Κεζαρίδης Γρηγόρης ν. Κώστα Κωνσταντίνου (2007) 1 ΑΑΔ 1373

(2007) 1 ΑΑΔ 1373

[*1373]21 Δεκεμβρίου, 2007

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΕΖΑΡΙΔΗΣ,

Εφεσείων,

v.

ΚΩΣΤΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,

Εφεσιβλήτου.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 12058)

 

Αμέλεια ? Τροχαίο ατύχημα ? Απόδοση αποκλειστικής ευθύνης για πρόκληση τροχαίου ατυχήματος σε οδηγό αυτοκινήτου, ο οποίος μη τηρώντας ασφαλή απόσταση από προπορευόμενο αυτοκίνητο το οποίο είχε ακινητοποιηθεί πίσω από ουρά αυτοκινήτων σε λεωφόρο με πυκνή τροχαία κίνηση, και μη χρησιμοποιώντας τα φρένα του αυτοκινήτου του, κτύπησε επί του προπορευομένου αυτοκινήτου ? Το Εφετείο δεν επενέβη.

Αμέλεια ? Τροχαίο ατύχημα ? Οδηγός οχήματος που ακολουθεί άλλο προπορευόμενο όχημα ? Βασικές παράμετροι καθήκοντος επιμέλειας.

Αποζημιώσεις ? Γενικές αποζημιώσεις ? Σωματικές βλάβες ? Σοβαρό διάστρεμμα της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης, κακώσεις στην κεφαλή και εγκεφαλική διάσειση ? Επιδικασθείσες γενικές αποζημιώσεις £6.000 ? Χαρακτηρίστηκαν ως πλησιάζουσες στο ανώτατο όριο της αποζημίωσης που θα μπορούσε δικαίως να επιδικαστεί υπέρ του ενάγοντος όχι όμως σε βαθμό που να καθιστά την περίπτωση κατάλληλη για παρέμβαση του Εφετείου προς μείωσή τους.

Αποζημιώσεις — Απώλεια εισοδήματος — Απόρριψη σχετικής αξίωσης λόγω ανεπαρκούς μαρτυρίας.

Με την έφεση αυτή ο εφεσείων προσβάλλει την απόδοση αποκλειστικής ευθύνης προς τον ίδιο σε σχέση με τροχαίο ατύχημα το οποίο έλαβε χώραν στη λεωφόρο Στροβόλου στο Στρόβολο και επίσης το ποσό των £6.000 το οποίο επιδικάστηκε υπό μορφή γενικών αποζημιώσεων προς τον εφεσίβλητο, το θύμα του τροχαίου ατυχή[*1374]ματος. Ο εφεσίβλητος με αντέφεσή του εισηγείται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα παρέλειψε να επιδικάσει υπέρ του αποζημίωση για απώλεια εισοδήματος ίση προς τους μισθούς 14 μηνών, δηλαδή, της περιόδου που δεν εργαζόταν και δεν πληρωνόταν από την εταιρεία του στην οποία ήταν ο μόνος μέτοχος.

Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης ο εφεσείων οδηγώντας το αυτοκίνητό του στην πιο πάνω λεωφόρο με ταχύτητα 25 χ.α.ω. και σε πυκνή τροχαία κίνηση, παρέλειψε να αντιληφθεί ότι το προπορευόμενο αυτοκίνητο του εφεσίβλητου είχε ακινητοποιηθεί και δεν ανέκοψε την ταχύτητά του με αποτέλεσμα το μπροστινό μέρος του αυτοκινήτου του να συγκρουστεί στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου του εφεσίβλητου.

Εξ αιτίας του ατυχήματος, ο εφεσίβλητος είχε υποστεί σοβαρό διάστρεμμα της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης, κακώσεις στην κεφαλή και εγκεφαλική διάσειση. Του χορηγήθηκε αυχενικό κολλάρο και αναλγητικά και αντιφλεγμονώδη φάρμακα. Υποβλήθηκε σε αξονική τομογραφία εγκεφάλου και σε μαγνητική τομογραφία του αυχένα, χωρίς οποιαδήποτε παθολογική ένδειξη. Παραπονείτο για έντονους πονοκεφάλους, αδυναμία συγκέντρωσης, έντονο πόνο και δυσκαμψία του αυχένα, με πόνο και μούδιασμα στα άνω άκρα. Οι ακτινογραφίες της αυχενικής μοίρας έδειξαν ευθειασμό της σπονδυλικής στήλης και σπονδυλοαρθριτικές αλλοιώσεις στους Α5 και Α6 σπονδύλους.

Αποφασίστηκε ότι:

Α. Έφεση.

1.  Ο εφεσείων ήταν εντελώς απρόσεκτος αφού δεν αντιλήφθηκε ότι το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου που ήταν μπροστά του, είχε ακινητοποιηθεί και γι’ αυτό δεν πήρε οποιοδήποτε μέτρο αποτροπής. Στη σκηνή δεν βρέθηκαν ίχνη πέδησης του οχήματός του ούτε προκύπτει ότι έπραξε οτιδήποτε άλλο για την αποτροπή του δυστυχήματος. Ορθά, επομένως, κρίθηκε αποκλειστικά υπεύθυνος για την πρόκληση του ατυχήματος.

2.  Το επιδικασθέν ποσό των γενικών αποζημιώσεων είναι πολύ κοντά στο ανώτατο όριο της αποζημίωσης που θα μπορούσε δικαίως να επιδικαστεί υπέρ του εφεσίβλητου. Όμως, εφόσον δεν υπερβαίνει τα όρια της δίκαιης αποζημίωσης, το Εφετείο δεν θα παρέμβει για τη μείωσή του.

Β. Αντέφεση.

[*1375]

     Το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά κατέληξε στο συμπέρασμα, για τους λόγους που εξηγούνται στην εφεσιβαλλόμενη απόφαση, ότι με βάση τη μαρτυρία που είχε ενώπιόν του δεν μπορούσε να στηριχθεί βάσιμα η σχετική αξίωση.

Η έφεση και η αντέφεση απορρίφθηκαν. Δεν εκδόθηκε διαταγή για έξοδα.

Έφεση και Αντέφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα και αντέφεση από τον εφεσίβλητο εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Υπόθ. Αρ. 11036/97), ημερομ. 26.5.2004.

Ν. Χ”Ιωάννου, για τον Εφεσείοντα.

Δ. Ιωαννίδης, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής  Κραμβής.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:  Το Δικαστήριο καταλόγισε αποκλειστική ευθύνη στον εφεσείοντα για το τροχαίο δυστύχημα που συνέβηκε γύρω στις 5.30 μ.μ. στη λεωφόρο Στροβόλου στο Στρόβολο και επιδίκασε σε βάρος του γενικές και ειδικές αποζημιώσεις ύψους £6814  πλέον τόκους και έξοδα για τις ζημιές του εφεσίβλητου που ήταν το θύμα του δυστυχήματος.

Τα γεγονότα με βάση τα οποία ο εφεσείων κρίθηκε υπεύθυνος για το δυστύχημα είναι ότι ενώ οδηγούσε το αυτοκίνητό του στη λεωφ. Στροβόλου με ταχύτητα 25 χ.α.ω. και σε πυκνή τροχαία κίνηση, παρέλειψε να αντιληφθεί ότι το προπορευόμενο αυτοκίνητο του εφεσίβλητου είχε ακινητοποιηθεί και χωρίς να ανακόψει ταχύτητα ή να λάβει οποιοδήποτε αποτρεπτικό μέτρο, συνέχισε την πορεία του με αποτέλεσμα το μπροστινό μέρος του αυτοκινήτου του να συγκρουστεί στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου του εφεσίβλητου. Ο γάντζος ρυμούλκησης που εξείχε από το πίσω μέρος του αυτοκινήτου του εφεσίβλητου κατά 10 εκ. δεν συνέβαλε με οποιοδήποτε τρόπο στην πρόκληση του δυστυχήματος.

Το παράπονο του εφεσείοντα είναι ότι το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα δεν καταλόγισε, έστω και μικρό ποσοστό ευθύνης [*1376]στον εφεσίβλητο και ότι η διαπίστωση περί σωματικών βλαβών και κακώσεων του εφεσίβλητου συνεπεία του δυστυχήματος δεν υποστηρίζεται από τη μαρτυρία. Ο εφεσείων λέγει επίσης ότι οι αποζημιώσεις που έχουν επιδικαστεί είναι έκδηλα υπερβολικές.

Ο εφεσίβλητος με αντέφεση ισχυρίζεται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα δεν επιδίκασε υπέρ του πελάτη του αποζημιώσεις για απώλεια απολαβών εξαιτίας του δυστυχήματος.

Τα γεγονότα της υπόθεσης είναι ξεκάθαρα και με βεβαιότητα υποστηρίζουν την ορθότητα των συμπερασμάτων και διαπιστώσεων του δικάσαντος δικαστηρίου αναφορικά με τις συνθήκες του δυστυχήματος και τον καθορισμό της ευθύνης. Το δικαστήριο ορθά καταλόγισε στον εφεσείοντα την αποκλειστική ευθύνη αφού ο τελευταίος, παρέλειψε να εκπληρώσει το στοιχειώδες καθήκον επιμέλειας που έχει κάθε οδηγός κατά την οδήγηση οχήματος τόσο προς τον ίδιο τον εαυτό του όσο και προς τους άλλους που χρησιμοποιούν το δρόμο. Βασικές παράμετροι του καθήκοντος επιμέλειας που βαρύνει τον οδηγό οχήματος που ακολουθεί άλλο προπορευόμενο όχημα είναι η τήρηση απόστασης ασφάλειας από το προπορευόμενο, λογικό όριο ταχύτητας και άσκηση της δέουσας προσοχής και παρατηρητικότητας. Η εκπλήρωση αυτού του καθήκοντος  λογικά παρέχει στον οδηγό τη δυνατότητα έγκαιρης και αποτελεσματικής αντίδρασης συνισταμένης στη λήψη μέτρων αποτροπής του δυστυχήματος. Στην προκείμενη περίπτωση, ο εφεσείων φαίνεται πως ήταν εντελώς απρόσεκτος αφού δεν αντιλήφθηκε ότι το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου που ήταν μπροστά του, είχε ακινητοποιηθεί και γι’ αυτό δεν πήρε οποιοδήποτε μέτρο αποτροπής. Στη σκηνή δεν βρέθηκαν ίχνη πέδησης του οχήματός του ούτε προκύπτει ότι έπραξε ο,τιδήποτε άλλο για την αποτροπή του δυστυχήματος.

Ο εφεσίβλητος, λίγο μετά το δυστύχημα, ένιωσε ζαλάδες και πόνο στον αυχένα. Επισκέφθηκε το Απολλώνιο Ιδιωτικό Νοσοκομείο και ο γιατρός Κωνσταντινίδης του έδωσε φάρμακα. Οι πόνοι συνεχίστηκαν όλο το βράδυ και την επομένη πήγε ξανά στο Απολλώνιο. Υποβλήθηκε σε ακτινογραφία και ο γιατρός του συνέστησε κολάρο του λαιμού. Οι πόνοι στον αυχένα και την κεφαλή συνεχίστηκαν για 14 μήνες και για όλο αυτό το χρονικό διάστημα ήταν αναγκασμένος να φορεί τον κολάρο και να επισκέπτεται το γιατρό περίπου δυο φορές το μήνα. Υποβλήθηκε σε εξετάσεις M.R.I. και αξονική τομογραφία. Για κάποια περίοδο υποβλήθηκε σε φυσιοθεραπεία.

Κατά την ακρόαση της υπόθεσης ο εφεσίβλητος παρουσίασε ια[*1377]τρικό πιστοποιητικό του θεράποντα ιατρού του κ. Κωνσταντινίδη, ημερ. 10.10.1997 το οποίο, κατ’ εξαίρεση του εξ ακοής κανόνα, έγινε αποδεκτό γιατί ο γιατρός Κωνσταντινίδης πέθανε στο μεταξύ. Στο εν λόγω πιστοποιητικό, περιγράφεται η κατάσταση της υγείας του εφεσίβλητου. Αναφέρεται ότι ο εφεσίβλητος είχε υποστεί σοβαρό διάστρεμμα της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης, κακώσεις στην κεφαλή και εγκεφαλική διάσειση. Του χορηγήθηκαν αυχενικό κολάρο, αναλγητικά και αντιφλεγμονώδη φάρμακα και παρακολουθείτο ως εξωτερικός ασθενής. Οι ακτινογραφίες της αυχενικής μοίρας έδειξαν ευθειασμό της σπονδυλικής στήλης και σπονδυλοαρθριτικές αλλοιώσεις στους Α5 και Α6 σπονδύλους. Επειδή η κατάσταση του δεν παρουσίαζε βελτίωση με τα φάρμακα και τον κολάρο συνεστήθη αγωγή φυσιοθεραπείας την οποία ακολούθησε ο εφεσίβλητος το Νοέμβριο 1996. Παρόλες τις θεραπείες, ο εφεσίβλητος παραπονείτο για έντονους πονοκεφάλους, αδυναμία συγκέντρωσης, έντονο πόνο και δυσκαμψία του αυχένα, με πόνο και μούδιασμα στα άνω άκρα. Το Μάιο 1997 υποβλήθηκε σε αξονική τομογραφία εγκεφάλου και το Σεπτέμβρη του ίδιου έτους σε μαγνητική τομογραφία του αυχένα. Καμιά από αυτές τις εξετάσεις έδειξε ότι υπήρχε ο,τιδήποτε το παθολογικό. Καταγράφεται στο προαναφερόμενο πιστοποιητικό ότι ο εφεσίβλητος εξακολουθούσε να παραπονείται για πονοκεφάλους οι οποίοι φαίνονταν έντονοι μετά από εργασία 2-3 ωρών. Αισθανόταν επίσης πόνο και δυσκαμψία στον αυχένα γεγονός που του προκαλούσε δυσκολία στην εξάσκηση του επαγγέλματός του. Τα αντικειμενικά ευρήματα από την εξέταση, έδειξαν ότι ο εφεσίβλητος αισθανόταν πόνο κατά την πίεση στη μεσότητα του αυχένα και ότι οι κινήσεις της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης ήταν επώδυνες και περιορισμένες στα τελικά τους στάδια.

Δύο σχεδόν χρόνια μετά το δυστύχημα ο ειδικός ορθοπεδικός Ηλίας Γεωργίου εξέτασε τον εφεσίβλητο εκ μέρους του εφεσείοντα. Κατά τη δική του εκτίμηση, οι τραυματισμοί που είχε υποστεί ο εφεσίβλητος στον αυχένα και την κεφαλή δεν ήταν τόσο σοβαροί. Κατέληξε στο πιο πάνω συμπέρασμα αφού έλαβε υπόψη τη θεραπεία στην οποία υποβλήθηκε ο εφεσίβλητος από το θεράποντα ιατρό του και από τα αποτελέσματα των εξειδικευμένων εξετάσεων οι οποίες δεν έδειξαν ο,τιδήποτε το παθολογικό. Τα συμπτώματα από τραύματα αυτής της μορφής υποχωρούν πλήρως μέσα σε 2 έως 3 εβδομάδες ή στην περίπτωση που είναι πιο σοβαρά το αργότερο μέσα σε έξι εβδομάδες.

Το πρωτόδικο δικαστήριο επισημαίνει ότι ελάχιστη είναι η βαρύτητα που θα μπορούσε να δοθεί στη μαρτυρία του γιατρού Γε[*1378]ωργίου εφόσον κατά την εξέταση του εφεσίβλητου, δύο περίπου χρόνια μετά το δυστύχημα, δικαίως δεν βρήκε οποιαδήποτε ιατρική μαρτυρία που να επιβεβαιώνει τα ιατρικά ευρήματα του γιατρού Κωνσταντινίδη εφόσον είχαν εκλείψει στο μεταξύ όλα τα συμπτώματα και ο εφεσίβλητος, στους 14 μήνες μετά το δυστύχημα, είχε ήδη επιστρέψει στην εργασία του.

Το δικαστήριο, με αναφορά στη μαρτυρία του γιατρού Κωνσταντινίδη, επισημαίνει ότι ο εφεσίβλητος, καθόλο το διάστημα των 14 μηνών που ήταν ακόμα υπαρκτά και τον ενοχλούσαν τα προαναφερόμενα συμπτώματα, αυτός δεν ήταν πλήρως ανίκανος για εργασία. Η ένταση του πόνου και των άλλων ενοχλήσεων ήταν πιο έντονη στην αρχή, σταδιακά όμως, με την πάροδο του χρόνου γίνονταν ολοένα και πιο ήπιοι.

Το δικαστήριο, κατόπιν ορθής αποτίμησης των σωματικών βλαβών, του πόνου και της ταλαιπωρίας που είχε υποστεί ο εφεσίβλητος λόγω του δυστυχήματος και αφού έλαβε υπόψη την φθίνουσα, καθώς διαπιστώθηκε, διαβάθμιση που παρουσίασαν κατά την χρονική περίοδο των 14 μηνών επιδίκασε προς όφελος του εφεσίβλητου £6000 υπό μορφή γενικών αποζημιώσεων. Το εν λόγω ποσό θεωρούμε πως είναι πολύ κοντά στο ανώτατο όριο της αποζημίωσης που θα μπορούσε δικαίως να επιδικαστεί υπέρ του εφεσίβλητου.  Έχουμε όμως την άποψη πως η περίπτωση δεν είναι κατάλληλη για παρέμβαση για τη μείωση του ποσού εφόσον, καθώς είπαμε, δεν υπερβαίνει τα όρια της δίκαιης αποζημίωσης. Το μέτρο καθορισμού των γενικών αποζημιώσεων δεν είναι ανελαστικό. Οι αποζημιώσεις πρέπει να είναι λογικές και να αποζημιώνουν δίκαια το θύμα για ό,τι έχει υποστεί ως αποτέλεσμα των αμελών πράξεων ή παραλείψεων άλλου, ανάλογα βέβαια με το βαθμό ευθύνης του κάθε εμπλεκόμενου. Το μέτρο της αποζημίωσης, με δεδομένο το πραγματικό υπόβαθρο, καθορίζεται με βάση τη λογική και την πείρα.

Ο εφεσίβλητος με την αντέφεση που καταχώρησε εισηγείται ότι το δικαστήριο λανθασμένα παρέλειψε να επιδικάσει υπέρ του αποζημίωση για απώλεια εισοδήματος ίση προς τους μισθούς 14 μηνών δηλαδή της περιόδου που δεν εργαζόταν και δεν πληρωνόταν από την εταιρεία του στην οποία ήταν ο μόνος μέτοχος. Το πρωτόδικο δικαστήριο εξέτασε το θέμα και ορθά κατέληξε στο συμπέρασμα, για τους λόγους που εξηγούνται στην εφεσιβαλλόμενη απόφαση ότι με βάση τη μαρτυρία που είχε ενώπιόν του δεν μπορούσε να στηριχθεί βάσιμα η σχετική αξίωση.

Για τους λόγους που έχουν εξηγηθεί η έφεση και η αντέφεση [*1379]απορρίπτονται χωρίς διαταγή για έξοδα.

Η έφεση και η αντέφεση απορρίπτονται. Δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο