Βασιλειάδης Γιαννάκης ν. Χαράλαμπου Τσουρή (2007) 1 ΑΑΔ 43

(2007) 1 ΑΑΔ 43

[*43]19 Ιανουαρίου, 2007

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]

ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ,

Εφεσείων - Εναγόμενος,

ν.

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΤΣΟΥΡΗ,

Εφεσιβλήτου - Ενάγοντος.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 39/2005)

 

Πολιτική Δικονομία ― Αποπληρωμή εξ αποφάσεως χρέους με μηνιαίες δόσεις ― Έκδοση διατάγματος για αποπληρωμή του εξ αποφάσεως χρέους με μία δόση εντός δύο μηνών από την έκδοση του διατάγματος ― Κατά πόσο ο εξ αποφάσεως οφειλέτης είχε την οικονομική δυνατότητα να το πράξει ― Κατά πόσο το Δικαστήριο υπερέβη την εξουσία που του παρέχει ο περί Πολιτικής Δικονομίας (Τροποποιητικός) (Αρ.2) Νόμος 134(Ι)/99, όταν εξέδιδε το προαναφερθέν διάταγμα και κατά πόσο ερμήνευσε ορθά τις πρόνοιες του Άρθρου 84 του ιδίου Νόμου ότι ο εξ αποφάσεως οφειλέτης είχε υποχρέωση να παρουσιάσει μαρτυρία για την οικονομική του κατάσταση.

Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων-εναγόμενος αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου με την οποία αυτός διατάχθηκε όπως καταβάλει ολόκληρο το εξ αποφάσεως χρέος του προς τον εφεσίβλητο-ενάγοντα με μια δόση μέσα σε δύο μήνες από την έκδοση του διατάγματος. Το εξ αποφάσεως χρέος του εφεσείοντος ανερχόταν στις £29.000, πλέον τόκους και έξοδα. Ο εφεσείων υποστηρίζει πως (α) δεν παρουσιάσθηκε επαρκής μαρτυρία η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει το Δικαστήριο στην έκδοση διατάγματος καταβολής του εξ αποφάσεως χρέους (β) εσφαλμένα κρίθηκε ότι ο εφεσείων είχε την δυνατότητα να καταβάλει το εξ αποφάσεως χρέος του με μια δόση και (γ) εσφαλμένα κρίθηκε ότι ο εφεσείων είχε υποχρέωση να παρουσιάσει μαρτυρία για την οικονομική του κατάσταση.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Από τις απαντήσεις που έδωσε ο εφεσείων κατά την αντεξέταση [*44]και τις απαντήσεις που αυτός έδωσε σε αρκετές ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν από το Δικαστήριο, προκύπτει ότι υπήρχε επαρκής μαρτυρία για να οδηγήσει το Δικαστήριο στη διαμόρφωση της πρωτόδικης απόφασης.

2.  Βρισκόταν προς πίστη του εφεσείοντος ποσό μεγαλύτερο του εξ αποφάσεως χρέους και από την εξέταση του εφεσείοντος διαφάνηκε ότι υπήρχε δυνατότητα εκ μέρους του να καταβάλει ολόκληρο το ποσό με μια μόνο δόση.

     Το γεγονός ότι με την αίτηση καταβολής του εξ αποφάσεως χρέους του ο εφεσίβλητος ζητούσε διάταγμα διατάττον τον εφεσείοντα να καταβάλλει £2.000 μηνιαίως, δεν προβάλλει κώλυμα περιορισμού του ποσού το οποίο θα καταβάλλεται σε £2.000 μηνιαίως.

3.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο ερμήνευσε ορθά τις πρόνοιες του Άρθρου 84 του Νόμου 134(Ι)/99 ότι ο εφεσείων είχε υποχρέωση να παρουσιάσει μαρτυρία για την οικονομική του κατάσταση και δεν το έπραξε. Ο εξ αποφάσεως πιστωτής δεν μπορεί να γνωρίζει ποια είναι τα περιουσιακά στοιχεία του εξ αποφάσεως οφειλέτη, τα οποία θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν την έκδοση διατάγματος καταβολής του εξ αποφάσεως χρέους δια μηνιαίων δόσεων. Έτσι το βάρος  απόδειξης ότι ο εξ αποφάσεως οφειλέτης δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να εξοφλήσει το χρέος του, μετατοπίζεται στους ώμους του. Ο εξ αποφάσεως οφειλέτης υποχρεούται να προβαίνει ενόρκως σε πλήρη αποκάλυψη όλων των περιουσιακών του στοιχείων για να δείξει, αν έτσι ισχυρίζεται, πως δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να εξοφλήσει το χρέος του ή να καθορίσει το ποσό που προτείνει ότι είναι μέσα στην οικονομική του δυνατότητα να πληρώνει μηνιαίως. Ο εξ αποφάσεως πιστωτής μπορεί επίσης να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου οποιαδήποτε στοιχεία έχει που αφορούν την περιουσία του εξ αποφάσεως χρεώστη.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα σε βάρος του εφεσείοντος.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Υπόθ. Αρ. 8917/03), ημερ. 1.12.04.

Ν. Πουμπουρίδης, για τον Εφεσείοντα.

Π. Παπαγεωργίου, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

[*45]ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Τ. Ηλιάδης.

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.:

(α) Τα γεγονότα.

Ο εφεσείων, ο οποίος είναι ηλικίας 62 χρόνων, επέστρεψε το 1992 στην Κύπρο από τη Νότια Αφρική και αφού άρχισε να δραστηριοποιείται σε διάφορες επιχειρήσεις, εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Κύπρο το 1999. Μετά την επιστροφή του στην Κύπρο ο εφεσείων αγόρασε ένα παραθαλάσσιο κτήμα στην περιοχή Πόλης Χρυσοχούς και ένα σπίτι στην Πέγεια. Ο εφεσείων είχε δώσει οδηγίες στον εφεσίβλητο να του ετοιμάσει σχέδια για την τουριστική αξιοποίηση του κτήματος στην Πόλη Χρυσοχούς. Ως αποτέλεσμα διαφωνιών οι οποίες προέκυψαν μεταξύ των διαδίκων, ο εφεσίβλητος καταχώρισε εναντίον του εφεσείοντος στις 19/8/2003 αγωγή για την οποία ζητούσε την καταβολή αποζημιώσεων για την ετοιμασία αρχιτεκτονικών μελετών και διαφόρων εργασιών αναφορικά με το κτήμα του εφεσείοντος στην Πόλη Χρυσοχούς. Η αγωγή επιδόθηκε στον εφεσείοντα και όταν αυτός παρέλειψε να καταχωρίσει εμφάνιση, εκδόθηκε στις 4/12/2003 απόφαση εναντίον του για £29.000, πλέον τόκους και έξοδα. Στις 13/8/2004 καταχωρήθηκε από τον εφεσίβλητο αίτηση για την εξέταση του εφεσείοντος για τη δυνατότητα καταβολής του ποσού της δικαστικής απόφασης δια μηνιαίων δόσεων. Ο εναγόμενος έφερε ένσταση στην αίτηση και κατά τη διάρκεια της εξέτασης του από το πρωτόδικο Δικαστήριο, προέκυψε ότι είχε πωλήσει το κτήμα στην Πόλη Χρυσοχούς για £138.000 και το σπίτι στην Πέγεια για £90.000. Από το πιο πάνω ποσό των £228.000 των δύο πωλήσεων, ο εφεσείων κατέβαλε £125.000 για την εξόφληση των δανείων τα οποία συνήψε για την αγορά της πιο πάνω ακίνητης περιουσίας και £40.000 για εγχειρήσεις στις οποίες υποβλήθηκε στη Νότια Αφρική. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού κατέληξε σε συμπέρασμα ότι είχε απομείνει στον εφεσείοντα ποσό £58.000, το οποίο θα μπορούσε να καλύψει ολόκληρη την απαίτηση του εφεσίβλητου, εξέδωσε διάταγμα με το οποίο ο εφεσείων διατασσόταν να καταβάλει ολόκληρο το εξ αποφάσεως χρέος του με μια δόση μέσα σε δύο μήνες από την έκδοση του διατάγματος.

(β) Η έφεση.

Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων αμφισβητεί την ορθότητα της πιο πάνω απόφασης ισχυριζόμενος ότι εσφαλμένα κρίθηκε ότι

(i)   Είχε παρουσιαστεί επαρκής μαρτυρία που θα μπορούσε να [*46]οδηγήσει το Δικαστήριο σε έκδοση διατάγματος καταβολής του εξ αποφάσεως χρέους,

(ii)  Ο εφεσείων μπορούσε να καταβάλει το εξ αποφάσεως χρέος του με μια δόση,

(iii) Ο εφεσίβλητος είχε την υποχρέωση να παρουσιάσει μαρτυρία για την οικονομική του κατάσταση.

(i)   Μη παρουσίαση επαρκούς μαρτυρίας η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει το Δικαστήριο στην έκδοση διατάγματος καταβολής του εξ αποφάσεως χρέους.

Ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε σε συμπέρασμα ότι είχε την ικανότητα να καταβάλει το εξ αποφάσεως χρέος του. Είναι η θέση του εφεσείοντος ότι δεν ρωτήθηκε για τη σημερινή του οικονομική κατάσταση, όσο και για τις ανάγκες του ιδίου και της οικογένειας του, για να καταστεί δυνατός ο καθορισμός του ποσού της δόσης.

Η εισήγηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Από τα σχετικά πρακτικά φαίνεται ότι ο εφεσείων είχε υποστεί μια λεπτομερή αντεξέταση από το δικηγόρο του εφεσίβλητου και επιπρόσθετα απάντησε σε αρκετές ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν από το Δικαστήριο. Από τα πιο πάνω προέκυψε ότι μετά την πώληση των δύο ακινήτων του στην Κύπρο για £228.000, παρέμεινε σε πίστη του εφεσείοντος ποσό £58.000. Από τη σχετική αντεξέταση στην οποία υποβλήθηκε τόσο από το δικηγόρο του εφεσίβλητου όσο και από το Δικαστήριο, προέκυψε επίσης ότι δεν είχε οποιεσδήποτε υποχρεώσεις για τα παιδιά του και ότι ο γιος είχε κατάστημα στον Κόλπο των Κοραλλίων και η κόρη κατάστημα στο Λατσί. Ο ίδιος ζούσε με τη γυναίκα του στο σπίτι της γυναίκας του στο Νέο Χωριό, σε ένα αρκετά μεγάλο σπίτι. Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι η πρωτόδικη απόφαση βασίστηκε στις απαντήσεις που έδωσε ο εφεσείων στο στάδιο της αντεξέτασης του τόσο προς το δικηγόρο του εφεσίβλητου, όσο και προς το Δικαστήριο και ότι υπήρχε προς τούτο επαρκής μαρτυρία για να οδηγήσει το πρωτόδικο Δικαστήριο στη διαμόρφωση της πρωτόδικης απόφασης.

Με βάση τα πιο πάνω η εισήγηση του εφεσείοντος απορρίπτεται.

 

 

[*47](ii)            Εσφαλμένα κρίθηκε ότι ο εφεσείων μπορούσε να καταβάλει το εξ αποφάσεως χρέος του με μια δόση.

Ο εφεσείων υπέβαλε ότι το Δικαστήριο υπερέβη την εξουσία που του παρέχει ο Νόμος 134(Ι)/99, αφού δεν μπορούσε να εκδώσει διάταγμα καταβολής ολόκληρου του εξ αποφάσεως χρέους μόνο με μια δόση.

Έχουμε ήδη καταλήξει σε συμπέρασμα ότι από τις πωλήσεις των δύο τεμαχίων ακίνητης ιδιοκτησίας του εφεσείοντος παρέμεινε σε πίστη του ποσό £58.000, ενώ το χρέος του προς τον εφεσίβλητο ανερχόταν σε £29.000, πλέον τόκους και έξοδα. Είναι η εισήγηση του εφεσείοντος ότι το χρέος των £29.000 θα έπρεπε να καταβληθεί δια μηνιαίων δόσεων, σύμφωνα με την ένορκη δήλωση του εφεσίβλητου ότι ο εφεσείων θα μπορούσε να εξοφλήσει το χρέος του δια μηνιαίων δόσεων εκ £2.000 εκάστης.

Η πιο πάνω εισήγηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Από την εξέταση στην οποία υποβλήθηκε ο εφεσείων διαφάνηκε ότι υπήρχε η δυνατότητα εκ μέρους του εφεσίβλητου να καταβάλει ολόκληρο το ποσό με μια δόση, αφού όπως προνοείται και στις διατάξεις του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1, σε λέξεις που είναι στον ενικό μπορεί να δίνεται ερμηνεία ότι περιλαμβάνουν τον πληθυντικό και αντίστροφα.

Το γεγονός ότι με την αίτηση καταβολής του εξ αποφάσεως χρέους του ο εφεσίβλητος ζητούσε διάταγμα διατάττον τον εφεσείοντα να καταβάλλει £2.000 μηνιαίως,  δεν προβάλλει κώλυμα περιορισμού του ποσού το οποίο θα καταβάλλεται σε £2.000 μηνιαίως. Ο εφεσίβλητος με την ένορκη δήλωση του ζητούσε τόσο με την παράγραφο (Γ) της αίτησης την καταβολή του ποσού των £2.000 μηνιαίως, όσο και με την παράγραφο (Α) της αίτησης την καταβολή του οφειλόμενου ποσού δια μηνιαίων δόσεων. Έχουμε ήδη σημειώσει ότι βρισκόταν προς πίστη του εφεσείοντος ποσό μεγαλύτερο του εξ αποφάσεως χρέους και ότι το ποσό αυτό θα μπορούσε να καταβληθεί με μια μόνο δόση.

Η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.

(iii) Ο εφεσίβλητος δεν είχε υποχρέωση να παρουσιάσει μαρτυρία για την οικονομική του κατάσταση.

Ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι εσφαλμένα το Δικαστήριο ερμήνευσε τις πρόνοιες του άρθρου 84 του Νόμου 134(Ι)/99 ότι ο εφεσείων [*48]είχε υποχρέωση να παρουσιάσει μαρτυρία για την οικονομική του κατάσταση. Πιο συγκεκριμένα τονίζεται ότι ο εφεσείων παρέλειψε να συμμορφωθεί με την υποχρέωση του να παρουσιάσει στοιχεία σχετικά με την περιουσία που διαθέτει ή διέθετε, το προϊόν της πώλησης της και τον τρόπο που την διέθεσε.

Η πιο πάνω εισήγηση είναι ανεδαφική. Το άρθρο 84(2) του Νόμου 134(Ι)/99 προνοεί ότι,

“Ο εξ αποφάσεως οφειλέτης υποχρεούται να παρουσιάσει ενόρκως, ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο νόμιμα θεωρούμενο υποκατάστατο του όρκου, όλα τα βιβλία, έγγραφα, συμβόλαια, αποδείξεις και άλλα παρόμοια αποδεικτικά τα οποία βρίσκονται στην κατοχή του ή υπό τον έλεγχο του και τα οποία σχετίζονται με περιουσία που δύναται ή εδύνατο να διατεθεί για σκοπούς πληρωμής του χρέους.”

Επιπρόσθετα σύμφωνα με τις πρόνοιες του εδαφίου (3) ο εξ αποφάσεως οφειλέτης υποχρεούται να αποκαλύψει,

“(γ) οποιαδήποτε εισοδήματα από εργασία ή άλλες πηγές.”

Ο σκοπός της πιο πάνω νομοθετικής πρόνοιας, η οποία απορρίπτει την εισήγηση του εφεσείοντος είναι πασιφανής. Ο εξ αποφάσεως πιστωτής δεν μπορεί να γνωρίζει ποια είναι τα περιουσιακά στοιχεία του εξ αποφάσεως οφειλέτη, τα οποία θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν την έκδοση διατάγματος καταβολής του εξ αποφάσεως χρέους δια μηνιαίων δόσεων. Έτσι το βάρος απόδειξης ότι ο εξ αποφάσεως οφειλέτης δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να εξοφλήσει το χρέος του, μετατοπίζεται στους ώμους του. Ο εξ αποφάσεως οφειλέτης υποχρεούται να προβαίνει ενόρκως σε πλήρη αποκάλυψη όλων των περιουσιακών του στοιχείων για να δείξει, αν έτσι ισχυρίζεται, πως δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να εξοφλήσει το χρέος του ή να καθορίσει το ποσό που προτείνει ότι είναι μέσα στην οικονομική του δυνατότητα να πληρώνει μηνιαίως. Ο εξ αποφάσεως πιστωτής μπορεί επίσης να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου οποιαδήποτε στοιχεία έχει που αφορούν την περιουσία του εξ αποφάσεως χρεώστη. Οι αποφάσεις του Δικαστηρίου θα πρέπει να εφαρμόζονται. Στις αστικές υποθέσεις η περιουσία του εξ αποφάσεως χρεώστη βαρύνεται με το ποσό που οφείλεται δυνάμει της δικαστικής απόφασης προς όφελος του εξ αποφάσεως πιστωτή. Θεωρείται δηλαδή στην πράξη πως μέρος της περιουσίας και των εισοδημάτων του εξ αποφάσεως χρεώστη ανήκουν στον εξ αποφάσεως πιστωτή, μέχρι την εξόφληση του εξ [*49]αποφάσεως χρέους.

Έχοντας υπόψη όλα τα πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος του εφεσείοντος. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος του εφεσείοντος.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο