Eυαγγέλου Nίκος (Αρ. 1) (2008) 1 ΑΑΔ 648

(2008) 1 ΑΑΔ 648

[*648]19 Μαΐου, 2008

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

(ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (Ν. 33/64),

ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ,

ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΝΟΙΚΙΑΣΕΩΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΜΕ ΑΡ. Ε75/07 ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΝΤΑΛΜΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI,

PROHIBITION ΚΑΙ MANDAMUS

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΔΙΑΜΕΣΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΓΙΑ ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΕΚΤΕΛΕΣΕΩΣ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΝΟΙΚΙΑΣΕΩΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΣΤΙΣ 7/5/08 ΚΑΙ ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ Ε75/07 (24/10/07)

ΜΕΤΑΞΥ:

 

ΧΡΥΣΩΣ ΒΙΟΛΑΡΗ,

Αιτήτριας,

ν.

ΝΙΚΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ,

Καθ’ ου η αίτηση.

(Αίτηση Αρ. 33/2008)

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari, prohibition και mandamus ― Αίτηση για καταχώρηση των προαναφερθέντων ενταλμάτων εναντίον ενδιάμεσης απόφασης του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων με την οποία απερρίφθη αίτημα αναστολής εκ συμφώνου διατάγματος εκκέ[*649]νωσης κατοικίας ― Απουσία από την αίτηση της απαραίτητης έκθεσης γεγονότων ― Ύπαρξη εναλλακτικού ένδικου μέσου ― Καθυστέρηση στην καταχώρηση της αίτησης ― Οδήγησαν σε απόρριψη της αίτησης για έκδοση των αιτούμενων προνομιακών ενταλμάτων.

Προνομιακά εντάλματα ― Η αίτηση για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων πρέπει να υποστηρίζεται από έκθεση γεγονότων η οποία καταχωρείται πριν από την ένορκη δήλωση, που βεβαιώνει τα γεγονότα της έκθεσης.

Προνομιακά εντάλματα ― Αίτηση για άδεια ― Εφαρμοστέες αρχές ― Εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση ― Είναι αρκετή στο στάδιο εξέτασης για παραχώρηση ή μη άδειας ― Λόγοι εκδόσεως προνομιακών ενταλμάτων.

Προνομιακά εντάλματα ― Νομική αρωγή ― Κατά πόσο καλύπτει υποθέσεις προνομιακών ενταλμάτων.

Ο αιτητής στην παρούσα διαδικασία, καθ’ ου η αίτηση σε υπόθεση ενώπιον του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων Λευκωσίας, καταχώρησε την παρούσα αίτηση για την έκδοση ενταλμάτων certiorari, prohibition και mandamus με τα οποία ζητείται όπως μεταφερθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο για να ελεγχθεί ως άκυρη η ενδιάμεση κρίση του πιο πάνω Δικαστηρίου που εκδόθηκε στις 7.5.08, με την οποία το Δικαστήριο απέρριψε αίτημα του αιτητή για αναστολή του εκ συμφώνου διατάγματος που εκδόθηκε στις 24.10.07 μέχρι την εκδίκαση της έφεσής του. Με το εν λόγω διάταγμα ο αιτητής υποχρεούτο όπως εκκενώσει και παραδώσει προς την καθ’ ης η αίτηση στην παρούσα διαδικασία κενή και ελεύθερη κατοχή της οικίας που ο αιτητής ενοικίαζε από αυτήν στη περιοχή Λυκαβητού στη Λευκωσία, το αργότερο μέχρι τις 30.4.2008.

Το Ανώτατο Δικαστήριο αφού αναφέρθηκε στα κριτήρια που πρέπει να ικανοποιηθούν για τη χορήγηση άδειας για καταχώρηση αίτησης προς έκδοση προνομιακών ενταλμάτων και στους λόγους εκδόσεώς τους, αποφάνθηκε ότι η αίτηση εστερείτο οποιουδήποτε ερείσματος, τόσο για τυπικούς, όσο και για ουσιαστικούς λόγους, την οποία και απέρριψε.

Η αίτηση απορρίφθηκε.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Γιάγκου (Αρ.1) (1998) 1 Α.Α.Δ. 1265,

Χαραλάμπους (2006) 1 Α.Α.Δ. 1286,

[*650]Κωνσταντινίδης (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298,

Genaro Perella (1995) 1 Α.Α.Δ. 692,

Base Metal Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1535.

Μήλου κ.ά. (2008) 1 Α.Α.Δ. 280,

Hellenger Trading Ltd (2000) 1 Α.Α.Δ. 1965,

Μαρκίδης (2004) 1 Α.Α.Δ. 552,

Μηλιώτη (2006) 1 Α.Α.Δ. 12.

Αίτηση.

Ο Αιτητής παρουσιάζεται προσωπικά.

Ex tempore

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:  Το Δικαστήριο έχει ενώπιον του αίτηση που καταχωρήθηκε στις 15.5.2008 για την έκδοση ενταλμάτων certiorari, prohibition και mandamus με τα οποία ζητείται όπως μεταφερθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο για να ελεγχθεί ως άκυρη η ενδιάμεση κρίση του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων Λευκωσίας που εκδόθηκε στις 7/5/08, με την οποία το Δικαστήριο απέρριψε αίτημα αναστολής του εκ συμφώνου διατάγματος που εκδόθηκε στην Αίτηση Ε75/07 στις 24.10.07.  Το εκ συμφώνου διάταγμα είχε εκδοθεί σε διαδικασία που είχε εγείρει η αιτήτρια Χρύσω Βιολάρη εναντίον του παρόντος αιτητή, ως εκεί καθ’ ου η αίτηση, και στην οποία το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων, εξέδωσε διάταγμα με το οποίο έπρεπε να εκκενωθεί και να παραδοθεί προς την αιτήτρια, κενή και ελεύθερη κατοχή της οικίας που αυτή ενοικίαζε στον παρόντα αιτητή στην οδό Τομπάζη 24 στην περιοχή Λυκαβητού στη Λευκωσία, το αργότερο μέχρι τις 30.4.2008.  Μέχρι την πιο πάνω ημερομηνία είχε ταυτόχρονα διαταχθεί η αναστολή της εκτέλεσης του διατάγματος έξωσης, υπό τη βασική προϋπόθεση όμως της καταβολής των οφειλομένων και δεδουλευμένων ενοικίων από τον παρόντα αιτητή στη Χρύσω Βιολάρη, πλέον διάφορα ενδιάμεσα οφέλη, τόκους και έξοδα.

Η παρούσα αίτηση ορίστηκε για ακρόαση σήμερα στις 9.00 π.μ., το δε Δικαστήριο έχει με προσοχή ακούσει όσα έχει αναφέρει ο αιτητής ο οποίος εμφανίζεται προσωπικά και έχει επίσης με προσο[*651]χή διεξέλθει όλη την αίτηση μαζί με τα συνοδευτικά έγγραφα αυτής και ιδιαίτερα τα όσα αναφέρονται στην ένορκη δήλωση του αιτητή και τα παραρτήματα τα οποία έχει επισυνάψει.  Συνοπτικά,  παρουσιάζεται ότι ο αιτητής θέλει να ακυρώσει και εξαλείψει την απόφαση του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων ημερ. 7.5.2008, με την οποία απερρίφθη αίτημα του για αναστολή της εκ συμφώνου   απόφασης ημερ. 24.10.07 μέχρι την εκδίκαση της έφεσης του. Το αίτημα είχε υποβληθεί στις 2.5.2008, το δε Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων την απέρριψε με ex-tempore απόφαση του στις 7.5.2008, για τους λόγους που εκεί αναφέρονται.  Επίσης, ο αιτητής ζητά ταυτόχρονα μεταφορά στο Ανώτατο Δικαστήριο με διάταγμα certiorari προς ακύρωση και του διατάγματος που εκδόθηκε στις 24.10.2007, για κακοδικία, καθώς επίσης και ένταλμα prohibition για να απαγορευθεί η συνέχιση οποιασδήποτε διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων.

Η αίτηση πάσχει κατ’ αρχάς από πλευράς τύπου.  Σε ένα αίτημα προνομιακού εντάλματος πρέπει να ακολουθείται ένας ορισμένος τύπος, όπως αυτός αναφέρεται και καθορίζεται στο σύγγραμμα του Πέτρου Αρτέμη: «Προνομιακά Εντάλματα»  σελ. 267-269.  Σύμφωνα και με την υπόθεση Χαρ. Γιάγκου (Αρ. 1) (1998) 1 Α.Α.Δ. 1265, επειδή στην Κύπρο δεν έχουν εκδοθεί ακόμη σχετικοί διαδικαστικοί κανονισμοί που να διέπουν τα θέματα της καταχώρησης και της διαδικασίας υποβολής προνομιακών ενταλμάτων, εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι αντίστοιχοι Αγγλικοί κανόνες που αναφέρονται στο O.53, r.1-14 των παλαιών Αγγλικών Θεσμών.  Προνοούνται συγκεκριμένα έγγραφα τα οποία απαραιτήτως πρέπει να συνοδεύουν την αίτηση για προνομιακά εντάλματα.  Παρόμοια αίτηση με την παρούσα και με επίσης ελλειματικό τύπο, είχε γίνει και στη σχετικά πρόσφατη υπόθεση της Άντρης Χαραλάμπους (2006) 1 Α.Α.Δ. 1286, όπου ο Φωτίου Δ., είχε την ευκαιρία να ανατρέξει στη νομολογία και να απορρίψει εν κατακλείδι την αίτηση της αιτήτριας, η οποία επίσης εμφανιζόταν προσωπικά, λόγω του γεγονότος ότι απουσίαζε από την αίτηση η απαραίτητη έκθεση γεγονότων η οποία έπρεπε να προηγείται της καταχώρησης της ένορκης δήλωσης ως προς αυτά. Την απέρριψε όμως και επί της ουσίας της.

Και εδώ η παρούσα αίτηση πάσχει από έλλειψη εκθέσεως γεγονότων η οποία δεν είναι καταχωρημένη, σε αντίθεση με τον ορθό τύπο παρουσίασης τέτοιου είδους αιτήσεων για προνομιακά εντάλματα, όπου αναφέρεται ότι χρειάζεται να υπάρχουν τρία έγγραφα, πρώτο, η αίτηση, δεύτερο, η έκθεση γεγονότων και, τρίτο, η ένορκη δήλωση.  Όλα αυτά συνιστούν το θεμέλιο της αιτήσεως για προνο[*652]μιακά εντάλματα για να δοθεί άδεια για να καταχωρηθεί η αίτηση για οποιοδήποτε από αυτά.  Εκ του λόγου αυτού και μόνο, η αίτηση δεν είναι δυνατόν να επιτύχει και άδεια δεν μπορεί να δοθεί.

Αντιλαμβάνεται βεβαίως το Δικαστήριο, όπως και στην υπόθεση Άντρης Χαραλάμπους, και όπως και ο ίδιος ο αιτητής ανέφερε, ότι αυτός δεν είναι νομικός και  εμφανίζεται εξ ιδίων του προσπαθώντας, κατά τον τρόπο που αντιλαμβάνεται τις διαδικασίες, να επιδιώξει αυτό το οποίο θεωρεί ως δίκαιο αίτημα του.  Γι’ αυτό, το Δικαστήριο θα προχωρήσει να ερευνήσει και την ουσία του αιτήματος του αιτητή. 

Σύμφωνα με πάγια νομολογία, αίτηση για χορήγηση άδειας για καταχώρηση αίτησης προς έκδοση προνομιακών ενταλμάτων δεν επιτυγχάνει όταν δεν υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και όταν δεν φαίνεται από το πρακτικό του Δικαστηρίου, έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη πλάνη περί το νόμο, προκατάληψη ή συμφέρον από το πρόσωπο που έλαβε την απόφαση, δόλος η ψευδορκία στη λήψη της απόφασης ή παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης. Αυτά εξάγονται με αναφορά σε νομολογία όπως στην Αλέκος Κωνσταντινίδης (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298, Αναφορικά με τον Genaro Perella (1995) 1 Α.Α.Δ. 692 και Base Metal Trading Ltd ν. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1535.  Το Δικαστήριο αυτό είχε την ευκαιρία να αναφέρει τα πιο πάνω και σε σχετικά πρόσφατη απόφαση του στην Λευτέρη Μήλου κ.ά. (2008) 1 Α.Α.Δ. 280, για άδεια για  καταχώρηση  αίτησης για ένταλμα της φύσεως certiorari και prohibition.  Περαιτέρω, σύμφωνα με πάγια νομολογία, άδεια δεν δίνεται όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή θεραπεία, στην οποία περίπτωση θα πρέπει να καταδειχθούν ότι συντρέχουν επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούν την παρέκκλιση αυτού του κανόνα, ότι αφού προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο δεν αποδεικνύεται η ύπαρξη συζητήσιμου ζητήματος.  Και αυτό, ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα.  Αυτό φαίνεται σε αυθεντίες όπως η Hellenger Trading Ltd (2000) 1 Α.Α.Δ. 1965 και  Σ. Μαρκίδης (2004) 1 Α.Α.Δ. 552.

Ο ίδιος ο αιτητής σε ερώτηση του Δικαστηρίου έχει αναφέρει ότι όντως έχει ασκήσει έφεση εναντίον του εκ συμφώνου διατάγματος ημερ. 24.10.2007 και το αναφέρει και στην ίδια την επίδικη αίτηση.  Άρα εκ του γεγονότος αυτού και μόνο, αποκλείεται από να δικαιούται άδειας για καταχώρηση οποιουδήποτε προνομιακού εντάλματος, εφόσον δεν καταδεικνύονται άλλες εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούν απόκλιση από τον προαναφερθέντα κανόνα. Να ση[*653]μειωθεί, πρόσθετα, ότι εφόσον η απόφαση ημερ. 7.5.08 αφορούσε απόρριψη αιτήματος για αναστολή της εκτέλεσης του εκ συμφώνου Διατάγματος, παρόμοια αίτηση θα μπορούσε να υποβληθεί και στο Ανώτατο Δικαστήριο ενεργώντας ως Εφετείο, εντός  της  καθορισμένης προς  τούτο προθεσμίας, με βάση τη Δ.35, θ.θ. 17, 18 και 19 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών που ισχύουν κατ’ αναλογία, όπου δεν υπάρχει ειδική πρόνοια στους Κανονισμούς του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων, με βάση τον Καν. 11(α) αυτών.

Δεύτερο, στο βαθμό που η παρούσα αίτηση επιδιώκει την έκδοση προνομιακού εντάλματος ως προς την απόφαση ημερ. 24.10.2007, η αίτηση είναι πολύ καθυστερημένη, διότι σύμφωνα με πάγια νομολογία θα πρέπει να επιδεικνύεται η αναγκαία σπουδή χρόνου, διότι ακριβώς μια τέτοια αίτηση είναι και αφορά μια προνομιακή κατάσταση, έξω δηλαδή από το σύνηθες μέτρο για αμφισβήτηση απόφασης κατώτερου Δικαστηρίου, που είναι η έφεση. (δέστε Πέτρου Αρτέμη: «Προνομιακά Εντάλματα» σελ. 68-70).  Περαιτέρω, η παρούσα αίτηση συμπλέκει, εκτός από το διάταγμα με το οποίο αρνήθηκε το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων την αναστολή της εκτέλεσης της απόφασης ημερ. 24.10.2007 και άλλα παρόμοια διατάγματα του ιδίου Δικαστηρίου, με τα οποία είχαν απορριφθεί αιτήματα του για αναστολή  και άλλες θεραπείες, όπως αναφέρει το ίδιο το Δικαστήριο στη σελ. 2 της απόφασης του ημερ. 7.5.2008.  Παρουσιάζεται ότι στις 18.4.2008, είχε απορρίψει τρεις αιτήσεις που είχαν καταχωρηθεί από τον παρόντα αιτητή, μια εκ των οποίων αφορούσε και πάλι αναστολή της εκτέλεσης της απόφασης. 

Η απόφαση ημερ. 7.5.2008 του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων, δεν εμφανίζεται να πάσχει από οτιδήποτε, δεν διαπιστώνεται υπέρβαση εξουσίας ή οποιοσδήποτε άλλος λόγος για να δοθεί άδεια όπως ζητά ο παρών αιτητής για καταχώρηση οποιουδήποτε προνομιακού εντάλματος. Εκτός από τα θέματα ουσίας που αναφέρει το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων υπάρχουν και θέματα τύπου, που αποτέλεσε και πρόσθετο λόγο για τον οποίο το Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα του για αναστολή της εκτέλεσης της απόφασης που είχε εκ συμφώνου εκδοθεί στις 24.10.2004. Περαιτέρω, στην υπόθεση Μηλιώτη (2006) 1 Α.Α.Δ. 12, αποφασίστηκε ότι η διακριτική ευχέρεια του κατώτερου Δικαστηρίου δεν ελέγχεται με certiorari.  Το ανώτερο Δικαστήριο επεμβαίνει για την έκδοση τέτοιων ενταλμάτων μόνο όταν καταδεικνύεται πρόδηλο νομικό σφάλμα ή υπέρβαση της αποδιδόμενης στο Δικαστήριο από το νόμο εξουσίας. 

Ο αιτητής εδώ έχει προβάλει με τη σημερινή του εμφάνιση σειρά [*654]λόγων όχι ευλόγως ευδιακρίτων ή και ευκόλως καταληπτών, που ανάγονται, όπως αναφέρει, στην κακή, κατ’ ισχυρισμόν, επίδοση της αίτησης που είχε γίνει εναντίον του στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων, ότι το Δικαστήριο δεν είχε λάβει υπόψη του αιτήματα του για να του δοθεί χρόνος για να ετοιμαστεί, κατάλληλα, ότι δεν είχε τα οικονομικά μέσα για να έχει δικηγόρο, ότι έχει προβλήματα υγείας και όρασης, θέματα τα οποία εγείρει σε διάφορα σημεία και στην παρούσα αίτηση.  Όλα αυτά δεν μπορούν να ελεγχθούν με διάταγμα certiorari. Αποτελούν θέματα τα οποία πιθανώς θα εξεταστούν στην έφεση που έχει καταχωρηθεί. Αρκεί όμως να λεχθεί ότι όσον αφορά τη νομική  αρωγή, ο σχετικός περί  Νομικής Αρωγής Νόμος Αρ. 165(Ι)/02, δεν καλύπτει υποθέσεις αυτής της φύσεως στα δικαιοδοτικά του Άρθρα 4, 5 και 6, ούτε και  καλύπτεται ο αιτητής από τους σχετικούς βεβαίως προς τούτο Κανονισμούς. Υπενθυμίζεται, συναφώς, ότι το σχετικό διάταγμα ημερ. 24.10.07 του οποίου επιδιώχθηκε η αναστολή είχε, όπως αναφέρεται σ’ αυτό, εκδοθεί εκ συμφώνου και στην παρουσία του αιτητή.

Στην αίτηση του ο αιτητής επίσης ακροθιγώς παραπονείται ότι η απόφαση του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων δεν φέρει στη θέση της υπογραφής τα ονόματα τους, προφανώς εννοώντας, ίσως, τους παρέδρους του Δικαστηρίου.  Παραπονείται επίσης γενικά για τη σύνθεση του Δικαστηρίου αυτού.  Σύμφωνα με τον περί Ενοικιοστασίου Νόμο Αρ. 23/83, όπως τροποποιήθηκε, το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων απαρτίζεται από Πρόεδρο και δύο παρέδρους.  Η απόφαση ανήκει με βάση το Άρθρο 4(5), στον Πρόεδρο και γι’ αυτή συμβουλεύεται τους παρέδρους και είναι ο Πρόεδρος που υπογράφει την απόφαση.  Σχετική πρόνοια βρίσκεται επίσης και στους περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 1983. Ο Καν. 5(α), αναφέρει ότι η απόφαση του Δικαστηρίου εκδίδεται από τον Πρόεδρο, αφού λάβει τις απόψεις των παρέδρων, η γνώμη των οποίων όμως έχει συμβουλευτικό και όχι δεσμευτικό χαρακτήρα.  Πρόσθετα, με τον Καν. 3(ε), ο Πρόεδρος επιλαμβάνεται και αιτήσεων για τις οποίες η παρουσία των παρέδρων δεν είναι αναγκαία.

Ενόψει όλων των πιο πάνω, κρίνεται ότι δεν υφίσταται οποιοδήποτε έρεισμα στην αίτηση, τόσο για τυπικούς, όσο και για ουσιαστικούς λόγους, για να δοθεί άδεια για καταχώρηση οποιουδήποτε εκ των προνομιακών ενταλμάτων που ζητά ο παρών αιτητής.

Επομένως η αίτηση για άδεια δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

Η αίτηση απορρίπτεται.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο