(2005) 1 ΑΑΔ 887
[*887]27 Iουνίου, 2005
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΡΑΜΒΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]
1. ΧΡΙΣΤΑΚΗΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
2. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
Εφεσείοντες-Εναγόμενοι,
v.
1. ΛΕOΝΤΙΟY ΓΕΩΡΓIΟΥ ΛΟΪΖΟΥ ΚΑΙ ΚYΠΡΟY
ΓΕΩΡΓIΟΥ ΛΟΪΖΟΥ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΕΣ ΤΗΣ
ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΟΣ ΓΕΩΡΓIΟΥ
ΠΥΡΓΩΤΗ Ή ΛΟΪΖΟΥ,
2. ΑΝΔΡEΑ ΓΕΩΡΓIΟΥ ΛΟΪΖΟΥ,
3. ΣΠYΡΟY ΓΕΩΡΓIΟΥ ΛΟΪΖΟΥ,
4. ΓΑΛAΤΕΙΑΣ ΓΕΩΡΓIΟΥ ΛΟΪΖΟΥ,
5. ΑΦΡΟΔIΤΗΣ ΓΕΩΡΓIΟΥ ΛΟΪΖΟΥ,
6. ΛΕΟΝΤΙΟY ΓΕΩΡΓIΟΥ ΛΟΪΖΟΥ,
7. ΚYΠΡΟΥ ΓΕΩΡΓIΟΥ ΛΟΪΖΟΥ.
Εφεσιβλήτων-Εναγόντων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11862)
Διαδοχή ― Περιουσιακά δικαιώματα αποβιώσαντος σε ακίνητη ιδιοκτησία λόγω εχθρικής κατοχής ― Εκτός από την περίπτωση μικρών περιουσιών, όπου εφαρμόζονται οι πρόνοιες του Άρθρου 29 του περί Διαχειρίσεως Περιουσιών Νόμου, Κεφ. 184, μόνο ο προσωπικός αντιπρόσωπος του αποβιώσαντος μπορεί να διεκδικήσει ― Εφαρμογή των αρχών που διαμορφώθηκαν στην Φιλίππου ν. Στυλιανού (1992) 1 Α.Α.Δ. 448.
Εκδίκαση δικαστικών υποθέσεων ― Αδικαιολόγητη καθυστέρηση από την καταχώρηση της αγωγής μέχρι την τελική εκδίκασή της και για το διάστημα που επεφυλάχθη η απόφαση ― Απονομή της δικαιοσύνης μέσα σε εύλογο χρόνο ― Εναποτίθεται κατά κύριο λόγο στο Δικαστήριο.
Οι ενάγοντες αρ. 1 διαχειριστές της περιουσίας του Γ. Πυργώτη και οι ενάγοντες 2-7 τέκνα του, διεκδίκησαν με αγωγή τους την κυριότητα σε μερίδια δύο κτημάτων στο χωριό Πάνω Πύργος. Οι δύο εναγόμενοι υπέβαλαν αίτηση στο Κτηματολόγιο για να εγγραφούν [*888]ως οι μόνοι ιδιοκτήτες όλων των μεριδίων στα πιο πάνω κτήματα, τα οποία διεκδικούν, το μεν ένα ως το μερίδιο που τους αναλογούσε μεταξύ των κληρονόμων του πατέρα τους Στ. Χριστοδούλου, ο οποίος τα πήρε, όπως ισχυρίσθηκαν διά δωρεάς από τον παππού του Τ. Λαμπή, το δε άλλο που ο πατέρας τους απέκτησε δυνάμει κληρονομιάς από τη μητέρα του Κυριακού Ττοφή Λαμπή, ½, και το υπόλοιπο ½ δυνάμει εχθρικής κατοχής εναντίον των κληρονόμων της Μαρτούς Ττοφή Λαμπή. Ως εκ τούτου αξίωσαν με ανταπαίτησή τους την κυριότητα στα πιο πάνω κτήματα, ζητώντας από το Δικαστήριο να διατάξει την εγγραφή τους επ’ ονόματί τους. Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή και την ανταπαίτηση. Αναφορικά με την αγωγή έκρινε πως οι ενάγοντες δεν μπορούσαν να διεκδικήσουν τα επίδικα κτήματα δυνάμει κληρονομικού δικαιώματος γιατί δεν είχε αποδεικτεί η κυριότητα των τελευταίων επί των κτημάτων. Αναφορικά με την ανταπαίτηση έκρινε πως δεν αποδείκτηκε ότι ο Στ. Χριστοδούλου νεμόταν με εχθρική κατοχή το επίδικο κτήμα για το χρονικό διάστημα που προβλέπει ο Νόμος, και που ο δικαστής αποφάσισε πως θα έπρεπε να ήταν 30 χρόνια και όχι 10. Αλλά και αν τούτο αποδεικνυόταν, τα δικαιώματα του πατέρα τους στα δύο κτήματα, περιήλθαν, μετά το θάνατό του, στην περιουσία του, και μπορούσαν να διεκδικηθούν μόνο από τον διαχειριστή της περιουσίας του, όπως έχει αποφασιστεί στην υπόθεση Φιλίππου ν. Στυλιανού (1992) 1 Α.Α.Δ. 448.
Οι ενάγοντες εφεσίβαλαν την απόφαση. Η έφεση αυτή αποσύρθηκε. Ενώπιον του Εφετείου παρέμεινε προς συζήτηση η έφεση των εναγομένων επί της ανταπαιτήσεώς τους. Ο συνήγορος τους υποστήριξε πως εφόσον δεν υπήρχε κληρονόμος υπό ανικανότητα, δεν χρειαζόταν να διοριστεί διαχειριστής της περιουσίας του πατέρα τους, Στ. Χριστοδούλου. Εξέφρασε επίσης παράπονο πως δεν έγινε δίκαιη δίκη γιατί καθυστέρησε η έκδοση της απόφασης.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την έφεση και αποφάνθηκε ότι:
1. Οι αρχές που διαμορφώθηκαν στην απόφαση Φιλίππου ν. Στυλιανού, όπως εκτίθενται στο πιο πάνω εισαγωγικό σημείωμα, εφαρμόζονται και στην παρούσα υπόθεση.
2. Το όψιμο ενδιαφέρον που επέδειξαν οι εναγόμενοι για νομιμοποίηση των δικαιωμάτων που ισχυρίζονται πως έχουν, και τα οποία έλκουν από τους προπάππους και προγιαγιάδες τους, και η δυσκολία προσαγωγής της αναγκαίας μαρτυρίας η οποία θα βοηθούσε το Δικαστήριο να καταλήξει σε ορθά συμπεράσματα, δεν δικαιολογεί το παράπονο των εναγομένων για μη δίκαιη δίκη.
[*889]Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Φιλίππου ν. Στυλιανού (1992) 1 (Α) Α.Α.Δ. 448.
Έφεση.
Έφεση από τους εναγόμενους κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου που δόθηκε στις 2/5/03 (Αρ. Αγωγής 1584/92) με την οποία απέρριψε την ανταπαίτησή τους με την οποία αξίωναν την κυριότητα και εγγραφή επ’ ονόματί τους των μεριδίων τα οποία κατ’ ισχυρισμό τους αναλογούσαν ως κληρονόμων του αποβιώσαντος πατέρα τους σε δύο κτήματα στο χωριό Πάνω Πύργος.
Α. Παπαχαραλάμπους, για τους Εφεσείοντες.
Δ. Κούτρας, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Η αγωγή, που καταχωρίστηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου στις 22.7.1992, εδέησε να φτάσει στην τελεσιδικία, με την έκδοση της απόφασης, στις 2.5.2003. Η απόφαση επιφυλάχθηκε στις 12.12.2001. Αδικαιολόγητη καθυστέρηση τόσο αναφορικά με το διάστημα που επεφυλάχθη η απόφαση, αλλά βεβαίως και το χρονικό διάστημα που πέρασε από την καταχώριση της αγωγής μέχρι την τελική εκδίκαση της. Για το πρώτο βέβαια μεγάλο χρονικό διάστημα ευθύνη φέρουν και οι διάδικοι, όπως καταδεικνύεται από το πρακτικό. Η απονομή της δικαιοσύνης όμως, μέσα σε εύλογο χρόνο, εναποτίθεται, κατά κύριο λόγο, στο Δικαστήριο που έχει εκ του συντάγματος υποχρέωση να διευθύνει κατά τέτοιο τρόπο τη διαδικασία ώστε να οδηγείται το συντομότερο δυνατό στην τελεσιδικία.
Η αντιδικία αφορούσε την κυριότητα σε μερίδια δύο κτημάτων στο χωριό Πάνω Πύργος, συγκεκριμένα ½ μερίδιο επί του τεμαχίου 330/1 και 1/5 μερίδιο επί του τεμαχίου 327/1 Φ/ΣΧ.18/53, έκτασης 23,409 τ.μ. και 3,345 τ.μ. αντίστοιχα. Οι ενάγοντες αρ. 1 είναι οι δύο διαχειριστές του Γεωργίου Πυργώτη ή Λοΐζου, τέως από το Καϊμακλί, ενώ οι 2-7 είναι τέκνα του πιο πάνω αποβιώσαντος. Είναι εφεσίβλητοι εδώ. Οι δύο εναγόμενοι, εφεσείοντες, υπέβαλαν στο κτηματολόγιο αίτηση, αριθμός Α675/92, για να εγγραφούν ως [*890]οι μόνοι ιδιοκτήτες όλων των μεριδίων στα πιο πάνω κτήματα, τα οποία διεκδικούν το μεν τεμάχιο 327 ως το μερίδιο που τους αναλογούσε μεταξύ των κληρονόμων του πατέρα τους Στυλιανού Χριστοδούλου, ο οποίος, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς τους, τα πήρε δια δωρεάς από τον παππού του Ττοφή Λαμπή, και το 330/1, που ο πατέρας τους απέκτησε δυνάμει κληρονομιάς από τη μητέρα του Κυριακού Ττοφή Λαμπή, ½, και το υπόλοιπο ½ δυνάμει εχθρικής κατοχής εναντίον των κληρονόμων της Μαρτούς Ττοφή Λαμπή. Ως εκ τούτου, αξίωσαν με ανταπαίτηση τους την κυριότητα στα πιο πάνω κτήματα, ζητώντας από το Δικαστήριο να διατάξει την εγγραφή επ’ ονόματι τους. Κατά τις επιτόπιες εξετάσεις της αρμόδιας υπηρεσίας του κτηματολογίου, για να προωθηθεί η αίτηση των εφεσειόντων, επιβεβαιώθηκαν οι θέσεις των εναγομένων. Οι εφεσίβλητοι υπέβαλαν ένσταση. Ακολούθησε νέα επιτόπια εξέταση, η οποία επιβεβαίωσε τα αποτελέσματα της πρώτης. Μετά τα πιο πάνω αποτελέσματα, οι ενάγοντες καταχώρισαν την υπό συζήτηση αγωγή.
Κατά την πρωτόδικη διαδικασία προσκομίστηκε πολλή μαρτυρία για να υποστηριχθούν οι εκατέρωθεν θέσεις. Μαρτυρία βέβαια ζώντων που αναφερόταν εξ΄ακοής ως προς το ποία ήταν η σχέση των προγόνων τους, προπάππων και προγιαγιάδων, αναφορικά με τα επίδικα κτήματα.
Ο πρωτόδικος δικαστής, αφού παρέθεσε τη μαρτυρία, απέρριψε την αγωγή και την ανταπαίτηση. Αναφορικά με την αγωγή έκρινε πως οι ενάγοντες δεν μπορούσαν να διεκδικήσουν τα επίδικα κτήματα δυνάμει κληρονομικού δικαιώματος γιατί αυτά ήταν απλά «καταχωρημένα» και όχι εγγεγραμμένα στο όνομα του προγόνου των. Δεν είχε δηλαδή αποδεικτεί η κυριότητα των τελευταίων επί των κτημάτων.
Ξεχωριστή έφεση που καταχώρισαν οι εφεσίβλητοι εναντίον της πρωτόδικης απόφασης αποσύρθηκε. Παρέμεινε ενώπιον μας προς συζήτηση η έφεση των εναγομένων επί της ανταπαιτήσεως τους. Ο πρωτόδικος δικαστής, όπως είπαμε πιο πριν, απέρριψε και την ανταπαίτηση των εφεσειόντων. Έκρινε πως δεν αποδείκτηκε ικανοποιητικά από τη μαρτυρία πως ο Στυλιανός Χριστοδούλου νεμόταν με εχθρική κατοχή τo επίδικo κτήμα για το χρονικό διάστημα που προβλέπει ο Νόμος, και που ο δικαστής αποφάσισε πως θα έπρεπε να ήταν 30 χρόνια και όχι 10. Αλλά και αν τούτο αποδεικνυόταν, τα δικαιώματα του πατέρα των εφεσειόντων, και στα δύο κτήματα, περιήλθαν, μετά το θάνατο του, στην περιουσία του, και μπορούσαν να διεκδικηθούν μόνο από το διαχειριστή της περιουσίας του, όπως έχει αποφασιστεί στην υπόθεση Φιλίππου ν. Στυλιανού (1992) [*891]1(Α) Α.Α.Δ. 448. Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα.
«Εξετάσαμε με προσοχή όλα τα εγειρόμενα θέματα. Η πρώτη διαπίστωση είναι ότι η εφεσείουσα 1 δεν πρόβαλε και δε διεκδικεί κανένα προσωπικό δικαίωμα. Ο δεσμός της με το Τεμάχιο 293/2 απεκόπη από το 1970 όταν μεταβίβασε το κτήμα στον εφεσείοντα 2. Ο τελευταίος διεκδικεί ιδιοκτησία του διαφιλονικούμενου κτήματος λόγω του δικαιώματος που του παρέχει ο τίτλος ιδιοκτησίας. Οποιαδήποτε δικαιώματα απόκτησε η Καλλού Παναγή ανήκουν στην περιουσία της και μπορεί να διεκδικηθούν μόνο από τον προσωπικό αντιπρόσωπό της. Όπως υποστηρίζει η νομολογία (η οποία επισημαίνεται πιο πάνω), η απόκτηση του δικαιώματος ιδιοκτησίας λόγω εχθρικής κατοχής δε συνεπάγεται την αυτόματη μεταγραφή του κτήματος στο όνομα του κατόχου. Για τη μεταβίβαση του δικαιώματος είναι αναγκαία η πιστοποίηση της ιδιοκτησίας με την εγγραφή της στα κτηματολογικά μητρώα. Άλλωστε, η δήλωση μεταβίβασης που υποβάλλεται στο Κτηματολόγιο περιορίζεται στο κτήμα που περιλαμβάνει ο τίτλος ιδιοκτησίας ο οποίος μεταβιβάζεται. Μετά τη θέσπιση του περί Διαχειρίσεως Περιουσιών Νόμου του 1954 – Κεφ. 189, καταργήθηκε και το δικαίωμα των κληρονόμων για τη διεκδίκηση περιουσίας του αποβιώσαντος κληρονομικώ δικαιώματι που είχε αναγνωριστεί στην A.G. Patiki & Co. and Others v. Demetra Georghiou Patiki XX(II)77, και στη Demetra G. Patiki v. A. GG. Patiki & Others, XX(I) C.L.R. 36. Η κατάληξη αυτή καταρρίπτει κάθε διεκδίκηση των εφεσειόντων για την εγγραφή του διαφιλονικούμενου κτήματος επ’ ονόματί τους λόγω εχθρικής κατοχής.»
Ο δικηγόρος των εφεσειόντων εισηγείται πως οι πρόνοιες των άρθρων 26 και 27 στον περί Διαχείρισης Κληρονομιών Νόμο Κεφ.189, όπως έχει τροποποιηθεί, καθιστούν επιτακτική την έκδοση εγγράφων διαχείρισης μόνο στις περιπτώσεις όπου υπάρχει το νομικό κώλυμα που αναφέρεται στα άρθρα, δηλαδή κληρονόμος που τελεί υπό ανικανότητα ανεξάρτητα από το μέγεθος της περιουσίας. (Η αγωγή κατατέθηκε στην κλίμακα 25.000-50.000). Επομένως, λέγει ο συνήγορος, εφόσον δεν υπάρχει κληρονόμος υπό ανικανότητα, δεν χρειαζόταν να διοριστεί διαχειριστής της περιουσίας του πατέρα τους, Στυλιανού Χριστοδούλου. Την απάντηση σ’ αυτή την εισήγηση την βρίσκουμε στο πιο πάνω παράθεμα από την απόφαση Φιλίππου ν. Στυλιανού. Δεν είναι ορθή η θέση του δικηγόρου των εφεσειόντων.
Τέλος δυο λόγια για την εισήγηση πως δεν έγινε δίκαιη δίκη για[*892]τί καθυστέρησε η έκδοση της απόφασης. Δεν νομίζουμε να δικαιολογείται το παράπονο των εφεσειόντων. Ας μη ξεχνούν ότι θυμήθηκαν τώρα να νομιμοποιήσουν δικαιώματα, που ισχυρίζονται πως έχουν, και τα οποία έλκουν από τους προπάππους και προγιαγιάδες τους. Και η υπόθεση, ως εκ της φύσεως της, καθίσταται δύσκολη αναφορικά με τη μαρτυρία η οποία είναι αναγκαία για να μπορέσει το Δικαστήριο να καταλήξει σε ορθά συμπεράσματα.
Ενόψει των ανωτέρω η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο