Βαλανίδης Νικόλαος ν. Πανεπιστημίου Κύπρου (2008) 1 ΑΑΔ 288

(2008) 1 ΑΑΔ 288

[*288]20 Μαρτίου, 2008

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στές]

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΒΑΛΑΝΙΔΗΣ,

Εφεσείων - Ενάγων,

v.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟY ΚΥΠΡΟΥ,

Εφεσιβλήτου - Εναγομένου.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 76/2006)

 

Πολιτική Δικονομία Αίτηση για εκδίκαση προκαταρκτικού νομικού σημείου δυνάμει της Δ.27 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας ― Περιστάσεις υπό τις οποίες γίνεται δεκτή.

Διοικητικό Δίκαιο ― Ακύρωση διοικητικής απόφασης ― Αποζημιώσεις δυνάμει του Άρθρου 146.6 του Συντάγματος ― Προϋποθέσεις επιδίκασης αποζημιώσεων ― Η ακύρωση διοικητικής απόφασης δεν θεμελιώνει αφ’ εαυτής αγώγιμο δικαίωμα για αποζημιώσεις ― Προϋποθέσεις δημιουργίας αγώγιμου δικαιώματος επιτυχόντος αιτητή για αποζημιώσεις δυνάμει του Άρθρου 146.6 του Συντάγματος.

Πολιτική Δικονομία ― Δικόγραφα ― Έκθεση απαιτήσεως ― Οι αξιώσεις του ενάγοντος πρέπει να καθορίζονται με σαφήνεια και να τροχιοδρομείται τόσο η πρωτόδικη όσο και η κατ’ έφεση διαδικασία σε εκ των προτέρων γνωστές παραμέτρους.

Έξοδα ― Αποτέλεσμα της δίκης ― Έξοδα, ακολουθούν κατά κανόνα το αποτέλεσμα της δίκης, εκτός εάν συντρέχουν γεγονότα που δικαιολογούν απόκλιση από τον κανόνα.

Ο εφεσείων καταχώρησε προσφυγή εναντίον της απόφασης του Πανεπιστημίου Κύπρου με την οποία, μεταξύ άλλων, του επεβλήθη ποινή αργίας και απομάκρυνσης 18 μηνών από τα πανεπιστημιακά του καθήκοντα για απρεπή συμπεριφορά εναντίον φοιτήτριας. Το Ανώτατο Δικαστήριο τον δικαίωσε. Στη συνέχεια καταχώρησε αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο με την οποία ζητούσε αποζημιώσεις με βάση το Άρθρο 146.6 του Συντάγματος.

[*289]Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού εξέτασε προδικαστικά το ερώτημα που έθεσε ο εφεσίβλητος, που αφορούσε το κατά πόσο η αγωγή ήταν πρόωρη για το λόγο ότι δεν ζητήθηκε πρώτα από τη διοίκηση ικανοποίηση της αξίωσής του, απέρριψε την αγωγή. Εναντίον της απορριπτικής απόφασης ο εφεσείων καταχώρησε την παρούσα έφεση.

Με τους λόγους έφεσης αμφισβητείται (α) η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης σε σχέση με την εκδίκαση προδικαστικά του πιο πάνω θέματος, αφού τούτο δεν αφορούσε καθαρά νομικό σημείο και (β) η θέση του Δικαστηρίου ότι η επιστολή που απεστάλη προς το πανεπιστήμιο πριν την καταχώρηση της αγωγής δεν ικανοποιούσε την πρόνοια για υποβολή της αξίωσης στη διοίκηση, η οποία και δεν ικανοποιήθηκε. Υποβλήθηκε ακόμη ότι η αγωγή δεν βασιζόταν μόνο σε απαίτηση αποζημιώσεων με βάση το Άρθρο 146.6 του Συντάγματος, αλλά εδραζόταν και στον περί Αστικών Αδικημάτων Νόμο, στο Σύνταγμα, στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και σε άλλες Διεθνείς Συμβάσεις. Οι ισχυρισμοί αυτοί τέθηκαν πρωτοδίκως και απορρίφθηκαν. Τέλος ο εφεσείων παραπονείται για την έκδοση διαταγής εξόδων εναντίον του.

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά αποφάσισε προδικαστικά το πιο πάνω θέμα. Σύμφωνα με τη σχετική νομολογία, η έκδοση διαταγής για προδικαστική εκδίκαση νομικού σημείου που εγείρεται στις έγγραφες προτάσεις, γίνεται κατά κανόνα, όταν το Δικαστήριο κρίνει ότι αυτό εγείρει σοβαρό νομικό θέμα, το οποίο αν αποφασιστεί υπέρ του αιτητή, αποφασίζεται η όλη υπόθεση, ή ένα ουσιώδες θέμα της αγωγής. Στην προκείμενη περίπτωση, το θέμα ήταν τέτοιο, που πράγματι, αν αποφασιζόταν υπέρ του αιτητή – εφεσίβλητου, θα έδιδε τέλος στην αγωγή. Το Άρθρο 146.6 είναι καθαρό και έχει ερμηνευθεί από τα Δικαστήρια. Η σχετική επιστολή του εφεσείοντος ήταν ενώπιον του Δικαστηρίου, το οποίο και ήταν σε θέση, με βάση τα πιο πάνω, να αποφασίσει το θέμα προδικαστικά. Η διαταγή του Δικαστηρίου για προδικαστική εξέταση θέματος πρέπει να εκδίδεται με φειδώ και σε εξαιρετικά απλές και καθαρές περιπτώσεις.

2.  Συναρτώντας το περιεχόμενο της επιστολής με το Άρθρο 146.6 του Συντάγματος, η κατάληξη είναι πως στην επιστολή ουδόλως περιέχεται αξίωση για αποζημιώσεις.

3.  Όπως είναι διατυπωμένες οι αξιούμενες γενικές, δίκαιες και/ή εύλογες αποζημιώσεις στην έκθεση απαιτήσεως του εφεσείοντος δεν [*290]παραπέμπουν σε απαίτηση με βάση άλλο αγώγιμο δικαίωμα, ούτε δικογραφείται οτιδήποτε που να αναφέρεται σε άλλη βάση αγωγής παρά στην απαίτησή του για εύλογη και δίκαιη αποζημίωση, την οποία και βασίζει στο Άρθρο 146.6 του Συντάγματος.

4.  Ορθά στην παρούσα υπόθεση το πρωτόδικο Δικαστήριο επιδίκασε τα έξοδα εναντίον του εφεσείοντος – ενάγοντος, του οποίου η αγωγή απορρίφθηκε.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα εναντίον του εφεσείοντος.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Χ”Οικονόμου v. Ελληνικής Τραπέζης Λτδ (1992) 1 Α.Α.Δ. 949,

Vnukovo Airlines (V.A) κ.ά. v. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2001) 1 Α.Α.Δ. 969,

Νίκολας v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 1 Α.Α.Δ. 983,

Κατσαούνη v. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2004) 1 Α.Α.Δ. 780,

Επίσημος Παραλήπτης, παραλήπτης της περιουσίας του Γεώργιου Στυλιανού v. Σχολικής Εφορείας Αραδίππου (2004) 1 Α.Α.Δ. 1312,

Χάσικος κ.ά. v. Χαραλαμπίδη (1990) 1 Α.Α.Δ. 389.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Δημητριάδου, Α.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 3973/02), ημερομ. 15.2.06.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Εφεσείοντα.

Ν. Παρτασίδου και Μ. Ιεροκηπιώτου, για Γ. Τριανταφυλλίδη, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Π. Αρτέμη, Δ..

[*291]ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.:  Ο εφεσείων-ενάγων ήταν διορισμένος σε θέση Αναπληρωτή Καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Κύπρου από 1.7.1998.  Κατόπιν καταγγελίας για απρεπή συμπεριφορά κατά φοιτήτριας και μετά από πειθαρχική διαδικασία, επεβλήθη σ΄αυτόν ποινή αργίας και απομάκρυνσης 18 μηνών από τα πανεπιστημιακά του καθήκοντα και πλήρης αποκοπή και στέρηση των αποδοχών του για όλη την πιο πάνω περίοδο. 

Ο εφεσείων καταχώρησε στο Ανώτατο Δικαστήριο  προσφυγή, η οποία κατέληξε σε ακύρωση της πιο πάνω απόφασης.  Ακολούθως, καταχώρησε αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, με την οποία ζητούσε καταβολή αποζημιώσεων για ζημιές που υπέστη συνεπεία της πιο πάνω ακυρωθείσας διοικητικής απόφασης. Η αγωγή βασίστηκε στο Άρθρο 146.6 του Συντάγματος. 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού εξέτασε προδικαστικά το ερώτημα που έθεσε ο εφεσίβλητος, που αφορούσε το κατά πόσο η αγωγή ήταν πρόωρη για το λόγο ότι δεν ζητήθηκε πρώτα από τη διοίκηση ικανοποίηση της αξίωσης του, απέρριψε την αγωγή.  Εναντίον της απορριπτικής απόφασης ο εφεσείων καταχώρησε την παρούσα έφεση.

Βασικά οι λόγοι έφεσης αφορούν τους πιο κάτω ισχυρισμούς:

1.  Υποβάλλεται ότι κακώς το πρωτόδικο Δικαστήριο δίκασε προδικαστικά το θέμα, αφού τούτο δεν αφορούσε καθαρά νομικό σημείο, αλλά έπρεπε να βασισθεί και σε αμφισβητούμενα γεγονότα.

2.  Ισχυρίζεται ο εφεσείων ότι επιστολή που απεστάλη προς το πανεπιστήμιο πριν την καταχώρηση της αγωγής, ικανοποιούσε την πρόνοια για υποβολή αξίωσης στην διοίκηση, η οποία και δεν ικανοποιήθηκε.

3.  Υποβλήθηκε  ότι η αγωγή δεν βασιζόταν μόνο σε απαίτηση αποζημιώσεων με βάση το Άρθρο 146.6 του Συντάγματος, αλλά εδραζόταν και στον περί Αστικών Αδικημάτων Νόμο, Κεφ. 148, (συγκεκριμένα επί των Άρθρων 17 και 25) και σε διάφορα άρθρα του Συντάγματος, καθώς και «της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και τις Διεθνείς Συμβάσεις, την Οικουμενική Διακήρυξη, το Διεθνές Σύμφωνο Αστικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων και τη Νομολογία». Οι ισχυρισμοί αυτοί τέθηκαν και ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου και απορρίφθηκαν.

[*292]Το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Χ” Οικονόμου ν. Ελληνικής Τραπέζης Λτδ (1992) 1 Α.Α.Δ. 949 στη σελίδα 956, αφού παραθέτει σχετική νομολογία, αναφέρει τα ακόλουθα:

«Η σχετική αίτηση πρέπει να καθορίζει το συγκεκριμένο νομικό σημείο που εγείρεται και να καταχωρείται κατά το χρόνο που κλείνουν οι έγγραφες προτάσεις ή πολύ σύντομα αργότερα.  Κανονικά η προκαταρκτική εκδίκαση θα πρέπει να ζητείται στην Αίτηση για Οδηγίες (Summons for Directions).  Η έκδοση τέτοιας διαταγής γίνεται κατά κανόνα, όταν το Δικαστήριο κρίνει ότι το κρινόμενο νομικό σημείο εγείρει σοβαρό νομικό θέμα, το οποίο αν αποφασιστεί υπέρ του αιτητή, αποφασίζεται η όλη υπόθεση, ή ένα ουσιώδες θέμα της αγωγής.  Μια τέτοια διαταγή θα πρέπει να εκδίδεται με φειδώ και σε εξαιρετικά απλές και καθαρές περιπτώσεις και όχι στις περιπτώσεις εκείνες που τα εγειρόμενα θέματα, λόγω της ασάφειας των γεγονότων ή του νόμου, θα πρέπει να αποφασιστούν κατά την ακρόαση.  Ακόμα, η διαταγή αυτή δεν εκδίδεται όταν υπάρχουν αμφισβητούμενα γεγονότα.»

Η θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί του θέματος αυτού μας βρίσκει απόλυτα σύμφωνους.  Το θέμα ήταν τέτοιο, που πράγματι, αν αποφασιζόταν υπέρ του αιτητή-εφεσίβλητου, θα έδιδε ένα τέλος στην αγωγή. Το Άρθρο 146.6 είναι καθαρό και έχει ερμηνευθεί από τα Δικαστήρια.  Η επιστολή, στην οποία βασιζόταν ο εφεσείων-ενάγων ως περιέχουσα αξίωση για ικανοποίηση των ζημιών του ήταν ενώπιον του Δικαστηρίου και η ευπαίδευτη πρωτόδικη Δικαστής ήταν σε θέση, με βάση τα πιο πάνω, να αποφασίσει προδικαστικά το θέμα.  Ως εκ τούτου αυτός  ο λόγος έφεσης θα πρέπει να απορριφθεί.

Το Άρθρο 146.6 του Συντάγματος προνοεί τα ακόλουθα:

«6.  Παν πρόσωπον ζημιωθέν εξ αποφάσεως ή πράξεως ή παραλείψεως κηρυχθείσης άκυρου κατά την τετάρτην παράγραφον του παρόντος άρθρου δικαιούται εφόσον η αξίωσις αυτού δεν ικανοποιηθεί υπό του περί ου πρόκειται οργάνου, αρχής ή προσώπου, να επιδιώξη δικαστικώς αποζημίωσιν ή άλλην θεραπείαν επί τω τέλει, όπως επιδικασθεί εις τούτο δικαία και εύλογος αποζημίωσις, καθοριζομένη υπό του Δικαστηρίου ή παρασχεθή εις τούτο άλλη δικαία και εύλογος θεραπεία ην το Δικαστήριον έχει την εξουσίαν να παράσχη.»

Παραθέτουμε τώρα την επιστολή, στην οποία βασίζεται ο εφε[*293]σείων ως περιέχουσα την αξίωσή του προς το Πανεπιστήμιο:

«Κύριοι,

Προσφυγή 1049/98-ΑΕ 2845

Αναφέρομαι στην πιο πάνω υπόθεση και μετά την απόσυρση της πιο πάνω έφεσης παραμένει ισχυρή η πρωτόδικη απόφαση.

Ως εκ τούτου σας καλώ σε συμμόρφωση και επανεξέταση βάση του άρθρ. 146(5) και (6) του Συντάγματος.

Παρακαλώ όπως ενημερωθώ για τις ενέργειες σας.

Επιφυλάσσω τα δικαιώματα του πελάτη μου κ. Νίκου Βαλανίδη για κάθε ζημιά που έχει υποστεί.»

Είναι προφανές ότι στην επιστολή αυτή ο εφεσείων δεν υπέβαλε αξίωση για αποζημίωση προς τον εφεσίβλητο, με την οποία να συγκεκριμενοποιεί το ποσό των ζημιών του, αλλά απλώς περιορίζεται στο να ζητήσει συμμόρφωση με την ακυρωτική απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, επιφυλάσσοντας το δικαίωμά του για τις ζημιές που έχει υποστεί. 

Στην υπόθεση Vnukovo Airlines (V.A) κ.ά. ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2001) 1 Α.Α.Δ. 969, έγινε αναφορά στην Petrides (1965) 1 C.L.R. 39, στην οποία λέχθηκαν τα πιο κάτω:

«. . . . η περί αποζημιώσεως ή άλλης θεραπείας αξίωσις πρέπει να απευθύνεται το πρώτον, προς την διοίκηση και, εφόσον αυτή δεν ικανοποιηθεί, τότε πλέον να καταχωρείται πολιτική αγωγή ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου. Διαφορετικά δεν γεννάται αγώγιμο δικαίωμα.  Η θέση αυτή συνάδει και με το απόσπασμα από τον Κυριακόπουλο, το οποίο υιοθετήθηκε από το Εφετείο στην Petrides (πιο κάτω), σύμφωνα με το οποίο, ‘Η αποκατάστασις όμως δεν περιλαμβάνει και την ανόρθωσιν της υλικής ζημιάς.  Το Συμβούλιον Επικρατείας . . .  δεν επιδικάζη χρηματικάς καταβολάς . . . Αν δε η διοίκησις αρνήται να εκπληρώση τοιαύτας υποχρεώσεις, ανακύπτει πλέον αστική διαφορά διά την οποίαν αρμόδια είναι τα πολιτικά δικαστήρια . . . .’ ( Η έμφαση με πλάγια γραφή δίδεται από το Εφετείο στην Petrides (1965) 1 C.L.R. 39, στη σελίδα 46).»

(Δέστε και Νίκολας ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Μέσω του Γενικού Εισαγγελέα (2001) 1 Α.Α.Δ. 983, Κατσαούνη ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2004) 1 Α.Α.Δ. 780, Επίσημος Παρα[*294]λήπτης, παραλήπτης της περιουσίας του Γεωργίου Στυλιανού ν. Σχολικής Εφορείας Αραδίππου (2004) 1 Α.Α.Δ. 1312).

Συναρτώντας το περιεχόμενο της επιστολής με το Άρθρο 146.6 του Συντάγματος, καταλήγουμε πως στην επιστολή αυτή ουδόλως περιέχεται αξίωση για αποζημιώσεις. 

Ισχυρίζεται περαιτέρω ο εφεσείων ότι η αγωγή του βασίζεται και στον περί Αστικών Αδικημάτων Νόμο, καθώς και σε παραβιάσεις συνταγματικών του δικαιωμάτων.  Μετά όμως από εξέταση των δικογράφων, καταλήγουμε πως η θέση αυτή δεν έχει έρεισμα.

Στη γενική οπισθογράφηση αναφέρει τα ακόλουθα:

«Ο ενάγων με βάση το Άρθρο 146.6 του Συντάγματος και επειδή δεν του προσέφεραν ή δεν υπήρξε από τον εναγόμενον παρά το ότι αναζητήθηκε από τον ενάγοντα, θεραπεία ή προσφορά θεραπείας αξιοί ως ακολούθως:»-

Ακολουθεί η απαίτηση για γενικές και ειδικές αποζημιώσεις, καθώς και για εύλογη και δίκαιη θεραπεία, όπως και τιμωρητικές αποζημιώσεις. 

Επίσης στην παράγραφο 23 της Έκθεσης Απαίτησης αναφέρονται τα εξής:

«Για τους λόγους αυτούς με βάση την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου και το Άρθρο 146.6 του Συντάγματος, ο ενάγοντας καταχώρησε την παρούσα αγωγή και αξιώνει, . . .». 

Ακολουθούν λεπτομέρειες των ειδικών του ζημιών. 

Επίσης, στην παράγραφο 24 της Έκθεσης Απαίτησης, όπου καταγράφονται οι αξιώσεις του, αναφέρει:

«Γι΄αυτό ο ενάγοντας αξιώνει με βάση το Άρθρο 146.6 του Συντάγματος:». 

Ακολουθούν οι αξιώσεις.

(Οι υπογραμμίσεις είναι δικές μας).

Είναι έτσι, προφανές ότι, πουθενά στην Έκθεση Απαίτησης δεν υπάρχει αναφορά σε απαίτηση με βάση άλλο αγώγιμο δικαίωμα, [*295]ούτε δικογραφείται οτιδήποτε που να αναφέρεται σε άλλη βάση αγωγής παρά στην απαίτηση του για εύλογη και δίκαιη αποζημίωση, την οποία και βασίζει στο Άρθρο 146.6 του Συντάγματος, όπως παρατηρεί και στην απόφαση της η ευπαίδευτη Δικαστής. Όπως είναι διατυπωμένες οι αξιούμενες γενικές, δίκαιες και/ή εύλογες αποζημιώσεις για την προσβολή, δυσφήμιση, εξευτελισμό και προσβολή της προσωπικότητάς του, συναρτώνται σαφώς με αποζημιώσεις κάτω από το εν λόγω άρθρο και όχι ως αποζημιώσεις για ξεχωριστές αιτίες αγωγής. Ούτε ευσταθεί το κατ΄έφεση επιχείρημα ότι ο ενάγων δικαιούται να αναπτύξει, με βάση το Άρθρο 30 του Συντάγματος, νομικά επιχειρήματα έξω από το αυστηρό πλαίσιο της δικογραφίας ή του περιγράμματος έφεσης.  Οι δικονομικοί κανόνες υπάρχουν για να καθορίζουν με σαφήνεια τις αξιώσεις του πολίτη και να τροχιοδρομείται τόσο η πρωτόδικη όσο και η κατ΄έφεση διαδικασία σε εκ των προτέρων γνωστές παραμέτρους.

Όσον αφορά παράπονο του εφεσείοντα για την επιδίκαση εξόδων εναντίον του, παραπέμπουμε στο πιο κάτω απόσπασμα από την Χάσικος κ.ά ν. Χαραλαμπίδη (1990) 1 Α.Α.Δ. 389 στη σελ. 393:

«Η απονομή των εξόδων ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου.  Η ευχέρεια ασκείται δικαστικά με γνώμονα, ως κύριο μέτρο, το αποτέλεσμα της υπόθεσης. Τόσο βαθειά θεμελιωμένη είναι η αρχή αυτή στην αστική διαδικασία, τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα, ώστε να μη δίδονται κατά κανόνα λόγοι (εξυπακούονται) για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου όταν η διαταγή για τα έξοδα συνάδει με την αρχή αυτή.  Οι λόγοι για τους οποίους τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα (στην αστική διαδικασία) είναι ευνόητοι: Η δικαίωση δε συνεπάγεται δαπάνη.»

Ορθά στην παρούσα υπόθεση το πρωτόδικο Δικαστήριο επιδίκασε τα έξοδα εναντίον του εφεσείοντα-ενάγοντα, του οποίου η αγωγή απορρίφθηκε.

Κατ’ ακολουθία, η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του εφεσείοντα, τα οποία να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το Δικαστήριο.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του εφεσείοντος.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο