Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Νίκου Νικολάου (2007) 1 ΑΑΔ 1056

(2007) 1 ΑΑΔ 1056

[*1056]11 Σεπτεμβρίου, 2007

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΓΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΤΜΗΜΑ ΑΝΑΠΤΥΞΕΩΣ ΥΔΑΤΩΝ,

Εφεσείοντες - Καθ’ ων η αίτηση,

ν.

ΝΙΚΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ,

Εφεσιβλήτου - Αιτητή.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 295/2005)

 

Εργοδότης και εργοδοτούμενος ― Επίδομα περιοδείας ― Κατά πόσο εργοδοτούμενος στο Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων, ο οποίος ανήκε στο ωρομίσθιο προσωπικό, εδικαιούτο να λαμβάνει επίδομα περιοδείας ― Κανονισμός 51 των Κανονισμών Όρων Απασχόλησης Ωρομίσθιου Κυβερνητικού Προσωπικού ― Καθορισμός κριτηρίων.

Ο εφεσίβλητος – αιτητής εργοδοτείται στο Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων ως Νεροφόρος από το 1993 και ανήκει στο ωρομίσθιο προσωπικό. Οι εφεσείοντες τού απέκοψαν το επίδομα περιοδείας στη βάση του Κανονισμού 51 των Κανονισμών Όρων Απασχόλησης Ωρομίσθιου Κυβερνητικού Προσωπικού, αφού έκριναν ότι δεν το εδικαιούτο.

Ο εφεσίβλητος διεκδίκησε το εν λόγω επίδομα με αίτηση και κρίθηκε πρωτόδικα ότι η περίπτωσή του καλυπτόταν από τον Κανονισμό 51 και πως, στη βάση του, αυτός εδικαιούτο στο επίδομα. Με την έφεση επαναφέρονται ζητήματα αναφερόμενα από τη μια στο πρόωρο της αίτησης λόγω της ισχυριζόμενης μη συμπλήρωσης εσωτερικής διαδικασίας που θα αναδείκνυε εργατική διαφορά και, από την άλλη, στο εκπρόθεσμο της αίτησης.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά κατέληξε πως δεν υπήρχε οποιοδήποτε πρόβλημα σε σχέση με την επίλυση της ουσίας της διαφοράς.

[*1057]2.    Η πρωτόδικη απόφαση όμως δεν είναι ορθή επί της ουσίας. Το Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε πως το ταξίδι των 20 χιλιομέτρων το οποίο ο εφεσίβλητος ήταν υποχρεωμένος να διανύει καθημερινά από το σπίτι του στα Γραφεία του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων με όχημα της υπηρεσίας ήταν, καθ’ εαυτό, συναρτημένο προς τη φύση της εργασίας του, προϋπόθεση που έπρεπε να ικανοποιηθεί για να δικαιούται να λαμβάνει επίδομα περιοδείας σύμφωνα με τον σχετικό Κανονισμό. Η ένταξη, λοιπόν, στον Κανονισμό και της περίπτωσης του εφεσίβλητου και με αναφορά σ’ αυτό το ταξίδι, το οποίο κατά τον εφεσίβλητο, θα ήταν αρκετό, είναι λανθασμένη και για τον ακόλουθο πρόσθετο λόγο: Το ταξίδι, στην έννοια του Κανονισμού, πρέπει να γίνεται «για περίοδο τουλάχιστον οκτώ (8) μηνών το χρόνο». Τέτοιο ταξίδι, όμως, ανάλογα με το πού διαμένει ο κάθε ένας, εκ των πραγμάτων είναι καθημερινό όλο το χρόνο και ασφαλώς δεν είναι προς τέτοια κατεύθυνση που οδηγεί ο Κανονισμός όταν συναρτά το ταξίδι και τη διάρκειά του προς τη φύση της εργασίας.

3.  Το ταξίδι πρέπει να είναι μακρινό, με σημείο έναρξης το μόνιμο τόπο διαμονής αλλά, κατά ορθή ερμηνεία του Κανονισμού, σε συσχετισμό προς τον πράγματι, εκ των προτέρων προσδιορισμένο τόπο της εργασίας, άλλο από τον σταθερό, εκείνο δηλαδή των Γραφείων.

Η έφεση επιτράπηκε με £700 έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών Λ/σίας (Αίτ. Αρ. 398/02), ημερομ. 8.9.05.

Α. Χριστοφόρου, για τους Εφεσείοντες.

Μ. Ηλία, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Κωνσταντινίδης.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσίβλητος ανήκει στο ωρομίσθιο προσωπικό του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων. Από το 1985 ως Κτίστης, σε διάφορα έργα μέσα στην Επαρχία Λεμεσού. Και από [*1058]το 1993 ως Νεροφόρος σε διαφορετική μισθολογική κλίμακα. Το 1999, όταν έφθασε στην κορυφή της κλίμακας της θέσης του, οι εφεσείοντες διαπίστωσαν λάθος. Ό,τι νόμιζαν ότι του καταβαλλόταν ως εντασσόμενο στις ετήσιες προσαυξήσεις, στην πραγματικότητα ήταν επίδομα περιοδείας. Το οποίο, όμως, στη βάση του Κανονισμού 51 των Κανονισμών Όρων Απασχόλησης Ωρομίσθιου Κυβερνητικού Προσωπικού που ρυθμίζει το θέμα, ενόψει της φύσης της εργασίας του και των άλλων σχετικών παραμέτρων, δεν εδικαιούτο. Του το απέκοψαν, λοιπόν, και σ’ αυτό αφορούσε η διεκδίκησή του.

Πρωτόδικα, αφού απορρίφθηκαν και διάφορες ενστάσεις του εφεσείοντα, κρίθηκε πως η περίπτωση καλυπτόταν από τον Κανονισμό 51 και πως, στη βάση του, ο εφεσίβλητος εδικαιούτο στο επίδομα. Με την έφεση επαναφέρονται ζητήματα αναφερόμενα από τη μια στο πρόωρο της αίτησης, ως εκ της κατ’ ισχυρισμό μη συμπλήρωσης εσωτερικής διαδικασίας που θα αναδείκνυε εργατική διαφορά και, από την άλλη, στο εκπρόθεσμο της αίτησης. Ως προς το δεύτερο, με το περίγραμμα της αγόρευσής του ο εφεσείων αναγνώρισε, με αναφορά στην εξέλιξη των νομοθετικών δεδομένων, πως εύκολα μπορούσε να υποστηριχτεί πως δεν ετίθετο πλέον θέμα παραγραφής που να καλύπτει την περίπτωση. Το πρωτόδικο δικαστήριο δεν είδε οποιασδήποτε μορφής πρόβλημα στην επίλυση της ουσίας της διαφοράς και δεν έχουμε ικανοποιηθεί πως έσφαλε επ’ αυτού. Έχουμε καταλήξει όμως πως η απόφασή του επί της ουσίας είναι λανθασμένη και θα επικεντρωθούμε σ’ αυτό.

Παραθέτουμε πρώτα τις παραγράφους (α) και (β) του Κανονισμού 51 που, όπως ορθά συμφωνούν και οι δυο πλευρές, διέπουν την περίπτωση:

«51. ΕΠΙΔΟΜΑ ΠΕΡΙΟΔΕΙΑΣ

(α)   Μέσα στα πλαίσια της ταξινόμησης, έχει συμφωνηθεί όπως παρέχεται ωρομίσθιο ψηλότερο κατά 10% από το κανονικό στους τακτικούς/εβδομαδιαίους ωρομισθίους, οι οποίοι λόγω της φύσεως της εργασίας τους υποχρεώνονται να ταξιδεύουν μακριά από το μόνιμο τόπο διαμονής τους μέσα στην επαρχία τους για περίοδο τουλάχιστον οκτώ (8) μηνών το χρόνο. Το ωρομίσθιο αυξάνεται κατά 12% όταν οι εν λόγω ωρομίσθιοι υποχρεώνονται να ταξιδεύουν και σ’ οποιαδήποτε άλλη επαρχία (παγκύπρια).

     Νοείται ότι η ταξινόμηση ωρομισθίου στους περιοδεύοντες γίνεται αυτεπάγγελτα (χωρίς αίτηση του ωρομισθίου), από [*1059]το οικείο τμήμα, όταν ο ωρομίσθιος συγκεντρώνει τις παραπάνω προϋποθέσεις.

(β)   Και στις δύο περιπτώσεις της παραγρ. (α) πιο πάνω, το ωρομίσθιο επανέρχεται στο κανονικό όταν οι ωρομίσθιοι σταματούν να περιοδεύουν.».

Όπως σημειώνει το πρωτόδικο δικαστήριο, ο εφεσίβλητος, ως Κτίστης, δεν είχε σταθερό τόπο εργασίας. Ως Νεροφόρος, όμως, κάθε πρωί παρουσιαζόταν στα γραφεία του Υδατικού Έργου όπου, όπως επεξηγείται περαιτέρω στην πρωτόδικη απόφαση κατά τη σύνοψη της μαρτυρίας του ίδιου του εφεσίβλητου, ο ίδιος και οι συνάδελφοί του ασχολούνται με διάφορες γραφειακές εργασίες για να «βγαίνουν εκτός γραφείου στο υπόλοιπο έργο, όπου επιθεωρούν και επιλαμβάνονται οποιουδήποτε προβλήματος ήθελε παρουσιαστεί σχετικά με τη καλή λειτουργία του έργου, ανοίγουν και κλείνουν την παροχή νερού και ελέγχουν τις φυτείες ώστε να παρέχεται η ανάλογη ποσότητα νερού». Γι’ αυτή τη διακίνηση, εντός του έργου, ο εφεσίβλητος  χρησιμοποιούσε όχημα της υπηρεσίας όπως και για 6 μήνες το χρόνο, από τον τόπο διαμονής του στη Μέσα Γειτονιά Λεμεσού μέχρι τα Γραφεία.

Το πρωτόδικο δικαστήριο, αφού έκρινε πως το ρήμα «ταξιδεύω» και το ρήμα «περιοδεύω» που συνυπάρχουν στον Κανονισμό 51 εννοιολογικά δεν ταυτίζονται, κατέληξε ως ακολούθως:

«Ερμηνεύοντας επομένως την πιο πάνω διάταξη πιστεύουμε ότι επίδομα περιοδείας δικαιούνται οι ωρομίσθιοι που λόγω της φύσεως της εργασίας τους είναι υποχρεωμένοι να ταξιδεύουν μακριά από τον μόνιμο τόπο διαμονής τους και/ή να περιοδεύουν, δηλαδή να επισκέπτονται διαδοχικά διάφορους τόπους εντός ή εκτός της επαρχίας τους με σκοπό την εκτέλεση των καθηκόντων τους, για περίοδο τουλάχιστον οκτώ μήνες το χρόνο.

Από τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης, που εκθέσαμε πιο πάνω, φαίνεται ότι ο Αιτητής ως Νεροφόρος/Επιτηρητής Φραγμάτων είναι υποχρεωμένος όπως επί καθημερινής βάσεως ταξιδεύει από τον τόπο διαμονής του στο τόπο εργασίας του, που είναι το υδατικό έργο του Νότιου Αγωγού – Αρδευτικά Δίκτυα Ακρωτηρίου στο χωριό Επισκοπή της Λεμεσού. Ο τόπος διαμονής από τον τόπο εργασίας του απέχει 20 χιλιόμετρα. Ο Αιτητής, όπως και οι υπόλοιποι Νεροφόροι, παρουσιάζεται κάθε πρωί στις 7:00 π.μ. σε συγκεκριμένο τόπο όπου βρίσκονται τα γραφεία των Νεροφόρων και ακολούθως ανά πάσα στιγμή, [*1060]είναι υποχρεωμένος με σκοπό την εκτέλεση της εργασίας του να διακινείται συνεχώς σε διάφορους τόπους εντός του έργου, με μηχανοκίνητο όχημα που του παρέχει η υπηρεσία.

Συσχετίζοντας τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης με τις προϋποθέσεις που τάσσει ο Κανονισμός, για την παροχή του επιδόματος περιοδείας σε ωρομίσθιο προσωπικό, δεν βρίσκουμε λόγο γιατί ο Αιτητής να μην εμπίπτει στην έννοια του περιοδεύοντος προσωπικού. Αντίθετα βρίσκουμε ότι πληροί όλες τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για εξασφάλιση του εν λόγω επιδόματος, αφού λόγω της φύσης της εργασίας του είναι υποχρεωμένος να διανύει αρκετά χιλιόμετρα για να μεταβεί στο τόπο εργασίας του, όπως επίσης είναι υποχρεωμένος επί καθημερινής βάσεως να διακινείται σε διάφορους τόπους εντός του έργου με απώτερο σκοπό την εκτέλεση των καθηκόντων του.

Το γεγονός ότι ο Αιτητής μετέβαινε στο τόπο εργασίας του με όχημα της υπηρεσίας αποτελεί εξωγενή παράγοντα που δεν μπορεί να αναιρέσει τις προϋποθέσεις που τάσσει ο Κανονισμός. Είμεθα της γνώμης ότι το επίδομα περιοδείας παρέχεται στον ωρομίσθιο όχι προς κάλυψη οδοιπορικών εξόδων, για τα οποία γίνεται ειδική μνεία στον Κανονισμό 59, αλλά ως μια μορφή αποζημίωσης για την ταλαιπωρία στην οποία είναι υποχρεωμένος να υποβάλλεται.

Κανένας λόγος δεν υποστηρίχθηκε ενώπιον μας που να δικαιολογεί την αποκοπή από τον Αιτητή του επιδόματος περιοδείας το οποίο λάμβανε από το 1986 μέχρι τις 30.4.1999 χωρίς μάλιστα να προκύψει οποιαδήποτε αλλαγή τόσο στα καθήκοντα του όσο και στο τόπο παροχής της εργασίας του.»

Επισημαίνουμε τη φράση κλειδί στην οποία δεν προσδόθηκε η οφειλόμενη σημασία. Ο Κανονισμός παρέχει το επίδομα σε εκείνους «οι οποίοι λόγω της φύσεως της εργασίας τους υποχρεώνονται να ταξιδεύουν μακριά από το μόνιμο τόπο διαμονής τους». Εδώ το 20 χιλιομέτρων ταξίδι του εφεσίβλητου από το σπίτι του στα Γραφεία δεν ήταν, καθ’ εαυτό, συναρτημένο προς τη φύση της εργασίας του. Η μετάβασή του από το σπίτι του στα Γραφεία κάθε πρωί όπως ήταν υποχρεωμένος, δεν τον διαφοροποιούσε από οποιοδήποτε άλλο υπάλληλο, όποια και αν ήταν τα καθήκοντα του καθενός, που όφειλε να παρουσιάζεται, οπουδήποτε και να διέμενε, κοντά ή μακριά. Η ένταξη, λοιπόν, στον Κανονισμό και της περίπτωσης του εφεσίβλητου και με αναφορά σ’ αυτό το ταξίδι, το οποίο, κατά τον εφεσίβλητο, θα ήταν αρκετό, είναι λανθασμένη.  [*1061]Και για ένα πρόσθετο λόγο. Το ταξίδι, στην έννοια του Κανονισμού, πρέπει να γίνεται «για περίοδο τουλάχιστον οκτώ (8) μηνών το χρόνο». Τέτοιο ταξίδι, όμως, ανάλογα με το πού διαμένει ο κάθε ένας, εκ των πραγμάτων είναι καθημερινό όλο το χρόνο και ασφαλώς  δεν είναι προς τέτοια κατεύθυνση που οδηγεί ο Κανονισμός όταν συναρτά το ταξίδι και τη διάρκειά του προς τη φύση της εργασίας.

Το ταξίδι πρέπει να είναι μακρινό, με σημείο έναρξης το μόνιμο τόπο διαμονής αλλά, κατά την ορθή ερμηνεία του Κανονισμού, σε συσχετισμό προς τον πράγματι, εκ των προτέρων προσδιορισμένο τόπο της εργασίας, άλλο από τον σταθερό, εκείνο δηλαδή των Γραφείων. Όπως όταν ο εφεσίβλητος ήταν Κτίστης. Δεν μπορεί, δηλαδή, να θεωρηθεί ότι το ταξίδι από τα Γραφεία προς άλλους τόπους μέσα στο Υδατικό Έργο, όποτε και για όσο χρόνο της ημέρας αυτό χρειαζόταν, που ήταν και άγνωστης απόστασης από αυτά αλλά και από τον τόπο της μόνιμης διαμονής του εφεσίβλητου, να καλύπτεται από τον Κανονισμό. Αυτό δεν είναι ταξίδι από το μόνιμο τόπο διαμονής στον τόπο της εργασίας.

Η έφεση επιτυγχάνει με £700 έξοδα. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και η αξίωση απορρίπτεται.

Η έφεση επιτρέπεται με £700 έξοδα.

 

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο