Παττούρας Φίλιππος ν. Eκδοτική Eταιρεία Tηλέγραφος Λτδ και Άλλης (2009) 1 ΑΑΔ 1222

(2009) 1 ΑΑΔ 1222

[*1222]24 Σεπτεμβρίου, 2009

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΠΑΤΤΟΥΡΑΣ,

Εφεσείων-Ενάγων,

v.

1. ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΤΗΛΕΓΡΑΦΟΣ ΛΤΔ,

2. ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ

    ΤΥΠΟΥ ΠΑΠΥΡΟΣ ΛΤΔ,

Εφεσιβλήτων-Εναγομένων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 65/2007)

 

Αστικά αδικήματα ― Δυσφήμηση ― Δημοσιεύματα σε ημερήσια εφημερίδα παγκύπριας κυκλοφορίας, με τα οποία γίνονταν στον ενάγοντα, δημόσιο λειτουργό, δυσφημιστικές αναφορές σε σχέση με την πρόσληψη υπαλλήλων στο δημόσιο με αναξιοκρατία, με στόχο το βόλεμα ατόμων που προτάθηκαν από συγκεκριμένο πολιτικό κόμμα και την ημετεροκρατία ― Κατά πόσο τα επίδικα δημοσιεύματα συνιστούσαν έντιμο σχόλιο επί θέματος δημόσιου συμφέροντος.

Αποζημιώσεις ― Δυσφήμηση ― Σε σχέση με δημόσιο λειτουργό ― Το επιδικασθέν πρωτόδικα ποσό των £5.000 κρίθηκε ορθό από το Εφετείο.

Ο εφεσείων – ενάγων αξίωσε με αγωγή του από τους εφεσίβλητους – εναγόμενους αποζημιώσεις για δυσφήμηση ως αποτέλεσμα δύο δημοσιευμάτων στην εφημερίδα «Χαραυγή». Τα δημοσιεύματα αυτά εμφανίστηκαν στην εφημερίδα «Χαραυγή» στην έκδοσή της ημερομηνίας 7.5.99 και αφορούσαν στον εφεσείοντα, Λειτουργό στο Κέντρο Παραγωγικότητας (ΚΕΠΑ) και στην ανάθεση σε αυτόν και σε συνάδελφό του τη διενέργεια γραπτών εξετάσεων σε σχέση με την πλήρωση θέσεων Κτηματολογικού Λειτουργού Β. Με τα εν λόγω δημοσιεύματα αποδίδονταν στον εφεσείοντα αναξιοκρατία κατά τις προσλήψεις, άνιση μεταχείριση, διαβλητότητα στις εξετάσεις, πρόσληψη με κομματική ντιρεκτίβα Συναγερμικών και ημετεροκρατία.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε πως τα δημοσιεύματα αναφέρονταν στον εφεσίβλητο, ήταν δυσφημηστικά και δεν ανταποκρίνονταν στην αλήθεια. Δέχθηκε όμως την περαιτέρω υπεράσπιση πως [*1223]συνιστούσαν έντιμο σχόλιο επί θέματος δημοσίου ενδιαφέροντος και απέρριψε την αγωγή αφού καθόρισε και το ποσό των £5.000, ως τη δίκαιη αποζημίωση στην οποία ο εφεσείων θα δικαιούτο αν, κατά τα άλλα η αγωγή επιτύγχανε.

Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση αμφισβητώντας την ορθότητα της κρίσης σε σχέση με την υπεράσπιση του εντίμου σχολίου και τον καθορισμό των αποζημιώσεων στο ποσό των £5.000. Οι εφεσίβλητοι καταχώρησαν αντέφεση η οποία αφορούσε σε επί μέρους ζήτημα χωρίς όμως και κάποιας μορφής διασύνδεσή του προς τα επίδικα ζητήματα.

Αποφασίστηκε ότι:

1. Το ζήτημα της διεξαγωγής εξετάσεων για πρόσληψη στη δημόσια υπηρεσία συνιστά ζήτημα δημοσίου ενδιαφέροντος. Όμως στην εξεταζόμενη υπόθεση δεν ασκήθηκε απλώς κριτική σε σχέση με τη διαδικασία που ακολουθήθηκε. Αποδόθηκαν στον εφεσείοντα τα όσα αναφέρονται ανωτέρω, με κεντρικό πυρήνα τη θεώρησή του ως καθοδηγούμενου, όχι αντικειμενικού και εν τέλει ανάξιου να κατέχει δημόσιο λειτούργημα που κινείτο όχι με γνώμονα την αξιοκρατία αλλά την εξυπηρέτηση των κρατούντων.

2. Το πρωτόδικο Δικαστήριο διέπραξε σφάλμα όταν θεώρησε ότι οι δυσφημηστικές αναφορές ήταν, ενόψει των στοιχείων που εξειδίκευσε, σχόλια, αντί παράθεση γεγονότων τα οποία δεν ανταποκρίνονταν στην αλήθεια.

3. Το καθορισθέν ποσό των αποζημιώσεων, βρίσκεται στη χαμηλότερη βαθμίδα του προσφερόμενου πλαισίου. Δεν βρίσκεται όμως εκτός πλαισίου ώστε να δικαιολογείται η παρέμβαση του Εφετείου. Έχει συναφώς συνυπολογισθεί πως το δημοσίευμα δεν κατονόμασε τον εφεσείοντα και πως η ταύτισή του ήταν δυνατή από περιορισμένο κύκλο προσώπων που είχαν ειδική πληροφόρηση.

Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα, πρωτοδίκως και κατ’ έφεση, υπέρ του εφεσείοντος και εναντίον των εφεσιβλήτων.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Εταιρεία Δημοσιογραφική Χ.Λ.Σ. Λτδ κ.ά. v. Φιλίππου (άλλως Φαλκονέττι) (1998) 1(B) Α.Α.Δ. 958,

Μαύρου v. Στυλιανού κ.ά. (2002) 1 Α.Α.Δ. 1743,

[*1224]Slim v. Daily Telegraph Ltd [1968] All E.R. 497,

Αλήθεια Εκδοτική Εταιρεία Λτδ κ.ά. v. Αλωνεύτη (2002) 1 Α.Α.Δ. 1863.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Παντελή, Πρ.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 6640/99), ημερομ. 22.2.2007.

Μ. Παπαπέτρου, για τον Εφεσείοντα.

Δ. Κούτρας, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Κωνσταντινίδης.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων-ενάγων διεκδίκησε αποζημιώσεις για δυσφήμιση του από δυο δημοσιεύματα στην εφημερίδα «Χαραυγή». Το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε πως τα δημοσιεύματα, αντίθετα προς τις θέσεις των εφεσιβλήτων-εναγομένων στην Υπεράσπισή τους, αναφέρονταν στον εφεσείοντα, ήταν πράγματι δυσφημιστικά και δεν ανταποκρίνονταν στην αλήθεια. Δέχτηκε όμως την περαιτέρω υπεράσπιση πως συνιστούσαν έντιμο σχόλιο επί θέματος δημόσιου ενδιαφέροντος. Απέρριψε, επομένως, την αγωγή, καθορίζοντας όμως και το ποσό των £5.000, ως τη δίκαιη αποζημίωση στην οποία θα δικαιούτο ο εφεσείων αν, κατά τα άλλα, επιτύγχανε.

Με την έφεση αμφισβητείται η ορθότητα της κρίσης σε σχέση με την υπεράσπιση του εντίμου σχολίου. Επίσης, ο καθορισμός της αποζημίωσης στο ποσό των £5.000. Ασκήθηκε αντέφεση αλλά αυτή δεν αναφερόταν στις διαπιστώσεις πως τα επίδικα δημοσιεύματα αναφέρονταν στον εφεσείοντα όσο και αν αυτός δεν κατονομαζόταν σ’ αυτά. Ούτε στην κρίση πως ήταν δυσφημιστικά και δεν ανταποκρίνονταν στην αλήθεια. Αφορά σε επιμέρους ζήτημα  χωρίς όμως και κάποιας μορφής διασύνδεσή του προς τα επίδικα ζητήματα. Εν πάση περιπτώσει, πρέπει να θεωρηθεί ότι αυτή η αναφερθείσα ως αντέφεση έχει εγκαταλειφθεί αφού δεν περιλήφθηκε, ως προς αυτή, οποιαδήποτε συγκεκριμενοποίηση ή επιχείρημα στο περίγραμμα αγόρευσης των εφεσιβλήτων, το οποίο εξαντλείται με την απάντηση στους λόγους έφεσης.

[*1225]Ο εφεσείων ήταν Λειτουργός στο Κέντρο Παραγωγικότητας (ΚΕΠΑ). Ο διευθυντής του ΚΕΠΑ ανέθεσε στον εφεσείοντα και σε συνάδελφό του τη διενέργεια γραπτών εξετάσεων σε σχέση με την πλήρωση θέσεων Κτηματολογικού Λειτουργού Β. Τα δυο δημοσιεύματα, εμφανίστηκαν στις σελίδες 1 και 8 της εφημερίδας «Χαραυγή» στην έκδοση της ημερομηνίας 7.5.99. Τα παραθέτουμε:

«Διαλύουν το Κτηματολόγιο με την ημετεροκρατία

Προσλαμβάνονται Συναγερμικοί σε ψηλές θέσεις

χωρίς πείρα και γνώσεις

_____________________

Ενώ ο υπουργός Εσωτερικών Χρ. Χριστοδούλου κόπτεται για την αξιοκρατία και την ίση μεταχείριση όλων των πολιτών, στο Κτηματολόγιο οι αρμόδιοι αποδεικνύουν ακριβώς το αντίθετο με αποτέλεσμα η αναξιοκρατία να απειλεί με διάλυση το κτηματολόγιο.

Συγκεκριμένα τόσο οι προηγούμενες όσο και οι πρόσφατες προσλήψεις που έγιναν την περασμένη Δευτέρα για κτηματολογικούς λειτουργούς Β΄ ευνόησαν μόνο την εισδοχή Συναγερμικών και αγνοήθηκαν εσωτερικοί υπάλληλοι με πολύχρονη πείρα και προσόντα. Και ενώ οι νεοπροσληφθέντες είναι προϊστάμενοι πτυχιούχων υπαλλήλων με 18χρονη πείρα, δεν μπορούν να ερμηνεύσουν ούτε ένα πιστοποιητικό ιδιοκτησίας.

Από αυτή την αδικία επηρεάζονται γύρω στους 25 υπαλλήλους πτυχιούχους πανεπιστημίων οι οποίοι αποκλείστηκαν σκανδαλωδώς προκειμένου να βολευθούν άτομα που προτάθηκαν από το Συναγερμό. Μόνο ένας υπάλληλος από τους παλιούς έχει προαχθεί και σε αυτόν, όπως πληροφορούμαστε, δόθηκαν οδηγίες εκ των άνω να εκπαιδεύσει τους νεοπροσληφθέντες. Κάτι τέτοιο ωστόσο είναι παράτυπο εφόσον για τις θέσεις που προσλήφθηκαν (που είναι και θέσεις προαγωγής) θα έπρεπε να ήσαν έτοιμοι για παραγωγική εργασία και όχι να τους εκπαιδεύουν τώρα για να μάθουν τη δουλειά έμπειροι υπάλληλοι που αποκλίστηκαν προαγωγής για πολλοστή φορά. Και ενώ οι κρατούντες κόπτονται για την αύξηση της παραγωγικότητας στη δημόσια υπηρεσία, στο Κτηματολόγιο με τόσο φόρτο εργασίας, σπαταλείται πολύτιμος χρόνος των έμπειρων υπαλλήλων για να εκπαιδεύσουν τους νεοπροσληφθέντες προϊσταμένους τους!

Σύμφωνα με καταγγελίες που μας έγιναν, υπάρχει και σοβαρό [*1226]πρόβλημα στα σχέδια υπηρεσίας αλλά οι αρμόδιοι αρνήθηκαν στο παρελθόν να τα τροποποιήσουν προκειμένου να βολέψουν όσο το δυνατό πιο πολλούς ημέτερους.

Ταυτόχρονα, υπάρχουν και τεκμηριωμένες καταγγελίες ότι οι εξετάσεις που έγιναν στις 2 Απριλίου 99 για την πρόσληψη άλλων εννέα κτηματολογικών λειτουργών ήταν διαβλητές. (Εκτενέστερα για τις καταγγελίες και στοιχεία για τις διαβλητές εξετάσεις στη σελ. 8). Οι προσλήψεις αναμένονται να γίνουν εντός των ημερών και θεωρείται βέβαιο πως και πάλιν θα αποκλειστούν οι πτυχιούχοι υπάλληλοι του Κτηματολογίου και να προσληφθούν με κομματική ντιρεκτίβα άπειροι αλλά Συναγερμικοί.

Α. Γκιούρωφ»

«Διαβλητές εξετάσεις στο Κτηματολόγιο

Στις 2 Απριλίου 1999 διεξήχθη ειδικός γραπτός διαγωνισμός στο Συνεδριακό Κέντρο στη Λευκωσία για την πλήρωση (9) εννέα κενών θέσεων Κτηματολογικού Λειτουργού β΄στο Κτηματολόγιο.

Σύμφωνα με καταγγελίες που μας έκαναν άμεσα επηρεαζόμενοι, η διαδικασία που ακολουθήθηκε ήταν ανεπίτρεπτη και οι εξετάσεις διαβλητές. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις καταγγελίες:

•      Τα Τεστ Ικανοτήτων που τέθηκαν, όπως παραδέχθηκε και ο άμεσα υπεύθυνος Λειτουργός του ΚΕΠΑ, όπως και μερικοί διαγωνιζόμενοι που είχαν ξανά τεθεί σε άλλες εξετάσεις και θα τεθούν και σε νέες εξετάσεις γι’ αυτό δεν έπρεπε να γραφτεί τίποτε μέσα. Φαίνεται ξεκάθαρα ότι κάποιοι διαγωνιζόμενοι πιθανό να παρακάθησαν στις ίδιες εξετάσεις για κάποιες άλλες θέσεις που φανερώνει ότι οι διαγωνιζόμενοι ευρίσκοντο σε άνιση μοίρα. Τυποποιημένες εξετάσεις.

•      Τα θέματα που δόθηκαν ήσαν ανοικτά χωρίς καμιά ασφάλεια έστω για τα προσχήματα για να διασφαλίζει τουλάχιστο τυπικά το αδιάβλητο των εξετάσεων. Οποιοσδήποτε υπάλληλος του ΚΕΠΑ θα μπορούσε άνετα και χωρίς δυσκολία να τις πάρει και να τις δώσει σε οποιονδήποτε.

• Δεν ακολουθήθηκαν οι διαδικασίες και οι οδηγίες στα πιο πάνω τεστ Ικανοτήτων τα οποία είναι τεστ περιορισμένου χρόνου.

Δηλαδή κάποιοι προχώρησαν στην επίλυση των τεστ ενώ εδίδο[*1227]ντο οι οδηγίες για την εξέταση αν και δηλώθηκε από τους υπευθύνους ότι δεν θα γυρίσει κανένας τη σελίδα για την επίλυση αυτών και επιπλέον αναγραφόταν αυτό στο φυλλάδιο. Καταγγέλθηκαν στους υπευθύνους, έγιναν κάποιοι διαξιφισμοί και μερικοί απείλησαν να αποχωρήσουν. Οι υπεύθυνοι το μόνο που έκαναν ήταν να καθησυχάσουν τους διαγωνιζόμενους χωρίς κανένα ουσιαστικό μέτρο προς τους παρατυπούντες οι οποίοι είχαν μερικά λεπτά προβάδισμα στην εξέταση που διαφοροποιεί παντελώς τ’ αποτελέσματα αν υπολογιστεί ότι υπήρχε εξέταση είκοσι λεπτών. (Τα πέντε λεπτά που κερδίζει κάποιος αυξάνει την πιθανότητα του κατά 20% αφού αυτόματα η εξέταση γίνεται γι’ αυτόν (25΄ λεπτά).

•      Αναφέρθηκε, όπως και έγινε, οι απαντήσεις θα σημειώνονται με μολύβι με τη δικαιολογία ότι τα γραπτά δίδονται και για άλλες εξετάσεις. Επιπλέον αναφέρθηκε ότι θα διορθώσουν όλα τα γραπτά οι συγκεκριμένοι δύο υπεύθυνοι μόνο.

Όσον αφορά το δικαιολογητικό ότι τα γραπτά θα δοθούν και για άλλες εξετάσεις δεν ευσταθεί διότι υπήρχε άλλο χαρτί (βιβλίο) των ερωτήσεων και άλλο χαρτί των απαντήσεων το οποίο χαρτί των απαντήσεων κοστίζει στην ελεύθερη αγορά 10 σεντ. Οι απαντήσεις με μολύβι πάνω σε χαρτί των 10 σ. Και με τις δήθεν δικαιολογίες που έδωσε ο υπεύθυνος δεν εξασφαλίζει την ισότητα, τη δίκαιη και αμερόληπτη και μυστική εξέταση ούτε και την ηθική, δίκαιη και ανιδιοτελή πρόθεση του εξεταστή.

Σύμφωνα με τους καταγγέλλοντες, οποιοσδήποτε και οποτεδήποτε μπορούσε να κατέχει τα θέματα αφού δεν ήταν σφραγισμένα και φυλαγμένα. Επίσης οι απαντήσεις με μολύβι μπορούν να διαφοροποιηθούν και να συμπληρωθούν από οποιονδήποτε και οποτεδήποτε.

Δηλαδή αν κάποιος στο Χαρτί Απαντήσεων έβαζε και ένα μικρό σήμα που θα υποδείκνυε τα χαρακτηριστικά του εύκολα «ανακάλυπτε» τον εαυτό του στον εξεταστή και εύκολα αλλοιώνετο το γραπτό του ενώ εάν οι απαντήσεις σημειώνονταν με πένα και οι λανθασμένες απαντήσεις διαγράφονταν επίσης με πένα και το χαρτί απαντήσεων ήταν σφραγισμένο, αριθμημένο και μ’ ένδειξη ότι προερχόταν από την Επιτρ. Δημ. Υπηρεσίας που εξέδωσε ένα συγκεκριμένο αριθμό τέτοιων και το πλεόνασμα επιστρέφετο πίσω, τότε θα ήταν κοντά στο αδιάβλητο οι εξετάσεις. Όταν αναφέρθηκαν όλα τα πιο πάνω στον υπεύθυνο εξεταστή και στις ανησυχίες των εξεταζόμενων, έγιναν έντονες συζητή[*1228]σεις, διαξιφισμοί και τέλος ο εξεταστής αποφάνθηκε «όποιου δεν του αρέσει, να η πόρτα και να βγει έξω» σαν να έδιωχνε τους διαγωνιζόμενους από την περιουσία του πατέρα του.

Δεν μπορείς να δώσεις εμπιστοσύνη για την ελεύθερη βούληση και την αντικειμενικότητα κρίσεως σε τέτοιους εξεταστές.

Η διαδικασία της εξέτασης ήταν μια προχειρότητα και άκυρη εξ υπαρχής.»

Το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε πως τα δυο δημοσιεύματα συμπλέκονται ώστε ουσιαστικά το ένα να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του άλλου. Αυτή ήταν και η θέση των μερών και, βεβαίως, δεν τίθεται και ζήτημα επ’ αυτού στο πλαίσιο της έφεσης. Όπως εισαγωγικά σημειώσαμε, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως «το δημοσίευμα», όπως για σκοπούς ευκολίας περιγράφει πλέον τα δυο κείμενα, ήταν δυσφημιστικό για τον εφεσείοντα. Παραθέτουμε τώρα την αιτιολόγηση αυτής της κρίσης:

«Προκύπτει λοιπόν πως σύμφωνα με το δημοσίευμα, ως ενιαίο σύνολο, τέτοιοι εξεταστές, δηλαδή ως αυτοί που διενήργησαν τις εξετάσεις που το δημοσίευμα σχολιάζει, διαμορφώνουν τη βούλησή τους όχι ελεύθερα αλλά ανάλογα με τα συμφέροντα των κρατούντων την εξουσία και συνεπώς μεροληπτούν. Ένεκα αυτών των γνωρισμάτων τους, αυτοί οι εξεταστές είναι αναξιόπιστοι και ανέντιμοι. Είμαι της γνώμης ότι αυτό το μέρος του δημοσιεύματος δυσφημίζει τους εξεταστές, εφόσον αποδίδει σε αυτούς μεροληπτική στάση η οποία εξυπηρετεί συμφέροντα.  Ο καταλογισμός της εξυπηρέτησης αλλότριων σκοπιμοτήτων και της έλλειψης ανεξαρτησίας, έχουν άλλωστε αναγνωριστεί από τη νομολογία μας ως δυσφήμηση (βλ. Μαυρίδης πιο πάνω). Παρουσιάζονται οι εξεταστές ως υποβολιμαίοι, καθοδηγούμενοι, όχι αντικειμενικοί και ανάξιοι να κατέχουν τη θέση του εξεταστή. Κρίνω ότι τα όσα αποδίδονται στους εξεταστές, δηλαδή στον Ενάγοντα, είναι δυσφημιστικά και ότι ανταποκρίνονται στον ψευδοϋπαινιγμό της παραγράφου 9 της Έκθεσης Απαίτησης, δηλαδή ότι διά των δημοσιευμάτων εξελήφθη ή/και ηδύνατο να εκληφθεί ότι είναι πρόσωπο ανέντιμο ή/και ανήθικο ή/και που προάγει την αναξιοκρατία ή/και ευτελής ή/και ανάξιο να ασκεί δημόσιο λειτούργημα».

Επίσης παραθέτουμε την αιτιολόγηση που αποτέλεσε το επιστέγασμα της απόρριψης της υπεράσπισης της αλήθειας, ως ατεκμηρίωτης και ανυπόστατης.

[*1229]«Από την ενώπιόν μου μαρτυρία ουδόλως προκύπτει ότι ο Ενάγων είναι άτομο που διαμορφώνει τη βούληση του σύμφωνα με τα συμφέροντα των κρατούντων την εξουσία, ή ακόμη ότι είναι αναξιόπιστος και ανέντιμος. Σχετική είναι μάλιστα και η θέση των Μ.Υ.2 και Μ.Υ.3 οι οποίοι συνηγορούν για την εντιμότητα και το ήθος του Ενάγοντος ως επίσης το τεκμήριο 3 που υποδεικνύει ότι ο Ενάγων ανέκαθεν ήταν πολέμιος της αναξιοκρατίας».

Εν τούτοις, όπως σημειώσαμε, το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε πως ήταν βάσιμη η υπεράσπιση του έντιμου σχολίου. Καθοδηγήθηκε συναφώς από τη νομολογία και τη βιβλιογραφία, στις οποίες παραπέμπει, σε σχέση με τις αρχές που διέπουν το θέμα: Εταιρεία Δημοσιογραφική Χ.Λ.Σ. Λτδ κ.ά. v. Φιλίππου (άλλως Φαλκονέττι) (1998) 1(B) Α.Α.Δ. 958, Μαύρου v. Στυλιανού κ.ά. (2002) 1 Α.Α.Δ. 1743, 1752, Slim v. Daily Telegraph Ltd [1968] All E.R. 497, 503, Gatley on Libel and Slander, 10th edition, σελ. 289.

Το θέμα δεν αφορά στη διατύπωση των αρχών. Αφορά στην εφαρμογή τους, στην περίπτωση. Με γνώμονα, λοιπόν, το βασικό πως η υπεράσπιση του έντιμου σχολίου προϋποθέτει σχόλιο επί θέματος δημόσιου ενδιαφέροντος, όχι έκθεση γεγονότων, στη βάση υπαρκτού υπόβαθρου γεγονότων που εύλογα και έντιμα, χωρίς κακοπιστία, θα το δικαιολογούσε, το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε τα ακόλουθα:

Από τα γεγονότα που αναφέρονταν στο δημοσίευμα, ορισμένα δεν αποδείχτηκαν. Απέρριψε συναφώς τη μαρτυρία του ενός από τους εξετασθέντες που κλήθηκε ως μάρτυρας ως αναξιόπιστη και, παρεμβάλλουμε, ούτε επ’ αυτού διατυπώνεται λόγος έφεσης. Προέκυπταν, όμως, ορισμένα στοιχεία από παραδοχές του εφεσείοντα και της συναδέλφου του σε σχέση με τη διαδικασία της εξέτασης για την οποία ήταν υπεύθυνοι. Και αφού «μερικά από τα γεγονότα που καταγγέλθηκαν ανταποκρίνονταν στην αλήθεια», η κατάληξη της συντάκτριας του δημοσιεύματος «ήταν μια πιθανή επιλογή». Πρόσθεσε το πρωτόδικο Δικαστήριο πως το ίδιο δεν υιοθετούσε ούτε συμμεριζόταν την κατάληξη, όπως «πιθανότατα ούτε πολλοί αναγνώστες του εν λόγω δημοσιεύματος». Ήταν, όμως, μια άποψη η οποία, στην απουσία και απόδειξης κακοπιστίας, αναδεικνυόταν σε έντιμο σχόλιο. Παραθέτουμε το απόσπασμα από την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου στο οποίο αναφέρονται αυτά τα γεγονότα:

«Από τις εν λόγω παραδοχές προκύπτει ότι οι διοργανωτές των εξετάσεων, δηλαδή ο Ενάγων και η Μ.Ε.2, απέστειλαν στους υποψήφιους δείγμα του τεστ ικανοτήτων που θα χρησιμοποιείτο στις [*1230]εξετάσεις. Η αναφορά σε δείγμα δεν εννοεί αυτό καθαυτό το τεστ αλλά άλλο παρόμοιου τύπου. Περαιτέρω, οι απαντήσεις στο εν λόγω έντυπο (τεστ ικανοτήτων), κατόπιν οδηγιών των εξεταστών, γράφτηκαν με μολύβι. Προ της έναρξης των εξετάσεων διενεργήθηκε φασαρία εν σχέση με τις εν λόγω εξετάσεις ενώ ακόμη, μετά που ο Ενάγων προσπάθησε να καθησυχάσει τους εξεταζόμενους, εφόσον συνέχισαν να αντιδρούν τους ανέφερε ότι μπορούσαν εάν επιθυμούσαν να αποχωρήσουν. Τέλος, προκύπτει ότι ένας από τους εξεταζόμενους προτού δοθούν οδηγίες έναρξης γύρισε το γραπτό του στην επόμενη σελίδα. Για το εν λόγω συμβάν οι εξεταστές έκριναν ότι εφόσον εντοπίστηκε άμεσα δεν επηρέαζε την εξέταση και δεν υπέβαλαν τον εξεταζόμενο σε κυρώσεις.»

Ασφαλώς το ζήτημα της διεξαγωγής εξετάσεων για πρόσληψη στη δημόσια υπηρεσία είναι δημόσιου ενδιαφέροντος. Όμως, όπως ορθά επεσήμανε ο εφεσείων, εδώ δεν ασκήθηκε απλώς κριτική σε σχέση με τη διαδικασία που ακολουθήθηκε. Αποδόθηκαν στον εφεσείοντα τα όσα ήδη σημειώσαμε, με κεντρικό πυρήνα τη θεώρηση του ως καθοδηγούμενου, όχι αντικειμενικού και εν τέλει ανάξιου να κατέχει δημόσιο λειτούργημα που κινείτο όχι με γνώμονα την αξιοκρατία αλλά την εξυπηρέτηση των κρατούντων. Σε σχέση με τα «παραδεχτά» ως προς τη διαδικασία, δόθηκαν απαντήσεις κατά τη μακρά εξέταση και αντεξέταση των μαρτύρων. Δεν χρειάζεται όμως να επεκταθούμε σ’ αυτά και σημειώνουμε πως και η αντέφεση στην οποία έχουμε αναφερθεί ήταν σε μια πτυχή της διαδικασίας των εξετάσεων που αναφερόταν. Είναι πρόδηλο, νομίζουμε, πως και στη βάση της αποτίμησης τους από το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεν αποκαλύπτουν γεγονότα τα οποία θα ήταν δυνατό να δικαιολογούν, έστω απομακρυσμένα, όσα δυσφημιστικά λέχθηκαν, επαναλαμβάνουμε όχι για τη διαδικασία αυτή καθ’ εαυτή αλλά για το χαρακτήρα, την ηθική υπόσταση και τα αλλότρια κίνητρα του εφεσείοντα κατά τη διεκπεραίωση των καθηκόντων του. Είναι η κατάληξή μας πως ήταν σφάλμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι αυτές οι δυσφημιστικές αναφορές ήταν, ενόψει των στοιχείων που εξειδίκευσε, σχόλια. Κατέληξαν να είναι παράθεση γεγονότων, αναληθών βεβαίως και, πλέον, δεν χρειάζεται να μας απασχολήσει οτιδήποτε άλλο.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο καθοδηγήθηκε σε σχέση με τις αρχές που διέπουν τον καθορισμό της αποζημίωσης, από τις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη Δημοσιογραφική (ανωτέρω) και Αλήθεια Εκδοτική Εταιρεία Λτδ κ.ά. v. Αλωνεύτη (2002) 1 Α.Α.Δ. 1863. Σ’ αυτό το πλαίσιο προσδιόρισε ως παράγοντες σχετικούς τον καλό χαρακτήρα του εφεσείοντα και τη θέση του στην κοινωνία. Συναφώς το ότι είχε σαφώς πληγεί το ήθος και η αξιοπρέπειά του [*1231]ενώ δεν είχε καν προωθηθεί οτιδήποτε με αναφορά στα Άρθρα 23 και 24 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148, όπως τροποποιήθηκε. Επίσης την εμμονή μέχρι τέλους στην υπεράσπιση της αλήθειας αλλά και γενικότερα τη στάση των εφεσιβλήτων μετά το δημοσίευμα που περιλάμβανε, ας σημειωθεί και άρνησή τους να δημοσιεύσουν ανασκευαστικές επιστολές του εφεσείοντα. Τελικά, το γεγονός ότι η εφημερίδα ήταν παγκύπριας κυκλοφορίας και το ένα από τα κείμενα δημοσιεύθηκε στην πρώτη σελίδα της με παραπομπή στο δεύτερο, στην όγδοη σελίδα. Μαζί με αυτά συνυπολόγισε, όπως σημειώνει, το γεγονός ότι η συντάκτρια, όπως δήλωσε, πίστευε στην αλήθεια της δήλωσης και δεν γνώριζε την ύπαρξη του εφεσείοντα.

Και επί του θέματος της αποζημίωσης η συζήτηση δεν αφορά στις αρχές, σε σχέση με τις οποίες ο εφεσείων πρόσθεσε και αναφορά στις υποθέσεις Κωνσταντινίδης κ.ά. v. Παπαδόπουλου (1999) 1 Α.Α.Δ. 922, Λουκαΐδης κ.ά. v. Εκδοτικής Εταιρείας Αλήθεια Λτδ κ.ά. (2003) 1 Α.Α.Δ. 22 και Μαυρίδης v. Παπαδόπουλου (2006) 1 Α.Α.Δ. 136. Ο εφεσείων θεωρεί πως στο πλαίσιο των δεδομένων το ποσό των £5.000 είναι εκδήλως χαμηλό. Αντίθετα οι εφεσίβλητοι, οι οποίοι αναφέρθηκαν και στο γεγονός ότι ο εφεσείων, λίγο μετά τα δημοσιεύματα, εξασφάλισε θέση στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, ανώτερη από εκείνη που ως τότε κατείχε.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, όπως είναι παγίως νομολογημένο, επεμβαίνει προς διαφοροποίηση του ποσού της αποζημίωσης μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν ο καθορισμός  αναδεικνύεται ως εκδήλως λανθασμένος. Δεν έχουμε αμφιβολία πως το ποσό των £5.000 βρίσκεται στη χαμηλότερη βαθμίδα του προσφερόμενου πλαισίου. Δεν είμαστε, όμως, έτοιμοι να δεχτούμε πως βρίσκεται εντελώς εκτός πλαισίου ώστε να δικαιολογείται παρέμβασή μας.  Συνυπολογίσαμε συναφώς πως το δημοσίευμα δεν κατονόμασε τον εφεσείοντα και πως η ταύτισή του ήταν δυνατή από περιορισμένο κύκλο προσώπων που είχαν ειδική πληροφόρηση.

Η έφεση επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και αντικαθίσταται με απόφαση υπέρ του εφεσείοντα και εναντίον των εφεσιβλήτων για το ποσό των €8.543 που είναι το αντίστοιχο των £5.000 με έξοδα, πρωτοδίκως και κατ’ έφεση, υπέρ του εφεσείοντα και εναντίον των εφεσιβλήτων.

Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα, πρωτοδίκως και κατ’ έφεση, υπέρ του εφεσείοντος και εναντίον των εφεσιβλήτων.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο