Volodymyr Demchenko και Άλλος ν. Michael Abou Nassar (2007) 1 ΑΑΔ 1342

(2007) 1 ΑΑΔ 1342

[*1342]18 Δεκεμβρίου, 2007

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]

1. VOLODYMYR DEMCHΕNKO,

2. IVAN SYVOKON,

Eφεσείοντες - Εναγόμενοι 2 & 3,

v.

MICHAEL ABOU NASSAR,

Eφεσιβλήτου - Ενάγοντος.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 12145)

 

Ευρήματα Δικαστηρίου ― Επέμβαση Εφετείου ― Έφεση κατά των ευρημάτων και διαπιστώσεων του πρωτόδικου Δικαστηρίου στις οποίες κατέληξε κατόπιν ανάλυσης και αξιολόγησης της μαρτυρίας ― Απορρίφθηκε, δεν στοιχειοθετήθηκε λόγος επέμβασης στην κρίση του Δικαστηρίου.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση υπέρ του εφεσίβλητου – ενάγοντος (ο εφεσίβλητος) και εναντίον των εφεσειόντων – εναγομένων 2 και 3 (οι εφεσείοντες) για ποσό $200.000. Η αρχική αξίωση του εφεσίβλητου εναντίον και των τριών εναγομένων από κοινού και χωριστά ήταν για ποσό $212.000 ως «ποσό οφειλόμενο δυνάμει εγγράφου αναγνωρίσεως χρέους και/ή αναλήψεως υποχρέωσης και/ή δυνάμει συμφωνίας και/ή δυνάμει πωληθέντων και παραδοθέντων εμπορευμάτων και/ή άλλως πως».

Οι εφεσείοντες δεν κατέθεσαν ούτε κάλεσαν άλλο μάρτυρα. Κατέθεσε ως μάρτυρας μόνο ο εφεσίβλητος η μαρτυρία του οποίου ενισχύετο και από δύο έγγραφα το ένα από τα οποία περιείχε λεπτομέρειες των εμπορευμάτων (τσιγάρων) με τις υπογραφές των δύο εφεσειόντων, το δε άλλο υπογράφηκε από τον εφεσείοντα 1, ο οποίος επιβεβαίωσε πως όφειλε το ποσό των $212.000 προς τον εφεσίβλητο προσωπικά, για τσιγάρα που εκείνος παρέδωσε στον ίδιο και/ή στην εναγομένη 1 και/ή στον εφεσείοντα 2 και/ή σε τρίτο επίσης κατονομαζόμενο πρόσωπο.

Οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν την απόφαση. Οι λόγοι έφεσης αφο[*1343]ρούν κατ’ εξοχήν στον τρόπο με τον οποίο αξιολογήθηκε η μαρτυρία του εφεσίβλητου. Μεταξύ των ισχυρισμών που προέβαλαν ήταν ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα μετέφερε βάρος απόδειξης στους ίδιους ενώ, παρά τη μη προσαγωγή μαρτυρίας από αυτούς, ήταν ευθύνη του εφεσίβλητου να στοιχειοθετήσει, με τη δική του μαρτυρία, την υπόθεσή του.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε ρητά στην απόφασή του πως η μη προσαγωγή μαρτυρίας από τους εναγόμενους δεν απαλλάσσει τον ενάγοντα από την υποχρέωσή του να αποδείξει την υπόθεσή του. Κάθε άλλο, λοιπόν, παρά μεταφέροντας βάρος απόδειξης στην άλλη πλευρά, αξιολόγησε τη μαρτυρία που προσκομίστηκε.

2.  Από τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως προκύπτουν τόσο από την προφορική μαρτυρία του εφεσίβλητου όσο και από τα έγγραφα που προσκομίστηκαν, φαίνεται ότι υπήρχε έλλειψη τάξης στις δοσοληψίες των μερών. Αλλά υπό το παραδεκτό της ύπαρξης και της παράδοσης των τσιγάρων, με κεντρικό σημείο το ζήτημα των προσωπικών δικαιωμάτων και ευθυνών του καθενός, το πρωτόδικο Δικαστήριο, αξιολόγησε εύλογα τη μαρτυρία προσδίδοντας σημασία στα σημεία που αφορούν ακριβώς στον πυρήνα της αντιδικίας.

Η έφεση απορρίφθηκε με £1.000 έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.

Έφεση.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Υπόθ. Αρ. 13062/99), ημερομ. 28.7.2004.

Ντ. Σαβεριάδης, για τους Εφεσείοντες.

Μεν. Κυπριανού, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Κωνσταντινίδης.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.:  Ο εφεσίβλητος - ενάγων αξίωσε από τους τρεις εναγόμενους από κοινού και χωριστά, $212.000 ως «πο[*1344]σό οφειλόμενο δυνάμει εγγράφου αναγνωρίσεως χρέους και/ή αναλήψεως υποχρέωσης και/ή δυνάμει συμφωνίας και/ή δυνάμει πωληθέντων και παραδοθέντων εμπορευμάτων και/ή άλλως πως».

Σημείωμα εμφάνισης και στη συνέχεια Υπεράσπιση, κάτω από τις συνθήκες που περιγράφονται στην πρωτόδικη απόφαση καταχώρησαν μόνο οι εναγόμενοι 2 και 3 (εφεσείοντες).  Στο επίκεντρο της θέσης τους ήταν ο ισχυρισμός πως τόσο ο εφεσίβλητος όσο και οι ίδιοι ενεργούσαν υπό αντιπροσωπευτική ιδιότητα.  Ο εφεσίβλητος ως αντιπρόσωπος μη κατονομασθέντων στην υπεράσπιση τρίτων και οι ίδιοι ως Διευθυντές της εναγομένης εταιρείας 1. Διαζευκτικά όπως μπορούμε να συμπεράνουμε, υποστήριξαν πως καταβλήθηκαν διάφορα, μη προσδιορισθέντα ποσά έναντι αλλά και πως ο εφεσίβλητος δια ψευδών παραστάσεων απέσπασε από τον εναγόμενο 3 (εφεσείοντα 2) το ποσό των $60.000.

Κατέθεσε ως μάρτυρας μόνο ο εφεσίβλητος.  Οι εφεσείοντες ούτε κατέθεσαν ούτε κάλεσαν άλλο μάρτυρα και το πρωτόδικο δικαστήριο, αφού έκρινε αξιόπιστο τον εφεσίβλητο, στη βάση της προφορικής του μαρτυρίας που ενισχυόταν όπως εξήγησε και από έγγραφα που παρουσίασε, και πληρωμή $12.000 που εκείνος ανέφερε, επιδίκασε υπέρ του και εναντίον και των τριών εναγομένων το ποσό των $200.000.  Αυτό, αφού απέρριψε ως αόριστο και τον παράλληλο ισχυρισμό πως και να είχαν τα πράγματα όπως τα πρόβαλε ο εφεσίβλητος, δεν εδικαιούτο σε θεραπεία γιατί η συναλλαγή ήταν παράνομη.

Οι λόγοι έφεσης δεν αφορούν στο τελευταίο. Αφορούν κατ’ εξοχήν στον τρόπο με τον οποίο αξιολογήθηκε η μαρτυρία του εφεσίβλητου και, ως προς αυτό, οι εφεσείοντες επικαλούνται διάφορα αποσπάσματα από τη μαρτυρία του, ενδεικτικά καθώς υποστηρίζουν πως άλλη θα έπρεπε να ήταν η αποτίμησή της, ως συνόλου.  Όπως και το γεγονός ότι η πληρωμή των $12.000 δεν αναφερόταν στην Έκθεση Απαιτήσεως. Με τον περαιτέρω ισχυρισμό πως, στην πραγματικότητα, το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα μετέφερε βάρος απόδειξης στους ίδιους ενώ, παρά τη μη προσαγωγή από αυτούς μαρτυρίας, ήταν ευθύνη του εφεσίβλητου να στοιχειοθετήσει, με τη δική του μαρτυρία, την υπόθεσή του.  Με την παράλληλη επισήμανση πως η Έκθεση Απαίτησης «είναι πολύ γενική και δεν καθορίζει πως τρία ανεξάρτητα νομικά πρόσωπα δέσμευαν ο ένας τον άλλο αλλά ούτε και σε ποιες από τις ισχυριζόμενες δοσοληψίες».  Τελικά υποστηρίζοντας πως κατά πλάνη το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε πως τα έγγραφα που προσκομίστηκαν, γενικώς αλλά και ιδιαιτέρως ως προς την εναγόμενη 1, [*1345]οδηγούν στην τελική διαπίστωσή του, την οποία όμως δεν εκπροσωπεί και η οποία ούτε εμφανίστηκε ούτε άσκησε έφεση.  Πολύ λιγότερο επειδή ήταν  αλληλοσυγκρουόμενα αφού το ένα αναφέρεται και σε πρόσωπο που  δεν είναι διάδικος.

Το πρωτόδικο δικαστήριο το ανέφερε και ρητά πως η μη προσαγωγή μαρτυρίας από την πλευρά των εναγομένων δεν απαλλάσσει τον ενάγοντα από την υποχρέωσή του να αποδείξει την υπόθεσή του.  Κάθε άλλο, λοιπόν, παρά μεταφέροντας βάρος απόδειξης στην άλλη πλευρά, αξιολόγησε τη μαρτυρία που προσκομίστηκε.  Εντόπισε ως προς ορισμένα σημεία γενικότητες και ασάφεια στη μαρτυρία του εφεσίβλητου, χωρίς όμως, όπως έκρινε, αυτές να επηρεάζουν την αξιοπιστία του.  Ως προς την οποία πείστηκε, με αναφορά στην καλή εντύπωση που σχημάτισε γι’ αυτόν και την ως σύνολο θετικότητά της επί των κρίσιμων σημείων.  Τα οποία ακριβώς αφορούσαν στη θετική και σαφή θέση του πως έγινε πώληση τσιγάρων πολύ μεγαλύτερης αξίας προς όλους τους εναγομένους από κοινού και χωριστά, για να παραμείνει το διεκδικούμενο υπόλοιπο.  Αυτή ήταν η βάση, όπως την ενίσχυαν και τα έγγραφα που προσκομίστηκαν αλλά και περαιτέρω στοιχείο, αξιολογούμενο βεβαίως κατά συνάρτηση και προς την προφορική μαρτυρία.  Σε προσωπικό επιστολόχαρτο του εφεσίβλητου, απευθυνόμενο προς τους εφεσείοντες προσωπικά, παρέχονται λεπτομέρειες εμπορευμάτων και στο κάτω μέρος υπάρχει χειρόγραφη αναφορά του αριθμού 212.000 και ημερομηνία 9.1.99 με τρεις υπογραφές, οι δυο των εφεσειόντων, όπως δέχτηκε το πρωτόδικο δικαστήριο (τεκμήριο 1Α).  Εξηγεί ως προς αυτό το πρωτόδικο δικαστήριο πως αυτό το ποσό, σύμφωνα με τη μη αμφισβητηθείσα κατά την αντεξέταση μαρτυρία του εφεσίβλητου,  καθορίστηκε ως το εναπομείναν υπόλοιπο μετά από διαβουλεύσεις μεταξύ του και των εφεσειόντων.  Επ’ αυτού, η θέση των εφεσειόντων πρωτοδίκως ήταν πως ενεργούσαν αποκλειστικά ως διευθυντές των εναγομένων 1 και το πρωτόδικο δικαστήριο επεσήμανε τη μη αναφορά τέτοιας ιδιότητάς τους στο ίδιο το έγγραφο.

Το δεύτερο έγγραφο, ημερομηνίας 7.3.99, υπογράφηκε από τον εφεσείοντα 1 ο οποίος, με αυτό επιβεβαίωσε πως όφειλε  το ποσό των $212.000 προς τον εφεσίβλητο προσωπικά, για τσιγάρα που εκείνος παρέδωσε στον ίδιο και/ή στην εναγομένη 1 και/ή στον εφεσείοντα 2 και/ή σε τρίτο επίσης κατονομαζόμενο πρόσωπο.

Το περαιτέρω στοιχείο αφορούσε στη μαρτυρία του εφεσίβλητου πως, μεταγενέστερα, ο ίδιος ο εφεσείων 2 του κατέβαλε έναντι το ποσό των $12.000.  Οι εφεσείοντες επικαλέστηκαν το γεγονός [*1346]ότι η πληρωμή του ποσού δεν αναφέρθηκε στην Έκθεση Απαίτησης αλλά δεν μπορούμε να δούμε τη σημασία αυτής της παράλειψης ιδιαιτέρως όταν, όπως σημειώνει το πρωτόδικο δικαστήριο, δεν αμφισβητήθηκε κατά την αντεξέταση του εφεσίβλητου πως πράγματι έγινε αυτή η πληρωμή, ανεξήγητα αν ήταν ορθό πως ο εφεσείων 2 απλώς ενεργούσε ως αντιπρόσωπος.

Η έλλειψη τάξης στις δοσοληψίες των μερών είναι προφανής αλλά υπό το παραδεκτό της ύπαρξης και της παράδοσης των τσιγάρων, με κεντρικό σημείο το ζήτημα των προσωπικών δικαιωμάτων και ευθυνών του καθενός, θεωρούμε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο εύλογα αξιολόγησε τη μαρτυρία προσδίδοντας σημασία στα κρίσιμα που αναφέρθηκαν και που αφορούν ακριβώς στον πυρήνα της αντιδικίας.  Είναι κατ’ εξοχήν ευθύνη του πρωτόδικου δικαστηρίου η εκτίμηση της αξιοπιστίας των μαρτύρων.  Δεν έχουμε ικανοποιηθεί ότι βρισκόμαστε μπροστά σε περίπτωση που να δικαιολογείται παρέμβασή μας και, σε συμφωνία προς την εισήγηση του εφεσίβλητου, καταλήγουμε πως η έφεση πρέπει να απορριφθεί.

Η έφεση απορρίπτεται με £1.000 έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.

Η έφεση απορρίπτεται με £1.000 έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο