Eμπορική Eταιρεία Παλαιχωρίου Λτδ και Άλλη ν. Γεωργίας T. Στυλιανού και Άλλης (2008) 1 ΑΑΔ 349

(2008) 1 ΑΑΔ 349

[*349]26 Mαρτίου, 2008

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]

(Πολιτική Έφεση Αρ. 271/2005)

ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΛΑΙΧΩΡΙΟΥ ΛΤΔ,

Εφεσείουσα - Ενάγουσα,

v.

ΓΕΩΡΓΙΑΣ Τ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ,

Εφεσίβλητης - Εναγομένης.

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 272/2005)

ΓΕΩΡΓΙΑ Τ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ,

Εφεσείουσα - Εναγομένη,

ν.

ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΠΑΛΑΙΧΩΡΙΟΥ ΛΤΔ,

Εφεσίβλητης - Ενάγουσας.

(Πολιτικές Εφέσεις Αρ. 271/2005, 272/2005)

 

Εκδίκαση δικαστικών υποθέσεων ― Αναβολή ακρόασης αγωγής Απόρριψη αιτήματος αναβολής της ακρόασης αγωγής χωρίς την παροχή της αναγκαίας εξήγησης από το Δικαστήριο ― Οδήγησε σε διαταγή για επανεκδίκαση.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα της ενάγουσας εταιρείας για αναβολή της ακρόασης. Δεν απέρριψε όμως την αγωγή, παρότι κλήθηκε από την αντίδικη πλευρά να το πράξει, θεώρησε πως η υπόθεση της ενάγουσας εταιρείας είχε συμπληρωθεί και κάλεσε την εναγόμενη να παρουσιάσει τη δική της υπόθεση. Το Δικαστήριο κατέληξε σε τελική απόφαση εν μέρει υπέρ της ενάγουσας εταιρείας. Η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης αμφισβητήθηκε και από τις δύο [*350]πλευρές με έφεση και αντέφεση.

Α. Έφεση της ενάγουσας εταιρείας υπ’ αρ. 271/05

     Η ενάγουσα εταιρεία υποστήριξε πως η άρνηση της αναβολής που ζητήθηκε με αποτέλεσμα αυτή να μη εκπροσωπηθεί στη δίκη, ήταν εσφαλμένη.

Β. Έφεση της εναγόμενης υπ’ αρ. 272/05

     Η εναγόμενη υπέβαλε προδικαστική ένσταση πως, για να ήταν εμπρόθεσμη η έφεση κατά της άρνησης αναβολής, αυτή θα έπρεπε να είχε ασκηθεί όχι στο τέλος αλλά μέσα σε 14 μέρες από τις 31.1.05.

     Η εναγόμενη υποστήριξε πως το Δικαστήριο έπρεπε να απορρίψει την αγωγή της ενάγουσας εταιρείας μετά την απόρριψη του αιτήματός της για αναβολή. Επίσης, το Δικαστήριο έπρεπε να απορρίψει την αγωγή λόγω κατάχρησης της δικαστικής διαδικασίας. Λανθασμένη ήταν επίσης η απόφαση του Δικαστηρίου να μην επιδικάσει έξοδα.

Αποφασίστηκε ότι:

Έφεση υπ’ αρ. 271/05

Το παράπονο της εφεσείουσας ως προς το χειρισμό του θέματος της αναβολής της ακρόασης είναι βάσιμο. Το Δικαστήριο δεν πρέπει να εγκρίνει χωρίς καλό λόγο την αναβολή. Όμως η πάροδος χρόνου, αφ’ εαυτής, δεν σημαίνει αναπόφευκτα και υπαιτιότητα. Στην προκείμενη περίπτωση, ενώ το πρωτόδικο Δικαστήριο δέχθηκε πως νομοτύπως υπήρχε ενώπιόν του αίτημα για αναβολή, το απέρριψε επειδή δεν δόθηκε ικανοποιητικός λόγος για την καθυστέρηση, όταν με δική του παρέμβαση απέκλεισε την παροχή της αναγκαίας εξήγησης. Η λύση για το χειρισμό που έγινε είναι η έκδοση διαταγής επανεκδίκασης της αγωγής.

Έφεση υπ’ αρ. 272/05

Η θέση της εναγομένης ότι έπρεπε να είχε αποσυρθεί η υπό συζήτησιν αγωγή και όχι η προηγούμενη αγωγή, για να αποφευχθεί η ισχυριζόμενη κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας δεν μπορεί να γίνει κατανοητή ενόψει του γεγονότος ότι οι δύο αγωγές ήταν οι ίδιες.

[*351]Η έφεση 271/05 επιτράπηκε. Διατάχθηκε επανεκδίκαση της αγωγής από άλλο δικαστή.

Η έφεση 272/05 απέληξε χωρίς αντικείμενο και απορρίφθηκε.

Επιδικάσθηκαν υπέρ της ενάγουσας εταιρείας €1.500 έξοδα, περιλαμβανομένου του Φ.Π.Α. Τα έξοδα πρωτοδίκως θα είναι έξοδα της υπόθεσης.

Αναφερόμενη υπόθεση:

Διευθυντής των Φυλακών v.  Τζεννάρο Περρέλλα (1995) 1 Α.Α.Δ. 217.

Εφέσεις.

Εφέσεις από τις εφεσείουσες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Ζωμενής, Α.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 10474/01), ημερομ. 28.7.05.

Α. Γεωργίου, για την Εφεσείουσα, στην Π.Ε. 271/05 και για την Εφεσίβλητη, στην Π.Ε. 272/05.

Θ. Αντρέου, για την Εφεσίβλητη, στην Π.Ε. 271/05 και για την Εφεσείουσα, στην Π.Ε. 272/05.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Κωνσταντινίδης.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.:  Ακούστηκαν ορισμένοι μάρτυρες της ενάγουσας εταιρείας και επειδή ο δικηγόρος της, με την άδεια του Δικαστηρίου, αποσύρθηκε, η αγωγή ορίστηκε να συνεχιστεί στις 31.1.05. Εκείνη την ημέρα εμφανίστηκε δικηγόρος που δήλωσε πως είχε μόλις διοριστεί και πως θα του ήταν δυνατό να αναλάβει, εφόσον θα εγκρινόταν το αίτημα που θα υπέβαλλε ο παρών διευθυντής της ενάγουσας εταιρείας. Χωρίς άλλα, πριν δηλαδή να υποβληθεί και, βεβαίως, να τεκμηριωθεί αίτημα για αναβολή, ενόψει της ένστασης του δικηγόρου της εναγομένης, το πρωτόδικο δικαστήριο, με αναφορά στο χρονικό διάστημα που παρήλθε από την προηγούμενη ημερομηνία, απέρριψε ό,τι εκλήφθηκε ως τότε υποβληθέν αίτημα για αναβολή, από δικηγόρο της ενάγουσας εταιρείας.  Αποχώρησε τότε ο δικηγόρος που θα εκπροσωπούσε την ενά[*352]γουσα εταιρεία και το πρωτόδικο δικαστήριο ρώτησε το Διευθυντή της ενάγουσας εταιρείας αν ήθελε να πει οτιδήποτε. Για να τον διακόψει όμως πριν συμπληρώσει την πρώτη φράση του.  Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα από τα πρακτικά:

«Ο δικηγόρος της ενάγουσας εταιρείας έχει αποχωρήσει. Ο κ. Ηρακλέους ο οποίος είναι παρών τι θέλει να πει;

   κ. Ηρακλέους:  Αν επιτρέπεται εντιμότατε, οι λόγοι που έφθασαν σήμερα …

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ:  Δεν θα εξετάσω τώρα λόγους που σχετίζονται με προηγούμενη απόφαση.  Αυτή τη στιγμή τι ζητάτε;

κ. Ηρακλέους:  Ζητώ από το σεβαστό δικαστήριο μία αναβολή για να μπορέσω να βρώ άλλο δικηγόρο.»

Ακολούθησε δεύτερη ένσταση από την πλευρά της εναγομένης.  Όπως δηλώθηκε, «όχι στο αίτημα καθ’ αυτό» αλλά στη δυνατότητα να εκπροσωπήσει την ενάγουσα εταιρεία μη δικηγόρος, δηλαδή ο Διευθυντής της.  Και ενώ το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε πως η υποβολή αιτήματος για αναβολή από το Διευθυντή της ενάγουσας εταιρείας δεν συνιστούσε άσκηση δικηγορίας και πως, συνεπώς, θα μπορούσε να γίνει από το Διευθυντή της, στο τέλος απέρριψε το αίτημα.  Όπως εξήγησε, επειδή δεν είχε δοθεί ικανοποιητικός λόγος για την καθυστέρηση για την οποία υπαίτια ήταν η ενάγουσα εταιρεία.

Η συνέχεια ήταν επίσης ιδιότυπη.  Το πρωτόδικο δικαστήριο δεν δέχθηκε ως ορθή την εισήγηση πως, με την ενάγουσα μη εκπροσωπούμενη, θα έπρεπε να απορρίψει την αγωγή και, αφού δεν της ήταν πλέον δυνατό να καλέσει άλλους μάρτυρες, θεώρησε πως η υπόθεσή της είχε συμπληρωθεί και κάλεσε την εναγόμενη να παρουσιάσει τη δική της υπόθεση.  Αυθημερόν κλήθηκαν μάρτυρες από την εναγόμενη και αφού, μετά από δυο μέρες, άκουσε και την επιχειρηματολογία της, κατέληξε σε τελική απόφαση εν μέρει υπέρ της ενάγουσας εταιρείας, την ορθότητα της οποίας πλέον, με έφεση και αντέφεση αμφισβήτησαν και οι δυο πλευρές.  Η ενάγουσα εταιρεία, με αναφορά στη λανθασμένη, κατά την εισήγησή της άρνηση της αναβολής που ζητήθηκε, με αποτέλεσμα τη μη προσαγωγή της μαρτυρίας που περαιτέρω ήθελε να προσκομιστεί και, βεβαίως, ούτως ή άλλως, τη μη εκπροσώπησή της στη δίκη.  Η εναγόμενη, με αναφορά στη θέση της πως την απόρριψη του αιτήματος για αναβολή θα έπρεπε να είχε ακολουθήσει κατ’ ευθείαν [*353]απόρριψη της αγωγής αφού, από εκεί και πέρα, η ενάγουσα εταιρεία, κατά το νόμο ήταν απούσα.  Αλλά και με σχολιασμό επί της ουσίας ως προς τη λανθασμένη, κατά την άποψή της κατάληξη, ενόψει της μαρτυρίας αλλά και της εν τέλει απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου να μην επιδικάσει έξοδα.  Για να συμπληρώσουμε την εικόνα σημειώνουμε την αβάσιμη προδικαστική ένσταση της εναγόμενης πως, για να ήταν εμπρόθεσμη η έφεση κατά της άρνησης αναβολής, αυτή θα έπρεπε να είχε ασκηθεί όχι στο τέλος αλλά μέσα σε 14 μέρες από τις 31.1.05.

Δεν νομίζουμε πως χρειάζεται να επεκταθούμε σε λεπτομέρειες ως προς τη φύση της διαφοράς και το τελικό αποτέλεσμα όπως αυτό καθορίστηκε στην πρωτόδικη απόφαση.  Κρίνουμε βάσιμο το παράπονο της ενάγουσας εταιρείας ως προς το χειρισμό του θέματος της αναβολής της ακρόασης.  Είναι πρόδηλη η προσπάθεια του  πρωτόδικου δικαστηρίου να δει την εκδίκαση να συμπληρώνεται μέσα σε εύλογο χρόνο και η διάθεσή του να μην εγκρίνει χωρίς καλό λόγο την αναβολή. Αυτά τα επικροτούμε.  Όμως η πάροδος χρόνου, αφ‘ εαυτής, δεν σημαίνει αναπόφευκτα και υπαιτιότητα.  Το κρίσιμο πλέον ήταν ο λόγος για τον οποίο εκείνη την ημέρα και όχι προηγουμένως η ενάγουσα εταιρεία απευθύνθηκε στο δικηγόρο που εμφανίστηκε. Αυτός ο λόγος παρέμεινε άγνωστος και αυτό, όπως προκύπτει, επειδή δεν παρασχέθηκε ευκαιρία για επεξήγηση.  Ο δικηγόρος που εμφανίστηκε το άφησε καθαρά να εννοηθεί πως το αίτημα για την αναβολή και προφανώς την υποστήριξή του θα την έκανε ο Διευθυντής της ενάγουσας εταιρείας και είδαμε πως αυτός διακόπηκε.  Και στη συνέχεια, ενώ το πρωτόδικο δικαστήριο δέχτηκε πως νομοτύπως υπήρχε ενώπιόν του αίτημα για αναβολή, το απέρριψε επειδή δεν δόθηκε ικανοποιητικός λόγος για την καθυστέρηση, όταν με δική του παρέμβαση απέκλεισε την παροχή της αναγκαίας εξήγησης.

Ο χειρισμός που έγινε ανέτρεχε στο θεμέλιο της διαδικασίας και στο πλαίσιο των δεδομένων δεν μπορούμε να δούμε λύση άλλη από τον παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης, προκειμένου να επανεκδικαστεί η αγωγή.

Υπάρχει όμως ένα θέμα, με τη δική του αυτοτέλεια, το οποίο κρίνουμε πως μπορούμε και πρέπει να επιλύσουμε. Αφορά στην εισήγηση της εναγόμενης πως η αγωγή, ανεξάρτητα από οτιδήποτε άλλο, θα έπρεπε να είχε απορριφθεί ως καταχρηστική. Αυτό το θέμα δεν διασυνδέεται προς τη διαδικασία που περιγράψαμε, το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε υπέρ της ενάγουσας εταιρείας και τα δεδομένα ως προς αυτό είναι αδιαμφισβήτητα.  Θα είμαστε σύντο[*354]μοι. Η ενάγουσα είχε καταχωρίσει προηγουμένως και άλλη αγωγή την 1145/01, με όμοιο αντικείμενο.  Και ενώ, όπως δέχτηκε το πρωτόδικο δικαστήριο, η για κάποιο χρονικό διάστημα παράλληλη προώθηση και των δυο αγωγών ήταν καταχρηστική, το θέμα ήταν ποιες θα έπρεπε να ήταν οι συνέπειες αφού, όταν ηγέρθηκε ενώπιόν του το θέμα, από κάποιο χρόνο η πρώτη αγωγή είχε ήδη αποσυρθεί. Για να παραμείνει μόνο η συζητούμενη.  Η εναγόμενη θεωρεί πως ήταν λανθασμένη η εκτίμηση του πρωτόδικου δικαστηρίου πως η ανωμαλία είχε πλέον αρθεί και πως όσα προηγήθηκαν θα ήταν στοιχείο το οποίο ως προς τα έξοδα μόνο θα μπορούσε να έχει σημασία.  Δεν ήταν, βεβαίως, η άποψή της πως υπόκειντο σε απόρριψη και οι δυο αγωγές.  Στόχος  δεν είναι η επιβολή τιμωρίας αλλά διασφάλιση, με κατάλληλο μέσο που μπορεί να ποικίλλει κατά περίπτωση, ανάλογα με τις ανάγκες, όπως εξηγείται από την Ολομέλεια στη Δ/ντής των Φυλακών ν. Τζεννάρο Περρέλλα (1995) 1 A.A.Δ. 217 στην οποία αναφέρθηκε το πρωτόδικο δικαστήριο, «για την περιφρούρηση του σκοπού για τον οποίο παρέχονται οι δικαιοδοσίες του Δικαστηρίου». Η εναγόμενη, όμως, θεωρεί πως θα έπρεπε να είχε αποσυρθεί η συζητούμενη  και όχι η προηγούμενη αγωγή και αφού λανθασμένα αποσύρθηκε εκείνη, θα έπρεπε να απορριφθεί και η συζητούμενη.  Εν τούτοις οι δυο αγωγές ήταν οι ίδιες.  Δεν μπορούμε να κατανοήσουμε αυτή τη λογική και δεν νομίζουμε πως χρειάζεται να επεκταθούμε σε οτιδήποτε άλλο.

Η έφεση της ενάγουσας εταιρείας (271/05) επιτυγχάνει.  Η προσβαλλόμενη απόφαση παραμερίζεται και διατάσσεται επανεκδίκαση της αγωγής από άλλο δικαστή.  Συνακολούθως η έφεση της εναγόμενης (272/05) απολήγει χωρίς αντικείμενο και απορρίπτεται.  Επιδικάζονται υπέρ της ενάγουσας εταιρείας €1.500 έξοδα, περιλαμβανομένου του ΦΠΑ.  Τα έξοδα πρωτοδίκως θα είναι έξοδα της υπόθεσης.

Η έφεση αρ. 271/05 επιτρέπεται. Διατάσσεται επανεκδίκαση της αγωγής από άλλο δικαστή.

Η έφεση αρ. 272/05 απολήγει χωρίς αντικείμενο και απορρίπτεται.

Επιδικάζονται υπέρ της ενάγουσας εταιρείας €1.500 έξοδα, περιλαμβανομένου του Φ.Π.Α. Τα έξοδα πρωτοδίκως θα είναι έξοδα της υπόθεσης.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο