Μιχαήλ Χαρίκλεια Κύπρου ν. Βαβέλ Μπουτίκ Λτδ (2007) 1 ΑΑΔ 241

(2007) 1 ΑΑΔ 241

[*241]22 Φεβρουαρίου, 2007

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]

XAΡΙΚΛΕΙΑ ΚΥΠΡΟΥ ΜΙΧΑΗΛ,

Εφεσείουσα - Αιτήτρια,

ν.

ΒΑΒΕΛ ΜΠΟΥΤΙΚ ΛΤΔ,

Εφεσίβλητης-Καθ’ ης η αίτηση 1,

ΚΑΙ

ΧΡΙΣΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ,

ΓΙΑΝΝΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ,

Καθ’ ων η αίτηση 2 & 3.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11909)

 

Ιδιοκτήτης και ενοικιαστής ? Ενοικίαση από μήνα σε μήνα ? Ειδοποίηση τερματισμού της ενοικίασης ? Προφορική ειδοποίηση τερματισμού ? Κατά πόσο ήταν έγκυρη ? Κατά πόσο η ειδοποίηση τερματισμού πρέπει να έχει συγκεκριμένη μορφή ? Πότε πρέπει να λήγει η διδόμενη ειδοποίηση τερματισμού στην περίπτωση ενοικίασης από μήνα σε μήνα η οποία ξεκινά την πρώτη μέρα κάθε μηνός.

Ιδιοκτήτης και ενοικιαστής ? Θέσμια ενοικίαση ? Κατά πόσο ο τερματισμός ενοικίασης καταστήματος από μήνα σε μήνα ήταν έγκυρος, με αποτέλεσμα ο ενοικιαστής ο οποίος παρέμεινε μετά τον τερματισμό να καθίσταται θέσμιος και το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων να έχει δικαιοδοσία εκδίκασης αίτησης του ιδιοκτήτη για δεδουλευμένα ενοίκια, διαφυγόν κέρδος και για ποσό πληρωθέν από τον ιδιοκτήτη για επιδιόρθωση ζημιών.

Η υπόθεση αυτή αφορά την ενοικίαση μεγάλου καταστήματος της εφεσείουσας-αιτήτριας στη Λεωφόρο Μακαρίου του Γ΄ στη Λακατάμεια το οποίο ανηγέρθη κατά ή περί το έτος 1980. Οι καθ’ ων η αίτηση-ενοικιαστές, έλαβαν κατοχή του καταστήματος την 1/11/1998 στη βάση προφορικής συμφωνίας με την εφεσείουσα. Ήταν αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι μετά την προφορική συμφωνία, η εφεσίβλητη-καθ’ [*242]ης η αίτηση 1, κατέστη ενοικιαστής από μήνα σε μήνα. Σύμφωνα με την πρωτόδικη απόφαση «Οι καθ’ ων η αίτηση εγκατέλειψαν το υποστατικό μετά την 30/4/1999 και, όχι μόνο μετά την εν λόγω ημερομηνία, αλλά σαφέστατα, και μετά το μήνα Μάιο του ιδίου έτους».

Το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων απέρριψε την αίτηση της εφεσείουσας-αιτήτριας με την οποία αυτή ζητούσε:

(α)   £800.- ως δεδουλευμένα ενοίκια από 1/6/99 μέχρι 31/7/99 ήτοι ενοίκια δύο μηνών προς £400.- μηνιαίως.

(β)   £800.- ως διαφυγόν κέρδος και/ή αποζημιώσεις για απώλεια ενοικίων από 1/8/99 μέχρι 30/9/99, περίοδο που ήταν αναγκαία για την επιδιόρθωση του υποστατικού.

(γ)   £2.150.- ως ποσό πληρωθέν από την αιτήτρια για επιδιόρθωση των ζημιών που προκλήθηκαν από τους καθ’ ων η αίτηση κατά παράβαση των όρων ενοικίασης.

Η εφεσίβλητη-καθ’ ης η αίτηση 1 ήγειρε θέμα δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου προδικαστικά, υποβάλλοντας ότι η ενοικίαση δεν εμπίπτει στον περί Ενοικιοστασίου Νόμο. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η προφορική τηλεφωνική ενημέρωση του ΜΑ1, συζύγου της αιτήτριας ο οποίος διαχειριζόταν τις υποθέσεις της σε σχέση με το κατάστημα από τον διευθυντή των ενοικιαστών-καθ’ ων η αίτηση ότι δεν είχαν πρόθεση να συνεχίσουν την ενοικίαση και ότι θα έμεναν στο υποστατικό και το Μάιο, δεν συνιστούσε τερματισμό ενοικίασης, αλλά έστω και αν συνιστούσε τέτοιο τερματισμό, αυτός δεν ήταν έγκυρος και νόμιμος, γιατί ήταν αόριστος και δεν καθόριζε συγκεκριμένη ημερομηνία που θα παραδιδόταν η κατοχή, κρίνοντας, ως εκ τούτου, ότι η σύμβαση ενοικίασης δεν είχε τερματισθεί ώστε να καταστεί η εφεσίβλητη θέσμιος ενοικιαστής.

Μετά την κατάληξη αυτή, το Δικαστήριο ανέστειλε τη διαδικασία χωρίς διαταγή εξόδων.

Η εφεσείουσα-αιτήτρια, με την έφεσή της, αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου, υποβάλλοντας ότι η συμβατική ενοικίαση είχε τερματιστεί, με αποτέλεσμα η εφεσίβλητη να καταστεί θέσμιος ενοικιαστής, γεγονός που έδιδε δικαιοδοσία στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων.

Το μόνο επίδικο θέμα που είναι αντικείμενο της παρούσα έφεσης, είναι έτσι κατά πόσο υπήρξε νόμιμος τερματισμός της ενοικίασης και [*243]κατά συνέπεια η παραμονή της εφεσίβλητης σε κατοχή του επίδικου υποστατικού πέραν της λήξης της ενοικίασης την κατέστησε θέσμιο ενοικιαστή, ή όχι.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Σύμφωνα με τις αυθεντίες δεν απαιτείται η ειδοποίηση τερματισμού να έχει συγκεκριμένη μορφή, αλλά απλώς να είναι σαφής και να καθορίζει τον τερματισμό της υφιστάμενης ενοικίασης σε συγκεκριμένο χρόνο. Τέτοια ειδοποίηση τερματισμού μπορεί να είναι είτε προφορική είτε γραπτή. Στην παρούσα περίπτωση, αφού η σύμβαση ήταν προφορική και ο τερματισμός μπορούσε να γίνει προφορικά.

2.  Το γεγονός ότι η πρόθεση/ειδοποίηση της εφεσίβλητης εκφράστηκε προφορικά και σε τηλεφωνική επικοινωνία, χωρίς να έχει συγκεκριμένη μορφή, δεν είναι σχετικός παράγοντας, όπως λανθασμένα έκρινε το πρωτόδικο Δικαστήριο, ώστε να θεωρηθεί ότι δεν μπορούσε  να συνιστά έγκυρο τερματισμό, κάτω από τέτοιες συνθήκες.

     Είναι επίσης απαραίτητο ότι η διδόμενη ειδοποίηση πρέπει να λήγει την τελευταία ημέρα του μηνός, εάν η από μήνα σε μήνα ενοικίαση, όπως στην παρούσα περίπτωση, ξεκινούσε την πρώτη κάθε μηνός. Ο όρος αυτός ικανοποιείται από το γεγονός ότι η εφεσίβλητη ειδοποίησε την εφεσείουσα ότι θα κρατούσε το υποστατικό και το μήνα Μάιο. Δεν απαιτείτο δε να καθορίσει και ημερομηνία παράδοσης. Ήταν σαφές ότι η ημερομηνία αυτή θα ήταν, το αργότερο η 1η Ιουνίου.

3.  Η προφορική πληροφόρηση συνιστούσε έγκυρη ειδοποίηση τερματισμού.

4.  Η ενοικιάστρια εφεσίβλητη εταιρεία κατέστη θέσμιος ενοικιαστής μετά που παρέμεινε στο υποστατικό μετά τις 31 Μαΐου. Ως εκ τούτου το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων έχει δικαιοδοσία να εκδικάσει την υπόθεση.

Παρατηρήσεις Εφετείου:

Εφόσον η εφεσείουσα, ιδιοκτήτρια του υποστατικού προς την οποία δόθηκε η ειδοποίηση τερματισμού, τη θεώρησε έγκυρη ειδοποίηση τερματισμού και συμφώνησε, δεν μπορούσε η εφεσίβλητη να εγείρει θέμα ακυρότητας μιας τέτοιας ειδοποίησης.

Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα υπέρ της [*244]εφεσείουσας-αιτήτριας. Η υπόθεση παραπέμφθηκε στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων για να αποφασίσει η εκδικάσασα την υπόθεση Δικαστής την ουσία της υπόθεσης. Τα έξοδα πρωτόδικα θα είναι έξοδα δίκης.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Gardner v. Ingram [1886–90] All E.R 258,

Glykys v. Ioannides (1959–60) 2 C.L.R 220,

Bird v. Defonville [1846] 2 Carr & Kir 415.

Έφεση.

Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων Λευκωσίας (Υπόθ. Αρ. Κ122/99) ημερ. 14.1.2000.

Α. Χατζημιχαήλ, για την Εφεσείουσα.

Καμμιά εμφάνιση για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Π. Αρτέμη, Δ..

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Το ιστορικό και τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως τα βρήκε το πρωτόδικο Δικαστήριο, φαίνονται στην απόφαση του και τα παραθέτουμε:

«Το επίδικο υποστατικό, το οποίο είναι μεγάλο κατάστημα, αποτελούμενο από τέσσερα συνενωμένα καταστήματα, ιδιοκτησίας της αιτήτριας, βρίσκεται στη Λεωφόρο Μακαρίου του Γ΄, αρ. 317, στη Λακατάμεια, και ανηγέρθη κατά ή περί το έτος 1980.  Παρά το γεγονός ότι η αιτήτρια είναι η ιδιοκτήτρια του εν λόγω υποστατικού, εν τούτοις για κάθε τι το οποίο έχει σχέση με την ενοικίαση, εκμετάλλευση και επιδιόρθωση αυτού, όπως γενικά για κάθε τι το οποίο σχετίζεται με αυτό, υπεύθυνος είναι ο σύζυγος της, ΜΑ1, ο οποίος, έχει εν λευκώ, προφορική εξουσιοδότηση από την αιτήτρια, σύζυγο του, να προβαί[*245]νει σε κάθε ενέργεια, αναγκαία για τους πιο πάνω σκοπούς, ενώ η αιτήτρια δεν ασχολείται καθόλου με τα θέματα αυτά.

Το επίδικο υποστατικό είχε ενοικιασθεί σε διάφορους ενοικιαστές κατά διάφορες χρονικές περιόδους, με τελευταίο ενοικιαστή, πριν από τους καθ΄ων η αίτηση, τον Πανίκο Σιαμμά, εμπορευόμενο ως Πανίκος Fashion, ο οποίος ενοικίασε αυτό δυνάμει ενοικιαστηρίου εγγράφου, Τεκμήριο 1, την 1.5.1997 για χρονικό διάστημα δύο ετών, μέχρι την 30.4.1999, αντί ενοικίου ΛΚ370.- μηνιαίως.  Πριν τη λήξη του εν λόγω ενοικιαστηρίου εγγράφου, η επιχείρηση η οποία ασκείτο στο εν λόγω υποστατικό από τον Πανίκο Σιαμμά, άλλως Πανίκος Fashion, επωλήθη στους καθ΄ων η αίτηση, οι οποίοι κατόπιν συμφωνίας με τον Πανίκο Σιαμμά, εν γνώσει και με την έγκριση και σύμφωνη γνώμη και συμφωνία του ΜΑ1, την 1.11.1998, εισήλθαν στο υποστατικό και έλαβαν κατοχή αυτού. Η συμφωνία των καθ΄ων η αίτηση με τον ΜΑ1, σύζυγο της αιτήτριας, η οποία έγινε προφορικά μέσω και/ή δια του Πανίκου Σιαμμά, προέβλεπε  ότι, οι καθ΄ων η αίτηση θα ενοικίαζαν το υποστατικό για χρόνο ο οποίος δεν είχε καθορισθεί επ΄ακριβώς, αλλά, ήταν αόριστης διάρκειας και προέβλεπε ότι, για την χρονική περίοδο μέχρι την 30.4.1999, ημέρα κατά την οποία θα έληγε η διάρκεια της ενοικίασης η προβλεπόμενη στο Τεκμήριο 1, σε σχέση με τον εκεί αναφερόμενο ενοικιαστή, δηλαδή τον Πανίκος Fashion, το ενοίκιο θα παρέμενε το ίδιο, δηλαδή ΛΚ370.- και, επίσης ότι θα ίσχυαν και όλοι οι όροι του Τεκμηρίου  1.  Μετά την 30.4.1999, θα υπεγράφετο νέο ενοικιαστήριο έγγραφο, μεταξύ της αιτήτριας και των καθ΄ων η αίτηση, με ενοίκιο το οποίο είχε ήδη συμφωνηθεί και προκαθοριστεί, στο αυξημένο ποσό των ΛΚ400.- μηνιαίως για την περίοδο από 1.5.1999.  Κατά ή περί την 30.4.1999, όταν ο σύζυγος της αιτήτριας κάλεσε τηλεφωνικά τον ΜΥ1, διευθυντή των καθ΄ων η αίτηση, να υπογράψουν το μεταξύ των συμβόλαιο, ως η συμφωνία την οποία είχαν κάνει κατά την έναρξη της ενοικίασης, εκείνος, τον πληροφόρησε ότι οι καθ΄ων η αίτηση δεν προτίθενται να συνεχίζουν την ενοικίαση του επίδικου υποστατικού, ότι θα έμεναν σ΄αυτό και τον Μάιο τον οποίο και θα πλήρωναν με το ποσό των ΛΚ370.- , το οποίο είχαν καταθέσει ως εγγύηση κατά την έναρξη της ενοικίασης.  Ο ΜΑ1 συμφώνησε και συγκατατέθηκε στα όσα ο ΜΥ1 εισηγήθηκε. Το ενοίκιο του μηνός Απριλίου του 1999, είχε πληρωθεί με επιταγή αρ. 09016050, ενώ το ενοίκιο του μηνός Μαϊου του 1999 καλύφθηκε από το ποσό της ήδη υπάρχουσας κατατεθειμένης εγγύησης των ΛΚ370.-. Οι καθ΄ων η αίτηση εγκατέλειψαν το υποστατικό μετά την [*246]30.4.1999 και, όχι μόνο μετά την εν λόγω ημερομηνία, αλλά σαφέστατα, και μετά τον μήνα Μάιο του ιδίου έτους.  Ζήτησαν δε διακοπή της παροχής ηλεκτρικής ενέργειας στις 8.6.1999, και αφού είχαν ήδη εγκαταλείψει το επίδικο υποστατικό.  Η παράδοση όμως της κατοχής του έλαβε χώρα αργότερα.  Περί το τέλος του μηνός Ιουνίου του 1999, οι καθ΄ων η αίτηση απέστειλαν μέσω γραφείου ταξί προς τον ΜΑ1, τα κλειδιά του υποστατικού, το δε γραφείο ταξί ειδοποίησε τον μάρτυρα να τα παραλάβει.  Εκείνος  όμως, αρνήθηκε επιμένοντας ότι θα έπρεπε να του παραδοθούν προσωπικά από το διευθυντή των καθ΄ων η αίτηση.  Τα κλειδιά τελικά, παρελήφθησαν από τον ΜΑ1 στις 7.7.1999, μέσω ατόμου που έστειλαν για τον σκοπό αυτό, οι καθ΄ων η αίτηση.»

Η απαίτηση της εφεσείουσας-αιτήτριας ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων, ήταν η ακόλουθη:

«(α)  Λ.Κ.800.- ως δεδουλευμένα ενοίκια από 1.6.99 μέχρι 31.7.99 ήτοι ενοίκια δύο μηνών προς Λ.Κ.400.- μηνιαίως.

(β)  Λ.Κ.800.- ως διαφυγόν κέρδος και ή ως αποζημιώσεις για την απώλεια ενοικίων από 1.8.99 μέχρι 30.9.99, περίοδος που ήταν αναγκαία για την επιδιόρθωση του πιο πάνω υποστατικού.

(γ) Λ.Κ.2.150.- ως ποσό πληρωθέν από την αιτήτρια για επιδιόρθωση των ζημιών που προκλήθηκαν από τους καθ΄ων η αίτηση ή κατά την διάρκεια της κατοχής του ακινήτου υπό των καθ΄ων η αίτηση στο πιο πάνω ακίνητο κατά ρητή παράβαση των όρων της ενοικίασης.

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .»

Η εφεσίβλητη-καθ΄ης η αίτηση 1 (η αίτηση εναντίον των καθ΄ων η αίτηση 2 και 3 απεσύρθη), στην απάντησή τους ήγειραν θέμα δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου προδικαστικά, υποβάλλοντας ότι η ενοικίαση δεν εμπίπτει στον περί Ενοικιοστασίου Νόμο.  Ως συνέπεια τούτου, το Δικαστήριο προχώρησε, ενώ είχε ακουστεί όλη η μαρτυρία για την υπόθεση και αξιολόγησε τη μαρτυρία αυτή μόνο στο σημείο που άπτεται του θέματος της δικαιοδοσίας, καταλήγοντας τελικά στο συμπέρασμα ότι δεν υφίστατο θέσμια ενοικίαση και ως εκ τούτου το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων δεν είχε δικαιοδοσία.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο, για να καταλήξει στο συμπέρασμα αυτό, με  μία αχρείαστα μακροσκελή απόφαση,  αποφάνθηκε  ότι η προφορική τηλεφωνική ενημέρωση του ΜΑ1 από τον ΜΥ1 δεν συνιστούσε τερματισμό ενοικίασης, αλλά έστω και αν συνιστούσε τέτοιο τερματισμό, αυτός  δεν ήταν έγκυρος και νό[*247]μιμος, γιατί ήταν αόριστος και δεν καθόριζε συγκεκριμένη ημερομηνία που θα παραδιδόταν η κατοχή, κρίνοντας, ως εκ τούτου, ότι η σύμβαση ενοικίασης δεν είχε τερματισθεί ώστε να καταστεί η εφεσίβλητη θέσμιος ενοικιαστής.

Έτσι, μετά την κατάληξη αυτή, ανέστειλε τη διαδικασία χωρίς οποιαδήποτε διαταγή για τα έξοδα. 

Η εφεσείουσα-αιτήτρια, με την έφεσή της, αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου, υποβάλλοντας ότι η συμβατική ενοικίαση είχε τερματιστεί, με αποτέλεσμα η εφεσίβλητη να καταστεί θέσμιος ενοικιαστής, γεγονός που έδιδε  δικαιοδοσία στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων.

Το μόνο επίδικο θέμα που είναι αντικείμενο της παρούσας έφεσης, είναι έτσι κατά πόσο υπήρξε νόμιμος τερματισμός της ενοικίασης και κατά συνέπεια η παραμονή της εφεσίβλητης σε κατοχή του επίδικου υποστατικού πέραν της λήξης της ενοικίασης την κατέστησε  θέσμιο ενοικιαστή, ή όχι.

Στις 16.10.06, που ήταν ορισμένη η έφεση, δεν υπήρχε επίδοση για την εφεσίβλητη και, όπως δήλωσε ο δικηγόρος της εφεσείουσας, είχαν αποσυρθεί οι συνήγοροί της και οι καθ΄ων η αίτηση είχαν ειδοποιηθεί περί τούτου.  Το Δικαστήριο επανόρισε την υπόθεση στις 14.11.06 για επίδοση στους εφεσίβλητους προσωπικά.  Την ημερομηνία εκείνη είχε γίνει η επίδοση αλλά δεν υπήρξε οποιαδήποτε εμφάνιση εκ μέρους των καθ΄ων η αίτηση και η υπόθεση ορίστηκε για ακρόαση στις 23.1.06, οπότε και ακούστηκε από το Εφετείο στην απουσία των καθ΄ων η αίτηση, που δεν είχαν καταχωρήσει ούτε και περίγραμμα αγόρευσης. 

Είναι γεγονός για το οποίο δεν υπάρχει αμφισβήτηση, ότι μετά την προφορική τους συμφωνία με την εφεσείουσα, η εφεσίβλητη-καθ΄ης η αίτηση 1, κατέστη ενοικιαστής από μήνα σε μήνα.

Σύμφωνα με τις αυθεντίες, δεν απαιτείται η ειδοποίηση τερματισμού να έχει συγκεκριμένη μορφή, αλλά απλώς να είναι σαφής  και να καθορίζει τον τερματισμό της υφιστάμενης ενοικίασης σε συγκεκριμένο χρόνο.(Gardner v. Ingram [1886-90] All E.R. 258, Glykys v. Ioannides (1959-60) 2 C.L.R. 220). Τέτοια ειδοποίηση τερματισμού μπορεί να είναι είτε προφορική είτε γραπτή.  Στην παρούσα περίπτωση, αφού η σύμβαση ήταν προφορική δεν βλέπουμε γιατί και ο τερματισμός να μη  μπορούσε να γίνει προφορικά.  (Δέστε Bird v. Defonville [1846] 2 Carr & Κir 415).

[*248]Eν όψει των αυθεντιών, το γεγονός ότι η πρόθεση/ειδοποίηση  της εφεσίβλητης εκφράστηκε προφορικά και σε τηλεφωνική επικοινωνία, χωρίς να έχει συγκεκριμένη μορφή, δεν είναι σχετικός παράγοντας, όπως λανθασμένα έκρινε το πρωτόδικο Δικαστήριο, ώστε να θεωρηθεί ότι δεν μπορούσε να συνιστά έγκυρο τερματισμό, κάτω από τέτοιες συνθήκες.

 Είναι επίσης απαραίτητο, όπως προκύπτει από σχετικές αυθεντίες (δέστε, μεταξύ άλλων, Glykys v. Ioannides, πιο πάνω), ότι η διδόμενη ειδοποίηση πρέπει να λήγει την τελευταία ημέρα του μηνός, εάν η από μήνα σε μήνα ενοικίαση, όπως στην παρούσα περίπτωση, ξεκινούσε την πρώτη κάθε μηνός.  Ο όρος αυτός ικανοποιείται από το γεγονός ότι η εφεσίβλητη ειδοποίησε την εφεσείουσα ότι θα κρατούσε το υποστατικό και το μήνα Μάιο.  Δεν απαιτείτο δε να καθορίσει και ημερομηνία παράδοσης. Ήταν σαφές ότι η ημερομηνία αυτή θα ήταν, το αργότερο η 1η Ιουνίου.

Καταλήγουμε πως η προφορική πληροφόρηση συνιστούσε έγκυρη ειδοποίηση τερματισμού.

Πέρα όμως απ΄όλα τα πιο πάνω, παρατηρούμε και τα ακόλουθα.  Οι κανόνες και οι αρχές με βάση τις οποίες κρίνεται αν μία ειδοποίηση τερματισμού είναι νόμιμη και έγκυρη, σκοπό έχουν κυρίως να πληροφορήσουν σαφώς και  εγκαίρως το πρόσωπο προς το οποίο δίδεται η ειδοποίηση, είτε αυτό είναι ο ενοικιαστής ή ο ιδιοκτήτης,  ώστε να μπορεί να προγραμματίζει  τις επόμενες ενέργειές του.  Άρα, οι αρχές αυτές ισχύουν προς όφελος του προσώπου προς το οποίο δίδεται η ειδοποίηση τερματισμού. 

Στην παρούσα περίπτωση, όπως και το ίδιο το πρωτόδικο Δικαστήριο παρατήρησε, ο διευθυντής της εφεσίβλητης εταιρείας είχε πληροφορήσει το σύζυγο της αιτήτριας «ότι οι καθ΄ων η αίτηση δεν προτίθενται να συνεχίσουν την ενοικίαση του επίδικου υποστατικού, ότι θα έμεναν σε αυτό και το Μάιο τον οποίο και θα πλήρωναν με το ποσό ΛΚ370, το οποίο είχαν καταθέσει ως εγγύηση κατά την έναρξη της ενοικίασης. Ο ΜΑ1 συμφώνησε και συγκατατέθηκε στα όσα ο ΜΥ1 εισηγήθηκε».  Εφόσον, λοιπόν, η ιδιοκτήτρια, προς την οποία δόθηκε η ειδοποίηση τερματισμού, τη θεώρησε ως μία έγκυρη ειδοποίηση τερματισμού και συμφώνησε, δεν μπορούσε πια η εφεσίβλητη να εγείρει θέμα ακυρότητας μίας τέτοιας ειδοποίησης. 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται, καθώς αναπόφευκτα κρίνουμε πως η ενοικιάστρια [*249]εφεσίβλητη εταιρεία κατέστη θέσμιος ενοικιαστής μετά που παρέμεινε στο υποστατικό μετά τις 31 Μαϊου, και, ως εκ τούτου, το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων έχει δικαιοδοσία να εκδικάσει την υπόθεση.

Η υπόθεση παραπέμπεται στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων για να αποφασίσει η εκδικάσασα την υπόθεση Δικαστής την ουσία της υπόθεσης.

Τα έξοδα της έφεσης επιδικάζονται υπέρ της εφεσείουσας-αιτήτριας.  Τα έξοδα πρωτόδικα θα είναι έξοδα δίκης.

Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα υπέρ της εφεσείουσας-αιτήτριας. Η υπόθεση παραπέμπεται στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων για να αποφασίσει η εκδικάσασα την υπόθεση Δικαστής την ουσία της υπόθεσης. Τα έξοδα πρωτόδικα θα είναι έξοδα δίκης.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο