Βαβατσινιώτης Σταύρος ν. White Knight Ηoldings Ltd (2006) 1 ΑΑΔ 961

(2006) 1 ΑΑΔ 961

[*961]26 Σεπτεμβρίου, 2006

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

ΣΤΑΥΡΟΣ ΒΑΒΑΤΣΙΝΙΩΤΗΣ,

Εφεσείων,

v.

WHITE KNIGHT HOLDINGS LIMITED,

Εφεσίβλητης.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 12104)

 

Απόδειξη ― Δικαστική γνώση ― Κατά πόσο το πρωτόδικο Δικαστήριο μπορούσε να έχει δικαστική γνώση παραλαβής επιστολής από τους πωλητές μετοχών με την οποία ο αγοραστής αξίωνε την επιστροφή του ποσού που κατέβαλε σ’ αυτούς για την αγορά τίτλων και/ή μετοχών τους ― Αρνητική η απάντηση στο ερώτημα.

Αντικείμενο της παρούσας έφεσης είναι η αντίληψη του εφεσείοντος πως, στη βάση της μαρτυρίας και της δικαστικής γνώσης που το Δικαστήριο όφειλε να θεωρήσει ότι έχει, κατά το ισοζύγιο των πιθανοτήτων, αποδείχθηκε ότι πράγματι ζήτησε γραπτώς την επιστροφή του ποσού των £20.000 που κατέβαλε για την αγορά των μετοχών, που αποτελεί προϋπόθεση για τη λειτουργία του Άρθρου 58Α(3)(β) του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου του 1993 (Ν.14(Ι)/93 όπως τροποποιήθηκε) της γραπτής απαίτησης επιστροφής του ποσού, ώστε, συνακολούθως να τίθεται ζήτημα υποχρέωσης επιστροφής.

Ο εφεσείων υποστήριξε ότι οι δικηγόροι του είχαν στείλει συστημένη επιστολή με λανθασμένη διεύθυνση και λανθασμένη ταχυδρομική θυρίδα. Οπότε, όπως εισηγήθηκε, το Δικαστήριο είχε δικαστική γνώση πως το Ταχυδρομείο υποχρεωτικά θα επέστρεφε την επιστολή στους δικηγόρους του εφεσείοντα αφού κανείς δεν θα την παραλάμβανε ή θα μπορούσε να την παραλάβει ενόψει του λάθους. Αφού δε δεν είχε επιστραφεί η επιστολή στο δικηγορικό γραφείο, στη βάση σειράς συλλογισμών που έκαμε, πρότεινε ότι προέκυπτε πράγματι παραλαβή της επιστολής.

Αποφασίστηκε ότι:

Οι εισηγήσεις του εφεσείοντος ήταν απλές υποθέσεις χωρίς έρεισμα [*962]στη μαρτυρία ή σε οτιδήποτε θα μπορούσε να συσχετισθεί προς οποιοδήποτε τεκμήριο ή προς δικαστική γνώση. Αυτό δε πέρα από το ότι και η εισήγηση του αναφορικά με το πως θα έπρεπε να θεωρηθεί ότι είχαν εξελιχθεί τα πράγματα θα άφηνε, ούτως ή άλλως, ανοικτό το ενδεχόμενο κάποιας άλλης τύχης της επιστολής ή έστω της ειδοποίησης γι’ αυτή.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων. Η αντέφεση απορρίφθηκε ως άνευ αντικειμένου χωρίς διαταγή για έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Υπ. Αρ. 3261/01), ημερ. 24/6/04.

T. Kουκούνης, για τον Εφεσείοντα.

Α. Αθανασιάδου εκ μέρους Γεωργιάδη, για την Εφεσίβλητη.

Ex tempore

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: H ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Γ. Κωνσταντινίδη.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων αξίωσε από τους εφεσίβλητους την επιστροφή £20.000, ως χρημάτων που τους κατέβαλε για την αγορά τίτλων και/ή μετοχών τους. Η αγωγή απορρίφθηκε επειδή, όπως έκρινε το πρωτόδικο Δικαστήριο, έλειπε η προϋπόθεση για τη λειτουργία του άρθρου 58Α(3)(β) του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου του 1993 (Ν. 14(Ι)/93 όπως τροποποιήθηκε) της γραπτής απαίτησης επιστροφής του ποσού ώστε, συνακολούθως, να τίθεται ζήτημα υποχρέωσης επιστροφής.

Δεν αμφισβητείται με την έφεση πως πραγματικά θα έπρεπε να είχε αποδειχθεί ότι ο εφεσείοντας ζήτησε γραπτώς την επιστροφή των χρημάτων. Αντικείμενο της είναι η αντίληψη του εφεσείοντα πως, στη βάση της μαρτυρίας και της δικαστικής γνώσης που το Δικαστήριο όφειλε να θεωρήσει ότι έχει, κατά το ισοζύγιο των πιθανοτήτων, αποδείχθηκε ότι πράγματι ζήτησε γραπτώς την επιστροφή.

Ήταν η μαρτυρία για τον εφεσείοντα πως οι δικηγόροι του απέστειλαν επιστολή με τέτοια απαίτηση, απευθυνόμενη προς τους εφεσίβλητους. Διαπιστώθηκε, όμως, ενόψει της μαρτυρίας που προσά[*963]χθηκε, πως εκείνη η επιστολή που στάληκε είχε ως διεύθυνση του παραλήπτη όχι το εγγεγραμμένο γραφείο των εφεσιβλήτων αλλά άλλη οδό και, περαιτέρω, ότι ανέγραφε ταχυδρομική θυρίδα άλλη από εκείνη των εφεσιβλήτων.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, με αναφορά στο τεκμήριο του άρθρου 2 του περί Ερμηνείας Νόμου Κεφ. 1 και σε νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, έκρινε πως δεν μπορούσε να λειτουργήσει οποιοδήποτε τεκμήριο υπέρ του εφεσείοντα αφού η επιστολή απευθύνθηκε σε λάθος διεύθυνση και σε λάθος ταχυδρομική θυρίδα. Τα επιχειρήματα του εφεσείοντα σήμερα ενώπιον μας δεν αφορούσαν στο ότι πράγματι ήταν λάθος και η διεύθυνση και η ταχυδρομική θυρίδα. Υποστήριξε πως η περίπτωση πρέπει να διαφοροποιηθεί από την προηγούμενη νομολογία επειδή, εν προκειμένω, η επιστολή ήταν συστημένη. Οπότε, όπως εισηγήθηκε, το Δικαστήριο είχε δικαστική γνώση πως το Ταχυδρομείο υποχρεωτικά θα επέστρεφε την επιστολή στους δικηγόρους του εφεσείοντα αφού κανένας δεν θα την παραλάμβανε ή θα μπορούσε να την παραλάβει ενόψει του λάθους. Αφού δε δεν είχε επιστραφεί η επιστολή στο δικηγορικό γραφείο, στη βάση σειράς συλλογισμών που έκαμε, πρότεινε ότι προέκυπτε πράγματι παραλαβή της επιστολής.

Δεν μπορούμε να συμμεριστούμε αυτές τις σκέψεις. Δεν είχε προσαχθεί μαρτυρία σε σχέση με τον τρόπο λειτουργίας του Ταχυδρομείου και δεν νομίζουμε πως μπορούμε να καθιερώσουμε κανόνα για δικαστική γνώση τόσο ευρεία, όπως την πρότεινε. Στην πραγματικότητα, όσα εισηγήθηκε ήταν απλές υποθέσεις χωρίς έρεισμα στη μαρτυρία ή σε οτιδήποτε θα μπορούσε να συσχετισθεί προς οποιοδήποτε τεκμήριο ή προς δικαστική γνώση. Αυτό δε πέρα από το ότι και η εισήγηση του αναφορικά με το πώς θα έπρεπε να θεωρηθεί ότι είχαν εξελιχθεί τα πράγματα θα άφηνε, ούτως ή άλλως, ανοικτό το ενδεχόμενο κάποιας άλλης τύχης της επιστολής ή έστω της ειδοποίησης γι’ αυτή.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων.

Η αντέφεση καθίσταται χωρίς αντικείμενο και απορρίπτεται χωρίς, κάτω από τις περιστάσεις, διαταγή για έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων. Η αντέφεση απορρίπεται ως άνευ αντικειμένου χωρίς διαταγή για έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο