Χριστοφή Λάμπρος ν. Κλεάνθη Κλεάνθους, διαχειριστού της περιουσίας του αποβιώσαντα Παύλου Γεωργίου και Άλλων (2010) 1 ΑΑΔ 1050

(2010) 1 ΑΑΔ 1050

[*1050]12 Ιουλίου, 2010

[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΛΑΜΠΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΦΗ,

Εφεσείων-Εναγόμενος,

v.

1. ΚΛΕΑΝΘΗ ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ, ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΟΥ

    ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ

    ΠΑΥΛΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,

2. ΚΛΕΑΝΘΗ Π. ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ,

3. ΧΡΙΣΤΙΑΝΑΣ ΠΕΤΡΟΥ,

4. ΚΩΣΤΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,

5. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,

6. ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΙΤΣΙΛΛΟΣ ΛΤΔ,

7. ΠΟΛΥ ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ,

8. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ,

Εφεσιβλήτων-Εναγόντων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 242/2007)

 

Συμβάσεις ― Σύμβαση μεταξύ εναγόντων και εναγομένου για άσκηση από τους πρώτους του δικαιώματος επιλογής πώλησης των μετοχών που είχαν σε ασφαλιστική εταιρεία προς τον δεύτερο και του αντίστοιχου δικαιώματος του δευτέρου να αγοράσει τις μετοχές, στη συμφωνηθείσα τιμή ― Κατά πόσο οι ενάγοντες είχαν ασκήσει ορθά και εμπρόθεσμα το δικαίωμά τους αυτό με βάση τη σύμβαση ― Κατά πόσο η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι υπήρχε σχέση αντιπροσωπείας κατά την υπογραφή της σύμβασης μεταξύ του υπογράψαντος μετόχου και των υπόλοιπων μετόχων, ήταν ορθή ― Κατά πόσο έγινε αποδεκτή εξωγενής μαρτυρία η οποία, κατ’ ισχυρισμό, αντιστρατευόταν ή συγκρουόταν με το γραπτό κείμενο της σύμβασης.

Συμβάσεις ― Αποδοχή προσφοράς η οποία γίνεται μέσω ταχυδρομείου ― Καθίσταται ενεργός συγχρόνως με την κατάθεση της σχετικής επιστολής στο ταχυδρομείο.

Πώληση αγαθών ― Άρθρο 56(2) του περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμου αρ. 10/1994 ― Παράλειψη ή άρνηση αγοραστή να καταβάλει το τίμημα το [*1051]οποίο είναι πληρωτέο σε ορισμένο χρόνο, ανεξάρτητα από την παράδοση ― Δυνατότητα πωλητή να εναγάγει τον αγοραστή διεκδικώντας το τίμημα, αν και η κυριότητα των αγαθών δεν μεταβιβάστηκε και τα αγαθά δεν υπήχθηκαν στη σύμβαση.

Στις 20.6.2000 υπογράφηκαν δύο συμφωνίες μεταξύ της ασφαλιστικής εταιρείας Iris Insurance Company Ltd αφ’ ενός και της χρηματιστηριακής εταιρείας Marketrends Financial Services Ltd αφετέρου. Η μία ετιτλοφορείτο “Προσύμφωνο” και αναφερόταν με δεσμευτικό τρόπο στην πρόθεση της Marketrends να αγοράσει ολόκληρο το μετοχικό κεφάλαιο της Iris από τους μετόχους της, για το ποσό των £9.000.000, από το οποίο, ποσό £3.000.000 θα καταβαλλόταν σε μετρητά στους μετόχους και το υπόλοιπο με απόδοση 6.000.000 μετοχών της εταιρείας Marketrends Insurance Limited, ονομασία την οποία θα λάμβανε η Iris μετά την εξαγορά. Όπως διαφάνηκε από τη μαρτυρία η συμφωνία αυτή έτυχε πλήρους εφαρμογής. Το άλλο έγγραφο ετιτλοφορείτο “Συμφωνία” (Τεκμ.7) και παρείχε το δικαίωμα στους μετόχους της μετονομασθείσας εταιρείας να πωλήσουν στον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου της Marketrends Λ. Χριστοφή, εφεσείοντα – εναγόμενο (ο εφεσείων) τις μετοχές που θα τους κατανέμονταν στην Marketrends Insurance. Στο ίδιο έγγραφο παρατίθετο η αμετάκλητη προσφορά του εφεσείοντος για αγορά των μετοχών εκείνων σε συμφωνηθείσα τιμή.

Στις 4.7.2000, σε συμφωνία με τίτλο «Συμφωνητικό Έγγραφο» (Τεκμ. 9), μεταξύ της Marketrends και όλων των μετόχων της Iris, κάθε μέτοχος της Iris έθεσε την υπογραφή του έναντι του ονόματός του. Στη συμφωνία αυτή γινόταν αναφορά στις δύο προηγηθείσες συμφωνίες. Σύμφωνα δε με ρητό όρο της συμφωνίας αυτής “Τόσο το προσύμφωνο όσο και η συμφωνία ημερομηνίας 20.6.00 με τον κ. Λάμπρο Χριστοφή αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της παρούσας συμφωνίας με την οποία υιοθετούνται και επαναλαμβάνονται”.

Η διαφορά μεταξύ των διαδίκων προέκυψε ως προς το έγγραφο που αφορούσε την άσκηση δικαιώματος επιλογής από τους νέους μετόχους της Marketrends Insurance Ltd, να πωλήσουν τις μετοχές τους στον εφεσείοντα και την αντίστοιχη υποχρέωση του δεύτερου να τις αγοράσει στη συμφωνηθείσα τιμή.

Οι οκτώ από τους μετόχους εφεσίβλητοι – ενάγοντες (οι εφεσίβλητοι) καταχώρησαν αγωγή εναντίον του εφεσείοντος ο οποίος δεν τήρησε τη “Συμφωνία”.

Ο εφεσείων προέβαλε τη θέση ότι η (α) η “Συμφωνία” αφορούσε [*1052]μόνο τον υπογράφοντα εφεσίβλητο Π. Γεωργίου προσωπικά και όχι άλλους μετόχους, οι οποίοι δεν υπέγραψαν τη συμφωνία και (β) οι εφεσίβλητοι μέτοχοι δεν ενεργοποίησαν δεόντως και εμπρόθεσμα πρόνοια της Συμφωνίας ως προς τον τρόπο και χρόνο άσκησης του δικαιώματος πώλησης μετοχών.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού επιλήφθηκε των κύριων επίδικων θεμάτων, αποφάνθηκε ότι οι οκτώ συνολικά μέτοχοι (εφεσίβλητοι-ενάγοντες) καλύπτονταν από την προαναφερθείσα Συμφωνία πώλησης των μετοχών τους και ότι ορθά και εμπρόθεσμα είχαν ασκήσει το δικαίωμά τους με βάση τη συμφωνία. Επιδίκασε συνακόλουθα διάφορα ποσά υπέρ ενός εκάστου των εφεσιβλήτων κυμαινόμενα από £30.000 μέχρι και £1.174.000 (συνολικό ποσό £3.549.000) εναντίον του εφεσείοντος πλέον τόκο και έξοδα.

Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση. Με τους λόγους έφεσης αμφισβητείται η ορθότητα της κρίσης του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η επίδικη συμφωνία ημερ. 20.6.2000 αποτελούσε έγκυρη συμφωνία μεταξύ όλων των εφεσιβλήτων και του εφεσείοντος. Επίσης προσβάλλεται η κατ’ ισχυρισμό εσφαλμένη λήψη υπόψη απαράδεκτης μαρτυρίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο για να συμπεράνει ότι όλοι οι εφεσίβλητοι εκπροσωπούντο στη Συμφωνία.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Είναι φανερό από το γενικότερο λεκτικό της επίδικης Συμφωνίας και από τα έγγραφα στα οποία αυτό παραπέμπει, ότι αντισυμβαλλόμενοι του εφεσείοντος θα ήταν όλοι οι μέτοχοι της Iris οι οποίοι θα λάμβαναν μετοχές της Marketrends Insurance Ltd έναντι του τιμήματος πώλησης των μετοχών τους στην Iris. Το γεγονός ότι μόνο ένας εξ αυτών, ο Π. Γεωργίου υπόγραψε τη συμφωνία και με δεδομένη τη θέση των εφεσίβλητων ότι τους εκπροσωπούσε, καθιστούσε υπό τις περιστάσεις θεμιτή και επιτρεπτή την αποδοχή εξωγενούς μαρτυρίας ως προς το θέμα τούτο.

2.  Η ρητή αναφορά στους συμβαλλόμενους στη Συμφωνία φωτογραφίζει όλους τους μετόχους της Iris και βεβαίως τους εφεσίβλητους. Και όχι μόνο τους φωτογραφίζει, αλλά επεξηγεί η Συμφωνία και το λόγο για τον οποίο αυτοί οι συμβαλλόμενοι θα αποκτούσαν ένα δικαίωμα πώλησης των νέων μετοχών που θα λάμβαναν σε εγγυημένη τιμή για την καθεμιά.

3.  Υπό τις συνθήκες της υπόθεσης ήταν ασφαλώς επιτρεπτή η αποδοχή προφορικής μαρτυρίας ως προς την ιδιότητα με την οποία [*1053]υπέγραψε ο Π. Γεωργίου, προσωπική ή αντιπροσωπευτική, και η αναζήτηση περαιτέρω μαρτυρίας από τα περιβάλλοντα τη Συμφωνία στοιχεία που προηγήθηκαν ή και ακολούθησαν.

4.  Πέραν των ανωτέρω, επιβεβαίωση ή επικύρωση του ότι ο Π. Γεωργίου ενεργούσε και υπέγραφε το Τεκμήριο 7 εκ μέρους όλων των εφεσιβλήτων, παρείχετο και από το ίδιο το κείμενο του τελικού Συμφωνητικού Εγγράφου – Τεκμήριο 9, μεταξύ της Marketrends και όλων των μετόχων της Iris το οποίο, υπογράφηκε από όλους τους μετόχους της Iris ξεχωριστά, είτε προσωπικά, είτε μέσω πληρεξουσίου αντιπροσώπου.

5.  Το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι οι επιστολές και των οκτώ εφεσιβλήτων είχαν ταχυδρομηθεί στις 21.7.2000 στη διεύθυνση της Marketrends, όπου είχε τα γραφεία του ο εφεσείων, υποστηρίζεται από τα στοιχεία που προσήχθηκαν στο Δικαστήριο και την προφορική μαρτυρία.

     Το παράπονο του εφεσείοντος ότι οι επιστολές απευθύνονταν όχι προς τον ίδιο, αλλά προς την Marketrends, δεν έχει κανένα έρεισμα.

6.  Η προσπάθεια του εφεσείοντος για εξασφάλιση χρόνου εκπλήρωσης της δικής του υποχρέωσης, η οποία προβλεπόταν από όρο της Συμφωνίας – Τεκμηρίου 7, επιμαρτυρούσε ότι είχε ασκηθεί το δικαίωμα επιλογής και ότι το γνώριζε αυτό ο εφεσείων, παρά την εξ αντιθέτου μαρτυρία του. Και ασφαλώς, όπως και πάλιν ορθά εντόπισε το πρωτόδικο Δικαστήριο, η αναζήτηση παράτασης από τον εφεσείοντα, σήμαινε πως όχι μόνο γνώριζε ότι ενείχε την υποχρέωση να συμμορφωθεί προς την υποχρέωσή του, αλλά και ότι το δικαίωμα επιλογής των εφεσίβλητων ασκήθηκε απ΄ αυτούς ορθά και εμπρόθεσμα, εφόσον κανένα θέμα περί του αντιθέτου δεν είχε εγείρει ο εφεσείων.

7.  Ο ισχυρισμός του εφεσείοντος ότι οι εφεσίβλητοι κατά την εκδίκαση της αγωγής τους δεν προσκόμισαν οποιαδήποτε μαρτυρία αναφορικά με την αξία των μετοχών τους κατά το χρόνο της κατ’ ισχυρισμό παραβίασης της συμφωνίας από τον εφεσείοντα και, επομένως, δεν δικαιούντο σε καμιά αποζημίωση, δεν ευσταθεί.

     Στην παρούσα περίπτωση τυγχάνουν εφαρμογής οι πρόνοιες του Άρθρου 56(2) του περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμου, αρ. 10/1994. Ενόψει δε αυτών των προνοιών, ο εφεσείων είχε την υποχρέωση να πληρώσει το τίμημα και να πάρει τις μετοχές, οπότε δημιουργήθηκε έτσι ένα καθαρό χρέος του προς τους εφεσίβλητους. Καμιά [*1054]υποχρέωση δεν είχαν οι εφεσίβλητοι να κρατήσουν τις μετοχές και να διεκδικήσουν ως αποζημίωση τη διαφορά της αξίας τους από τη συμφωνηθείσα τιμή πώλησης της £1 για κάθε μετοχή. Εν πάση δε περιπτώσει, σύμφωνα με δοθείσα μαρτυρία, η αξία των υπό κρίση μετοχών είχε ήδη μηδενιστεί.

     Υπό αυτές τις συνθήκες, το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά επεδίκασε υπέρ ενός εκάστου εφεσίβλητου το ποσό που αντιστοιχούσε σε μία λίρα κατά μετοχή την οποία αυτός επέλεξε να πωλήσει προς τον εφεσείοντα.

Η έφεση απορρίφθηκε με €3.500 έξοδα, πλέον Φ.Π.A., υπέρ των εφεσιβλήτων.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Gargill v. Greenock Navigation Co (1991) 1 Α.Α.Δ. 193,

Holwell Securities Ltd v. Hughes [1974] 1 All E.R. 161,

Katsiantonis v. Frantzeskou (1981) 1 C.L.R. 566,

Paris Motors Agency Ltd v. Δήμου Λεμεσού (1989) 3 Α.Α.Δ. 1482.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Γιασεμής, Π.E.Δ.), (Aγωγή Aρ. 7821/01), ημερομ. 21.9.2007.

Στ. Παύλου, για τον Εφεσείοντα.

Κ. Μιχαηλίδης, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Κληρίδης, Δ..

ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Κατόπιν εντατικών διαβουλεύσεων που είχαν προηγηθεί μεταξύ εκπροσώπων της ασφαλιστικής εταιρείας Iris Insurance Company Ltd αφενός και της χρηματιστηριακής εταιρείας Marketrends Financial Services Ltd αφετέρου, υπογράφηκαν στις 20.6.2000 δύο συμφωνίες. Η μία, η οποία ετιτλοφορείτο “Προσύμ[*1055]φωνο”, αναφερόταν με δεσμευτικό τρόπο στην πρόθεση της Marketrends να αγοράσει ολόκληρο το μετοχικό κεφάλαιο της Iris από τους μετόχους της μετά από κάποιο έλεγχο, για το ποσό των £9.000.000, από το οποίο, ποσό £3.000.000 θα καταβαλλόταν σε μετρητά στους μετόχους και το υπόλοιπο με απόδοση 6.000.000 μετοχών της εταιρείας Marketrends Insurance Limited, ονομασία την οποία θα λάμβανε η Iris μετά την εξαγορά. Με το άλλο έγγραφο που υπογράφηκε και έφερε τον τίτλο “Συμφωνία”, εδίδετο το δικαίωμα στους μετόχους της μετονομασθησόμενης εταιρείας όπως πωλήσουν στον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου της Marketrends εφεσείοντα κ. Λάμπρο Χριστοφή τις μετοχές που θα τους κατανέμονταν στη Marketrends Insurance. Παρατίθετο δε στο ίδιο έγγραφο η αμετάκλητη προσφορά του εφεσείοντα για αγορά των μετοχών εκείνων σε συμφωνηθείσα τιμή. Μετά από σύγκληση γενικής συνέλευσης των μετόχων της Iris και ενημέρωσή τους ως προς τις λεπτομέρειες των κυοφορούμενων εξελίξεων, αποφασίστηκε ομόφωνα η κατάρτιση τελικής συμφωνίας. Πράγματι, στις 4.7.2000 καταρτίστηκε συμφωνία με τίτλο “Συμφωνητικό Έγγραφο” στο οποίο κάθε μέτοχος της Iris έθεσε την υπογραφή του έναντι του ονόματός του. Στη συμφωνία αυτή γινόταν αναφορά στις προηγηθείσες συμφωνίες με την Marketrends και με τον κ. Λ. Χριστοφή. Όπως διαφάνηκε από τη δοθείσα μαρτυρία, εκείνη η συμφωνία φαίνεται να έτυχε πλήρους εφαρμογής, τόσο με την πληρωμή του ποσού των £3.000.000 σε μετρητά στους μετόχους, όσο και με την απόδοση σ’ αυτούς κατ’ αναλογία, των 6.000.000 μετοχών της Marketrends Insurance Ltd. Διαφορά μεταξύ των διαδίκων προέκυψε ως προς το έγγραφο που αφορούσε την άσκηση δικαιώματος επιλογής από τους νέους μετόχους της Marketrends Insurance Ltd, να πωλήσουν τις μετοχές τους στον εφεσείοντα και την αντίστοιχη υποχρέωση του δεύτερου να τις αγοράσει στη συμφωνηθείσα τιμή. Πιο συγκεκριμένα, ήταν η θέση του εφεσείοντα και η κύρια υπεράσπισή του στην αγωγή που καταχώρησαν εναντίον του οκτώ από τους μετόχους, ότι:

α. Η “Συμφωνία” που προνοούσε για δικαίωμα των μετόχων για πώληση των μετοχών που θα έπαιρναν στην Marketrends Insurance Ltd στον εφεσείοντα, αφορούσε μόνο τον υπογράφοντα εφεσίβλητο κ. Παύλο Γεωργίου προσωπικά και όχι άλλους μετόχους, οι οποίοι δεν υπέγραψαν τη συμφωνία και ότι,

β. Εν πάση περιπτώσει, οι εφεσίβλητοι μέτοχοι δεν ενεργοποίησαν δεόντως και εμπρόθεσμα πρόνοια της Συμφωνίας ως προς τον τρόπο και χρόνο άσκησης του δικαιώματος πώλησης μετοχών.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού επιλήφθηκε των κύριων επί[*1056]δικων θεμάτων, αποφάνθηκε ότι οι οκτώ συνολικά μέτοχοι (εφεσίβλητοι-ενάγοντες) καλύπτονταν από την προαναφερθείσα Συμφωνία πώλησης των μετοχών τους και ότι ορθά και εμπρόθεσμα είχαν ασκήσει το δικαίωμά τους με βάση τη συμφωνία. Επιδίκασε συνακόλουθα διάφορα ποσά υπέρ ενός εκάστου των εφεσιβλήτων κυμαινόμενα από £30.000 μέχρι και £1.174.000 (συνολικό ποσό £3.549.000) εναντίον του εφεσείοντα πλέον τόκο και έξοδα.

Με την έφεσή του, ο εφεσείων ήγειρε και προώθησε ενώπιον του Εφετείου πέντε συνολικά Λόγους Έφεσης τους οποίους και θα εξετάσουμε στη συνέχεια.

1ος Λόγος Έφεσης. Ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η επίδικη Συμφωνία ημερομηνίας 20.6.2000 αποτελούσε έγκυρη και δεσμευτική συμφωνία μεταξύ όλων των εφεσίβλητων και του εφεσείοντα.

Κύριος άξονας αυτού του λόγου έφεσης είναι το γεγονός ότι η επίδικη Συμφωνία δεν είχε πράγματι υπογραφεί από όλους τους εφεσίβλητους, παρά μόνο από τον εναγόμενο 1, Παύλο Γεωργίου, ο οποίος αργότερα απεβίωσε και εκπροσωπείται στην εδώ διαδικασία από το διαχειριστή της περιουσίας του – εφεσίβλητο αρ. 1. Βασικό δε και καταλυτικής σημασίας εγειρόμενο ζήτημα είναι το κατά πόσο ο Παύλος Γεωργίου υπέγραψε το έγγραφο και εκ μέρους όλων των εφεσίβλητων.

Όπως έχει ήδη προαναφερθεί, στις 20.6.2000 υπογράφηκε το Προσύμφωνο μεταξύ της Marketrends Financial Services Ltd και της Iris Insurance Ltd. Παράλληλα, και κατά την ίδια ημερομηνία, υπογράφηκε και η γραπτή Συμφωνία (Τεκμήριο 7 στην πρωτόδικη διαδικασία). Με εκείνη τη Συμφωνία προβλέπονταν, μεταξύ άλλων, και τα εξής:

“1(α) Οι πιο κάτω υπογεγραμμένοι μέτοχοι της ΙΡΙΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ συμφωνούν και αποδέχονται να πωλήσουν και παραχωρήσουν στον Λάμπρο Χριστοφή το σύνολο ή μέρος των μετοχών της εταιρείας MARKETRENDS INSURANCE LTD τις οποίες έλαβαν ως αντάλλαγμα από την MARKETRENDS FINANCIAL SERVICES LTD για την πώληση – παραχώρηση σ’ αυτήν των μετοχών που κατείχαν στην Εταιρεία ΙΡΙΣ Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ και ο Λάμπρος Χριστοφή αγοράζει από τα πρόσωπα αυτά τις εν λόγω μετοχές. Η συμπλήρωση της τοιαύτης πώλησης – αγοράς θα λάβει χώραν εντός ενός έτους από την ανωτέρω ημερομηνία, δια της καταβολής υπό του [*1057]Λάμπρου Χριστοφή στους συμβαλλόμενους του, του συμφωνουμένου ανταλλάγματος.”

Στο τέλος της Συμφωνίας και κάτω από τη λέξη “1. ΠΩΛΗΤΕΣ” τέθηκε η υπογραφή του Παύλου Γεωργίου και η σφραγίδα της εταιρείας Iris.

Κάτω δε από τη λέξη “2. ΑΓΟΡΑΣΤΕΣ” τέθηκε η υπογραφή του εφεσείοντα.

Η θέση την οποία προώθησαν κατά την πρωτόδικη διαδικασία οι εφεσίβλητοι, ήταν ότι ο Π. Γεωργίου υπέγραψε το έγγραφο εκ μέρους όλων των εφεσίβλητων, από τους οποίους και είχε προφορική εξουσιοδότηση να ενεργεί για λογαριασμό τους και να τους εκπροσωπεί. Αντίθετη θέση είχε προωθήσει η πλευρά του εφεσείοντα, η οποία επέμεινε ότι μοναδικός συμβαλλόμενος στην επίδικη Συμφωνία ήταν και παρουσιάστηκε ο Π. Γεωργίου, ο οποίος και υπέγραψε τη συμφωνία και, συνακόλουθα, ότι οι άλλοι εφεσίβλητοι κανένα δικαίωμα δεν αρύονταν από τη Συμφωνία.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού έλαβε υπόψη του το κείμενο των κατατεθέντων εγγράφων, την προφορική μαρτυρία που δόθηκε ως προς τη πτυχή αυτή του θέματος και τις παραστάσεις στις οποίες προέβηκαν οι συνήγοροι, αποφάνθηκε ότι ο Π. Γεωργίου υπέγραψε τη Συμφωνία – Τεκμήριο 7 κατ’ εξουσιοδότηση και εκπροσωπώντας όλους τους εφεσίβλητους. Αιτιολογώντας το εύρημά του τούτο, το Δικαστήριο αποδέχτηκε τη μαρτυρία του Π. Γεωργίου, η οποία επιβεβαιωνόταν, όπως ανέφερε, από το γεγονός ότι στη συνεδρία του της 15.6.2000, το Διοικητικό Συμβούλιο της Iris τον είχε εξουσιοδοτήσει να προβεί στην ενημέρωση των μετόχων τόσο για την πρόθεση πλήρους αγοράς των μετοχών της Iris από την Marketrends, όσο και για την προσφορά του εφεσείοντα να αγοράσει τις μετοχές που θα λάμβαναν οι μέτοχοι της Iris στη μετονομασθεισόμενη σε Marketrends Insurance Ltd εταιρεία. Το ότι έγινε αυτή η ενημέρωση επιβεβαιωνόταν και από το κείμενο της Συμφωνίας – Τεκμηρίου 7, όπου ρητά αναφέρεται ότι οι μέτοχοι έλαβαν γνώση του ενδιαφέροντος του εφεσείοντα να αγόραζε τις μετοχές τους. Ήταν δε με αυτή την αντίληψη που προωθήθηκε η υπογραφή της τελικής συμφωνίας μετά από την ομόφωνη απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της Iris στις 23.6.2000, στην οποία τελική συμφωνία ημερομηνίας 4.7.2000 έθεσαν όλοι την υπογραφή τους. Περαιτέρω δε, η πρόθεση των συμβαλλομένων μερών ότι όλοι οι μέτοχοι είχαν πάρει το δικαίωμα πώλησης των μετοχών τους στον εφεσείοντα, διαφαίνεται, σύμφωνα με το πρω[*1058]τόδικο Δικαστήριο, και από το γεγονός ότι στην τελική συμφωνία την οποία υπέγραψαν όλοι οι εφεσίβλητοι, είχε παρατεθεί και ο όρος 12, σύμφωνα με τον οποίο:

“Τόσον το προσύμφωνο στην εν λόγω συμφωνία, όσον και η συμφωνία ημερομηνίας 20.6.00 με τον κ. Λάμπρο Χριστοφή, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της παρούσας συμφωνίας με την οποία τοποθετούνται και επαναλαμβάνονται.”

Όπως έκρινε ο πρωτόδικο Δικαστήριο, το περιεχόμενο του όρου 12 αποτελούσε όχι μόνο επικύρωση (ratification) από τους μετόχους της Iris, της προηγηθείσας πράξης του κ. Π. Γεωργίου να υπογράψει εκ μέρους τους τη Συμφωνία – Τεκμήριο 7, αλλ’ αποτελούσε συνάμα και μια σαφέστατη επιβεβαίωση της εξουσιοδότησης που είχαν δώσει προηγουμένως οι μέτοχοι ως κύριοι (principals) προς τον αντιπρόσωπό τους να υπογράψει εκ μέρους τους τη συμφωνία.

Προσβάλλοντας την ορθότητα της πιο πάνω προσέγγισης και κατάληξης του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί του θέματος της δεσμευτικότητας της επίδικης συμφωνίας, η πλευρά του εφεσείοντα, κάτω από αυτό το Λόγο Έφεσης, προβάλλει διάφορους επί μέρους λόγους για τους οποίους επιμένει ότι η επίδικη συμφωνία δεν συνομολογήθηκε και δεν ισχύει για οποιαδήποτε πρόσωπα άλλα πέραν του Π. Γεωργίου. Παραπέμπει δε, μεταξύ άλλων, στο λεκτικό της Συμφωνίας – Τεκμηρίου 7, στην πρώτη γραμμή του κειμένου, του οποίου αναφέρονταν και τα εξής:

“Επειδή τα κάτωθι υπογράφοντα πρόσωπα είναι μέτοχοι της εταιρείας ΙΡΙΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ……”

Και πιο κάτω:

“ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ ΣΥΜΦΩΝΟΥΝΤΑΙ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ μεταξύ του Λάμπρου Χριστοφή και των πιο κάτω υπογεγραμμένων μετόχων της ΙΡΙΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΛΤΔ.”

(Οι τονισμοί των λέξεων είναι του εφεσείοντα).

Επειδή δε στο τέλος της Συμφωνίας ακολουθεί και τέθηκε μόνο η υπογραφή του Π. Γεωργίου, διαφαίνεται καθαρά, σύμφωνα με τον εφεσείοντα, ότι μόνο εκείνος ήταν ο συμβαλλόμενος. Το γεγονός δε ότι επί της υπογραφής του τέθηκε η σφραγίδα της εταιρείας Iris δεν μπορεί να θεωρηθεί κατ’ ουδένα τρόπο ότι έδιδε [*1059]στους μετόχους της εταιρείας την ιδιότητα του συμβαλλομένου στη Συμφωνία. Τίποτε δε στη Συμφωνία δεν αποκαλύπτει ότι ο Π. Γεωργίου ενεργούσε υπό αντιπροσωπευτική ιδιότητα, ενώ ο εφεσείοντας στη μαρτυρία του ανέφερε ότι ποτέ δεν του είχε αναφερθεί κάτι τέτοιο.

Με το Περίγραμμα Αγόρευσής τους, οι εφεσίβλητοι υποστηρίζουν πλήρως την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης και παραθέτουν λεπτομερείς λόγους και παραπομπές σε αυθεντίες για να τη στηρίξουν. Θα αναφερθούμε σε χρήσιμα στοιχεία των επιχειρημάτων τους, εκεί όπου τούτο κρίνεται αναγκαίο.

Προτού όμως εξετάσουμε και προβάλουμε κρίση επί του 1ου Λόγου Έφεσης, θα αναφερθούμε και στο 2ο Λόγο Έφεσης, ο οποίος και συνδέεται με τον 1ο.

2ος Λόγος Έφεσης. Ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα έλαβε υπόψη του απαράδεκτη μαρτυρία για να συμπεράνει ότι όλοι οι εφεσίβλητοι εκπροσωπούντο στη Συμφωνία.

Με αυτό το Λόγο Έφεσης, ο οποίος συνδέεται άμεσα με τον πρώτο, προσβάλλεται πλέον συγκεκριμένα ως εσφαλμένη η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς την ύπαρξη σχέσης αντιπροσωπείας κατά την υπογραφή της επίδικης Συμφωνίας, κρίση στην οποία κατέληξε έχοντας λάβει υπόψη του μη αποδεκτή μαρτυρία. Και η μαρτυρία εκείνη εσφαλμένα ήταν που έγινε αποδεκτή, κατά την εισήγηση, αφού συνιστούσε εξωγενή μαρτυρία η οποία αντιστρατευόταν ή συγκρουόταν με το γραπτό κείμενο της Συμφωνίας. Πρόκειται, κατά τον εφεσείοντα, για τη μαρτυρία σύμφωνα με την οποία της υπογραφής της Συμφωνίας από τον Π. Γεωργίου είχε προηγηθεί προφορική συμφωνία περί αντιπροσώπευσης όλων των εφεσιβλήτων από τον Γεωργίου κατά την υπογραφή. Βάση αυτής της θέσης παρέχεται από το γεγονός ότι το ίδιο το κείμενο της Συμφωνίας τίποτε δεν υποδηλώνει περί αντιπροσωπείας στην ένθεση της υπογραφής του και ότι ο Π. Γεωργίου δεν ανέφερε οτιδήποτε περί υπογραφής του ως αντιπροσώπου, ενώ αντίθετα το λεκτικό της Συμφωνίας σαφώς καταδείκνυε προς συμφωνία μόνο μεταξύ των υπογραφόντων. Με παραπομπή σε σχετική επί του θέματος νομολογία, ο εφεσείων εισηγείται ότι, με τη σαφήνεια που διέκρινε το κείμενο της Συμφωνίας, δεν μπορούσε να γίνει δεκτή εξωγενής μαρτυρία με την οποία να αλλοιωθεί το περιεχόμενο του εγγράφου, να προστεθεί ή να αφαιρεθεί οτιδήποτε απ’ αυτό.

Απορρίπτοντας αυτούς τους ισχυρισμούς, η πλευρά των εφε[*1060]σίβλητων αντιπροβάλλει ότι στην παρούσα περίπτωση δεν λήφθηκε υπόψη εξωγενής μαρτυρία για να μεταβάλει, ή η οποία μετέβαλε οποιουσδήποτε όρους της επίδικης Συμφωνίας. Η οποιαδήποτε προφορική μαρτυρία δόθηκε σχετικά και έγινε δεκτή, έτεινε απλά να εξηγήσει την ιδιότητα υπό την οποία υπέγραφε τη συμφωνία ο Π. Γεωργίου και όχι να μεταβάλει ή να αποστεί από το κείμενο της συμφωνίας στο οποίο πουθενά δεν αναφερόταν ότι ο Γεωργίου υπέγραφε υπό προσωπική ιδιότητα. Παρέπεμψε δε ο συνήγορος των εφεσιβλήτων στο Περίγραμμα Αγόρευσής του σε σχετικές επί του θέματος αυθεντίες και νομολογία. Εν πάση δε περιπτώσει, όλοι οι εφεσίβλητοι, όπως εξήγησε και το Δικαστήριο, επικύρωσαν την ενέργεια του Π. Γεωργίου όπως υπογράψει εκ μέρους τους.

Ασχολούμενο με αυτή την πτυχή του θέματος, το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε ότι είναι κατ’ αρχάς δυνατή η αντιπροσώπευση ενός συμβαλλομένου από αντιπρόσωπο με βάση προφορική εξουσιοδότηση, όπως ήταν η μαρτυρία του Π. Γεωργίου αναφορικά με τους εφεσίβλητους. Μια τέτοια δε αντιπροσωπευτική ιδιότητα δεν μπορεί να αμφισβητηθεί αν ρητά αναφέρεται στο υπογραφέν έγγραφο, ενώ αν δεν αναφέρεται, τότε είναι επιτρεπτό να δοθεί προφορική ή άλλης φύσεως μαρτυρία, παρά το γενικό κανόνα περί αποκλεισμού εξωγενούς μαρτυρίας. Μαρτυρίας δηλαδή της οποίας σκοπός είναι η κατάδειξη του ποιοι ήσαν στην πραγματικότητα οι συμβαλλόμενοι.

Εξετάσαμε με προσοχή τόσο το κείμενο της επίδικης Συμφωνίας – Τεκμηρίου 7, όσο και τη συνοδεύουσα μαρτυρία και τις παραστάσεις των συνηγόρων των δύο πλευρών. Δεν διατηρούμε αμφιβολία ότι οι πραγματικοί συμβαλλόμενοι στη Συμφωνία – Τεκμήριο 7 για το δικαίωμα πώλησης μετοχών ήσαν αφενός ο εφεσείων και αφετέρου όλοι οι εφεσίβλητοι και ότι, με ορθό και νομικά επιτρεπτό τρόπο, το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε σ’ αυτό το συμπέρασμα.

Είναι φανερό από το γενικότερο λεκτικό της επίδικης Συμφωνίας και από τα έγγραφα στα οποία αυτό παραπέμπει, ότι αντισυμβαλλόμενοι του εφεσείοντα θα ήταν όλοι οι μέτοχοι της Iris οι οποίοι θα λάμβαναν μετοχές της Marketrends Insurance Ltd έναντι του τιμήματος πώλησης των μετοχών τους στην Iris. Το γεγονός ότι μόνο ένας εξ αυτών, ο Π. Γεωργίου υπόγραψε τη συμφωνία και με δεδομένη τη θέση των εφεσίβλητων ότι τους εκπροσωπούσε, καθιστούσε υπό τις περιστάσεις θεμιτή και επιτρεπτή την αποδοχή εξωγενούς μαρτυρίας ως προς το θέμα τούτο. Κατ’ αρχήν, το ίδιο [*1061]το λεκτικό της επίδικης Συμφωνίας, δεν αφήνει καμιά αμφιβολία ότι η συμφωνία δεν καταρτιζόταν μεταξύ ενός και μόνο προσώπου, του κ. Π. Γεωργίου και του εφεσείοντα. Αρκεί μόνο να γίνει παραπομπή στα ακόλουθα σημεία του λεκτικού της:

“Επειδή τα κάτωθι υπογράφοντα πρόσωπα είναι οι μέτοχοι της εταιρείας ΙΡΙΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΛΤΔ και ...”

Ούτε για τον Π. Γεωργίου μιλούσε η Συμφωνία, ούτε και αόριστα για ένα πρόσωπο στον ενικό. Ούτε ακόμα μιλούσε για το ότι τα πρόσωπα που υπέγραφαν τη συμφωνία ήσαν “μέτοχοι”. Ρητά αναφερόταν σ’ αυτούς η Συμφωνία ότι οι υπογράφοντες ήσαν “οι μέτοχοι", δηλαδή όλοι οι μέτοχοι και όχι μόνο όσοι θα επέλεγαν να υπογράψουν τη συμφωνία. Και βέβαια συνεχίζει το κείμενο της Συμφωνίας, επαναλαμβάνοντας τη ρητή αναφορά σε όλους τους μετόχους αναφέροντας:

“Επειδή τα άτομα αυτά έχουν υπογράψει δεσμευτικό προσύμφωνο με την Εταιρεία Marketrends Financial Services Ltd ημερομηνίας 20 Ιουνίου 2000 με την οποία ανέλαβαν την υποχρέωση να παραχωρήσουν/μεταβιβάσουν σ’ αυτή το σύνολο των μετοχών τις οποίες κατέχουν ...”

Η πιο πάνω αναφορά στους συμβαλλομένους στη Συμφωνία, οι όροι της οποίας ακολουθούν, τίποτε άλλο δεν κάνει παρά να φωτογραφίζει όλους τους μετόχους της Iris και βέβαια τους εφεσίβλητους. Και όχι μόνο τους φωτογραφίζει, αλλά επεξηγεί η Συμφωνία και το λόγο για τον οποίο αυτοί οι συμβαλλόμενοι θα αποκτούσαν στη συνέχεια του κειμένου της Συμφωνίας ένα δικαίωμα πώλησης των νέων μετοχών που θα λάμβαναν σε εγγυημένη τιμή για την καθεμιά.

Στο τέλος δε της Συμφωνίας υπήρχε χώρος για υπογραφή μόνο από ένα υπογραφέα, αν και η αναφορά και πάλι ήταν σε “ΠΩΛΗΤΕΣ” στον πληθυντικό.

Με αυτά τα στοιχεία και με το δεδομένο ότι στη Συμφωνία τέθηκε η υπογραφή μόνο ενός εκ των μετόχων που ήταν ο Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας Iris, ο οποίος έθεσε και την σφραγίδα της εταιρείας στην οποία οι αναφερόμενοι ως συμβαλλόμενοι ήσαν μέτοχοι, κάθε άλλο μπορεί να λεχθεί παρά ότι η Συμφωνία κατέδειχνε ως μόνο συμβαλλόμενο τον Π. Γεωργίου, επειδή εκείνος υπέγραψε τη Συμφωνία.

[*1062]Υπ’ αυτές τις συνθήκες ήταν ασφαλώς επιτρεπτή η αποδοχή προφορικής μαρτυρίας ως προς την ιδιότητα υπό την οποία υπέγραψε ο Π. Γεωργίου, προσωπική ή αντιπροσωπευτική, και η αναζήτηση περαιτέρω μαρτυρίας από τα περιβάλλοντα τη Συμφωνία στοιχεία που είχαν προηγηθεί ή και ακολουθήσει. (Gargill v. Greenock Navigation Co (1991) 1 Α.Α.Δ. 193, Chitty on Contracts, 28th Edn. Vol. I para. 12-112).

 

Πέραν των ανωτέρω, όπως ορθά παρατήρησε και το πρωτόδικο Δικαστήριο, επιβεβαίωση ή επικύρωση του ότι ο Π. Γεωργίου ενεργούσε και υπέγραφε το Τεκμήριο 7 εκ μέρους όλων των εφεσιβλήτων, παρείχετο και από το ίδιο το κείμενο του τελικού Συμφωνητικού Εγγράφου – Τεκμήριο 9, μεταξύ της Marketrends και όλων των μετόχων της Iris το οποίο, κατόπιν απαίτησης του νομικού Συμβούλου της Marketrends, υπογράφηκε από όλους τους μετόχους της Iris ξεχωριστά, είτε προσωπικά, είτε μέσω πληρεξουσίου αντιπροσώπου. Καθόλου τυχαίο δεν φαίνεται να ήταν το ότι στο έγγραφο εκείνο περιλήφθηκε και ο όρος 12, σύμφωνα με τον οποίο:

“Τόσο το προσύμφωνο όσο και η συμφωνία ημερομηνίας 20.6.00 με τον κ. Λάμπρο Χριστοφή αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της παρούσας συμφωνίας με την οποία υιοθετούνται και επαναλαμβάνονται.”

Παρόλον ότι στην όλη διαδικασία εντοπίζονται και άλλα ακόμα στοιχεία, τα οποία προσθέτουν στη διάχυτη εικόνα που είχε εξ αρχής δημιουργηθεί σύμφωνα με την οποία αναμφίβολα συμβαλλόμενοι στη Συμφωνία – Τεκμήριο 7 ήσαν όλοι οι εφεσίβλητοι, θα αποφύγουμε να τα παραθέσουμε, πιστεύοντας ότι κάτι τέτοιο θα συνιστούσε αχρείαστη ενασχόληση και περιττή προσθήκη σε ένα θέμα ξεκάθαρο.

Οι Λόγοι Έφεσης αρ. 1 και 2 δεν ευσταθούν και απορρίπτονται.

Όπως έχουμε προαναφέρει, μια άλλη πτυχή υπεράσπισης η οποία είχε προβληθεί από την πλευρά του εφεσείοντα – εναγόμενου αφορούσε τον τρόπο και το χρόνο άσκησης του δικαιώματος πώλησης των μετοχών των νέων μετόχων της Marketrends Insurance και του εφεσείοντα.

Αυτά τα θέματα τα οποία είχαν τύχει πραγμάτευσης στην πρωτόδικη απόφαση, είναι αντικείμενο των Λόγων Έφεσης αρ. 3 και 4 και θα τα συνεξετάσουμε.

[*1063]Λόγοι Έφεσης αρ. 3 και 4. Ο τρόπος και χρόνος άσκησης του δικαιώματος των εφεσιβλήτων να πωλήσουν τις μετοχές τους στον εφεσείοντα έναντι συμφωνηθέντος τιμήματος.

Η σχετική πρόνοια περί του δικαιώματος των εφεσιβλήτων να πωλήσουν και του αντίστοιχου δικαιώματος του εφεσείοντα να αγοράσει τις μετοχές, οι οποίες θα κατανέμονταν σε ένα έκαστο των εφεσιβλήτων στην μετονομασθησόμενη εταιρεία Marketrends Insurance Ltd, είχε περιληφθεί στο κυρίως σώμα της Συμφωνίας ημερομηνίας 20.6.2000 και η παράθεση του ακριβούς κειμένου της πρόνοιας εκείνης είναι εδώ αναγκαία. Η σχετική πρόνοια είχε ως εξής:

“1. (α) ...................................................................................................

(β) Νοείται ότι οι μέτοχοι έχουν το δικαίωμα εντός 21 (είκοσι μία) ημερών από την υπογραφή της τελικής συμφωνίας να ειδοποιήσουν γραπτώς τον κ. Λάμπρο Χριστοφή για την πρόθεσή τους αναφορικά με το δικαίωμα τους να κρατήσουν και αν ναι ποίον ποσοστό, από τις μετοχές της Marketrends Insurance Ltd ή εάν επιθυμούν να αποταθούν εντός 21 (είκοσι μία) ημερών στον κ. Λάμπρο Χριστοφή προς το σκοπό όπως ο κ. Λάμπρος Χριστοφή να τους καταβάλει εντός ενός έτους από της υπογραφής της τελικής συμφωνίας το συμφωνημένο τίμημα προς Λ.Κ.1 (μία) έκαστη μετοχή.

2. Προς το σκοπό διασφάλισης του γεγονότος ότι ο κ. Λάμπρος Χριστοφή θα αγοράσει όσες εκ των μετοχών του προσφερθούν εντός του έτους της Λ.Κ.1,00 έκαστης, τούτος θα προσφέρει ως εγγύηση ένα εκατομμύριο μετοχές της MARKETRENDS FINANCIAL SERVICES LTD.

3. Η συμφωνημένη τιμή πώλησης εκάστης των ανωτέρω μετοχών ανέρχεται σε μία Λίρα ...”

Διαζευκτικά προς την προαναφερθείσα υπεράσπισή του, ο εφεσείων ισχυριζόταν ότι εν πάση περιπτώσει οι εφεσίβλητοι δεν άσκησαν ορθά οποιοδήποτε δικαίωμα παρεχόταν σ’ αυτούς από την ως άνω συμβατική πρόνοια. Αυτό διότι, ενώ το δικαίωμα εκείνο παρουσιάζεται να ασκήθηκε με την ταχυδρόμηση επιστολών, οι μεν επιστολές δεν αποδείχθηκε ότι απευθύνθηκαν στον εφεσείοντα στη διεύθυνσή του, αφενός, και αφετέρου ότι δεν αποστάληκαν εμπρόθεσμα.

[*1064]Ως προς το πρώτο θέμα, το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε προβεί σε εύρημα ότι οι εφεσίβλητοι αποτάθηκαν πράγματι γραπτώς με επιστολές τους, και ότι οι επιστολές που στάληκαν από αυτούς απευθύνονταν προς τον εφεσείοντα, όπως είχε συμφωνηθεί. Αποδέχθηκε προς τούτο τη μαρτυρία του εκ των εφεσίβλητων κ. Κλεάνθους, σύμφωνα με την οποία αφού διακριβώθηκε ποιοι μέτοχοι επιθυμούσαν να ασκήσουν το δικαίωμά τους, συνέταξε ο ίδιος τις σχετικές επιστολές και με τη βοήθεια της γραμματέως του συμπλήρωσε τα έντυπα του ταχυδρομείου και αποστάληκαν οι επιστολές διπλοσυστημένες στη διεύθυνση της Marketrends όπου είχε το γραφείο του ο κ. Χριστοφή. Σύμφωνα με τα στοιχεία εκείνα, οι επιστολές ταχυδρομήθηκαν στις 21.7.2000, με αποστολέα την Iris, και τα επιστραφέντα δελτάρια καταδείκνυαν ότι παραδόθηκαν στον παραλήπτη στις 13.8.2000. Με την Απόδειξη – Τεκμήριο 11, που εκδόθηκε και σφραγίστηκε από τις Ταχυδρομικές Υπηρεσίες, βεβαιωνόταν ότι στις 21.7.2000 κατατέθηκαν προς αποστολή επτά συνολικά επιστολές συστημένες προς την Marketrends. Η όγδοη επιστολή που προερχόταν από τον εφεσίβλητο 8 είχε ετοιμασθεί από τον ίδιο στην Πάφο με βάση το ίδιο κείμενο που του είχε αποστείλει ο Κλεάνθους και την είχε ο ίδιος ταχυδρομήσει, κατά την 21.7.2000, από την Πάφο. Σε όλες τις επιστολές, αντίγραφα των οποίων κατατέθηκαν στο Δικαστήριο και αναγνωρίστηκαν από τους μάρτυρες Γεωργίου και Κλεάνθους, παρουσιαζόταν ως Παραλήπτης:

“Προς την Marketrends Fianancial Services

Κ. Λάμπρο Χριστοφή

Κυπράνορος 13, Λευκωσία,

Τ.Κ. 1061”

Βασιζόμενο σ’ αυτά κυρίως τα στοιχεία και την προφορική μαρτυρία που τα συνόδευσαν, το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβηκε στο εύρημα ότι οι επιστολές και των οκτώ εφεσίβλητων είχαν ταχυδρομηθεί στις 21.7.2000, στη διεύθυνση της Marketrends, όπου είχε τα γραφεία του ο εφεσείων. Και ορθά κατά την κρίση μας. Το παράπονο του εφεσείοντα ότι οι επιστολές απευθύνονταν όχι προς τον ίδιο, αλλά προς την Marketrends, δεν έχει κανένα έρεισμα, ενόψει του ότι η διεύθυνση και των δύο ήταν η ίδια, η Marketrends ως εταιρεία καμιά προσφορά δεν είχε κάνει προς τους εφεσίβλητους και οι ίδιες οι επιστολές απευθύνονταν προς τη Marketrends – κο Λ. Χριστοφή και όχι απλά στην Marketrends. Αυτό δεν σήμαινε τίποτε άλλο παρά ότι απευθύνονταν προς τον κ. Χριστοφή, ο οποίος βρισκόταν στη διεύθυνση της Marketrends. Άλλη διαφωνία του εφεσείοντα με την πρωτόδικη κρίση εντοπίζεται στο ότι κάποιες από τις ταχυδρομηθείσες [*1065]επιστολές έφεραν χειρόγραφη ημερομηνία 24.7.2000, μια άλλη έφερε ημερομηνία την 17.7.2000, ενώ άλλες δεν έφεραν ημερομηνία. Όμως, εκείνο που έχει σημασία και βάρυνε στην κρίση του Δικαστηρίου, ήταν ότι επτά επιστολές τύγχαναν βεβαίωσης με σφραγισμένη πιστοποίηση των Ταχυδρομικών Υπηρεσιών ότι ταχυδρομήθηκαν στις 21.7.2000, όποια και να ήταν η ημερομηνία που οι ίδιες έφεραν, που ήταν ίσως η ημερομηνία που υπολόγιζαν οι αποστολείς ή υπογραφείς τους ότι θα εταχυδρομούντο. Έγινε δε δεκτή και η προφορική μαρτυρία των προαναφερθέντων μαρτύρων, η οποία επίσης βεβαίωνε τα όσα εμφαίνονταν στα Τεκμήρια.

Ως προς το θέμα του κατά πόσο η άσκηση του δικαιώματος των μετόχων για πώληση των μετοχών τους στον εφεσείοντα έγινε εμπρόθεσμα, το πρωτόδικο Δικαστήριο προσέγγισε το θέμα ως εξής:

“..... Ο γενικός κανόνας που ισχύει στο δίκαιο των συμβάσεων είναι ότι η αποδοχή (acceptance) μιας προσφοράς η οποία γίνεται ταχυδρομικώς, καθίσταται ενεργός συγχρόνως με την κατάθεση της σχετικής επιστολής στο ταχυδρομείο. Η αυθεντία στην οποία αναφέρεται ο κανόνας αυτός είναι η Henthorn v. Fraser [1891-4] All E.R. Rep. 908, στη σελίδα 911 ενώ τον πραγματεύεται σε έκταση και το σύγγραμμα Chitty on Contracts, 26η έκδοση στις σελίδες 54 έως 59. Εν όψει του πιο πάνω κανόνα ο οποίος εύλογα τυγχάνει εφαρμογής στην παρούσα περίπτωση, όπως διαπιστώνεται προηγουμένως, η συμφωνία των εναγόντων με τον κ. Χριστοφή για την αγοραπωλησία των μετοχών των πρώτων, ολοκληρώθηκε με την ταχυδρόμηση των επιστολών τους, τεκμήριο 10, που όπως επίσης διαπιστώνεται προηγουμένως, πραγματοποιήθηκε εντός του χρόνου των 21 ημερών που προέβλεπε ο όρος 1(β) της Συμφωνίας, τεκμήριο 7. Συμπληρωθείσας της πώλησης και της αγοράς, αντίστοιχα, των εν λόγω μετοχών, ο αριθμός των οποίων αναφέρεται για τον κάθε μέτοχο στις επιστολές, τεκμήριο 10, ο κ. Χριστοφή κατέστη υπόλογος για καταβολή προς αυτούς του συμφωνηθέντος τιμήματος. Αυτό συνέβηκε ακριβώς ένα χρόνο μετά την 4.7.2000 που συνήφθη η τελική συμφωνία πώλησης των μετοχών τους προς τη Marketrends, τεκμήριο 9. ...........”

Όπως υποστηρίζει ο εφεσείων, η άσκηση του δικαιώματος των εφεσίβλητων δεν έγινε εμπρόθεσμα εφόσον, σύμφωνα με το Τεκμήριο 12, οι επιστολές που οι εφεσίβλητοι ισχυρίζονται ότι απέστειλαν, πιστοποιείται από τις ταχυδρομικές υπηρεσίες ότι παραλήφθηκαν στις 17.8.2000. Λανθασμένα δε το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρι[*1066]νε ότι επειδή οι επιστολές φαίνονται να ταχυδρομήθηκαν στις 21.7.2000, αυτό το γεγονός συνιστούσε ικανοποιητική ειδοποίηση προς τον εφεσείοντα. Όπως ισχυρίζεται ο εφεσείων, με βάση την ορθή ερμηνεία της συμφωνίας ημερομηνίας 20.6.2000, η ειδοποίηση προς αυτόν από τους μετόχους θα έπρεπε να παραληφθεί μέσα στην προθεσμία των 21 ημερών και όχι απλά να αποσταλεί. Σε περιπτώσεις όπως η παρούσα, που αφορά σε άσκηση δικαιώματος επιλογής, η προσέγγιση των Δικαστηρίων κατά τη διακρίβωση του κατά πόσο το πρόσωπο που παραχώρησε το δικαίωμα έλαβε πράγματι γνώση της άσκησής του, είναι πολύ αυστηρή. Παρέπεμψε, μεταξύ άλλων, ο εφεσείων και στην Αγγλική απόφαση στην υπόθεση Holwell Securities Ltd v. Hughes [1974] 1 All E.R. 161, στην οποία είχε δοθεί στους ενάγοντες δικαίωμα άσκησης επιλογής αγοράς περιουσιακού στοιχείου, εντός έξι μηνών. Παρέπεμψε επίσης στις αποφάσεις του Κυπριακού Εφετείου στην υπόθεση Katsiantonis v. Frantzeskou (1981) 1 C.L.R. 566 και Paris Motors Agency Ltd v. Δήμου Λεμεσού (1989) 3 Α.Α.Δ. 1482.

Όμως, οι αποφάσεις στις πιο πάνω υποθέσεις σαφώς διαφοροποιούνται από την υπό εξέταση περίπτωση. Στην υπόθεση Holwell Securities Ltd (ανωτέρω), η σχετική ρήτρα προνοούσε ότι το δικαίωμα θα ασκείτο “by notice in writing to the .....”. Το Αγγλικό Εφετείο ερμήνευσε τον όρο εκείνο να σήμαινε ότι η έγγραφη ειδοποίηση θα έπρεπε να κοινοποιηθεί ή να έρθει σε γνώση του εναγομένου και, επομένως, δεν αρκούσε η απόδειξη και μόνο της ορθής ταχυδρόμησης της ειδοποίησης. Η υπόθεση Katsiantonis v. Frantzeskou (ανωτέρω) αφορούσε σε περίπτωση ειδοποίησης απαίτησης καταβολής καθυστερημένου ενοικίου από τον ιδιοκτήτη ακινήτου, η οποία δόθηκε με συστημένη επιστολή στη διεύθυνση του ενοικιαστή. Ο ενοικιαστής, αν και ειδοποιήθηκε να μεταβεί να παραλάβει τη συστημένη επιστολή, δεν το έπραξε και αυτή επιστράφηκε στον αποστολέα της. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι θα έπρεπε να είχε αποδειχθεί όχι μόνο ότι η ειδοποίηση ταχυδρομήθηκε, αλλ’ ότι ήρθε και σε γνώση του ενοικιαστή. Το εφετείο ανέτρεψε αυτή την άποψη, υπό το φως των προνοιών του περί Ενοικιοστασίου Νόμου και του περί Ερμηνείας Νόμου, και αποφάσισε ότι, υπό τις συνθήκες εκείνες, η ταχυδρόμηση ήταν αρκετή. Στην υπόθεση Paris Motors Agency Ltd v. Δήμου Λεμεσού (ανωτέρω), όπως και στην προαναφερθείσα υπόθεση Katsiantonis, εξετάστηκε, μεταξύ άλλων, και η πρόνοια στο Αρθρο 2 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1, σύμφωνα με την οποία επιστολή που στέλλεται με προπληρωμένο ταχυδρομικό τέλος, εκτός αν αποδειχθεί το αντίθετο, θεωρείται ότι παραδίδεται στο χρόνο που με τη συνηθισμένη διαδικασία του ταχυδρομείου παραδίδεται. Αυτή η πρόνοια, κατά τον εφεσείοντα, δημι[*1067]ουργεί πρόβλημα στους εδώ εφεσίβλητους αφού, ενώ ισχυρίζονται ότι ταχυδρόμησαν τις επιστολές στις 21.7.2000, αυτές παρουσιάζονται να παραλήφθηκαν στις 17.8.2000. Εδώ όμως θα πρέπει να σημειωθεί ότι εκείνο που ενδιαφέρει δεν είναι πότε παραλήφθηκαν οι επιστολές, που αποδεδειγμένα παραλήφθηκαν από την Marketrends, όπου και η έδρα του εφεσείοντα, αλλά το εάν η ταχυδρόμησή τους συνιστούσε αποδοχή της πρότασης του εφεσείοντα.

Όπως ορθά παρατήρησε ο συνήγορος των  εφεσίβλητων και είχε αποδεχθεί και το πρωτόδικο Δικαστήριο, με τον επίμαχο όρο στη συμφωνία μεταξύ εφεσείοντα και εφεσίβλητων, αναφορικά με την άσκηση του δικαιώματος πώλησης των μετοχών τους, δεν απαιτείτο καν όπως δώσουν γραπτή ειδοποίηση προς τον εφεσείοντα.

Εξάλλου, σύμφωνα με τη μαρτυρία η οποία δόθηκε και την οποία δέχθηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο για καλό λόγο, υπήρχε και η κατάσταση – Τεκμήριο 13, την οποία ο κ. Π. Ιωάννου, τότε αξιωματούχος της Marketrends, είχε δώσει στον Π. Γεωργίου για να διερευνήσει την πρόταση του εφεσείοντα για αναβολή της πληρωμής προς τους μετόχους που είχαν ασκήσει το δικαίωμα επιλογής, δηλαδή τους εφεσίβλητους. Εκείνη η προσπάθεια του εφεσείοντα για εξασφάλιση χρόνου εκπλήρωσης της δικής του υποχρέωσης, η οποία προβλεπόταν από τον όρο 1(β) της Συμφωνίας – Τεκμηρίου 7, επιμαρτυρούσε ότι είχε ασκηθεί το δικαίωμα επιλογής και ότι το γνώριζε αυτό ο εφεσείων, παρά την εξ αντιθέτου μαρτυρία του. Και ασφαλώς, όπως και πάλιν ορθά εντόπισε το πρωτόδικο Δικαστήριο, για να ζητούσε παράταση, όχι μόνο γνώριζε ότι ενείχε την υποχρέωση να συμμορφωθεί προς την υποχρέωσή του, αλλά και ότι το δικαίωμα επιλογής των εφεσίβλητων ασκήθηκε απ’ αυτούς ορθά και εμπρόθεσμα, εφόσον κανένα θέμα περί του αντιθέτου δεν είχε εγείρει ο εφεσείων.

Επομένως, ούτε αυτοί οι Λόγοι Έφεσης μπορούν να ευσταθήσουν.

Λόγος Έφεσης αρ. 5. Η κατ’ ισχυρισμό μη απόδειξη της ζημιάς που ισχυρίζονται ότι υπέστησαν οι εφεσίβλητοι.

Όπως διατείνεται ο εφεσείων, οι εφεσίβλητοι κατά την εκδίκαση της αγωγής τους δεν προσκόμισαν οποιαδήποτε μαρτυρία αναφορικά με την αξία των μετοχών τους κατά το χρόνο της κατ’ ισχυρισμό παραβίασης της συμφωνίας από τον εφεσείοντα και, επομένως, δεν δικαιούντο σε καμιά αποζημίωση.

[*1068]Ο Λόγος τούτος Έφεσης εμφανώς δεν μπορεί να ευσταθήσει.   Όπως διαπιστώνεται από τον όρο 5 της επίδικης Συμφωνίας, οι μέτοχοι που θα ασκούσαν το δικαίωμα επιλογής δεν είχαν υποχρέωση άλλη, παρά να παραδώσουν τους τίτλους των πωλούμενων μετοχών στον εφεσείοντα αμέσως μετά την πληρωμή προς αυτούς του συμφωνηθέντος τιμήματος της £1 κατά μετοχή. Όπως υπέδειξε και το πρωτόδικο Δικαστήριο τυγχάνουν εφαρμογής στην περίπτωση, οι πρόνοιες του Αρθρου 56(2) του περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμου αρ. 10/1994, σύμφωνα με τις οποίες όταν ο αγοραστής αμελεί ή αρνείται να πληρώσει το τίμημα το οποίο είναι πληρωτέο σε ορισμένο χρόνο, ανεξάρτητα από την παράδοση, τότε ο πωλητής δύναται να τον εναγάγει διεκδικώντας το τίμημα, αν και η κυριότητα των αγαθών δεν μεταβιβάστηκε και τα αγαθά δεν υπήχθηκαν στη σύμβαση. Όπως ορθά υπέδειξε και ο συνήγορος των εφεσίβλητων, ο εφεσείων είχε την υποχρέωση να πληρώσει το τίμημα και να πάρει τις μετοχές, οπότε δημιουργήθηκε έτσι ένα καθαρό χρέος του προς τους εφεσίβλητους. Καμιά υποχρέωση δεν είχαν οι εφεσίβλητοι να κρατήσουν τις μετοχές και να διεκδικήσουν ως αποζημίωση τη διαφορά της αξίας τους από τη συμφωνηθείσα τιμή πώλησης της £1 για κάθε μετοχή. Εν πάση δε περιπτώσει, σύμφωνα με δοθείσα μαρτυρία, η αξία των υπό κρίση μετοχών είχε ήδη μηδενιστεί.

Υπ’ αυτές τις περιστάσεις, ορθά ήταν που το πρωτόδικο Δικαστήριο επεδίκασε υπέρ ενός εκάστου εφεσίβλητου το ποσό που αντιστοιχούσε σε μία λίρα κατά μετοχή την οποία αυτός επέλεξε να πωλήσει προς τον εφεσείοντα.

Επομένως, ούτε αυτός ο Λόγος Έφεσης μπορεί να ευσταθήσει.

Η έφεση απορρίπτεται με €3.500 έξοδα εναντίον του εφεσείοντα και υπέρ των εφεσίβλητων, πλέον Φ.Π.Α..

Η έφεση απορρίπτεται με €3.500 έξοδα, πλέον Φ.Π.A., υπέρ των εφεσιβλήτων.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο