Demstar Information Group Ltd ν. Aνδρέα Aναστασιάδη (2008) 1 ΑΑΔ 1146

(2008) 1 ΑΑΔ 1146

[*1146]21 Νοεμβρίου, 2008

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]

DEMSTAR INFORMATION GROUP LTD,

Εφεσείοντες - Καθ’ ων η αίτηση,

ν.

ΑΝΔΡΕΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗ,

Εφεσιβλήτου - Αιτητή.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 248/2007)

 

Εργοδότης και εργοδοτούμενος ― Τερματισμός απασχολήσεως λόγω ανάρμοστης διαγωγής εργοδοτουμένου (σκόπιμη ανυπακοή σε νόμιμη και λογική εντολή του διευθυντή), ώστε ο εργοδοτούμενος να καθιστά εαυτόν υποκείμενον εις απόλυσιν άνευ προειδοποιήσεως ― Κατά πόσο ο εργοδοτούμενος είχε δικαίωμα αποζημιώσεως ― Άρθρο 5(ε) του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου του 1967, (Ν.24/67), όπως τροποποιήθηκε.

Η παρούσα έφεση στρέφεται εναντίον της απόφασης του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών με την οποία επιδικάσθηκαν αποζημιώσεις για παράνομη απόλυση υπέρ του εφεσίβλητου – αιτητή και εναντίον της εργοδότριας εφεσείουσας – καθ’ ης η αίτηση εταιρείας.

Ο εφεσίβλητος προσλήφθηκε στην υπηρεσία της εφεσείουσας ως μηχανικός τελεπικοινωνιών την 1.8.1995 και απασχολείτο στη Λεμεσό. Η απασχόλησή του τερματίστηκε στις 22.9.2005 άμεσα χωρίς προειδοποίηση. Ο λόγος απόλυσής του (περιείχετο σε επιστολή της ίδιας ημερομηνίας η οποία παραδόθηκε στον εφεσίβλητο) οφείλετο σε πρόσφατο περιστατικό που συνέβηκε και την ανάρμοστη συμπεριφορά του που επέδειξε ενώπιον του διευθυντή του. Συγκεκριμένα, στις 21.9.2005, ο εφεσίβλητος αρνήθηκε με απρεπή τρόπο εντολή του διευθυντή της εφεσείουσας να πάρει μαζί του για εγκατάσταση τηλεφωνικού συστήματος στα γραφεία σημαντικού πελάτη της εφεσείουσας, κάποιον άλλο συνάδελφό του στον οποίο θα έδειχνε και θα εξηγούσε ορισμένα από τα υπάρχοντα εκεί συστήματα, ούτως ώστε, σε περίπτωση που ο εφεσίβλητος έλειπε από την εργασία, να υπάρχει κάποιος που να γνωρίζει και να μπορεί να εξυπηρετήσει τον πελάτη.

Ο τερματισμός των υπηρεσιών του εφεσίβλητου έγινε στη βάση του [*1147]περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου, Άρθρο 5(ε).

Με την έφεση αμφισβητείται η ορθότητα των συμπερασμάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου και, ιδιαίτερα, το τελικό του συμπέρασμα ότι «η Εργοδότρια Εταιρεία δεν κατάφερε να αποδείξει οποιοδήποτε λόγο που με βάση το Άρθρο 5(ε) και (στ) θα δικαιολογούσε τον άμεσο τερματισμό της απασχόλησης του αιτητή.»

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Τα σχετικά με την υπόθεση γεγονότα αποδεικνύουν ότι η ανυπακοή του εφεσίβλητου ήταν εσκεμμένη.

2.  Η συμπεριφορά του εφεσίβλητου επέφερε πλήγμα στο κύρος και την αξιοπρέπεια του εργοδότη του και αποτελούσε προσβολή και επίδειξη ασέβειας στο πρόσωπό του. Η επίμονη άρνησή του να συμμορφωθεί με τις οδηγίες, συνιστά πλήγμα στην εμπιστοσύνη του εργοδότη προς τον εργοδοτούμενο που θα δικαιολογούσε τον πρώτο να απωλέσει την εμπιστοσύνη του για τον εφεσίβλητο στην εκτέλεση των καθηκόντων του. Η ψυχραιμία, δε, με την οποία ο διευθυντής αντιμετώπισε τον εφεσίβλητο, δεν θα μπορούσε να εκληφθεί ως ανοχή, όπως εκλήφθηκε από το πρωτόδικο δικαστήριο. Η ανυπακοή του εφεσίβλητου σε μια νόμιμη και λογική οδηγία, συνιστούσε, επίσης, περιφρόνηση και πλήρη αδιαφορία για τον τρόπο με τον οποίο ο εργοδότης ήθελε να εκτελείται η εργασία της εταιρείας, και έπληττε καίρια την εργασιακή τους σχέση.

3.  Το συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν υποστηρίζεται ούτε δικαιολογείται από τα γεγονότα και τις αυθεντίες και η εφεσείουσα είχε δικαίωμα να απολύσει τον εφεσίβλητο με βάση τις πρόνοιες του Άρθρου 5.

Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα πρωτοδίκως και κατ’ έφεση υπέρ των εφεσειόντων.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Constantinidou v. F.W. Woolworth & Co (Cyprus) Ltd (1980) 1 C.L.R. 302,

Kem (Taxi) Ltd v. Tryfonos (1969) 1 C.L.R. 52.

Έφεση.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Δικα[*1148]στηρίου Εργατικών Διαφορών Λεμεσού, (Κωνσταντίνου, Δ.), (Υπόθ. Αρ. 740/05), ημερομ. 10.9.07.

Μ. Μιχαήλ, για τους Εφεσείοντες - Καθ’ ων η αίτηση.

Ζ. Νικολάου, για τον Εφεσίβλητο - Αιτητή.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο Π. Αρτέμης, Π..

ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Η υπόθεση αφορά έφεση εναντίον της απόφασης του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών με την οποία επιδικάστηκαν αποζημιώσεις για παράνομη απόλυση υπέρ του εφεσίβλητου-αιτητή και εναντίον της εργοδότριας εφεσείουσας - καθ’ ης η αίτηση εταιρείας.

Όπως επεσήμανε το πρωτόδικο δικαστήριο, αρκετά από τα γεγονότα δεν βρίσκονταν υπό αμφισβήτηση.  Παραθέτουμε σχετικό απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση επί του προκειμένου.

«Η Εργοδότρια Εταιρεία είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης και ασχολείται με υπηρεσίες πληροφορικής.

Ο Αιτητής προσλήφθηκε στην Εργοδότρια Εταιρεία την 1.8.1995 ως μηχανικός τηλεπικοινωνιών και απασχολείτο στη Λεμεσό.  Μέσα στα καθήκοντα του ήταν ο προγραμματισμός, η εγκατάσταση και επιδιόρθωση τηλεφωνικών συστημάτων. Η απασχόληση του τερματίστηκε στις 22.9.2005 άμεσα χωρίς προειδοποίηση. Οι λόγοι που οδήγησαν την Εργοδότρια Εταιρεία στην απόφαση της εμπεριέχονται σε σχετική επιστολή ημερομηνίας 22.9.2005 που δόθηκε στον Αιτητή (Τεκμήριο 3)…»

 

Το σχετικό μέρος της πιο πάνω επιστολής αναφέρει τα ακόλουθα:

«Είμαστε στη δυσάρεστη θέση να σας πληροφορήσουμε ότι η εταιρεία αποφάσισε να τερματίσει τις υπηρεσίες σας μετά του πρόσφατου περιστατικού που συνέβηκε και την ανάρμοστη συμπεριφορά ή και τοιαύτη διαγωγή που επιδείξατε ενώπιον του διευθυντή σας.  Παρόμοια περιστατικά είχαν δημιουργηθεί και στο παρελθόν και σας είχαν δοθεί σχετικές προειδοποιήσεις χωρίς όμως να υπάρχει οιανδήποτε αλλαγή από την δική σας πλευρά.

[*1149]Η εταιρεία αποφάσισε να τερματίσει τις υπηρεσίες σας σύμφωνα με τον Περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου, Άρθρο 5(ε).»

Σύμφωνα με τα ευρήματα του δικαστηρίου, που αποδέχθηκε την εκδοχή της εφεσείουσας επί του προκειμένου και που δεν αμφισβητούνται στην παρούσα έφεση, το επεισόδιο που οδήγησε στην απόλυση του εφεσείοντα ήταν το ακόλουθο:

Στις 21.9.2005 επρόκειτο να γίνει εγκατάσταση τηλεφωνικού συστήματος στην εταιρία Columbia, που ήταν ένας πολύ σημαντικός πελάτης της εφεσείουσας και ο διευθυντής της εφεσείουσας, Φίλιος Δρουσιώτης, ζήτησε από τον εφεσίβλητο κατά την εκτέλεση αυτής της εργασίας να πάρει μαζί του και τον  κ. Ανδρέα Ιακωβίδη, μηχανικό τηλεπικοινωνιών, για να δείξει σ’ αυτόν και να του εξηγήσει ορισμένα από τα υπάρχοντα εκεί συστήματα, ούτως ώστε, σε περίπτωση που ο εφεσίβλητος έλειπε από την εργασία, να υπάρχει κάποιος που να γνωρίζει και να μπορεί να εξυπηρετήσει τον πελάτη. Όπως κατέθεσε ο κ. Δρουσιώτης, ο εφεσίβλητος,  μετά από «παρακάλια» υποσχέθηκε ότι θα το κάνει.  Μια όμως ώρα αργότερα, ο τελευταίος πήγε στο γραφείο του κ. Δρουσιώτη και με αγενέστατο ύφος του είπε «Άκου να σου πω, εγώ δεν παίρνω κανένα μαζί μου και όπως εγώ έμαθα να κάτσουν να μάθουν και εκείνοι».  Ο κ. Δρουσιώτης του είπε ότι αυτό δεν είναι ορθό και του εξήγησε τους λόγους.  Ήταν η θέση του μάρτυρα ότι ο εφεσίβλητος ήταν έντονος στις θέσεις του και όταν του είπε να πάει κάτω και να το σκεφτεί αυτός του απάντησε πως δεν είχε τίποτε να σκεφτεί. 

Ο ισχυρισμός για προηγούμενη απρεπή συμπεριφορά του εφεσίβλητου κρίθηκε ότι δεν αποδείχτηκε από τους μάρτυρες της εφεσείουσας - καθ’ ης η αίτηση.

Ας σημειωθεί ότι, με την παρούσα έφεση, δεν αμφισβητούνται τα ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου επί των γεγονότων.  Αμφισβητούνται όμως τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε το πρωτόδικο δικαστήριο και, ιδιαίτερα, το τελικό του συμπέρασμα ότι «η Εργοδότρια Εταιρεία δεν κατάφερε να αποδείξει οποιοδήποτε λόγο που με βάση το Άρθρο 5(ε) και (στ) θα δικαιολογούσε τον άμεσο τερματισμό της απασχόλησης του αιτητή.»  Στην κατάληξη αυτή προέβη το πρωτόδικο δικαστήριο αφού είχε παρατηρήσει τα ακόλουθα:

«Έχοντας υπόψη την συμπεριφορά του Αιτητή σε συσχετισμό με τις επιπτώσεις που είχε η συμπεριφορά του στην Εργο[*1150]δότρια Εταιρεία και με τις επιπτώσεις που θα επέφερε στον ίδιο μια τέτοια απόφαση κρίνουμε ότι ένας λογικός εργοδότης δεν θα προχωρούσε με το δραστικό μέτρο της άμεσης απόλυσης του Αιτητή, αλλά με άλλα πιο ήπια μέτρα π.χ. μια αυστηρή επίπληξη – προειδοποίηση.»

Το Άρθρο 5 του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου του 1967, (Ν.24/67), όπως τροποποιήθηκε, προνοεί τα ακόλουθα

«5.  Τερματισμός απασχολήσεως δι’ οιονδήποτε των ακολούθων λόγων δεν παρέχει δικαίωμα εις αποζημίωσιν:

(α) ……………………………………………...............…………..

(β) …………………………………………...............……………..

(γ) ………………………………………...............………………..

(δ) ………………………………………………..............………..

(ε)  όταν ο εργοδοτούμενος επιδεικνύη τοιαύτην διαγωγήν ώστε να καθιστά εαυτόν υποκείμενον εις απόλυσιν άνευ προειδοποιήσεως :

…………………..........……………………………………………

(στ)  Άνευ επηρεασμού της γενικότητας της αμέσως προηγούμενης παραγράφου, τα ακόλουθα δύνανται, μεταξύ άλλων, να αποτελέσωσι λόγον απολύσεως άνευ προειδοποιήσεως, λαμβανομένων υπ’ όψιν όλων των περιστατικών της περιπτώσεως:

  (ι) διαγωγή εκ μέρους του εργοδοτουμένου η οποία καθιστά σαφές ότι η σχέσις εργοδότου και εργοδοτουμένου δεν δύναται ευλόγως να αναμένηται όπως συνεχισθή.

 (ιι) διάπραξιν σοβαρού παραπτώματος υπό του εργοδοτουμένου εν τη εκτελέσει των καθηκόντων του.

(ιιι) διάπραξιν ποινικού αδικήματος υπό του εργοδοτουμένου εν τη εκτελέσει του καθήκοντος του, άνευ της ρητής ή σιωπηράς συγκαταθέσεως του εργοδότη του.

(ιv) απρεπής διαγωγή του εργοδοτουμένου κατά τον χρόνον της εκτελέσεως των καθηκόντων του.

 (ν) σοβαρά ή επαναλαμβανομένη παράβασις ή παραγνώρισης κανόνων της εργασίας ή άλλων κανόνων εν σχέσει προς την απασχόλησιν.»

Το πρωτόδικο δικαστήριο, προτού καταλήξει στην απόφασή του, ασχολήθηκε εκτενώς και με τη νομολογία που αφορά το υπό κρίση θέμα.  Στην Avghi Constantinidou v. F.W. Woolworth & Co (Cyprus) Ltd, (1980)1 C.L.R. 302, με αναφορά στην KEM (Taxi) Ltd v. Tryfonos (1969) 1 C.L.R. 52, όπου κρίθηκε ότι τα πιο πάνω εδάφια του άρθρου ενσωματώνουν το κοινό δίκαιο στο θέμα, τονίστηκε ότι δεν υπάρχει νομικός κανόνας με τον οποίο να [*1151]καθορίζεται ο βαθμός επιλήψιμης συμπεριφοράς.  Εν τούτοις, συμπεριφορά αντιφατική με την εκπλήρωση ρητών ή εξυπακουόμενων όρων απασχόλησης, θα δικαιολογούσε απόλυση, αν και μια μεμονωμένη πράξη ή παράπτωμα δεν θα μπορούσε να οδηγήσει σε απόλυση, εκτός αν συνοδευόταν από σοβαρές συνέπειες.  Περαιτέρω, όμως, μια και μόνη πράξη, που δείχνει πως ο απολυθείς αποκήρυξε τη σύμβαση ή ένα από τους ουσιώδεις όρους της, όπως μια πράξη εσκεμμένης ανυπακοής, μπορεί να δικαιολογήσει απόλυση.  Όπως επισημαίνει και το πρωτόδικο Δικαστήριο, «… εσκεμμένη ανυπακοή μιας νόμιμης και λογικής εντολής αποτελεί περιφρόνηση η οποία δεικνύει πλήρη αδιαφορία για ένα ουσιώδη όρο της εργασιακής σχέσης, δηλαδή του όρου ότι ο εργοδοτούμενος οφείλει να υπακούσει στις κατάλληλες εντολές του εργοδότη και αν δεν το πράξει η σχέση εργοδότη-εργοδοτούμενου πλήττεται θεμελιωδώς.  Στην υπόθεση ΚΕΜ (Taxi) Ltd v. Tryfonos (1969) 1 C.L.R. 52 τονίστηκε η σημασία της πειθαρχίας και της καλής συμπεριφοράς εκ μέρους των εργοδοτουμένων σε μια επιχείρηση καθότι συναρτάται με την επιτυχία ή αποτυχία της επιχείρησης.»

Εφαρμόζοντας τα πιο πάνω, το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε  ότι, «το ύφος και ο τρόπος με τον οποίο ο Αιτητής μίλησε στον κ. Δρουσιώτη δεν ήταν ο ενδεδειγμένος.  Η πιο πάνω συμπεριφορά δείχνει ασέβεια προς τον εργοδότη του.»  Ακολούθως, όμως, παρατηρεί πως το γεγονός της συμπεριφοράς έγινε χωρίς την παρουσία άλλων προσώπων, δεν εδημιούργησε οποιεσδήποτε συνέπειες για την εταιρεία και δεν επηρεάστηκε το κύρος και τα συμφέροντά της. Θεώρησε ότι ένας λογικός εργοδότης δεν θα απέλυε τον εργοδοτούμενό του για λόγους απρεπούς διαγωγής, που κλόνιζε το θεμέλιο της σχέσης εργοδότη και εργοδοτούμενου, λαμβάνοντας υπόψη, όπως αναφέρεται στην απόφαση, ότι «ο κ. Δρουσιώτης δεν ενοχλήθηκε από την εν λόγω συμπεριφορά … και δεν αντέδρασε με οποιοδήποτε τρόπο … αλλά συζήτησε μαζί του προσπαθώντας να τον κάμει να αλλάξει γνώμη.»

Στην απόφαση, ακολούθως, αναφέρεται ότι, το επόμενο ερώτημα που θα έπρεπε να απαντηθεί, ήταν το κατά πόσο η άρνηση του εφεσίβλητου να πάρει μαζί του τον κ. Ιακωβίδη συνιστούσε σκόπιμη ανυπακοή σε νόμιμη και λογική εντολή του εργοδότη.  Ενώ το δικαστήριο κατέληξε πως δεν υπήρχε καμιά αμφιβολία ότι η εντολή ήταν νόμιμη και λογική, εν τούτοις απέτυχε να απαντήσει στο ερώτημα αν η ανυπακοή ήταν σκόπιμη. 

Κατά την κρίση μας δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η ανυπακοή του εφεσίβλητου ήταν εσκεμμένη. Ενώ, αρχικά, δεν διαμαρ[*1152]τυρήθηκε για τις οδηγίες που του δόθηκαν, εν τούτοις, προφανώς μετά από σκέψη και μετά την παρέλευση μιας ώρας, επέστρεψε στο γραφείο του διευθυντή για να του ανακοινώσει ότι «εγώ δεν παίρνω κανένα μαζί μου και όπως έμαθα εγώ να κάτσουν να μάθουν και εκείνοι».  Τα πιο πάνω αποδεικνύουν με βεβαιότητα το σκόπιμο της ενέργειας του. 

Οι θέσεις του ευπαίδευτου συνηγόρου της εφεσείουσας στο περίγραμμα αγόρευσής του, που αφορούν τη φύση της συμπεριφοράς του εφεσίβλητου, μας βρίσκει απόλυτα σύμφωνους.  Συμφωνούμε ότι η συμπεριφορά αυτή επέφερε πλήγμα στο κύρος και την αξιοπρέπεια του εργοδότη του και αποτελούσε προσβολή και επίδειξη ασέβειας προς το πρόσωπο του.  Το αγενές του ύφος και τα λόγια του κατά την μετά από σκέψη εσκεμμένη ανυπακοή του στη νόμιμη εντολή του διευθυντή και η επίμονη του άρνηση να συμμορφωθεί με τις οδηγίες, πράγματι συνιστά πλήγμα στην εμπιστοσύνη του εργοδότη προς τον εργοδοτούμενο που θα εδικαιολογούσε τον πρώτο να μη μπορεί να ξαναεμπιστευθεί  τον εφεσίβλητο στην εκτέλεση των καθηκόντων του. Η ψυχραιμία, δε, με την οποία ο κ. Δρουσιώτης αντιμετώπισε τον εφεσίβλητο, δεν θα μπορούσε να εκληφθεί ως ανοχή, όπως εκλήφθηκε από το πρωτόδικο δικαστήριο. Η ανυπακοή του εφεσίβλητου σε μια νόμιμη και λογική οδηγία, συνιστούσε, επίσης, περιφρόνηση και πλήρη αδιαφορία για τον τρόπο με τον οποίο ο εργοδότης ήθελε να εκτελείται η εργασία της εταιρείας, και έπληττε καίρια την εργασιακή τους σχέση.

Κάτω από τις συνθήκες, κρίνουμε ότι το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε το πρωτόδικο δικαστήριο δεν υποστηρίζεται  ούτε δικαιολογείται από τα γεγονότα και τις αυθεντίες και θεωρούμε ότι η εφεσείουσα είχε δικαίωμα ν’ απολύσει τον εφεσίβλητο με βάση τις πρόνοιες του Άρθρου 5.

Συνεπώς, αποδεχόμαστε την έφεση,  παραμερίζουμε την πρωτόδικη απόφαση και απορρίπτουμε την Αίτηση του εφεσίβλητου-αιτητή. Τα έξοδα, τόσο πρωτόδικα όσο και κατ’ έφεση, επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων, όπως θα υπολογιστούν από τον πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα πρωτοδίκως και κατ’ έφεση υπέρ των εφεσειόντων.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο