Καρδανάς Πέτρος και Άλλη ν. Γεώργιου Καραμούζη (2007) 1 ΑΑΔ 191

(2007) 1 ΑΑΔ 191

[*191]20 Φεβρουαρίου, 2007

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

1.     ΠΕΤΡΟΣ ΚΑΡΔΑΝΑΣ,

2.     ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΚΑΡΔΑΝΑΣ ΛΤΔ,

Εφεσείοντες,

ν.

ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΑΡΑΜΟΥΖΗ,

Εφεσιβλήτου.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 54/2005)

 

Αποζημιώσεις ? Γενικές αποζημιώσεις ? Σωματικές βλάβες ? Σοβαρή κάκωση στην αυχενική μοίρα της σπονδυλικής στήλης προκάλεσε στα ήδη υπάρχοντα προβλήματα των σπονδύλων επιπρόσθετη αποσταθεροποίηση της σπονδυλικής στήλης ? Χειρουργική επέμβαση η οποία συνίστατο σε δισκεκτομή και σπονδυλοδεσία με τη χρήση μεταλλικής πλάκας και πέντε βίδων ? Χειρουργική επέμβαση για αφαίρεση μετεγχειριτικού αιματώματος ? Περιορισμός 15% με 20% στις κινήσεις της κεφαλής, προστιθέμενος όμως σε περιορισμό της τάξης του 45%-50% που οφειλόταν στην προϋπάρχουσα κατάσταση ο περιορισμός των κινήσεων να ανέρχεται σωρευτικά στο 60% με 70% ? Επιδικασθείσες γενικές αποζημιώσεις £25.000 ? Επικυρώθηκαν κατ’ έφεση.

Αποζημιώσεις ? Ειδικές αποζημιώσεις ? Για απώλεια εισοδήματος για την περίοδο των πρώτων έξι μηνών από την ημέρα του ατυχήματος μέχρι την ανάρρωση στη βάση των μηνιαίων απολαβών του ενάγοντος.

Αποζημιώσεις ? Πολλαπλασιαστής και πολλαπλασιαστέος ? Επιδικασθείσες αποζημιώσεις £73.580 για απώλεια μελλοντικών απολαβών οι οποίες υπολογίσθηκαν με τη μέθοδο του πολλαπλασιαστή 10 με πολλαπλασιαστέο τον μισθό του ενάγοντος κατά το χρόνο του ατυχήματος ? Κατά πόσο η χρησιμοποιηθείσα μέθοδος αποτελούσε την ορθή μέθοδο.

Αποζημιώσεις ? Απώλεια μελλοντικών απολαβών ? Προσαγωγή μαρτυρίας για απόδειξη δυνατότητας νέας απασχόλησης του ενάγοντος ο οποίος έπεσε θύμα τροχαίου ατυχήματος ? Κατά πόσο αποτελεί υποχρέωση του ενάγοντος ή των εναγομένων.

[*192]

Ο εφεσίβλητος τραυματίστηκε σε τροχαίο ατύχημα που συνέβηκε στις 16/11/2000, όταν φορτηγό που οδηγούσε ο 1ος εφεσείων, υπό την ιδιότητα που καθιστούσε τον 2ο εφεσείοντα εκ προστήσεως υπόλογο, συγκρούστηκε στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου του. Οι εφεσείοντες ανέλαβαν εξ ολοκλήρου την ευθύνη για την πρόκληση του ατυχήματος.

Από το ατύχημα ο εφεσίβλητος, ο οποίος είχε και προηγουμένως προβλήματα στην σπονδυλική στήλη, τραυματίστηκε στον αυχένα και κρίθηκε αναγκαία η υποβολή του σε χειρουργική επέμβαση η οποία συνίστατο σε δισκεκτομή των δίσκων Α3 – 4 και Α5 – 6 και τη σπονδυλοδεσία όλων με τη χρήση μεταλλικής πλάκας και πέντε βίδων. Μετά, λόγω ανάπτυξης μετεγχειρητικού αιματώματος, κατέστη αναγκαία και νέα επέμβαση για αφαίρεσή του.

Πριν το ατύχημα ο εφεσίβλητος, ο οποίος είναι μηχανολόγος μηχανικός, απασχολείτο σε εταιρεία ως μισθωτός με καθαρό μηνιαίο μισθό ύψους £566. Παράλληλα διατηρούσε και δική του επιχείρηση από την οποία είχε εισόδημα γύρω στις £15.000 ετησίως, αντιπροσωπεύοντας στην περιοχή της Μέσης Ανατολής εταιρεία του εξωτερικού παραγωγής και πώλησης μεγάλων ψυκτικών μηχανημάτων για κεντρικά συστήματα.

Στο δικαστήριο ο εφεσίβλητος ανέφερε ότι μετά το ατύχημα δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει τα χέρια του, ότι δεν έχει τη δύναμη που είχε παλαιότερα, ότι τα χέρια του δεν είναι σταθερά πια και ότι επομένως δεν μπορεί να εκτελέσει οποιαδήποτε εργασία. Πρόσθεσε εξάλλου ότι παρέμεινε και πρόβλημα αστάθειας κατόπιν ορθοστασίας για κάποιο διάστημα. Ο εφεσίβλητος παραπονέθηκε επίσης για δυσκολία στην κατάποση.

Σύμφωνα με τη μαρτυρία του νευροχειρουργού του εφεσίβλητου, το κατάλοιπο μόνιμης ανικανότητάς του εξ αιτίας του ατυχήματος ήταν μόνο ένας περιορισμός 15% με 20% στις κινήσεις της κεφαλής, προστιθέμενος όμως σε περιορισμό της τάξης του 45%-50% που οφειλόταν στην προϋπάρχουσα κατάσταση, ο περιορισμός κινήσεων ανέρχετο σωρευτικά στο 60% με 70%.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο επεδίκασε στον εφεσίβλητο αποζημιώσεις συνολικού ύψους £149.818 με τόκο, ήτοι: (α) ποσό £48.738 για ειδική ζημιά, εκ του οποίου £41.834 για απώλεια εισοδήματος μέχρι την έκδοση της απόφασης, £4.614 για ιατρικά έξοδα, £1.650 για φάρμακα και £640 για μαγνητικές τομογραφίες· (β) ποσό £73.580 για απώλεια μελλοντικών απολαβών· και (γ) ποσό £25.000 ως γενικές [*193]αποζημιώσεις.

Οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν την απόφαση προβάλλοντας ότι: (α) δεν δικαιολογείτο η επιδίκαση ποσού £4.614 για ιατρικά έξοδα (β) η διαπίστωση ότι ο εφεσίβλητος κατέστη ανίκανος να εργάζεται ως μηχανολόγος μηχανικός δεν δικαιολογείτο από τη μαρτυρία (γ) εσφαλμένα επιδικάστηκε αποζημίωση για απώλεια μισθών από την ημέρα του ατυχήματος μέχρι την έκδοση της απόφασης (δ) η επιδίκαση αποζημιώσεων για απώλεια μελλοντικών απολαβών με τη χρήση πολλαπλασιαστή-πολλαπλασιαστέου ήταν εσφαλμένη (ε) οι γενικές αποζημιώσεις ύψους £25.000 για πόνο και ταλαιπωρία ήταν υπερβολικές αφού τα προβλήματα του εφεσίβλητου οφείλονταν εν πολλοίς στην προϋπάρχουσα κατάσταση, με μόνη εκ του ατυχήματος διαφορά την περαιτέρω μείωση στην κινητικότητα της κεφαλής κατά μόνο 15%-20%.

Το Εφετείο έκρινε ότι η επέμβαση του ήταν αναγκαία επί των ακολούθων πτυχών της υπόθεσης:

Της απώλειας των μισθών του εφεσίβλητου από την ημέρα του ατυχήματος μέχρι την έκδοση απόφασης, της δυνατότητας νέας απασχόλησής του και της μείωσης της εισοδηματικής του ικανότητας.

Αποφασίστηκε ότι:

Για την περίοδο των πρώτων έξι μηνών μετά το ατύχημα ο εφεσίβλητος υπέστη απώλεια μισθών ύψους £3.396 ποσό το οποίο και του επιδικάζεται ως ειδικές αποζημιώσεις. Σε σχέση με τη δυνατότητα νέας απασχόλησης, η ευθύνη προσαγωγής μαρτυρίας ανήκε στον εφεσίβλητο ώστε να κριθεί η λογικότητα των ενεργειών του στο πλαίσιο του πρακτικώς εφικτού και να υπολογιστεί η ενδεχόμενη μείωση στο εισόδημά του. Ο εφεσίβλητος επέλεξε όμως να μην προβεί σε κανένα τέτοιο διάβημα, αφήνοντας κενό. Ένεκα αυτού, το ύψος της ζημίας για την εν λόγω περίοδο θα εξεταστεί μαζί με την μελλοντική απώλεια εισοδήματος. Στην προκείμενη περίπτωση δεν παρεχόταν δυνατότητα υπολογισμού της απώλειας εισοδηματικής ικανότητας του εφεσίβλητου με τη μέθοδο πολλαπλασιαστή-πολλαπλασιαστέου αλλά με τη μέθοδο του κατ’ αποκοπήν ποσού. Η παρούσα περίπτωση παρουσιάζει ιδιαίτερη δυσκολία, αλλά αντικρίζοντας το θέμα όσο είναι δυνατόν καλύτερα, καθορίζεται η αποζημίωση και για τις δύο υπό αναφορά περιόδους σε ποσό £30.000.

Υπό το φως των ανωτέρω, το ύψος της ειδικής ζημιάς ανέρχεται σε £10.310 (£4.614 + £1.650 + £640 + £3.396) και οι γενικές αποζημιώσεις σε £57.500 (£30.000 + £25.000 + £1.500 (μελλοντική εγχείρηση [*194]αφαίρεσης πλατίνας) + £1.000 (φάρμακα)), ήτοι σύνολο £67.810 προς όφελος του εφεσίβλητου.

Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και αντικαθιστάται με απόφαση υπέρ του εφεσ?βλ?του και εναντίον των εφεσειόντων για ποσό £67.810, με τόκο 8% μέχρις εξοφλήσεως (α) επί ποσού £10.310 από την καταχώρηση της αγωγής στις 18 Μαΐου 2001α (β) επί ποσού £32.500 από την έκδοση της πρωτόδικης απόφασης στις 3 Φεβρουαρίου 2005 και (γ) επί ποσού £25.000 από την ημέρα του δυστυχήματος ήτοι από τις 16 Νοεμβρίου 2000, πλέον έξοδα στην ανάλογη κλίμακα.

Η έφεση επιτράπηκε μερικώς ως ανωτέρω με το ήμισυ των εξόδων υπέρ των εφεσειόντων.

Αναφερόμενη υπόθεση:

Θεοφάνους ?.?. ν. Κουρουκλά κ.ά. (2006) 1 Α.Α.Δ. 528.

Έφεση.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Υπόθ.�Αρ. 3035/01), ημερομηνίας 3.2.05.

Στ. Ερωτοκρίτου, για τους Εφεσείοντες.

Θ. Ιωαννίδης, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Νικολάου, Δ..

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.:  Οι εφεσείοντες ανέλαβαν εξ ολοκλήρου την ευθύνη για την πρόκληση τροχαίου ατυχήματος κατά το οποίο, όπως προέκυψε, ο εφεσίβλητος υπέστη σωματική βλάβη, απώλεια και ζημιά. Το ατύχημα συνέβηκε στις 16 Νοεμβρίου 2000, παρά τον κυκλοφοριακό κόμβο Πολεμιδιών, όταν φορτηγό το οποίο οδηγούσε ο 1ος εφεσείων, υπό ιδιότητα που καθιστούσε τον 2ο εφεσείοντα εκ προστήσεως υπόλογο, συγκρούστηκε με το πίσω μέρος του αυτοκινήτου το οποίο οδηγούσε ο εφεσίβλητος, ενώ εκείνη τη στιγμή ανέμενε την ευκαιρία να προχωρήσει.

Κατά τον αστυνομικό εξεταστή επρόκειτο για μικροατύχημα αφού, καθώς διαπίστωσε, δεν υπήρξαν παρά μόνο ελαφρές ζημιές.  [*195]Όμως, κατά την εκδοχή του εφεσίβλητου, με τη σύγκρουση η κεφαλή του κινήθηκε βίαια με αποτέλεσμα να του προκαλέσει σοβαρή κάκωση στην αυχενική μοίρα και, επακόλουθα, διάφορες ενοχλήσεις και περιορισμούς που παρέμειναν και τον κατέστησαν μόνιμα ανίκανο για οποιαδήποτε εργασία.  Οι εφεσείοντες, οι οποίοι εν τέλει φαίνεται να αναγνώρισαν πως το ατύχημα προκάλεσε στον εφεσίβλητο κάποια βλάβη στον αυχένα, αντέτειναν ότι η εικόνα την οποία αυτός παρουσίασε στο δικαστήριο είχε ως κύρια στοιχεία τις υπερβολές και τα ψεύδη με στόχο να αποκομίσει όσο το δυνατό μεγαλύτερο οικονομικό όφελος.

Με την εκκαλούμενη απόφαση, η οποία εκδόθηκε κατόπιν δίκης, το Επαρχιακό Δικαστήριο επεδίκασε στον εφεσίβλητο αποζημιώσεις, συνολικού ύψους £149.818 με τόκο, ήτοι: (α) ποσό £48.738 για ειδική ζημιά, εκ του οποίου £41.834 για απώλεια εισοδήματος, £4.614 για ιατρικά έξοδα, £1.650 για φάρμακα και £640 για μαγνητικές τομογραφίες· (β) ποσό £73.580 για απώλεια μελλοντικών απολαβών· και (γ) ποσό £25.000 ως γενικές αποζημιώσεις.

Για την κατάσταση της υγείας του εφεσίβλητου κατέθεσε εκ μέρους του ο νευροχειρούργος ο οποίος τον παρακολουθούσε και πριν τον χρόνο του ατυχήματος, κ. Α. Περδίος, στη μαρτυρία του οποίου στηρίχθηκαν και οι εφεσείοντες. Επίσης κατέθεσε, επικουρικά και χωρίς αντίλογο, η ακτινολόγος κα Α. Κατωδρύου η οποία εξήγησε τα αποτελέσματα μαγνητικών τομογραφιών και σχολίασε πιστοποιητικά που κατατέθηκαν. Οι εφεσείοντες δεν κάλεσαν μάρτυρες. 

Συνοψίζουμε την ιατρική μαρτυρία αναφορικά με την προ του ατυχήματος κατάσταση του εφεσιβλήτου. Κατά τον Μάρτιο του  1991  ο εφεσίβλητος είχε υποβληθεί σε εγχείρηση με την οποία ο κ. Περδίος αφαίρεσε τους Α4-5 και Α6-7 μεσοσπονδύλιους δίσκους και προέβη σε σπονδυλοδεσία στα δύο αυτά επίπεδα. Ακολούθησε, περίπου ένα μήνα αργότερα, νέα διορθωτική εγχείρηση λόγω μετατόπισης του οστικού μοσχεύματος στο επίπεδο Α4-5. Μετά, τα πράγματα εξελίχθηκαν ομαλά, τα προεγχειριτικά συμπτώματα υποχώρησαν και ο εφεσίβλητος μπορούσε να  απασχολείται κανονικά ως μηχανολόγος.  Σημειώθηκε ως σταθμός το έτος 1999 όταν, τον Ιανουάριο, ο εφεσίβλητος εξετάστηκε από τον κ. Περδίο παραπονούμενος για «αυχενικό  άλγος και αριστερά βραχιαλγία και αισθητικές διαταραχές εις την περιοχή του αριστερού ωλένιου νεύρου».  Ηλεκτρομυογράφημα έδειξε «μικρού βαθμού  πίεση του ωλένιου νεύρου εις  την  περιοχή της ωλένιας αύλακας αριστερά».  Επιπλέον,  μαγνητική τομογραφία της αυχενικής μοίρας της σπον[*196]δυλικής στήλης, ημερ. 25 Ιανουαρίου 1999, «έδειξε κήλη μεσοσπονδυλίου δίσκου Α3-4 και Α5-6». Αυτές όμως οι κήλες δεν παρουσίαζαν κλινικά συμπτώματα αφού δεν δημιουργούσαν στο σπονδυλικό σωλήνα πίεση τέτοια ώστε να επηρεάζεται ο νωτιαίος μυελός και επομένως δεν χρειαζόταν χειρουργική επέμβαση.  Συνεστήθη συντηρητική θεραπεία, ήτοι φυσιοθεραπεία και αντιφλεγμονώδη φάρμακα. Στις 5 Φεβρουαρίου 1999, ο εφεσίβλητος επανεξετασθείς παραπονέθηκε για «βάρος στα κάτω άκρα όπως και αισθητικές διαταραχές κατά την κάμψη της κεφαλής». Ωστόσο, παρουσίαζε φυσιολογική νευρολογική εικόνα χωρίς πυραμιδικά συμπτώματα.  Συνεστήθη συνέχιση της φυσιοθεραπείας και η λήψη ψυχότροπου φαρμάκου. 

Στις 16 Νοεμβρίου 2000, ημερομηνία του ατυχήματος, ο εφεσίβλητος μεταφέρθηκε αμέσως στο Γενικό Νοσοκομείο Λεμεσού και, λίγες ώρες αργότερα, στο Απολλώνιο Ιδιωτικό Νοσοκομείο όπου εξετάστηκε αυθημερόν από τον κ. Περδίο. Παρεμβάλλουμε εδώ τη μαρτυρία του εφεσιβλήτου αναφορικά με το πώς βίωσε το ατύχημα:

«Με το χτύπημα που ένιωσα στο πίσω μέρος, το κεφάλι μου χτύπησε στην πόρτα του οδηγού, ένιωσα μία ζάλη και ένα ας το πούμε σαν τσάκρισμα στο λαιμό.  Κάτι τέτοιο.  Κατέβηκα από το αυτοκίνητο, προχώρησα στην πόρτα του συνοδηγού και κάθισα στο σκαλάκι που πατάς για να μπεις στο Pajero.  Ο Πέτρος μου έφερε μία μπουκάλα νερό, ήπια λίγο νερό να δω αν συνέλθω λίγο, άρχισα να έχω πρόβλημα με το χέρι το αριστερό οπότε ειδοποίησαν αστυνομία και ασθενοφόρο.»

Στον κ. Περδίο ανέφερε ότι ένοιωσε μούδιασμα σ’ όλο το σώμα και ότι αυτό σύντομα παρήλθε αλλά επανεμφανίστηκε αριστερή αυχενοβραχιαλγία. Του τοποθετήθηκε κολλάρο και απολύθηκε  την επομένη.  Η κατάσταση του  εφεσιβλήτου  διερευνήθηκε με ακτινογραφίες και μαγνητικές τομογραφίες (MRI) που έγιναν στις 20 Νοεμβρίου 2000, 5 Δεκεμβρίου 2000 και 11 Δεκεμβρίου 2000. Κατά τον κ. Περδίο, στα ήδη υπάρχοντα προβλήματα των Α3-4 και Α5-6 εμφανίστηκε «επιπρόσθετη αποσταθεροποίηση της σπονδυλικής στήλης στο επίπεδο Α3-4» και αυτό κατέστησε αναγκαία την εγχείρηση.  Εξήγησε την κατάσταση ως εξής:

«Ε.    Πότε απέκτησε κλινικά συμπτώματα κατά τη γνώμη σας σαν γιατρός για να κάμετε εγχείριση;

 Α.      Μετά τον τραυματισμό διεπιστώθη επιπρόσθετα προς τις κοίλες των δύο δίσκων του 3-4 και του 5-6, επιπρόσθετη αποσταθεροποίηση της σπονδυλικής στήλης στο [*197]επίπεδο Α3-4. Και αυτός ήταν ο κυριότερος παράγοντας που υπεβλήθη σε εγχείριση.  Οι κοίλες των δίσκων πιθανώς να μην είχαν σχέση με την εγχείριση αλλά κατά την εγχείριση αφαιρέσαμε και τις κοίλες για να μην υπάρξει σε αργότερο στάδιο πρόβλημα.

 Ε.      Επομένως εσείς βασικά τον εγχειρίσετε για την αποσταθεροποίηση που παρουσιάστηκε στο 3-4;

 Α.      Κατά κύριο λόγο.

 Ε.      Το οποίο δεν υπήρχε προηγουμένως.

 Α.      Η αποσταθεροποίηση όχι, δεν υπήρχε.»

Στην πραγματικότητα, όπως διευκρίνισε αργότερα, η αφαίρεση του δίσκου Α3-4 που είχε και την αστάθεια αποτελούσε προϋπόθεση της σπονδυλόδεσης και έτσι μόνο η αφαίρεση του δίσκου Α5-6 έγινε παρεμπιπτόντως. Έπειτα συνέχισε ως εξής:

«Η αστάθεια προκαλείται από εξάρθρημα άμεσο της σπονδυλικής στήλης.  Σε ένα δυστύχημα θα σκεφτείς πρώτα τα εξαρθρήματα και μετά τους δίσκους.  Γι’ αυτό έκαμα τις ακτινογραφίες αυτές στις λήψεις κάμψεων και εκτάσεων και διαπίστωσα αυτήν την αστάθεια στα Α3, Α4.»

Τέτοιου όμως είδους ακτινογραφίες δεν είχαν γίνει για την προηγούμενη κατάσταση του εφεσίβλητου και γι’ αυτό δεν μπορούσε να λεχθεί με βεβαιότητα ότι δεν υπήρχε και τότε αστάθεια αλλά πάντως δεν υπήρχαν συμπτώματα ώστε να χρειαζόταν εγχείρηση.  Ανέφερε σχετικά ότι:

«Για να διαπιστώσεις την αστάθεια, την αποσταθεροποίηση, το instability όπως το λέμε στα αγγλικά, διαπιστώνεται με κάποιες ειδικές ακτινογραφίες σε έκταση και κάμψη.  Αυτό δεν έγινε την πρώτη φορά γι΄ αυτό δεν μπορώ να πω αν είχε με 100% σιγουριά αν είχε και τότε, διότι δεν έγιναν οι απαιτούμενες εξετάσεις.  Τα συμπτώματα όμως ήταν τέτοια που δεν χρειαζόταν εγχείριση.»

Η χειρουργική επέμβαση, η οποία συνίστατο σε δισκεκτομή των Α3-4 και Α5-6 και τη σπονδυλοδεσία όλων με τη χρήση μεταλλικής πλάκας και πέντε βίδων, διεξήχθη στις 29 Νοεμβρίου 2000.  Μετά, λόγω ανάπτυξης μετεγχειριτικού  αιματώματος, κατέστη αναγκαία   και νέα επέμβαση, στις 5 Δεκεμβρίου 2000, για αφαίρεση του.  Ως αποτέλεσμα της χειρουργικής επέμβασης τα συμπτώματα αριστερής βραχιαλγίας υποχώρησαν αισθητά. Ακτινολογικός έλεγχος, ημερ. 1 Φεβρουαρίου 2001, έδειξε τα οστικά και μεταλλικά μο[*198]σχεύματα σε κανονική θέση.  Συνεστήθη επανέλεγχος σε ένα μήνα αλλά ο εφεσίβλητος δεν προσήλθε παρά μόνο στις 27 Μαρτίου 2002, αφού δηλαδή πέρασε περισσότερο από ένας χρόνος, όταν του ζητήθηκε από την ασφαλιστική εταιρεία των εφεσειόντων να υποβληθεί σε εξέταση ενώ στο μεταξύ επισκέφθηκε άλλους γιατρούς στην Κύπρο και στο εξωτερικό. Παραπονέθηκε τότε για αδυναμία στο αριστερό χέρι, σε βαθμό που να μην μπορούσε να εργαστεί.  Στο δικαστήριο ανέφερε ότι δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει τα χέρια του, ότι δεν έχει τη δύναμη που είχε παλαιότερα, ότι τα χέρια του δεν είναι σταθερά πια και ότι επομένως δεν μπορεί να εκτελέσει οποιαδήποτε εργασία.  Πρόσθεσε εξάλλου ότι παρέμεινε και πρόβλημα αστάθειας κατόπιν ορθοστασίας για κάποιο διάστημα.  Πρόκειται όμως για ισχυρισμούς που δεν υποστηρίζονται από τη μαρτυρία.  Ο κ. Περδίος δεν διαπίστωσε μυϊκή αδυναμία ή ατροφία ώστε να δικαιολογείται το παράπονο. Ο εφεσίβλητος επίσης παραπονέθηκε για δυσκολία στην κατάποση.  Ακτινογραφίες που έγιναν στην Ελλάδα έδειξαν κάταγμα στις  βίδες που βρίσκονταν στο σώμα του σπονδύλου Α3 και επακόλουθη μετατόπιση του άνω μέρους της μεταλλικής πλάκας με πιθανότητα να πιέζεται ο οισοφάγος, οπότε θα εξηγείτο η δυσκαταποσία.  Συνέστησε οισοφαγογράφημα ή οισοφαγοσκόπηση αλλά ο εφεσίβλητος δεν επανήλθε ούτε εξήγησε τι έπραξε σχετικά.  Παραθέτουμε το σχετικό μέρος της μαρτυρίας του κ. Περδίου:

«Έχουν σπάσει κάποιες βίδες. Υπάρχουν μεταλλικά μοσχεύματα τα οποία κουράζονται με την πάροδο του χρόνου και σπάζουν κάποτε. Όχι πάντοτε.  Οι βίδες που κρατούν την πλευρά. Δεν έχει σπάσει αλλά οι βίδες που την κρατούν την πλάκα στη σπονδυλική στήλη για να δέσουν τα οστικά μοσχεύματα έχουν σκοπό για τους πρώτους μήνες, έχουν λειτουργία για τους πρώτους έξι μήνες. Μετά δεν χρειάζεται, μέχρι να δέσει το οστικό μόσχευμα.  Σε κάποιους όταν θέλει ο ασθενής τα αφαιρούμε, δεν καθορίζεται πότε. Εδώ δεν ξέρω πότε, διότι δεν επανήλθε μετά την εγχείριση να τον ξαναδώ, ήλθε μόνο σε ένα μήνα, είχα πει στον κ. Καραμούζη να επανέλθει μετά δύο μήνες και δεν έχει επανέλθει.  Ήλθε μετά από δύο χρόνια.  Με το σπάσιμο των βιδών μετατοπίστηκε η πλάκα προς τα μπρος, λέω πιθανώς διότι δεν το απέδειξαν, πιέζοντας έτσι τον οισοφάγο.  Για να το διαπιστώσουμε αυτό μπορεί με μια απλή εξέταση, οισοφαγοσκόπιση ή οδοφαγογραφήματος και αν διαπιστωθεί ότι υπάρχει πράγματι πίεση και οφείλεται στην πλάκα πρέπει να αφαιρεθεί η πλάκα. Είναι απλό.  Το είχα εισηγηθεί αλλά δεν ξέρω................................………………......…………..................….

Είναι πολύ πιο εύκολη αυτή η εγχείριση παρά οι πρώτες. Η [*199]πλάκα βρίσκεται μπροστά από τους σπονδύλους ενώ το νεύρο βρίσκεται πίσω από τους σπονδύλους. Ο κίνδυνος μιας επιπλοκής στην εγχείριση οφείλεται στην πιθανότητα τραυματισμού του νωτιαίου μυελού.  Σε τέτοια περίπτωση δεν θα επέμβουμε στο νωτιαίο μυελό διότι η πλάκα βρίσκεται μπροστά.»

Τελικά, όπως εξήγησε ο κ. Περδίος, το κατάλοιπο μόνιμης ανικανότητας του εφεσίβλητου εξ αιτίας του ατυχήματος ήταν μόνο ένας περιορισμός 15% με 20% στις κινήσεις της κεφαλής, προστιθέμενος όμως σε περιορισμό της τάξης του 45%-50% που οφειλόταν στην προϋπάρχουσα κατάσταση, με αποτέλεσμα ο περιορισμός κινήσεων  να ανέρχεται σωρευτικά στο 60% με 70%.

Πριν από το ατύχημα ο εφεσίβλητος, ο οποίος όπως κατέθεσε είναι μηχανολόγος μηχανικός, απασχολείτο σε εταιρεία ως μισθωτός με καθαρό μηνιαίο μισθό ύψους £566. Η εταιρεία αναλάμβανε μηχανολογικές εγκαταστάσεις  σε μεγάλα έργα – υδραυλικά, θερμάνσεις, συστήματα κλιματισμού – και αυτός, ως υπεύθυνος για τη διεκπεραίωση, όχι μόνο έδινε εντολές στο προσωπικό για τον τρόπο τοποθέτησης των μηχανημάτων αλλά και έλεγχε τη λειτουργία τους, κάτι που συνεπαγόταν πολλές ώρες ορθοστασίας όπως και την ανάγκη να ανεβαινοκατεβαίνει σκάλες.

Αντεξετάστηκε εν εκτάσει αναφορικά με το ενδεχόμενο απασχόλησης του σε γραφείο, στον κλάδο τεχνικών μελετών και ετοιμασίας προσφορών για τέτοιες εγκαταστάσεις.  Απάντησε ότι δεν είναι αυτή η ειδικότητα του και ότι σ’ αυτό το στάδιο της ζωής του θα το έβρισκε δύσκολο αλλά δεν δοκίμασε.  Πριν από το ατύχημα, παράλληλα με την εργοδότηση του ως μισθωτού, ο εφεσίβλητος διατηρούσε, όπως ανέφερε, και δική του εμπορική επιχείρηση από την οποία είχε εισόδημα γύρω στις £15.000 ετησίως, αντιπροσωπεύοντας σε όλη την περιοχή της Μέσης Ανατολής όπου ταξίδευε, εταιρεία του εξωτερικού η οποία παρήγαγε και πωλούσε μεγάλα ψυκτικά μηχανήματα για κεντρικά συστήματα όπως και, πιο πρόσφατα, μια άλλη ξένη εταιρεία.  Αντεξετάστηκε εκτενώς από διάφορες απόψεις και για αυτό το μέρος της δραστηριότητας του.  Του υποβλήθηκε ότι διέκοψε την εργοδότηση του ως μηχανολόγος μηχανικός όχι λόγω ανικανότητας να εργαστεί αλλά διότι ήθελε να αναπτύξει τη δική του επιχείρηση στην οποία θα απασχολείτο και ο γιος του, ο οποίος σπούδαζε μηχανολογία και θα αποφοιτούσε τον Ιούνιο του 2003.  Ο εφεσίβλητος απάντησε πως αυτός ήταν ο στόχος του, τοποθέτησε όμως μια τέτοια εξέλιξη ένα χρόνο μετά που ο γιος του θα αποφοιτούσε.

[*200]Το δικαστήριο επεδίκασε ειδική ζημία η οποία περιλάμβανε, όπως ήδη αναφέραμε, και κονδύλι – το μόνο που έχει σχέση με την έφεση –  £4.614, ιατρικά έξοδα τα οποία προέκυψαν από τη θεραπεία του εφεσιβλήτου στο Απολλώνειο Ιδιωτικό Νοσοκομείο.  Το δικαστήριο φαίνεται να θεώρησε ως δεδομένο ότι η κατάσταση του εφεσίβλητου δικαιολογούσε περίοδο ανάρρωσης έξι μηνών ενώ δεν υπήρξε επ’ αυτού ιατρική μαρτυρία.  Ως προς την μετέπειτα κατάσταση, το δικαστήριο κατέληξε ότι εξ αιτίας της σωματικής βλάβης την οποία ο εφεσίβλητος υπέστη στο ατύχημα, κατέστη αδύνατο να συνεχίσει πια την απασχόληση του ως μηχανολόγος μηχανικός με καθήκοντα όπως ο ίδιος τα είχε περιγράψει.  Ενώ όμως δέχθηκε ότι ο εφεσίβλητος διατηρούσε τη δυνατότητα να εκτελεί γραφειακή εργασία, δεν προέβη σε οποιαδήποτε αφαίρεση αποζημιώσεων, η οποία να αντιστοιχούσε με αυτή τη δυνατότητα.  Αναφέρθηκε σχετικά στην έλλειψη οποιασδήποτε μαρτυρίας που να παρείχε έρεισμα για τέτοια αποτίμηση, αλλά θεώρησε ότι την ευθύνη προσαγωγής τέτοιας μαρτυρίας την έφεραν οι εφεσείοντες όχι ο εφεσίβλητος.  Υπολόγισε επομένως την απώλεια εισοδήματος του εφεσιβλήτου  με βάση το σύνολο των αποδοχών του ως μισθωτού. Εισοδήματα από την ιδιωτική επιχείρηση του εφεσιβλήτου δεν λήφθηκαν υπόψη για το λόγο ότι δεν υπήρξε επαρκής απόδειξη του ύψους.  Το δικαστήριο κατέληξε σε ποσό £41.834 για την περίοδο μέχρι την έκδοση της απόφασης. Για δε μελλοντική απώλεια εισοδημάτων το δικαστήριο χρησιμοποίησε πολλαπλασιαστή 10 ετών και με βάση τον μισθό του εφεσιβλήτου κατά τον χρόνο του ατυχήματος, κατέληξε σε ποσό £73.580 το οποίο επίσης επιδίκασε.  Επιπλέον, σε σχέση με απώλεια στο μέλλον, το δικαστήριο επεδίκασε ποσό £1.500 για την εγχείρηση αφαίρεσης πλατίνας και βίδων, όπως και ποσό £1.000 για φάρμακα. Τέλος, στο κεφάλαιο των γενικών αποζημιώσεων το δικαστήριο καθόρισε ποσό  £25.000 για πόνο και ταλαιπωρία, αφού έλαβε μεταξύ άλλων υπόψη ότι ο εφεσίβλητος «θα πρέπει να υποβληθεί σε νέα χειρουργική επέμβαση με ενδεχόμενο κίνδυνο σοβαρότατης αναπηρίας» ενώ, υπενθυμίζουμε, η ιατρική μαρτυρία είχε αποκλείσει τέτοιο κίνδυνο.

Οι εφεσείοντες προβάλλουν (α) ότι δεν δικαιολογείτο η επιδίκαση ποσού £4.614 για ιατρικά έξοδα και τούτο διότι μέρος θα πρέπει να προέκυψε από την αντιμετώπιση, κατά τη χειρουργική επέμβαση, του προϋπάρχοντος πρόβληματος στο δίσκο Α5-6 και δεν διευκρινίστηκε με μαρτυρία σε τι ποσό αντιστοιχούσε· (β) ότι η πρωτόδικη διαπίστωση πως ο εφεσίβλητος κατέστη εκ του ατυχήματος ανίκανος να εργάζεται ως μηχανολόγος μηχανικός δεν δικαιολογείτο από τη μαρτυρία την οποία εν προκειμένω το δικαστήριο δεν αξιολόγησε δεόντως· (γ) ότι εσφαλμένα επιδικάστηκε αποζημίωση [*201]για απώλεια μισθών από την ημερομηνία του ατυχήματος μέχρι την έκδοση της απόφασης και τούτο διότι (i) δεν υπήρξε μαρτυρία ότι χρειαζόταν περίοδος ανάρρωσης έξι μηνών και (ii) δεν λήφθηκε υπόψη ότι ο εφεσίβλητος μπορούσε να απασχοληθεί σε γραφειακή εργασία σε σχέση με την οποία είχε ευθύνη να προσκομίσει μαρτυρία· (δ) ότι η επιδίκαση αποζημιώσεων με τη χρήση πολλαπλασιαστή-πολλαπλασιαστέου για απώλεια μελλοντικών απολαβών ήταν εσφαλμένη εφόσον (i) δεν προσκομίστηκε μαρτυρία για καθορισμό του εισοδήματος το οποίο ο εφεσίβλητος θα μπορούσε να έχει αν απασχολείτο σε γραφειακή εργασία και (ii) όπως είχε δηλώσει θα σταματούσε το 2004 να απασχολείτο ως εργοδοτούμενος, για να αναπτύξει την ιδιωτική του επιχείρηση σε συνεργασία με το γιο του· και (ε) ότι οι γενικές αποζημιώσεις ύψους £25.000 για πόνο και ταλαιπωρία ήταν υπερβολικές, αφού τα προβλήματα του εφεσιβλήτου οφείλονταν εν πολλοίς στην προϋπάρχουσα κατάσταση, με μόνη εκ του ατυχήματος διαφορά την περαιτέρω μείωση στην κινητικότητα της κεφαλής κατά μόνο 15%-20%.

Θα εξετάσουμε τους λόγους έφεσης με την ίδια σειρά.  Είναι γεγονός ότι με την ευκαιρία της χειρουργικής επέμβασης μετά το ατύχημα, αντιμετωπίστηκε και το πρόβλημα στους σπονδύλους Α5-6 με αφαίρεση του δίσκου. Αλλά αυτό δεν σήμαινε  απαραίτητα επαύξηση του συνολικού κόστους της χειρουργικής επέμβασης ώστε να χρειαζόταν διευκρίνιση από τον κ. Περδίο τον οποίο, ας σημειωθεί, οι εφεσείοντες επέλεξαν να μην αντεξετάσουν επ’ αυτού. Έπειτα, η διαπίστωση του δικαστηρίου ότι ο εφεσίβλητος δεν μπορούσε μετά το ατύχημα να απασχολείται όπως προηγουμένως ως μηχανολόγος μηχανικός, δικαιολογείτο κατά την άποψη μας από το σύνολο της μαρτυρίας, κυρίως από τις δυσχέρειες που του προκαλούσε ο πρόσθετος περιορισμός στις κινήσεις της κεφαλής, αλλά και από τον ενδεχόμενο κίνδυνο περαιτέρω τραυματισμού  τον οποίο, όπως ανέφερε ο κ. Περδίος, ο εφεσίβλητος θα έπρεπε οπωσδήποτε να απέφευγε.  Ως προς τον υπολογισμό της απώλειας μισθών από το ατύχημα μέχρι την έκδοση απόφασης, ορθά επισημαίνουν οι εφεσείοντες ότι δεν προσδιορίστηκε με την ιατρική μαρτυρία ο χρόνος ανάρρωσης και επομένως η πρωτόδικη αναφορά σε αναρρωτική άδεια έξι μηνών στερείτο ερείσματος. Εν προκειμένω το μόνο συμπέρασμα που θα μπορούσε, επιεικώς, να εξαχθεί είναι ότι ο εφεσίβλητος παρέμεινε ανίκανος για οποιαδήποτε εργασία μέχρι τις αρχές Μαρτίου 2001 που θα έπρεπε να επισκέπτετο τον κ. Περδίο για επανέλεγχο της κατάστασης, δηλαδή περίοδο τρεισήμισυ μηνών από το ατύχημα.  Ωστόσο δικαιολογείται η παραχώρηση και των επόμενων δυόμισυ μηνών ως το διάστημα το οποίο ο εφεσίβλητος χρειαζόταν για να προσανατο[*202]λιστεί και να εξεύρει γραφειακή ή άλλη κατάλληλη απασχόληση.  Έτσι, για την περίοδο των πρώτων έξι μηνών μετά το ατύχημα ο εφεσίβλητος υπέστη απώλεια μισθών ύψους £3.396. Σε σχέση με τη δυνατότητα νέας απασχόλησης δεν συμμεριζόμαστε την πρωτόδικη άποψη ότι η ευθύνη προσαγωγής μαρτυρίας ανήκε στους εφεσείοντες. Ήταν υποχρέωση του εφεσιβλήτου να κινηθεί, να αναζητήσει εργασία και να φέρει, με μαρτυρία, τα όποια αποτελέσματα στο δικαστήριο ώστε να κριθεί η λογικότητα των ενεργειών του στο πλαίσιο του πρακτικώς εφικτού  και να υπολογιστεί η ενδεχόμενη μείωση στο εισόδημα του. Όμως ο εφεσίβλητος επέλεξε να μην προβεί σε κανένα τέτοιο διάβημα, αφήνοντας κενό.  Ένεκα αυτού θα εξετάσουμε το ύψος της ζημίας για την εν λόγω περίοδο μαζί με τη μελλοντική απώλεια εισοδήματος. Θεωρούμε δικαιολογημένο  το παράπονο των εφεσειόντων για τη χρήση της μεθόδου πολλαπλασιαστή-πολλαπλασιαστέου, για τους λόγους τους οποίους επικαλέστηκαν και τους οποίους ήδη αναφέραμε. Δεν παρεχόταν, εν προκειμένω, δυνατότητα υπολογισμού για την απώλεια εισοδηματικής ικανότητας με τέτοιο τρόπο.  Μόνο με κατ’ αποκοπήν ποσό μπορούσε να καθοριστεί αποζημίωση: βλ. τη Θεοφάνους κ.ά. ν. Κουρουκλά κ.ά. (2006) 1 Α.Α.Δ. 528, όπου έγινε ανασκόπηση της νομολογίας.  Η παρούσα περίπτωση παρουσιάζει ιδιαίτερη δυσκολία αλλά αντικρύζοντας το θέμα όσο καλύτερα μπορούμε, καθορίζουμε την αποζημίωση και για τις δύο υπό αναφορά περιόδους  σε ποσό £30.000.  Τέλος, έχουμε τη γνώμη ότι το πρόσθετο ποσό των £25.000 για γενικές αποζημιώσεις δεν ήταν υπερβολικό.  Θεωρούμε, σε συμφωνία με τον εφεσίβλητο, ότι το θέμα  κρίνεται με αναφορά όχι στο ποσοστό της πρόσθετης ανικανότητας την οποία επέφερε το ατύχημα, αλλά στις επιπτώσεις οι οποίες σωρευτικά προέκυψαν από την ήδη βεβαρυμένη κατάσταση της υγείας του.

Υπό το φως των όσων έχουμε αναφέρει, το ύψος της ειδικής ζημιάς ανέρχεται σε £10.310 (£4.614+£1.650+£640+£3.396) και οι γενικές αποζημιώσεις σε £57.500 (£30.000+£25.000+£1.500+£1.000), ήτοι σύνολο £67.810 προς όφελος του εφεσιβλήτου.

Η έφεση επιτυγχάνει μερικώς με το ήμισυ των εξόδων υπέρ των εφεσειόντων.  Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και αντικαθίσταται με απόφαση υπέρ του εφεσιβλήτου και εναντίον των εφεσειόντων για ποσό £67.810, με τόκο 8% μέχρις εξοφλήσεως (α) επί  ποσού £10.310 από την καταχώριση της αγωγής στις 18 Μαΐου 2001· (β) επί ποσού £32.500 από την έκδοση της πρωτόδικης απόφασης στις 3 Φεβρουαρίου 2005· και (γ) επί ποσού £25.000 από την ημέρα του δυστυχήματος ήτοι από τις 16 Νοεμβρίου 2000, πλέον [*203]έξοδα στην ανάλογη κλίμακα.

Η έφεση επιτρέπεται μερικώς ως ανωτέρω με το ήμισυ των εξόδων υπέρ των εφεσειόντων.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο