Σιαμμά Βερόνικα και Άλλη ως διαχειρίστριες της περιουσίας του αποβιώσαντος Ηλία Σιαμμά τέως από Λακατάμια και/ή ως νόμιμοι αντιπρόσωποι των κληρονόμων και/ή προς όφελος της περιουσίας και των εξαρτωμένων αυτού ν. Απόστολου Βασιλείου (2005) 1 ΑΑΔ 1129

(2005) 1 ΑΑΔ 1129

[*1129]21 Σεπτεμβρίου, 2005

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές]

ΒΕΡΟΝΙΚΑ ΣΙΑΜΜΑ ΚΑΙ ΕΛΕΝΑ ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΕΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΟΣ ΗΛΙΑ ΣΙΑΜΜΑ ΤΕΩΣ ΑΠΟ ΛΑΚΑΤΑΜΙΑ ΚΑΙ/Ή ΩΣ ΝΟΜΙΜΟΙ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΙ ΤΩΝ ΚΛΗΡΟΝΟΜΩΝ ΚΑΙ/Ή ΠΡΟΣ ΟΦΕΛΟΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΞΑΡΤΩΜΕΝΩΝ ΑΥΤΟΥ,

Εφεσείουσες,

v.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ,

Εφεσιβλήτου.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11854)

 

Αποζημιώσεις ― Γενικές αποζημιώσεις ― Απώλεια μελλοντικών απολαβών ― Πολλαπλασιαστής και πολλαπλασιαστέος ― Πολιτικός μηχανικός, διευθυντής εργοταξίου εργοληπτικής εταιρείας ηλικίας 44 ετών απώλεσε τη ζωή του σε τροχαίο ατύχημα ― Υιοθέτηση πολλαπλασιαστή 10 με πολλαπλασιαστέο τον καθαρό μισθό του αποβιώσαντος και την προβλεπόμενη αύξησή του ― Επικυρώθηκε κατ’ έφεση.

Αποζημιώσεις ― Πολλαπλασιαστής ― Η επιλογή του είναι κατ’ εξοχήν έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου ― Παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη ― Το Εφετείο δεν επενέβη στην επιλογή πολλαπλασιαστή 10 στην περίπτωση 44χρoνου πολιτικού μηχανικού, διευθυντή εργοταξίου σε εργοληπτική εταιρεία.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο επιδίκασε το συνολικό ποσό των £129.964 υπέρ των εξαρτωμένων αποβιώσαντος, εξαιτίας τροχαίου ατυχήματος, χρησιμοποιώντας ως πολλαπλασιαστέο τον καθαρό μισθό του αποβιώσαντος και την προβλεπόμενη αύξησή του, αφαιρουμένων των ατομικών του εξόδων, κατά το χρόνο θανάτου, διαχωρίζοντας κατά τους υπολογισμούς του την περίοδο από το θάνατο μέχρι τη δίκη. Οι εξαρτώμενοι του αποβιώσαντος ήταν η σύζυγος και ο γιος του.

Οι διαχειρίστριες της περιουσίας του αποβιώσαντος, (οι εφεσείουσες,) εφεσιβάλλουν την απόφαση. Το πρώτο θέμα της έφεσης αφορά [*1130]τον πολλαπλασιαστή, ο οποίος καθορίστηκε σε δέκα έτη από την ημερομηνία του θανάτου με γνώμονα την ηλικία του αποβιώσαντος (44 ετών), τις “καλές προοπτικές επαγγελματικής ανέλιξής του, την εκτίμηση των εργοδοτών του καθώς και τους λοιπούς αρνητικούς παράγοντες όπως τους κινδύνους από αρρώστειες, αιφνίδιο θάνατο κ.λ.π..” Οι εφεσείουσες υποστήριξαν ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη μαρτυρία σε σχέση με την αυξηθείσα προσδοκούμενη διάρκεια ζωής, τις ικανότητες του αποβιώσαντος, τη διευθυντική του θέση, τις προοπτικές του και την αυξητική τάση της νομολογίας στην επιλογή του πολλαπλασιαστή.

Το δεύτερο θέμα της έφεσης αφορά τον πολλαπλασιαστέο. Οι εφεσείουσες υποστήριξαν ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη τη μαρτυρία “αναφορικά με την εργοδότηση του αποβιώσαντος στο εξωτερικό”, εννοώντας πως από κάποιο χρονικό σημείο θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν ως βάση τα κατά πολύ αυξημένα μισθολογικά και άλλα ωφελήματα που θα είχε.

Το τελευταίο θέμα που εγείρεται αφορά την απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου να μη προσθέσει στο εισόδημα του αποβιώσαντος ποσό της τάξης των £3.000 – £4.000 ετησίως, από επιπλέον “εργασία εκπόνησης σχεδίων και/ή συμβουλών”. Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε ως αναξιόπιστη, σχετική μαρτυρία του αδελφού του αποβιώσαντος ο οποίος ισχυρίσθηκε ότι συνεργαζόταν σε αυτό τον τομέα με τον αποβιώσαντα.

Ο τέταρτος λόγος έφεσης και η αντέφεση αφορούν μεταξύ άλλων, τον τόκο. Το θέμα του τόκου διευθετήθηκε και η πρωτόδικη απόφαση θα διαφοροποιηθεί ως ακολούθως:

Επιδικάζεται τόκος προς 4% ετησίως από τις 2.9.99, ημέρα του ατυχήματος, επί του ποσού των £40.120 και, περαιτέρω τόκος προς 8% επί του συνόλου της απόφασης από τις 16.7.03 μέχρι την εξόφληση.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Ο παράγων της προσδοκούμενης διάρκειας ζωής η οποία συνεχώς αυξάνεται ενόψει της προόδου της επιστήμης, καθώς και η ηλικία του αποβιώσαντος, λήφθηκαν δεόντως υπόψη από το πρωτόδικο Δικαστήριο στον καθορισμό του πολλαπλασιαστή. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έχει την πρωταρχική ευθύνη για τον καθορισμό του πολλαπλασιαστή και μόνο σε ακραίες περιπτώσεις παρέχεται δυνατότητα παρέμβασης προς διαφοροποίησή του. Η παρούσα περίπτωση [*1131]βρίσκεται εντός των πλαισίων του πολλαπλασιαστών που το Ανώτατο Δικαστήριο – ενόψει και των δεδομένων της υπόθεσης – καθόρισε ή επικύρωσε.

2.  Η προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι ορθή ως προς την επιλογή του πολλαπλασιαστέου που χρησιμοποιήθηκε. Η έγκριση της τροποποίησης της έκθεσης απαίτησης ώστε να εκτεθούν με λεπτομέρεια τα ωφελήματα που ο αποβιώσας  θα είχε στο εξωτερικό και η απόρριψη ενστάσεων κατά της προσαγωγής της σχετικής μαρτυρίας, είναι στοιχεία ουδέτερα.

3.  Η μαρτυρία του αδελφού του αποβιώσαντος ήταν ασαφής και αόριστη και ορθώς το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι αυτή δεν επροσφέρετο “για να αποτελέσει ασφαλή βάση για διατύπωση σχετικού ευρήματος”.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Zachariou v. Lioness Inc (1983) 1 C.L.R. 415,

Fysko v. Γεωργίου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1014,

Καραλούκας ν. Πάρπα (1998) 1 Α.Α.Δ. 767,

Παπασπύρου ν. Γαστρινάκη (2001) 1 Α.Α.Δ. 1818,

Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας κ.ά. ν. Στυλιανού κ.ά. (2002) 1 Α.Α.Δ. 1718,

Muskita Hotels Ltd v. Γαβριήλ (2002) 1 Α.Α.Δ. 1703,

Τρύφωνος ν. Σωτηρίου (2000) 1 Α.Α.Δ. 1305,

Paraskevaides (Overseas) Ltd v. Christofis (1982) 1 C.L.R. 789,

Χριστοδούλου ν. Μπίλλη (1998) 1 Α.Α.Δ. 164.

Έφεση.

Έφεση από τις ενάγουσες, διαχειρίστριες της περιουσίας αποβιώσαντος, κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού που δόθηκε στις 16/7/03 (Αρ. Αγωγής 1961/00) με την οποία [*1132]επιδίκασε υπέρ των εξαρτωμένων, συζύγου και υιού του, το συνολικό ποσό των £129.964 ως αποζημιώσεις για την πρόκληση σε τροχαίο ατύχημα του θανάτου του αποβιώσαντος από τον εναγόμενο, με εισήγηση ότι ο πολλαπλασιαστής έπρεπε να ήταν μεγαλύτερος και ότι στον πολλαπλασιαστέο θα έπρεπε να υπολογισθεί η προοπτική εργοδότησης του αποβιώσαντος με υψηλότερο μισθό.

Γ. Ερωτοκρίτου και Ελ. Ερωτοκρίτου, για τις Eφεσείουσες.

Στ. Πολυβίου, για τον Eφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Γ. Κωνσταντινίδη.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Ο Ηλίας Σιαμμά από τη Λακατάμια απεβίωσε εξαιτίας των τραυμάτων που υπέστη όταν, στις 2.9.99, κτυπήθηκε από αυτοκίνητο που οδηγούσε ο εφεσίβλητος – εναγόμενος. Ο εφεσίβλητος ανέλαβε πλήρη ευθύνη και η αντιδικία αφορούσε στο ζήτημα των αποζημιώσεων. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο επιδίκασε το συνολικό ποσό των £129.964 υπέρ των εξαρτωμένων του, δηλαδή της συζύγου και του γιου του, κατανέμοντάς το εξίσου μεταξύ τους. Περαιτέρω, τα ποσά των £6.000 υπέρ της συζύγου για οδύνη, £800 υπέρ της συζύγου για έξοδα κηδείας και £1.200 υπέρ της περιουσίας του αποβιώσαντος για έξοδα διαχείρισης.

Το ένα από τα θέματα που τέθηκαν ενώπιόν μας, με τον τέταρτο λόγο έφεσης και με την αντέφεση, αναφορικά με τον τόκο, διευθετήθηκε και η πρωτόδικη απόφαση θα διαφοροποιηθεί αναλόγως. Οι υπόλοιποι λόγοι έφεσης αφορούν σε ορισμένες από τις παραμέτρους σε σχέση με  τον καθορισμό του ποσού των £129.964. Το πρωτόδικο Δικαστήριο χρησιμοποίησε ως πολλαπλασιαστέο τον καθαρό μισθό του αποβιώσαντος και την προβλεπόμενη αύξησή του, αφαιρουμένων των ατομικών του εξόδων, κατά το χρόνο του θανάτου, διαχωρίζοντας κατά τους υπολογισμούς του την περίοδο από το θάνατο μέχρι και τη δίκη. Η φύση των ζητημάτων που έχουν εγερθεί καθιστά αχρείαστη την επέκταση σε λεπτομέρειες αναφορικά με επί μέρους ποσά και ημερομηνίες. Το πρώτο θέμα αφορά στον πολλαπλασιαστή. Κατά τις εφεσείουσες θα έπρεπε να ήταν πολύ μεγαλύτερος. Το δεύτερο, αφορά στον πολλαπλασιαστέο. Η εισήγηση είναι πως θα έπρεπε να συνυπολογιστεί η προοπτική εργοδότησης του αποβιώσαντος έναντι ψηλότερου μισθού. Επίσης, αμοιβή που κατ’ ισχυρισμό εξασφάλιζε πέραν του μισθού του.

[*1133]

Ο πολλαπλασιαστής.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, καθοδηγούμενο από σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, καθόρισε τα δέκα έτη από την ημερομηνία του θανάτου ως πολλαπλασιαστή με γνώμονα την ηλικία του αποβιώσαντος (44 ετών), “τις καλές προοπτικές επαγγελματικής ανέλιξής του, την εκτίμηση των εργοδοτών του καθώς και τους λοιπούς αρνητικούς παράγοντες όπως τους κινδύνους από αρρώστιες, αιφνίδιο θάνατο κλπ.” Ο εφεσίβλητος διατύπωσε ορισμένες σκέψεις αναφορικά με τις δυνατότητες προσδιορισμού της ηλικίας του αποβιώσαντος αλλά, στην απουσία αντέφεσης, δεν θα ήταν δυνατό να εξετασθεί, για να διαφοροποιηθεί, αυτό το δεδομένο.

Οι εφεσείουσες, με παραπομπή στους McGregor on Damages, 17η έκδοση, σελ. 1349 και 1354 - 1355 και Kemp & Kemp, The Quantum of Damages, 4η έκδοση, τόμος 1, σελ. 277 -  290, θεωρούν καταρχάς πως εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη τη μαρτυρία, με αναφορά και σε δημογραφικό πίνακα της Στατιστικής Υπηρεσίας, σε σχέση με την αυξηθείσα προσδοκούμενη διάρκεια ζωής. Περαιτέρω, την αύξηση του “όρου συνταξιοδοτήσεως και/ή εργασίας” σε συνδυασμό με τη “φύση της εργασίας του, τις ικανότητές του, τη διευθυντική του θέση, τις προοπτικές του και την αυξητική τάση της νομολογίας στην επιλογή του πολλαπλασιαστή ως αυτός καθορίζεται”. Ο εφεσίβλητος υποστήριξε την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με την επισήμανση πως είναι εναρμονισμένη και προς τις πιο πρόσφατες από τις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου που αναφέρθηκαν.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη στον καθορισμό “έχοντας υπόψη τον πολλαπλασιαστή που έχει υιοθετηθεί” σε αριθμό υποθέσεων (βλ. Zachariou v. Lioness Inc (1983) 1 C.L.R. 415, Fysko v. Γεωργίου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1014, Καραλούκας ν. Πάρπα (1998) 1 Α.Α.Δ. 767 και Παπασπύρου ν. Γαστρινάκη (2001) 1 A.A.Δ. 1818, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας κ.ά. ν. Σταύρου Στυλιανού κ.ά. (2002) 1 Α.Α.Δ. 1718, Muskita Hotels Ltd v. Γαβριήλ (2002) 1 Α.Α.Δ. 1703). Αναφερόμενο δε ειδικά στο ζήτημα της προσδοκούμενης διάρκειας ζωής, σημείωσε το σχετικό απόσπασμα από την Muskita Hotels Ltd (ανωτέρω):

“Έχουμε επίσης τη γνώμη πως λόγω της προόδου της επιστήμης που έχει συνδράμει ανεκτίμητα στην επιμήκυνση της ανθρώπινης ζωής αλλά και στη βελτίωση της ποιότητάς της, η προσδοκία του χρόνου διάρκειάς της έχει αυξηθεί”.

[*1134]

Σημειώνουμε και την Τρύφωνος ν. Σωτηρίου (2000) 1 Α.Α.Δ. 1305 στην οποία ο πολλαπλασιαστής καθορίστηκε “ενόψει ιδιαίτερα της ηλικίας του εφεσίβλητου και της συνεχώς αυξανόμενης προσδοκίας ζωής και συνθηκών ζωής”.

Το θέμα είναι ότι και με αυτά ως δεδομένα, καθορίσθηκαν ή επικυρώθηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο πολλαπλασιαστές που δεν αναδεικνύουν τον επίδικο ως εκτός πλαισίου, με αναφορά σε τέτοιο παράγοντα. Ούτε με αναφορά στα υπόλοιπα που συζητήθηκαν. Παρατηρούμε πως το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρθηκε σε στοιχεία της εργοδότησης του αποβιώσαντος, ως πολιτικού μηχανικού – διευθυντή εργοταξίου, και πως οι εφεσείουσες δεν ήταν σε θέση να υποδείξουν οτιδήποτε από τη μαρτυρία σε σχέση με την “αύξηση του όρου συνταξιοδοτήσεως” του. (βλ.  Paraskevaides (Overseas) Ltd v. Christofis (1982) 1 C.L.R. 789, Χριστοδούλου ν. Μπίλλη (1998) 1 A.A.Δ. 164, Καζάκου ν. Αβρααμίδου κ.ά. (2000) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1626, Μιχαήλ κ.ά. ν. Φίλιου Γ. Συκοπετρίτη Λτδ κ.ά. (2000) 1 Α.Α.Δ. 1049).

Είναι παγίως νομολογημένο πως η πρωταρχική ευθύνη για τον καθορισμό του πολλαπλασιαστή ανήκει στο πρωτόδικο Δικαστήριο και πως παρέχεται δυνατότητα παρέμβασης προς διαφοροποίησή του σε ακραίες περιπτώσεις. Δεν είναι τέτοια η παρούσα και δεν έχουμε ικανοποιηθεί ότι δικαιολογείται παρέμβασή μας.

Ο πολλαπλασιαστέος.

Χρησιμοποιήθηκε ως βάση ο παραδεκτός μισθός του αποβιώσαντος. Επίσης, όπως σημειώσαμε, η προβλεπόμενη αύξησή του.    Το παράπονο είναι πως το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη τη μαρτυρία “αναφορικά με την εργοδότηση του αποβιώσαντος στο εξωτερικό”. Εννοώντας, όπως αντιλαμβανόμαστε την εισήγηση, πως από κάποιο χρονικό σημείο θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν ως βάση τα κατά πολύ αυξημένα μισθολογικά και άλλα ωφελήματα που θα είχε. Επικαλούνται οι εφεσείουσες προφορική συμφωνία του αποβιώσαντα με τους εργοδότες του και παραπέμπουν σε αποσπάσματα από τη μαρτυρία τα οποία, κατά την εισήγησή τους, προδιέγραφαν με βεβαιότητα αυτή την προοπτική, η οποία απλώς ανεστάλη όταν χρειάστηκε να παραταθεί η παραμονή του στην Κύπρο προς αποπεράτωση του αποχετευτικού συστήματος στη Λεμεσό. Επίσης στο γεγονός ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο επέτρεψε τροποποίηση της έκθεσης απαίτησης ώστε να εκτεθούν με λεπτομέρεια τα ωφελήματα που θα είχε στο εξωτερικό και απέρριψε ενστάσεις κατά της [*1135]προσαγωγής της σχετικής μαρτυρίας.

Ο αποβιώσας ήταν υπάλληλος στην Charilaos Apostolides Constracting Co. από το 1979. Μέχρι το 1989 εργαζόταν “εναλλακτικά” στην Κύπρο και στο Ιράκ. Από το 1989 παρέμεινε στην Κύπρο και η έμφαση από τις εφεσείουσες τοποθετείται σε συνομιλία του με τον διευθύνοντα σύμβουλο των εργοδοτών του. Την παραθέτει στο περίγραμμά του και, βεβαίως, αναφέρθηκε σε αυτή και το πρωτόδικο Δικαστήριο. Η ουσία ήταν πως ο αποβιώσας συμφώνησε να μεταβεί στη Σαουδική Αραβία αλλά μεσολάβησε άλλο έργο, εκείνο του αποχετευτικού της Λεμεσού. Άλλα στοιχεία δεν υπήρχαν. Ούτε ως προς το χρόνο, ούτε ως προς τις απολαβές, η αναφορά στις οποίες απλώς παραπέμπει στα προοιωνιζόμενα  ενόψει και της ψηλής ποιότητας του αποβιώσαντα.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την εισήγηση ως ακολούθως:

“Δεν μπορώ να συμφωνήσω με την πιο πάνω εισήγηση του κ. Ερωτοκρίτου, ιδιαίτερα έχοντας υπόψη τους διάφορους αβέβαιους και αστάθμητους παράγοντες που υπεισέρχονται μετά την ημερομηνία του θανάτου. Εξάλλου όπως εδέχθη στην αντεξέταση ο ΜΕ.7 Νίκος Φιλίππου, οι εργασίες της εταιρείας του στο εξωτερικό και σε ορισμένες χώρες εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες.”

Σε συμφωνία με την εισήγηση του εφεσιβλήτου, δεν διακρίνουμε σφάλμα, στην γενική έστω, προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Προσθέτουμε πως η έγκριση της τροποποίησης της έκθεσης απαίτησης και η απόρριψη ενστάσεων στην προσαγωγή μαρτυρίας, είναι στοιχεία ουδέτερα. Το θέμα είναι πως με παραδεκτή τη δυνατότητα έγερσης του θέματος και προσαγωγής μαρτυρίας γι’ αυτό, δεν στοιχειοθετήθηκε οτιδήποτε που θα παρείχε υπόβαθρο για περαιτέρω συζήτηση.

Μπορούμε να είμαστε σύντομοι και σε σχέση με  το τελευταίο θέμα. Η εισήγηση είναι πως θα έπρεπε να προστεθεί στο εισόδημα του αποβιώσαντα ποσό της τάξης των £3.000 - £4.000 ετησίως, από επιπλέον “εργασία εκπόνησης σχεδίων και/ή συμβουλών”. Σχετική ήταν η μαρτυρία του αδελφού του αποβιώσαντα με τον οποίο, κατά τον ισχυρισμό, συνεργάζονταν σε αυτό τον τομέα. Αυτή τη μαρτυρία την απέρριψε το πρωτόδικο Δικαστήριο ως αναξιόπιστη και, ευλόγως θα λέγαμε ενόψει των δεδομένων και των αρχών που διέπουν το θέμα, δεν διατυπώθηκε λόγος έφεσης επ’ αυτού. Θεωρούν οι εφεσείουσες πως αφού το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την [*1136]πιο πάνω μαρτυρία “εκτός όπου αυτή ταυτίζεται με άλλη δεκτή μαρτυρία” και η μαρτυρία της συζύγου του αποβιώσαντος έγινε δεκτή “όσον αφορά το σημείο των έξτρα εργασιών, αυτή έπρεπε να γίνει αποδεκτή καθώς ταυτίζεται με τη μαρτυρία της ΜΕ.3.” Με όλο το σεβασμό έχουμε είδος σοφίσματος. Η μαρτυρία του αδελφού του αποβιώσαντος απορρίφθηκε ειδικά με αναφορά στον ισχυρισμό του για τέτοια εργασία σε συνεργασία με τον αποβιώσαντα. Μάλιστα από το 1979, για να επικαλεστεί στη συνέχεια, “λάθος στις ημερομηνίες”, όταν αντεξετάστηκε σε σχέση με την από τότε εργοδότηση του αποβιώσαντα στο εξωτερικό. Η ίδια η σύζυγος του αποβιώσαντα δεν έδωσε οποιοδήποτε συγκεκριμένο στοιχείο. Όπως συνοψίζει τη μαρτυρία της το πρωτόδικο Δικαστήριο, χωρίς να αναφερθεί σε λεπτομέρειες ή σε κάποιο συγκεκριμένο εισόδημα, απλώς κατέθεσε πως “ο αποβιώσας κάποτε ασχολείτο με την εκπόνηση σχεδίων οικιών  των φίλων του προκειμένου να έχει έξτρα εισόδημα”. Ορθά, λοιπόν, ως ασαφής και αόριστη κρίθηκε ως μη προσφερόμενη “για να αποτελέσει ασφαλή βάση για διατύπωση σχετικού ευρήματος”.

Μια τελευταία παρατήρηση σε σχέση με τον απρεπή, εν πάση περιπτώσει, ισχυρισμό πως ήταν και “επιλεκτικά” που το πρωτόδικο Δικαστήριο “δεν επιδίκασε οποιοδήποτε ποσό για τις επιπλέον εργασίες”. Αναφέρονται οι εφεσείουσες στο χειρισμό σε βάρος τους, αναφορικά με άλλο κονδύλι, στη βάση προφορικής μαρτυρίας και υποστηρίζουν πως δεν υπήρχε λόγος να μην θεωρηθεί και επί του προκειμένου αρκετή η προφορική μαρτυρία της συζύγου του αποβιώσαντα. Το άλλο κονδύλι καθορίστηκε στη βάση των δικών του δεδομένων και εκείνο που δεν έχει γίνει αντιληπτό είναι πως ως προς το επίδικο το πρόβλημα δεν αφορούσε στη φύση της μαρτυρίας αλλά στο περιεχόμενό της.

Η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα. Στη βάση της διευθέτησης μεταξύ των μερών για τον τόκο, η πρωτόδικη απόφαση διαφοροποιείται και επιδικάζεται τόκος προς 4% ετησίως από 2.9.99 επί του ποσού των £40.120 και, περαιτέρω, τόκος προς 8% ετησίως επί του συνόλου της απόφασης από τις 16.7.03 μέχρι την εξόφληση.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο