Ντάγκλας Ντέρεκ ν. Νότας Ντάγκλας (2007) 1 ΑΑΔ 375

(2007) 1 ΑΑΔ 375

[*375]23 Μαρτίου, 2007

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]

ΝΤΕΡΕΚ ΝΤΑΓΚΛΑΣ,

Εφεσείων - Καθ’ ου η αίτηση,

ν.

ΝΟΤΑΣ ΝΤΑΓΚΛΑΣ,

Εφεσίβλητης - Αιτήτριας.

(Εφέσεις Αρ. 3/2005, 9/2005)

 

Απόδειξη ― Μαρτυρία ― Αξιολόγηση αξιοπιστίας μαρτύρων ― Εσφαλμένη αξιολόγηση της αξιοπιστίας της μαρτυρίας και της εκδοχής του συζύγου (εφεσείοντος) σε υπόθεση καθορισμού των περιουσιακών στοιχείων μεταξύ του ιδίου και της συζύγου του (εφεσίβλητης) ― Οδήγησε σε ακύρωση της πρωτόδικης απόφασης και σε έκδοση διαταγής για επανεκδίκαση.

Η έφεση 3/2005 στρέφεται εναντίον της απόφασης του Προέδρου του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, ημερ. 11/3/2005 με την οποία κρίθηκε ότι η εφεσίβλητη είχε συνεισφέρει στην αγορά ακινήτου στο χωριό Αγία Βαρβάρα και στην ανέγερση κτιρίων σ’ αυτή, κατά το εν δεύτερο με τον εφεσείοντα, και εξέδωσε απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης με την οποία ο εφεσείων διατασσόταν να της καταβάλει το ποσό των Θ41.000.- πλέον νόμιμο τόκο και έξοδα.

Η συνεκδικαζόμενη έφεση 9/2005 στρέφεται εναντίον του διατάγματος του ιδίου δικαστηρίου, ημερ. 17/6/2005, με το οποίο διατάχθηκε η Τράπεζα Κύπρου Λτδ, ως μεσεγγυούχος, όπως από οποιοδήποτε ποσό που είναι πληρωτέο από την Τράπεζα στον εφεσείοντα, πληρώσει στην εφεσίβλητη το ποσό των Θ41.000.- με τόκο 8% ετησίως από 6/8/99 μέχρις εξοφλήσεως πλέον έξοδα. Είναι προφανές ότι, σε περίπτωση που επιτύχει η έφεση 3/2005, η έφεση 9/2005 θα ακολουθήσει το αποτέλεσμα της.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ως απόλυτα αναξιόπιστο τον [*376]εφεσείοντα και απέρριψε εξ ολοκλήρου τη μαρτυρία του.

Το βασικό και ουσιώδες θέμα της έφεσης 3/2005 είναι εκείνο των ευρημάτων αξιοπιστίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου και συγκεκριμένα των ευρημάτων αξιοπιστίας της μαρτυρίας του εφεσείοντος.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο καθοδηγήθηκε εσφαλμένα ως προς το ζήτημα της κρίσης της αξιοπιστίας της μαρτυρίας και της εκδοχής του εφεσείοντος. Ο χαρακτήρας γενικά και η εν γένει συμπεριφορά του εφεσείοντος μπορούσαν να ληφθούν υπόψη αναφορικά με την αποτίμηση της διαγωγής των συζύγων σε συνάρτηση με τον κλονισμό του γάμου, όπως παρατηρήθηκε και στην υπόθεση Ζαχαρίου ν. Ζαχαρίου (1993) 1 Α.Α.Δ. 159, αλλά ήταν σφάλμα να ληφθούν υπόψη σε σχέση με την αξιολόγηση της αξιοπιστίας της μαρτυρίας του.

2.  Ο εσφαλμένος τρόπος με τον οποίο αξιολογήθηκε η αξιοπιστία της μαρτυρίας του εφεσείοντος και η παρείσφρηση ασχέτων κριτηρίων, καθιστούν την αξιολόγηση της αξιοπιστίας της μαρτυρίας αυτής ακροσφαλή και καθιστούν επιβεβλημένη την επέμβαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου για παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης και την έκδοση διαταγής επανεκδίκασης της υπόθεσης ενώπιον άλλου Δικαστή.

Οι δύο προσβληθείσες αποφάσεις, με τις δύο συνεκδικαζόμενες εφέσεις, παραμερίσθηκαν. Εκδόθηκε διαταγή επανεκδίκασης της υπόθεσης που προσβλήθηκε με την έφεση 3/2005 ενώπιον άλλου Δικαστή. Επιδικάσθηκαν υπέρ του εφεσείοντος τα πραγματικά του έξοδα. Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας θα είναι έξοδα στην υπόθεση.

Αναφερόμενη υπόθεση:

Ζαχαρίου ν. Ζαχαρίου (1993) 1 Α.Α.Δ. 159.

Εφέσεις.

Εφέσεις από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Υπόθ. Αρ. 143/99), ημερ. [*377]11.3.05 και εναντίον του διατάγματος του ιδίου δικαστηρίου ημερ. 17.6.05.

Ο Εφεσείων παρουσιάζεται προσωπικά.

Ρ. Χαραλάμπους για Χρ. Τριανταφυλλίδη, για την Eφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με την έφεση 3/2005 προσβάλλεται η ορθότητα της απόφασης του Προέδρου του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, ημερ. 11.3.2005. Οι λόγοι εφέσεως αφορούν κυρίως στα ευρήματα αξιοπιστίας του πρωτοδίκου δικαστηρίου και ειδικά σε σχέση με ακίνητο του εφεσείοντα στο χωριό Αγία Βαρβάρα και συγκεκριμένα το τεμάχιο 858, Φυλ./Σχ.  XXXIX/22, με αρ. εγγραφής 17026 (το οποίο στη συνέχεια θα αναφέρεται ως η Αγία Βαρβάρα). Αναφορικά με την Αγία Βαρβάρα το πρωτόδικο δικαστήριο, αφού δέχθηκε την εκδοχή της εφεσίβλητης και των μαρτύρων της και απέρριψε εκείνη του εφεσείοντα και των μαρτύρων του, έκρινε ότι η εφεσίβλητη είχε συνεισφέρει στην αγορά της Αγίας Βαρβάρας και στην ανέγερση των κτιρίων σ’ αυτήν, κατά το εν δεύτερο, και κατ’ επέκταση εξέδωσε απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης με την οποία διατασσόταν ο εφεσείων να καταβάλει σ’ αυτήν το ποσόν των £41.000.- πλέον νόμιμο τόκο και έξοδα.

Οι υπόλοιπες αξιώσεις της εφεσίβλητης και η ανταπαίτηση του εφεσείοντα απορρίφθηκαν από το πρωτόδικο δικαστήριο και η έφεση, όπως διευκρινίστηκε και ενώπιόν μας, αφορά μόνο στο ακίνητο της Αγίας Βαρβάρας.

Με την συνεκδικαζόμενη έφεση 9/2005 προσβάλλεται η ορθότητα του διατάγματος του ιδίου δικαστηρίου, ημερ. 17.6.2005, με το οποίο διατάχθηκε η Τράπεζα Κύπρου Λτδ, ως μεσεγγυούχος, όπως από οποιοδήποτε ποσό που είναι πληρωτέο από την Τράπεζα στον εφεσείοντα, πληρώσει στην εφεσίβλητη το ποσό των £41.000.- με τόκο 8% ετησίως από 6.8.99 μέχρις εξοφλήσεως πλέον έξοδα.  Είναι προφανές ότι, σε περίπτωση που επιτύχει η έφεση 3/2005, η έφεση 9/2005 θα ακολουθήσει το αποτέλεσμά της.

Εκτιμούμε ότι το βασικό και ουσιώδες θέμα που εγείρεται στην έφεση 3/2005 είναι εκείνο των ευρημάτων αξιοπιστίας του πρωτο[*378]δίκου δικαστηρίου και συγκεκριμένα των ευρημάτων αξιοπιστίας της μαρτυρίας του εφεσείοντα.  Ο εφεσείων είχε πει στο πρωτόδικο δικαστήριο, στη μαρτυρία του, ότι απέκτησε την Αγία Βαρβάρα  και τα κτίρια σ’ αυτήν, με δικά του χρήματα, μέρος των οποίων μάλιστα έφερε από το εξωτερικό, και με χρήματα που του είχαν δώσει συγγενείς του, ενώ η εφεσίβλητη δεν είχε συνεισφέρει καθόλου στην απόκτησή της, και ότι εν πάση περιπτώσει, η Αγία Βαρβάρα δεν αποτελούσε αύξηση της περιουσίας του.  

Ο εφεσείων κρίθηκε από το πρωτόδικο δικαστήριο ως απόλυτα αναξιόπιστος και η μαρτυρία του απορρίφθηκε εξολοκλήρου.  Οι λόγοι για τους οποίους ο εφεσείων κρίθηκε ως αναξιόπιστος φαίνονται στην απόφαση του ευπαίδευτου πρωτόδικου Δικαστή.  Σημειώνουμε τους εξής λόγους στους οποίους το πρωτόδικο δικαστήριο βασίστηκε, μεταξύ άλλων, για να καταλήξει στα συμπεράσματά του ως προς την αναξιοπιστία της μαρτυρίας του εφεσείοντα:

(α) Λήφθηκε υπόψη ότι ο εφεσείων προχώρησε σε ανέγερση κτιριακών εγκαταστάσεων στην Αγία Βαρβάρα χωρίς πρώτα να εξασφαλίσει πολεοδομική άδεια.  «Όλα τα πιο πάνω θίγουν την αξιοπιστία του», όπως παρατήρησε το πρωτόδικο δικαστήριο (στη σελ. 37 της απόφασης).

(β) Θεώρησε ότι σε κοινό λογαριασμό που είχε ο εφεσείων με τη μητέρα του «θα είχε συμβάλει και η Αιτήτρια στη δημιουργία αυτού του λογαριασμού στην έκταση που ανήκε στον Καθ’ ου η αίτηση, με οποιοδήποτε τρόπο άμεσο ή έμμεσο», χωρίς να εξηγείται πού βασίζεται αυτή η υπόθεση του πρωτόδικου δικαστηρίου (σελ. 37 της απόφασης).

(γ) Το πρωτόδικο δικαστήριο έλαβε υπόψη ότι ο εφεσείων ήταν σε πολλά σημεία οξύθυμος, υπερβολικά υπερόπτης και αλαζών καθώς και αγενής με τη συνήγορο της εφεσίβλητης και σε ορισμένες περιπτώσεις αγενής ακόμα και με το Δικαστήριο. 

(δ) Ακόμα και ο αυταρχικός και εριστικός χαρακτήρας του εφεσείοντα λήφθηκε υπόψη στα πλαίσια της κρίσης της αξιοπιστίας της μαρτυρίας του. 

(ε) Το ότι «νευρίασε» ο εφεσείων επειδή το δικαστήριο του είχε πει ότι δεν μπορούσε συνεχώς να πίνει νερό μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου από πλαστικό μπουκάλι, χωρίς ποτήρι, με το υπεροπτικό ύφος που είχε και χωρίς την άδεια του δικαστηρίου, [*379]κι’ αυτό λήφθηκε υπόψη από το δικαστήριο εις βάρος του εφεσείοντα κατά την αξιολόγηση της αξιοπιστίας της μαρτυρίας του (σελ. 40 της απόφασης).  Το Δικαστήριο παρατήρησε πως το αποτέλεσμα μιας απότομης κίνησης του εφεσείοντα ήταν να χυθεί ένα ποτήρι νερό που είχε μπροστά του ο εφεσείων, στο έδρανο των δικηγόρων. 

(στ) Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής στη σελ. 48 της απόφασης του αναφέρει και άλλο επεισόδιο βίαιης, κατά την εκτίμηση του, συμπεριφοράς του εφεσείοντα, μέσα στα πλαίσια της όλης ανάλυσης της μαρτυρίας του με σκοπό να καταλήξει το Δικαστήριο στο συμπέρασμα αν ο εφεσείων ήταν αξιόπιστος μάρτυρας ή όχι.

(ζ) Ακόμη και καταδίκη του εφεσείοντα σε απείθεια διατάγματος δικαστηρίου να μην εισέρχεται στο συζυγικό οίκο, θεωρήθηκε ως παράγοντας που έπρεπε να ληφθεί υπόψη από το δικαστήριο αναφορικά με την κρίση της αξιοπιστίας της μαρτυρίας του εφεσείοντα. 

Θεωρούμε ότι, ουσιαστικά, όλα όσα αναγράφονται στις σελ. 37 και 39-49 της πρωτόδικης απόφασης, τα οποία σχετίζονται με το χαρακτήρα γενικά και τη συμπεριφορά γενικά του εφεσείοντα, τόσο στο χώρο του δικαστηρίου όσο και έξω απ’ αυτόν, δεν θα έπρεπε να είχαν ληφθεί υπόψη από το πρωτόδικο δικαστήριο σε σχέση με το ζήτημα της αξιοπιστίας της μαρτυρίας του εφεσείοντα ενώπιον του πρωτοδίκου δικαστηρίου. Είναι προφανές, κατά την εκτίμηση μας, ότι ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής καθοδηγήθηκε εσφαλμένα ως προς το ζήτημα της κρίσης της αξιοπιστίας  της μαρτυρίας και την εκδοχής του εφεσείοντα.  Ο χαρακτήρας γενικά και η εν γένει συμπεριφορά του εφεσείοντα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη αναφορικά με την αποτίμηση της διαγωγής των συζύγων σε συνάρτηση με τον κλονισμό του γάμου, όπως παρατηρήθηκε και στην υπόθεση Δ. Ζαχαρίου ν. Α. Ζαχαρίου (1993) 1 Α.Α.Δ. 159, στη σελ. 165, αλλά ήταν σφάλμα να ληφθούν υπόψη σε σχέση με την αξιολόγηση της αξιοπιστίας της μαρτυρίας του.

Η, κατά την εκτίμηση μας, εσφαλμένη καθοδήγηση του πρωτοδίκου δικαστηρίου στο ζήτημα της αξιολόγησης της αξιοπιστίας της μαρτυρίας του εφεσείοντα  και η παρείσφρηση ασχέτων κριτηρίων κατά την αξιολόγηση της αξιοπιστίας της μαρτυρίας του, καθιστούν την αξιολόγηση της αξιοπιστίας της μαρτυρίας του εφεσείοντα ακροσφαλή και κατά συνέπεια θεωρούμε ότι η προκείμενη περίπτωση είναι κατάλληλη περίπτωση στην οποία το Δευτερο[*380]βάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο είναι ορθό και δίκαιο να επέμβει και να παραμερίσει την απόφαση του πρωτοδίκου δικαστηρίου διατάζοντας επανεκδίκαση της υπόθεσης ενώπιον άλλου Δικαστή. 

Εν όψει των προαναφερομένων δεν κρίνουμε σκόπιμο να ασχοληθούμε με τους υπόλοιπους λόγους εφέσεως. 

Και οι δύο προσβληθείσες αποφάσεις, με τις δύο συνεκδικαζόμενες εφέσεις, παραμερίζονται και διατάσσεται η επανεκδίκαση της υπόθεσης που προσβλήθηκε με την Έφεση 3/2005 ενώπιον άλλου Δικαστή, σε σχέση μόνον με την αξίωση της εφεσίβλητης για την Αγία Βαρβάρα.  Το ζήτημα του διατάγματος μεσεγγύησης παραμένει ανοικτό και σχετικό αίτημα μπορεί να επαναυποβληθεί μετά την έκδοση της απόφασης στην προαναφερόμενη αξίωση της εφεσίβλητης, και ανάλογα με το αποτέλεσμα. Ο εφεσείων χειρίστηκε την υπόθεση του αυτοπροσώπως στο Εφετείο και επιδικάζονται υπέρ του όποια πραγματικά έξοδα έχει. Τα  έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας θα είναι έξοδα στην υπόθεση.

Οι δύο προσβληθείσες αποφάσεις, με τις δύο συνεκδικαζόμενες εφέσεις, παραμερίζονται. Εκδίδεται διαταγή επανεκδίκασης της υπόθεσης που προσβλήθηκε με την έφεση 3/2005 ενώπιον άλλου Δικαστή. Επιδικάζονται υπέρ του εφεσείοντος τα πραγματικά του έξοδα. Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας θα είναι έξοδα στην υπόθεση.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο