United Feeder Services Limited ν. Πλοίου "Anna Elisabeth" υπό σημαία Αυστρίας (2010) 1 ΑΑΔ 1946

(2010) 1 ΑΑΔ 1946

[*1946]17 Δεκεμβρίου, 2010

[ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]

UNITED FEEDER SERVICES LIMITED,

Ενάγοντες,

v.

ΠΛΟΙΟY “ANNA ELISABETH” ΥΠΟ ΣΗΜΑΙΑ ΑΥΣΤΡΙΑΣ,

Εναγομένων.

(Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 1/2010)

 

Ναυτοδικείο ― Αναστολή διαδικασίας ― Ύπαρξη ρήτρας για παραπομπή της επίδικης διαφοράς σε διαιτησία στο Λονδίνο ― Το θέμα της αναστολής ή μη της διαδικασίας επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ― Παράγοντες οι οποίοι λαμβάνονται υπόψη κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου ― Το βάρος απόδειξης ισχυρού λόγου που να συνηγορεί υπέρ της μη αναστολής της διαδικασίας βρίσκεται στην πλευρά του ενάγοντος.

Οι ενάγοντες καταχώρησαν αγωγή εναντίον του εναγομένου πλοίου αξιώνοντας ποσό εκ $13.297,45 ως υπολοίπου των εξόδων πλοιοκτητών που ισχυρίζονται ότι οφειλόταν από τους ιδιοκτήτες του εναγομένου πλοίου σύμφωνα με πρόνοιες ναυλοσύμφωνου χρονοναύλωσης ημερομηνίας 3.1.2006. Αξίωναν επίσης γενικές και ειδικές αποζημιώσεις για την παράβαση της ίδιας συμφωνίας, καθώς επίσης και αποζημιώσεις για προξενηθείσες προς τους ενάγοντες ζημιές λόγω μη έγκαιρης πληρωμής του ανωτέρω διεκδικούμενου ποσού.

Οι εναγόμενοι, ευθύς μετά την επίδοση σ’ αυτούς αντιγράφου του κλητηρίου εντάλματος, καταχώρησαν την υπό εξέταση αίτηση με στόχο τον παραμερισμό της επίδοσης του Κλητηρίου σε αυτούς, επειδή η επίδοση δεν έγινε εντός του χρόνου που προνοείται από τους Διαδικαστικούς Κανονισμούς, καθώς επίσης και τον παραμερισμό του Κλητηρίου για τον προβαλλόμενο λόγο ότι τα Κυπριακά Δικαστήρια στερούνται δικαιοδοσίας να εκδικάσουν την αγωγή. Η αίτηση περιείχε και διαζευκτική αξίωση για αναστολή της διαδικασίας της αγωγής, λόγω του ότι στη μεταξύ των διαδίκων συμφωνία υπήρ[*1947]χε ρήτρα για παραπομπή των διαφορών που θα προέκυπταν, σε διαιτησία στο Λονδίνο.

Στην ένορκη δήλωση η οποία υποστηρίζει την αίτηση των εναγομένων, γίνεται αναφορά στα ακόλουθα θέματα:

1.  Στον Κανονισμό 15 των Κανονισμών Ναυτοδικείου σε σχέση με την επίδοση του Κλητηρίου.

2.  Στην ανυπαρξία οποιουδήποτε στοιχείου το οποίο να συνδέει την Κύπρο με την προκύψασα διαφορά, πέραν από το γεγονός ότι το εναγόμενο πλοίο βρίσκεται στην Κύπρο.

3.  Στην ύπαρξη ρητής πρόνοιας στον όρο 68 σύμφωνα με τον οποίο η συμφωνία διέπεται από το Αγγλικό δίκαιο, και οποιαδήποτε διαφορά προκύπτει από ή συνδέεται με τη συμφωνία θα παραπέμπεται σε διαιτησία στο Λονδίνο, σύμφωνα με τις πρόνοιες του London Maritime Arbitration Association. Γι’ αυτό, η διαδικασία στην παρούσα αγωγή θα πρέπει να ανασταλεί.

Στην ένορκη δήλωση η οποία έγινε από πλευράς των εναγόντων, γίνεται αναφορά στα ακόλουθα θέματα:

1.  Στη δυνατότητα να θεραπευθεί η μη έγκαιρη επίδοση του κλητηρίου.

2.  Στην απουσία από πλευράς των εναγομένων παροχής οποιασδήποτε εξασφάλισης προς ικανοποίηση απόφασης διαιτησίας σε περίπτωση που η διαφορά ήθελε παραπεμφθεί σε διαιτησία.

3.  Στην ανυπαρξία οποιασδήποτε σχέσης της παρούσας υπόθεσης με την Αγγλία.

4.  Στο ενδεχόμενο ότι η τυχόν παραπομπή σε διαιτησία στο Λονδίνο θα είναι χρονοβόρα και πολυέξοδη, ενώ οι εναγόμενοι, οι οποίοι φαίνεται ότι αντιμετωπίζουν οικονομική δυσπραγία, αποσκοπούν μόνο στο να κερδίσουν χρόνο.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Οι βασικές αρχές τις οποίες εφαρμόζει το Δικαστήριο ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια να διατάξει αναστολή της διαδικασίας λόγω ρήτρας διαιτησίας, υπαγορεύουν ότι σε γενικές γραμμές η διακριτική εξουσία πρέπει να ασκείται υπέρ της απόδοσης αναστολής, εκτός εάν καταδεικνύεται ισχυρός λόγος περί του ενα[*1948]ντίον, και το βάρος απόδειξης ενός τέτοιου λόγου, εναποτίθεται στους ώμους του ενάγοντα.

2.  Οι προϋποθέσεις οι οποίες πρέπει να ικανοποιούνται για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου να διατάξει αναστολή διαδικασίας με βάση το Άρθρο 4(1) του Αγγλικού Arbitration Act 1950, όπως αυτές εκτίθενται στο σύγγραμμα Russell on Arbitration, 19th Edition, page 175, έχουν ως εξής:

1.  Ύπαρξη έγκυρης συμφωνίας για παραπομπή της διαφοράς σε διαιτησία.

2.  Έναρξη διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου.

3.  Έναρξη δικαστικής διαδικασίας από συμβαλλόμενο στη σύμβαση διαιτησίας ή από πρόσωπο που αξιώνει μέσω ή κάτω από αυτό εναντίον του αντισυμβαλλομένου ή εναντίον προσώπου που αξιώνει μέσω ή κάτω από αυτό.

4.  Η δικαστική διαδικασία να είναι αναφορικά με διαφορά που συμφωνήθηκε να παραπεμφθεί.

5.  Η αίτηση για αναστολή να γίνεται από διάδικο στη δικαστική διαδικασία.

6.  Υποβολή της αίτησης μετά την καταχώριση εμφάνισης και πριν την ανταλλαγή εγγράφων προτάσεων ή τη λήψη οποιουδήποτε άλλου διαβήματος στη διαδικασία.

7.  Ο αιτητής να είναι έτοιμος και πρόθυμος να πράξει όλα τα αναγκαία για τη δέουσα διεξαγωγή της διαιτησίας.

3.  Στην παρούσα περίπτωση ικανοποιούνται όλες οι προαναφερθείσες τυπικής φύσεως προϋποθέσεις.

4.  Οι ενάγοντες δεν κατάφεραν να αποσείσουν το βάρος το οποίο είχαν να αποδείξουν ισχυρό λόγο που να συνηγορεί υπέρ της μη αναστολής της διαδικασίας. Οι ισχυρισμοί τους οποίους προέβαλαν ήταν γενικοί και δεν ενέπιπταν στο πλαίσιο των αναγνωρισμένων παραγόντων. Η κακή οικονομική κατάσταση των πλοιοκτητών, την οποία οι ενάγοντες επικαλούνται, δεν συνιστά αφ’  εαυτής λόγο άρνησης παραχώρησης της αναστολής.

5. Δεν έχει τεκμηριωθεί κανένας λόγος ο οποίος να συνηγορεί υπέρ [*1949]της μη εφαρμογής του όρου της συμφωνίας μεταξύ των διαδίκων για παραπομπή της διαφοράς τους σε διαιτησία.

Η αίτηση έγινε δεκτή. Τα έξοδα της αγωγής, περιλαμβανομένων των ενδιάμεσων αιτήσεων, επιδικάσθηκαν υπέρ των εναγομένων, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Cyprus Phassouri Plantations Co. Ltd. v. Adriatica di Navigazione S.P.A. (1985) 1 C.L.R. 290,

Economides v. M/V “Cometa–23” a.o. (1986) 1 C.L.R. 443,

The Elephtheria [1969] 2 All E.R. 641,

Bulfracht v. Third World Steel Company Ltd (1993) 1 Α.Α.Δ. 148,

Smith v. Pearl Assurance [1939] 1 All E.R. 95.

Aίτηση.

Γ. Τριλλίδης για Π. Σαρρή, για τους Εναγομένους-Αιτητές.

T. Παπαμιχαλόπουλος για Γ. Οικονομίδη, για τους Ενάγοντες-Καθ’ ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Η αγωγή την οποία καταχώρησαν οι ενάγοντες εναντίον του εναγομένου πλοίου αναφέρεται σε διεκδίκηση ποσού εκ $13.297,45 ως υπολοίπου των εξόδων πλοιοκτητών που ισχυρίζονται ότι οφειλόταν από τους ιδιοκτήτες του εναγομένου πλοίου σύμφωνα με πρόνοιες ναυλοσύμφωνου χρονοναύλωσης ημερομηνίας 3.1.2006. Διεκδικούνται επίσης γενικές και ειδικές αποζημιώσεις για την παράβαση της ίδιας συμφωνίας, καθώς επίσης και αποζημιώσεις για προξενηθείσες προς τους ενάγοντες ζημιές λόγω μη έγκαιρης πληρωμής του ανωτέρω διεκδικούμενου ποσού.

Ευθύς μετά την επίδοση σ’ αυτούς αντιγράφου του κλητηρίου εντάλματος, οι εναγόμενοι καταχώρησαν την παρούσα αίτηση, με [*1950]την οποία επιδιώκουν τον παραμερισμό της επίδοσης του Κλητηρίου στους ίδιους, επειδή η επίδοση δεν έγινε εντός του χρόνου που προνοείται από τους Διαδικαστικούς Κανονισμούς, καθώς επίσης και τον παραμερισμό του Κλητηρίου για τον προβαλλόμενο λόγο ότι τα Κυπριακά Δικαστήρια στερούνται δικαιοδοσίας να εκδικάσουν την αγωγή. Διαζευκτικά, οι εναγόμενοι, σε περίπτωση κατά την οποία διαγνωσθεί η ύπαρξη δικαιοδοσίας, ζητούν όπως το Δικαστήριο αναστείλει την όλη διαδικασία στην αγωγή, λόγω του ότι στη μεταξύ των διαδίκων συμφωνία υπήρχε δεσμευτική ρήτρα για παραπομπή των διαφορών που θα προέκυπταν σε διαιτησία στο Λονδίνο.

Κατά την ακρόαση της αίτησης των εναγομένων ο συνήγορός τους απέσυρε τη δεύτερη θεραπεία η οποία επιζητείτο για παραμερισμό της αγωγής λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας των Κυπριακών Δικαστηρίων αφού αναγνώρισε, και ορθά βέβαια, ότι η ύπαρξη του εναγόμενου πλοίου στην Κύπρο παρέχει το έδαφος για ενάσκηση δικαιοδοσίας από το Κυπριακό Δικαστήριο.

Σημειώνω επίσης ότι ως προς το θέμα του εκπρόθεσμου της επίδοσης του Κλητηρίου στους εναγόμενους, οι εναγόμενοι καταχώρησαν στις 11.11.2010 αίτηση με την οποία επιζητούν την σύντμηση του χρόνου επίδοσης από 20 ημέρες πριν την ημερομηνία που ορίζεται στο Κλητήριο για εμφάνιση, όπως προβλέπεται στον περί του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Ναυτοδικείου) Διαδικαστικό Κανονισμό, σε έξι ημέρες πριν την ημερομηνία εκείνη. Η μεταγενέστερη της παρούσας αυτή αίτηση, εκκρεμεί και δεν ορίστηκε ακόμα για ακρόαση.

Η ένορκη δήλωση η οποία υποστηρίζει την υπό εξέταση αίτηση των εναγομένων, έγινε από τη δικηγόρο Αντιγόνη Φακοντή.

Σ’ αυτήν επισημαίνονται συνοπτικά, τα ακόλουθα σημεία:

1.  Βάσει του Κανονισμού 15 των Κανονισμών Ναυτοδικείου, το Κλητήριο θα έπρεπε να είχε επιδοθεί τουλάχιστο 20 ημέρες πριν την ημερομηνία ορισμού· ήτοι πριν από την 2α Μαρτίου 2010. Παράτυπα όμως επιδόθηκε στο εναγόμενο πλοίο στις 24.2.2010 και, επομένως, η επίδοση υπόκειται σε ακύρωση.

2.  Πέραν του γεγονότος ότι το εναγόμενο πλοίο βρίσκεται στην Κύπρο, κανένα άλλο στοιχείο δεν συνδέει την Κύπρο με την προκύψασα διαφορά.

[*1951]3.        Στη μεταξύ των διαδίκων συμφωνία υπάρχει ρητή πρόνοια στον όρο 68, σύμφωνα με τον οποίο η συμφωνία διέπεται από το Αγγλικό δίκαιο, και οποιαδήποτε διαφορά προκύπτει από ή συνδέεται με τη συμφωνία θα παραπέμπεται σε διαιτησία στο Λονδίνο, σύμφωνα με τις πρόνοιες του London Maritime Arbitration Association. Γι’ αυτό, η διαδικασία στην παρούσα αγωγή θα πρέπει να ανασταλεί.

Με την ένορκη δήλωση του κ. Π. Αμηρά, ο οποίος βρίσκεται στην υπηρεσία εταιρείας η οποία διαχειρίζεται τις υποθέσεις των εναγόντων στην Κύπρο, αφού επεξηγείται πως προέκυψε το διεκδικούμενο με την αγωγή κατ’ ισχυρισμό χρέος, επισημαίνονται και τα ακόλουθα:

1.  Ότι η παρατυπία της μη έγκαιρης επίδοσης του κλητηρίου μπορεί να θεραπευθεί μετά από αίτηση των εναγόντων.

2.  Ότι πουθενά στην ένορκο δήλωση προς υποστήριξη της αίτησης, οι εναγόμενοι προσφέρονται να παράσχουν οποιαδήποτε εξασφάλιση προς ικανοποίηση απόφασης διαιτησίας σε περίπτωση που η διαφορά ήθελε παραπεμφθεί σε διαιτησία.

3.  Η παρούσα υπόθεση καμιά σχέση δεν έχει με την Αγγλία, ενώ όλα τα αποδεικτικά έγγραφα και η μαρτυρία βρίσκονται εκτός Αγγλίας.

4.  Η τυχόν παραπομπή σε διαιτησία στο Λονδίνο θα είναι χρονοβόρα και πολυέξοδη, ενώ οι εναγόμενοι, οι οποίοι φαίνεται ότι αντιμετωπίζουν οικονομική δυσπραγία, αποσκοπούν μόνο στο να κερδίσουν χρόνο.

Όπως έχω προαναφέρει, η θεραπεία της διαγραφής της αγωγής λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας των Κυπριακών Δικαστηρίων έχει εγκαταλειφθεί. Θα ασχοληθώ κατά προτεραιότητα με τη θεραπεία με την οποία επιζητείται αναστολή της διαδικασίας λόγω ρήτρας διαιτησίας.

Η ύπαρξη ρήτρας περί παραπομπής των διαφορών σε διαιτησία στην Αγγλία και η σημασία της.

Η ύπαρξη ρήτρας ξένης διαιτησίας στη μεταξύ των διαδίκων συμφωνία δεν αμφισβητείται, το κείμενο δε του σχετικού όρου στο οποίο η ρήτρα περιέχεται έχει ως ακολούθως:

[*1952]Clause 68.  BIMCO Law and Arbitration Clause

This Contract shall be governed by and construed in accordance with English Law and any dispute arising out of or in connection with this contract shall be referred to arbitration in London in accordance with the Arbitration Act 1996 or any statutory modification or re-enactment thereof save to the extent necessary to give effect to the provisions of this Clause.

The arbitration shall be conducted in accordance with the London Maritime Arbitrators Association (LMAA) terms current at the time when the arbitration proceedings are commenced.

Η έκδοση διατάγματος αναστολής δικαστικής διαδικασίας λόγω ύπαρξης ρήτρας διαιτησίας επαφίεται στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου. Όπως δε έχει επανειλημμένα νομολογηθεί, αυτή η διακριτική ευχέρεια ασκείται κατά τον ίδιο τρόπο με τον οποίο ασκείται στην περίπτωση αναστολής λόγω ύπαρξης ρήτρας ξένης δικαιοδοσίας. (Cyprus Phassouri Plantations Co. Ltd. v. Adriatica di Navigazione S.P.A. (1985) 1 C.L.R. 290, Economides v. M/V “Cometa–23” a.o. (1986) 1 C.L.R. 443).

Οι βασικές αρχές τις οποίες εφαρμόζει το Δικαστήριο ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια είχαν αρχικά εκτεθεί στην Αγγλική απόφαση στην υπόθεση The Elephtheria [1969] 2 All E.R. 641 και υιοθετήθηκαν και από το Κυπριακό Ναυτοδικείο. Οι αρχές εκείνες υπαγορεύουν ότι σε γενικές γραμμές η διακριτική εξουσία πρέπει να ασκείται υπέρ της απόδοσης αναστολής, εκτός εάν καταδεικνύεται ισχυρός λόγος περί του εναντίον, και το βάρος απόδειξης ενός τέτοιου λόγου, εναποτίθεται στους ώμους του ενάγοντα. Το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του όλα τα περιστατικά της συγκεκριμένης υπόθεσης μεταξύ των οποίων είναι:

α. Σε ποια χώρα ευρίσκεται ή είναι ευχερώς διαθέσιμη η μαρτυρία επί των επίδικων γεγονότων.

β. Ποια η επίδραση του ανωτέρω παράγοντα στο θέμα της ευχερέστερης και λιγότερο δαπανηρής δίκης μεταξύ Αγγλικού και ξένων Δικαστηρίων.

γ. Κατά πόσο εφαρμόζεται στη διαφορά δίκαιο του αλλοδαπού Δικαστηρίου και αν ναι, κατά πόσο αυτό διαφέρει ουσιωδώς από το Αγγλικό δίκαιο.

δ. Με ποια χώρα συνδέεται έκαστος των διαδίκων και πόσο στενά.

[*1953]ε. Κατά πόσο οι εναγόμενοι ειλικρινά επιθυμούν δίκη σε ξένη χώρα· ή αντίθετα επιδιώκουν δικονομικά πλεονεκτήματα.

στ. Κατά πόσο ο ενάγοντας θα επηρεαστεί δυσμενώς λόγω του ότι θα πρέπει να κινήσει διαδικασία στο αλλοδαπό δικαστήριο επειδή:

   (i) θα αποστερηθεί εξασφάλισης για την απαίτησή του, ή

  (ii) δεν θα μπορεί να εκτελέσει οποιαδήποτε απόφαση υπέρ του, ή

 (iii) θα αντιμετωπίσει χρονική παραγραφή η οποία δεν εφαρμόζεται στην Αγγλία, ή

(iv) για πολιτικούς, φυλετικούς ή θρησκευτικούς λόγους, θα είναι απίθανο να τύχει δίκαιης δίκης.

Στην υπόθεση Bulfracht v. Third World Steel Company Ltd (1993) 1 Α.Α.Δ. 148, το Ανώτατο Δικαστήριο αναφέρθηκε στις προϋποθέσεις οι οποίες πρέπει να ικανοποιούνται για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου να διατάξει αναστολή διαδικασίας με βάση το Αρθρο 4(1) του Αγγλικού Arbitration Act 1950, όπως αυτές εκτίθενται στο σύγγραμμα Russell on Arbitration, 19th Edition, page 175, και έχουν ως εξής:

1.  Ύπαρξη έγκυρης συμφωνίας για παραπομπή της διαφοράς σε διαιτησία.

2.  Έναρξη διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου.

3.  Έναρξη δικαστικής διαδικασίας από συμβαλλόμενο στη σύμβαση διαιτησίας ή από πρόσωπο που αξιώνει μέσω ή κάτω από αυτό εναντίον του αντισυμβαλλομένου ή εναντίον προσώπου που αξιώνει μέσω ή κάτω από αυτό.

4.  Η δικαστική διαδικασία να είναι αναφορικά με διαφορά που συμφωνήθηκε να παραπεμφθεί.

5.  Η αίτηση για αναστολή να γίνεται από διάδικο στη δικαστική διαδικασία.

6.  Υποβολή της αίτησης μετά την καταχώριση εμφάνισης και πριν την ανταλλαγή εγγράφων προτάσεων ή τη λήψη οποιουδήποτε άλλου διαβήματος στη διαδικασία.

7.  Ο αιτητής να είναι έτοιμος και πρόθυμος να πράξει όλα τα [*1954]αναγκαία για τη δέουσα διεξαγωγή της διαιτησίας.

Όπως είναι φανερό, στην παρούσα περίπτωση, ικανοποιούνται όλες οι πιο πάνω τυπικής φύσεως προϋποθέσεις.

Αναφορικά με τους προαναφερθέντες παράγοντες, οι οποίοι επίσης λαμβάνονται υπόψη κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, παρατηρώ τα εξής:

Οι ενάγοντες, οι οποίοι όπως έχει λεχθεί, έχουν το βάρος απόδειξης ισχυρού λόγου που να συνηγορεί υπέρ της μη αναστολής της διαδικασίας, δεν κατάφεραν να το αποσείσουν. Αυτό δε είναι απόρροια του γεγονότος ότι σχετικά με κάποιους από τους παράγοντες τούτους, οι ισχυρισμοί τους είναι αόριστοι και γενικοί, ενώ με κάποιους άλλους παράγοντες δεν ασχολούνται καθόλου. Έτσι, για παράδειγμα, εγείρουν ένα ισχυρισμό ότι οι περισσότεροι, αν όχι όλοι οι μάρτυρες των εναγόντων, καθώς και οποιαδήποτε αναγκαία έγγραφα ευρίσκονται στην Κύπρο ή εκτός Αγγλίας. Όμως δεν εξηγούν πόσοι και ποιοι είναι αυτοί οι μάρτυρες και ποια τα έγγραφα ή τι αφορούν. Ο ισχυρισμός τους ότι οι εναγόμενοι δεν προσφέρονται να παράσχουν οποιαδήποτε εξασφάλιση σε περίπτωση παραπομπής της διαφοράς σε διαιτησία, δεν βρίσκει έρεισμα από πουθενά, ώστε να θεωρείται ως ένας από τους αναγνωρισμένους παράγοντες. Η κακή οικονομική κατάσταση των πλοιοκτητών, την οποία οι ενάγοντες επικαλούνται, δεν συνιστά αφ’ εαυτής λόγο άρνησης παραχώρησης της αναστολής. (Smith v. Pearl Assurance [1939] 1 All E.R. 95).

Αναφορικά με τον ισχυρισμό τους ότι η τυχόν παραπομπή της διαφοράς σε διαιτησία στο Λονδίνο θα είναι χρονοβόρα και δαπανηρή, υπενθυμίζεται κατ’ αρχάς ότι οι ενάγοντες θα πρέπει να είχαν επίγνωση αυτού του παράγοντα, όταν συμφωνούσαν στον όρο 68, ο οποίος δεσμευτικά προνοούσε περί Αγγλικής Διαιτησίας. Εν πάση δε περιπτώσει, στοιχεία τα οποία παρέσχαν οι εναγόμενοι σχετικά με το κόστος διεξαγωγής διαιτησίας για ποσό της τάξης εκείνου που διεκδικείται στην αγωγή, αυτό δεν φαίνεται να είναι αποτρεπτικό.

Γενικά, θα πρέπει να παρατηρήσω ότι δεν έχω διακρίνει κανένα λόγο ο οποίος να συνηγορεί υπέρ της μη εφαρμογής του όρου της συμφωνίας μεταξύ των διαδίκων για παραπομπή της διαφοράς τους σε διαιτησία.

Επομένως, η έκδοση διατάγματος αναστολής καθίσταται ανα[*1955]πόφευκτη. Καθίσταται δε αχρείαστη η ενασχόληση με την άλλη θεραπεία η οποία σχετίζεται με το θέμα της παράτυπης επίδοσης του κλητηρίου και, περαιτέρω, καθίσταται άνευ αντικειμένου η αίτηση ημερομηνίας 11.11.2010 των εναγόντων για σύντμηση του χρόνου επίδοσης του Κλητηρίου.

Διατάσσεται η αναστολή κάθε διαδικασίας στην παρούσα αγωγή λόγω της ύπαρξης δεσμευτικής ρήτρας ξένης διαιτησίας.

Όλα τα έξοδα της αγωγής, περιλαμβανομένων των ενδιάμεσων αιτήσεων, επιδικάζονται υπέρ των εναγομένων, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

Η αίτηση γίνεται δεκτή. Τα έξοδα της αγωγής, περιλαμβανομένων των ενδιάμεσων αιτήσεων, επιδικάζονται υπέρ των εναγομένων, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο