Σιτανάρης Λοΐζος Mιχάλη (2008) 1 ΑΑΔ 631

(2008) 1 ΑΑΔ 631

[*631]16 Μαΐου, 2008

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΣΕΡΤΙΟΡΑΡΙ (CERTIORARI) ΚΑΙ ΠΑΡΕΜΠΟΔΙΣΜΟΥ (PROHIBITION) ΑΠΟ ΤΟΝ ΛΟΪΖΟ ΜΙΧΑΛΗ ΣΙΤΑΝΑΡΗ,

ΚΑΙ

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΑΙ/ Ή

RULING ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΑΡ. 4120/2003 ΕΚΔΟΘΕΙΣΑ ΤΗΝ 9.5.2008 ΥΠΟ ΤΗΣ ΕΝΤΙΜΟΥ ΔΙΚΑΣΤΟΥ Κας ΝΑΤΑΛΙ ΤΑΛΑΡΙΔΟΥ,

ΚΑΙ

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

ΜΕΤΑΞΥ:

ΛΟΪΖΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΣΙΤΑΝΑΡΗ,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΕΩΣ ΓΗΣ.

(Αίτηση Αρ. 32/2008)

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση για άδεια καταχώρησης αίτησης Certiorari με το οποίο να ακυρώνεται η ενδιάμεση απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού με την οποία το Δικαστήριο αρνήθηκε αίτημα του ενάγοντος για αναβολή της υπόθεσης και θεώρησε ότι ο ενάγων έκλεισε την υπόθεσή του ― Απόρριψη αίτησης λόγω του ότι: (α) η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου δεν ελέγχεται με προνομιακό ένταλμα και (β) υπήρχε η δυνατότητα άσκησης εναλλακτικού ένδικου μέσου στην απουσία εξαιρετικών περιστάσεων για παράκαμψη του κανόνα ότι όπου προβλέπεται άλλο ένδικο μέσο δεν χωρεί αίτηση για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων.

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ― Δεν ελέγχεται από το Ανώτατο Δικαστήριο με προνομια[*632]κά εντάλματα.

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Απόδειξη εκ πρώτης όψεως υπόθεσης είναι αρκετή για χορήγηση άδειας.

Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού με ενδιάμεση απόφασή του απέρριψε αίτημα του αιτητή – ενάγοντος στην αγωγή αρ. 4120/2003, για αναβολή της ακρόασης και θεώρησε ότι ο ενάγων έκλεισε την υπόθεσή του. Η αναβολή είχε ζητηθεί από τη δικηγόρο του ενάγοντος για να καλέσει τον 6ο της μάρτυρα ο οποίος απουσίαζε από το Δικαστήριο στις 9.5.2008 ημέρα κατά την οποία ήταν ορισμένη η συνέχιση της αγωγής και για να εξασφαλίσει την παρουσία του κατά την επόμενη δικάσιμο που ήταν η 19.5.2008, όπως είχε ήδη προγραμματιστεί.

Ο αιτητής καταχώρησε την παρούσα αίτηση για άδεια καταχώρησης αίτησης για έκδοση εντάλματος Certiorari με σκοπό την ακύρωση της προαναφερθείσας απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού.

Ο αιτητής ισχυρίζεται, μεταξύ άλλων, ότι με την απόφασή του, το Δικαστήριο του στέρησε τα δικαιώματά του τα οποία διασφαλίζονται με το Άρθρο 30 του Συντάγματος, ιδιαίτερα το δικαίωμα προσαγωγής μαρτυρίας και προβολής των ισχυρισμών του ενώπιον του Δικαστηρίου, ότι παραβιάστηκε το εχέγγυο της δίκαιης δίκης και οι κανόνες φυσικής δικαιοσύνης.

Η συνήγορος του αιτητή, κατά την αγόρευσή της, ισχυρίστηκε επίσης ότι παραβιάστηκε και η αρχή της ισότητας των όπλων, με αποτέλεσμα να δημιουργείται αδικία εις βάρος του αιτητή.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, αφού αναφέρθηκε εκτενώς στις αρχές που διέπουν την παραχώρηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος, απέρριψε την αίτηση και αποφάνθηκε ότι:

1) Το Επαρχιακό Δικαστήριο κατά την εξέταση του αιτήματος για αναβολή ασκούσε διακριτική ευχέρεια η οποία δεν ελέγχεται με προνομιακό ένταλμα.

2) Ο αιτητής έχει τη δυνατότητα να ασκήσει έφεση μετά την τελική ετυμηγορία του Δικαστηρίου, προβάλλοντας και τους ισχυρισμούς του ότι παραβιάστηκαν τα συνταγματικά του δικαιώματα και ότι κατά την άποψή του, η δίκη δεν ήταν δίκαιη. Στη διαδικασία της έφεσης, το Ανώτατο Δικαστήριο θα είναι σε θέση να εξετάσει την ορθότητα [*633]της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ενώ στη διαδικασία της αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari το Δικαστήριο περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της απόφασης.

3) Ο αιτητής δεν έχει πείσει το Δικαστήριο ότι υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις για χορήγηση άδειας, όπου προβλέπεται το εναλλακτικό ένδικο μέσο της έφεσης.

Η αίτηση απορρίφθηκε.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Κωνσταντινίδης (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298,

Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41,

R. v. Epping and Harlow General Commissioners [1983] 3 All E.R. 257,

Τράπεζα Κύπρου Λτδ (1999) 1 Α.Α.Δ. 1010,

Δημητρίου, Αίτηση Αρ. 129/99, ημερ. 3.11.99,

Μαγκάκης (1990) 1 Α.Α.Δ. 1068,

Μεστάνας (2000) 1 Α.Α.Δ. 1469.

Αίτηση.

Α. Ιωάννου με Ε. Κουδουνάρη, για τον Αιτητή.

Cur. adv. vult.

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Με την αίτησή του ημερ. 15.5.08, ο Αιτητής ζητά άδεια του Δικαστηρίου για να καταχωρήσει αίτηση για την έκδοση διατάγματος Certiorari με το οποίο να ακυρώνεται η ενδιάμεση απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ημερομηνίας 9.5.2008, στην αγωγή αρ. 4120/2003, με την οποία το Δικαστήριο αρνήθηκε αίτημα για αναβολή και θεώρησε ότι ο ενάγων έκλεισε την υπόθεσή του. 

Σύμφωνα με τα γεγονότα, ο Αιτητής είναι ο ενάγων στην πιο πάνω αγωγή. Στις 4.4.2008 που ήταν ορισμένη η υπόθεση για συνέχιση της ακρόασης με την επανεξέταση του 5ου μάρτυρα για τον ενάγοντα, κατά τον προγραμματισμό της υπόθεσης για συνέχιση, [*634]η Δικαστής που εκδίκαζε την υπόθεση, την όρισε για την 21.4.2008.  Η δικηγόρος του Αιτητή πληροφόρησε το Δικαστήριο ότι εκείνη την ημέρα είχε προγραμματισμένη συνεχιζόμενη ακρόαση της αγωγής 983/06 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου, ενώπιον του Προέδρου κ. Φ. Χαραλάμπους.  Πλην όμως, το Δικαστήριο επέμενε στο να ορίσει την υπόθεση την 21.4.2008, παρά το κώλυμα που είχε η δικηγόρος του Αιτητή.

Ως αποτέλεσμα, η δικηγόρος του Αιτητή υπέβαλε γραπτή αίτηση αναβολής της υπόθεσης 983/06 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου.  Όμως ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου απέρριψε το αίτημα.  Ενόψει αυτής της εξέλιξης, η δικηγόρος του Αιτητή, κατά την 21.4.2008 αναγκάστηκε να αιτηθεί αναβολή της επίδικης υπόθεσης που είχε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού.  Το αίτημα εγκρίθηκε και η αγωγή αναβλήθηκε για συνέχιση στις 9.5.2008.  Το Δικαστήριο ταυτόχρονα όρισε όπως η υπόθεση συνεχίσει και στις 19, 21 και 22 Μαΐου 2008.

Λίγες μέρες πριν τις 9.5.2008, η δικηγόρος του Αιτητή ενημέρωσε τον δικηγόρο των εναγομένων, κ. Τυπογράφο, ότι μετά την ολοκλήρωση της επανεξέτασης του 5ου μάρτυρα, η πλευρά του ενάγοντα θα παρουσίαζε ακόμη ένα μάρτυρα, τον κ. Μυλωνά, ο οποίος ήταν τοπογράφος/μηχανικός. Η δικηγόρος του Αιτητή πληροφόρησε τον αντίδικο της ότι συνεννοήθηκε με το μάρτυρα να είναι παρών στο Δικαστήριο.

Το πρωί της 9.5.2008, πριν την έναρξη της ακρόασης, η δικηγόρος του αιτητή ενημέρωσε τη Δικαστή ότι ο επόμενος μάρτυράς της που θα ήταν ο κ. Μυλωνάς, τελικά δεν μπορούσε να ήταν παρών στο Δικαστήριο και ως εκ τούτου μετά την ολοκλήρωση της επανεξέτασης του 5ου μάρτυρα, θα ζητούσε αναβολή.  Σύμφωνα με τη δικηγόρο του Αιτητή, η έγκαιρη πληροφόρηση του Δικαστηρίου έγινε με σκοπό να του επιτρέψει να προγραμματίσει το δικαστικό του χρόνο κατάλληλα.  Γύρω στις 11.45 οκοληρώθηκε η επανεξέταση του 5ου μάρτυρα του ενάγοντα και το Δικαστήριο κάλεσε την δικηγόρο του ενάγοντα, κα Α. Ιωάννου, να παρουσιάσει τον επόμενό της μάρτυρα.  Όμως ο μάρτυρας δεν ήταν παρών στο Δικαστήριο και η κα Ιωάννου ζήτησε αναβολή, ώστε ο μάρτυρας να είναι παρών κατά την επόμενη δικάσιμο που θα ήταν η 19.5.2008.  Η δικηγόρος για τον Αιτητή στην αγόρευσή της ενώπιόν μου, ανέφερε ότι, αν και δεν φαίνεται στα πρακτικά, ο κ. Τυπογράφος δεν έφερε ένσταση στο αίτημα για αναβολή. Δεν έχω λόγο να αμφισβητήσω το γεγονός, εφόσον αυτό προηγήθηκε των πρακτικών που κράτησε η στενογράφος. Το Δικαστήριο τελικά απέρριψε το αίτη[*635]μα.  Η δικηγόρος του Αιτητή ζήτησε διάλειμμα 30 λεπτών για να καταβάλει μια τελευταία προσπάθεια να επικοινωνήσει με το μάρτυρα.  Μετά το πέρας του διαλείμματος πληροφόρησε το Δικαστήριο ότι δεν κατάφερε να επικοινωνήσει με το μάρτυρα και ζήτησε εκ νέου αναβολή.  Το Δικαστήριο έκρινε ότι το θέμα της αναβολής εξαντλήθηκε και εφόσον η πλευρά του ενάγοντα δεν είχε άλλους μάρτυρες, θεώρησε ότι έκλεισε την υπόθεσή της.  Στη συνέχεια κάλεσε την πλευρά του εναγομένου να παρουσιάσει τον πρώτο της μάρτυρα.  Ο κ. Τυπογράφος πληροφόρησε το Δικαστήριο ότι δεν είχε μάρτυρα παρόντα επειδή η δικηγόρος του Αιτητή τον πληροφόρησε ότι η δικάσιμος θα αναλωνόταν με την επανεξέταση του 5ου μάρτυρα και στη συνέχεια με την εξέταση του μάρτυρα Μυλωνά.  Εάν δεν είχε αυτή την πληροφόρηση, τότε θα φρόντιζε ώστε να είχε παρόντες μάρτυρες. Ενόψει του λόγου που πρόβαλε ο δικηγόρος του εναγομένου, το Δικαστήριο ενέκρινε λογικό το αίτημα για αναβολή και διέταξε όπως η υπόθεση παραμείνει για συνέχιση της ακρόασης στις 19.5.08, όπως είχε ήδη προγραμματιστεί.

Ο Αιτητής ισχυρίζεται, μεταξύ άλλων, ότι με την απόφαση του το Δικαστήριο του στέρησε τα συνταγματικά του δικαιώματα τα οποία κατοχυρώνονται από το Άρθρο 30 του Συντάγματος και ιδιαίτερα το δικαίωμα του να προσαγάγει μαρτυρία και να προβάλει τους ισχυρισμούς του ενώπιον του Δικαστηρίου, ότι παραβιάστηκε το εχέγγυο της δίκαιης δίκης και οι κανόνες φυσικής δικαιοσύνης.

Ενώπιον μου αγόρευσε σήμερα η κα Κουδουνάρη, η οποία υποστήριξε ότι η αιτούμενη άδεια θα πρέπει να δοθεί γιατί παραβιάζει ανεπανόρθωτα τα συνταγματικά δικαιώματα του πελάτη της και τους κανόνες φυσικής δικαιοσύνης.  Επίσης ισχυρίστηκε ότι παραβιάζεται και η αρχή της ισότητας των όπλων, με αποτέλεσμα να δημιουργείται αδικία εις βάρος του Αιτητή.

Σύμφωνα με τη νομολογία, άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος, χορηγείται μόνο αν καταδειχθεί εκ πρώτης όψεως ότι υπάρχει επί της ουσίας συζητήσιμη υπόθεση.  Το Δικαστήριο δεν χρειάζεται να εμβαθύνει στην υπόθεση, αλλά περιορίζεται στο υλικό που τέθηκε ενώπιόν του για να αποφασίσει αν δικαιολογείται η παραχώρηση της αιτούμενης άδειας, (Βλ. Αναφορικά με την Αλέκος Κωνσταντινίδης (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298 και Προνομιακά Εντάλματα, Αρχές και Υποθέσεις, 2004, του Π. Αρτέμη, σελ. 160 - 65, 195).  Στις περιπτώσεις που το Δικαστήριο πειστεί ότι υπάρχει εναλλακτικό ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, το Ανώτατο Δικαστήριο σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις και κάτω από [*636]εξαιρετικές περιστάσεις παραχωρεί άδεια. (Βλ. Αναφορικά με την  Γεώργιος Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41 και R. v. Epping and Harlow General Commissioners [1983] 3 All E.R. 257).  Επίσης, τέτοιου είδους διατάγματα δεν εκδίδονται σε περιπτώσεις που το Δικαστήριο ασκεί διακριτική ευχέρεια μέσα στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του.  Τέτοια άσκηση διακριτικής ευχέρειας, δεν ελέγχεται με προνομιακό ένταλμα, εκτός εάν είναι εμφανές ότι ως αποτέλεσμα του τρόπου άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, παραβιάζονται τα συνταγματικά δικαιώματα το Αιτητή, χωρίς αυτός να έχει άλλη θεραπεία ή αν υπάρχει υπαλλακτική θεραπεία, υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις, οι οποίες συνηγορούν υπέρ της χορήγησης της άδειας για καταχώρηση Certiorari.

Στην προκειμένη περίπτωση το αίτημα, για να χορηγηθεί άδεια καταχώρησης αίτησης για έκδοση εντάλματος Certiorari, δεν μπορεί να ικανοποιηθεί για δύο βασικά λόγους. 

Πρώτον, το Επαρχιακό Δικαστήριο κατά την εξέταση του αιτήματος για αναβολή ασκούσε διακριτική ευχέρεια, κάτι που δεν ελέγχεται με προνομιακό ένταλμα. Όπως αναφέρθηκε από την Ολομέλεια στην Τράπεζα Κύπρου Λτδ. (1999) 1 Α.Α.Δ. 1010, στην οποία έκανε αναφορά και η δικηγόρος του Αιτητή:-

«Ένταλμα Certriorari χωρεί, όπως υποδείχθηκε από την Ολομέλεια στην υπόθεση Τζεννάρο Περέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692 είτε όπου το κατώτερο Δικαστήριο ενήργησε εκτός της δικαιοδοσίας του ή την υπερέβη, είτε όπου προκύπτει στην όψη του «πρακτικού» της απόφανσης του κατώτερου Δικαστηρίου, προφανές νομικό λάθος, έστω και αν αυτό δεν άπτεται της «δικαιοδοσίας». (σελ. 701).  Περιπτώσεις όπως η προκατάληψη ή το συμφέρον στη λήψη της απόφασης και γενικότερα η μη τήρηση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης όπως και η λήψη απόφασης με ψευδορκία, για τις οποίες επίσης χωρεί certiorari – βλ. την απόφαση της Ολομέλειας στην Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41 (στη σελ. 46) στην οποία γίνεται αναφορά στην πρωτόδικη Attorney General v. Christou (1962) C.L.R. 129 (Ιωσηφίδη, Δ.) – θεωρούνταν στην Αγγλική νομολογία ως εκφάνσεις έλλειψης ή υπέρβασης δικαιοδοσίας και έτσι εντάσσονται στα όρια που εξηγήθηκαν στην Τζεννάρο Περέλλα (Αρ. 2) (ανωτέρω).  Με το ένταλμα certiorari ελέγχεται η νομιμότητα της διαδικασίας στο κατώτερο δικαστήριο. Δεν προσφέρεται το ένταλμα για την αναθεώρηση της ορθότητας απόφασης.  Γι’ αυτό, όπου το κατώτερο δικαστήριο άσκησε διακριτική εξουσία, αυτή δεν ελέγχεται με certiorari αν την άσκησε μέσα στα όρια που την προ[*637]διαγράφουν αλλιώς, αν υπερέβη τα όρια, προκύπτει παρανόηση ή πλάνη νόμου και τότε ελέγχεται εφόσον διακρίνεται στο πρακτικό: βλ. τις Armah v. Government of Ghana a.o. [1966] 3 All E.R. 177 και The Foreign Compensation Commission a.o. [1969] 1 All E.R. 208» 

Η δικηγόρος του Αιτητή, ενώ φαίνεται να αποδέχεται ότι πρόκειται για άσκηση διακριτικής ευχέρειας, εντούτοις θεωρεί ότι ο τρόπος άσκησης της θα πρέπει να ελεγχθεί με προνομιακό ένταλμα.  Διαφωνώ με αυτή τη θέση.

Δεύτερον, ο Αιτητής κατά την άποψή μου μπορεί να μην έχει άμεσα το δικαίωμα να εφεσιβάλει την ενδιάμεση απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, όμως έχει την εναλλακτική θεραπεία να την εφεσιβάλει, μετά την τελική ετυμηγορία του Δικαστηρίου.  Θα μπορεί τότε να προβάλει και τους ισχυρισμούς του ότι παραβιάστηκαν τα συνταγματικά του δικαιώματα και ότι κατά την άποψή του, η δίκη δεν ήταν δίκαιη.  Στη διαδικασία της έφεσης, το Ανώτατο Δικαστήριο θα είναι σε θέση να εξετάσει την ορθότητα της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ενώ στη διαδικασία της αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari το Δικαστήριο περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της απόφασης.

Στην προκειμένη περίπτωση δεν διαπιστώνεται υπέρβαση δικαιοδοσίας. Αναφορικά με τους ισχυρισμούς για παράβαση των συνταγματικών δικαιωμάτων του Αιτητή, χωρίς να αποφασίζω το θέμα, εφόσον αυτό ενδεχομένως να εγερθεί και στο μέλλον, θα πρέπει να σημειώσω ότι από τα πρακτικά φαίνεται ότι δόθηκε στον Αιτητή εύλογος χρόνος για να παρουσιάσει την υπόθεσή του.  Επομένως, με την άρνηση του Δικαστηρίου να του δοθεί περαιτέρω αναβολή, δεν τίθεται θέμα έλλειψης δικαιοδοσίας, αλλά, όπως συνάγεται από τα γεγονότα, που ο ίδιος ο Αιτητής επικαλείται, θέμα ενδεχόμενης λανθασμένης άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, κάτι που μπορεί να ελεγχθεί με έφεση και όχι με το κατάλοιπο της εξουσίας του Δικαστηρίου, δυνάμει προνομιακού εντάλματος. (Βλ. Δημητρίου, Αίτηση Aρ. 129/99, ημερ. 3.11.99, Μαγκάκης (1990) 1 Α.Α.Δ. 1068 και Μεστάνας (2000) 1 Α.Α.Δ. 1469). Η δικηγόρος του Αιτητή στην αγόρευση της, ενώ σημειώνει τις πιο πάνω αρχές της νομολογίας επί του θέματος, εντούτοις εμμένει στην αρχική της θέση ότι η παρούσα είναι περίπτωση για να παραχωρηθεί η αιτούμενη άδεια.  Όμως, η εισήγησή της, είναι αντίθετη με τις πάγιες θέσεις που εκφράζονται μέσα από τη νομολογία.

[*638]Βέβαια, όπου ο Αιτητής έχει εναλλακτική θεραπεία, δεν αποκλείεται ολότελα από του να διεκδικήσει Certiorari.  Σύμφωνα με τη νομολογία, μπορεί να το πράξει, αν πείσει το Δικαστήριο ότι υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις που να το δικαιολογούν.  Όμως στην προκειμένη περίπτωση δεν διαπιστώνεται κάτι τέτοιο.  Το ότι η υπόθεση είναι ορισμένη τη Δευτέρα 19/5/08 και ο Αιτητής ενδεχομένως να μη μπορέσει να καλέσει τον τελευταίο του μάρτυρα, δεν αποτελεί εξαιρετική περίπτωση.  Όμως, εφόσον η πλευρά του Εναγομένου, τελικά δεν έχει ξεκινήσει την υπόθεσή της, η ευπαίδευτη συνήγορος για τον Αιτητή θα έχει την ευκαιρία, αν ο μάρτυρας της είναι τελικά παρών στο Δικαστήριο, να υποβάλει κατά την επόμενη δικάσιμο, εκ νέου αίτημα στο Δικαστήριο για να ακούσει και τον τελευταίο μάρτυρα του Αιτητή, οπότε και το Δικαστήριο θα μπορούσε να επανεξετάσει το όλο θέμα με βάση τα νέα δεδομένα και αφού σταθμίσει εκ νέου τα συμφέροντα τόσο της δικαιοσύνης όσο και των διαδίκων.  Διαζευκτικά, ο Αιτητής θα πρέπει να αναμένει την έκδοση της τελικής απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου και μετά να εγείρει την κατ’ ισχυρισμό λανθασμένη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας, μέσα στα πλαίσια έφεσης που ενδεχομένως να καταχωρήσει.

Η αίτηση απορρίπτεται.

Η αίτηση απορρίπτεται.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο