ’ αυτής της κρίσης του δικαστηρίου διατυπώνεται παράπονο ότι κακώς το δικαστήριο θεώρησε ότι δεν υπήρχε ουσιαστική διαφορά μεταξύ της μαρτυρίας του Ανδρέα και εκείνης του Παναγιώτη, καθ’ όσον ο μεν Ανδρέας μιλούσε για άμεση επάνοδο του Παναγιώτη σε μικρή απόσταση ο δε Παναγιώτης μιλούσε για επάνοδο του σε απόσταση 50 μ. Η εισήγηση, φρονούμε, παρεξηγεί την όλη έννοια της διαπίστωσης του δικαστηρίου. Αυτή συνίστατο στο ότι και οι δύο εδέχοντο το προσπέρασμα του Ανδρέα από τον Παναγιώτη και την ακόλουθη επάνοδο του Παναγιώτη στην αριστερή λωρίδα. Πέραν τούτου, το δικαστήριο απεφάνθη ότι δεν ήταν δυνατό, υπό τις συνθήκες, και δη τη μεγάλη ταχύτητα των αυτοκινήτων, να διαπιστωθεί η ακριβής απόσταση που είχε ο Παναγιώτης από τον Ανδρέα όταν ο Παναγιώτης επανήλθε στην αριστερή λωρίδα ή ο ακριβής χρόνος που μεσολάβησε μέχρι τη σύγκρουση. Σημασία είχε το ότι η απόσταση και ο χρόνος ήσαν τέτοιου μικρού μεγέθους που να συνιστούσαν επικίνδυνη αποκοπή της πορείας του Ανδρέα, τοσούτο μάλλον αφού ο Παναγιώτης, όπως ο ίδιος έλεγε, είχε ελαττώσει ταχύτητα επανερχόμενος στην αριστερή λωρίδα και αφού κάτι τέτοιο ήταν απρόβλεπτο εκ μέρους του Ανδρέα ο οποίος εύλογα υπέθεσε ότι, προσπερνώντας τον, ο Παναγιώτης θα συνέχιζε τη χωριστή πορεία του προς Λεμεσό. Να σημειώσουμε μάλιστα ότι στην έκθεση υπεράσπισης του Παναγιώτη η θέση του είναι ότι η σύγκρουση έγινε διότι ο Ανδρέας ανέπτυξε απότομα ταχύτητα για να τον προσπεράσει μετά που είχε επανέλθει στην αριστερή λωρίδα, θέση που δεν προωθήθηκε στη μαρτυρία του από την οποία προκύπτει μάλλον ότι στη σύγκρουση συνέτεινε η δική του απότομη μείωση της ταχύτητας του. Αυτό δεν βοηθά την ήδη αδύνατη εισήγηση του Εφεσείοντα ως προς την ευθύνη για τη σύγκρουση. Δεν έχουμε λοιπόν κανένα λόγο να παρέμβουμε με την κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι ο Εφεσείων έφερε ευθύνη για τη σύγκρουση.
Παράλληλη εισήγηση του Εφεσείοντα είναι ότι κακώς το πρωτόδικο δικαστήριο δεν διαπίστωσε ότι και ο Ανδρέας είχε ευθύνη για τη σύγκρουση. Ούτε αυτή η εισήγηση όμως μας βρίσκει σύμφωνους. Το δικαστήριο εξήγησε γιατί, ουσιαστικά στην αγωνία της στιγμής ως εκ της απρόβλεπτης εκδήλωσης της αμέλειας του Εφεσείοντα, ο Ανδρέας δεν μπορούσε να φέρει ευθύνη, να πούμε δε μόνο ότι η επιλογή του Ανδρέα να κάνει ελιγμό προς τα δεξιά [*700]αντί να χρησιμοποιήσει τα φρένα του, ακόμα και αν δεν ήταν ιδανική αντίδραση υπό τις περιστάσεις, δεν μπορούσε να θεωρηθεί αμελής. Έγινε εισήγηση ενώπιον μας σε παράλειψη του Ανδρέα να ελαττώσει ταχύτητα όταν ο Παναγιώτης τον προσπερνούσε, όπως προνοεί σχετικός κανονισμός. Υποδείξαμε ότι, και αν ακόμα ο κανονισμός είχε εφαρμογή ως προς την οδήγηση στον αυτοκινητόδρομο, παράβαση του δεν θα συνιστούσε αναγκαστικά αμέλεια. Και ότι δεν ήταν αμέλεια εκ μέρους του Ανδρέα να μην ελαττώσει την ταχύτητά του όταν ο Παναγιώτης τον προσπερνούσε και πριν να έχει ένδειξη ότι ο Παναγιώτης θα επανήρχετο στην αριστερή λωρίδα τόσο κοντά του, όταν δε ο Παναγιώτης όντως επανήλθε η αντίδραση του Ανδρέα ήταν άμεση.
Είναι ακόμα παράπονο του Εφεσείοντα ότι κακώς το δικαστήριο δεν έκανε αποδεκτή τη μαρτυρία της Νάσιας, η οποία εκλήθη ως μάρτυρας του Εφεσείοντα, ότι το προσπέρασμα του Παναγιώτη δεν ήταν "επικίνδυνο", ότι η απόσταση που είχε όταν επανήλθε στην αριστερή λωρίδα ήταν "κανονική", ότι ο Παναγιώτης δεν ελάττωσε ταχύτητα επανερχόμενος στην αριστερή λωρίδα και ότι η σύγκρουση δεν έγινε αμέσως μόλις ο Παναγιώτης επανήλθε στην αριστερή λωρίδα. Δεν εκπλήττει όμως η απόρριψη της μαρτυρίας της από το δικαστήριο ως μη θετικής και πειστικής. Οι αντιφάσεις μεταξύ της μαρτυρίας της και της κατάθεσης της στην αστυνομία ήσαν περισσότερο από κραυγαλέες όσο και θεμελιακές, για να μην αναφερθούμε και στην όλη αρνητική εικόνα που σχημάτισε γι’ αυτή το δικαστήριο.
Παρανονείται τέλος, ως προς την ευθύνη, ο Εφεσείων ότι κακώς το πρωτόδικο δικαστήριο δεν έκανε δεκτή την έκθεση του άλλου μάρτυρα του Εφεσείοντα, Θράσου Μαχόνη, μηχανολόγου μηχανικού και αυτοπεριγραφόμενου ως ασχολούμενου με μελέτες και αναπαραστάσεις οδικών δυστυχημάτων και εκτιμήσεις ζημιών οχημάτων. Αρκεί να παραθέσουμε το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση (σελίδες 4-5) για να καταδειχθεί ότι κακοδικία θα συνιστούσε η αποδοχή της έκθεσης παρά η απόρριψη της και ότι εκπλήττει μάλλον το ότι η έκθεση έγινε καν δεκτή ως μέρος της μαρτυρίας:
"Η έκθεση όμως αυτή, στηρίζεται σε κάποιες καταθέσεις της Νάσιας Ανδρέου, του Ανδρέα Ανδρέου και του Παναγιώτη Νεοφύτου, που δεν διευκρινίστηκαν και πάντως δεν πρόκειται για τις μαρτυρικές τους καταθέσεις εφόσον η έκθεση είναι κατά πολύ προγενέστερη. Όπως σημειώνεται στο σύγγραμμα Phipson on Evidence, 14η έκδοση, παρ. 32-14, "An expert may give his [*701]opinion upon facts which are either admitted, or proved by himself, or other witnesses in his hearing, at the trial, or are matters of common knowledge as well as upon an hypothesis bases thereon." Πέραν τούτου και μάλλον, ως αποτέλεσμα τούτου, ο κ. Ο΄Μαχόνυ προβαίνει κατ΄ουσία σε αξιολόγηση ισχυρισμών λαμβάνοντας μάλιστα ως δεδομένη τη μία ή την άλλη αναφορά. Λ.χ. έχει ως αφετηρία τη θέση της Νάσιας ότι ο Παναγιώτης μπήκε μπροστά τους "σε κανονική απόσταση". Αυτό όμως είναι ακριβώς το ζητούμενο και θα έπρεπε να είναι η κατάληξη και όχι η αφετηρία του συλλογισμού. Όπως είναι δομημένη η έκθεση του κου Ο΄Μαχόνυ δεν πρόκειται για γνώμη επί πραγματικών δεδομένων, αλλά για κρίση, κατά πρωθύστερο μάλιστα τρόπο. Όμως αποτελεί θεμελιακό αξίωμα πως οι εμπειρογνώμονες δίδουν μαρτυρία και δεν αποφασίζουν τα θέματα (βλ. Metropolitan Properties Co (F.G.C.) Ltd v. Lannon [1968] 1 All E.R. 354). Αυτό το αξίωμα δεν αντανακλάται στην εν λόγω έκθεση. Είναι δε, χαρακτηριστικό ότι η θέση της Νάσιας περί «κανονικής απόστασης» που αποτελεί την αφετηρία και τη βάση της έκθεσης, εκθεμελιώθηκε - ως άνω - μέσα από τη δικαστική αξιολόγηση των δεδομένων. Η μαρτυρία, συνεπώς, του κου Ο΄Μαχόνυ - που στη συνέχεια μάλιστα εξελίσσεται σε μικροσκοπική ανάλυση - δεν αποτελεί αποδεκτή μαρτυρία και εν πάση περιπτώσει δεν έχει αξία για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω."
Κατά τα λοιπά, η έφεση 11668 αφορά τις επιδικασθείσες στην ενάγουσα Μαριάννα γενικές αποζημιώσεις ύψους £40.000, ποσό που θεωρείται από τον Εφεσείοντα ως υπερβολικό. Η Μαριάννα είχε υποστεί συντριπτικό κάταγμα αριστερού μηρού, κάταγμα δεξιού γόνατος, κάταγμα δεξιού αστραγάλου, κάταγμα μετωπιαίου οστού, διάσειση και θλάση κοιλίας. Τα κατάγματα αντιμετωπίσθησαν χειρουργικά. Το κάταγμα του μηρού χρειάσθηκε ένα χρόνο για να πορωθεί και τότε μόνο με βράχυνση και γωνίωση. Στη συνέχεια έσπασε το καρφί που είχε τοποθετηθεί και κατέστη αναγκαία νέα εγχείριση, αυτή τη φορά επιτυχής. Η βράχυνση μειώθηκε αλλά έμεινε ως κατάλοιπο της ελαφρά μόνο χωλότητα που ενδέχεται όμως να έχει επιπλοκές στην οσφύ και τη λεκάνη αν δεν χρησιμοποιείται ψήλωμα στο παπούτσι. Η βράχυνση θα μπορούσε ίσως να θεραπευθεί με οστεοτομία για επιμήκυνση του οστού, ανάγκη όμως που το δικαστήριο θεώρησε απομακρυσμένη και δεν έλαβε υπ’ όψη ως αποζημιώσιμη. Έλαβε εν τούτοις υπ’ όψη το ενδεχόμενο νέας επέμβασης για αφαίρεση των μεταλλικών υλικών. Το κάταγμα στο γόνατο και το κάταγμα στον αστράγαλο επουλώθησαν κανονικώς και πλήρως. Παρέμεινε όμως μια μικρή [*702]αστάθεια στο γόνατο που, αν και δεν θα καθιστούσε αναγκαία νέα εγχείριση, εν τούτοις δημιουργεί πιθανότητα για ανάπτυξη οστεοαρθρίτιδας σε χρονικό διάστημα 20-40 ετών. Παρέμειναν όμως και ουλές δύσμορφες τις οποίες είδε και το ίδιο το δικαστήριο. Στην περιοχή του δεξιού ματιού, αφήνοντες μάλιστα το μάτι να φαίνεται πιο μικρό από το αριστερό, στην παρειά, στην κοιλία, στο μηρό και στο γόνατο. Ως προς αυτές, η ιατρική γνώμη ήταν ότι, αν και θα μπορούσε να υπάρξει βελτίωση με πλαστικές εγχειρίσεις, η κύρια ουλή λίγο θα βελτιώνετο. Κυρίως δε οι ουλές είχαν επιπτώσεις στην προσωπική, κοινωνική και ψυχολογική ζωή της Μαριάννας, μιας νεαρής και όμορφης κοπέλας, που βεβαιώθησαν από την ίδια όσο και ιατρικά, με προεκτάσεις ακόμα και στην ερωτική ζωή της και μάλιστα στην κρίσιμη ηλικία της εφηβείας και της σχολικής ζωής.
Ήταν με αυτά τα δεδομένα που το δικαστήριο εκτίμησε τις γενικές αποζημιώσεις σε £40.000, ποσό που περιλάμβανε τα έξοδα μελλοντικών εγχειρήσεων. Ο Εφεσείων λέγει ότι το ποσό είναι υπερβολικό, με εισήγηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου του ότι η δίκαια αποζημίωση θα έπρεπε να ήταν της τάξης των £25.000. Τα στοιχεία στα οποία επικεντρώνεται ο σχετικός λόγος έφεσης ήσαν βέβαια ενώπιον του δικαστηρίου και ελήφθησαν υπ’ όψη - το ότι επρόκειτο για ελαφρά βράχυνση και χωλότητα και το ότι οι ουλές θα μπορούσαν να αντιμετωπισθούν με πλαστικές επεμβάσεις. Εδόθη μάλιστα, ισχυρίζεται ο Εφεσείων, υπέρμετρη βαρύτητα στην άποψη που το δικαστήριο σχημάτισε ως προς τις ουλές.
Δεν έχουμε πεισθεί όμως ότι το ποσό που επιδικάσθηκε ήταν υπερβολικό. Μιλούμε για σωρεία σοβαρών τραυματισμών που χρειάσθηκε πολύς χρόνος για να αντιμετωπισθούν, προκάλεσαν πόνο, μεγάλη αναστάτωση και ταλαιπωρία στη ζωή μιας νεαρής κοπέλας που φοιτούσε στο Λύκειο, και άφησαν κατάλοιπα που, αν και όχι σοβαρά από απόψεως κινδύνου στην υγεία, χρήζουν περαιτέρω αντιμετώπισης και επηρεάζουν τη ζωή της. Ούτε μπορεί να λεχθεί ότι εδόθη υπέρμετρη βαρύτητα στις ουλές. Για μια νεαρή και όμορφη κοπέλα, οι ουλές που έμειναν, και που μόνο να βελτιωθούν μπορούν, είχαν σοβαρότατες συνέπειες στην όλη ζωή της.
Η έφεση 11668 λοιπόν αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα.
Η έφεση 11669, με Εφεσείοντα τον Παναγιώτη και Εφεσίβλητο τον Ανδρέα, προερχόμενη από την αγωγή του Ανδρέα εναντίον του Παναγιώτη, περιορίζεται στο θέμα της ευθύνης, ως προς το οποίο [*703]έχει βεβαίως το ίδιο αποτέλεσμα όπως η έφεση 11668. Και αυτή λοιπόν αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα.
Η έφεση 11670, με Εφεσείοντα τον Παναγιώτη και Εφεσίβλητους τον Ανδρέα και τον ιδιοκτήτη του αυτοκινήτου που οδηγούσε ο Ανδρέας, προερχόμενη από την αγωγή του ιδιοκτήτη του αυτοκινήτου που οδηγούσε ο Ανδρέας εναντίον του Παναγιώτη με τριτοδιάδικο τον Ανδρέα, επίσης περιορίζεται στο θέμα της ευθύνης ως προς το οποίο επίσης βεβαίως έχει το ίδιο αποτέλεσμα όπως η έφεση 11668, και έτσι αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα.
Η έφεση 11671, με Εφεσείοντα τον Παναγιώτη και Εφεσίβλητους τη Νάσια και τον Ανδρέα, προερχόμενη από την αγωγή της Νάσιας εναντίον του Παναγιώτη και του Ανδρέα, και πάλι περιορίζεται στο θέμα της ευθύνης, έχει το ίδιο ως προς τούτο αποτέλεσμα όπως η έφεση 11668 και αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα.
Κατά τον υπολογισμό των εξόδων θα ληφθεί βεβαίως υπ’ όψη ότι οι εφέσεις συνεκδικάσθησαν.
Οι εφέσεις απορρίπτονται με έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο