Wynne Barry ν. David Costaki Mavronicola, ως διαχειριστή της περιουσίας του Kωστάκη Δαυίδ Mαυρονικόλα (ανίκανου προσώπου) (2009) 1 ΑΑΔ 1138

(2009) 1 ΑΑΔ 1138

[*1138]15 Σεπτεμβρίου, 2009

[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στές]

BARRY WYNNE,

Εφεσείων-Ενάγων,

v.

DAVID COSTAKI MAVRONICOLA,

ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ

ΚΩΣΤΑΚΗ ΔΑΥΙΔ ΜΑΥΡΟΝΙΚΟΛΑ, ΑΝΙΚΑΝΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ,

Εφεσιβλήτου-Εναγομένου.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 371/2006)

 

Απόδειξη Βάρος αποδείξεως και αξιοπιστία μαρτύρων ― Οι δύο έννοιες δεν πρέπει να συμπλέκονται ― Η αξιοπιστία εκτιμάται αυτοτελώς και ανεξαρτήτως επιπέδου απόδειξης ― Συνήθως θέμα αξιοπιστίας εγείρεται όταν υπάρχουν δύο διϊστάμενες εκδοχές και το Δικαστήριο θα πρέπει να επιλέξει μια από αυτές.

Δικαστική απόφαση ― Αιτιολογία ― Απόρριψη μονομερούς αίτησης για έκδοση απόφασης εναντίον εναγομένου λόγω παράλειψης καταχώρισης σημειώματος εμφάνισης ― Πρωτόδικο Δικαστήριο αιτιολόγησε τις διαπιστώσεις του οι οποίες δεν αντιστρατεύονταν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την κοινή λογική.

Πολιτική Δικονομία ― Αίτηση για απόφαση λόγω παράλειψης εναγομένου να καταχωρήσει εμφάνιση ― Απόδειξη της υπόθεσης χωρίς τη συμμετοχή του αντιδίκου και όπου η μαρτυρία είναι αναντίλεκτη ― Τι πρέπει να εξετάσει το Δικαστήριο ― Πως διαφοροποιείται ο τρόπος δράσης του Δικαστηρίου όταν υπάρχουν εγγενείς δυσκολίες σε σχέση με την αξιοπιστία μάρτυρα.

Έφεση ― Απόφαση με την οποία απερρίφθη μονομερής αίτηση για έκδοση απόφασης λόγω της παράλειψης του εναγομένου να καταχωρήσει εμφάνιση ― Κατά πόσο ήταν εφέσιμη.

Ο εφεσείων ήγειρε αγωγή εναντίον κάποιου A. Abrahaams για χρηματικό ποσό το οποίο του είχε παραχωρήσει ως δάνειο και στις 26.5.2004 εξασφάλισε δικαστική απόφαση εναντίον του. Στη συνέ[*1139]χεια, ο εφεσείων κινήθηκε και εναντίον του εφεσίβλητου στη βάση της κατ’ ισχυρισμόν εγγύησης που του έδωσε σε σχέση με την αποπληρωμή του δανείου. Ο εφεσίβλητος δεν καταχώρησε σημείωμα εμφάνισης και ο εφεσείων, στις 29.3.2006, καταχώρησε μονομερή αίτηση για απόφαση η οποία απερρίφθη. Την ίδια τύχη είχε και δεύτερη μονομερής αίτηση ημερομηνίας 10.8.06 με στόχο και πάλι την έκδοση απόφασης λόγω της παράλειψης του εφεσίβλητου να καταχωρήσει εμφάνιση.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε ότι όταν η αξίωση αφορά δανεισμό, η αγωγή πρέπει να προχωρήσει ως να υπήρχε εμφάνιση εκ μέρους του εναγομένου. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια προχώρησε και εξέτασε τη μαρτυρία που προσκόμισε ο εφεσείων, την οποία και απέρριψε ως αναξιόπιστη. Το Δικαστήριο βρήκε ότι ο εφεσείων δεν κατάφερε να αποσείσει το αποδεικτικό βάρος που τον βάραινε, ότι δηλαδή ο εφεσίβλητος είχε εγγυηθεί προσωπικά την αποπληρωμή του δανείου και απέρριψε την αίτηση για απόφαση, χωρίς οποιαδήποτε διαταγή εξόδων.

Ο εφεσείων καταχώρησε έφεση. Ισχυρίστηκε ότι τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με την αξιοπιστία του είναι εσφαλμένα.

Ο δικηγόρος του εφεσίβλητου κατά την πρώτη εμφάνιση ενώπιον του Εφετείου αμφισβήτησε τη νομότυπη επίδοση της αγωγής. Επί της ουσίας της έφεσης, ζήτησε κατ’ αρχάς την απόρριψη της έφεσης ισχυριζόμενος ότι αυτή δεν είναι εφέσιμη, αφού, όπως ισχυρίστηκε παρά την τροποποίηση του Άρθρου 25 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60, το εφέσιμο ή όχι της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου θα πρέπει να κριθεί με βάση το νομικό καθεστώς που επικρατούσε πριν την τροποποίηση του Νόμου και συγκεκριμένα στη βάση των αποφασισθέντων στις υποθέσεις Χάσικος κ.ά. v. Χαραλαμπίδη (1990) 1 Α.Α.Δ. 389 και Χαρούς v. Χαρούς (2003) 1 Α.Α.Δ. 1530. Εισηγήθηκε ότι κατά το χρόνο επίδοσης της πρωτόδικης απόφασης και κατά το χρόνο καταχώρησης της παρούσας έφεσης, οι πρόνοιες της τροποποιητικής νομοθεσίας δεν τύγχαναν εφαρμογής.

Αποφασίστηκε ότι:

1. Ο περί Δικαστηρίων (Τροποποιητικός) (Αρ. 3) Νόμος του 2008 (Ν.118(Ι)/08) είναι διαδικαστικής φύσης και ως εκ τούτου έχει αναδρομική ισχύ σε υποθέσεις που εκκρεμούσαν πριν την θέσπισή του.

[*1140]2.     Όταν υπάρχει μια μόνο εκδοχή ως προς τα γεγονότα, τότε συνήθως αυτό που απομένει να εξεταστεί, εκτός και αν υπάρχουν εγγενείς δυσκολίες σε σχέση με το μάρτυρα και την αξιοπιστία του, είναι αν τα γεγονότα όπως βρίσκονται ενώπιον του Δικαστηρίου είναι αρκετά για να αποδείξουν την υπόθεση στο αναγκαίο επίπεδο.

3. Στην προκείμενη περίπτωση φαίνεται ότι υπήρχαν εγγενείς δυσκολίες σε σχέση με την αξιοπιστία του μάρτυρα και ορθά το Δικαστήριο προέβη σε εύρημα για την αξιοπιστία του. Αφ’ ης στιγμής όμως το Δικαστήριο έκρινε αναξιόπιστη τη μαρτυρία δεν θα έπρεπε να προχωρήσει σε οτιδήποτε άλλο, αλλά θα έπρεπε να απορρίψει αμέσως της αίτηση, εφόσον μόνο αξιόπιστη μαρτυρία μπορεί να βαρύνει τη πλάστιγγα των πιθανοτήτων.

4. Το Δικαστήριο, στην εξεταζόμενη υπόθεση, λανθασμένα συνέπλεξε το θέμα της αξιοπιστίας του εφεσείοντος με το βάρος και επίπεδο απόδειξης, όμως αυτό με κανένα τρόπο δεν εκθεμελιώνει τις διαπιστώσεις του αν αναφορικά με την αξιοπιστία του εφεσείοντος ούτε καθιστά την τελική ετυμηγορία του λανθασμένη.

5. Η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν δεόντως αιτιολογημένη.

Η έφεση απορρίφθηκε με €1.500 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ του εφεσίβλητου.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Χάσικος κ.ά. v. Χαραλαμπίδη (1990) 1 Α.Α.Δ. 389,

Χαρούς v. Χαρούς (2003) 1 Α.Α.Δ. 1530,

Panayiotis Georghiou (Catering) Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 323,

Datamedia A.E. v. K.S.N. (Business Aids) Ltd (1990) 1 Α.Α.Δ. 13,

R.C.K. Sports Ltd v. Personal Advertising Ltd (1996) 1 Α.Α.Δ. 1074,

Kades v. Nicolaou (1986) 1 C.L.R. 212,

Charalambous v. Republic (1985) 2 C.L.R. 97,

Εθνική Τράπεζα v. Χατζηνέστωρος (1990) 1 Α.Α.Δ. 41.

[*1141]Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Γεωργίου - Aντωνίου, Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 838/05), ημερομ. 21.11.2006.

Γ. Ζαχαρίου, για τον Εφεσείοντα.

Α. Αντρέου, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Γ. Ερωτοκρίτου.

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Ο Εφεσείων με την αγωγή του αξίωνε εναντίον του Εφεσίβλητου, απόφαση για ποσό $5000, πλέον τόκο ύψους $500 μηνιαίως, από τον Μάιο του 2000 μέχρι εξοφλήσεως, το οποίο μέχρι την 1.4.2005 ανήλθε στο συνολικό ποσό των $33.500. Επίσης, αξίωνε εναντίον του Εφεσίβλητου, το ποσό των £1200. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, τα ποσά αυτά τα δάνεισε σε τρίτο πρόσωπο, το οποίο όμως δεν τον εξόφλησε, με αποτέλεσμα ο Εφεσίβλητος προφορικά να εγγυηθεί την αποπληρωμή των εν λόγω δανείων.

Όπως αναφέρεται στην πρωτόδικη απόφαση, η αγωγή επιδόθηκε στις 3.3.2006, αλλά ο Εφεσίβλητος δεν καταχώρησε σημείωμα εμφάνισης. Ενόψει της παράλειψης, ο Εφεσείων, στις 29.3.2006, καταχώρησε μονομερή αίτηση για απόφαση. Το δικαστήριο απέρριψε την αίτηση, για τους λόγους που καταγράφονται στην απόφασή του ημερομηνίας 12.7.2006. Ο Εφεσείων επανήλθε με δεύτερη μονομερή αίτηση ημερομηνίας 10.8.06, για απόφαση λόγω της παράλειψης του Εφεσίβλητου να καταχωρήσει εμφάνιση. Κατά την ακρόαση της αίτησης, ο Εφεσείων καταχώρησε γραπτή δήλωση στην οποία ανέφερε ότι ο ίδιος στις 24.5.2000 παραχώρησε σε κάποιον Anthony Abrahaams δυνάμει γραπτής συμφωνίας, δάνειο. Επειδή δεν τηρήθηκαν οι όροι της συμφωνίας, ο Εφεσίβλητος, ο οποίος ήταν στενός συνεργάτης του Abrahaams, το 2002 διαβεβαίωσε τον Εφεσείοντα ότι θα εξοφλείτο το δάνειο και αν αυτό δεν γινόταν από τον Abrahaams, αναλάμβανε ο ίδιος προσωπική υποχρέωση να εξοφλήσει τον Εφεσείοντα. Σύμφωνα με τα όσα ισχυρίζεται, ο ίδιος ο Εφεσείων κατέγραψε τη συμφωνία σε ένα χαρτί, διάβασε τα όσα έγραψε στον Εφεσίβλητο, ο οποίος συμφώνησε και οι δύο έδωσαν τα χέρια. Όμως, το συγκεκριμένο έγγραφο, ενώ φέρει την υπογραφή του Εφεσείοντος, δεν φέρει την υπογραφή του Εφεσίβλητου. Το περιεχόμενο του χειρόγρα[*1142]φου εγγράφου έχει ως ακολούθως:-

«LARNACA

David’s Flat          MAY 31

Shake of hand with David Mavronicholas that he guaranteed I will be paid my outstanding debt from Anthony Abrahaams of $18000 U.S. + £750 within one month, or perhaps a little over.

This was read to him.

(Υπογρ. Εφεσείοντος)

Costakis D. Mavronicholas,

Apart. 603,

Mackenzie Court,

Mackenzie Beach Area,

Larnaca

Tel. 24 650029

Mobile: 99 572 849»

Και σε ελεύθερη μετάφραση:-

«ΛΑΡΝΑΚΑ

Στο Διαμέρισμα του David         ΜΑΪΟΣ 31

Με ανταλλαγή χειραψίας με τον Ντέιβιντ Μαυρονικόλα εγγυήθηκε ότι θα πληρωθώ το υπόλοιπο του δανείου μου προς τον Άντονη Άπραχαμς για ΗΠΑ$18000 και £750 μέσα σ’ ένα μήνα, ή ίσως λίγο περισσότερο.  Αυτό έχει διαβαστεί σ’ αυτόν.

(Υπογρ. Εφεσείοντος)

Κωστάκης Ντ. Μαυρονικόλας,

Διαμ. 603,

Μακένζυ Κωρτ,

Περιοχή Παραλίας Μακένζυ,

Λάρνακα

Τηλ. 24 650029

Κινητό: 99 572 849»

Το δάνειο τελικά δεν εξοφλήθηκε από τον πρωτοφειλέτη Abrahaams. Ο Εφεσείων κινήθηκε δικαστικώς εναντίον του Abrahaams και στις 26.5.2004 εξασφάλισε δικαστική απόφαση εναντίον του.  Στη συνέχεια, ο Εφεσείων κινήθηκε και εναντίον του Εφεσίβλητου στη βάση της κατ’ ισχυρισμό εγγύησης που του έδωσε.

[*1143]Το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι σε μονομερείς αιτήσεις για απόφαση, διατηρεί την εξουσία να διαπιστώσει κατά πόσο ο Εφεσείων δικαιούται σε απόφαση. Ιδιαίτερα όταν η αξίωση αφορά δανεισμό, το δικαστήριο θεώρησε, στηριζόμενο σε αναφορά σε αγγλικό Σύγγραμμα*, ότι η αγωγή θα πρέπει να προχωρήσει ως να υπήρχε εμφάνιση εκ μέρους του Εναγομένου. Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια, προχώρησε και εξέτασε την μαρτυρία που προσκόμισε ο Εφεσείων, την οποία και απέρριψε ως αναξιόπιστη. Κατέληξε ότι υπήρχε σύγκρουση μεταξύ των δικογραφημένων θέσεων του Εφεσείοντα και της γραπτής μαρτυρίας του που δόθηκε ενώπιον του δικαστηρίου. Περαιτέρω, έκρινε ότι από τη μαρτυρία που προσκομίστηκε, δεν προέκυπτε ότι ο Εφεσίβλητος εγγυήθηκε προσωπικά την αποπληρωμή του δανείου. Βρήκε ότι ο Εφεσείων δεν κατάφερε να αποσείσει το αποδεικτικό βάρος που τον βάραινε και απέρριψε την αίτηση για απόφαση, χωρίς οποιαδήποτε διαταγή για τα έξοδα.

Ο Εφεσείων, με το μοναδικό λόγο έφεσης, προσβάλλει ως λανθασμένη την απόρριψη της μονομερούς αίτησης του. Ισχυρίζεται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο:-

(α)     προέβη σε λανθασμένα συμπεράσματα για την αξιοπιστία του Εφεσείοντος, ο οποίος δεν αντεξετάστηκε, εφόσον δεν είχε αντίδικο,

(β)     παρερμήνευσε την έννοια των Τεκμηρίων που κατατέθηκαν, με αποτέλεσμα να εξάξει συμπεράσματα που δεν δικαιολογούνται,

(γ)     εξέτασε θέμα δικαιοδοσίας των Κυπριακών Δικαστηρίων, σε σχέση με την αρχική συμφωνία μεταξύ του Εφεσείοντος και του Abrahaams, παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι εναντίον του τελευταίου είχε εκδοθεί δικαστική απόφαση στην Κύπρο, και

(δ)     λανθασμένα έκρινε ότι ο Εφεσείων προσπάθησε να αλλοιώσει την αρχική συμφωνία δανείου με το τρίτο πρόσωπο, παραγνωρίζοντας ότι η αγωγή εναντίον του Εφεσίβλητου στηριζόταν σε ισχυρισμό για αυτόνομη συμφωνία εγγύησης, με αντάλλαγμα την παροχή περαιτέρω χρόνου για αποπληρωμή.

Η ειδοποίηση έφεσης, μετά από αρκετές αναβολές, τελικά επιδόθηκε με υποκατάστατο τρόπο στον υιό και διαχειριστή της περιουσίας του Εφεσίβλητου, ο οποίος είχε κηρυχθεί ανίκανο πρόσωπο.

[*1144]Κατά την πρώτη εμφάνιση ενώπιον του Εφετείου, ο δικηγόρος του Εφεσίβλητου, μας πληροφόρησε ότι η πλευρά του αμφισβητεί ότι έγινε νομότυπα επίδοση της αγωγής στην πρωτόδικη διαδικασία. Ωστόσο, ενόψει της έφεσης, θεωρεί ότι δεν μπορεί να εγείρει το σημείο και επιφυλάχθηκε να το πράξει ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου, μετά την αποπεράτωση της έφεσης.

Επί της ουσίας της έφεσης, κατ’ αρχάς ζητά όπως η έφεση απορριφθεί καθότι η πρωτόδικη απόφαση δεν είναι εφέσιμη. Παρά την τροποποίηση του Αρθρου 25 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60, το εφέσιμο ή όχι της απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου θα πρέπει να κριθεί με βάση το νομικό καθεστώς που επικρατούσε πριν την τροποποίηση του Νόμου και συγκεκριμένα στη βάση των αποφασισθέντων στις υποθέσεις Χάσικος κ.ά. v. Χαραλαμπίδη (1990) 1 Α.Α.Δ. 389 και Χαρούς v. Χαρούς (2003) 1 Α.Α.Δ. 1530. Εισηγήθηκε ότι κατά το χρόνο επίδοσης της πρωτόδικης απόφασης και κατά το χρόνο καταχώρησης της παρούσας έφεσης, οι πρόνοιες της τροποποιητικής νομοθεσίας δεν τύγχαναν εφαρμογής.

Δεν συμφωνούμε. Ο περί Δικαστηρίων (Τροποποιητικός) (Αρ. 3) Νόμος του 2008 (Ν. 118(Ι)/08) κατά την άποψή μας είναι διαδικαστικής φύσης και ως εκ τούτου έχει αναδρομική ισχύ σε υποθέσεις που εκκρεμούσαν πριν τη θέσπισή του. (Βλ. Panayiotis Georghiou (Catering) Ltd. v. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 323 και Datamedia A.E. v. K.S.N. (Business Aids) Ltd. (1990) 1 Α.Α.Δ. 13).

Ερχόμαστε τώρα στην ουσία της έφεσης. Εξετάσαμε τον μοναδικό λόγο έφεσης και όλα τα επιχειρήματα που έθεσε ενώπιον μας η ευπαίδευτη συνήγορος για τον Εφεσείοντα και καταλήξαμε ότι ο λόγος έφεσης δεν ευσταθεί.

Κατ’ αρχάς, δε συμφωνούμε ότι επειδή επρόκειτο για απόδειξη της υπόθεσης χωρίς τη συμμετοχή του αντιδίκου και η μαρτυρία ήταν αναντίλεκτη, ότι το Δικαστήριο θα έπρεπε χωρίς άλλο να εκδώσει και απόφαση ως η απαίτηση χωρίς καν να αξιολογήσει τη μαρτυρία του Εφεσείοντος.

Η ευπαίδευτη δικηγόρος για τον Εφεσείοντα, στο περίγραμμα της δεν αμφισβήτησε την εξουσία του πρωτόδικου δικαστηρίου να διαπιστώσει, αν από την προσαχθείσα μαρτυρία ικανοποιείται η απαίτηση του ενάγοντα. Η εξουσία αυτή παρέχεται από τη Δ.17, θ.13, η οποία προβλέπει ότι ανεξάρτητα αν η απαίτηση είναι εκκαθαρισμένη και ο ενάγων ζητά απόφαση ερήμην του εναγομένου, το [*1145]Δικαστήριο έχει την ευχέρεια να καλέσει τον ενάγοντα να αποδείξει την απαίτηση του και είτε ο ενάγων κληθεί με αυτό τον τρόπο είτε όχι, το Δικαστήριο μπορεί να δώσει απόφαση μόνο στην έκταση στην οποία δικαιούται ο ενάγων σύμφωνα με το νόμο.

Όμως εκείνο που εισηγείται η δικηγόρος του Εφεσείοντος, είναι ότι ο ρόλος του πρωτόδικου δικαστηρίου «εξαντλείται και περιορίζεται στο να κρίνει αν τα γεγονότα ως έχουν τεθεί, αποδεικνύουν την απαίτηση στο βάθρο που απαιτείται σε πολιτικές υποθέσεις ήτοι στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων». Στα πλαίσια αυτά παραπονείται, ότι το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα και χωρίς καμία δικαιολογία και ενώ δεν υπήρχε καμιά αντεξέταση του Εφεσείοντος, τον έκρινε αναξιόπιστο, χωρίς όμως να εξηγεί γιατί.

To σχετικό απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση έχει ως εξής:-

«Θεωρώ ότι η μαρτυρία του Ενάγοντα είναι αναξιόπιστη. Ο Ενάγοντας δεν προσκόμισε την απαιτούμενη μαρτυρία για να αποσείσει το αποδεικτικό βάρος που τον βαραίνει. Άφησε το Δικαστήριο με την εντύπωση ότι αφού δεν μπόρεσε να πάρει τα λεφτά από τον κο Abrahaams θα τα έπαιρνε από τον Εναγόμενο γιατί αυτός συνδέετο φιλικά με τον κο Abrahaams. Δεν υπάρχει οποιαδήποτε ένδειξη, στη δέσμη εγγράφων που κατέθεσε, που να οδηγεί με βεβαιότητα στο συμπέρασμα ότι ο Εναγόμενος ανέλαβε προσωπικά την αποπληρωμή του δανείου που είχε γίνει προσωπικά στον κο Abrahaams ή ότι είχε οποιαδήποτε σχέση μ’ αυτό.

Κρίνω, ενόψει όλων όσων έχουν αναφερθεί πιο πάνω, ότι ο Ενάγοντας δεν απέδειξε την υπόθεσή του. Συνεπακόλουθα, η αίτησή του θα πρέπει ν’ απορριφθεί σύμφωνα και με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις υποθέσεις Αθανασίου ν. Τούλοπου (ανωτέρω) και Τράπεζα Κύπρου (ανωτέρω) παρά το γεγονός ότι έχω αποφανθεί τόσο επί της αξιοπιστίας του καθώς και επί της ουσίας της υπόθεσης.»

Σκοπός της αξιολόγησης της μαρτυρίας για σκοπούς αξιοπιστίας, είναι για να μπορέσει το δικαστήριο να προβεί σε διαπιστώσεις αναφορικά με τα πραγματικά γεγονότα, ώστε με αυτά ως δεδομένο να εξετάσει στη συνέχεια, αν αυτός που έχει το βάρος της απόδειξης το έχει αποσείσει στο βαθμό που απαιτείται. Η αξιοπιστία εκτιμάται αυτοτελώς και ανεξαρτήτως επιπέδου απόδειξης.  Συνήθως θέμα αξιοπιστίας εγείρεται όταν υπάρχουν δύο διϊστά[*1146]μενες εκδοχές και το δικαστήριο θα πρέπει να επιλέξει μια από τις δύο (βλ. R.C.K. Sports Ltd. v. Personal Advertising Ltd. (1996) 1 Α.Α.Δ. 1074, στη σελ. 1084). Όταν υπάρχει μια μόνο εκδοχή ως προς τα γεγονότα, τότε συνήθως αυτό που απομένει να εξεταστεί, εκτός και αν υπάρχουν εγγενείς δυσκολίες σε σχέση με το μάρτυρα και την αξιοπιστία του, είναι αν τα γεγονότα όπως βρίσκονται ενώπιον του Δικαστηρίου είναι αρκετά για να αποδείξουν την υπόθεση στο αναγκαίο επίπεδο.

Στην προκειμένη περίπτωση φαίνεται ότι υπήρχαν εγγενείς δυσκολίες σε σχέση με την αξιοπιστία του μάρτυρα και τη μαρτυρία του και ορθά το δικαστήριο προέβη σε εύρημα για την αξιοπιστία του.

Η διαδικασία που ακολούθησε από την αρχή το πρωτόδικο δικαστήριο, ήταν κατά την άποψή μας η ορθή. Καλώντας τον Εφεσείοντα να μαρτυρήσει, ενήργησε δυνάμει της Δ.17, θ.13. Στη συνέχεια το δικαστήριο, ενόψει των εγγενών αδυναμιών στη μαρτυρία του Εφεσείοντος, εξέτασε, όπως είχε δικαίωμα, την αξιοπιστία του.  Όμως, από τη στιγμή που η μαρτυρία του κρίθηκε αναξιόπιστη, το πρωτόδικο δικαστήριο δεν θα έπρεπε να προχωρήσει σε οτιδήποτε άλλο, αλλά θα έπρεπε να απορρίψει αμέσως την αίτηση, εφόσον μόνο αξιόπιστη μαρτυρία μπορεί να βαρύνει στην πλάστιγγα των πιθανοτήτων (Βλ. Kades v. Nicolaou (1986) 1 C.L.R. 212, στη σελ. 216 και Charalambous v. Republic (1985) 2 C.L.R. 97). 

Στην προκειμένη περίπτωση, το δικαστήριο λανθασμένα συνέπλεξε το θέμα της αξιοπιστίας του Εφεσείοντος με το βάρος και επίπεδο απόδειξης, όμως αυτό με κανένα τρόπο δεν εκθεμελιώνει τις διαπιστώσεις του αναφορικά με την αξιοπιστία του Εφεσείοντος, ούτε και τα κενά που διαπιστώθηκαν. Το συγκεκριμένο σφάλμα του δικαστηρίου δεν καθιστά την τελική ετυμηγορία του λανθασμένη και τις διαπιστώσεις του ακροσφαλείς, ώστε να δικαιολογείται η επέμβαση μας (Βλ. Εθνική Τράπεζα v. Χατζηνέστωρος (1990) 1 Α.Α.Δ. 41, στις σελ. 47-48).

Δεν ευσταθεί ούτε το επιχείρημα ότι η απόφαση του δικαστηρίου δεν είναι αιτιολογημένη. Η πρωτόδικη δικαστής στην επτασέλιδη απόφαση της, αιτιολογεί την κάθε κατάληξη της, η οποία, υπό το φως της μαρτυρίας που τέθηκε ενώπιον της, ήταν δικαιολογημένη.  Δεν έχουμε πειστεί ότι οι διαπιστώσεις της πρωτόδικης δικαστού αντιστρατεύονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο την κοινή λογική.

Ερχόμαστε τώρα στο παράπονο του Εφεσείοντος ότι η πρωτόδικη δικαστής εξέτασε θέμα δικαιοδοσίας των Κυπριακών Δικα[*1147]στηρίων, χωρίς να προκύπτει τέτοιο θέμα, εφόσον υπήρχε δικαστική απόφαση. Η αναφορά του δικαστηρίου αποτελεί εν παρόδω παρατήρηση χωρίς να αποτελεί εύρημα.

Δεν έχουμε ικανοποιηθεί ότι το πρωτόδικο δικαστήριο ελάνθανε στην κατάληξή του ότι ο Εφεσείων απέτυχε να αποσείσει το βάρος απόδειξης το οποίο επωμιζόταν.

Η έφεση απορρίπτεται με €1.500 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ του Εφεσίβλητου.

H έφεση απορρίπτεται με €1.500 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ του εφεσίβλητου.

*           Halsbury’ s Laws of England, 3η Έκδοση, Τόμος 22, σελ. 753, παράγραφος 1615.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο