Ηλία Σπύρος ν. Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Αγίας Νάπας (2009) 1 ΑΑΔ 365

(2009) 1 ΑΑΔ 365

[*365]10 Απριλίου, 2009

[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στές]

ΣΠΥΡΟΣ ΗΛΙΑ,

Εφεσείων-Εναγόμενος 3,

v.

ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΠΙΣΤΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΓΙΑΣ ΝΑΠΑΣ,

Εφεσιβλήτων-Εναγόντων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 66/2006)

 

Διαιτησία ― Διαιτητική απόφαση ― Έφεση εναντίον απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου με την οποία απορρίφθηκε αίτηση για παραμερισμό και/ή ακύρωση διατάγματος για εγγραφή και εκτέλεση διαιτητικής απόφασης ― Απόρριψη έφεσης ως άνευ αντικειμένου.

Διαιτησία ― Διαιτητική απόφαση ― Παραμερισμός διατάγματος εγγραφής διαιτητικής απόφασης ― Κατά πόσο ο θ.11 της Δ.48 των Διαδικαστικών Κανονισμών παρείχε στο Δικαστήριο την απαιτούμενη εξουσία.

Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων (3ος εναγόμενος στην Γεν. Αίτηση Αρ. 51/05 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου) προσβάλλει την ορθότητα απόφασης με την οποία απορρίφθηκε αίτησή του ημερ. 28.9.05 για παραμερισμό και/ή ακύρωση διατάγματος ημερ. 4.7.05 για εγγραφή της διαιτητικής απόφασης ημερ. 13.1.04 που εκδόθηκε εναντίον του για το ποσό των £7.261,36 πλέον τόκους και £50 έξοδα. Ο εφεσείων δεν υπέβαλε έφεση μέσα στην προβλεπόμενη προθεσμία των 21 ημερών όπως διαλαμβάνει το Άρθρο 52(4) του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου του 1985 (Ν. 22/85) όπως τροποποιήθηκε.

Από τα ενώπιον του Εφετείου γεγονότα προκύπτει ότι στις 31.5.05 υποβλήθηκαν δύο αιτήσεις για εγγραφή των διαιτητικών αποφάσεων που εκδόθηκαν στις 29.11.02 και 13.1.04. Το διάταγμα της 4.7.05 που αφορά τον εφεσείοντα εκδόθηκε στην Αίτηση Αρ. 51/05 από άλλο επαρχιακό δικαστή, ενώ της αίτησης για τους υπόλοιπους διαδίκους επελήφθη άλλος δικαστής ο οποίος την απέρριψε με αποτέλεσμα να καταχωρηθεί η Πολιτική Έφεση Αρ. 188/06.

[*366]Η νομική βάση της αίτησης ήταν η Δ.48, θ.1, 2, 9 και 11 και η Δ.17, θ.10 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών. Η αίτηση υποστηρίζετο από ένορκη δήλωση του συνηγόρου του εφεσείοντος ο οποίος ουσιαστικά ισχυρίστηκε ότι ενόψει του ότι υπεράσπιζε και τη Γενική Αίτηση Αρ. 52/05 που εγείρονταν ταυτόσημα θέματα, στην οποία όμως ο εφεσείων δεν ήταν διάδικος, εκ παραδρομής δεν καταχώρησε εμφάνιση και ένσταση εκ μέρους του εφεσείοντος στην παρούσα υπόθεση, με αποτέλεσμα να εκδοθεί εναντίον του εφεσείοντος διάταγμα για εγγραφή της απόφασης λόγω παράλειψης του να εμφανιστεί στην υπόθεση.

Προβλήθηκαν οι ακόλουθοι δύο λόγοι έφεσης:

(α) το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε ότι η αίτηση παραμερισμού της «κατ’ ερήμην εκδοθείσας απόφασης ήτο νομικά αστήρικτη» και

(β) το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε ότι οι αποφάσεις των διαιτητών, με βάση τον περί Συνεργατικών Εταιρείων Νόμο επικυρώνονται με βάση τη Δ.47, θ.1 με μονομερή αίτηση.

Αποφασίστηκε ότι:

1. Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η Δ.17, θ.10 δεν είχε άμεση εφαρμογή, είναι ορθή.

2. Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν είχε εφαρμογή ο θ.11 της Δ.48 γιατί αυτός αφορά μόνο «τον τρόπο σύνταξης του διατάγματος», είναι νομικά εσφαλμένη. Έμμεσα ο θ.11 της Δ.48 ενσωματώνει τα κριτήρια που διέπουν τον παραμερισμό αποφάσεων που εκδίδονται στην απουσία διαδίκου σε αγωγή, όπως προβλέπεται από τη Δ.17, θ.10 και όπως έχουν ερμηνευθεί από αριθμό αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Επομένως μπορούσε να αναφέρεται και η Δ.17, θ.10 στο σώμα της αίτησης.

3. Εάν η έφεση αυτή επιτύχει, η υπόθεση κανονικώς εχόντων των πραγμάτων θα πρέπει να επιστραφεί στο Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου για να εξετάσει το κατά πόσο ικανοποιούνται τα κριτήρια για παραμερισμό της, καθότι το δικαστήριο τούτο δε θα εξετάσει το θέμα πρωτογενώς.

4. Η παρούσα έφεση όμως έχει καταστεί άνευ αντικειμένου ενόψει της απόφασης του Εφετείου το οποίο υπό άλλη σύνθεση, εξέδωσε στις 9.6.08 απόφαση στην Πολ. Έφεση Αρ. 188/06, με την οποία διέταξε [*367]την εγγραφή των αποφάσεων της 29.11.02 και 13.1.04 με αποτέλεσμα να καταστεί τελεσίδικο το θέμα της εγγραφής τους για σκοπούς εκτέλεσης. Οποιαδήποτε λοιπόν απόφαση του Εφετείου αυτού για επανεκδίκαση της αίτησης ημερ. 28.9.05 για παραμερισμό της απόφασης της 4.7.05, όπως ουσιαστικά ζητείται με την έφεση, θα συγκρουόταν με την Πολ. Έφεση Αρ. 188/06, ημερ. 9.6.08.

Η έφεση απορρίφθηκε χωρίς έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου (Παρασκευαΐδου-Καρακάννα, Ε.Δ.), (Γενική Αίτηση Αρ. 51/05), ημερομ. 22.2.2006.

Γ. Φ. Πιττάτζιης, για τον Εφεσείοντα.

Ελ. Λουκά, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Φωτίου.

ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων (που ήταν ο 3ος εναγομενος στη Γεν. Αίτηση Αρ. 51/05 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου) προσβάλλει την ορθότητα της απόφασης ημερ. 22/2/06 με την οποία απορρίφθηκε αίτησή του ημερ. 28/9/05 με την οποία ζητούσε τον παραμερισμό και/ή ακύρωση διατάγματος ημερ. 4/7/05 για εγγραφή της διαιτητικής απόφασης ημερ. 13/1/04.

Σε διαιτητική διαδικασία με βάση τον περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο του 1985 (Ν. 22/85 ως έχει τροποποιηθεί), στις Γεν. Αιτήσεις Αρ. 51/05 και 52/05 εκδόθηκαν οι εξής αποφάσεις: (α) Στις 29/11/02 εναντίον της καθ’ ης η αίτηση 2 Χρυστάλλας Κωνσταντίνου για το ποσό των £6.011,91 πλέον τόκους και £25 έξοδα, η οποία σημειώνουμε ότι είχε δεχθεί τη διαιτητική απόφαση. (β) Στις 13/1/04 εκδόθηκε απόφαση εναντίον του καθ’ ου η αίτηση 1 Άντυ Κυριακίδη και καθ’ ου η αίτηση 3 Σπύρου Ηλία (εφεσείοντα) για το ποσό των £7.261,36 πλέον τόκους και £50 έξοδα. Σημειώνουμε ότι και αυτή η απόφαση εκδόθηκε εκ συμφώνου. Ο εφεσείων εμφανίστηκε προσωπικά και ο καθ’ ου η αίτηση αρ. 1 μέσω δικηγόρου. Στον εφεσείοντα η απόφαση επιδόθηκε την ίδια ημέρα, δηλαδή 13/1/04 και δεν υπέβαλε έφεση μέσα στην προβλεπόμενη προθεσμία των 21 ημερών όπως διαλαμβάνει το Άρθρο 52(4) του προαναφερθέντος περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου.

[*368]Με μονομερή αίτηση ημερ. 31/5/05 που έγινε στην αίτηση 51/05, η Σ.Π.Ε. Αγ. Νάπας (εφεσίβλητοι) ζήτησε την εγγραφή και εκτέλεση της προαναφερθείσας απόφασης της 13/1/04. Παρόλο που η αίτηση ήταν μονομερής, το δικαστήριο (ορθά ενεργώντας), έδωσε οδηγίες όπως αυτή επιδοθεί, πράγμα που έγινε, αλλά ο εφεσείων δεν εμφανίστηκε στο δικαστήριο. Έτσι στις 4/7/05 το δικαστήριο δέχθηκε την αίτηση και ενέγραψε, για σκοπούς εκτέλεσης, την προαναφερθείσα απόφαση. Τα γεγονότα αυτά προκύπτουν από τις ενώπιον μας έγγραφες προτάσεις. Όμως το διάταγμα της 4/7/05 δεν φαίνεται πουθενά. Με φροντίδα του δικαστηρίου τούτου εντοπίσαμε το εν λόγω διάταγμα από το οποίο παραθέτουμε αυτούσια τα ακόλουθα:

«Αίτηση υπό των αιτητών, ημερ. 31/5/05

Της αιτήσεως ταύτης ελθούσης προς ακρόασιν τη παρουσία της κας Ε. Λουκά δικηγόρου Αιτητών και του καθ’ ου η Αίτηση 3 μη εμφανισθέντος αν και δεόντως επεδόθη προς αυτόν πιστόν αντίγραφο της παρούσας Αίτησης και μετά την ακρόασιν παντός ό,τι ελέχθη υπό ή εκ μέρους των Αιτητών.

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥΤΟ ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΔΙΑΤΑΤΤΕΙ ΚΑΙ ΕΠΙΤΡΕΠΕΙ την εγγραφή και εκτέλεση της διαιτητικής απόφασης ημερομηνίας 13/1/2004 υπέρ των Αιτητών και εναντίον του καθ’ ου η Αίτηση 3 ως εκτελείται η απόφαση του Δικαστηρίου.

ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥΤΟ ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΔΙΑΤΑΤΤΕΙ όπως ο Καθ’ ου η αίτηση 3 πληρώσει στους αιτητές το ποσό των £224,50σ έξοδα της παρούσης αιτήσεως συμπεριλαμβανομενων των εξόδων συντάξεως της παρούσης αποφάσεως, πλέον £8,50σ έξοδα επίδοσης, πλέον Φ.Π.Α.

Εδόθη την 4/7/05

Συνετάχθη την 15/7/05»

Από τα ενώπιόν μας γεγονότα προκύπτει ότι στις 31/5/05 υποβλήθηκαν δυο αιτήσεις για εγγραφή των αποφάσεων που εκδόθηκαν στις 29/11/02 και 13/1/04. Το διάταγμα της 4/7/05 που αφορά τον εφεσείοντα εκδόθηκε στην αίτηση 51/05 από άλλο επαρχιακό δικαστή ενώ της αίτησης για τους υπόλοιπους διαδίκους επιλήφθηκε άλλος δικαστής ο οποίος απέρριψε την αίτηση με αποτέλεσμα την καταχώρηση της Πολ. Έφεσης Αρ. 188/06 στην οποία θα αναφερθούμε σε κατοπινό στάδιο.

[*369]Στις 28/9/05 ο εφεσείων καταχώρησε αίτηση για παραμερισμό του πιο πάνω διατάγματος της 4/7/05. Η νομική βάση της αίτησης ήταν η Δ.48, θ.1, 2, 9 και 11 και η Δ.17, θ.10 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών. Από άποψης γεγονότων η αίτηση υποστηρίχθηκε από την ένορκη δήλωση του δικηγόρου του εφεσείοντα, ο οποίος ουσιαστικά ισχυρίστηκε ότι ενόψει του ότι υπεράσπιζε και τη Γενική Αίτηση Αρ. 52/05 που εγείρονταν ταυτόσημα θέματα, στην οποία όμως ο εφεσείων δεν ήταν διάδικος, εκ παραδρομής δεν καταχώρησε εμφάνιση και ένσταση εκ μέρους του εφεσείοντα στην παρούσα υπόθεση, με αποτέλεσμα να εκδοθεί εναντίον του εφεσείοντα διάταγμα για εγγραφή της απόφασης λόγω παράλειψης του να εμφανιστεί στην υπόθεση. Την έκδοση απόφασης πληροφορήθηκε στις 26/9/05 που ήταν ορισμένες οι υποθέσεις (51/05 και 52/05) για ακρόαση σχετικά με τους υπόλοιπους εναγόμενους. Ισχυρίστηκε περαιτέρω στην ένορκη δήλωση του, ότι ο εφεσείων έχει καλή υπεράσπιση και έτσι ζήτησε τον παραμερισμό της απόφασης. Τα ίδια επανέλαβε και ο εφεσείων σε συμπληρωματική ένορκη δήλωση.

Το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε την αίτηση βασικά για το λόγο ότι έκρινε πως η νομική της βάση ήταν εσφαλμένη.  Αφού παράθεσε το λεκτικό της Δ.17, θ.10 ανάφερε τα ακόλουθα:

«Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο καθ’ ου η αίτηση 3 ζητά τον παραμερισμό του διατάγματος του Δικαστηρίου, με το οποίο επιτράπηκε η εκτέλεση και εγγραφή των διαιτητικών αποφάσεων ημερ. 29.11.2002 και 13.1.2004. Η αίτηση για εγγραφή και εκτέλεση της απόφασης καταχωρήθηκε τη 31.3.2005. Σύμφωνα με την πιο πάνω αίτηση και συγκεκριμένα την αίτηση που τη συνοδεύει, τη 13.1.2004 εξεδόθη διαιτητική απόφαση εναντίον των καθ’ ων η αίτηση 1 και 3 για ποσόν Λ.Κ. 261,36 πλέον τόκους και έξοδα. Η διαιτητική απόφαση επιδόθηκε στον καθ’ ου η αίτηση 3 την 13.1.2004.

Η Διάταξη 17 φέρει τον τίτλο «DEFAULT OF APPEARANCE” και στα Ελληνικά «ΠΑΡΑΛΕΙΨΗ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ» και καλύπτει τις περιπτώσεις όπου δεν καταχωρήθηκε εμφάνιση σε Κλητήριο Ένταλμα εκ μέρους του εναγομένου μ’ αποτέλεσμα να εκδοθεί απόφαση από το Δικαστήριο εναντίον του, κάτι που δεν ισχύει στη συγκεκριμένη περίπτωση.

Εκείνο που ζητείται εδώ δεν είναι παραμερισμός απόφασης που εκδόθηκε με βάσει το Κλητήριο Ένταλμα, αλλά του διατάγματος για εγγραφή και εκτέλεση της διαιτητικής απόφασης, [*370]ημερ. 29/11/2002.»

Στη συνέχεια το δικαστήριο ασχολήθηκε με τις υπόλοιπες διαδικαστικές πρόνοιες και κατέληξε ως ακολούθως:

«Σε σχέση δε με τη Διάταξη 48, θ.θ.1, 2, 9 και 11 θα ήθελα να παρατηρήσω ότι οι θεσμοί 1 και 2 αφορούν τον τύπο της αίτησης, ο θεσμός 9 αφορά την έκδοση προσωρινών διαταγμάτων ενώ ο θεσμός 11 τον τρόπο σύνταξης του διατάγματος.

Ενόψει των πιο πάνω καταλήγω ότι η υπό εξέταση αίτηση είναι νομικά αβάσιμη. Η αίτηση απορρίπτεται μ’ έξοδα υπέρ του καθ’ ου η αίτηση και εναντίον του αιτητή, ως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή.»

Εναντίον της πιο πάνω απόφασης καταχωρήθηκε η παρούσα έφεση η οποία βασίζεται σε δυο λόγους, τους εξής: (α) το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε ότι η αίτηση παραμερισμού της «κατ’ ερήμην εκδοθείσας απόφασης ήτο νομικά αστήρικτη» και (β) το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε ότι οι αποφάσεις των διαιτητών, με βάση τον περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο επικυρώνονται με βάση τη Δ.47, θ.1 με μονομερή αίτηση. 

Αρχίζοντας από τον πρώτο λόγο έφεσης, μπορούμε να πούμε με ευκολία ότι η κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι η Δ.17, θ.10 δεν είχε άμεση εφαρμογή, είναι ορθή, αφού αυτή ισχύει στις περιπτώσεις όπου εκδίδεται απόφαση λόγω παράλειψης του εναγομένου να εμφανιστεί σε αγωγή, και όχι για παραμερισμό ενός διατάγματος.

 

Αναφορικά όμως με την κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι δεν είχε εφαρμογή ο θ. 11 της Δ.48 γιατί αυτός αφορά μόνο «τον τρόπο σύνταξης του διατάγματος», είμαστε της άποψης ότι αυτή είναι νομικά εσφαλμένη. Το κείμενο του θ. 11 της Δ.48 έχει ως ακολούθως:

“11. Every order, if and when drawn up, shall be drawn up in the same manner as judgments are by these rules directed to be drawn up, and when drawn up, shall show on the face of it by whom, or on whose behalf, the application was made, and the nature of the order made. Every such order may be set aside or varied in the same way as a judgment, and may be enforced in any manner in which the judgment of a Court may be enforced.

(η υπογράμμιση είναι δική μας)

[*371]Σε δική μας μετάφραση:

«11. Κάθε διάταγμα, εάν και όταν συνταχθεί (drawn up) πρέπει να συνταχθεί κατά τον ίδιο τρόπο όπως προνοείται σ’ αυτούς τους κανονισμούς για την σύνταξη αποφάσεων, και όταν συνταχθεί πρέπει να δείχνει στο μπροστινό μέρος από ποιόν ή εκ μέρους ποιού έγινε η αίτηση και τη φύση του διατάγματος. Κάθε τέτοιο διάταγμα μπορεί να παραμερισθεί ή διαφοροποιηθεί κατά τον ίδιο τρόπο που παραμερίζονται ή διαφοροποιούνται οι αποφάσεις και μπορεί να εφαρμοσθεί κατά τον ίδιο τρόπο που εφαρμόζονται οι αποφάσεις

(η υπογράμμιση είναι δική μας).

Είναι φανερό από τα πιο πάνω ότι το μέρος του θ.11 στο οποίο δώσαμε έμφαση, παρείχε εξουσία στο πρωτόδικο δικαστήριο για να εξετάσει κατά πόσο το διάταγμα ημερ. 4/7/05 με το οποίο διατάχθηκε η εγγραφή της απόφασης ημερ. 13/1/04 (που αφορά τον εφεσείοντα) θα έπρεπε να παραμεριστεί ή όχι. Έμμεσα ο θ. 11 της Δ.48 ενσωματώνει τα κριτήρια που διέπουν τον παραμερισμό αποφάσεων που εκδίδονται στην απουσία διαδίκου σε αγωγή, όπως προβλέπεται από τη Δ.17, θ.10 και όπως έχουν ερμηνευθεί από αριθμό αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Επομένως μπορούσε να αναφέρεται και η Δ.17, θ.10 στο σώμα της αίτησης.

Στην παρούσα περίπτωση ενόψει του ότι το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε την αίτηση ως νομικά αστήρικτη, δεν ασχολήθηκε με την ουσία της, κατά πόσο δηλαδή ήταν κατάλληλη περίπτωση για να διαταχθεί ο παραμερισμός του διατάγματος της 4/7/05. Επομένως σε περίπτωση που η έφεση επιτύχει, η υπόθεση κανονικώς εχόντων των πραγμάτων θα πρέπει να επιστραφεί στο Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου για να εξετάσει το κατά πόσο ικανοποιούνται τα κριτήρια για παραμερισμό της, καθότι το δικαστήριο τούτο δε θα εξετάσει το θέμα πρωτογενώς. Όμως υπάρχει η πιο κάτω εξέλιξη που πιστεύουμε ότι επηρεάζει και την παρούσα έφεση.

Η υπό έφεση απόφαση φέρει ημερομηνία 22/2/06. Στο μεταξύ, Εφετείο με άλλη σύνθεση, στις 9/6/08 εξέδωσε απόφαση στην Πολ. Έφεση Αρ. 188/06, Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Αγίας Νάπας v. Άντη Κυριακίδη κ.ά. (2008) 1 Α.Α.Δ. 716, η οποία αφορά τις Συνεκδικαζόμενες Αιτήσεις Αρ. 51/05 και 52/05, δηλαδή τις υποθέσεις που είναι αντικείμενο της παρούσας έφεσης. Η εν λόγω έφεση αφορούσε την νομιμότητα της αίτησης ημερ. 31/5/05 για εγγραφή των αποφάσεων που είχαν εκδοθεί στις εν λόγω υποθέσεις, τις ίδιες δηλαδή που αφορούσε και η αίτηση στην παρούσα έφεση. Το πρωτό[*372]δικο δικαστήριο με απόφαση του ημερ. 29/5/06 απέρριψε την αίτηση για εγγραφή με αποτέλεσμα την καταχώρηση της προαναφερθείσας Εφεσης Αρ. 188/06.

Το Ανώτατο Δικαστήριο δεχόμενο την έφεση στις 9/6/08 κατέληξε ως ακολούθως: «Εκδίδεται διάταγμα εγγραφής της διαιτητικής απόφασης για σκοπούς εκτέλεσής της. Οι εφεσίβλητοι θα επωμισθούν τα έξοδα πρωτοδίκως και ενώπιόν μας.» Σημειώνουμε ότι το αποτέλεσμα αυτό της έφεσης συνάδει με την απόφαση του δικαστηρίου στη δική μας περίπτωση ημερ. 4/7/05 που διέταξε την εγγραφή της απόφασης.

Είμαστε της άποψης ότι από τη στιγμή που το Ανώτατο Δικαστήριο ως εφετείο, στις 9/6/08 διέταξε την εγγραφή των αποφάσεων της 29/11/02 και 13/1/04 το θέμα της εγγραφής τους για σκοπούς εκτέλεσης κατέστη τελεσίδικο. Επομένως η παρούσα έφεση, έστω και αν κατά το χρόνο που καταχωρήθηκε ήταν, με όσα αναφέραμε πιο πάνω βάσιμη, έχει καταστεί άνευ αντικειμένου. Οιαδήποτε απόφαση μας για επανεκδίκαση της αίτησης ημερ. 28/9/05 για παραμερισμό της απόφασης της 4/7/05, όπως ζητείται ουσιαστικά με την έφεση, θα συγκρουόταν με την Πολ. Έφεση Αρ. 188/06, ημερ. 9/6/08. Ιδιαίτερα αν ληφθεί υπόψη ότι ο εφεσείων είχε εμφανιστεί στη διαιτησία και είχε παραδεχθεί την οφειλή του την οποία προσπάθησε, έμμεσα με την ακύρωση δηλαδή της εγγραφής της απόφασης, να αμφισβητήσει. Όμως αν ήθελε να αμφισβητήσει την απόφαση του διαιτητή θα έπρεπε να την εφεσιβάλει στην προθεσμία που αναφέραμε πιο πάνω.

Ως αποτέλεσμα η έφεση απορρίπτεται, αλλά κάτω από τις περιστάσεις χωρίς οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο