Εφημερίδα ή Περιοδικό Αποκάλυψη της Πάφου Λτδ και Άλλοι ν. Σπύρου Κονιώτη και Άλλων (2010) 1 ΑΑΔ 1697

(2010) 1 ΑΑΔ 1697

[*1697]27 Oκτωβρίου, 2010

[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΦΩΤΙΟΥ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]

1. ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΄Η ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ

    ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΗΣ ΠΑΦΟΥ ΛΤΔ,

2. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΡΑΓΚΟΣ,

3. ΠΑΜΕΛΑ ΣΑΚΑΔΑΚΗ,

Εφεσείoντες-Εναγόμενοι-Ενάγοντες δι’ ανταπαιτήσεως,

v.

1. ΣΠΥΡΟΥ ΚΟΝΙΩΤΗ,

2. ΑΝΕΣΤΗ ΑΝΕΣΤΙΑΔΗ,

3. ΣΑΒΒΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,

4. ΔΗΜΟΥ ΠΑΦΟΥ,

5. ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ,

Εφεσιβλήτων-Εναγόντων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 58/2007)

 

Αστικά αδικήματα ― Δυσφήμιση ― Λίβελος ― Δημοσίευμα σε εφημερίδα, κειμένου με τίτλο «Πόση αυθαιρεσία ω Αστυνόμε» σε σχέση με τον τότε Αστυνομικό Διευθυντή Πάφου, κρίθηκε δυσφημιστικό ― Το περιεχόμενο ενός δημοσιεύματος κρίνεται με βάση την αντικειμενική εξέταση των λέξεων και εννοιών που αποδίδουν σ’ αυτές οι ορθά σκεπτόμενοι άνθρωποι ― Το εφαρμοστέο κριτήριο για την κατάταξη ενός δημοσιεύματος ως δυσφημιστικού είναι η εντύπωση που προκαλεί στο μέσο πολίτη.

Αστικά αδικήματα ― Δυσφήμιση ― Λίβελος ― Υπερασπίσεις της αλήθειας των γεγονότων και του εντίμου σχολίου ― Πότε εφαρμόζονται.

Αποζημιώσεις ― Δυσφήμιση ― Λίβελος ― Το επιδικασθέν πρωτόδικα ποσό των £8.000,00 για δημοσίευμα, το οποίο κρίθηκε δυσφημιστικό, επικυρώθηκε από το Εφετείο.

Στην έκδοση της εφημερίδας ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ της 19.2.2003 δημοσιεύθηκε κείμενο με τίτλο «Πόση αυθαιρεσία ω Αστυνόμε» που συνέταξαν οι εφεσείοντες 2 και 3, αναφορικά με το άτομο του τότε Αστυνομικού Διευθυντή Πάφου, εφεσίβλητου – ενάγοντος 1.

[*1698]Αφορμή για το εν λόγω δημοσίευμα ήταν ένα επεισόδιο το οποίο συνέβηκε στην Πάφο στις 13.2.2003, κατά το οποίο ο εφεσίβλητος 2, τροχονόμος του Δήμου Πάφου ζήτησε από την εφεσείουσα – εναγόμενη 3 να μετακινήσει το όχημά της από τον τόπο που στάθμευσε λόγω προβλήματος και όπου απαγορευόταν η στάθμευση. Σημειώθηκε ένας φραστικός διαπληκτισμός μεταξύ των δύο και όταν ο εφεσίβλητος 2 στην προσπάθειά του να της αποσπάσει τη φωτογραφική μηχανή που κρατούσε και επιχειρούσε να τη χρησιμοποιήσει, της επιτέθηκε. Η τελευταία επικοινώνησε με τον εφεσείοντα 2, Δημήτρη Μαραγκού προϊστάμενό της ο οποίος, αφού έφθασε στη σκηνή, ενεπλάκη στη συζήτηση και κτύπησε τον Ανεστιάδη, με αποτέλεσμα το βράδυ της ιδίας ημέρας, να συλληφθεί.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αποδέχθηκε τις προβληθείσες υπερασπίσεις των εφεσειόντων, ότι δηλαδή, παρέθεσαν αληθή γεγονότα βασιζόμενοι στην ελευθερία του λόγου, ότι το γεγονός που περιέγραφαν ήταν θέμα δημοσίου ενδιαφέροντος και οι εφεσείοντες προέβησαν τελικώς σε ένα έντιμο σχόλιο. Το Δικαστήριο επεδίκασε αποζημιώσεις £8.000,00 υπέρ του εφεσίβλητου 1 και εναντίον των εφεσειόντων. Περαιτέρω, αφού κατέληξε σε εύρημα, ότι ο εφεσίβλητος 2 είχε επιτεθεί της εφεσείουσας 3 της επεδίκασε ποσό £500,00.

Οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν την απόφαση υποστηρίζοντας ότι το επίδικο δημοσίευμα δεν ήταν δυσφημιστικό, και εν πάση περιπτώσει το Δικαστήριο έπρεπε να αποδεχθεί τις προβληθείσες υπερασπίσεις τους.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Το εφαρμοστέο κριτήριο για την κατάταξη ενός δημοσιεύματος ως δυσφημιστικού είναι η εντύπωση που προκαλεί στο μέσο πολίτη.

2.  Σε σχέση με την υπεράσπιση της αλήθειας των γεγονότων, το επίδικο δημοσίευμα, πόρρω απέχει από την εξιστόρηση γεγονότων αφού αυτό είναι διανθισμένο με επίθετα που αποδίδουν διάπραξη ποινικών αδικημάτων. Ούτε τα όσα αναφέρονται στο εν λόγω δημοσίευμα, αποτελούν σχόλιο.

3.  Δεν μπορεί, με οποιοδήποτε τρόπο και αν διαβαστεί το συγκεκριμένο δημοσίευμα, να θεωρηθεί ότι στοχεύει στη διατύπωση ευλόγου σχολίου. Είναι εύλογη η παρατήρηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι οι εφεσείοντες είχαν «έκδηλη εμπάθεια» έναντι του Κονιώτη. Τούτο μπορεί να διαφανεί και από το ίδιο το κείμενο.

[*1699]4.    Το δημοσίευμα ξεφεύγει του εντίμου σχολίου ή της προβολής θέματος δημοσίου συμφέροντος. Η ευθύνη των δημοσιογράφων ως διαμορφωτών της κοινής γνώμης είναι μεγάλη. Έχουν καθήκον πρωτίστως να παραθέτουν αληθή γεγονότα, χωρίς χαρακτηρισμούς που σκοπό έχουν την δυσφήμιση τρίτων προσώπων.  Από το ίδιο το κείμενο, καταφαίνεται η ελλιπής εκτέλεση από τους εφεσείοντες του εν λόγω καθήκοντος.

5.  Δεν έχει τεκμηριωθεί οποιοσδήποτε λόγος επέμβασης στα ευρήματα επί των γεγονότων του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

6.  Το ποσό της αποζημίωσης των £8.000,00 που έχει επιδικαστεί, στην προκείμενη περίπτωση, λαμβανομένων υπόψη των περιστατικών της υπόθεσης, δεν είναι με οποιονδήποτε τρόπο, υπερβολικό.

7.  Η κράτηση του εφεσείοντος 2 για μια νύκτα στον Αστυνομικό Σταθμό, έγινε μετά την έκδοση δικαστικού εντάλματος σύλληψης, η νομιμότητα του οποίου δεν έχει αμφισβητηθεί. Έπεται ότι το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η κράτησή του δεν ήταν παράνομη, είναι ορθό.

8.  Ορθώς το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εφεσίβλητοι 1, 4 και 5 δεν έφεραν εκ προστήσεως ευθύνη για τον εφεσίβλητο 2, αφού ο τελευταίος δεν είχε οποιαδήποτε σχέση με τη Δημοκρατία. Ήταν και παρέμεινε υπάλληλος της Group 4 χωρίς να είναι ούτε υπάλληλος του Δήμου Πάφου.

Η έφεση απορρίφθηκε με €2.000 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., εάν υπάρχει, εναντίον των εφεσειόντων.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Σταυράκη v. Κοντεάτη (2004) 1(Γ) Α.Α.Δ.1957,

Ατταλίδης v. Ροδούλη (2004) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1690,

Εταιρεία Δημοσιογραφική Χ.Λ.Σ. Λτδ κ.ά. v. Φιλίππου άλλως Φαλκονέττι (1998) 1(Β) Α.Α.Δ. 958,

Αρκτίνος v. Στέλικος (2004) 1(Β) Α.Α.Δ. 949.

Έφεση.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Eπαρ[*1700]χιακού Δικαστηρίου Πάφου (Σωκράτους, A.E.Δ.), (Aγωγή Aρ. 581/03), ημερομ. 8.1.2007.

Π. Κλεοβούλου, για τους Εφεσείοντες.

Α. Γεωργιάδης, για τους Εφεσίβλητους 1 και 2.

Α. Δημητριάδης, για τον Εφεσίβλητο 4.

Καμιά εμφάνιση για τον Εφεσίβλητο 3 και 5.

Cur. adv. vult.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Κ. Παμπαλλή.

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η δημοσίευση στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ, ημερ. 19 Φεβρουαρίου, 2003, κειμένου με τίτλο «Πόση αυθαιρεσία ω Αστυνόμε», που συνέταξαν οι εφεσείοντες 2 και 3, έδωσε το έναυσμα για την καταχώριση από τον εφεσίβλητο 1 αγωγής για δυσφήμιση.

Αφορμή για την εν λόγω δημοσίευση ήταν ένα επεισόδιο που έγινε στην οδό Αποστόλου Παύλου στην Πάφο, στις 13 Φεβρουαρίου 2003. Θεωρούμε απαραίτητο να παραθέσουμε μια μικρή περίληψη των γεγονότων που έλαβαν χώρα την ημέρα εκείνη, όπως έχουν καταγραφεί στην απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, έτσι ώστε να υπάρχει μια συνοχή στην όλη εξέλιξη της υπόθεσης αυτής.

Η εφεσείουσα 3 – Πάμελα Σακαδάκη, που είναι δημοσιογράφος, το πρωί της 13 Φεβρουαρίου, 2003, οδηγώντας στην οδό Αποστόλου Παύλου στην Πάφο σταμάτησε, λόγω προβλήματος του αυτοκινήτου της, σε σημείο που απαγορευόταν η στάθμευση. Ο εφεσίβλητος 2 Ανέστης Ανεστιάδης, που τη δεδομένη περίοδο ήταν τροχονόμος του Δήμου Πάφου, ζήτησε από τη Σακαδάκη να μετακινήσει το όχημα της. Υπήρξε ένας φραστικός διαπληκτισμός μεταξύ τους και τελικώς ο Ανεστιάδης στην προσπάθεια του να της αποσπάσει τη φωτογραφική μηχανή που κρατούσε και επιχειρούσε να τη χρησιμοποιήσει, της επιτέθηκε. Η τελευταία επικοινώνησε με τον εφεσείοντα 2, Δημήτρη Μαραγκού προϊστάμενο της ο οποίος, αφού έφθασε στη σκηνή, ενεπλάκη στη συζήτηση και κτύπησε τον Ανεστιάδη, με αποτέλεσμα το βράδυ της ιδίας ημέρας, να συλληφθεί.

Οι εφεσείοντες με το δικό τους δικόγραφο πρόβαλαν διάφορες [*1701]υπερασπίσεις επί της ουσίας του κειμένου, με το οποίο θα ασχοληθούμε μεταγενέστερα, αλλά ταυτοχρόνως διεκδίκησαν, δια ανταγωγής, αποζημιώσεις εναντίον όλων των εφεσιβλήτων μέσα από το εξής πλαίσιο: εναντίον του εφεσίβλητου 1 Σπύρου Κονιώτη, Αστυνομικού Διευθυντή Πάφου την περίοδο εκείνη, και του εφεσίβλητου 3 Σάββα Χριστοδούλου, Αξιωματικού Υπηρεσίας τη συγκεκριμένη ημέρα στον Αστυνομικό Σταθμό Πάφου, αμφοτέρων ως προϊσταμένων του Ανεστιάδη. Περαιτέρω, διεκδικήθηκαν αποζημιώσεις εναντίον του εφεσίβλητου 2 Ανεστιάδη, προσωπικώς, και εναντίον του εφεσίβλητου 5 Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, ως εκπροσώπου της Κυπριακής Δημοκρατίας, ως έχουσα εκ προστήσεως ευθύνη για τις ενέργειες των Κονιώτη και Χριστοδούλου. Με την ανταγωγή του ο Μαραγκός, διεκδικούσε αποζημιώσεις για δυσφήμιση εναντίον του Χριστοδούλου και κατ’ επέκταση της Κυπριακής Δημοκρατίας, λόγω του ότι ο πρώτος, υπό την ιδιότητα του ως αξιωματικού υπηρεσίας έδωσε με μήνυμα, στο Αρχηγείο Αστυνομίας, ανακοίνωση για τη σύλληψη του Μαραγκού. Επίσης προωθήθηκε ανταγωγή και εναντίον του εφεσίβλητου 4 Δήμου Πάφου, ως προϊσταμένου του Ανεστιάδη.

Η αγωγή εκδικάστηκε μέσα σ’ αυτό το δικογραφημένο πλαίσιο και το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το συγκεκριμένο δημοσίευμα ήταν δυσφημιστικό. Επιδίκασε υπέρ του Κονιώτη και εναντίον των εφεσειόντων το ποσό των £8.000,00. Περαιτέρω, αφού κατέληξε σε εύρημα, ότι ο Ανεστιάδης είχε επιτεθεί της Σακαδάκη της επεδίκασε το ποσό των £500,00. Απέρριψε επίσης την ανταπαίτηση εναντίον του Κονιώτη και την ανταγωγή εναντίον των υπολοίπων, πλην του Ανεστιάδη. Απέρριψε επίσης την ανταγωγή του Μαραγκού εναντίον του Χριστοδούλου και εναντίον της Δημοκρατίας, αποφαινόμενο ότι ο Χριστοδούλου δεν ενήργησε εναντίον των υφισταμένων κανονισμών και ούτε υπήρχε εκ προστήσεως ευθύνη της Δημοκρατίας.

Με ένα μακροσκελέστατο εφετήριο ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων, ουσιαστικά, επανέλαβε όλα τα θέματα τα οποία είχε εγείρει στα πλαίσια της εκδίκασης της υπόθεσης πρωτοδίκως.  Στους λόγους έφεσης 1 και 3, γίνεται ευρεία αναφορά σε εισήγηση ότι το εν λόγω δημοσίευμα δεν ήταν δυσφημιστικό και εν πάση περιπτώσει το Δικαστήριο έπρεπε, όπως είπε, να αποδεχθεί τις προβληθείσες υπερασπίσεις των εφεσειόντων, ότι δηλαδή, παρέθεσαν αληθή γεγονότα βασιζόμενοι στην ελευθερία του λόγου, ότι το γεγονός που περιέγραφαν ήταν θέμα δημοσίου ενδιαφέροντος και οι εφεσείοντες προέβησαν τελικώς σε ένα έντιμο σχόλιο.

[*1702]Το περιεχόμενο ενός δημοσιεύματος κρίνεται με βάση την αντικειμενική εξέταση των λέξεων και εννοιών που αποδίδουν σ’ αυτές οι ορθά σκεπτόμενοι άνθρωποι, όπως λέχθηκε στην υπόθεση Σταυράκη v. Κοντεάτη (2004) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1957. Το εφαρμοστέο κριτήριο για την κατάταξη ενός δημοσιεύματος ως δυσφημιστικού είναι η εντύπωση που προκαλεί στο μέσο πολίτη (Ατταλίδης v. Ροδούλη (2004) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1690).

Στο σημείο αυτό θεωρούμε σκόπιμο να παραθέσουμε το σκεπτικό της πρωτοδίκου Δικαστή, επί του περιεχομένου του δημοσιεύματος, αφού οι εφεσείοντες δεν αρνούνται ότι το σχετικό δημοσίευμα έγινε και είχε ως επίκεντρο τον Κονιώτη.

«Το επίδικο δημοσίευμα είναι πέρα από προφανές ότι είναι δυσφημιστικό. Αποδίδει στον ενάγοντα ανάρμοστη συμπεριφορά, εγκλήματα όπως συνέργεια μετά τη διάπραξη ποινικού αδικήματος, παραμέληση υπηρεσιακού καθήκοντος. Τον χρεώνει για συγκάλυψη και ανοχή ποινικών αδικημάτων που διαπράχθηκαν εις βάρος των εναγομένων 2 και 3. Του καταλογίζει κατάχρηση εξουσίας, αυθαιρεσία, παράβαση συνταγματικών διατάξεων και τον παρουσιάζει να εμφορείται από ευτελή, εκδικητικά κίνητρα έναντι των εναγομένων 2 και 3.»

Διαβάζοντας το συγκεκριμένο κείμενο του δημοσιεύματος και ειδικότερα τις πιο κάτω παραγράφους, δεν έχουμε παρά να συμφωνήσουμε απολύτως με το συμπέρασμα του πρωτόδικου δικαστηρίου.

           

«Πόση αυθαιρεσία, ω Αστυνόμε!

ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΝ ΝΑ ΣΥΓΚΑΛΥΨΟΥΝ ΑΔΙΚΗΜΑ ΕΠΙΘΕΣΗΣ ΚΑΙ ΕΞΥΒΡΙΣΗΣ

Η εφημερίδα μας καταγγέλλει δημοσίως τα αστυνομικά όργανα της Διεύθυνσης Πάφου και τον προϊστάμενο της Σπύρο Κονιώτη, οι οποίοι με πρωτοφανή προκλητικό και απροκάλυπτο τρόπο, καταπατούν ανθρώπινα δικαιώματα, Σύνταγμα και Θεσμούς.

Καταγγέλλουμε την Αστυνομία Πάφου η οποία με ενορχηστρωμένη, πλην όμως άτσαλη προσπάθεια, επιχειρεί να συγκαλύψει το αδίκημα της επίθεσης και εξύβρισης, που δέκτηκε η Διευθύντρια της εφημερίδας μας Πάμελα Σακαδάκη, από άτομο το οποίο δηλώνει «ποντιακής καταγωγής» και περιέργως εργοδοτείται ως ΤΡΟΧΟΝΟΜΟΣ για λογαριασμό του δήμου Πάφου.

[*1703]Η σπουδή, με την οποία η αστυνομία Πάφου ενήργησε, είναι πρωτοφανής και απαιτούμε από κάθε αρμόδιο πολιτειακό όργανο και από κάθε πολιτικό πρόσωπο με ευαισθησία, να αντιδράσει.

Σύμφωνα με την γνωμάτευση του Νομικού μας Συμβούλου τα Αστυνομικά Όργανα ενεργώντας με αυτόν τον τρόπο καταπάτησαν τις διατάξεις του Αρθρου 11 του Συντάγματος, τους Δικαστικούς Κανόνες και τις Αστυνομικές Διατάξεις.

ΚΑΤΑΓΓΕΛΛΟΥΜΕ λοιπόν προς την Κυπριακή κοινωνία, προς την πολιτεία και προς τον πολιτικό κόσμο ότι τα αστυνομικά όργανα της Αστυνομικής Διεύθυνσης Πάφου θεωρούν την αστυνομία Πάφου αμπελοχώραφο τους και γράφοντας στα παλαιά τους υποδήματα Σύνταγμα, Νόμο και Θεσμούς ενεργούν κατά το δοκούν και προς ικανοποίηση των προσωπικών τους παθών.

..............................................................................................................

Καταγγέλλουμε επίσης ότι η αστυνομία Πάφου λειτουργώντας στα πλαίσια της λογικής «με ένα σπάρο δύο τρυγόνια», βρήκε την ευκαιρία, με τρόπο ο οποίος συνειρμικά μας οδηγεί στην εποχή του «ζαφτιέ», να «εκτονώσει τα απωθημένα της» εναντίον της εφημερίδας μας. Διότι η εφημερίδα μας τολμά και ερευνά και δημοσιοποιεί τις ανομίες της Αστυνομίας Πάφου.

..............................................................................................................

Η αστυνομία όμως βρήκε ευκαιρία να ...... συνετίσει την Πάμελα Σακαδάκη και τον ιδιοκτήτη της εφημερίδας μας Δημήτρη Μαραγκό με τον εξής τρόπο: Στη Πάμελα Σακαδάκη απηύθυναν κατηγορία ότι παρεμπόδισε το έργο αστυνομικού οργάνου (δηλαδή τον Ανεστιάδη!!!), τον δε Δημήτρη Μαραγκό του τηλεφώνησαν αστυνομικοί να μεταβεί στην αστυνομία, για κάτι για το οποίο δήθεν τον ήθελαν και αφού τον εξαπάτησαν, τον οδήγησαν στον αστυνομικό σταθμό, όπου του κοινοποίησαν ότι συλλαμβάνεται δυνάμει δικαστικού εντάλματος».

Ως προς το επιχείρημα ότι πρόκειται περί προβολής γεγονότων, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η παράθεση του ιστορικού του επεισοδίου μεταξύ Σακαδάκη-Ανεστιάδη-Μαραγκού, διανθισμένη με επίθετα που αποδίδουν διάπραξη ποινικών αδικημάτων, πόρρω απέχει από την εξιστόρηση γεγονότων, ούτε αποτελούν σχόλιο (Ετ. Δημοσιογρ. Χ.Λ.Σ. Λτδ κ.ά. v. Φιλίππου (Φαλκονέττι) (1998) 1(Β) Α.Α.Δ. 958).

[*1704]Ούτε μπορεί με οποιοδήποτε τρόπο και αν διαβαστεί το συγκεκριμένο δημοσίευμα να θεωρηθεί ότι στόχευε στη διατύπωση ευλόγου σχολίου. Είναι εύλογη η παρατήρηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι οι εφεσείοντες είχαν «έκδηλη εμπάθεια» έναντι του Κονιώτη. Τούτο μπορεί να διαφανεί και από το ίδιο το κείμενο.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόσωπα που ασκούν εξουσία, από οποιοδήποτε πόστο, όπως ένας αστυνομικός διευθυντής, ή είναι δημόσια πρόσωπα, πρέπει να είναι ανεκτικά σε κριτική. Η σπίλωση όμως της υπόληψής τους, όπως στην προκείμενη περίπτωση αποφάσισε το πρωτόδικο δικαστήριο, ότι μέσα από το κείμενο του δημοσιεύματος  αφέθηκε να νοηθεί ότι διέπραξε ο Κονιώτης ποινικά αδικήματα, ξεφεύγει του εντίμου σχολίου, ή της προβολής θέματος δημοσίου ενδιαφέροντος. Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει για την ελευθερία του τύπου που πρόβαλε ο συνήγορος, κάνοντας αναφορά στη δημοσιογραφική ιδιότητα των εφεσειόντων. Θα λέγαμε από την αρχή ότι η ευθύνη των δημοσιογράφων ως διαμορφωτών της κοινής γνώμης, είναι μεγάλη, αφού κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη δύναμη των μέσων ενημέρωσης. Έχουν καθήκον πρωτίστως να παραθέτουν αληθή γεγονότα, χωρίς χαρακτηρισμούς που σκοπό έχουν την δυσφήμιση τρίτων προσώπων. Από το ίδιο το κείμενο, καταφαίνεται η ελλιπής εκτέλεση από τους εφεσείοντες του εν λόγω καθήκοντος.

Με γνώμονα τα πιο πάνω θεωρούμε ορθή την απόρριψη πρωτοδίκως των προβληθέντων, από τους εφεσείοντες, υπερασπίσεων και τους λόγους έφεσης 1 και 3 αβάσιμους.

Έγινε από τον συνήγορο μια ευρεία αναφορά στη μαρτυρία, ιδιαιτέρως στην αξιολόγηση στην οποία προέβη το πρωτόδικο Δικαστήριο, σε σχέση με την ποιότητα και τον τρόπο συμπεριφοράς του Κονιώτη και των άλλων, εναντίον των εφεσειόντων. Ιδιαιτέρως, γίνεται αναφορά στους 4ο και 6ο λόγους έφεσης, σε λάνθασμένη αξιολόγηση των γεγονότων. Δεν βρίσκουμε να έχει οποιονδήποτε έρεισμα αυτή η εισήγηση των εφεσειόντων ούτε το γενικό παράπονο για την αξιοπιστία που πραγματεύεται ο 12ος λόγος έφεσης. Μπορεί το Δικαστήριο να έχει ασχοληθεί αποσπασματικά με την προσαχθείσα μαρτυρία και η αξιολόγηση να γίνεται σε μια όχι ενιαία μορφή, πλην όμως δεν διαπιστώνουμε οποιονδήποτε λόγο επέμβασης στα ευρήματα του Δικαστηρίου επί των γεγονότων.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξήγησε επαρκώς, γιατί θεώρησε τον Κονιώτη αξιόπιστο μάρτυρα. Η αναφορά στον Α. Πενταρά σε σχέση με τα λεχθέντα από τον Ι. Δολόρο, έχουν καταγραφεί με σαφή[*1705]νεια, αντιπαραβαλλόμενα με τα λεχθέντα από Μαραγκό και Σακαδάκη. Σε σχέση με τους τελευταίους, έκρινε ότι έτρεφαν εμπάθεια εναντίον του Κονιώτη, σε βαθμό που χαρακτήρισε ότι η μαρτυρία τους δόθηκε με αρκετή δόση υπερβολής και ότι μεγαλοποιούσαν τα γεγονότα. Έκρινε, με ορθό κατά την άποψη μας τρόπο, και τη μαρτυρία του Ανεστιάδη, τη μαρτυρία του οποίου δεν δέχτηκε.

Δόθηκε έμφαση με τον 5ο λόγο έφεσης ότι το Δικαστήριο υποβάθμισε τα τραύματα που επέφερε ο Ανεστιάδης στη Σακαδάκη. Η εισήγηση αυτή δεν έχει έρεισμα γιατί τα ευρήματα του Δικαστηρίου στηρίχθηκαν στην ιατρική μαρτυρία η οποία κατατέθηκε και η οποία έγινε αποδεκτή. Ο γιατρός Φ. Κωνσταντινίδης, διευθυντής των Πρώτων Βοηθειών στο Νοσοκομείο Πάφου, στη μαρτυρία του είπε ότι η Σακαδάκη «ανέφερε» για κακώσεις στη κεφαλή, ενώ ο ίδιος εντόπισε μόνο εκδορές στον καρπό. Συνεπώς δεν υπάρχει αντίφαση που να δικαιολογεί την εισήγηση των εφεσειόντων.

Έγινε ιδιαίτερη μνεία από το συνήγορο με τον 7ο λόγο έφεσης, ότι το Δικαστήριο είχε αποδεχθεί τη μαρτυρία της Ντόρας Χριστοδούλου χωρίς αυτή να δώσει τη μαρτυρία της κάτω από όρκο.  Η εισήγηση αυτή δεν έχει έρεισμα, αφού εξετάζοντας το πρακτικό του Δικαστηρίου, που αποτελεί το μόνο αυθεντικό κείμενο, διαπιστώσαμε ότι υπάρχει η συντομογραφία «ο/λ» που υποδηλοί, ορκίζεται και λέγει.

Παραπονούνται οι εφεσείοντες με τον 9ο λόγο έφεσης ότι κακώς το Δικαστήριο κατέληξε σε εύρημα ότι η κράτηση του Μαραγκού δεν ήταν παράνομη. Το επιχείρημα αυτό δεν μπορεί να προωθηθεί περαιτέρω αφού, όπως διαπιστώνει το πρωτόδικο Δικαστήριο, ο συγκεκριμένος εφεσείων κρατήθηκε στον Αστυνομικό Σταθμό κατά τη διάρκεια της νύκτας μετά από την έκδοση δικαστικού εντάλματος σύλληψης. Η νομιμότητα του εντάλματος αυτού δεν έχει αμφισβητηθεί.

Θεωρούν οι εφεσείοντες με τον 8ο λόγο έφεσης, ως πολύ ψηλό το ποσό της αποζημίωσης που επιδικάστηκε στον Κονιώτη για το δυσφημιστικό δημοσίευμα. Η αξιοπρέπεια εκάστου ατόμου και η υποχρέωση να μην πλήττεται, είναι βασικά στοιχεία μιας υγιούς κοινωνίας σε βαθμό που, όταν και εφόσον, αυτά παραβιάζονται, το Δικαστήριο έχει υποχρέωση να επιδικάσει αποζημιώσεις. Το ποσό των £6.000,00 που επιδικάστηκε στην υπόθεση Αρκτίνος v. Στέλικος (2004) 1(Β) Α.Α.Δ. 949 θεωρήθηκε ικανοποιητικό, λόγω της φύσης και έκτασης  της προσβολής της υπόληψης του τότε εφεσίβλητου, ως αξιωματικού της Αστυνομίας. Δεν βρίσκουμε ότι το [*1706]ποσό των £8.000,00 που έχει επιδικαστεί, στην προκείμενη περίπτωση, λαμβανομένων υπόψη των περιστατικών της υπόθεσης  με οποιονδήποτε τρόπο, υπερβολικό.

Στα πλαίσια της πρωτόδικης απόφασης το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αν ήθελε αποδειχθεί ότι η κράτηση του Μαραγκού, ήταν παράνομη, θα έπρεπε να του επιδικάσει το ποσό των £2.000. Ούτε και εδώ βρίσκουμε ότι υπάρχει οποιοδήποτε περιθώριο επέμβασης και θεωρούμε ότι το ποσό θα ήταν ικανοποιητικό.  Συνεπώς και ο 9ος λόγος έφεσης δεν έχει έρεισμα.

Η επιδίκαση του ποσού των £500.- ως αποζημίωση για την επίθεση και τον τραυματισμό της Σακαδάκη, είναι πολύ χαμηλό υποστήριξαν οι εφεσείοντες, με τον 11ο λόγο έφεσης. Έχοντας υπόψη τα περιστατικά κάτω από τα οποία η υπόθεση αυτή διαδραματίστηκε και το γεγονός ότι υπήρξε μια φραστική αντιπαράθεση μεταξύ Σακαδάκη και Ανεστιάδη, αλλά ιδιαιτέρως λαμβάνοντας υπόψη και το μέγεθος του τραυματισμού της πρώτης, που δεν ήταν παρά μόνο εκδορές στον καρπό,  δεν θεωρούμε ότι δικαιολογείται οποιαδήποτε επέμβαση μας στο επιδικασθέν ποσό.

Παραπονούνται περαιτέρω οι εφεσείοντες, με τον 13ο λόγο έφεσης, για το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι οι Κονιώτης, Δήμος Πάφου και Γενικός Εισαγγελέας, δεν φέρουν οποιαδήποτε εκ προστήσεως ευθύνη τόσο για τις πράξεις του Ανεστιάδη, όσο και για την ενέργεια του Χριστοδούλου.  Από τα γεγονότα στα οποία κατέληξε το Δικαστήριο, ο Ανεστιάδης ήταν υπάλληλος της εταιρείας Group 4, Securitas (Cyprus) Ltd,  και πρόσφερνε υπηρεσίες τροχονόμου με βάση συμβατική υποχρέωση της εν λόγω εταιρείας με το Δήμο Πάφου. Ορθώς, κατά την άποψη μας, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν μπορεί να υπάρχει ευθύνη του Κονιώτη, ως Αστυνομικού Διευθυντή ή του Γενικού Εισαγγελέα εκ μέρους της Δημοκρατίας, για τις ενέργειες κάποιου τρίτου, ο οποίος δεν έχει οποιαδήποτε σχέση με τη Δημοκρατία. Ο εν λόγω Ανεστιάδης ήταν και παρέμεινε υπάλληλος της Group 4 χωρίς να είναι ούτε υπάλληλος του Δήμου Πάφου, όπως ανέφερε ο Θ. Φιλιππίδης, Δημοτικός Γραμματέας του Δήμου Πάφου, που ήταν μάρτυρας των εφεσειόντων. Συνεπώς, ορθώς το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε εκ προστήσεως ευθύνη, ούτε του Δήμου Πάφου.

Το τελευταίο θέμα για το οποίο παραπονούνται οι εφεσείοντες με βάση τις λεπτομέρειες του 14ου λόγου έφεσης, είναι η αναφορά του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε ένα απόσπασμα από απόφαση, [*1707]που εκδόθηκε στα πλαίσια έφεσης ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου για την ιδία υπόθεση. Σημειώνουμε ότι επρόκειτο για ενδιάμεση διαδικασία αμφισβήτησης εκδοθέντος απαγορευτικού διατάγματος, όπου το εφετείο προέβηκε σε ένα γενικό σχόλιο, επί της αντικειμενικότητας που πρέπει να διέπει τη μετάδοση στο κοινό ειδήσεων, χωρίς να αποφαίνεται επί της ουσίας της παρούσας υπόθεσης. Δεν υπάρχει οποιοσδήποτε προσδιορισμός, λεπτομέρειες ή επικέντρωση πώς και κάτω από ποιες συνθήκες επηρέασε το συγκεκριμένο απόσπασμα την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

Με γνώμονα τα πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται με €2.000,00 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., εάν υπάρχει, υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον των εφεσειόντων.

Η έφεση απορρίπτεται με €2.000 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., εάν υπάρχει, εναντίον των εφεσειόντων.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο