Παλάζη Ιωάννης ν. Σπύρου Παλάζη, ανηλίκου διά της μητρός και πλησιεστέρας φίλης αυτού Μάρθας Αργυρού (2007) 1 ΑΑΔ 381

(2007) 1 ΑΑΔ 381

[*381]23 Μαρτίου, 2007

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]

ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΛΑΖΗ,

Εφεσείων,

ν.

ΣΠΥΡΟΥ ΠΑΛΑΖΗ, ΑΝΗΛΙΚΟΥ ΔΙΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΣ ΚΑΙ ΠΛΗΣΙΕΣΤΕΡΑΣ ΦΙΛΗΣ ΑΥΤΟΥ ΜΑΡΘΑΣ ΑΡΓΥΡΟΥ,

Εφεσιβλήτου.

(Έφεση Αρ. 17/2005)

 

Οικογενειακό Δικαστήριο ― Διατροφή ― Έφεση εναντίον της απόφασης καθορισμού της παρεχόμενης διατροφής για ανήλικο τέκνο με έναρξη της υποχρέωσης για συνεισφορά στη διατροφή από την ημερομηνία καταχώρησης της σχετικής αίτησης ― Αρχές που εφαρμόζονται.

Έξοδα ― Διατροφή ανήλικου τέκνου ― Διαταγή καταβολής των εξόδων της πρωτόδικης διαδικασίας από τον εφεσείοντα, πατέρα του ανήλικου ― Κατά πόσο το Δικαστήριο άσκησε ορθά τη διακριτική του ευχέρεια.

Με διάταγμα που είχε εκδοθεί από το Οικογενειακό Δικαστήριο Λεμεσού ο εφεσείων διατάχθηκε να καταβάλλει £100.- μηνιαίως από 19/5/2004, ημέρα καταχώρησης της αίτησης διατροφής, ως συνεισφορά του στη διατροφή του ανήλικου εξώγαμου γιου του-εφεσίβλητου, ηλικίας σήμερα σχεδόν 10 χρόνων. Ο εφεσείων είχε αναγνωρίσει τον εξώγαμο γιο του στις 27/7/2000.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στη διαπίστωση ότι για τα απολύτως αναγκαία έξοδα του αιτητή απαιτείτο ποσό £200.- το μήνα στο οποίο καθόρισε τη μηνιαία διατροφή και το οποίο κατένειμε εξ ίσου στους δύο γονείς με αποτέλεσμα και η μητέρα του ανήλικου, η οποία είχε και την επιμέλεια και την φροντίδα του, να πληρώνει και εκείνη £100.- το μήνα.

Με βάση τα δεδομένα της υπόθεσης το Δικαστήριο θεώρησε πως [*382]ο εφεσίβλητος εδικαιούτο μόνο σε ελαττωμένη διατροφή με σκοπό την κάλυψη των απολύτως αναγκαίων για τη διαβίωσή του. Τα δεδομένα αυτά ήταν ότι η μητέρα και ο εφεσίβλητος επιβιώνουν με δημόσιο βοήθημα ύψους £345.60, ότι διαμένουν σε σπίτι στην Κυπερούντα που τους παραχώρησε ο παππούς από τη μητέρα και ότι η μητέρα, αν και νέα γυναίκα, δεν είχε τη δυνατότητα να εργαστεί. Σε σχέση με τον πατέρα-εφεσείοντα το Δικαστήριο έλαβε υπ’ υπόψιν ότι είναι ηλικίας 80 χρόνων, είναι νυμφευμένος και έχει 7 ενήλικα παιδιά από τον γάμο του, παρουσιάζει προβλήματα υγείας και συντηρείται με σύνταξη που ανέρχεται στις £265,61 ενώ η σύζυγός του λαμβάνει άλλη σύνταξη ύψους £150.-

Με την παρούσα έφεση, ο εφεσείων προσβάλλει, ως εσφαλμένα, τα ακόλουθα θέματα:

1.    Τον καθορισμό της ημερομηνίας καταχώρησης της αίτησης ως την ημερομηνία από την οποία πρέπει να αρχίζει η υποχρέωσή του για συνεισφορά στη διατροφή.

2.    Την κρίση του Δικαστηρίου ότι για τα απολύτως αναγκαία έξοδα του εφεσίβλητου απαιτείται ποσό £200.- το μήνα.

3.    Τον καθορισμό της συνεισφοράς του στη διατροφή στις £100.- το μήνα .

4.    Την επιδίκαση των εξόδων της αίτησης διατροφής εις βάρος του.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε ορθά τη διακριτική του ευχέρεια κατά την έκδοση της διαταγής για συνεισφορά του εφεσείοντος στη διατροφή του εφεσίβλητου από την ημερομηνία καταχώρησης της αίτησης, δεδομένου πως ήταν αδιαμφισβήτητο ότι ο εφεσείων δεν είχε συνεισφέρει καθόλου στη διατροφή του γιου του.

2.  Με τα δεδομένα που είχε ενώπιόν του το πρωτόδικο δικαστήριο θα ήταν ορθό να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ποσό £150.- μηνιαίως θα ήταν αρκετό για την κάλυψη των αναγκαίων εξόδων του εφεσίβλητου.

3.  Η διαταγή για καταβολή των εξόδων της πρωτόδικης διαδικασίας από τον εφεσείοντα είναι ορθή και δίκαιη εφόσον αυτός δεν κατέβαλλε εκουσίως οποιοδήποτε ποσό και υποστήριζε ότι δεν θα έπρεπε να εκδοθεί οποιοδήποτε διάταγμα εναντίον του. Λαμβανο[*383]μένου υπόψη του αποτελέσματος της έφεσης είναι ορθό και δίκαιο να επιδικασθεί το ½ των εξόδων υπέρ του εφεσείοντος.

4.  Το διάταγμα του πρωτόδικου δικαστηρίου διαφοροποιείται εν μέρει ώστε ο εφεσείων να διατάσσεται να καταβάλλει στον εφεσίβλητο το ποσό των £75.- μηνιαίως ως συνεισφορά του στη διατροφή, από 19/5/2004.

Η έφεση επιτράπηκε με επιδίκαση του ½ των εξόδων της έφεσης υπέρ του εφεσείοντος και εις βάρος του εφεσίβλητου.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Υπόθ. Αρ. 102/04), ημερ. 27.5.05.

Λ. Χατζηλοΐζου, για τον Εφεσείοντα.

Χ. Χαραλαμπίδης, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.:  Με την έφεση προσβάλλεται  απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λεμεσού με την οποία διατάχθηκε ο εφεσείων να πληρώνει ποσό £100.- μηνιαίως, από την ημερομηνία καταχώρισης της αίτησης, δηλαδή από 19.5.2004, ως συνεισφορά του στη διατροφή του ανήλικου γιού του-εφεσίβλητου, ο οποίος σήμερα είναι ηλικίας σχεδόν 10 χρόνων.

Τα ουσιώδη γεγονότα της υπόθεσης είναι ότι ο εφεσίβλητος είναι εξώγαμο παιδί του εφεσείοντα, αναγνωρίστηκε όμως απ’ αυτόν, στις 27.7.2000, μετά από αίτηση της μητέρας στο Οικογενειακό Δικαστήριο. Αργότερα, στις 19.5.2004, ο ανήλικος εφεσίβλητος, μέσω της μητέρας του, καταχώρισε αίτηση διατροφής εναντίον του πατέρα του σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990 (Ν. 216/90).  Ο πατέρας δεν συνεισέφερε οτιδήποτε στη διατροφή του γιού του, καθ’ οιονδήποτε χρόνο.  Ο γιός διαμένει με τη μητέρα του στην Κυπερούντα σε κατοικία που τους παραχώρησε ο παππούς από τη μητέρα.  Μητέρα και γιός επιβιώνουν με δημόσιο βοήθημα ύψους £345.60.  Η μητέρα , η οποία είναι νέα γυναίκα, δεν έχει τη δυνατότητα  εργασίας στο χω[*384]ριό που διαμένει ή στα γύρω χωριά και η μετάβαση της στη Λεμεσό για εργασία είναι πολύ δύσκολη ένεκα του ότι δεν διαθέτει αυτοκίνητο και θα ήταν πολύ δύσκολο να μεταβαίνει στην πόλη με λεωφορείο, να εργάζεται εκεί και να επιστρέφει το απόγευμα, ένεκα του ότι έχει την αποκλειστική φύλαξη και φροντίδα του ανήλικου γιού της.  Ο πατέρας-εφεσείων, ηλικίας σήμερα σχεδόν 80 χρόνων, είναι νυμφευμένος και έχει 7 ενήλικα παιδιά από τον γάμο του.  Παρουσιάζει προβλήματα υγείας και συντηρείται με σύνταξη που ανέρχεται στις £265.61 ενώ η σύζυγος του λαμβάνει άλλη σύνταξη ύψους £150.-.

 Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής έκρινε πως, υπό τις θλιβερές περιστάσεις της υπόθεσης αυτής, δεν είχε ιδιαίτερη σημασία ο ακριβής προσδιορισμός των αναγκών του εφεσίβλητου εφόσον έτσι και αλλιώς οι γονείς του δεν είναι σε θέση να ικανοποιήσουν πλήρως τις ανάγκες του. Με αυτά τα δεδομένα θεώρησε ότι ο εφεσίβλητος εδικαιούτο μόνο σε ελαττωμένη διατροφή με σκοπό την κάλυψη των απολύτως αναγκαίων για τη διαβίωση του. Το δικαστήριο έκρινε επίσης ότι η μαρτυρία των γονέων του εφεσίβλητου δεν ήταν αξιόπιστη, εφόσον και οι δύο είχαν προσφύγει στην υπερβολή ή το ψεύδος.  

Με κοινή δήλωση των ευπαιδεύτων συνηγόρων των διαδίκων έγινε δεκτό ενώπιον του πρωτοδίκου δικαστηρίου ότι για κάλυψη των μηνιαίων εξόδων του εφεσίβλητου για «μπακάλη» ήταν απαραίτητο το ποσό των £50.-  Το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε επίσης ότι ποσό £150.- το χρόνο για ένδυση και υπόδηση του εφεσίβλητου και £1.- την ημέρα για το σχολείο, τα οποία είχε αναφέρει στη μαρτυρία της η μητέρα του εφεσίβλητου, ήταν επίσης απολύτως αναγκαία για τη διαβίωσή του.  Απολύτως αναγκαία, κατά την κρίση του πρωτοδίκου δικαστηρίου, ήταν και μια υποτυπώδης έστω αναψυχή του εφεσίβλητου στην οποία συμπεριλαμβάνονταν επισκέψεις στον κινηματογράφο της κοινότητας, συμμετοχή του σε σχολικές εκδρομές και σε γενέθλια συμμαθητών του. Χρησιμοποιώντας ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής την κοινή λογική και την πείρα της ζωής, όπως ανέφερε, κατέληξε στην εξαγωγή «βέβαιου συμπεράσματος ότι για τα απολύτως αναγκαία έξοδα του Αιτητή απαιτούνται £200.- το μήνα».

Στη συνέχεια το πρωτόδικο δικαστήριο ανέφερε ότι το ποσό των £200.- μηνιαίως θα πρέπει να κατανεμηθεί στους δύο γονείς, ανάλογα με τις δυνάμεις τους. Στην προκείμενη περίπτωση θεώρησε ορθό να λάβει υπόψη του το δημόσιο βοήθημα που εισπράττει η μητέρα και τη σύνταξη που εισπράττει ο πατέρας, αντίστοιχα. Ακόμα έλαβε υπόψη του και το γεγονός ότι η μητέρα είναι ο μόνος γονέας [*385]που έχει την επιμέλεια του εφεσίβλητου.  Υπογράμμισε πως αν και η αποτίμηση της επιμέλειας και της φροντίδας αυτής, σε χρήμα, δεν είναι εύκολη εντούτοις δεν παύει από του να έχει κάποιο κόστος, στοιχείο που δικαιολογεί υπολογισμό στη συνεισφορά της μητέρας η οποία συνδέεται με την ανατροφή του εφεσίβλητου.

Με τις προαναφερόμενες σκέψεις και συλλογισμό το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε πως η συνεισφορά του εφεσείοντα θα έπρεπε να καθοριστεί στο ένα δεύτερο, δηλαδή στις £100.- το μήνα.   Συνακόλουθα εξέδωσε διάταγμα με το οποίο διέταξε τον εφεσείοντα να πληρώνει £100.- το μήνα ως συνεισφορά του στη διατροφή του εφεσίβλητου, από 19.5.2004, ημερομηνία καταχώρισης της αίτησης διατροφής. Συμπληρωματικά παρατήρησε, το πρωτόδικο δικαστήριο, πως εάν δεν είναι αρκετά τα χρήματα που παραμένουν διαθέσιμα για τη διατροφή του ίδιου του εφεσείοντα αυτός θα έχει δικαίωμα να προβεί σε διάβημα εναντίον των επτά ενήλικων παιδιών του στα οποία μεταβίβασε όλη του την περιουσία, σύμφωνα με το άρθρο 34 του Ν. 216/90

Με την έφεση του ο εφεσείων προσβάλλει ως λανθασμένο και αυθαίρετο τον καθορισμό της ημερομηνίας καταχώρισης της αίτησης ως ημερομηνίας από την οποία θα πρέπει να αρχίζει, αναδρομικά, η υποχρέωση του εφεσείοντα για συνεισφορά στη διατροφή του γιού του. Προσβάλλεται επίσης ως αυθαίρετη και αντικανονική η απόφαση του πρωτοδίκου δικαστηρίου να κρίνει ότι για τα απολύτως αναγκαία έξοδα του εφεσίβλητου απαιτείται το ποσό των £200.- το μήνα. Προσβάλλεται ακόμα και το εύρημα ότι η μαρτυρία του εφεσείοντα ήταν αναξιόπιστη.  Λανθασμένη και αυθαίρετη ήταν, κατά τον εφεσείοντα, και η απόφαση ότι η συνεισφορά που αναλογεί στον εφεσείοντα θα έπρεπε να καθοριστεί στις £100.- το μήνα. Ο πέμπτος λόγος έφεσης αφορά στον αποκλεισμό του εφεσίβλητου από την περιουσία του εφεσείοντα αλλά θεωρούμε πως αυτός ο λόγος έφεσης είναι άσχετος με τα επίδικα θέματα.  Με τον έκτο λόγο έφεσης προσβάλλεται ως λανθασμένος και αυθαίρετος ο επιδικασμός των εξόδων της αίτησης διατροφής εις βάρος του εφεσείοντα. 

Κατ’ αρχήν παρατηρούμε πως τα ευρήματα αξιοπιστίας του πρωτοδίκου δικαστηρίου ήταν εύλογα και ότι δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος για την ανατροπή τους. Επίσης παρατηρούμε πως ήταν εντός της διακριτικής ευχέρειας του πρωτοδίκου δικαστηρίου να διατάξει τον εφεσείοντα να καταβάλλει συνεισφορά στη διατροφή του εφεσίβλητου από την ημερομηνία καταχώρισης της αίτησης και κρίνουμε πως ήταν σωστό να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια, το πρωτόδικο δικαστήριο, κατά τον τρόπο που την [*386]άσκησε δεδομένου πως ήταν αδιαμφισβήτητο ότι ο εφεσείων δεν είχε συνεισφέρει καθόλου στη διατροφή του γιού του.  Αναφορικά με την απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι τα απολύτως αναγκαία έξοδα του εφεσίβλητου ανέρχονταν στις £200.- το μήνα και ότι ο εφεσείων θα έπρεπε να καταβάλλει τις £100.- από τις £200.- παρατηρούμε τα εξής:

Ενώπιον του δικαστηρίου υπήρχε η κοινή δήλωση ότι για τον «μπακάλη» του εφεσίβλητου απαιτείτο ποσό £50.- μηνιαίως.  Υπήρχε ακόμη μαρτυρία, την οποία δέχθηκε το δικαστήριο, ότι για την ένδυση και υπόδηση του χρειαζόταν ποσό £150.- το χρόνο και για το σχολείο £1.- την ημέρα και επίσης ότι ο εφεσίβλητος χρειάζεται και κάποια χρήματα για την αναψυχή του.  Κατά την κρίση μας με τα δεδομένα που είχε ενώπιον του το πρωτόδικο δικαστήριο θα ήταν ορθό να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ποσό £150.- μηνιαίως θα ήταν αρκετό για την κάλυψη των αναγκαίων εξόδων του εφεσίβλητου. Καταλήξαμε σ’ αυτό το συμπέρασμα χωρίς να προβούμε σε συγκεκριμένη αριθμητική πράξη και λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερα δύσκολες οικονομικές περιστάσεις των εμπλεκομένων μερών.

Σε σχέση με τη συνεισφορά εξ ενός δευτέρου, των δύο γονέων, στη διατροφή του ανήλικου γιού τους θεωρούμε ότι υπό τις περιστάσεις αυτό το σκέλος της απόφασης, είναι ορθό και δίκαιο.  

Όσον αφορά τα έξοδα κρίνουμε πως είναι ορθό και δίκαιο να παραμείνει η απόφαση του πρωτοδίκου δικαστηρίου, με την οποία επιδικάστηκαν τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας εις βάρος του εφεσείοντα, εφόσον αυτός δεν κατέβαλλε εκουσίως οποιοδήποτε ποσό και υποστήριζε ότι δεν θα έπρεπε να εκδοθεί οποιοδήποτε διάταγμα εναντίον του.  Λαμβανομένου υπόψη του αποτελέσματος της έφεσης θεωρούμε ορθό και δίκαιο να επιδικάσουμε το ½ των εξόδων υπέρ του εφεσείοντα. 

Κατά συνέπεια το διάταγμα του πρωτοδίκου δικαστηρίου διαφοροποιείται εν μέρει ώστε ο εφεσείων να διατάσσεται να καταβάλλει στον εφεσίβλητο το ποσό των £75.- μηνιαίως ως συνεισφορά του στη διατροφή του, από 19.5.2004.  Ο επιδικασμός των εξόδων της πρωτόδικης διαδικασίας εις βάρος του εφεσείοντα παραμένει ως έχει.  Το ½ των εξόδων του εφεσείοντα, στην έφεση, επιδικάζεται υπέρ του και εις βάρος του εφεσίβλητου.

Η έφεση επιτρέπεται με επιδίκαση του ½ των εξόδων της έφεσης υπέρ του εφεσείοντος και εις βάρος του εφεσίβλητου.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο