Sigma Radio T.V. Public Ltd ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2009) 1 ΑΑΔ 140

(2009) 1 ΑΑΔ 140

[*140]10 Φεβρουαρίου, 2009

[ΗΛΙΑΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στές]

SIGMA RADIO T.V. PUBLIC LTD.,

Εφεσείοντες-Εναγόμενοι,

v.

ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,

Εφεσίβλητης-Ενάγουσας.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 403/2006)

 

Πολιτική Δικονομία ― Συνοπτική απόφαση ― Εκδίδεται μόνο στις περιπτώσεις όπου έκδηλα καταδεικνύεται ότι ο εναγόμενος δεν έχει καμιά υπεράσπιση στην εναντίον του αγωγή.

Αγωγή ― Αγωγή για είσπραξη διοικητικού προστίμου ως αστικού χρέους ― Ποίος ο ενδεδειγμένος χρόνος καταχώρησής της.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχθηκε την αίτηση της εφεσίβλητης – ενάγουσας και εξέδωσε συνοπτική απόφαση εναντίον των εφεσειόντων – εναγομένων, κρίνοντας ότι οι τελευταίοι δεν είχαν καταδείξει την ύπαρξη καλής υπεράσπισης ή τέτοιων γεγονότων που να δικαιολογείται η παραχώρηση σε αυτούς του δικαιώματος για προώθηση της υπεράσπισής τους. Η αγωγή της εφεσίβλητης αφορούσε την είσπραξη διοικητικού προστίμου £3.000 το οποίο, σύμφωνα με την έκθεση απαίτησης η εφεσίβλητη είχε επιβάλει στους εφεσείοντες με απόφασή της ημερομηνίας 9.11.2005. Στην έκθεση απαίτησης αναφέρετο επίσης ότι η εν λόγω απόφαση δεν είχε προσβληθεί, δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, εντός της προθεσμίας των 75 ημερών “με αποτέλεσμα να καταστεί τελεσίδικη διοικητική πράξη”.

Οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν την συνοπτική απόφαση.

Το Ανώτατο Δικαστήριο αποδέχθηκε την έφεση και αποφάνθηκε ότι:

1. Στον βαθμό που η έφεση αφορά τη νομιμότητα της απόφασης της εφεσίβλητης, δεν έχει έρεισμα.

[*141]2.       Στο βαθμό που η έφεση αμφισβητεί την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς τη δεκτότητα και αποτελεσματικότητα της μαρτυρίας, πάλι δεν έχει έρεισμα.

3. Η αίτηση για συνοπτική απόφαση δεν εξετάστηκε με αναφορά στην υπεράσπιση που ήγειραν οι εφεσείοντες ότι η αγωγή ήταν πρόωρη σε συνάρτηση με την προσβολή, δια της προσφυγής τους, της νομιμότητας της απόφασης βάσει της οποίας εζητείτο η είσπραξη του προστίμου. Το δε αποτέλεσμα της προσφυγής δεν έχει σημασία, αφού το ζητούμενο συναρτάται προς τον χρόνο καταχώρησης της αγωγής.

4. Αγωγές προς είσπραξη διοικητικού προστίμου ως αστικού χρέους ας μη καταχωρούνται πριν, είτε παρέλθει η προθεσμία για καταχώρηση προσφυγής χωρίς να καταχωρηθεί προσφυγή, είτε κριθεί τελεσιδίκως προσφυγή καταχωρηθείσα κατά της νομιμότητας της αποφάσεως με την οποία επεβλήθη το πρόστιμο.

Η έφεση επιτράπηκε με €2.500 έξοδα        υπέρ των εφεσειόντων, τόσο πρωτοδίκως όσο και κατ’ έφεση.

Έφεση.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Αμπίζας, Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 2016/06), ημερομ. 17.12.2006.

Α.Σ. Αγγελίδης, για τους Εφεσείοντες.

Β. Σιηττή, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Η Εφεσίβλητη Αρχή Ραδιοτηλεόρασης με αγωγή της ημερομηνίας 15/3/2006 κατά της Εφεσείουσας εταιρείας επεδίωξε την είσπραξη διοικητικού προστίμου £3.000 το οποίο, σύμφωνα με την έκθεση απαίτησης, είχε επιβάλει στην Εφεσείουσα με απόφαση της ημερομηνίας 9/11/2005. Στην έκθεση απαίτησης εγίνετο επίσης αναφορά ότι η εν λόγω απόφαση δεν είχε προσβληθεί, δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, εντός της προθεσμίας των 75 ημερών “με αποτέλεσμα να καταστεί τελεσίδικη διοικητική πράξη”.

[*142]Η Εφεσείουσα καταχώρησε υπεράσπιση την 18/4/2006 με την οποία ήγειρε προδικαστική ένσταση ότι η αγωγή ήταν πρόωρη, καθ’ όσον η απόφαση της Εφεσίβλητης είχε προσβληθεί δυνάμει του Άρθρου 146 και δεν ήταν τελεσίδικη. Ηγέρθησαν και άλλες υπερασπίσεις που αφορούσαν τη νομιμότητα της εν λόγω απόφασης.

Η Εφεσίβλητη καταχώρησε τότε την 10/5/2006 αίτηση για συνοπτική απόφαση. Σε αυτή εδέχθη ότι είχε καταχωρηθεί η εν λόγω προσφυγή, ισχυρίσθηκε όμως ότι δεν είχε ανασταλτικό αποτέλεσμα επί της αγωγής.

Η Εφεσείουσα καταχώρησε ένσταση, αρνούμενη τη δεκτότητα και αποτελεσματικότητα της μαρτυρίας του υπαλλήλου της Εφεσίβλητης ο οποίος είχε προβεί στην ένορκη δήλωση σε απόδειξη της απαίτησης. Παρέπεμψε επίσης στη έκθεση υπεράσπισης της, ισχυριζόμενη ότι είχε καλή υπεράσπιση ώστε να μην έπρεπε να εκδοθεί συνοπτική απόφαση.

Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος δικαστής ο οποίος επελήφθη της αίτησης έκρινε ότι η ένορκη δήλωση εκ μέρους της Εφεσίβλητης και αποδεκτή και αποτελεσματική ήταν για σκοπούς απόδειξης της απαίτησης. Προχωρώντας δε να εξετάσει κατά πόσο απεκαλύπτετο τέτοια υπεράσπιση που να απέτρεπε την έκδοση συνοπτικής απόφασης, αφού παρέθεσε τη σχετική νομολογία απεφάνθη ότι,

“Συνεπώς το παρόν Δικαστήριο είναι αναρμόδιο να εξετάσει τα εγειρόμενα ζητήματα που άπτονται της νομιμότητας της πράξης επιβολής διοικητικού προστίμου και συνιστούν αμφισβήτηση αυτής. Στην απουσία δε ακύρωσης της διοικητικής αυτής πράξης καθίσταται εμφανές ότι παραμένουν ισχυρά τα έννομα αποτελέσματα της που λόγω της μη πληρωμής από τους εναγόμενους, οι ενάγοντες αξιώνουν δυνάμει των προνοιών της σχετικής νομοθεσίας.

Κατά συνέπεια, είμαι της άποψης ότι ουδείς από τους λόγους ένστασης ευσταθεί ούτε έχει καταδειχτεί ύπαρξη καλής υπεράσπισης ή γεγονότων τέτοιων που να δικαιολογούν να δοθεί στους εναγόμενους δικαίωμα να προωθήσουν την υπεράσπιση τους.”

Κατά της απόφασης για έκδοση συνοπτικής απόφασης στρέφεται η έφεση. Ότι μόνο αρμόδιο να αποφασίσει επί της νομιμότητας διοικητικής πράξης είναι το Ανώτατο Δικαστήριο, δυνάμει του Άρθρου 146, είναι αναμφισβήτητο. Στην εξέταση της νομιμότητας [*143]της απόφασης της Εφεσίβλητης εξ άλλου αποσκοπούσε και η προσφυγή της Εφεσείουσας. Ως εκ τούτου, η υπεράσπιση της Εφεσείουσας, στην έκταση που αφορούσε τη νομιμότητα της απόφασης της Εφεσίβλητης, δεν μπορούσε να ληφθεί υπόψη για σκοπούς της αίτησης, όχι διότι δεν ήταν “καλή” υπεράσπιση αλλά διότι το Επαρχιακό Δικαστήριο δεν ήταν αρμόδιο να την κρίνει καν. Στο βαθμό λοιπόν που η έφεση αφορά τη νομιμότητα της απόφασης της Εφεσίβλητης δεν έχει έρεισμα.

Περαιτέρω, στην έκταση που η ένσταση της Εφεσείουσας αφορούσε τη δεκτότητα και αποτελεσματικότητα της μαρτυρίας του ενόρκως δηλούντος, δεν βλέπουμε λόγο να παρέμβουμε με τη διαπίστωση του ευπαίδευτου δικαστή ότι η μαρτυρία αυτή ήταν και δεκτή και αποτελεσματική. Η ένορκη δήλωση, πέραν των ιδίων των αναφορών της, συνοδεύετο από τεκμήρια τα οποία στοιχειοθετούσαν πλήρως τη λήψη όσο και το περιεχόμενο της απόφασης της Εφεσίβλητης. Εξ άλλου, η ίδια η προσφυγή της Εφεσείουσας εξυπάκουε την ύπαρξη της απόφασης της Εφεσίβλητης, την οποία και προσέβαλλε. Και στο βαθμό λοιπόν που η έφεση αμφισβητεί την κατάληξη του ευπαίδευτου δικαστή ως προς τη δεκτότητα και αποτελεσματικότητα της μαρτυρίας δεν έχει έρεισμα.

Έχει όμως έρεισμα η έφεση ως προς το ότι ο ευπαίδευτος δικαστής δεν εξέτασε όλη την υπεράσπιση που η εφεσείουσα είχε εγείρει για να αποφανθεί δεόντως κατά πόσο απεκαλύπτετο, για σκοπούς συνοπτικής απόφασης, καλή υπεράσπιση. Η Εφεσείουσα, η οποία είχε ήδη καταχωρίσει την υπεράσπιση της πριν καταχωρηθεί η αίτηση για συνοπτική απόφαση, ήγειρε ειδικά θέμα πρόωρου της αγωγής σε συνάρτηση με την προσβολή, δια της προσφυγής, της νομιμότητας της απόφασης βάσει της οποίας εζητείτο η είσπραξη του προστίμου. Η αίτηση δεν εξετάσθηκε με αναφορά σε αυτή την υπεράσπιση παρά μόνο με αναφορά στη διάσταση που αφορούσε την αμφισβήτηση της νομιμότητας της απόφασης στα πλαίσια της ίδιας της αγωγής. Το “καλό” δε αυτής της υπεράσπισης δεν επηρεάζετο από το ότι, όπως μας ελέχθη, έχει εν τω μεταξύ εκδοθεί απόφαση απορριπτική της προσφυγής, καθόσον το ζητούμενο συναρτάται προς το χρόνο καταχώρισης της αγωγής. Να σημειώσουμε μάλιστα και μια άλλη “πραγματιστική” διάσταση. Ανεξαρτήτως του ποια θα είναι τελικά η νομική κατάληξη επί του εγειρόμενου θέματος, λογικό και φρόνιμο είναι να μην καταχωρείται αγωγή προς είσπραξη τέτοιου προστίμου ως αστικού χρέους πριν, είτε παρέλθει η προθεσμία για καταχώριση προσφυγής χωρίς να καταχωρηθεί προσφυγή, είτε κριθεί τελεσιδίκως προσφυγή καταχωρηθείσα κατά της νομιμότητας της αποφάσεως με [*144]την οποία επεβλήθη το πρόστιμο. Ουδείς λόγος για σπουδή υφίσταται, απεναντίας δε, όπως δείχνει και η ενώπιον μας έφεση, η αναμονή, την οποία υπαγορεύει η κοινή λογική, προλαμβάνει καθυστέρηση και περιπλοκή των καταστάσεων οι οποίες στο τέλος μπορεί και να ανατραπούν, καθώς και αχρείαστες επιβαρύνσεις εξόδων.

Η έφεση επιτυγχάνει και η εφεσιβαλλόμενη απόφαση και διαταγή για έξοδα παραμερίζονται. Η αίτηση για συνοπτική απόφαση απορρίπτεται. Δίδεται άδεια στην Εφεσείουσα να υπερασπισθεί στη βάση της ήδη καταχωρηθείσας υπεράσπισής της, αλλά βεβαίως μόνο ως προς την υπεράσπιση την οποία έχουμε επισημάνει. Επιδικάζονται στην Εφεσείουσα και κατά της Εφεσίβλητης €2.500 έξοδα, τόσο της πρωτόδικης όσο και της κατ’ έφεση διαδικασίας.

Η έφεση επιτρέπεται με €2.500 έξοδα        υπέρ των εφεσειόντων, τόσο πρωτοδίκως όσο και κατ’ έφεση.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο