Uthajenthiran Shanmukan (Aρ. 1) (2011) 1 ΑΑΔ 13

(2011) 1 ΑΑΔ 13

[*13]18 Ιανουαρίου, 2011

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ

SHANMUKAN UTHAJENTHIRAN (AP. 1)

ΕΘΝΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΑΜΙΛ ΥΠΗΚΟΟΥ ΣΡΙ-ΛΑΝΚΑΣ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ

ΦΥΣΗΣ HABEAS CORPUS,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 15 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2008/115/ΕΚ

ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 16ης ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ

ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ

ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ.

ΤΑ ΑΡΘΡΑ 5 ΚΑΙ 6 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11, 30, 34 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ

1.     ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

2.     ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ,

3.     ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

4.     ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜ. ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

        ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ.

(Πολιτική Αίτηση αρ. 152/2010)

 

 

Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Αίτηση για έκδοση εντάλματος Habeas Corpus για απελευθέρωση του αιτητή ο οποίος εκρατείτο για σκοπούς απέλασης, κηρυχθείς ως απαγορευμένος μετανά[*14]στης ― Κατά πόσο η κράτηση του αιτητή, ο οποίος δεν αμφισβήτησε με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, την νομιμότητα των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, ήταν παράνομη ενόψει των διατάξεων του Άρθρου 15 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών ― Κατά πόσο ο αιτητής θεωρείτο ως «παρανόμως διαμένων» στην Κυπριακή Δημοκρατία για σκοπούς εφαρμογής της προαναφερθείσας Οδηγίας.

Ο αιτητής, ο οποίος κατάγεται από τη Σρι Λάνκα και ήλθε στην Κύπρο στις 15.6.07 ως σπουδαστής με άδεια προσωρινής παραμονής, κηρύχθηκε λόγω καταδίκης του σε κατηγορία συνωμοσίας προς διάπραξη πλημμελήματος και πλαστοπροσωπία, ως απαγορευμένος μετανάστης με βάση τις πρόνοιες του Άρθρου 6(1)(δ) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105 και εναντίον του εκδόθηκαν διατάγματα στις 16.12.2009 κράτησης και απέλασης. Πριν την καταδίκη του και ενώ εκκρεμούσε η εναντίον του ποινική διαδικασία, υπέβαλε αίτηση για πολιτικό άσυλο η εξέταση της οποίας δεν έχει ακόμη συμπληρωθεί. Η έκδοση των προαναφερθέντων διαταγμάτων γνωστοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερ. 16.12.2009 την οποία όμως αρνήθηκε να παραλάβει όταν οι καθ’ ων η αίτηση προσπάθησαν να την επιδώσουν στον ίδιο στις Κεντρικές Φυλακές.

Ο αιτητής καταχώρησε την παρούσα αίτηση ζητώντας την άμεση απελευθέρωσή του από τις Κεντρικές Φυλακές με ένταλμα Habeas Corpus.

Ο συνήγορος του αιτητή υποστήριξε ότι η κράτηση του πελάτη του είναι παράνομη ως αντιβαίνουσα στις πρόνοιες των παραγράφων 5 και 6 του Άρθρου 15 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ και 16ης Δεκεμβρίου, 2008, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών.

Η συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση αντέταξε ότι η Οδηγία 2008/115/ΕΚ δεν τυγχάνει εν προκειμένω εφαρμογής καθότι ο αιτητής, προσωρινά τουλάχιστον, δεν θεωρείται ως «παρανόμως διαμένων» στη χώρα λόγω της αναστολής του διατάγματος της απέλασής του μέχρι τη συμπλήρωση της εξέτασης της αίτησής του για πολιτικό άσυλο. Και εφόσον η Οδηγία αφορά μόνο στις περιπτώσεις των «παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών» οι πρόνοιές της δεν εφαρμόζονται στην υπό κρίση υπόθεση.

Το Ανώτατο Δικαστήριο σημείωσε ότι με βάση τις πρόνοιες του [*15]Άρθρου 20 της Οδηγίας, η περίοδος συμμόρφωσης των κρατών μελών με αυτή, έληξε στις 24.12.2010, χωρίς να έχουν νομοθετικά θεσπιστεί οι απαραίτητες εναρμονιστικές διατάξεις και συνεπώς η Οδηγία να έχει άμεση εφαρμογή (direct effect) στα κράτη μέλη από 24.12.2010.

Αποφασίστηκε ότι:

Στην υπό κρίση υπόθεση δεν έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία τα οποία να επιμαρτυρούν ότι η κράτηση του αιτητή ερείδεται σε νομίμως ληφθείσα απόφαση ή διαταγή, άλλη από εκείνη που εκδόθηκε στις 16.12.2009, για σκοπούς απέλασης. Όμως, η εφαρμογή εκείνης της διαταγής δεν μπορούσε υπό τις περιστάσεις να συνεχιζόταν μετά την 24.12.2010 ενόψει των προαναφερόμενων διατάξεων της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ που έχει πλέον άμεση εφαρμογή στα κράτη μέλη. Η θέση της δικηγόρου των καθ’ ων η αίτηση ότι η κράτηση του αιτητή είναι νόμιμη ενόσω εκκρεμεί η διαδικασία εξέτασης της αίτησής του για πολιτικό άσυλο, δεν έχει έρεισμα, εφόσον δεν έχουν παρουσιαστεί οποιαδήποτε στοιχεία τα οποία βάσιμα θα μπορούσε να θεμελιώσουν τη νομιμότητα της κράτησης. Ούτε και υπήρχε οποιαδήποτε άλλη νομική βάση υποστήριξης της νομιμότητας της κράτησης.

Η αίτηση έγινε δεκτή. Εκδόθηκε διαταγή €1.000 εξόδων υπέρ του αιτητή.

Αναφερόμενη Υπόθεση:

Yπόθ. Aρ. C-358/2009 PPU, Said Shanulovich Kadzoev (Hughbarov), Eυρωπαϊκό Δικαστήριο (Tμήμα μείζονος συνθέσεως).

Aίτηση.

Μ. Παρασκευάς, για τον αιτητή.

Ι. Δημητρίου, για τους καθ’ ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Ο αιτητής ζητά την άμεση απελευθέρωσή του από τις Κεντρικές Φυλακές με ένταλμα Habeas Corpus. Κατάγεται από τη Σρι Λάνκα και ήρθε στην Κύπρο στις 15.6.07 ως σπουδαστής με άδεια προσωρινής παραμονής. Στις 14.7.09 συνελήφθη στο αεροδρόμιο Πάφου ενώ προσπαθούσε να ταξιδέψει στο εξωτερικό [*16]παρουσιάζοντας διαβατήριο άλλου προσώπου το οποίο αγόρασε. Κατηγορήθηκε για συνωμοσία προς διάπραξη πλημμελήματος και πλαστοπροσωπία. Παραδέχθηκε ενοχή στις πιο πάνω κατηγορίες και στις 12.11.2009 καταδικάστηκε σε τρίμηνη φυλάκιση από το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου στην Ποινική Yπόθεση Aρ. 1255/09. Προτού καταδικαστεί και ενώ εκκρεμούσε η εναντίον του ποινική διαδικασία, υπέβαλε αίτηση για πολιτικό άσυλο η εξέταση της οποίας δεν έχει ακόμη συμπληρωθεί. Ενόψει της καταδίκης του κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 6(1)(δ) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105 και εναντίον του εκδόθηκαν στις 16.12.2009 διατάγματα κράτησης και απέλασης. Μετά την αποφυλάκισή του στις 19.1.2010, ο αιτητής παραλήφθηκε από την Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Λευκωσίας και τέθηκε υπό κράτηση στη πτέρυγα 10 των Κεντρικών Φυλακών όπου κρατείται μέχρι σήμερα. Η έκδοση των προαναφερόμενων διαταγμάτων γνωστοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερ. 16.12.09 την οποία όμως αρνήθηκε να παραλάβει όταν οι καθ’ ων η αίτηση προσπάθησαν να την επιδώσουν στον ίδιο στις Κεντρικές Φυλακές. Οι καθ’ ων η αίτηση λέγουν ότι στα πλαίσια εξέτασης της αίτησης του αιτητή για πολιτικό άσυλο, αυτός πρόκειται να εξεταστεί σύντομα από ιατρικό συμβούλιο και είναι γι’ αυτό το λόγο που έχει ανασταλεί και δεν εκτελείται το διάταγμα απέλασης.

Παράλληλα όμως, οι καθ’ ων η αίτηση λέγουν ότι ο αιτητής κρατείται νομίμως με σκοπό την απέλασή του, δυνάμει των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης τα οποία εκδόθηκαν αρμοδίως από το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών με βάση το άρθρο 14 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105, μετά που ο αιτητής κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης χωρίς να συνδέουν τη νομιμότητα της κράτησης με την εκκρεμούσα αίτηση πολιτικού ασύλου.

Ο ευπαίδευτος δικηγόρος του αιτητή υπέβαλε ότι η κράτηση του πελάτη του είναι εν πάση περιπτώσει παράνομη, έστω και αν δεν αμφισβήτησε με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, τη νομιμότητα των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης. Εισηγήθηκε ότι η κράτηση του αιτητή είναι παράνομη ως αντιβαίνουσα τις πρόνοιες των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 15 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ και 16ης Δεκεμβρίου, 2008, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη των παρανόμων διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών. Το αντικείμενο της Οδηγίας σύμφωνα με το άρθρο 1 καθορίζεται ως εξής:

[*17]«Αντικείμενο

Η παρούσα οδηγία θεσπίζει τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες που εφαρμόζουν τα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, σύμφωνα με τα θεμελιώδη δικαιώματα, ως γενικές αρχές του κοινοτικού και του διεθνούς δικαίου, συμπεριλαμβανομένων των υποχρεώσεων προστασίας των προσφύγων και των υποχρεώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα.»

Το πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας καθορίζεται στο άρθρο 2 όπου, σύμφωνα με την πρώτη παράγραφο,

«1. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στους παρανόμως διαμένοντες στο έδαφος κράτους μέλους υπηκόους τρίτης χώρας.»

Τα προαναφερόμενα άρθρα 5 και 6 της Οδηγίας προνοούν ότι:

«5. Η κράτηση εξακολουθεί καθ’ όλη τη χρονική περίοδο κατά την οποία πληρούνται οι όροι της παραγράφου 1 και είναι αναγκαία για να διασφαλισθεί η επιτυχής απομάκρυνση. Κάθε κράτος μέλος καθορίζει περιορισμένη περίοδο κράτησης, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει το εξάμηνο.»

«6. Τα κράτη μέλη δεν μπορούν να παρατείνουν το χρονικό  διάστημα που αναφέρεται στην παράγραφο 5 παρά μόνο για περιορισμένο χρόνο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο σε περιπτώσεις κατά τις οποίες, παρ’ όλες τις εύλογες προσπάθειές τους, η επιχείρηση απομάκρυνσης είναι πιθανόν να διαρκέσει περισσότερο επειδή:

α)         ο συγκεκριμένος υπήκοος της τρίτης χώρας αρνείται να συνεργασθεί, ή

β)         καθυστερεί η λήψη αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες.»

Η ευπαίδευτη δικηγόρος των καθ’ ων η αίτηση αφού ανέφερε ότι τα γεγονότα που αφορούν την υπόθεση είναι αυτά που εκτίθενται στην ένορκο δήλωση προς υποστήριξη της ένστασης, αντέταξε ότι η Οδηγία 2008/115/ΕΚ δεν τυγχάνει εν προκειμένω εφαρμογής καθότι ο αιτητής, προσωρινά τουλάχιστον, δεν θεωρείται ως «παρανόμως διαμένων» στη χώρα λόγω της αναστολής του διατάγματος της απέλασης του μέχρι τη συμπλήρωση της εξέτασης της αίτησης του για πολιτικό άσυλο. Και εφόσον η Οδηγία αφορά μόνο στις περιπτώσεις των «παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών» οι πρόνοιες της δεν εφαρμόζονται στην υπό κρίση υπόθεση.

Εξαρχής πρέπει να σημειωθεί ότι με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 20* της Οδηγίας, η περίοδος συμμόρφωσης των κρατών μελών με την Οδηγία, έληξε στις 24.12.2010, χωρίς να έχουν νομοθετικά θεσπιστεί οι απαραίτητες εναρμονιστικές διατάξεις και συνεπώς η Οδηγία να έχει άμεση εφαρμογή (direct effect) στα κράτη μέλη από 24.12.2010.

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) στην υπόθεση C-358/2009 PPU, Said Shanulovich Kadzoev (Hughbarov) γνωμάτευσε επί αιτήσεως της Βουλγαρίας για έκδοση προδικαστικής απόφασης αναφορικά με την ερμηνεία του άρθρου 15, παρ. 4 έως 6 της Οδηγίας, σε συνάρτηση με το ερώτημα περί του αν το χρονικό διάστημα κατά το οποίο έχει ανασταλεί η εκτέλεση της απόφασης απομάκρυνσης, θεωρείται ως χρόνος κράτησης ενόψει απομάκρυνσης κατά την έννοια του άρθρου 15 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ. Για τους λόγους που εξηγούνται στην απόφασή του, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι,

«1) Το άρθρο 15, παρ. 5 και 6, της οδηγίας 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, έχει την έννοια ότι ο προβλεπόμενος στις διατάξεις αυτές μέγιστος χρόνος κράτησης περιλαμβάνει επίσης τον χρόνο κράτησης που συμπλη[*19]ρώθηκε στο πλαίσιο διαδικασίας απομάκρυνσης που κινήθηκε πριν αρχίσει να εφαρμόζεται η ρύθμιση που θεσπίστηκε με την οδηγία αυτή.

2) Το χρονικό διάστημα του εγκλεισμού ενός ατόμου σε κέντρο προσωρινής κράτησης βάσει απόφασης που έχει ληφθεί σύμφωνα με τις εθνικές και τις κοινοτικές διατάξεις που αφορούν τους αιτούντες άσυλο δεν μπορεί να θεωρηθεί ως χρόνος κράτησης ενόψει απομάκρυνσης κατά την έννοια του άρθρου 15 της οδηγίας 2008/115.

3) Το άρθρο 15, παρ. 5 και 6, της οδηγίας 2008/115 έχει την έννοια ότι το χρονικό διάστημα κατά το οποίο η εκτέλεση της απόφασης για απομάκρυνση από την επικράτεια είχε ανασταλεί, λόγω της άσκησης από τον ενδιαφερόμενο ένδικης προσφυγής κατά της απόφασης αυτής, λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του χρόνου κράτησης ενόψει απομάκρυνσης, όταν ο ενδιαφερόμενος εξακολούθησε, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αυτής, να παραμένει σε κέντρο προσωρινής κράτησης.

4) Το άρθρο 15, παρ. 4 της οδηγίας 2008/115 έχει την έννοια ότι δεν έχει εφαρμογή στην περίπτωση που έχουν εξαντληθεί, κατά το χρονικό σημείο της δικαστικής επανεξέτασης της κράτησης του ενδιαφερόμενου, οι δυνατότητες παράτασης του χρόνου κράτησης τον οποίο προβλέπει το άρθρο 15, παράγραφος 6, της οδηγίας 2008/115.

5) Το άρθρο 15, παρ. 4 της οδηγίας 2008/115 έχει την έννοια ότι μόνο η πραγματική προοπτική επιτυχούς απομάκρυνσης χωρίς υπέρβαση των χρονικών ορίων που προβλέπουν οι παρ. 5 και 6 του ίδιου αυτού άρθρου συνιστά λογική προοπτική απομάκρυνσης και ότι δεν υπάρχει τέτοια προοπτική όταν δεν φαίνεται πιθανό να γίνει ο ενδιαφερόμενος δεκτός σε τρίτη χώρα εντός των χρονικών αυτών ορίων.

6) Το άρθρο 15, παρ. 5 και 6, της οδηγίας 2008/115 έχει την έννοια ότι δεν επιτρέπει, όταν έχει παρέλθει ο μέγιστος χρόνος κράτησης τον οποίο προβλέπει η οδηγία αυτή, να μην απολύεται ο ενδιαφερόμενος αμέσως για τον λόγο ότι δεν έχει στην κατοχή του έγκυρα έγγραφα, επιδεικνύει επιθετική συμπεριφορά και δεν διαθέτει βιοποριστικά μέσα ούτε κατάλυμα ή πόρους που να του παρέχει προς τούτο το οικείο κράτος μέλος.»

Στην υπό κρίση υπόθεση δεν έχουν τεθεί ενώπιόν μου στοιχεία [*20]που να επιμαρτυρούν ότι η κράτηση του αιτητή ερείδεται σε νομίμως ληφθείσα απόφαση ή διαταγή, άλλη από εκείνη που εκδόθηκε στις 16.12.2009, για σκοπούς απέλασης. Όμως, η εφαρμογή εκείνης της διαταγής δεν μπορούσε υπό τις περιστάσεις να συνεχιζόταν μετά την 24.12.2010 ενόψει των προαναφερόμενων διατάξεων της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ που έχει πλέον άμεση εφαρμογή στα κράτη μέλη. Οι καθ’ ων η αίτηση εξακολουθούν να θεωρούν ότι ο αιτητής είναι απαγορευμένος μετανάστης. Η ακροθιγώς προβληθείσα εξήγηση της δικηγόρου των καθ’ ων η αίτηση ότι η κράτηση του αιτητή είναι νόμιμη ενόσω εκκρεμεί η διαδικασία εξέτασης της αίτησης του για πολιτικό άσυλο, στερείται ερείσματος εφόσον, καθώς έχει ειπωθεί, δεν έχουν παρουσιαστεί οποιαδήποτε στοιχεία που βάσιμα θα μπορούσε να θεμελιώσουν τη νομιμότητα της κράτησης. Ούτε βέβαια η ευπαίδευτη δικηγόρος των καθ’ ων η αίτηση ήταν σε θέση να υποστηρίξει τη νομιμότητα της κράτησης πάνω σε οποιαδήποτε άλλη νομική βάση.

Ενόψει των πιο πάνω αποφαίνομαι ότι η κράτηση του αιτητή είναι παράνομη και εκδίδω διαταγή για άμεση απόλυσή του. Επιδικάζονται €1.000 έξοδα υπέρ του αιτητή.

H αίτηση γίνεται δεκτή. Eκδίδεται διαταγή €1.000 εξόδων υπέρ του αιτητή.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο