Cyllenius Holdings Ltd και Άλλοι (Αρ. 1) (2007) 1 ΑΑΔ 1097

(2007) 1 ΑΑΔ 1097

[*1097]21 Σεπτεμβρίου, 2007

[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ  ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ 1) CYLLENIUS HOLDINGS LTD, 2) TRANSBUNKER MANAGEMENT LTD,

3) SERGEY PUGACHEV, 4) IOSSIF SANDLER,

5) IGOR SIDOROV (ΑΡ. 1),

 ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ  CERTIORARI ΚΑΙ PROHIBITION,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗΣ ΑΜΟΙΒΗΣ ΤΟΥ ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 12/7/06, ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ  59/2005 ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΚΑΘΟΡΙΣΤΗΚΕ ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΑΜΟΙΒΗ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΑΙΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ

ΑΝΔΡΕΑ ΝΕΟΚΛΕΟΥΣ & ΣΙΑ,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ, ΑΡΘΡΑ 28  ΚΑΙ 30 ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 6, 14 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΟ ΑΡΘΡΟ 24 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΝΟΜΟΥ ΚΕΦ.2 ΚΑΙ ΚΑΝ.14 ΚΑΙ 16Α ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΕΛΑΧΙΣΤΩΝ ΟΡΙΩΝ ΑΜΟΙΒΗΣ ΤΩΝ ΑΣΚΟΥΝΤΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΙΑΝ (ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑΚΑΙ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ) ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ 1985 - 1999.

(Αίτηση Αρ. 64/2006)

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Διαδικασία ― Υπόκειται στους δικονομικούς κανόνες που διέπουν την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων στην Αγγλία, που είναι η Διαταγή 53, Θεσμοί 1 -14 των Αγγλικών Θεσμών του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Rules of the Supreme Court of England) ― Ανάγκη για αυστηρή συμμόρφωση προς τους τύπους [*1098]που προβλέπονται από τους Θεσμούς ― Παράλειψη συμμόρφωσης αποτελεί παράλειψη ουσίας και δεν μπορεί να θεραπευθεί.

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση για άδεια ― Παράλειψη επισύναψης της έκθεσης γεγονότων στην αίτηση για άδεια ― Κατά πόσο το Δικαστήριο είχε τη δυνατότητα να εξετάσει θέμα παρατυπίας της μονομερούς αίτησης για άδεια στο στάδιο της διαδικασίας της αίτησης δια κλήσεως για έκδοση του αιτούμενου προνομιακού εντάλματος.

Η παρούσα αίτηση στοχεύει στην έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari για ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής Καθορισμού Δικηγορικής Αμοιβής, (Ε.Κ.Δ.Α), του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου (Π.Δ.Σ) ημερομηνίας 12.7.2006, την οποία εξασφάλισαν οι καθ’ ων η αίτηση στην παρούσα διαδικασία.

Τόσο οι καθ’ ων η αίτηση όσο και ο Π.Δ.Σ. ζήτησαν την απόρριψη της αίτησης υποστηρίζοντας ότι η μονομερής αίτηση, στη βάση της οποίας παραχωρήθηκε η άδεια για καταχώρηση της παρούσας αίτησης δια κλήσεως, ήταν παράτυπη. Η άδεια δόθηκε, ισχυρίζονται, παρά την έλλειψη συμμόρφωσης της μονομερούς αίτησης με τους δικονομικούς θεσμούς που διέπουν το ζήτημα της παραχώρησης άδειας για καταχώρηση αίτησης δια κλήσεως. Συγκεκριμένα παρέλειψαν οι αιτητές να επισυνάψουν την έκθεση γεγονότων στην μονομερή αίτηση.

Ο συνήγορος των αιτητών υποστήριξε πως η προαναφερθείσα παράλειψη δεν αποτελεί θεμελιακό πρόβλημα, το οποίο επηρεάζει την αίτηση δια κλήσεως. Η άδεια παραχωρήθηκε από το Δικαστήριο, το οποίο δεν μπορεί τώρα να ενεργήσει ως Εφετείο στα όσα το ίδιο αποφάσισε.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, με εκτενή αναφορά στη σχετική νομολογία, η οποία περιλαμβάνει τόσο τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται σε αιτήσεις για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων όσο και την ανάγκη για αυστηρή προσήλωση με τα προαπαιτούμενα για έγερση της διαδικασίας αυτής, απέρριψε την αίτηση και αποφάνθηκε ότι:

1.           Η μονομερής αίτηση ήταν παράτυπη εφόσον δεν ήταν σύμφωνη με τα προβλεπόμενα από τους Αγγλικούς Κανονισμούς που ακολουθούνται στην Κύπρο και σύμφωνα με την Κυπριακή νομολογία. Η επισύναψη της έκθεσης γεγονότων αποτελούσε απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία της αίτησης.

2.  Υπήρχε, σ’ αυτό το στάδιο, η δυνατότητα έγερσης θέματος παρα[*1099]τυπίας της μονομερούς αίτησης με τη χρήση της διαδικασίας της Δ.53, θ.(13)(2) με στόχο τον παραμερισμό ή ακύρωση του διατάγματος με το οποίο έχει χορηγηθεί η άδεια.

Η αίτηση απορρίφθηκε με έξοδα εναντίον των αιτητών.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Γεωργιάδης (Αρ.2) (2002) 1 Α.Α.Δ. 1428,

Umber Industrial Co. Ltd. (1990) 1 A.A.Δ. 731,

Angeo & Co Ltd (Αρ.1) (1992) 1 Α.Α.Δ. 374,

Γιάγκου (Αρ.1) (1998) 1 Α.Α.Δ. 1265,

Κυπριακό Διυλιστήριο Πετρελαίου Λτδ (Αρ.2) (2004) 1 Α.Α.Δ. 1358.

Αίτηση.

Κ. Μελάς, για τους Αιτητές.

Αλ. Μαρκίδης, για τους Καθ’ ων η αίτηση.

Αντ. Ανδρέου, για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο.

Cur. adv. vult.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:  Με την παρούσα αίτηση, οι αιτητές ζητούν την έκδοση εντάλματος Certiorari, για ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής Καθορισμού Δικηγορικής Αμοιβής, («Ε.Κ.Δ.Α.»), του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, («Π.Δ.Σ.»), ημερομηνίας 12/7/2006. Ζητούν, επίσης, όπως οποιοδήποτε διαδικαστικό μέτρο βασίζεται στην πιο πάνω απόφαση ανασταλεί μέχρι τέλους της διαδικασίας στο Ανώτατο Δικαστήριο.

Η άδεια για καταχώριση της παρούσας αίτησης, δόθηκε στις 19/9/2006, στην Αίτηση Αρ. 63/2006, όπου οι αιτητές ζητούσαν:-

(α)   Άδεια του Δικαστηρίου για την καταχώριση αίτησης με κλήση, για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, για ακύρωση της απόφασης της Ε.Κ.Δ.Α., με την οποία καθορίστηκε εξωδικαστηριακή δικηγορική αμοιβή εναντίον τους [*1100]και υπέρ των καθ’ ων η αίτηση Ανδρέα Νεοκλέους & Σία·

     και

(β)   Διάταγμα όπως οποιοδήποτε διαδικαστικό μέτρο, που βασίζεται στην πιο πάνω απόφαση, ανασταλεί, μέχρι την αποπεράτωση της διαδικασίας στο Ανώτατο Δικαστήριο.

Οι λόγοι, για τους οποίους επιδιώκονταν οι πιο πάνω θεραπείες, ήταν γιατί, με την απόφαση της Ε.Κ.Δ.Α., οι αιτητές στερήθηκαν του δικαιώματος πρόσβασης στο Δικαστήριο - (Άρθρο 30 του Συντάγματος) - και έτυχαν άνισης μεταχείρισης και μη δίκαιης δίκης. Ενώ, ισχυρίζονται, για τον υπολογισμό αμοιβής άλλων υπηρεσιών που προσφέρονται, αρμόδια να αποφασίσουν είναι τα επαρχιακά δικαστήρια, στην περίπτωση της δικηγορικής αμοιβής, ο καθορισμός της γίνεται από δικηγόρους, οι οποίοι διορίζονται από το Συμβούλιο του Π.Δ.Σ., χωρίς ο περί Δικηγόρων Νόμος, ΚΕΦ. 2, να του δίδει τέτοια εξουσία.

Τα γεγονότα που υποστήριζαν τη μονομερή αίτηση για παραχώρηση άδειας δόθηκαν με ένορκο δήλωση του Α. Προδρόμου, Εκτελεστικού Διευθυντή των αιτητών αρ. 2, υπεύθυνου των γραφείων όλων των αιτητών και εξουσιοδοτημένου για τα όσα αυτός ανέφερε. Δικηγόροι των αιτητών ήταν, μέχρι τα μέσα του 2005, οι καθ’ ων η αίτηση. Με τη διακοπή της σχέσης πελάτη - δικηγόρου, οι τελευταίοι απέστειλαν στους αιτητές κατάσταση λογαριασμού, με την οποία αυτοί διαφώνησαν. Αποτέλεσμα ήταν οι καθ’ ων η αίτηση να αποταθούν στην Ε.Κ.Δ.Α και να ζητήσουν, σύμφωνα με το Καν.14 των περί Ελαχίστων Ορίων Αμοιβής των Ασκούντων Δικηγορία (Εξωδικαστηριακές Υποθέσεις) Κανονισμών του 1985, (όπως τροποποιήθηκαν), πιστοποίηση της αμοιβής τους. Η Ε.Κ.Δ.Α., μετά που άκουσε και τις δύο πλευρές, εξέδωσε απόφαση, με την οποία καθορίστηκε, για κάθε έναν από τους αιτητές, το ποσό το οποίο θα έπρεπε να καταβάλει στους καθ’ ων η αίτηση. Ενώ, καταλήγει ο ενόρκως δηλών, για τον υπολογισμό της αμοιβής για οποιαδήποτε άλλη υπηρεσία αρμόδιο είναι το δικαστήριο, στην περίπτωση της δικηγορικής αμοιβής, η υπαγωγή της διαφοράς στην Ε.Κ.Δ.Α. είναι υποχρεωτική και η απόφασή της δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, αφού η μόνη εξουσία που έχουν τα επαρχιακά δικαστήρια είναι να εγγράψουν την απόφαση.

Η παρούσα αίτηση συνάντησε τόσο την ένσταση των καθ ’ων η αίτηση όσο και του Π.Δ.Σ., στον οποίο, με οδηγίες του Δικαστηρίου, επιδόθηκε. Τόσο οι καθ’ ων η αίτηση όσο και ο Π.Δ.Σ. θέτουν, [*1101]με την ένστασή τους, ως πρώτο λόγο για απόρριψη της αίτησης, το γεγονός ότι η μονομερής αίτηση, στη βάση της οποίας παραχωρήθηκε η άδεια για καταχώριση της παρούσας αίτησης δια κλήσεως, ήταν παράτυπη. Η άδεια δόθηκε, ισχυρίζονται, παρά την έλλειψη συμμόρφωσης της μονομερούς αίτησης με τους δικονομικούς θεσμούς που διέπουν το ζήτημα της παραχώρησης άδειας για καταχώριση αίτησης διά κλήσεως. Παρέπεμψαν, σχετικά, στη Γεωργιάδης (Αρ. 2) (2002) 1 Α.Α.Δ. 1428, σύμφωνα με την οποία πρέπει να υπάρχουν τρία έγγραφα - δηλαδή:-

(α)   Μονομερής αίτηση για άδεια.

(β)   Δήλωση (statement), που να περιέχει το όνομα, την περιγραφή του αιτητή, την αιτούμενη θεραπεία και τους λόγους στους οποίους αυτή βασίζεται· και

(γ)   Ένορκη/ες δήλωση/εις.

Προς αντίκρουση των πιο πάνω, ο συνήγορος των αιτητών υποστήριξε ότι το Δικαστήριο εμποδίζεται, στα πλαίσια της παρούσας αίτησης, να εξετάσει τη νομιμότητα της μονομερούς αίτησης, στη βάση της οποίας έχει ήδη δώσει άδεια και, εν πάση περιπτώσει, η μονομερής αίτηση, στην ουσία, πληροί τις προϋποθέσεις που τίθενται, αφού η διαδικασία που ακολουθείται σε τέτοιας φύσεως αιτήσεις, όπως γίνεται δεκτό από τη νομολογία, είναι ανάλογη και όχι ταυτόσημη με τη διαδικασία που εφαρμόζεται στην Αγγλία. Η κατ’ αναλογία και όχι αυστηρή εφαρμογή των Αγγλικών Θεσμών σε μονομερή αίτηση για παραχώρηση άδειας καταχώρισης αίτησης δια κλήσεως δεν μπορεί να επηρεάσει την παρούσα αίτηση, η οποία καταχωρήθηκε μετά που η μονομερής αίτηση κρίθηκε από το Δικαστήριο τυπικά και ουσιαστικά ορθή. Το εντελώς τυπικό θέμα του ενός εγγράφου - (αίτηση) - αντί των δύο - (αίτηση και έκθεση) - κρίθηκε ήδη ότι δεν επηρεάζει την ουσία, ενόψει του θεμελιακά σοβαρού θέματος που εγείρεται. Η παράλειψη επισύναψης έκθεσης, καταλήγει ο συνήγορος, δεν αποτελεί θεμελιακό πρόβλημα, το οποίο επηρεάζει την αίτηση δια κλήσεως. Τα αποφασισθέντα στις υποθέσεις Umber Industrial Co. Ltd. (1990) 1 Α.Α.Δ. 731. Angeo & Co Ltd (Αρ. 1) (1992) 1 Α.Α.Δ. 374. Γιάγκου (Αρ. 1) (1998) 1 Α.Α.Δ. 1265 και Κυπριακό Διυλιστήριο Πετρελαίου Λτδ (Αρ. 2) (2004) 1 Α.Α.Δ. 1358 δεν εφαρμόζονται στην παρούσα περίπτωση, αφού η παράλειψη επισύναψης έκθεσης γεγονότων καλυπτόταν από τα όσα στην ένορκο δήλωση περιέχονταν. Η άδεια παραχωρήθηκε από το Δικαστήριο, το οποίο δεν μπορεί να ενερ[*1102]γήσει σήμερα ως εφετείο στα όσα το ίδιο αποφάσισε.

Πανομοιότυποι ισχυρισμοί ηγέρθηκαν και εξετάστηκαν από τον Καλλή, Δ., στην Κυπριακό Διυλιστήριο Πετρελαίου Λτδ (Αρ. 2), (πιο πάνω), απ’ όπου παραθέτω αποσπάσματα, με τα οποία συμφωνώ και τα οποία σηματοδοτούν και το αποτέλεσμα στην παρούσα:- (σελ. 1366-1371)

«Στην Δώρος Γεωργιάδης (Αρ. 2) (2002) 1 Α.Α.Δ. 1428, την οποία έχει επικαλεσθεί ο κ. Κυριακίδης, με αναφορά στην Αγγλική Νομολογία, λέχθηκαν τα εξής σε σχέση με τη διαδικασία και το νομότυπο του αιτήματος του εφεσείοντος-αιτητή:

‘Επιβάλλεται όμως να πούμε πως ίσως απορριπτική θα έπρεπε να ήταν η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου και για ένα άλλο λόγο που αφορά τη διαδικασία και το νομότυπο του αιτήματος του εφεσείοντα-αιτητή.

Επειδή δεν υπάρχει καθόλου πρόνοια, είτε στο Νόμο 14/60, είτε σε Κανονισμούς και επειδή δεν έγιναν Κανονισμοί από το Ανώτατο Δικαστήριο μετά ή πριν την ανεξαρτησία, το Δικαστήριο ως θέμα πρακτικής ακολουθούσε και εφάρμοζε διαδικασία ανάλογη με αυτή που εφαρμοζόταν στην Αγγλία (Ellinas v. Republic (1989) 1 C.L.R. 17).  Είναι η θέση της νομολογίας μας πως στην απουσία διαδικαστικού κανονισμού μπορεί και ακολουθείται η Αγγλική πρακτική που προδιαγράφεται στους Αγγλικούς Κανονισμούς σε διαδικασία προνομιακών ενταλμάτων.  Προκύπτει δε από τη Νομολογία πως το Ανώτατο Δικαστήριο έχει με σταθερότητα ακολουθήσει τους Κανονισμούς που ίσχυαν στην Αγγλία κατά το χρόνο της εφαρμογής του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας. (Τράπεζα Κύπρου (Αρ. 5) (1997) 1 Α.Α.Δ. 1319).

Στην Γιάγκου (Αρ. 1) (1998) 1 Α.Α.Δ. 1265 λέχθηκαν τα ακόλουθα:

‘Στην Κύπρο το Ανώτατο Δικαστήριο έχει αποκλειστικό δικαίωμα για την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος. Επειδή δε, δεν έχουν εκδοθεί διαδικαστικοί κανονισμοί που διέπουν τη διαδικασία έκδοσης προνομιακών ενταλμάτων, εφαρμόζονται οι αντίστοιχοι Αγγλικοί Κανόνες (Ίδε In re Aeroporos, πιο πάνω, Ροδοθέου [*1103](1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 602 που είναι η Διαταγή 53, Θεσμοί 1-14 των Αγγλικών Θεσμών του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Rules of the Supreme Court of England). (Ίδε The Supreme Court Practice 1979, V.1, σ. 819 που αντιστοιχεί στη Διαταγή 59, θεσμοί 3-8 των παλαιών Αγγλικών Θεσμών του Ανωτάτου Δικαστηρίου (The Annual Practice 1956, σ. 1302). Ίδε επίσης Halsbury’s Laws of England, 4th Edition, V.11, paras 1528-1573)’.

Η Αγγλική Δ.53, θ.1(2) προνοεί τα ακόλουθα:

‘An application for such leave must be made ex parte to a Divisional court of the Queen’s Bench Division, except in vacation when it may be made to a judge in chambers, and must be supported by a statement setting out the name and description of the applicant, the relief sought and the grounds on which it is sought, and by affidavits, to be filed before the application is made, verifying the facts relied on.’

Όπως προκύπτει από τα πιο πάνω, το αίτημα θα πρέπει να αποτελείται από τρία έγγραφα: (α) μονομερής αίτηση για άδεια, (β) δήλωση (statement) που πρέπει να περιέχει το όνομα και περιγραφή του αιτητή, την αιτούμενη θεραπεία και τους λόγους στους οποίους βασίζεται και (γ) ένορκη/ες δήλωση/εις. Στην υπό εξέταση περίπτωση υπάρχουν μόνο δύο έγγραφα. Η ένορκη δήλωση που περιέχει και επαληθεύει τα γεγονότα και το τι τιτλοφορείται ‘δήλωση’ που περιέχει το όνομα του αιτητή, τις αιτούμενες θεραπείες και τα νομικά σημεία στα οποία στηρίζεται. Μονομερής αίτηση δεν υπάρχει. Όμως η πιο πάνω ‘δήλωση’ ακολούθως αίφνης ονομάζεται ‘η παρούσα αίτηση’ και παρατίθενται σ’ αυτή Άρθρα του Συντάγματος, του Νόμου 14/60, Κανονισμοί και άλλα (συμπεριλαμβανομένης και της Δ.48, θ.1 και 2) και ακολούθως αναφέρεται πως ‘η παρούσα αίτηση’ έγινε από τους δικηγόρους του αιτητή, δίδοντας και τη διεύθυνση επίδοσης τους και τελειώνει με αναφορά στην ημερομηνία καταχώρισης και ορισμού της. Είναι προφανές ότι σύμφωνα με τους Κανονισμούς δεν μπορεί το ίδιο έγγραφο να είναι και η ‘Δήλωση’ (Statement) που απαιτεί ο Κανονισμός αλλά και η Αίτηση. Πρέπει να υπάρχει μονομερής Αίτηση (που ας σημειωθεί δεν μπορεί να βασίζεται στη Δ.48) η οποία να υποστηρίζεται από ξεχωριστή ανεξάρτητη ‘Δήλωση’, που όπως αναφέρεται στην παράγραφο 53/1/7 του White Book 1976, p. 800, δεν πρέπει να περιέχει οτιδήποτε πέραν του ονόματος [*1104]και της περιγραφής του αιτητή, της αιτούμενης θεραπείας, και των λόγων στους οποίους βασίζεται. Σχετική είναι και η Umber Industrial Co. Ltd (1990) 1 A.A.Δ. 731. Στην υπόθεση αυτή γίνεται παραπομπή, όσον αφορά τον τύπο που πρέπει να έχει η ‘Δήλωση’ (ή ‘Έκθεση’ όπως ονομάζεται) στο Atkin’s Court Forms, 2nd Ed. Vol. 14, p. 75, Volume 22, και Chitty & Jacob’s Queen’s Bench Forms, 20th Ed. pp 1007-1008.

Είναι ως εκ τούτου παράτυπη η Αίτηση και θα μπορούσε να λεχθεί ότι στην ουσία δεν έχει καταχωρηθεί μονομερής Αίτηση που να ζητά άδεια για την καταχώριση αίτησης με κλήση, αφού η αναφορά που γίνεται επί του προκειμένου στις ‘Αιτούμενες Θεραπείες’ στη Δήλωση που καταχωρήθηκε, δεν συνιστά αίτημα αλλά είναι περιγραφική των αιτούμενων θεραπειών, όπως προνοείται από την Αγγλική Δ.53, θ.2.’

Στην Umber Industrial Co. Ltd (1990) 1 Α.Α.Δ. 731 κρίθηκε ότι η παράλειψη των αιτητών να συμμορφωθούν με τους διαδικαστικούς κανονισμούς, που είναι ουσίας, δεν μπορεί να θεραπευθεί.

Παράλειψη συμμόρφωσης με τα διαδικαστικά προαπαιτούμενα για την έγερση της διαδικασίας καθιστά το αίτημα προς το Δικαστήριο άνευ αντικειμένου. Αυτό έχει βεβαιωθεί στην Angeo & Co. Ltd (Αρ. 1) (1992) 1 Α.Α.Δ. 374 (απόφαση Αρτέμη, Δ.) στην οποία με αναφορά σε προηγούμενη νομολογία λέχθηκαν τα εξής:

‘Το ερώτημα που θα πρέπει τώρα ν’ απαντηθεί είναι κατά πόσο η αποτυχία των αιτητών να αναφέρουν το λόγο για τον οποίο ζητούν την έκδοση του Εντάλματος καθώς και τη σχετική νομική πρόνοια στο σώμα της αίτησης, οδηγεί στην εξ υπ’ αρχής ακυρότητα της αίτησης.

Η αποτυχία αυτή των αιτητών να αποκαλύψουν το λόγο για τον οποίο ζητούν την ακύρωση της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου, μπορεί να παρομοιασθεί με κλητήριο ένταλμα αγωγής όπου ζητούνται συγκεκριμένες θεραπείες χωρίς όμως να αποκαλύπτεται βάση αγωγής στο σώμα του κλητηρίου. Μια τέτοια αγωγή θα οδηγούσε για το λόγο αυτό στην απόρριψη της. Έτσι, κατά την κρίση μου, κατ’ αναλογία στο ίδιο αποτέλεσμα πρέπει να καταλήξει και η παρού[*1105]σα αίτηση.

Σε τελευταία απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Λεύκος Γεωργιάδης (1992) 1 Α.Α.Δ. 298) τονίζεται από τον Γ. Πική, Δ., ότι η διαδικασία αίτησης για την έκδοση Προνομιακού Εντάλματος υπόκειται στους δικονομικούς κανόνες που διέπουν την έκδοση ανάλογων διαταγμάτων στο Ηνωμένο Βασίλειο (In re Aeroporos and Others (1988) 1 C.L.R. 302 και Ellinas v. Republic (1989) 1 C.L.R. 17), και παράλειψη συμμόρφωσης με τα προαπαιτούμενα για την έγερση της διαδικασίας καθιστά το αίτημα προς το Δικαστήριο άνευ αντικειμένου. Συναφώς στην πιο πάνω απόφαση αναφέρονται τα ακόλουθα:

‘Ο προσδιορισμός του λόγου για τον οποίο επιζητείται η έκδοση προνομιακού εντάλματος συνιστά το ουσιωδέστερο στοιχείο της αίτησης. Η παροχή άδειας για υποβολή αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος είναι συνυφασμένη με τους λόγους για τους οποίους επιδιώκεται και συναρτάται με αυτούς. (Βλ. Ευθυμίου (1990) 1 Α.Α.Δ. 1 και Θεοδούλου (Αρ. 2) (1990) 1 Α.Α.Δ. 756).’’

Η ανάγκη για αυστηρή συμμόρφωση με τους τύπους που προβλέπονται από τους Θεσμούς έχει τονισθεί στην Γιάννης Γερολέμου κ.ά. (2002) 1(Α) Α.Α.Δ. 491. Ο Αρτέμης, Δ., έθεσε το θέμα ως εξής:

‘Υπάρχει όμως και ακόμη ένας λόγος που πρέπει να οδηγήσει σε απόρριψη της αίτησης. Σύμφωνα με τους Αγγλικούς Κανονισμούς που ακολουθούνται στην Κύπρο και σύμφωνα με την Κυπριακή νομολογία, στην αίτηση πρέπει να επισυνάπτονται όλα τα σχετικά έγγραφα και, συγκεκριμένα, η απόφαση ή το διάταγμα ή το ένταλμα του οποίου επιδιώκεται η ακύρωση. Όπως αποφασίστηκε στην In re Aeroporos & Others (1988) 1 C.L.R. 302, η επισύναψη πιστοποιημένων αντιγράφων των ενταλμάτων ερεύνης αποτελούσε απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία της αίτησης. Η O.59, r. 8 των Αγγλικών Θεσμών αναφέρει ότι πριν την ακρόαση της αίτησης για ακύρωση απόφασης πρέπει να έχει καταχωρηθεί ‘a copy thereof verified by affidavit’ και όπως λέχθηκε και στην In re Aeroporos & Others (πιο πάνω) ‘the production of the judicial warrants and their verification is a prerequisite for the valid exercise of the powers vested in the [*1106]Court to review judicial acts by way of Certiorari’.

Στην παρούσα περίπτωση το τι έχει επισυναφθεί στην αίτηση είναι ένα, όπως φαίνεται, φωτοστατικό αντίγραφο του εντάλματος έρευνας καθώς και της ένορκης δήλωσης του αστυφύλακα βάσει της οποίας εκδόθηκε το ένταλμα. Τα φωτοστατικά αυτά αντίγραφα δεν ικανοποιούν την αναγκαιότητα ύπαρξης πιστοποιημένων αντιγράφων και ως εκ τούτου δεν θα μπορούσε και γι’ αυτό το λόγο να δοθεί η αιτούμενη άδεια.’

........................................................................................................

Αναφορικά με την εισήγηση του κ. Πολυβίου ότι το θέμα της παρατυπίας δεν μπορεί να εγερθεί μετά την χορήγηση της άδειας, όπως έχει λεχθεί στην Δώρος Γεωργιάδης (πιο πάνω), τυγχάνει εφαρμογής η Αγγλική Πρακτική που προδιαγράφεται στους Αγγλικούς Κανονισμούς. Σύμφωνα με την Δ.53, θ.13(1) διάταγμα με το οποίο χορηγείται άδεια ή απορρίπτεται η αίτηση για άδεια δεν υπόκειται σε έφεση. Πλην όμως, σύμφωνα με την Δ.53, θ.13(2) μπορεί να υποβληθεί αίτηση στο Δικαστήριο για παραμερισμό ή ακύρωση των πιο πάνω διαταγμάτων. Περαιτέρω, σύμφωνα με την Δ.53, θ.15(2) η αίτηση δια κλήσεως, η οποία καταχωρείται μετά τη χορήγηση της άδειας, επιδίδεται σε όλα τα πρόσωπα που επηρεάζονται άμεσα. Τέλος, σύμφωνα με την Δ.53, θ.19(1), όλα τα πρόσωπα που επιθυμούν ν’ ακουστούν ως ενιστάμενα στην αίτηση μπορούν ν’ ακουστούν.

Λαμβάνω υπόψη μου τις πιο πάνω διαδικαστικές πρόνοιες. Έχω την άποψη πως στην παρούσα υπόθεση ο Γενικός Διευθυντής θα μπορούσε να κάμει χρήση της διαδικασίας που προβλέπεται από την πιο πάνω Δ.53, θ.13(2) και να ζητήσει παραμερισμό ή ακύρωση του διατάγματος με το οποίο έχει χορηγηθεί η άδεια. Σε τέτοια περίπτωση ασφαλώς θα μπορούσε να εγείρει το θέμα της παρατυπίας της αίτησης. Δεν βλέπω λόγο γιατί να μην μπορεί να το εγείρει στη διαδικασία της ένστασης. Η παρούσα διαδικασία μπορεί να παραλληλισθεί με τη διαδικασία χορήγησης, ύστερα από μονομερή αίτηση, προσωρινού διατάγματος. Ο επηρεαζόμενος διαθέτει την ευχέρεια να ζητήσει με αίτηση δια κλήσεως την ακύρωση του ή τη διαφοροποίηση του (βλ. Δ.48, θ.4 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών). Διαθέτει, επίσης, την ευχέρεια να καταχωρήσει ένσταση. Και στις δύο περιπτώσεις μπορεί να εγείρει θέμα παρατυπίας της μονομερούς αίτησης. Το δε δικαστήριο μπορεί να ακυρώσει το διάταγμα για λόγους παρατυπίας.»

[*1107]Το γεγονός ότι στην παρούσα περίπτωση υπήρχε μονομερής αίτηση, αλλά απουσίαζε η έκθεση γεγονότων, δε βρίσκω να μπορεί να διαφοροποιήσει το αποτέλεσμα. Η μονομερής αίτηση δεν ήταν σύμφωνη με τα προβλεπόμενα.

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των αιτητών.

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των αιτητών.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο