Ροζάριο Μαρία ν. Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Παγκυπριακής Λτδ. (2006) 1 ΑΑΔ 1032

(2006) 1 ΑΑΔ 1032

[*1032]17 Οκτωβρίου, 2006

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]

ΜΑΡΙΑ ΡΟΖΑΡΙΟ,

Εφεσείουσα-Εναγόμενη 3,

v.

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΕΩΣ ΠΑΓΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΤΔ,

Εφεσιβλήτων-Εναγόντων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 192/2005)

 

Αποφάσεις και διατάγματα ― Απόφαση που εκδόθηκε λόγω μη εμφάνισης του δικηγόρου της εφεσείουσας κατά την ώρα που είχε ορισθεί η υπόθεση για αγορεύσεις ― Κατά πόσο παραβιάσθηκε το δικαίωμα της εναγομένης για δίκαιη δίκη.

Η υπόθεση αυτή αφορά σύμβαση ενοικιαγοράς ενός αυτοκινήτου την οποία η εφεσείουσα-εναγόμενη 3 υπέγραψε ως εγγυήτρια. Πληρώθηκε η προκαταβολή και μετά, δεν πληρώθηκε καμία δόση. Οι εφεσίβλητοι-ενάγοντες τερμάτισαν τη σύμβαση και με την αγωγή τους που καταχωρήθηκε στις 24/3/1999 ζητούσαν να επιστρέψει ο 1ος εναγόμενος το αυτοκίνητο αντικείμενο της σύμβασης και από όλους τους εναγομένους το υπόλοιπο ποσό με τόκο 9%.

Η εφεσείουσα καταχώρησε υπεράσπιση η οποία τροποποιήθηκε και σ’ αυτή η εφεσείουσα ισχυρίζετο, μεταξύ άλλων, πως δεν υπέγραψε ως εγγυήτρια στη σύμβαση.

Η υπόθεση αναβλήθηκε πάνω από 6 φορές, όταν ήταν ορισμένη για ακρόαση. Στις 13/4/2005 όταν η υπόθεση ήταν πάλιν ορισμένη για ακρόαση, το Δικαστήριο απέρριψε αίτημα των δικηγόρων για αναβολή, η ακροαματική διαδικασία άρχισε και σ’ αυτή κατέθεσε ο μάρτυρας των εφεσιβλήτων ο οποίος και παρουσίασε το επίδικο συμβόλαιο στο οποίο φαινόταν η υπογραφή της εφεσείουσας ως εγγυήτριας. Αντεξετάστηκε από το δικηγόρο της εφεσείουσας ο οποίος του υπέβαλε ότι η εφεσείουσα υπέγραψε το έντυπο συμβόλαιο προτού τούτο συμπληρωθεί. Ο μάρτυρας απέρριψε τους πιο πάνω ισχυρισμούς του δικηγόρου της εφεσείουσας. Στο τέλος της μαρτυρίας του, υπεβλήθη αίτημα από [*1033]το δικηγόρο των εφεσιβλήτων για αναβολή της υπόθεσης ώστε να μπορέσει να καλέσει και άλλο μάρτυρα. Ο δικηγόρος της εφεσείουσας, ο οποίος δεν ήταν έτοιμος να προχωρήσει με την υπόθεση της πελάτιδάς του, δεν έφερε ένσταση. Το Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα. Η υπόθεση αναβλήθηκε για αγορεύσεις σε άλλη μέρα και συγκεκριμένη ώρα, 8.30 το πρωί. Ο δικηγόρος της εφεσείουσας δεν παρουσιάστηκε στην ώρα του και το Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση ως η απαίτηση των εφεσιβλήτων. Ανέφερε ότι η αργοπορία ήταν 15 λεπτά.

Η εφεσείουσα εφεσίβαλε την απόφαση υποστηρίζοντας πως η απόρριψη του αιτήματός της για αναβολή ισοδυναμεί με άρνηση πρόσβασής της στο Δικαστήριο και δίκαιης δίκης, σύμφωνα με το Άρθρο 30 του Συντάγματος. Η αγόρευση του δικηγόρου της, κάλυψε και την ουσία της πρωτόδικης απόφασης, με την εισήγηση πως από τη μαρτυρία που προσκομίστηκε δεν αποδείκτηκε η απαίτηση των εφεσιβλήτων.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Με δεδομένο ότι το επίδικο θέμα ήταν απλό και η τακτική που ακολουθείτο ήταν παρελκυστική, ο χειρισμός του θέματος από το πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν ορθός.

2.  Υπήρχε αρκετό αποδεικτικό υλικό ενώπιον του Δικαστήριου ώστε αυτό να εκδώσει απόφαση υπέρ των εφεσιβλήτων.

3.  Η απόφαση θα πρέπει να τροποποιηθεί γιατί, προφανώς επειδή δεν είχε ενώπιον του το Δικαστήριο το ακριβές τελικό ποσό, εξέδωσε απόφαση ως η απαίτηση.

Η έφεση επιτράπηκε μερικώς ως ανωτέρω. Η εφεσείουσα θα καταβάλει τα 2/3 των εξόδων της έφεσης.

Έφεση.

Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Υπ.�Αρ. 3674/99), ημερ. 16/5/05.

Α. Ταμάσιος, για την Εφεσείουσα.

Μ. Κωνσταντίνου, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Οι εφεσίβλητοι-ενάγοντες είναι χρηματοδο[*1034]τικός οργανισμός. Στις 9.9.1998 υπεγράφη μεταξύ τους και των εναγομένων 1, 2 και 4 σύμβαση ενοικιαγοράς, στην οποία η εφεσείουσα-εναγόμενη 3 υπέγραψε ως εγγυήτρια. Η σύμβαση, με τους συνήθεις όρους, προνοούσε για την αγορά ενός αυτοκινήτου αξίας £8.000, πλέον £2.910 ως δικαιώματα ενοικιαγοράς. Οι μηνιαίες δόσεις ορίστηκαν σε £173.50σεντ, η δε πληρωμή τους άρχιζε στις 9.10.1998. Καταβλήθηκαν £500 ως προκαταβολή. Καμία δόση δεν πληρώθηκε και οι εφεσίβλητοι τερμάτισαν τη σύμβαση στις 15.3.1999. Με την αγωγή τους ζητούσαν να επιστρέψει ο 1ος εναγόμενος το αυτοκίνητο, αντικείμενο της σύμβασης, και από όλους τους εναγομένους το υπόλοιπο ποσό με τόκο 9%.

Η εφεσείουσα καταχώρισε υπεράσπιση στην αγωγή, η οποία με άδεια του Δικαστηρίου τροποποιήθηκε. Η τροποποιημένη υπεράσπιση καταχωρίστηκε στις 3.7.2003. Σ’ αυτή εγείρονταν διαζευκτικοί ισχυρισμοί, δηλαδή πως δεν υπέγραψε ως εγγυήτρια στη σύμβαση ή δεν είχε πρόθεση να εγγυηθεί τον εναγόμενο 1, και αν υπέγραψε η υπογραφή της εξασφαλίστηκε με δόλο ή με ψευδείς παραστάσεις ή σιωπής ως προς ουσιώδη στοιχεία της.

Η επίδικη διαφορά ήταν απλή. Τέτοιου είδους υποθέσεις παρουσιάζονται κατά εκατοντάδες στα δικαστήρια. Ακολουθήθηκε όμως η συνήθης ταλαιπωρία των υποθέσεων σε μια προσπάθεια, ενδεχομένως, να βρεθεί λύση. Διαδικασία στην οποία τα Δικαστήρια συνήθως συναινούν. Συγκεκριμένα, η υπόθεση αναβλήθηκε πάνω από 6 φορές, όταν ήταν ορισμένη για ακρόαση. Γι’ αυτό το λόγο στις 13.4.2005, όταν η υπόθεση ήταν πάλιν ορισμένη για ακρόαση, μολονότι επαναλήφθηκε αίτημα των δικηγόρων για αναβολή, το Δικαστήριο δεν το αποδέκτηκε. Η ακροαματική διαδικασία άρχισε και σ΄αυτή κατέθεσε ο μάρτυρας των εφεσιβλήτων ο οποίος και παρουσίασε το επίδικο συμβόλαιο στο οποίο φαινόταν η υπογραφή της εφεσείουσας ως εγγυήτριας. Αντεξετάστηκε από το δικηγόρο της, ο οποίος του υπέβαλε πως η εφεσείουσα υπέγραψε στο έντυπο συμβόλαιο προτού τούτο συμπληρωθεί με τα ποσά και μάλιστα ότι νόμιζε πως εγγυόταν τη 2η εναγομένη, με την οποία ήσαν καλές φίλες, για ποσό μόνο £5.000. Ο μάρτυρας απέρριψε τους πιο πάνω ισχυρισμούς του δικηγόρου της εφεσείουσας. Στο τέλος της μαρτυρίας του υπεβλήθη αίτημα από το δικηγόρο των εφεσιβλήτων για αναβολή της υπόθεσης ώστε να μπορέσει να καλέσει και άλλο μάρτυρα. Στο αίτημα συνήνεσε και ο δικηγόρος της εφεσείουσας, ο οποίος δεν ήταν έτοιμος, εν πάση περιπτώσει, να προχωρήσει με την υπόθεση της πελάτιδας του. Το Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα. Η υπόθεση αναβλήθηκε για αγορεύσεις σε άλλη ημέρα και συγκεκριμένη ώρα, 8.30 το πρωί. Στην καθορισμένη ώρα παρών ήταν ο δι[*1035]κηγόρος των εφεσιβλήτων, ο οποίος έδωσε στο δικαστήριο και εγγράφως την αγόρευση του. Ο δικηγόρος της εφεσείουσας δεν παρουσιάστηκε στην ώρα του και το Δικαστήριο δεν μπόρεσε να τον ακούσει. Ο δικαστής αναφέρει στην απόφαση του πως η αργοπορία ήταν 15 λεπτά. Ο δικηγόρος της εφεσείουσας γύρω στα 8 λεπτά. Δεν έχει σημασία. Το Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση ως η απαίτηση των εφεσιβλήτων.

Στην έφεση που συζητήσαμε ο δικηγόρος της εφεσείουσας παραπονέθηκε έντονα για το χειρισμό της υπόθεσης από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Ένα από τα σοβαρότερα παράπονα του ήταν η άρνηση του Δικαστηρίου να αναβάλει,  έστω για 1, 2 μέρες, την ακρόαση της υπόθεσης για να μπορέσει η εφεσείουσα να παρουσιάσει την υπόθεση της. Η απόρριψη του αιτήματος του για αναβολή ισοδυναμεί, καθώς ισχυρίστηκε ο συνήγορος, με άρνηση πρόσβασης της εφεσείουσας στο Δικαστήριο και δίκαιης δίκης, σύμφωνα με το άρθρο 30 του Συντάγματος. Η αγόρευση του δικηγόρου της εφεσείουσας κάλυψε επίσης και την ουσία της πρωτόδικης απόφασης, με την εισήγηση πως από τη μαρτυρία που προσκομίστηκε δεν αποδείκτηκε η απαίτηση των εφεσιβλήτων, εν πάση δε περιπτώσει το ποσό για το οποίο εκδόθηκε η τελική απόφαση είναι μεγαλύτερο από αυτό που στην πραγματικότητα οφείλεται, και που δικαιούνταν οι εφεσίβλητοι να απαιτήσουν.

Είναι γεγονός πως κατά την ημέρα της ακρόασης το πρωτόδικο Δικαστήριο επέδειξε αποφασιστικότητα να προχωρήσει με την οδήγηση της υπόθεσης στην τελεσιδικία. Κρίνουμε όμως πως ορθά έπραξε ενόψει της πορείας της υπόθεσης που προηγήθηκε. Η αγωγή, όπως είπαμε, καταχωρίστηκε στις 24.3.1999 και παρουσιάστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου πολλές φορές, έξη εκ των οποίων ήσαν ημερομηνίες για ακρόαση. Η διαδικασία αυτή ήταν αδικαιολόγητη γιατί το επίδικο θέμα, όπως διατυπώθηκε στα δικόγραφα, ήταν απλό. Ότι ακολουθείτο μια παρελκυστική τακτική το είδαμε και εμείς στο Εφετείο. Την ημέρα της ακρόασης της έφεσης ζητήθηκε, και από τους δύο δικηγόρους, αναβολή για να ξαναδούν την υπόθεση που εκκρεμεί στα Δικαστήρια από το 1999. Ορθά λοιπόν χειρίστηκε το θέμα ο πρωτόδικος δικαστής.

Η εφεσείουσα όχι μόνο είχε ελεύθερη πρόσβαση στο Δικαστήριο αλλά η ίδια, και οι εφεσίβλητοι όπως εξηγήσαμε πιο πάνω, είχαν απεριόριστη και αδικαιολόγητα μακρά διακίνηση της υπόθεσης τους ενώπιον του δικαστηρίου. Σε ό,τι αφορά την ουσία της υπόθεσης το Δικαστήριο είχε ενώπιον του τις έγγραφες προτάσεις των διαδίκων με τους ισχυρισμούς τους, όπως ήδη τους παραθέσαμε, τη [*1036]μαρτυρία του βασικού μάρτυρα των εφεσιβλήτων, ο οποίος αντεξετάστηκε από το δικηγόρο της εφεσείουσας, και το συμβόλαιο της επίδικης ενοικιαγοράς, που κατατέθηκε στο Δικαστήριο με την υπογραφή σ’ αυτό της εφεσείουσας. Αυτό ήταν αρκετό αποδεικτικό υλικό για να εκδοθεί απόφαση υπέρ των εφεσιβλήτων.

Σε ό,τι αφορά το επιδικασθέν ποσό, η δικηγόρος των εφεσιβλήτων δέχεται πως η απόφαση θα πρέπει να τροποποιηθεί γιατί, προφανώς επειδή δεν είχε ενώπιον του το Δικαστήριο το ακριβές τελικό ποσό, εξέδωσε απόφαση ως η απαίτηση. Το υπόλοιπο ποσό είναι  £7.959 με 8% από 24.3.99 μέχρι εξοφλήσεως.

Η πρωτόδικη απόφαση επομένως τροποποιείται αναφορικά με το σκέλος της που αφορά στο επιδικασθέν ποσό, όπως πιο πάνω αναφέρουμε. Η έφεση επιτυγχάνει μερικώς ως προς τούτο. Αποτυγχάνει και απορρίπτεται όμως σε σχέση με τους υπόλοιπους λόγους. Γι’ αυτό και η εφεσείουσα θα καταβάλει τα 2/3 των εξόδων της έφεσης.

Η έφεση επιτρέπεται μερικώς ως ανωτέρω. Η εφεσείουσα θα καταβάλει τα 2/3 των εξόδων της έφεσης.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο