Θεοφάνους Ανθή και Άλλος ν. Γιάννη Κουρουκλά και Άλλης (2006) 1 ΑΑΔ 528

(2006) 1 ΑΑΔ 528

[*528]14 Ιουνίου, 2006

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11441)

ΑΝΘΗ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ,

Εφεσείουσα,

v.

 

ΓΙΑΝΝΗ ΚΟΥΡΟΥΚΛΑ,

Εφεσιβλήτου.

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11444)

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΥΡΟΥΚΛΑΣ,

Εφεσείων,

v.

ΑΝΘΗΣ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ,

Εφεσίβλητης.

(Πολιτικές Εφέσεις Αρ. 11441, 11444)

 

Αμέλεια ― Τροχαίο ατύχημα ― Επιμερισμός ευθύνης ― Οδηγός αυτοκινήτου τύπου σαλούν, στην προσπάθειά του να στρίψει σε δεξιά πάροδο σε σχέση με την πορεία του, ανέκοψε την πορεία εξ αντιθέτου επερχομένου μοτοποδηλάτου, το οποίο δεν έφερε φως ― Επιμερισμός ευθύνης σε ποσοστό 75% στην οδηγό του αυτοκινήτου και σε ποσοστό 25% στον οδηγό του μοτοποδηλάτου ― Επικυρώθηκε κατ’ έφεση.

Αποζημιώσεις ― Γενικές αποζημιώσεις ― Απώλεια μελλοντικών απολαβών ― Μείωση εισοδηματικής ικανότητας ― Μαθητής ηλικίας 16 ετών παίκτης της καλαθοσφαιρικής ομάδας του Αποέλ με προοπτική ανέλιξης, απώλεσε, λόγω του τραυματισμού του σε τροχαίο ατύχημα, [*529]τη δυνατότητα να σπουδάσει γυμναστής και να ασχοληθεί και με την καλαθόσφαιρα και αναγκάστηκε να σπουδάσει στην Αγγλία μηχανολόγος-εκτιμητής αυτοκινήτων ― Επιδίκαση ποσού £20.000,00 για μείωση εισοδηματικής ικανότητας στη βάση της μεθόδου της κατ’ αποκοπήν ποσού ― Επιδίκαση ποσού £22.500,00 για απώλεια μελλοντικών απολαβών στη βάση της μεθόδου του πολλαπλασιαστή-πολλαπλασιαστέου ― Το επιδικασθέν ποσό για την απώλεια των μελλοντικών απολαβών μειώθηκε κατ’ έφεση σε £10.000,00.

Αποζημιώσεις ― Ειδικές αποζημιώσεις ― Επιδίκαση αποζημιώσεων, για απώλεια εισοδημάτων για την περίοδο από την πρόκληση του ατυχήματος μέχρι την έκδοση της απόφασης, η οποία δεν αξιώνετο με την έκθεση απαίτησης ― Η εν λόγω απώλεια δεν είχε αποκρυσταλλωθεί, και η επιδίκασή της ακυρώθηκε κατ’ έφεση.

Τόκος ― Επιδίκαση τόκου επί του ποσού των γενικών αποζημιώσεων σε υπόθεση τροχαίου ατυχήματος προς 6% από την ημέρα επίδοσης της αγωγής ― Η επέμβαση του Εφετείου κρίθηκε αναγκαία.

Αποζημιώσεις ― Απώλεια μελλοντικών απολαβών ― Πολλαπλασιαστής και πολλαπλασιαστέος ― Οι συνθήκες της υπόθεσης δεν επέτρεπαν τη χρησιμοποίηση της μεθόδου του πολλαπλασιαστή-πολλαπλασιαστέου για υπολογισμό της απώλειας μελλοντικών απολαβών.

Στις 28/12/1994 γύρω στις 12:30 τα ξημερώματα, η εφεσείουσα στην Π.Ε. 11441- (η «εναγόμενη»)- και ο εφεσείων στην Π.Ε. 11444-(ο «ενάγων»)- περιεπλάκησαν σε τροχαίο ατύχημα στην οδό Βυζαντίου στη Λευκωσία, όταν η πρώτη, επιχειρώντας με το αυτοκίνητό της να στρίψει δεξιά για να εισέλθει στην οδό Λουκή Ακρίτα, συγκρούστηκε με το εξ αντιθέτου επερχόμενο μοτοποδήλατο που οδηγούσε ο ενάγων, ηλικίας τότε 16 χρονών. Η σύγκρουση έγινε με το μπροστινό μέρος του μοτοποδηλάτου και την μπροστινή αριστερή γωνιά του αυτοκινήτου. Η οδός Βυζαντίου ήταν ικανοποιητικά φωτισμένη. Το ίδιο και η οδός Λουκή Ακρίτα. Την ώρα του ατυχήματος το μοτοποδήλατο δεν είχε αναμμένο το μπροστινό φως και η ταχύτητα του ήταν γύρω στα 20-25 χιλιόμετρα ανά ώρα. Ο εφεσείων φορούσε μαύρο σακκάκι και μαύρο τρικό. Ο σκελετός του μοτοποδηλάτου του ήταν από νίκελ, το οποίο όταν φωτιστεί, αντικατοπτρίζει το φως. Ο εφεσείων δεν είχε άδεια οδηγού.

Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, στη βάση των ευρημάτων του, επιμέρισε την ευθύνη σε ποσοστό 75% για την εναγόμενη και σε ποσοστό 25% για τον ενάγοντα. Το Δικαστήριο επιδίκασε στον ενάγοντα γενικές αποζημιώσεις £30.000,00 πλέον £4.000,00 για μελλοντικές [*530]επεμβάσεις. Η ορθότητα των ποσών αυτών δεν αμφισβητείται. Το Δικαστήριο επιδίκασε επίσης ποσό £20.000,00 για μείωση της εισοδηματικής ικανότητας του ενάγοντος και ποσό £22.500,00 για απώλεια μελλοντικών απολαβών. Στο θέμα των μελλοντικών απολαβών το Δικαστήριο αφού έλαβε υπόψη την ηλικία του ενάγοντος, τους κινδύνους που περικλείει το επάγγελμα του καλαθοσφαιριστή και όλους τους άλλους σχετικούς παράγοντες, καθόρισε ως τον κατάλληλο συντελεστή τον συντελεστή των πέντε χρόνων. Ο πολλαπλασιαστέος καθορίστηκε στο ποσό των £375 που αποτελεί το μέσο όρο μισθοδοσίας (£300 - £450) που ήταν οι μισθοί των επαγγελματιών καλαθοσφαιριστών της δεύτερης επιλογής από το 1997 και εντεύθεν. Όσον αφορά την απώλεια μισθών κατά την περίοδο μεταξύ του δυστυχήματος και της ημερομηνίας της απόφασης, επιδικάσθηκε ποσό £11.250,00. Η απώλεια αυτή επιδικάστηκε, αν και δεν αξιώνεται με την έκθεση απαίτησης, ως αποζημίωση η οποία είχε αποκρυσταλλωθεί και ήταν δεκτική αριθμητικού υπολογισμού.

Τόσο η εναγόμενη όσο και ο ενάγων αμφισβητούν το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με τον επιμερισμό της ευθύνης.

Η ορθότητα των πιο πάνω επιδικασθέντων ποσών αμφισβητείται από την εναγόμενη (με την Π.Ε. 11441). Ο συνήγορός της υποστηρίζει πως το επιδικασθέν ποσό των £20.000,00 (απώλεια εισοδηματικής ικανότητας) δεν δικαιολογείται, ελλείψει μαρτυρίας ότι η μειωμένη φυσική ικανότητα του ενάγοντος επηρεάζει την άσκηση του επαγγέλματος εκτιμητή ζημιών. Εφόσον ο ενάγων αποζημιώθηκε για απώλεια μελλοντικών απολαβών, δεν παρεχόταν έδαφος επιδίκασης αποζημιώσεων για μείωση εισοδηματικής ικανότητας. Περαιτέρω η επιδίκαση του ποσού των £22.500,00-(απώλεια μελλοντικών απολαβών)-είναι εσφαλμένη. Η μέθοδος του συντελεστή δεν ήταν ορθή και κατάλληλη. Η επιδίκαση του ποσού των £20.000,00, καταλήγει ο συνήγορος, είναι ικανοποιητική να καλύψει την απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων του ενάγοντος από την ενασχόλησή του ως καλαθοσφαιριστής. Τέλος η επιδίκαση δύο ποσών (£20.000,00 και £22.500,00) απολήγει, ουσιαστικά σε διπλή αποζημίωση.

Με την έφεσή του ο ενάγων –(Π.Ε. 11444)-προσβάλλει ως ανεπαρκή την περίοδο των πέντε χρόνων, η οποία καθορίστηκε για τον υπολογισμό των μελλοντικών απολαβών του. Αμφισβητεί επίσης την ορθότητα επιδίκασης τόκου 6% ετησίως επί του ποσού των γενικών αποζημιώσεων από την ημέρα επίδοσης της αγωγής.

Αποφασίστηκε ότι:

[*531]Ο λόγος έφεσης, τόσο της εναγόμενης όσο και του ενάγοντος, σε σχέση με την ευθύνη και τον επιμερισμό της, δεν ευσταθεί.

Η Π.Ε. 11441 επιτυγχάνει ως προς το μέρος της πρωτόδικης απόφασης που αφορά την επιδίκαση του ποσού των £11.250,00 ως ειδική ζημιά. Από τη μαρτυρία που προσάχθηκε δεν εδικαιολογείτο η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου πως η ζημιά είχε αποκρυσταλλωθεί. Η έφεση επιτυγχάνει και ως προς το θέμα της απώλειας μελλοντικών απολαβών για τον λόγο ότι το επιδικασθέν ποσό εσφαλμένα υπολογίστηκε στη βάση που έχει υπολογιστεί. Το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι εδικαιολογείτο η επιδίκαση, κατά τρόπο γενικό, ενός επιπλέον ποσού της τάξεως των £10.000,00.

Η Π.Ε. 11444 επιτυγχάνει ως προς το μέρος της πρωτόδικης απόφασης που αφορά την επιδίκαση τόκου επί του ποσού των γενικών αποζημιώσεων. Ο ενάγων δεν καθυστέρησε στην καταχώρηση της αγωγής του-η αγωγή καταχωρήθηκε ένα χρόνο μετά τη γένεση του αγώγιμου δικαιώματος-σε βαθμό που να δικαιολογείται να τιμωρηθεί και να στερηθεί τα χρήματα στα οποία δικαιούται, δηλαδή τον τόκο.

Η Έφεση Αρ. 11441 και η Έφεση Αρ. 11444 επιτυγχάνουν μερικώς ως ανωτέρω. Η πρωτόδικη απόφαση τροποποιείται ως ακολούθως:

Το ποσό των γενικών αποζημιώσεων £22.500,00 – (75% των 30.000,00) – φέρει τόκο 6% ετησίως από 28/12/1994 και, ακολούθως, 8% ετησίως από 29/11/1996 μέχρι εξοφλήσεως.

Το ποσό για απώλεια μελλοντικών απολαβών του ενάγοντος μειώνεται από £22.500,00 σε £10.000,00 και αυτό επιδικάζεται.

Το ποσό για απώλεια μισθών την περίοδο μεταξύ του δυστυχήματος και της έκδοσης της απόφασης ακυρώνεται.

Οι εφέσεις επιτράπηκαν μερικώς ως ανωτέρω. Δεν εκδόθηκε διαταγή για έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Βλάσιος ν. Αντωνίου (1990) 1 Α.Α.Δ. 815,

Ηρακλέους ν. Χήρα κ.ά. (1996) 1 Α.Α.Δ. 1374,

Μαΐττας ν. Γεωργίου κ.ά (1998) 1(Α) Α.Α.Δ. 1,

[*532]Ιωαννίδου κ.ά ν. Singh κ.ά. (2001) 1 Α.Α.Δ. 1805,

Αθανασίου κ.ά ν. Κουνούνη (1997) 1 Α.Α.Δ. 614,

Κλεάνθους κ.ά. ν. Ευαγγέλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 1681,

Νικολάου ν. Καϊμακκάμη κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 570,

Μαυροπετρή ν. Λουκά (1995) 1 Α.Α.Δ. 66,

Κωνσταντίνου ν. Γεωργίου κ.ά. (1997) 1 Α.Α.Δ. 1580,

Clarke v. Rotax Aircraft [1975] 3 All ER 794,

Μιχαήλ κ.ά. ν. Φίλιου Γ. Συκοπετρίτη Λτδ κ.ά (2000) 1 Α.Α.Δ. 1049,

Φοινικαρίδης κ.ά. ν. Γεωργίου κ.ά. (1991) 1 Α.Α.Δ. 475.

Εφέσεις.

Εφέσεις από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Υπ. Αρ. 11926/95), ημερ. 28/6/02.

Γ. Λουκαΐδης για Α. Ποιητή, για την Εφεσείουσα στην Πολ. Έφεση Αρ. 11441 και για την Εφεσίβλητη στην Πολ. Έφεση Αρ. 11444.

Λ. Γεωργίου με Χλ. Τοφαρίδου, για τον Εφεσίβλητο στην Πολ. Έφεση Αρ. 11441 και για τον Εφεσείοντα στην Πολ. Έφεση Αρ. 11444.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με απόφασή του στην Αγωγή Αρ. 11926/95, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας καταμέρισε την ευθύνη για τροχαίο ατύχημα, το οποίο επεσυνέβη στις 28/12/1994, μεταξύ της εφεσείουσας στην Π.Ε. 11441 -  (η «εναγομένη») - και του εφεσείοντα στην Π.Ε. 11444 - (ο «ενάγων») - σε ποσοστό 75% και 25%, αντίστοιχα.  Στο ατύχημα ενέχονταν το όχημα Αρ. DAN 600, οδηγούμενο από την εναγομένη και το μοτοποδήλατο Αρ. ABP 207, οδηγούμενο από τον ενάγοντα. Για τους τραυματισμούς του ενάγοντα και τις απώλειες που αυτός είχε, επιδικάσθηκαν διάφορα [*533]ποσά, τα οποία θα εξειδικεύσουμε αργότερα.

Εναντίον της πιο πάνω απόφασης ασκήθηκαν εφέσεις τόσο από την εναγομένη όσο και από τον ενάγοντα. Τι επιδιώκεται με τις εφέσεις να ανατραπεί θα το παραθέσουμε, αφού πρώτα αναφερθούμε στις συνθήκες που επικρατούσαν και τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες συνέβη το ατύχημα, σύμφωνα πάντοτε με τα ευρήματα, στα οποία κατέληξε το πρωτόδικο Δικαστήριο μετά από αξιολόγηση της μαρτυρίας. Οι πλείστες από τις περιστάσεις του ατυχήματος δεν αμφισβητήθηκαν. Ό,τι αμφισβητήθηκε, ήταν η ενδυμασία του ενάγοντα και η δυνατότητα που υπήρχε το μοτοποδήλατο που αυτός οδηγούσε να γίνει αντιληπτό στο δρόμο, παρά το ότι δεν είχε φως στο μπροστινό μέρος.

Ο ενάγων, ηλικίας τότε 16 χρονών, οδηγούσε, γύρω στις 12.30 το πρωί, το μοτοποδήλατό του, Αρ. Εγγραφής ABP 207, στην αριστερή πλευρά της οδού Βυζαντίου, με κατεύθυνση προς Λευκωσία.  Η οδός Βυζαντίου έχει ικανοποιητικό φωτισμό σε όλη της την έκταση, φωτίζεται με λαμπτήρες υψηλής τάσης, 70 w. Φορούσε τζιν παντελόνι, μαύρο σακάκι και μαύρο κλειστό τρικό. Ο σκελετός του μοτοποδηλάτου του ήταν από νίκελ, το οποίο, όταν φωτιστεί, αντικατοπτρίζει το φως. Η ταχύτητά του ήταν γύρω στα 20 - 25 χιλιόμετρα την ώρα. Την ώρα του ατυχήματος, το μοτοποδήλατο δεν είχε αναμμένο το μπροστινό φως. Ο ενάγων, ενώ οδηγούσε, είδε, από απροσδιόριστη απόσταση, απέναντί του να κινείται το αυτοκίνητο της εναγομένης, με το σηματοδότη σε λειτουργία ότι θα έστριβε στην οδό Λουκή Ακρίτα, η οποία ήταν στα αριστερά της πορείας του και στα δεξιά της πορείας της εναγομένης. Το αυτοκίνητό της εκινείτο με μικρή ταχύτητα, ήταν σχεδόν σταματημένο στη συμβολή με την οδό Λουκή Ακρίτα. Συγκρούστηκαν, όταν το αυτοκίνητο κινήθηκε δεξιά, για να εισέλθει στη Λουκή Ακρίτα. Η σύγκρουση έγινε με το μπροστινό μέρος του μοτοποδηλάτου και την μπροστινή αριστερή γωνιά του αυτοκινήτου. Πριν από τη σύγκρουση, ο ενάγων δε χρησιμοποίησε τα φρένα του, ούτε και έκαμε οποιοδήποτε ελιγμό, για να την αποφύγει.

Με τις πιο πάνω διαπιστώσεις, το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού καθοδηγήθηκε από τις αρχές που καθορίζει η νομολογία σε σχέση με την αμέλεια, υπό το φως, πάντοτε, της γενικής αρχής ότι η κάθε υπόθεση κρίνεται με τα δικά της περιστατικά, κατέληξε ως εξής:-

«Ο ευπαίδευτος δικηγόρος διά την εναγομένη αμφισβήτησε ... την έννοια του ικανοποιητικού φωτισμού που απέδωσε με την μαρτυρία του ο Μ.Ε.5 ότι δηλαδή ήτο ικανός φωτισμός ώστε ένας πεζός που διασταυρώνει την οδό να γίνεται αντιληπτός.  Η αμφισβήτηση αυτή πιστεύω ότι δεν είναι ορθή. Εφόσον ένας μπορεί να δει ένα πεζό να διασταυρώνει εξ ίσου καλά μπορεί να δει και ένα μοτοποδήλατο με οδηγό να κινείται επί της οδού.  Οποιαδήποτε άλλη ερμηνεία θα οδηγούσε σε παράλογα αποτελέσματα. Συνεπώς η εναγόμενη όφειλε να δει τον ενάγοντα που εκινείτο και να μην παρέμβει εις την ελεύθερη πορεία του.  Κατά τη γνώμη μου η εναγομένη επέδειξε έλλειψη της δέουσας παρατηρητικότητας ώστε να αντιληφθεί τον ενάγοντα και έφραξε εν συνεχεία την ελεύθερη πορεία του, παραλείποντας να παράσχει εις αυτόν προτεραιότητα την οποία δικαιούτο. Αναπόφευκτα λοιπόν κρίνω ότι η εναγομένη ευθύνεται διά την πρόκληση του δυστυχήματος.»

Ακολούθως, το πρωτόδικο Δικαστήριο ασχολήθηκε με το ζήτημα της συντρέχουσας αμέλειας, υπό το φως και πάλι των αρχών της νομολογίας, στην οποία και παραπέμπει*. Απέρριψε τη θέση του ενάγοντα - ότι αυτός δεν ευθυνόταν για το δυστύχημα, επειδή η παρουσία του στο δρόμο ήταν εμφανής, λόγω της αντανάκλασης του νίκελ, από το οποίο είναι κατασκευασμένος ο σκελετός του μοτοποδηλάτου. Τα ευρήματά του, επί του σημείου, έχουν ως εξής:-

«Στην υπό εξέταση υπόθεση ο ενάγοντας οδηγούσε το μοτοποδήλατο υπό αναφορά χωρίς φώτα. Είναι γεγονός ότι ο σκελετός του ήτο από νίκελ το οποίο αντικατοπτρίζει το φως όταν αυτό πέσει επάνω του.Όμως σύμφωνα με την αποδεκτή μαρτυρία του Μ.Υ.1, ειδικού επί του θέματος, τα οχήματα εις Κύπρο με τα μεγάλα φώτα αναμμένα, εις τη χαμηλή στάση, εκπέμπουν αυτό (πεδίο ακτινοβολίας) με κλήση προς αριστερά. Συνεπώς λαμβάνοντας υπόψη την θέση του μοτοποδηλάτου εις το δρόμο που ήτο δεξιά σε σχέση με την πορεία της εναγομένης δεν τίθετο θέμα αντανάκλασης του νίκελ του μοτοποδηλάτου.

... Οι δύο κινούντο σε αντίθετες κατευθύνσεις και η ακτίνα των φώτων του οχήματος της εναγομένης ήτο προς αριστερά σε σχέση με την πορεία της, εις την λωρίδα κυκλοφορίας της, ενώ ο ενάγοντας ήτο δεξιά. Συνεπώς, δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής το πιο πάνω. Όταν δε η εναγομένη έστριψε δεξιά και συνεπώς η ακτινοβολία των φώτων του οχήματος της κινήθηκε δεξιότερα σύμφωνα με την κατεύθυνση του οχήματος της επήλθε η σύγκρουση. Εις καμία περίπτωση δεν απέδειξε ο ενάγοντας ότι ήτο εις την ακτίνα των φώτων του οχήματος της εναγομένης.

Συνεπώς η κατάληξη μου είναι ότι ο εναγόμενος* κατά τον ουσιώδη χρόνο που ήτο 30λεπτά μετά τα μεσάνυκτα οδηγούσε μοτοποδήλατο χωρίς φως, φορούσε μαύρα ρούχα και μαύρο σκούφο και χωρίς άδεια οδηγού. Η μη ύπαρξη φωτισμού επί του μοτοποδηλάτου που οδηγούσε ο ενάγοντας συνιστούσε και παράβαση των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών όπως τροποποιήθηκαν (Κ.50 (10)(α)(ι).)

Έχοντας υπόψη όλα τα πιο πάνω είναι η γνώμη μου ότι ο ενάγοντας δεν φρόντισε ώστε η ‘παρουσία’ του μοτοποδηλάτου που οδηγούσε και ‘του ιδίου’ να είναι ‘καταφανής’ στο δρόμο.

Διά όλους τους πιο πάνω λόγους είμαι της γνώμης ότι ο ενάγοντας είναι ένοχος συντρέχουσας αμέλειας.»

Προσδιόρισε, στη βάση των ευρημάτων του, την ευθύνη για το ατύχημα σε ποσοστό 75% στην εναγομένη και 25% στον ενάγοντα.

Τόσο η εναγομένη όσο και ο ενάγων αμφισβητούν το πιο πάνω εύρημα - (2ος λόγος έφεσης της εναγομένης και 1ος λόγος έφεσης του ενάγοντα).  Διατείνεται η εναγομένη, χωρίς να αμφισβητεί τα ευρήματα σε σχέση με την αξιολόγηση της αξιοπιστίας των μαρτύρων, ότι, με τη μαρτυρία η οποία έγινε αποδεκτή και τα ευρήματα, δε δικαιολογείται καταμερισμός σ’ αυτήν οιουδήποτε ποσοστού ευθύνης ή, εν πάση περιπτώσει, ποσοστού μεγαλύτερου από αυτό του ενάγοντα.  Το γεγονός, υπέβαλε, ότι δεν είδε τον ενάγοντα, δεν την καθιστά υπεύθυνη, αφού το ζητούμενο είναι εάν ήταν σε θέση να τον δει - και δεν ήταν, σύμφωνα με το εύρημα του Δικαστηρίου ότι «Εις καμία περίπτωση δεν απέδειξε ο ενάγοντας ότι ήτο εις την ακτίνα των φώτων του οχήματος της εναγομένης».  Ο ενάγων απέτυχε να αποδείξει ότι το μοτοποδήλατό του εκινείτο στην ακτίνα των φώτων της.

Από πλευράς ενάγοντα, το εύρημα της ευθύνης επικρίνεται, ως αντίθετο με τη νομολογία και βασιζόμενο σε λανθασμένη αξιολόγηση της μαρτυρίας. Εσφαλμένα, υπέβαλε ο συνήγορός του, έγινε αποδεκτή η μαρτυρία της εναγομένης ως αξιόπιστη. Εξεταζόμενη, ανέφερε, μαζί με τη μαρτυρία του Μ.Υ.2 - Χρίστου Γεωργιάδη - ο οποίος ακολουθούσε το όχημα της εναγομένης, καταδεικνύει το λανθασμένο της αξιολόγησης.

[*536]Σημειώνουμε ότι δεν έχει, με σαφήνεια, διατυπωθεί, από πλευράς ενάγοντα, λόγος έφεσης σε σχέση με την πτυχή της αξιολόγησης της αξιοπιστίας των μαρτύρων. Θεωρούμε όμως ότι, με τα όσα διατυπώνονται στον πρώτο λόγο έφεσης, έμμεσα, προσβάλλεται και αυτή η πτυχή.

Οι αρχές για το πότε επεμβαίνει το Εφετείο στις διαπιστώσεις του πρωτόδικου δικαστηρίου - είτε αυτές αφορούν γεγονότα, είτε αναφέρονται στην αξιοπιστία των μαρτύρων - είναι καλά γνωστές και δε θα τις επαναλάβουμε. Παραπέμπουμε, σχετικά, στην υπόθεση Αθανασίου κ.ά. ν. Κουνούνη (1997) 1 Α.Α.Δ. 614.

Έχουμε εξετάσει όλα όσα ο συνήγορος του ενάγοντα σχολίασε, με σκοπό να πλήξει την αξιολόγηση της μαρτυρίας και τα συνακόλουθα ευρήματα. Κρίνουμε ότι δε δικαιολογείται επέμβασή μας.  Οι διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι εύλογες, στη βάση της μαρτυρίας που αυτό έχει αποδεχθεί ως αξιόπιστη, για τους λόγους που, με σαφήνεια, εξηγεί.

Με τις διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς τις συνθήκες που επικρατούσαν, θα πρέπει να εξεταστεί εάν ορθά θεωρήθηκαν εναγομένη και ενάγων υπεύθυνοι για το δυστύχημα, όπως και εάν το ποσοστό ευθύνης, που έχει καταλογιστεί στον καθένα, είναι το ορθό.

Η εναγομένη οδηγούσε σε δρόμο ικανοποιητικά φωτισμένο και ασφαλή για τους πεζούς και τους οδηγούς σε όλη του την έκταση.  Πρόθεσή της ήταν να στρίψει δεξιά σε δρόμο με τον ίδιο φωτισμό.  Το εύρημα του Δικαστηρίου ότι δεν απέδειξε ο ενάγων ότι αυτός ήταν στην ακτίνα των φώτων του οχήματός της, το οποίο επικαλείται για να καταδείξει ότι δεν έχει ευθύνη, δε βρίσκουμε να επιδρά. Είχε καθήκον, προτού ανακόψει την πορεία, στρίβοντας δεξιά, να βεβαιωθεί ότι δεν παρενέβαινε στο δικαίωμα προτεραιότητας του ενάγοντα, τον οποίο, ενόψει του φωτισμού στο δρόμο, είχε τη δυνατότητα, εάν έλεγχε, να αντιληφθεί, παρά το γεγονός ότι το μοτοποδήλατό του δεν είχε αναμμένο το μπροστινό φως. Ούτε η μαρτυρία του εμπειρογνώμονα, Μ.Υ.1 - ο οποίος κρίθηκε αξιόπιστος και ο οποίος κατέθεσε ότι οδηγός, με τα δεδομένα του δρόμου του ατυχήματος και με τα φώτα του αναμμένα στη χαμηλή στάση, μπορεί να δει μόνο στην αριστερή λωρίδα του δρόμου, λόγω της κλίσης προς τα αριστερά των φώτων - την απαλλάσσει της ευθύνης. Ο δρόμος φωτιζόταν ικανοποιητικά με λαμπτήρες. Ο μη προσδιορισμός της απόστασης του μοτοποδηλάτου από το αυτοκίνητο της εναγομένης, όταν αυτή κινήθηκε δεξιά, τον οποίο επικαλείται ο συνήγο[*537]ρός της, δε μεταβάλλει την κατάσταση. Σύμφωνα με τη μαρτυρία, η ταχύτητα του μοτοποδηλάτου πριν το ατύχημα ήταν γύρω στα 20 - 25 χμ. την ώρα. Με δεδομένες τις συνθήκες φωτισμού που επικρατούσαν, μπορούσε πεζός, ο οποίος διασταύρωνε είτε από δεξιά είτε από αριστερά, να γίνει αντιληπτός. Κατά τον ίδιο τρόπο, όπως και το πρωτόδικο Δικαστήριο παρατηρεί, μπορούσε και ο ενάγων, ο οποίος εκινείτο με χαμηλή ταχύτητα, να γίνει αντιληπτός. Εάν ασκούσε τον απαιτούμενο έλεγχο, δεν μπορεί παρά να αντιλαμβανόταν την παρουσία του μοτοποδηλάτου στο δρόμο. Δε διαπιστώνουμε οποιοδήποτε σφάλμα στην εκτίμηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, σε σχέση με την ευθύνη της εναγομένης.

Ούτε τα όσα εισηγείται ο ενάγων, σε σχέση με τη δική του ευθύνη, βρίσκουμε να ευσταθούν. Τα γεγονότα των υποθέσεων, στις οποίες μας παρέπεμψε - Ηρακλέους ν. Χήρα κ.ά., (πιο πάνω), και Κλεάνθους κ.ά. ν. Ευαγγέλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 1681 - διαφοροποιούνται από τα γεγονότα της παρούσας. Στην Κλεάνθους κ.ά. ν. Ευαγγέλου, ανετράπη η απόφαση, με την οποία καταλογιζόταν ευθύνη και στον οδηγό σταθμευμένου χωρίς φώτα οχήματος, στο μπροστινό μέρος του οποίου συγκρούστηκε όχημα οδηγούμενο εξ αντιθέτου, γιατί:- (σελ. 1684)

«... ο δρόμος ήταν καλά φωτισμένος και επιπρόσθετα τα φώτα από το κρεοπωλείο παρείχαν αρκετό φωτισμό, ούτως ώστε να καθίσταται ορατό το σταθμευμένο όχημα και χωρίς την ύπαρξη αναμμένων φώτων.»   

Ο φωτισμός στην οδό Βυζαντίου, όσο ικανοποιητικός και να ήταν, δεν εξουδετέρωνε την ανάγκη το μοτοποδήλατο να φέρει φως, ώστε να είναι έγκαιρα ευδιάκριτο. Τα λεχθέντα στη Νικολάου ν. Καϊμακκάμη κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 570, με τα οποία συμφωνούμε, εφαρμόζονται ανάλογα και τα παραθέτουμε:- (σελ. 575)

«Το ότι με τον καλό οδικό φωτισμό το μοτοποδήλατο ήταν ευδιάκριτο και το ότι ο εφεσείων θα έπρεπε, αν ήταν προσεκτικός, να το έβλεπε έγκαιρα ώστε να μην ανέκοπτε την πορεία του, δεν σημαίνει κατά τη γνώμη μας ότι η έλλειψη φωτός στο μοτοποδήλατο δεν μείωνε τη δυνατότητα του εφεσείοντος να το εντοπίσει. Θεωρούμε φυσικό η προσοχή ενός οδηγού στη θέση του εφεσείοντος να συγκεντρωνόταν στα φώτα των οχημάτων που έβλεπε να έρχονται προς το μέρος του. Αυτό βέβαια δεν τον απάλλασσε από την υποχρέωση ευρύτερης παρατηρητικότητας.  Εξηγεί ωστόσο κατά την άποψη μας πόσο χρήσιμο θα ήταν για τους εφεσίβλητους, για τη δική τους προστασία, το μοτοποδή[*538]λατο να έφερε φως. Θα αύξανε τις πιθανότητες να γινόταν έγκαιρα αντιληπτό. Πιο εύκολα θα μπορούσε ο εφεσείων να έβλεπε μοτοποδήλατο με φως παρά μοτοποδήλατο χωρίς φως.  ... Καθορίζουμε το ποσοστό ευθύνης του εφεσείοντος σε 75% και των εφεσιβλήτων σε 25%».

Καταλήγουμε, λοιπόν, ότι ο λόγος έφεσης, τόσο της εναγομένης όσο και του ενάγοντα, σε σχέση με την ευθύνη και τον καταμερισμό της, δεν ευσταθεί.

Ο ενάγων, ηλικίας τότε 16 χρονών, μαθητής της Β΄ τάξης Λυκείου, με διάκριση στα αθλητικά και κυρίως στην καλαθόσφαιρα, ως αποτέλεσμα του ατυχήματος, υπέστη σοβαρούς τραυματισμούς. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αποδεχόμενο την ιατρική και άλλη μαρτυρία που προσκομίστηκε από τον ενάγοντα, κατέληξε ότι:-

«... ο ενάγοντας κατά τον ουσιώδη χρόνο ήτο παίχτης της καλαθοσφαιρικής ομάδας του Αποέλ. Η συμμετοχή του εις την ομάδα ήτο βοηθητική και όχι βασική, είχε μισθό £150.- κάποτε £200.- μηνιαίως πλέον αθλητικά ρούχα και παπούτσια ανά τρίμηνο πλέον £5.- διά τις μετακινήσεις του (ταξί) διά τις ημέρες που θα έπρεπε να μεταβεί εις το γήπεδο. Ήτο ταλέντο εις την καλαθόσφαιρα και πολλά υποσχόμενος εις το μέλλον. Μετά το πέρας της λυκειακής του μορφώσεως θα μετέβαινε εις Καναδά διά να σπουδάσει εις πανεπιστήμιο διά 4 έτη διά να γίνει γυμναστής. Παράλληλα θα συνέχιζε την ενασχόληση του με την καλαθόσφαιρα. Εις το πανεπιστήμιο θα πλήρωνε δίδακτρα και θα επιβαρύνετο επίσης με τα έξοδα μεταβάσεως εις Καναδά και επιστροφής όπως ένα λογικό ποσό διά προσωπικά έξοδα (pocket money). Όταν θα επέστρεφε στην Κύπρο θα ανέμενε να διορισθή γυμναστής εις Κρατικό σχολείο ή θα προσπαθούσε να εργοδοτηθεί εις ιδιωτική Σχολή. Παράλληλα θα έπαιζε εις την καλαθοσφαιρική ομάδα του Αποέλ.

Λόγω του τραυματισμού του και της αδυναμίας του πλέον να ασχολείται με την καλαθόσφαιρα μετέβη εις Καναδά διά σπουδές εις τον τομέα Διοίκησης Επιχειρήσεων, απέτυχε και επέστρεψε εις Κύπρο, το ίδιο συνέβη και εις το Intercollege εις Κύπρο, και εις σχολή εις Αθήνα. Τώρα σπουδάζει εις πανεπιστήμιο εις Αγγλία μηχανολόγος-εκτιμητής αυτοκινήτων που ήτο η δεύτερη προτιμησιακή επιλογή του.

Τώρα το Αποέλ εις την πρώτη ομάδα του έχει αλλοδαπούς παίχτες. Οι παίχτες του Αποέλ πρώτη επιλογή πληρώνονται [*539]£1,000-1,200 μηνιαίως συν έξοδα διαμονής και διακίνησης και η δεύτερη επιλογή £300-£450.- μηνιαίως ως ίσχυε από το 1997 και εντεύθεν. Μέχρι το 1996 η πρώτη επιλογή έπαιρνε £350-£400.- και η δεύτερη επιλογή £150.- Αυτό ίσχυε από το 1995 και εντεύθεν, ενώ οι έφηβοι από το 1994 έπαιρναν £50-£60.- μηνιαίως πλέον έξοδα διακινήσεως και οι άνδρες £200.- Από το 1995 και εντεύθεν το Αποέλ εις τη θέση του οργανωτή του παιχνιδιού (play maker) είχε αμερικανούς παίχτες. Ο ενάγοντας έπαιζε σε θέση οργανωτή παιχνιδιού. Από το 2001 οι καλαθοσφαιριστές κάνουν υποχρεωτικά συμβόλαια με το σωματείο όπου αγωνίζονται και παράλληλα έχουν και την ιδική τους εργασία όπως και παλαιότερα συνέβαινε.»

Στη συνέχεια, καθοδηγούμενο το πρωτόδικο Δικαστήριο από νομολογία - (Μαυροπετρή ν. Λουκά (1995) 1 Α.Α.Δ. 66· Κωνσταντίνου ν. Γεωργίου κ.ά. (1997) 1 Α.Α.Δ. 1580) - επιδίκασε στον ενάγοντα γενικές αποζημιώσεις £30.000,00, πλέον £4.000,00 για μελλοντικές εγχειρήσεις. Η ορθότητα των ποσών αυτών δεν αμφισβητείται.

Ήταν εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, σε σχέση με τα εισοδήματα τα οποία ο ενάγων θα είχε από το επάγγελμα του εκτιμητή, ότι αυτά δεν είχαν αποδειχθεί και, συνεπώς, δεν υπήρχε δυνατότητα εφαρμογής της μεθόδου του πολλαπλασιαστή και του πολλαπλασιαστέου, για σκοπούς υπολογισμού των αποζημιώσεων, για μείωση της εισοδηματικής ικανότητάς του.

Με γνώμονα τα λεχθέντα στη Μαυροπετρή ν. Λουκά, (πιο πάνω), όπου επισημαίνεται, σε σχέση με τη μείωση της εισοδηματικής ικανότητας σε περίπτωση μη εφαρμογής της μεθόδου του πολλαπλασιαστή και του πολλαπλασιαστέου, ότι:- (σελ. 75-76)

«Η ζημία προσμετρά ως απώλεια που ανάγεται στις γενικές αποζημιώσεις και όχι κάτω από συγκεκριμένο κονδύλι μελλοντικής ζημίας [βλ. επίσης Clarke*]. Το ύψος συναρτάται μ’ όλους εκείνους τους παράγοντες που τείνουν να διαφωτίσουν για την πιθανότητα απώλειας εισοδήματος στο μέλλον. ... Μεταξύ των παραγόντων που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, όπως επισημαίνεται, είναι η ηλικία του ενάγοντα, η επαγγελματική του κατάσταση και κατάρτιση, καθώς και η φύση της ανικανότητάς του (για εργασία). ... Η περιορισμένη μόρφωση αποτελεί πρόσθετο επιβαρυντικό παράγοντα για τις μελλοντικές εισοδηματικές του προοπτικές. ...»

επιδικάστηκε ποσό £20.000,00 για μείωση της εισοδηματικής  ικανότητας του ενάγοντα.

Επιδικάστηκε, επίσης, ποσό £22.500,00 για απώλεια μελλοντικών απολαβών. Κατέληξε το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι:-

«Ο ενάγοντας ... θα είχε σταδιοδρομία καλαθοσφαιριστή.  Παράλληλα θα είχε και άλλο επάγγελμα. Ενδεχομένως εάν πετύχαινε εις το Πανεπιστήμιο αυτό του γυμναστή. Αυτό όμως δεν επηρεάζει την αξίωση και δικαιώματα δι’ απώλεια μελλοντικών απολαβών από την καλαθοσφαιρική του καριέρα. Σύμφωνα με την αποδεκτή μαρτυρία και ευρήματα του Δικαστηρίου όλοι οι καλαθοσφαιριστές έχουν και άλλο επάγγελμα. Συνεπώς ο ενάγοντας δικαιούται αποζημιώσεις δια απώλεια μελλοντικών απολαβών ακριβώς λόγω της απώλειας της καριέρας του ως καλαθοσφαιριστής. Η μέθοδος εξευρέσεως των αποζημιώσεων αυτών κρίνω ότι είναι αυτή του συντελεστή. Υπάρχουν ενώπιον του Δικαστηρίου τα αριθμητικά δεδομένα που καθιστούν δυνατή την εφαρμογή της μεθόδου αυτής.

Ο ενάγοντας κατά το χρόνο του δυστυχήματος ήτο 16 ετών και σήμερα (κατά το χρόνο της δίκης) 24 ετών. Η ενασχόληση με σταδιοδρομία επάγγελμα καλαθοσφαιριστή διαρκεί σύμφωνα με την αποδεκτή μαρτυρία μέχρι τα 37 έτη. Παρενθετικά αναφέρω ότι ο Μ.Ε.3 ασχολείτο με την καλαθόσφαιρα μέχρι την ηλικία των 40 ετών. Συνεπώς ο ενάγοντας είχε περίπου ακόμη 13 χρόνια σταδιοδρομία ως επαγγελματίας καλαθοσφαιριστής.»

Για τον καθορισμό του πιο πάνω ποσού έλαβε υπόψη του:-

«... την ηλικία του ενάγοντα, τους κινδύνους που περικλείει ένα τέτοιο επάγγελμα όπως αυτό του καλαθοσφαιριστή όπως κίνδυνος τραυματισμού ή εμφανίσεως νέων ταλέντων και όλους τους σχετικούς παράγοντες και πιστεύω ότι ο συντελεστής των πέντε χρόνων είναι ο πιο κατάλληλος για υπολογισμό της απώλειας υπό εξέταση. (Σχετική είναι η Μαΐττας ν. Γεωργίου κ.ά. (1998) 1(Α) Α.Α.Δ. 1).

Όσον αφορά τον πολλαπλασιαστέο, το ποσό θα πρέπει να ανευρεθεί εις τους μισθούς που δίδοντο εις τους επαγγελματίες καλαθοσφαιριστές από το 1997 και εντεύθεν και αυτό είναι διά την πρώτη επιλογή £1,000-£1,200 και η δεύτερη επιλογή £300-[*541]£450.- Λαμβάνοντας υπόψη ότι τώρα το Αποέλ χρησιμοποιεί εις την πρώτη ομάδα επαγγελματίες Αμερικάνους καλαθοσφαιριστές πιστεύω ότι ο ενάγοντας θα ήτο στην δεύτερη επιλογή μισθοδοσίας ως άνω. Θεωρώ ως δίκαιο να ληφθεί υπ’ όψιν το ποσό των £375.- που είναι ο μέσος όρος μισθοδοσίας (£300-£450).»

Όσον αφορά την απώλεια μισθών κατά την περίοδο μεταξύ του δυστυχήματος και της ημερομηνίας της απόφασης, επιδικάστηκε ποσό £11.250,00. Η απώλεια αυτή επιδικάστηκε, καίτοι δεν αξιώνεται με την Έκθεση Απαίτησης, ως αποζημίωση η οποία είχε αποκρυσταλλωθεί και ήταν δεκτική αριθμητικού υπολογισμού - (βλ. Μιχαήλ κ.ά. ν. Φίλιου Γ. Συκοπετρίτη Λτδ κ.ά. (2000) 1 Α.Α.Δ. 1049). Το σκεπτικό της κατάληξης έχει ως ακολούθως:-

«Εις τα περιστατικά της παρούσης υπόθεσης ο ενάγοντας κατά τον ουσιώδη χρόνο κέρδιζε £150.- μηνιαίως ως καλαθοσφαιριστής. Σύμφωνα με τη μαρτυρία θα συνέχιζε να κερδίζει το ποσό αυτό και μέχρι το τέλος της σχολικής του φοίτησης, δηλ. μέχρι και το Σεπτέμβριο του 1996 ότε θα μετέβαινε για σπουδές εις Καναδά. Αυτό μας δίδουν 12 μήνες διά το έτος 1995 και 8 μήνες το 1996, μέχρι τέλος Αυγούστου 1996 δηλαδή 20 μήνες συνολικά Χ £150.- =3,000.- Το Σεπτέμβρη του 2000 μετά τις σπουδές του θα επανάρχιζε μέχρι σήμερα ήτοι 22 μήνες Χ £375 (μέσος όρος των £300-£450 δεύτερη επιλογή της πρώτης ομάδας) = £8,250.- Τα δύο ποσά μαζί συμποσούνται σε £11.250.- απώλεια μισθών από την περίοδο του δυστυχήματος μέχρι σήμερα.»

Η ορθότητα των πιο πάνω επιδικασθέντων ποσών αμφισβητείται από την εναγομένη, με τους λόγους έφεσης 3, 4 και 5. Σύμφωνα με το συνήγορό της, το επιδικασθέν ποσό των £20.000,00 (απώλεια εισοδηματικής ικανότητας) δε δικαιολογείται, ελλείψει μαρτυρίας ότι η μειωμένη φυσική ικανότητα του ενάγοντα επηρεάζει την άσκηση του επαγγέλματος του εκτιμητή ζημιών. Εφόσον, συνεχίζει ο συνήγορος, ο ενάγων αποζημιώθηκε για απώλεια μελλοντικών απολαβών, δεν παρεχόταν έδαφος επιδίκασης αποζημιώσεων για μείωση εισοδηματικής ικανότητας. Περαιτέρω, χωρίς να τίθεται υπό αμφισβήτηση το εύρημα ότι ο ενάγων ήταν ταλαντούχος καλαθοσφαιριστής, η επιδίκαση του ποσού των £22.500,00 - (απώλεια μελλοντικών απολαβών) - είναι εσφαλμένη. Υπολογίστηκε με τη μέθοδο του πολλαπλασιαστή και πολλαπλασιαστέου, παρά την έλλειψη μαρτυρίας ότι ο ενάγων - και να επέστρεφε στην Κύπρο μετά τις σπουδές του ως γυμναστής - θα εργοδοτείτο στην ομάδα του [*542]ΑΠΟΕΛ και, εάν εργοδοτείτο, ποία θα ήταν τα εισοδήματά του. Το ποσό, το οποίο εισέπραττε κατά το χρόνο του δυστυχήματος, αφορούσε σε μεταφορικά. Και να υπήρχαν, υπέβαλε, τα αριθμητικά δεδομένα, που θα καθιστούσαν δυνατή την εφαρμογή της μεθόδου του συντελεστή, δεν είναι η μέθοδος ορθή και κατάλληλη. Η επιδίκαση του ποσού των £20.000,00, καταλήγει ο συνήγορος, είναι ικανοποιητική να καλύψει την απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων του ενάγοντα από την ενασχόληση του ως καλαθοσφαιριστής. Τέλος, η επιδίκαση δύο ποσών (£20.000,00 και £22.500,00) απολήγει, ουσιαστικά, σε διπλή αποζημίωση.

Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η εισοδηματική ικανότητα του ενάγοντα μειώθηκε, λόγω των μόνιμων κατάλοιπων από τον τραυματισμό του. Η επιδίκαση του ποσού των £20.000,00, καθ’ όλα εύλογου, δεν έχει σχέση και δε συμπλέκεται με το επιδικασθέν ποσό για απώλεια μελλοντικών απολαβών, αποτέλεσμα της αδυναμίας του ενάγοντα λόγω του τραυματισμού του να ανελιχθεί και να σταδιοδρομήσει σε καλαθοσφαιρική ομάδα, στην οποία από μικρός συμμετείχε με επιτυχία. Με την απώλεια αυτής του της δυνατότητας, το ζήτημα των αποζημιώσεων δεν εξαντλείται, αφού υπάρχει ιατρικά διαπιστωμένη φυσική ανικανότητα, η οποία τον επηρεάζει και στο νέο επάγγελμα, που υποχρεώθηκε να ακολουθήσει. Η έλλειψη μαρτυρίας για τα εισοδήματα που θα είχε από το νέο επάγγελμα που επέλεξε δικαιολογημένα οδήγησε σε υπολογισμό του ποσού των αποζημιώσεων για απώλεια εισοδηματικής ικανότητας κατ’ αποκοπή.

Ο λόγος έφεσης, σε σχέση με το ποσό των £20.000,00 για απώλεια εισοδηματικής ικανότητας, δεν ευσταθεί.

Σ’ ό,τι αφορά το ποσό των £22.500,00 - απώλεια μελλοντικών απολαβών - συμφωνούμε με το συνήγορο της εναγομένης ότι αυτό δε δικαιολογείται να υπολογιστεί στη βάση που έχει υπολογιστεί.  Ο ενάγων, καίτοι κατά το χρόνο του τραυματισμού του ήταν, όντως, για την ηλικία του ένας νεαρός καλαθοσφαιριστής με ευοίωνες προοπτικές ανέλιξης - (συμμετείχε σε ομάδα βοηθητική της καλαθοσφαιρικής ομάδας του ΑΠΟΕΛ) - εντούτοις οι αβεβαιότητες που παρεμβάλλονταν μέχρι να μπορεί να χαρακτηριστεί επαγγελματίας καλαθοσφαιριστής, καθώς προκύπτει από τη μαρτυρία, ήταν τέτοιες, που δεν επέτρεπαν τη χρησιμοποίηση της μεθόδου του πολλαπλασιαστή - πολλαπλασιαστέου για υπολογισμό της απώλειας μελλοντικών απολαβών.  Δεδομένης, όμως, της πρόσθετης ικανότητάς του να ασχοληθεί με την καλαθόσφαιρα, κρίνουμε ότι δικαιολογείται η επιδίκαση, κατά τρόπο γενικό, ενός επιπλέον ποσού της τάξεως των £10.000,00.

[*543]

Αμφισβητείται, επίσης - (πρώτος λόγος έφεσης) - η επιδίκαση του ποσού των £11.250,00 ως ειδική ζημιά. Εισηγείται ο συνήγορος της εναγομένης ότι το ποσό αυτό επιδικάστηκε καθ’ υπέρβαση εξουσίας, αφού το θέμα δεν ήταν επίδικο. Οι ειδικές ζημιές συμφωνήθηκαν και δηλώθηκαν από τους συνηγόρους, ώστε δεν παρεχόταν δυνατότητα, κατ’ εφαρμογή της αρχής της Μιχαήλ κ.ά. ν. Φίλιου Γ. Συκοπετρίτη Λτδ κ.ά., (πιο πάνω), να επιδικασθούν στον ενάγοντα απολεσθέντα εισοδήματα μέχρι την ημέρα της απόφασης. Διαζευκτικά, εισηγήθηκε ότι, εν πάση περιπτώσει, οι απώλειες μέχρι την ημέρα της απόφασης δεν είχαν αποκρυσταλλωθεί.  Το ποσό των £150,00 το οποίο λάμβανε ο ενάγων, δεν αποτελούσε μισθό. Το λάμβανε για τα μεταφορικά του από και προς το γήπεδο.

Οι συνήγοροι, καθώς προκύπτει από τα πρακτικά, συμφώνησαν και δήλωσαν τις ειδικές ζημιές, σύμφωνα με την παράγραφο 7(α) - (ι) της Έκθεσης Απαίτησης - αφορά σε ιατρικά έξοδα και μεταφορικά - επί πλήρους ευθύνης, με τόκο που, επίσης, συμφώνησαν, χωρίς αναφορά σε άλλες απώλειες, οι οποίες και δεν αξιώνονται. Δε χρειάζεται να εξετάσουμε αν, κάτω από τέτοιες περιστάσεις, θα ήταν καν δυνατή η επιδίκαση αποζημιώσεων για κεφάλαιο ζημιάς, που δεν ήταν ποτέ προσδιορισμένο στην Έκθεση Απαίτησης. Ούτως ή άλλως, η όποια δυνατότητα, αν υπήρχε, θα τελούσε υπό την προϋπόθεση ότι η ζημιά θα είχε, με τη μαρτυρία, αποκρυσταλλωθεί.

Αποτελεί εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η συμμετοχή του ενάγοντα στην ομάδα του ΑΠΟΕΛ το χρόνο του δυστυχήματος ήταν βοηθητική. Σύμφωνα με τον ίδιο, το ποσό το οποίο λάμβανε - (£150,00) - ήταν για να καλύψει τα έξοδα μετάβασής του καθημερινά για προπόνηση. Η κατά τρόπο γενικό αναφορά του Μ.Ε. Φυσεντζίδη στα ποσά, τα οποία καταβάλλονταν στους καλαθοσφαιριστές σε διάφορες χρονικές περιόδους, και ο χαρακτηρισμός τους ως μισθός δε μεταβάλλει το σκοπό για τον οποίο ο ενάγων λάμβανε το ποσό των £150,00, ώστε να δικαιολογείται η κατάληξη ότι η απώλεια είχε αποκρυσταλλωθεί. Ο λόγος αυτός έφεσης επιτυγχάνει.

Με την έφεσή του ο ενάγων - (Π.Ε. 11444) - προσβάλλει ως ανεπαρκή την περίοδο των πέντε χρόνων, η οποία καθορίστηκε για τον υπολογισμό των μελλοντικών απολαβών του. Με την επιτυχία του 4ου λόγου έφεσης στην Έφεση Αρ. 11441, ο λόγος αυτός καθίσταται χωρίς αντικείμενο.

Αμφισβητείται, τέλος, από τον ενάγοντα, η ορθότητα επιδίκασης [*544]τόκου 6% ετησίως επί του ποσού των γενικών αποζημιώσεων.  Σύμφωνα με το συνήγορό του, η έλλειψη αδικαιολόγητης καθυστέρησης στην καταχώριση της αγωγής, δε δικαιολογεί την επιδίκαση τόκου από την ημέρα επίδοσής της.  Καταχώριση αγωγής, προτού αποκρυσταλλωθεί η κατάσταση της υγείας του ενάγοντα, δεν ήταν δυνατή. Ο τόκος, εισηγείται, θα πρέπει να αρχίζει από την ημέρα γένεσης του αγώγιμου δικαιώματος, δηλαδή 28/12/1994.

Το θέμα της επιδίκασης τόκου και της επίδρασης, που είναι δυνατό να διαδραματίσει ο τρόπος προώθησης της αγωγής για εκδίκαση, εξετάστηκε στην υπόθεση Φοινικαρίδης & Άλλη ν. Γεωργίου & Άλλων (1991) 1 Α.Α.Δ. 475, όπου τονίστηκε ότι:- (σελ. 496)

«Συναφώς,  σημειώνουμε πως σ’ όλες τις περιπτώσεις είναι δυνατό να διαδραματίσει ρόλο ο τρόπος με τον οποίο προωθήθηκε η αγωγή προς εκδίκαση. Στις περιπτώσεις που παρατηρείται αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην προώθηση της αγωγής θα ήταν λανθασμένο να επιδικάζεται τόκος χωρίς να ληφθεί υπόψη η καθυστέρηση αυτή. Για όσο χρόνο διαρκεί η αδικαιολόγητη καθυστέρηση ο ενάγων στερείται τα χρήματα στα οποία δικαιούται από δικό του σφάλμα.»

Δεν προκύπτει, από το σκεπτικό της απόφασης, ο λόγος για τον οποίο το πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του εξουσία και επιδίκασε τόκο επί του ποσού των γενικών αποζημιώσεων από την ημέρα επίδοσης της αγωγής. Θεωρούμε ότι, στη βάση των γεγονότων της υπόθεσης, η καταχώριση της αγωγής ένα χρόνο μετά τη γένεση του αγώγιμου δικαιώματος δεν αποτελεί καθυστέρηση, σε βαθμό που να δικαιολογείται ο ενάγων να τιμωρηθεί και να στερηθεί τα χρήματα στα οποία δικαιούται, δηλαδή τον τόκο. Ο λόγος αυτός έφεσης βρίσκουμε να ευσταθεί.

Επομένως, τόσο η Έφεση Αρ. 11441 όσο και η Έφεση Αρ. 11444 επιτυγχάνουν μερικώς. Η πρωτόδικη απόφαση τροποποιείται ως ακολούθως:-

Το ποσό των γενικών αποζημιώσεων £22.500,00 - (75% των £30.000,00) - φέρει τόκο 6% ετησίως από 28/12/1994 και, ακολούθως, 8% ετησίως από 29/11/1996 μέχρι εξοφλήσεως.

Το ποσό για απώλεια μελλοντικών απολαβών του ενάγοντα μειώνεται από £22.500,00 σε £10.000,00 και αυτό επιδικάζεται. 

Το ποσό για απώλεια μισθών την περίοδο μεταξύ του δυστυχήματος και της έκδοσης της απόφασης ακυρώνεται.

[*545]

Σ’ ό,τι αφορά τα έξοδα, καμιά διαταγή.

Οι εφέσεις επιτρέπονται μερικώς ως ανωτέρω. Δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.

 

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο