Aργυρού Xριστόδουλος και Άλλος ν. Kυπριακής Tράπεζας Aναπτύξεως Λτδ (2008) 1 ΑΑΔ 1255

(2008) 1 ΑΑΔ 1255

[*1255]18 Δεκεμβρίου, 2008

[ΗΛΙΑΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στές]

1.         ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ ΑΡΓΥΡΟΥ,

2.         ΑΡΓΥΡΗΣ ΑΡΓΥΡΟΥ,

Εφεσείοντες,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΑΝΑΠΤΥΞΕΩΣ ΛΤΔ,

Εφεσιβλήτων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 129/2007)

 

Δόλια μεταβίβαση ― Ακύρωση μεταβίβασης ακινήτου, ως δολίας ― Κατά πόσο εδικαιολογείτο εν όψει των γεγονότων της παρούσας υπόθεσης.

Την 19.4.2005 η εφεσίβλητη καταχώρησε αγωγή εναντίον του εφεσείοντος 1 ως εγγυητή σε συμφωνία δανείου συναφθείσα το 2003. Η αγωγή εστρέφετο επίσης και εναντίον της πρωτοφειλέτιδας και τριών άλλων εγγυητών και με αυτή η εφεσίβλητη εξασφάλισε συνοπτική απόφαση. Το 2002 ο εφεσείων 1 είχε αγοράσει ένα διαμέρισμα το οποίο την 10.5.2005 μεταβίβασε στο γιό του εφεσείοντα 2. Την 20.4.2006 η εφεσίβλητη καταχώρησε αίτηση για ακύρωση της μεταβίβασης του διαμερίσματος στον εφεσείοντα 2 και επανεγγραφή του επ’ ονόματι του εφεσείοντος 1.

Την 7.2.2005 ο εφεσείων 1 είχε αποστείλει επιστολή στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο Διδασκάλων Λτδ (είναι εκπαιδευτικός) στο οποίο το διαμέρισμα είχε υποθηκευθεί όταν αγοράσθηκε και με την οποία ζητούσε τη συγκατάθεσή τους για τη μεταβίβαση του διαμερίσματος στον γιό του.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκαμε δεκτή την προαναφερθείσα αίτηση ακύρωσης της μεταβίβασης προσεγγίζοντάς την ουσιαστικά ως θέμα αξιοπιστίας του εφεσείοντος 1 ο οποίος είχε και το βάρος απόδειξης ότι δεν ήταν δόλια η μεταβίβαση. Το Δικαστήριο δεν τον θεώρησε αξιόπιστο και απέρριψε την εκδοχή του ότι το διαμέρισμα το προόριζε ευθύς εξ αρχής για το γιό του, αλλά καθυστερούσε να του το μεταβιβάσει εφ’ όσον αυτός ήταν εγκατεστημένος στο εξωτερικό.

[*1256]Ο εφεσείων 1 εφεσίβαλε την απόφαση προσβάλλοντας τόσο τη διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η μεταβίβαση ήταν δόλια όσο και τη διαπίστωση ότι η εφεσίβλητη δεν είχε καταστεί «πιστωτής» εν τη εννοία του Κεφ.62, στο οποίο είχε βασιστεί η αίτηση, κατά το χρόνο της μεταβίβασης ώστε να ίσχυαν οι πρόνοιές του.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Η πρόθεση του εφεσείοντος να μεταβιβάσει το διαμέρισμα στον γιό του εξ αντικειμένου υπήρχε πριν αυτός λάβει γνώση της επικείμενης ή και ενδεχόμενης έκθεσης του  στη δικαστική διαδικασία. Η πρόθεση δε αυτή θα έπρεπε να είχε διαδραματίσει και σημαίνοντα ρόλο στην κρίση της όλης αξιοπιστίας της εκδοχής του εφεσείοντος 1.

2.  Το επίδικο χρέος εξασφαλίζεται ουσιαστικά με υποθήκη σε οικία του εφεσείοντος 1. Οι δανειστές πρέπει να καθορίζουν εξ αρχής την εμβέλεια των επιθυμούμενων εξασφαλίσεών τους σε περιουσιακά στοιχεία ώστε να αποφεύγεται η εκ των υστέρων αναζήτηση κάθε προσφερόμενου τέτοιου. Αλλά και να στρέφονται κατά πρώτον στον πρωτοφειλέτη τους και τις εμπράγματες εξασφαλίσεις τους πριν οχλήσουν τον εγγυητή.

Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα, πρωτοδίκως και κατ’ έφεση, υπέρ των εφεσειόντων.

Έφεση.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Πασχαλίδης, Π.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 3076/05), ημερομ. 20.4.07.

Χρ. Τριανταφυλλίδης, για τους Εφεσείοντες.

Θ. Καουτζάνη για Π. Πολυβίου, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Χατζηχαμπής.

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Ο Εφεσείων 1 ήταν εγγυητής σε συμφωνία δανείου με την Εφεσίβλητη συναφθείσα το 2003. Την 24.5.2005 [*1257]η Εφεσίβλητη απέστειλε στον Εφεσείοντα 1 επιστολή τερματισμού της συμφωνίας ως εκ της παράλειψης της πρωτοφειλέτιδας να εξοφλήσει τις υποχρεώσεις της, με την οποία και εκαλούσε τον Εφεσείοντα 1 να καταβάλει ως εγγυητής στην Εφεσίβλητη το οφειλόμενο ποσό ανερχόμενο σε σχεδόν £600.000.  Την 19.4.2005 η Εφεσίβλητη κατεχώρησε αγωγή κατά της πρωτοφειλέτιδας, του Εφεσείοντα 1 και τριών άλλων εγγυητών και την 7.11.2005 εξασφάλισε συνοπτική απόφαση. Ο Εφεσείων 1 είχε αγοράσει το 2002 ένα διαμέρισμα το οποίο την 10.5.2005 μεταβίβασε στον υιό του, Εφεσείοντα 2.  Την 20.4.2006 η Εφεσίβλητη κατεχώρησε αίτηση κατά των Εφεσειόντων για ακύρωση της μεταβίβασης του διαμερίσματος στον Εφεσείοντα 2 και επανεγγραφή του επ’ ονόματι του Εφεσείοντα 1. Η απόφαση του δικαστηρίου, με την οποία η αίτηση έγινε δεκτή, αποτελεί το αντικείμενο της έφεσης.

Το Δικαστήριο το οποίο επελήφθη της αίτησης την προσέγγισε ουσιαστικά ως θέμα αξιοπιστίας του Εφεσείοντα 1 ο οποίος είχε και το βάρος απόδειξης ότι η μεταβίβαση δεν ήταν δόλια.  Δεν τον θεώρησε αξιόπιστο και δεν απεδέχθη την εκδοχή του ότι το διαμέρισμα το προόριζε ευθύς εξ αρχής για τον υιό του, καθυστερώντας να του το μεταβιβάσει εν αναμονή της άφιξης του στην Κύπρο εφ’ όσον ήταν εγκατεστημένος στο εξωτερικό. Το Δικαστήριο δεν παρέλειψε να εξετάσει τη σημασία μίας επιστολής την οποία ο Εφεσείων 1 είχε αποστείλει την 7.2.2005 στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο Διδασκάλων Λτδ (είναι εκπαιδευτικός) στο οποίο το διαμέρισμα είχε υποθηκευθεί όταν αγοράσθηκε και με την οποία ζητούσε τη συγκατάθεσή τους για τη μεταβίβαση του διαμερίσματος στον υιό του. Δεν της προσέδωσε όμως σημασία λέγοντας (σελ. 10):

«Η εν λόγω ενέργεια του καθ΄ου η αίτηση 1 δεν οδηγεί κατ’ ανάγκη στο συμπέρασμα που εισηγείται ο ευπαίδευτος συνήγορος του, δηλαδή ότι πρόκειται για καλόπιστη μεταβίβαση. Με την εν λόγω επιστολή του ο καθ΄ου η αίτηση 1 απλά ζητά την συγκατάθεση των ενυπόθηκων δανειστών του για την μεταβίβαση του διαμερίσματος στον υιό του.  Τα κίνητρα όμως που τον ώθησαν στην λήψη της απόφασης για μεταβίβαση, δεν αποκαλύπτονται στην εν λόγω επιστολή. Τα εν λογω κίνητρα ο καθ’ ου η αίτηση 1 επεχείρησε να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου με την εκδοχή του, η οποία όμως έχει απορριφθεί.»

Το Δικαστήριο απέρριψε και άλλη εισήγηση των Εφεσειόντων ότι η Εφεσίβλητη δεν είχε καταστεί «πιστωτής» εν τη εννοία του Κεφαλαίου 62, στο οποίο είχε βασισθεί η αίτηση, κατά το χρόνο της μεταβίβασης ώστε να ίσχυαν οι πρόνοιες του. Έκρινε ότι, [*1258]εφ΄όσον η Εφεσίβλητη είχε τερματίσει τη συμφωνία με την επιστολή της 24.3.2005 και καταχωρίσει την αγωγή την 19.4.2005, η Εφεσίβλητη κατέστη «πιστωτής» εν πάση περιπτώσει με την καταχώριση της αγωγής αν όχι ήδη και με τη λήψη της επιστολής.

Η έφεση προσβάλλει και τις δύο διαπιστώσεις του Δικαστηρίου.  Η κατάληξη μας είναι ότι όντως δεν εδικαιολογείτο το συμπέρασμα ότι η μεταβίβαση ήταν δόλια καθ΄όσον δεν απεδόθη η ορθή σημασία στην επιστολή της 7.2.2005.  Η σημασία της επιστολής δεν έγκειτο στο ότι, όπως ο ευπαίδευτος Πρόεδρος το εξέλαβε, με αυτή εζητείτο απλώς η συγκατάθεση του Ταμιευτηρίου και δεν αποκαλύπτοντο τα κίνητρα για τη μεταβίβαση (που δεν θα αναμένετο), αλλά στο ίδιο το γεγονός ότι εστάλη σε ανύποπτο χρόνο, προηγηθείσα κατά πλέον του ενάμισυ μήνα, εκείνης της Εφεσίβλητης, και έτσι απεκάλυπτε την πρόθεση του Εφεσείοντα 1 να μεταβιβάσει το διαμέρισμα στον υιό του ανεξαρτήτως της προοπτικής παρεμπόδισης ικανοποίησης τυχόν απόφασης εναντίον του στην αγωγή, στην οποία είχε βασισθεί η αίτηση της Εφεσίβλητης. Η πρόθεση του Εφεσείοντα να μεταβιβάσει το διαμέρισμα στον υιό του εξ αντικειμένου λοιπόν υπήρχε πριν αυτός λάβει γνώση της επικείμενης ή και ενδεχόμενης έκθεσης του στη δικαστική διαδικασία.  Η πρόθεση δε αυτή θα έπρεπε να είχε διαδραματίσει και σημαίνοντα ρόλο στην κρίση της όλης αξιοπιστίας της εκδοχής του Εφεσείοντα 1, η οποία δεν μπορούσε να κριθεί είτε από την υποκειμενική εντύπωση της «αμηχανίας» και «διστακτικότητας» του στο εδώλιο, λαμβανομένης υπ΄όψη της ιδιοσυγκρασίας του κάθε ανθρώπου, είτε από το ότι το διαμέρισμα υποθηκεύθηκε παρά το ότι προορίζετο για τον υιό του είτε από το ότι δεν εδηλώθη η υποθήκη στη δήλωση περιουσιακών στοιχείων που υπέβαλε ο Εφεσείων 1 προς την Εφεσίβλητη όταν κλήθηκε ως εγγυητής να καταγράψει την περιουσία του, στα οποία έδωσε σημασία το Δικαστήριο στην κρίση του για την αναξιοπιστία του Εφεσείοντα 1.

Να σημειώσουμε και κάτι άλλο.  Ο Εφεσείων 1 έπαιξε με ανοιχτά χαρτιά με την Εφεσίβλητη. Στη δήλωση περιουσιακών στοιχείων του κατά την υπογραφή της συμφωνίας εγγύησης δήλωσε το εν λόγω διαμέρισμα. Δεν εζητήθη από την Εφεσίβλητη η υποθήκευσή του.  Μας ελέχθη κατά την έφεση ότι υπάρχει και άλλη υποθήκη σε οικία που ουσιαστικά καλύπτει το χρέος.  Ορθό και έντιμο αλλά και δίκαιο είναι οι δανειστές να καθορίζουν εξ αρχής την εμβέλεια των επιθυμούμενων εξασφαλίσεων τους σε περιουσιακά στοιχεία ώστε να αποφεύγεται η εκ των υστέρων αναζήτηση κάθε προσφερόμενου τέτοιου. Αλλά και να στρέφονται κατά πρώτον στον πρωτοφειλέτη τους και τις εμπράγματες εξασφαλίσεις τους πριν οχλή[*1259]σουν τον �εγγυητή.

Η κατάληξη μας επί του θέματος αυτού καθιστά μη αναγκαία την ενασχόληση μας με την άλλη πτυχή της έφεσης, η οποία επιτυγχάνει και η εφεσιβαλλόμενη απόφαση και διαταγή για έξοδα παραμερίζονται. Η αίτηση της Εφεσίβλητης ημερομηνίας 20.4.2006 απορρίπτεται. Τα έξοδα, πρωτοδίκως και κατ΄έφεση, επιδικάζονται υπέρ των Εφεσειόντων και εναντίον της Εφεσίβλητης, ως θα εγκριθούν από το δικαστήριο αφού υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή.

Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα, πρωτοδίκως και κατ’ έφεση, υπέρ των εφεσειόντων.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο