Mιχαλιάς Γιώργος ν. Xριστίνας A. Iωάννου - Mιχαλιά (Aρ. 2) (2009) 1 ΑΑΔ 908

(2009) 1 ΑΑΔ 908

[*908]14 Ιουλίου, 2009

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

[ΗΛΙΑΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στές]

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΙΧΑΛΙΑΣ,

Εφεσείων,

v.

ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ Α. ΙΩΑΝΝΟΥ – ΜΙΧΑΛΙΑ (ΑΡ. 2),

Εφεσίβλητης.

(Έφεση Αρ. 15/2007)

 

Δικαστήριο Eυρωπαϊκών Kοινοτήτων ― Διαταγή για προδικαστική παραπομπή στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Δ.Ε.Κ.) ερωτημάτων σε σχέση με το κατά πόσο στη βάση της ορθής ερμηνείας και εφαρμογής των Άρθρων 2(Ι), 42 και 46 του Ευρωπαϊκού Κανονισμού 1347/2000 (Ε.Κ.), έχουν τα Κυπριακά Δικαστήρια δικαιοδοσία σε: (α) Διαδικασίες διαζυγίου που άρχισαν από το σύζυγο στα Δικαστήρια της Κύπρου τον Απρίλιο του 2003 μετά που ο Κανονισμός τέθηκε σε ισχύ την 1.3.2001 αλλά πριν η Κύπρος καταστεί Κράτος Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης την 1.5.2004, και (β) Διαδικασίες διαζυγίου που άρχισαν από τη σύζυγο μετά την 1.5.2004 στα Δικαστήρια της Αγγλίας, η οποία καθ’ όλο τον ουσιώδη χρόνο ήταν Κράτος Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ― Και οι δύο σύζυγοι ήταν καθ’ όλο τον ουσιώδη χρόνο μόνιμοι κάτοικοι Αγγλίας και είχαν Κυπριακή υπηκοότητα.

Το Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο εξέδωσε τη Διαταγή η οποία αναφέρεται στο πιο πάνω εισαγωγικό σημείωμα, θεωρώντας σκόπιμο να ζητήσει την αρωγή του Δ.Ε.Κ. για την αυθεντική ερμηνεία του Ευρωπαϊκού Κανονισμού 1347/2000 σε σχέση με τη δικαιοδοσία των Δικαστηρίων της Κύπρου στις αναφερόμενες στο εισαγωγικό σημείωμα διαδικασίες διαζυγίου.

Τα γεγονότα της υπόθεσης εκτίθενται λεπτομερώς στην Έφεση Αρ.15/2007 επί της οποίας είναι επισυνημμένη η παρούσα Διαταγή.

Το Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο με ξεχωριστή απόφασή του στα πλαίσια της έφεσης ενέκρινε αίτημα για αναστολή της [*909]διαδικασίας μέχρι να εκδοθεί η απόφαση του ΔΕΚ επί του προδικαστικού ερωτήματος.

Εκδόθηκε διαταγή ως ανωτέρω. Ενόψει της επιδίκασης των εξόδων της έφεσης δεν επιδικάσθηκαν άλλα έξοδα στο    παρόν στάδιο.

Aίτηση.

Αίτηση από τον εφεσείοντα με την οποία ζητά διάταγμα, δυνάμει του Άρθρου 234 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, με το οποίο να διατάσσεται η παραπομπή των ερωτημάτων που διατυπώνονται στο επισυναπτόμενο παράρτημα, για έκδοση προδικαστικής απόφασης από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων επί των θεμάτων που εγείρονται στα ερωτήματα.

Γ. Τριανταφυλλίδης με Ν. Παρτασίδου, για τον Εφεσείοντα.

Αλ. Μαρκίδης με Ν. Μακρίδη, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Το Ανώτατο Δικαστήριο στη δευτεροβάθμια του δικαιοδοσία, αφού μελέτησε την αίτηση και αφού άκουσε τους δικηγόρους των διαδίκων Γ. Τριανταφυλλίδη και Ν. Παρτασίδου για τον Εφεσείοντα και τους Α. Μαρκίδη και Ν. Μακρίδη για την Εφεσίβλητη, αποφάσισε σήμερα, 14 Ιουλίου, 2009, ότι είναι απαραίτητη η αποσαφήνιση των νομικών σημείων που φαίνονται στο Παράρτημα της παρούσας Διαταγής, ώστε να δυνηθεί το Δικαστήριο αυτό να αποφασίσει για την υπόθεση που βρίσκεται ενώπιόν του, δηλαδή την Υπόθεση Αρ. 15/2007 μεταξύ Γιώργου Μιχαλιά και Χριστίνας Α. Ιωάννου – Μιχαλιά. Γι’ αυτό διατάσσεται η παραπομπή του ερωτήματος που διατυπώνεται στο επισυναπτόμενο Παράρτημα, για έκδοση προδικαστικής απόφασης από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων επί των θεμάτων που εγείρονται στο ερώτημα.

Περαιτέρω διατάσσεται η αναστολή της διαδικασίας, μέχρι να εκδοθεί η απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Τα έξοδα της διαδικασίας παραπομπής επιφυλάσσονται.

Δυνάμει του Κανονισμού 4 των περί Προδικαστικής Παραπομπής στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Διαδικαστικών Κανονισμών (Αρ. 1) του 2008, εντέλλεται ο Αρχιπρωτοκολλη[*910]τής όπως διαβιβάσει την παρούσα Διαταγή μετά του Παραρτήματος και λοιπών εγγράφων, στο Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

ΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Αιτούν Δικαστήριο

Το Ανώτατο Δικαστήριο της Κυπριακής Δημοκρατίας στη δευτεροβάθμια του δικαιοδοσία ως Οικογενειακό Εφετείο.

Οι διάδικοι

Ο Εφεσείων είναι ο Γιώργος Μιχαλιάς.

Η Εφεσίβλητη είναι η Χριστίνα Α. Ιωάννου – Μιχαλιά.

Οι δικηγόροι των διαδίκων

Γ. Τριανταφυλλίδης με Ν. Παρτασίδου, για τον Εφεσείοντα.

Αλ. Μαρκίδης με Ν. Μακρίδη, για την Εφεσίβλητη.

Α. Η θεραπεία που ζητείται

1. Ο Εφεσείων έχει ζητήσει όπως εκδοθεί διάταγμα δυνάμει του Αρθρου 234 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, για προδικαστική παραπομπή στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (στο εξής το ΔΕΚ), των πιο κάτω ερωτημάτων:-

«Ερμηνεύοντας ορθά και εφαρμόζοντας τα Άρθρα 2 (Ι), 42 και 46 του Ευρωπαϊκού Κανονισμού 1347/2000 (ΕΚ) έχουν τα Δικαστήρια ενός Κράτους Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (της Κύπρου) δικαιοδοσία σε:

(α)   Διαδικασίες διαζυγίου που αρχίζουν από το σύζυγο στα δικαστήρια του κράτους Χ (της Κύπρου) τον Απρίλιο 2003 μετά που ο Κανονισμός τέθηκε σε ισχύ την 1 Μαρτίου 2001, αλλά πριν το Κράτος Χ (η Κύπρος) να γίνει Κράτος Μέλος την 1 Μαΐου 2004· και

(β)   Διαδικασίες διαζυγίου που ξεκίνησαν από τη σύζυγο μετά την 1/5/2004 στα Δικαστήρια ενός άλλου Κράτους Μέλους (Αγγλία) το οποίο καθ’ όλο τον ουσιώδη χρόνο ήταν Κράτος Μέλος.

[*911](γ)     Και οι δύο σύζυγοι ήταν καθ’ όλο τον ουσιώδη χρόνο μόνιμοι κάτοικοι στο Κράτος Υ (Αγγλία).

(δ)   Και οι δύο σύζυγοι ήταν καθ’ όλο τον ουσιώδη χρόνο υπήκοοι του Κράτους Χ (Κύπρος).»

2. Η Εφεσίβλητη έχει φέρει ένσταση στην παραπομπή των πιο πάνω ερωτημάτων για γνωμάτευση από το Δ.Ε.Κ..

Β. Τα πραγματικά γεγονότα και η εφαρμογή τους σύμφωνα με τις αρχές του Εθνικού και Κοινοτικού Δικαίου

3. Οι διάδικοι, οι οποίοι είναι Κύπριοι πολίτες, γεννήθηκαν και διέμεναν μέχρι το 1988 στην Κύπρο. Το 1988 τέλεσαν θρησκευτικό γάμο στη Λεμεσό και ακολούθως εγκαταστάθηκαν στην Αγγλία όπου και είχαν τον τόπο διεξαγωγής της εργασίας τους. Ως αποτέλεσμα διαφορών που προέκυψαν μεταξύ τους, ο Εφεσείων καταχώρισε στις 2/4/2003 αίτηση διαζυγίου στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας. Δεκαοκτώ μήνες αργότερα και πιο συγκεκριμένα την 1/5/2004, η Εφεσίβλητη καταχώρισε και αυτή αίτηση διαζυγίου στην Αγγλία. Το αρμόδιο Αγγλικό Δικαστήριο, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Αρθρου 11.2 του Ευρωπαϊκού Κανονισμού 1347/2000 [Council Regulation 1347/2000 (Ε.C.)], γνωστού ως Βρυξέλλες ΙΙ), στο εξής ο Κανονισμός 1347/2000 (Ε.Κ.), ανέστειλε την ενώπιον του διαδικασία έχοντας υπόψη την προγενέστερη καταχώριση αίτησης διαζυγίου εκ μέρους του Εφεσείοντος στην Κύπρο. Το Αρθρο 11.2 του Κανονισμού 1347/2000 (Ε.Κ.) προνοεί ότι:-

«2. Where proceedings for divorce, legal separation or marriage annulment not involving the same cause of action and between the same parties are brought before courts of different Member States, the court second seised shall of its own motion stay its proceedings until such time as the jurisdiction of the court first seised is established.»

4. Επτά μήνες αργότερα, στις 24/11/2004 η Εφεσίβλητη καταχώρισε αίτηση στο Κυπριακό Οικογενειακό Δικαστήριο, με την οποία ζητούσε την απόρριψη της αίτησης διαζυγίου που είχε καταχωρίσει ο Εφεσείων στην Κύπρο, γιατί σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της το Κυπριακό Οικογενειακό Δικαστήριο εστερείτο δικαιοδοσίας αφού ούτε ο Εφεσείων ούτε η Εφεσίβλητη είχαν τη διαμονή τους ή τον τόπο εργασίας τους στην Κύπρο, σύμφωνα με το Αρθρο 12(1)(α) του περί Οικογενειακών Δικα[*912]στηρίων Νόμου αρ. 23/90. Το πιο πάνω άρθρο προνοεί ότι:-

«12.- (1) Το Οικογενειακό Δικαστήριο είναι αρμόδιο να ακούει και να αποφασίζει για οποιοδήποτε ζήτημα, όταν:

(α) Ο ενάγων ή ο εναγόμενος έχει τη διαμονή του ή τον τόπο διεξαγωγής της εργασίας του μέσα στην επαρχία για την οποία ιδρύθηκε το Οικογενειακό Δικαστήριο.»

5. Το Οικογενειακό Δικαστήριο αποφάσισε στις 3/7/2006 ότι δεν είχε κατά τόπο αρμοδιότητα να εκδικάσει την αίτηση διαζυγίου εφόσον κανένας από τους διαδίκους δεν είχε τη διαμονή του στην Κύπρο και ταυτόχρονα παρέπεμψε ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου ερώτημα κατά πόσο το Αρθρο 12 του Νόμου 23/90 αντίκειτο προς τα Άρθρα 111, 28 και 30 του Συντάγματος. Στο μεταξύ, διέταξε όπως η διαδικασία αναβληθεί μέχρι να αποφασίσει το Ανώτατο Δικαστήριο για το θέμα της συνταγματικότητας. Η πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου τελικά αποφάνθηκε την 1/6/2007 ότι το Αρθρο 12 του Νόμου 23/90 δεν συγκρουόταν με τα Άρθρα 28, 30 και 111 του Συντάγματος.

6.  Στις 3/7/2007 το Οικογενειακό Δικαστήριο κλήθηκε, κατόπιν αιτήματος που υποβλήθηκε εκ μέρους του Εφεσείοντος, να εξετάσει κατά πόσο ο Κανονισμός 1347/2000 (Ε.Κ.) τύγχανε εφαρμογής στην παρούσα περίπτωση. Το Αρθρο 2(1)(β) του πιο πάνω Κανονισμού προσδίδει δικαιοδοσία στα Δικαστήρια μιας χώρας κράτους μέλους να εκδικάζουν αιτήσεις διαζυγίου,

(i) Στη χώρα όπου οι σύζυγοι διαμένουν (habitually resident), είτε

(ii)   Στη χώρα της υπηκοότητάς τους (nationality).

Όπως αναφέρεται στο Αρθρο 2(1)(β):-

«1. In matters relating to divorce, legal separation or marriage annulment, jurisdiction shall lie with the courts of the Member  State ...............................................................................................................

(b)   of the nationality of both spouses or, in the case of the United Kingdom and Ireland, of the ‘domicile’ of both spouses.»

Αναφορικά με τις προεκτάσεις των προνοιών του Κανονισμού 1347/2000 (ΕΚ), το Άρθρο 42 προνοεί ότι:-

[*913]«The provisions of this Regulation shall apply only to legal proceedings instituted, to documents formally drawn up or registered as authentic instruments and to settlements which have been approved by a court in the course of proceedings after its entry into force.»

7. Το Οικογενειακό Δικαστήριο στις 27/9/2007 αποφάνθηκε ότι εφόσον η αίτηση διαζυγίου στην Κύπρο καταχωρήθηκε στις 2/4/2003 και η Κύπρος κατέστη επίσημα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης την 1/5/2004, ο Κανονισμός 1347/2000 (Ε.Κ.) (ο οποίος τέθηκε σε εφαρμογή την 1/3/2001) δεν εφαρμοζόταν πριν από την 1/5/2004 και έτσι το Οικογενειακό Δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία να εξετάσει την αίτηση διαζυγίου.

Στη σχετική απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου σημειώθηκαν τα πιο κάτω:-

«Εφόσον έχουμε μελετήσει τις δύο απόψεις, αποφασίζουμε ότι θα πρέπει να αποδεχτούμε ως ορθή τη δεύτερη άποψη, δηλαδή την άποψη της Καθ’ ης η Αίτηση, διότι όταν καταχωρήθηκε η προκείμενη αίτηση διαζυγίου, η Κύπρος δεν ήταν μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κατά συνέπεια το Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία κατά τον ουσιώδη χρόνο με βάση τον Ευρωπαϊκό Κανονισμό 1347/00 ……………………

Ενόψει όλων των ανωτέρω, καταλήγουμε ότι δεν έχουμε δικαιοδοσία με βάση τον Ευρωπαϊκό Κανονισμό 1347/00 και η αίτηση διαζυγίου θα πρέπει να απορριφθεί γι’ αυτό και απορρίπτεται. Επίσης ήδη αποφασίσαμε και η απόφασή μας επικυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο ότι το παρόν Δικαστήριο δεν έχει κατά τόπο δικαιοδοσία, οπότε η αίτηση διαζυγίου απορρίπτεται και λόγω έλλειψης κατά τόπο δικαιοδοσίας.»

8. Με βάση τα πιο πάνω το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση διαζυγίου του Εφεσείοντος λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας, με έξοδα σε βάρος του, χωρίς προηγουμένως να παραπέμψει προδικαστικό ερώτημα στο Δ.Ε.Κ..

9. Με την έφεση που ασκήθηκε ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου ο Εφεσείων ισχυρίστηκε ότι η πιο πάνω απόφαση πρέπει να ακυρωθεί γιατί το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα,

(1)   Αποφάνθηκε ότι για την ανάληψη δικαιοδοσίας θα έπρεπε οι διάδικοι να είχαν συνεχή διαμονή τριών μηνών στην Κύ[*914]προ πριν από την καταχώριση της αίτησης,

(2)   Έκρινε ότι δεν είχε δικαιοδοσία σύμφωνα με τις πρόνοιες του Αρθρου 42 του Κανονισμού 1347/2000 (Ε.Κ.) να επιληφθεί της αίτησης· και

(3)   Παρέλειψε να παραπέμψει το θέμα στο Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για γνωμάτευση.

10. Το Ανώτατο Δικαστήριο στα πλαίσια της έφεσης έκρινε ότι:

(α) Ο λόγος έφεσης 1 δεν ευσταθεί γιατί το θέμα της κατά τόπον αρμοδιότητας του Οικογενειακού Δικαστηρίου κρίθηκε από προηγούμενη απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου και ως εκ τούτου αποτελεί δεδικασμένο.

(β) Ο λόγος έφεσης 2 ευσταθεί γιατί το Οικογενειακό Δικαστήριο δεν θα έπρεπε το ίδιο να είχε ερμηνεύσει τον Κανονισμό 1347/2000 (Ε.Κ.), χωρίς προηγουμένως να παραπέμψει προδικαστικό ερώτημα στο Δ.Ε.Κ..

(γ) Ο λόγος έφεσης 3 επίσης ευσταθεί επειδή το Οικογενειακό Δικαστήριο άσκησε λανθασμένα τη διακριτική του ευχέρεια που είχε δυνάμει του Αρθρου 234 της Συνθήκης.

Γ. Οι ισχυρισμοί των διαδίκων

12. Έχει υποβληθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο του Εφεσείοντος ότι με βάση τον Κανονισμό 2(1)(β) του Κανονισμού 1347/2000 (Ε.Κ.) που τέθηκε σε εφαρμογή την 1/3/2001, τα Δικαστήρια μιας χώρας κράτους μέλους έχουν δικαιοδοσία να εκδικάζουν αιτήσεις διαζυγίου, εφόσον οι διάδικοι είναι υπήκοοι πολίτες της χώρας εκείνης. Η Κύπρος κατέστη μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης την 1/5/2004 και ο Κανονισμός 1347/2000 (Ε.Κ.) εφαρμόζεται στην Κύπρο, αφού σύμφωνα με τις πρόνοιες του Αρθρου 249 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι δεσμευτικός για όλα τα μέρη και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος. Εφόσον δε ρητά αναφέρεται στον Κανονισμό 42 του Κανονισμού 1347/2000 (Ε.Κ.) ότι οι πρόνοιες του εφαρμόζονται σε δικαστικές διαδικασίες που άρχισαν μετά την 1/3/2001 (η αίτηση διαζυγίου του Εφεσείοντος καταχωρήθηκε στα Κυπριακά Δικαστήρια στις 2/4/2003), το Οικογενειακό Δικαστήριο είχε δικαιοδοσία σύμφωνα με το Αρθρο 2(1)(β) να εκδικάσει την υπόθεση, αφού και οι δύο διάδικοι είναι Κύπριοι πολίτες.

[*915]13. Αντίθετη είναι η άποψη της Εφεσίβλητης. Όπως έχει υποβληθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο της, ο Κανονισμός 1347/2000 (Ε.Κ.) δεν περιλαμβάνει πρόνοια ότι εφαρμόζεται αναδρομικά σε σχέση με διαδικασίες που καταχωρήθηκαν σε δικαστήρια των νέων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης πριν από την ένταξη της χώρας στην Ένωση και εφόσον η αίτηση καταχωρήθηκε στις 2/4/2003 και η ένταξη της Κύπρου έλαβε χώρα την 1/5/2004, το Οικογενειακό Δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία να επιληφθεί της αίτησης. Αναφορικά με την εφαρμογή του Κανονισμού 42 υποβλήθηκε ότι οι πρόνοιες του Κανονισμού 42(2), οι οποίες αναφέρονται σε αναγνώριση αποφάσεων που αφορούν διαδικασίες που άρχισαν πριν από την εφαρμογή του Κανονισμού αλλά ολοκληρώθηκαν μετά την έναρξη ισχύος του Κανονισμού, ενισχύουν τη θέση της Εφεσίβλητης. Και τούτο γιατί τέτοιες διαδικασίες θα αναγνωρίζονται εφόσον τα δικαστήρια του κράτους μέλους έχουν αναγνωρίσει δικαιοδοσία σύμφωνα με το Κεφάλαιο 11 του Κανονισμού, ή σύμφωνα με σχετική συνθήκη μεταξύ των εμπλεκόμενων κρατών μελών, η οποία βρισκόταν σε εφαρμογή κατά το χρόνο έναρξης των δικαστικών διαδικασιών, κάτι που δεν ισχύει στην παρούσα περίπτωση. Επιπρόσθετα τονίστηκε ότι η αίτηση διαζυγίου, η οποία ήταν εξ υπαρχής άκυρη, δεν μπορεί να διασωθεί με την έγκριση νομοθετικών προνοιών που δεν βρίσκονταν σε ισχύ όταν κατεχωρείτο η αίτηση.

Δ. Η προσέγγιση του Ανωτάτου Δικαστηρίου

14. Το θέμα που εγείρεται, φαίνεται πως δεν είναι ξεκάθαρο.  Επειδή προβλέπουμε ότι η όποια ερμηνεία του Κανονισμού με αναφορά στο υπό κρίση θέμα, θα έχει αντίκτυπο στο κοινοτικό δίκαιο, θεωρούμε σκόπιμο να ζητήσουμε την αρωγή του Δ.Ε.Κ. για την αυθεντική ερμηνεία του Κανονισμού. Στην απόφαση μας για την παραπομπή του θέματος στο Δ.Ε.Κ. υπό μορφή ερωτήματος, λάβαμε υπόψη ότι: (i) Δεν υπήρξε παρόμοιο θέμα αντικείμενο εξέτασης από τα Δικαστήρια των άλλων χωρών κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από το Δ.Ε.Κ., (ii) το θέμα είναι αρκετά σοβαρό και η ερμηνεία των προεκτάσεων της εφαρμογής του, που θα επηρεάσει όλα τα κράτη μέλη, θα πρέπει να δοθεί από το Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και (iii) η γνωμάτευση κρίνεται αναγκαία μέσα στα πλαίσια της επίλυσης των διαφορών των διαδίκων.

Ε. Το ερώτημα

15. Έχουμε διεξέλθει τα ερωτήματα όπως έχουν συνταχθεί από [*916]τον ευπαίδευτο δικηγόρο για τον Εφεσείοντα. Κρίνουμε ότι τα δύο προδικαστικά ερωτήματα μπορεί να παραπεμφθούν ως έχουν, ενώ τα ερωτήματα (γ) και (δ) μπορούν να τεθούν ως προϋποθέσεις στα ερωτήματα.

16. Ενόψει όλων των πιο πάνω παραπέμπονται τα πιο κάτω ερωτήματα όπως τα έχουμε ελαφρώς επαναδιατυπώσει:-

«Ερμηνεύοντας ορθά και εφαρμόζοντας τα Άρθρα 2 (Ι), 42 και 46 του Ευρωπαϊκού Κανονισμού 1347/2000 (Ε.Κ.) έχουν τα Δικαστήρια ενός Κράτους Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (της Κύπρου) δικαιοδοσία σε:

(α)   Διαδικασίες διαζυγίου που αρχίζουν από το σύζυγο στα δικαστήρια του κράτους Χ (της Κύπρου) τον Απρίλιο 2003 μετά που ο Κανονισμός τέθηκε σε ισχύ την 1 Μαρτίου 2001, αλλά πριν το Κράτος Χ (η Κύπρος) να γίνει Κράτος Μέλος την 1 Μαΐου 2004· και

(β)   Διαδικασίες διαζυγίου που ξεκίνησαν από τη σύζυγο μετά την 1/5/2004 στα Δικαστήρια ενός άλλου Κράτους Μέλους (Αγγλία) το οποίο καθ’ όλο τον ουσιώδη χρόνο ήταν Κράτος Μέλος.

Και οι δύο σύζυγοι ήταν καθ’ όλο τον ουσιώδη χρόνο μόνιμοι κάτοικοι στο Κράτος Υ (Αγγλία).

Και οι δύο σύζυγοι ήταν καθ’ όλο τον ουσιώδη χρόνο υπήκοοι του Κράτους Χ (Κύπρος).»

17. Με ξεχωριστή απόφαση μας στα πλαίσια της έφεσης, έχουμε εγκρίνει το αίτημα για αναστολή της διαδικασίας μέχρι να εκδοθεί η απόφαση του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων επί του προδικαστικού ερωτήματος. Έχουμε επίσης επιδικάσει έξοδα έφεσης και επομένως δεν προκύπτει ανάγκη για επιδίκαση άλλων εξόδων, σ’ αυτό το στάδιο της διαδικασίας.

Εκδίδεται διαταγή ως ανωτέρω. Ενόψει της επιδίκασης των εξόδων της έφεσης δεν επιδικάζονται άλλα έξοδα στο παρόν στάδιο.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο