Ahmad Irfam (2011) 1 ΑΑΔ 29

(2011) 1 ΑΑΔ 29

[*29]20 Ιανουαρίου, 2011

[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ IRFAM AHMAD

ΥΠΗΚΟΟΥ ΠΑΚΙΣΤΑΝ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ

ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ HABEAS CORPUS,

ΚΑΙ

Αναφορικα με το Aρθρο 15 τηΣ οδηγιαΣ 2008/115/ΕΚ

ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 16ης ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ

ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ

ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ,

ΤΑ ΑΡΘΡΑ 5 ΚΑΙ 6 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11, 30, 34 ΚΑΙ 35

ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

1.        ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

2.        ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ,

3.        ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

4.        ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜ. ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

            ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,

ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΠΑΡΕΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ

ΑΠΟ ΤΗΝ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΕΛΑΣΗΣ, ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ

ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΣΤΟ BLOG 10 ΤΩΝ

ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ

ΤΟΝ IRFAN AHMAD ΥΠΗΚΟΟ ΠΑΚΙΣΤΑΝ

ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ

ΟΔΗΓΙΑΣ 2008/115, ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ

[*30]ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΚΑΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ.

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 5/2011)

 

 

Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Αίτηση για έκδοση εντάλματος Habeas Corpus για απελευθέρωση του αιτητή ο οποίος εκρατείτο για σκοπούς απέλασης, θεωρηθείς ως απαγορευμένος μετανάστης ― Κατά πόσο η κράτηση του αιτητή, ο οποίος δεν προσέβαλε τη νομιμότητα των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, ήταν παράνομη ενόψει του Άρθρου 15 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών.

Ο αιτητής, πολίτης του Πακιστάν, ο οποίος ήλθε νόμιμα στην Κύπρο στις 16.1.2009 για σκοπούς φοίτησης σε κολέγιο, και η άδεια παραμονής του έχει λήξει, εθεωρήθη ως απαγορευμένος μετανάστης και εξεδόθηκαν την 3.3.2010 διατάγματα απέλασης και κράτησής του προς το σκοπό απέλασής του. Το αίτημά του για πολιτικό άσυλο απερρίφθη τόσο σε πρώτο επίπεδο όσο και σε δεύτερο επίπεδο μετά από ιεραρχική προσφυγή του και εκκρεμεί τώρα τρίτη διαδικασία στα πλαίσια εκείνα με προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Μετά από την απορριπτική απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, η διοίκηση προχώρησε στη διευθέτηση της απέλασης, η οποία όμως δεν έγινε εφ’ όσον, παρά τις διευθετήσεις που είχαν γίνει για αναχώρηση με αεροπλάνο, ο αιτητής αντιδρούσε τόσο έντονα με αποτέλεσμα ο κυβερνήτης του αεροσκάφους να αρνηθεί να κάνει τη μεταφορά. Συνέχισε λοιπόν η κράτηση του αιτητή με την προοπτική νέας διευθέτησης για απέλασή του.

Ο αιτητής καταχώρησε την παρούσα αίτηση ζητώντας την απελευθέρωσή του. Υποστηρίζει ότι η κράτησή του έχει παύσει να είναι νόμιμη ως εκ της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ της 16.12.2008 η οποία αφορά ακριβώς τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, όπως είναι η περίπτωσή του. Παραπέμπει δε στο Άρθρο 15 το οποίο περιορίζει το χρόνο κράτησης υπηκόου τρίτης χώρας για σκοπούς επιστροφής στη χώρα του στους έξι μήνες.

Αποφασίστηκε ότι:

[*31]1. Το Άρθρο 15(6) προνοεί ότι δίδεται δυνατότητα στα κράτη μέλη να παρατείνουν το χρονικό διάστημα που καθορίζεται στην παράγραφο 5, και που εν πάση περιπτώσει δεν μπορεί να υπερβεί τους έξι μήνες, για περιορισμένο χρόνο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες, ώστε η συνολική περίοδος κράτησης να προκύπτει ότι μπορεί να διαρκεί μέχρι δεκαοκτώ μήνες από την πρώτη ημέρα που εκδίδεται το διάταγμα απέλασης. Το Άρθρο 15(6), αναγνωρίζοντας τη δυνατότητα παράτασης της κράτησης για άλλους 12 μήνες, προνοεί σε ποιες περιπτώσεις, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, η επιχείρηση απομάκρυνσης είναι δυνατό να διαρκεί περισσότερο. Οι περιπτώσεις αυτές είναι: «(α) ο συγκεκριμένος υπήκοος της τρίτης χώρας αρνείται να συνεργασθεί, ή (β) καθυστερεί η λήψη αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες».

2.         Τα σχετικά με την υπόθεση γεγονότα δείχνουν ότι όντως ο αιτητής αρνήθηκε να συνεργαστεί στη διαδικασία της αναχώρησής του για σκοπούς απέλασης στη χώρα του.

3.         Το ζητούμενο εδώ δεν είναι κατά πόσο υπάρχει άρνηση συνεργασίας ή όχι αλλά κατά πόσο η κράτηση έχει νομίμως παραταθεί για το λόγο ότι υπάρχει άρνηση συνεργασίας.

4.         Ελλείψει εθνικής νομοθεσίας η οποία να καθορίζει τους όρους της άσκησης της ευχέρειας για παράταση της κράτησης, με αναφορά στις δύο περιπτώσεις οι οποίες δίδονται από την Οδηγία ως οι εξαιρέσεις του κανόνα, το Δικαστήριο δεν είναι σε θέση να κρίνει το ίδιο αν η παράταση θα πρέπει να δοθεί ή όχι, αφού αυτό εξυπακούει άσκηση διοικητικής λειτουργίας, το αποτέλεσμα της οποίας ενδέχεται να συνιστά και νέα διοικητική πράξη η οποία μπορεί να προσβάλλεται και πάλι με προσφυγή.

5.         Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν έχει την ευχέρεια να αρνηθεί την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος για απόλυση του αιτητή εφ’ όσον είναι δεδομένο ότι η εξάμηνη περίοδος έχει λήξει και είναι δεδομένο ότι δεν έχει υπάρξει άσκηση διοικητικής εξουσίας στα πλαίσια νομοθετικής ρύθμισης επί τω σκοπώ τούτω για την περαιτέρω κράτηση του αιτητή. Αυτό που μπορεί το Δικαστήριο να υποδείξει είναι ότι η Οδηγία αυτή είναι τώρα ηλικίας δύο ετών, από τις 16.12.2008, και η Δημοκρατία όφειλε, όπως και οφείλει, να λάβει υπόψη της τις πρόνοιες της Οδηγίας και να προβεί στη θέσπιση νομοθεσίας για κάλυψη των υποχρεώσεών της βάσει αυτής. Αυτό πρέπει να γίνει το συντομότερο δυνατό, ώστε να υπάρχει σύννομη διευθέτηση και διεκπεραίωση των υποθέσεων κατά τις οποίες τα άτομα τα οποία τελούν υπό κράτηση με σκο[*32]πό την απέλασή τους, να απελαύνονται στη χώρα τους.

Η αίτηση επιτράπηκε. Διατάχθηκε η άμεση απελευθέρωση του αιτητή.

Aίτηση.

Μ. Παρασκευάς, για τον Αιτητή.

Ι. Δημητρίου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η αίτηση.

O Αιτητής είναι παρών.

Σ. Πίττα (κα), μεταφράστρια παρούσα, η οποία μεταφράζει από τα ελληνικά στα αγγλικά και αντιστρόφως.

Ex tempore

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Έχω ενώπιον μου αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus από πολίτη του Πακιστάν ο οποίος είχε έρθει στην Κύπρο στις 16.1.2009 νομίμως για σκοπούς φοίτησης σε κολλέγιο. Με τη λήξη της άδειας που του παρεχωρήθη για ένα σχεδόν έτος, φαίνεται ότι δεν συνέχισε τη φοίτηση του και διεγράφη από το κολλέγιο, οπότε αμέσως μετά και εφ’ όσον η άδεια παραμονής του είχε λήξει, εθεωρήθη ως απαγορευμένος μετανάστης και εξεδόθησαν την 3.3.2010 διατάγματα απέλασης και κράτησής του προς το σκοπό της απέλασής του. Ήταν τότε που ο Αιτητής τροχιοδρόμησε μια διαδικασία αιτήσεως για πολιτικό άσυλο. Το αίτημά του απερρίφθη τόσο σε πρώτο επίπεδο όσο και σε δεύτερο επίπεδο μετά από ιεραρχική προσφυγή του και εκκρεμεί τώρα τρίτη διαδικασία στα πλαίσια εκείνα με προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Μετά από την απορριπτική απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, η διοίκηση προχώρησε στη διευθέτηση της απέλασης, η οποία όμως δεν έγινε εφ’ όσον, παρά τις διευθετήσεις που είχαν γίνει για αναχώρηση με αεροπλάνο, ο Αιτητής αντιδρούσε τόσο έντονα με αποτέλεσμα ο κυβερνήτης του αεροσκάφους να αρνηθεί να κάνει τη μεταφορά. Συνέχισε λοιπόν η κράτηση του Αιτητή με την προοπτική νέας διευθέτησης για απέλασή του. Η διοίκηση λέει ότι ακόμα δεν έχει καταστεί δυνατή η διευθέτηση της αναχώρησης, παραπέμποντας μάλιστα και σε συνεννοήσεις που έχουν γίνει με διάφορες αεροπορικές εταιρείες για σκοπούς της μεταφοράς στον τελικό προορισμό που είναι το [*33]Πακιστάν, με όλες τις δυσκολίες που προκύπτουν ως εκ της ανάγκης και ενδιάμεσου σταθμού.

Ο Αιτητής βασίζει το αίτημά του στην Οδηγία 2008/115/ΕΚ της 16.12.2008 η οποία αφορά ακριβώς τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, όπως είναι η περίπτωση του Αιτητή.

Ότι ο Αιτητής είναι παρανόμως διαμένων στην Κυπριακή Δημοκρατία, δεν υπάρχει παραμικρή αμφιβολία, έχει μάλιστα κηρυχθεί ως απαγορευμένος μετανάστης και έχει διαταχθεί η απέλασή του. Ευστόχως δε επισημαίνει η Δημοκρατία ότι δεν έχει προσβληθεί η νομιμότητα του διατάγματος απέλασης και του συνοδεύοντος αυτό για σκοπούς της απέλασης διατάγματος κράτησης. Λέγει όμως ο Αιτητής ότι, εφ’ όσον κρατείται από τις 3.3.2010, η κράτηση του έχει παύσει να είναι νόμιμη ως εκ της εν λόγω Οδηγίας, παραπέμποντας εις το άρθρο 15 το οποίο περιορίζει το χρόνο για τον οποίο μπορεί να κρατείται υπήκοος τρίτης χώρας για σκοπούς επιστροφής του στη χώρα του. Εθεωρήθη με την Οδηγία ορθό να τεθεί ανώτατο όριο στο χρόνο κράτησης, όπως και ετέθη με το άρθρο 15 το οποίο προνοεί ότι κάθε κράτος μέλος καθορίζει περιορισμένη περίοδο κράτησης η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει το εξάμηνο. Και είναι λοιπόν φανερό ότι το εξάμηνο αποτελεί το μέγιστο κανονικό διάστημα για το οποίο η εθνική νομοθεσία μπορεί να προνοήσει την περίοδο κράτησης για σκοπούς απέλασης. Προχωρεί όμως το άρθρο 15(6) να προνοήσει ότι δίδεται δυνατότητα στα κράτη μέλη να παρατείνουν το χρονικό διάστημα που καθορίζεται στην παράγραφο 5, και που εν πάση περιπτώσει δεν μπορεί να υπερβεί τους έξι μήνες, για περιορισμένο χρόνο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες, ώστε η συνολική περίοδος κράτησης να προκύπτει ότι μπορεί να διαρκεί μέχρι δεκαοκτώ μήνες από την πρώτη ημέρα που εκδίδεται το διάταγμα απέλασης.

Θα επανέλθω βεβαίως στο άρθρο 15. Το πρώτο όμως που πρέπει να επισημανθεί στη συζήτηση της υπόθεσης είναι ότι, όπως φαίνεται να είναι και κοινό έδαφος, η Οδηγία φαίνεται να έχει άμεση ισχύ πλέον και δεν έχει γίνει μεταφορά της σύμφωνα με το άρθρο 20 το οποίο προνοεί ότι: «Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία μέχρι τις 24 Δεκεμβρίου, 2010.» Εφ’ όσον δεν έχει γίνει τούτο μέχρι τις 24.12.2010, η Οδηγία έχει άμεση ισχύ και ο Αιτητής μπορεί να την [*34]επικαλεστεί. Η συζήτηση δε της υπόθεσης έχει περιστραφεί περαιτέρω γύρω από το άρθρο 15(6) το οποίο, αναγνωρίζοντας τη δυνατότητα παράτασης της κράτησης για άλλους 12 μήνες, προνοεί σε ποιες περιπτώσεις, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, και παρόλες τις εύλογες προσπάθειες της διοίκησης, η επιχείρηση απομάκρυνσης είναι δυνατό να διαρκεί περισσότερο. Οι περιπτώσεις αυτές είναι: «(α) ο συγκεκριμένος υπήκοος της τρίτης χώρας αρνείται να συνεργασθεί, ή (β) καθυστερεί η λήψη αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες.»

Έχει γίνει κάποιος λόγος περί απώλειας ισχύος των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης μετά από τους έξι μήνες και εφ΄όσον δεν έχει δοθεί παράτασή τους. Έχω ήδη υποδείξει στη συζήτηση της υπόθεσης ότι δεν παύει να υφίσταται η νομιμότητα των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης ως εκ της παρόδου των έξι μηνών εφ’ όσον αυτά συνιστούν νομίμως εκδοθείσες και μη προσβληθείσες διοικητικές πράξεις των οποίων η νομιμότητα δεν έχει ελεχθεί και ανατραπεί από το Ανώτατο Δικαστήριο. Το αποτέλεσμα όμως της Οδηγίας, αν και δεν επηρεάζει τη νομιμότητα των εν λόγων διαταγμάτων, είναι να επηρεάζει τη δυνατότητα κράτησης του κρατούμενου προσώπου πέραν των έξι μηνών ώστε να χρειάζεται, αν πρόκειται να κρατηθεί βάσει του άρθρου 15(6) περαιτέρω, και ανάλογη παράταση του διατάγματος.

Έχω ενώπιόν μου γεγονότα τα οποία δείχνουν ότι υπήρξε άρνηση συνεργασίας του Αιτητή στη διαδικασία της αναχώρησης του για σκοπούς απέλασης του στη χώρα του. Η ευπαίδευτη συνήγορος για τη Δημοκρατία έχει ζητήσει από το Δικαστήριο να θεωρήσει ότι αυτό ικανοποιεί την πρόνοια του άρθρου 15(6) ότι ο συγκεκριμένος υπήκοος της τρίτης χώρας αρνείται να συνεργαστεί.

Το κατά πόσο υπάρχει άρνηση συνεργασίας ή όχι μπορεί βεβαίως να είναι ευρύτερη έννοια της απλής συνεργασίας στη διευθέτηση εγγράφων και ερωτήσεων και δεν μπορεί να περιορίζεται όπως το έχει θέσει ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Αιτητή. Όμως το ζητούμενο εδώ δεν είναι κατά πόσο υπάρχει άρνηση συνεργασίας ή όχι αλλά κατά πόσο η κράτηση έχει νομίμως παραταθεί για το λόγο ότι υπάρχει άρνηση συνεργασίας.

Δεν είναι το Δικαστήριο το οποίο κρίνει πρωτογενώς κατά πόσο υπάρχει άρνηση συνεργασίας ή όχι. Η σημασία της άρνησης συνεργασίας είναι ώστε η διοίκηση, βασιζόμενη στα γεγονότα τα οποία έχει ενώπιόν της, να κρίνει αν η άρνηση της συνεργασίας δικαιολογεί την παράταση της κράτησης και αυτό βεβαί[*35]ως μπορεί να γίνει μόνο στα πλαίσια νομοθετικής ρύθμισης, όπως ρητά ορίζεται στην Οδηγία σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, ώστε να οριοθετούνται τα πλαίσια της λειτουργίας της διοίκησης για σκοπούς άσκησης της εξουσίας της να παρατείνει την κράτηση σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση που συντρέχουν οι δύο προϋποθέσεις ή εξαιρέσεις του άρθρου 15(6). Απαιτείται δηλαδή, σύμφωνα με την Οδηγία, εθνική νομοθεσία η οποία να καθορίζει τους όρους της άσκησης της ευχέρειας για παράταση της κράτησης, με αναφορά στις δύο περιπτώσεις οι οποίες δίδονται από την Οδηγία ως οι εξαιρέσεις στον κανόνα. Ελλείψει τέτοιας νομοθεσίας, το Δικαστήριο δεν είναι σε θέση να κρίνει το ίδιο αν η παράταση θα πρέπει να δοθεί ή όχι, αφού αυτό εξυπακούει άσκηση διοικητικής λειτουργίας, το αποτέλεσμα της οποίας ενδέχεται να συνιστά και νέα διοικητική πράξη η οποία μπορεί να προσβάλλεται και πάλι με προσφυγή.

Δεν υπάρχει λοιπόν ευχέρεια στο Ανώτατο Δικαστήριο να αρνηθεί την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος για απόλυση του Αιτητή εφ’ όσον είναι δεδομένο ότι η εξάμηνη περίοδος έχει λήξει και είναι δεδομένο ότι δεν έχει υπάρξει άσκηση διοικητικής εξουσίας στα πλαίσια νομοθετικής ρύθμισης επί τω σκοπώ τούτο για την περαιτέρω κράτηση του Αιτητή. Αυτό που μπορεί το Δικαστήριο να υποδείξει είναι ότι η Οδηγία αυτή είναι τώρα ηλικίας δύο ετών, από τις 16.12.2008, και η Δημοκρατία όφειλε, όπως και οφείλει, να λάβει υπόψη της τις πρόνοιες της Οδηγίας και να προβεί στη θέσπιση νομοθεσίας για κάλυψη των υποχρεώσεων της βάσει αυτής. Το συντομότερο γίνει αυτό το καλύτερο, ώστε να υπάρχει σύννομη διευθέτηση και διεκπεραίωση των υποθέσεων κατά τις οποίες οι κρατούμενοι με σκοπό την απέλαση τους πρέπει να απελαύνονται στη χώρα τους.

Η αίτηση επιτυγχάνει. Διατάσσεται, λοιπόν, όπως ο Αιτητής αφεθεί ελεύθερος.

Η αίτηση επιτρέπεται. Διατάσσεται η άμεση απελευθέρωση του αιτητή.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο