Παναγίδου Ρίτσα (2006) 1 ΑΑΔ 165

(2006) 1 ΑΑΔ 165

[*165]27 Φεβρουαρίου, 2006

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΡΙΤΣΑΣ ΠΑΝΑΓΙΔΟΥ ΠΡΟΣ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΕΩΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ

CERTIORARI,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΨΗΦΙΣΗ ΤΩΝ ΕΞΟΔΩΝ ΤΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ ΚΑΙ ΣΥΝΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΠΕΤΡΟΥ Μ. ΠΕΤΡΑΚΗ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 21.6.05, ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ 329/98 ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ.

(Aίτηση Αρ. 83/2005)

 

Διαχειρίσεις περιουσιών ― Δικηγορικά έξοδα συνδιαχειριστή ― Δεν εμπίπτουν σε δικηγορικά έξοδα που καλύπτονται από το Άρθρο 33(2) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 14/60).

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Ακυρώθηκε με ένταλμα Certiorari το μέρος της διαταγής Πρωτοκολλητή Επαρχιακού Δικαστηρίου, με το οποίο επιδικάσθηκε τόκος προς 8% επί του ποσού των εξόδων δικηγόρου και συνδιαχειριστή περιουσίας αποβιώσαντος.

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Απόφαση Πρωτοκολλητή Επαρχιακού Δικαστηρίου για επιδίκαση τόκου προς 8% επί των εξόδων δικηγόρου και συνδιαχειριστή περιουσίας αποβιώσαντος ― Εμπίπτει εντός της δικαιοδοσίας του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων.

Λέξεις και Φράσεις ― «Αγωγή», στο Άρθρο 2 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/60) και στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας ― «Σημαίνει πολιτική διαδικασία με αφετηρία την έκδοση κλητηρίου εντάλματος ή με τέτοιο άλλο τρόπο όπως προσδιορίζεται από νόμο ή [*166]διαδικαστικό κανονισμό...» ― Κατά πόσο η διαδικασία διαχείρισης μπορεί να χαρακτηρισθεί ως διαδικασία αγωγής.

Με την αίτηση αυτή η αιτήτρια, μετά από άδεια που δόθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο, ζητά την έκδοση εντάλματος Certiorari, με σκοπό την ακύρωση του μέρους της ψήφισης εξόδων του καθ’ ου η αίτηση κ. Π. Πετράκη, δικηγόρου και συνδιαχειριστή, που αναφέρεται στην επιδίκαση τόκου προς 8% επί ποσού £2.021.

Η αιτήτρια υποστήριξε πως ο Πρωτοκολλητής ενήργησε χωρίς νομικό έρεισμα. Αντίθετα, ο καθ’ ου η αίτηση, εισηγήθηκε ότι τα δικηγορικά έξοδα, σύμφωνα με το Άρθρο 33(2) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/60), φέρουν τόκο προς 8% αυτομάτως και ως εκ τούτου ο Πρωτοκολλητής μπορούσε και έπρεπε να τον καθορίσει όταν ψήφιζε τα έξοδά του.

Ο συνήγορος της αιτήτριας κατά την αγόρευσή του υπέβαλε ότι ο τόκος 8% επί των εξόδων που προνοείται από το Νόμο, αφορά δικηγορικά έξοδα αγωγής και δεν καλύπτει την παρούσα περίπτωση.

Το Ανώτατο Δικαστήριο κατέληξε πως τα δικηγορικά έξοδα του συνδιαχειριστή δεν εμπίπτουν σε δικηγορικά έξοδα που καλύπτονται από το Άρθρο 33(2), αφού αυτό μιλά για τόκο επί των δικηγορικών εξόδων «από την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής» και ότι η διαδικασία διαχείρισης δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί, καθ’ οιονδήποτε τρόπο ως διαδικασία αγωγής. Οι αρχές, από τις οποίες το Ανώτατο Δικαστήριο άντλησε καθοδήγηση στην κατάληξή του, προκύπτουν επαρκώς από τις πιο πάνω εισαγωγικές σημειώσεις.

Η αίτηση έγινε δεκτή με έξοδα υπέρ της αιτήτριας.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Καλαβάς κ.ά., Αίτηση Αρ. 3/99, ημερ. 5.2.99,

Παπαχρυσοστόμου ν. Σιδερά (1992) 1 Α.Α.Δ 379,

Pavlos Varellas Trading Co. Ltd κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 398.

Αίτηση.

Δ. Παπαχρυσοστόμου, για την Αιτήτρια.

[*167]Π. Πετράκης, Καθ’ου η αίτηση, αυτοπροσώπως.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Με την αίτησή της η αιτήτρια, μετά από άδεια που δόθηκε από το Δικαστήριο, ζητά την έκδοση εντάλματος Certiorari για μεταφορά στο Ανώτατο Δικαστήριο για το σκοπό ακύρωσης του μέρους εκείνου της ψήφισης εξόδων του κ. Πέτρου Πετράκη, δικηγόρου και συνδιαχειριστή, που αναφέρεται στην επιδίκαση τόκου προς 8% επί ποσού £2.021. (Επισυναπτόμενο στην Αίτηση, Τεκμήριο 1).

Είναι η θέση της αιτήτριας ότι ο Πρωτοκολλητής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, καθορίζοντας τόκο προς 8% επί του πιο πάνω ποσού, που αφορούσε δικηγορικά έξοδα του συνδιαχειριστή, ενήργησε χωρίς νομικό έρεισμα. Αντίθετα, ο καθ’ ου η αίτηση, εισηγήθηκε ότι τα δικηγορικά έξοδα, σύμφωνα με το άρθρο 33(2) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 14/60), φέρουν τόκο προς 8% αυτομάτως και ως εκ τούτου ο Πρωτοκολλητής μπορούσε και έπρεπε να τον καθορίσει όταν ψήφιζε τα έξοδά του.

Ο κ. Παπαχρυσοστόμου, αγορεύοντας εκ μέρους της αιτήτριας, υπέβαλε στο Δικαστήριο ότι ο τόκος 8% επί των εξόδων που προνοείται από το Νόμο, αφορά δικηγορικά έξοδα αγωγής και δεν καλύπτει την παρούσα περίπτωση. Επίσης, σε απάντηση του επιχειρήματος του κ. Πετράκη ότι υπήρχε εναλλακτική διαδικασία αμφισβήτησης των εξόδων που ψηφίστηκαν από τον Πρωτοκολλητή, ο κ. Παπαχρυσοστόμου υπέβαλε πως μια τέτοια αμφισβήτηση με άλλη διαδικασία περιοριζόταν μόνο σε αμφισβήτηση συγκεκριμένων κονδυλίων, που δεν ήταν η επίδικη περίπτωση.

Το κατά πόσο η λειτουργία του Πρωτοκολλητή σε θέμα όπως το επίδικο εμπίπτει στην δικαιοδοσία του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων υπήρξε, μεταξύ άλλων, αντικείμενο εξέτασης στην Γιάννης Καλαβάς κ.ά., Αίτηση Αρ. 3/99, ημερ. 5.2.99, όπου ο Νικολάου, Δ., ανέφερε τα ακόλουθα:

«Οι αιτητές ζητούν τώρα όπως τους χορηγηθεί άδεια για την καταχώριση αίτησης προς έκδοση ενταλμάτων certiorari και mandamus. Σημειώνω κατ’ αρχήν ότι το τεθέν ζήτημα εμπίπτει εντός της δικαιοδοσίας την οποία παρέχει το άρθρο 155.4 του Συντάγματος για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων αφού προδήλως αφορά σε οιονεί δικαστική λειτουργία του Πρωτοκολλητή. Παρόμοια πτυχή της λειτουργίας Πρωτοκολλητή απασχόλη[*168]σε στην Evand Promotions Ltd κ.ά. Αίτηση Αρ. 62/98, ημερ. 15. Ιουλίου 1998, όπου ο Αρτεμίδης Δ. θεώρησε δεδομένη τη δικαιοδοσία.»

Όσον αφορά την ύπαρξη εναλλακτικής διαδικασίας στο ζήτημα ψήφισης εξόδων, αναφέρθηκαν και τα ακόλουθα στην ίδια απόφαση:

«Ως προς το κατά πόσο προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο δεν διακρίνω κανένα. Στο ζήτημα ψήφισης εξόδων από τον Πρωτοκολλητή, παρέχεται στο Επαρχιακό Δικαστήριο η δυνατότητα επέμβασης μόνο κατόπιν αίτησης για αναθεώρηση απόφασης του Πρωτοκολλητή να επιτρέψει συγκεκριμένα κονδύλια σε σχέση με τα οποία είχε υποβληθεί ένσταση: βλ. Δ.59, θ.18.  Ούτε και χωρεί έφεση εναντίον πράξης του Πρωτοκολλητή αφού η έφεση προϋποθέτει τη διατύπωση διατάγματος, ως την απόληξη καθαρά δικαστικής λειτουργίας. Απομένουν λοιπόν για τη διενέργεια ελέγχου μόνο τα προνομιακά εντάλματα.»

Το άρθρο 33(2) του Νόμου 14/60 διαλαμβάνει τα ακόλουθα:

«Εκάστη απόφασις περιλαμβανομένου του μέρους αυτής το οποίον αφορά εις τα δικηγορικά έξοδα, εκτός εάν άλλη πρόβλεψις εγένετο εν τη αποφάσει δυνάμει του εδαφίου (1), θα φέρη τόκον προς οχτώ επί τοις εκατόν ετησίως από την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής ή εν σχέσει με εκκρεμούσες αγωγές, από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, μέχρι τελικής αποπληρωμής του χρέους.»

Ως εκ τούτου είναι προφανές ότι ο τόκος για δικηγορικά έξοδα συναρτάται με τη διαδικασία αγωγής.

Η έννοια του όρου «αγωγή» καθορίζεται στο ερμηνευτικό άρθρο 2 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 14/60):

««αγωγή» σημαίνει πολιτικήν διαδικασίαν αρχομένην δια κλητηρίου εντάλματος ή κατά τοιούτον άλλον τρόπον ως καθορίζεται υπό διαδικαστικού κανονισμού, και περιλαμβάνει ναυτικήν υπόθεσιν ήτις, προ της ημέρας της ανεξαρτησίας, υπήγετο εις την δικαιοδοσίαν του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Δικαιοσύνης εν Αγγλία εν τη επί ναυτικών υποθέσεων δικαιοδοσία αυτού.»

Επίσης, ο ορισμός του όρου «αγωγή» (action), περιέχεται και στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας και είναι ο ακόλουθος:

[*169]

« “action” means a civil proceeding commenced by writ or in such other manner as may be prescribed by any law or rules of court;»

Στην Παπαχρυσοστόμου ν. Σιδερά (1992) 1 Α.Α.Δ. 379, αναφέρθηκαν τα πιο κάτω στη σελίδα 381 σχετικά με την εμβέλεια του όρου «αγωγή» σε συνάρτηση με διαδικασία ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου:

«Η διαδικασία η οποία οδήγησε στην έφεση αυτή άρχισε, σύμφωνα με τους Περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 1990 που θεσπίστηκαν για τη ρύθμιση της λειτουργίας του Οικογενειακού Δικαστηρίου, με αίτηση κατά τον καθορισμένο στους σχετικούς κανονισμούς τύπο.

Είναι φανερό ότι η διαδικασία αυτή δεν εμπίπτει στον όρο «αγωγή» όπως ορίζεται στο Άρθρο 2 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 και στον περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικό Κανονισμό, Διαταγή 1, Κανόνας 2, στον οποίο ο όρος «αγωγή» σε όση έκταση έχει σχέση με το θέμα που εγείρεται στην έφεση αυτή, ορίζεται ότι «σημαίνει πολιτική διαδικασία με αφετηρία και έκδοση κλητηρίου εντάλματος ή με τέτοιο άλλο τρόπο όπως προσδιορίζεται από νόμο ή διαδικαστικό κανονισμό . . .»».

Σε αίτηση για αναθεώρηση εξόδων στην Pavlos Varellas Trading Co. Ltd κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 398, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, εξετάζοντας παρόμοιο θέμα με αναφορά στο κατά πόσο προσφυγή ενέπιπτε στον όρο «αγωγή», παραπέμποντας και στην Παπαχρυσοστόμου, ανέφερε τα ακόλουθα στη σελ. 420:

«Πρέπει να παρατηρήσουμε ότι εγείρεται ερώτημα κατά πόσο η επιδίκαση τόκου επί των δικηγορικών εμπίπτει εντός της αρμοδιότητος ή εξουσίας του Επιτετραμμένου της Ψήφισης Εξόδων. Παρά ταύτα και εφόσον έχει εγερθεί το θέμα θα διατυπώσουμε τις απόψεις μας σε συντομία.

Η επιδίκαση τόκου επί των δικηγορικών είναι δυνατή σε σχέση μόνο με δικαστικές διαδικασίες οι οποίες εμπίπτουν εντός του πιο πάνω ορισμού του όρου «Αγωγή». Λαμβανομένης υπόψη της φύσης της προσφυγής και του τρόπου έναρξης της σχετικής διαδικασίας θεωρούμε ότι η προσφυγή δεν εμπίπτει εντός του σχετικού ορισμού. Η διαδικασία της προσφυγής πηγάζει απευθείας από το Σύνταγμα και δεν διέπεται καθόλου από το Νόμο 14/60. Σχετική επί του προκειμένου είναι και η Παπαχρυσοστόμου ν. [*170]Σιδερά (1992) 1 Α.Α.Δ. 379, 381 στην οποία κρίθηκε ότι διαδικασία σύμφωνα με τους περί Οικογενειακού Δικαστηρίου Κανονισμούς του 1990 δεν εμπίπτει στον όρο «αγωγή» όπως ορίζεται στο άρθρο 2 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 και στον περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικό Κανονισμό Δ.1, θ.2.»

Με γνώμονα τις πιο πάνω αρχές καταλήγω πως τα δικηγορικά έξοδα του συνδιαχειριστή δεν εμπίπτουν σε δικηγορικά έξοδα που καλύπτονται από το άρθρο 33(2), αφού αυτό μιλά για τόκο επί των δικηγορικών εξόδων «από την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής» και, κατά την κρίση μου, η διαδικασία διαχείρισης δεν μπορεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο να χαρακτηρισθεί ως διαδικασία αγωγής. Είναι προφανές ότι τα επίδικα δικηγορικά έξοδα δεν συναρτώνται με οποιαδήποτε αγωγή.

Εν όψει των πιο πάνω εκδίδω ένταλμα Certiorari με το οποίο ακυρώνω το μέρος εκείνο της διαταγής του Πρωτοκολλητή, με το οποίο επιδικάζεται τόκος προς 8% επί του ποσού των £2.021 έξοδα. Τα έξοδα της αίτησης επιδικάζονται υπέρ της αιτήτριας.

Η αίτηση γίνεται δεκτή με έξοδα υπέρ της αιτήτριας.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο