Σιούκρου Aλπάι Nιαζί ν. Miriam Ulrich (2011) 1 ΑΑΔ 443

(2011) 1 ΑΑΔ 443

[*443]10 Μαρτίου, 2011

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]

ΑΛΠΑΪ ΝΙΑΖΙ ΣΙΟΥΚΡΟΥ,

Εφεσείων,

v.

MIRIAM ULRICH,

Εφεσίβλητης.

(Έφεση Αρ. 27/2009)

 

Οικογενειακό Δικαστήριο ― Δικαιοδοσία Οικογενειακού Δικαστηρίου ― Αίτηση για αναγνώριση εξώγαμου τέκνου από τον φυσικό του πατέρα, ο οποίος είναι Τουρκοκύπριος, στη βάση του περί Τέκνων (Συγγένεια και Νομική Υπόσταση) Νόμου του 1991 (Ν.187/1991 και τροποποιήσεων) ― Κατά πόσο το Οικογενειακό Δικαστήριο το οποίο ιδρύθηκε με τον περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμο του 1990 (Ν.23/90 όπως τροποποιήθηκε) ή ο Πρόεδρος του Επαρχιακού Δικαστηρίου είχε δικαιοδοσία και αρμοδιότητα να επιληφθεί της αίτησης.

Οικογενειακό Δίκαιο ― Ερμηνεία του όρου «οικογενειακές σχέσεις» στη Δαδακαρίδης v. Δαδακαρίδου (1990) 1 Α.Α.Δ. 566 ― Εμπεριέχει όλα τα θέματα που εμπίπτουν στον κλάδο του δικαίου γνωστού ως «Οικογενειακό Δίκαιο», συμπεριλαμβανομένων και θεμάτων προσωπικού θεσμού κλπ. όπως αυτά ενδεικτικά αναφέρονται στην απόφαση.

Το Οικογενειακό Δικαστήριο Πάφου απέρριψε την ένσταση του εφεσείοντος – καθ’ ου η αίτηση (ο εφεσείων) με την οποία αυτός ισχυριζόταν ότι το Δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία να επιληφθεί της εναρκτήριας αίτησης της εφεσίβλητης (Δικαιοδοσία Πατρικής Αναγνώρισης) με την οποία η τελευταία ζήτησε την έκδοση διατάγματος αναγνώρισης του εφεσείοντος ως του φυσικού πατέρα του ανήλικου τέκνου της Αλπάι-Άγγελου που γεννήθηκε στις 18.4.2008. Η εφεσίβλητη ισχυρίστηκε ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο διατηρούσε ερωτικές σχέσεις με τον εφεσείοντα και ότι ο εφεσείων είναι ο φυσικός πατέρας του Αλπάι-Άγγελου. Νομικό έρεισμα της αίτησης αποτέλεσε ο περί Τέκνων (Συγγένεια και Νομική Υπόσταση) Νόμος του 1991 (Ν. 187/1991 και τροποποιήσεων).

[*444]Δηλώθηκε ως παραδεκτό γεγονός ότι ο εφεσείων ανήκει στην τουρκοκυπριακή κοινότητα και ότι αμφότεροι οι διάδικοι έχουν τη διαμονή τους στην Πάφο.

Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση, υποστηρίζοντας ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε λανθασμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου. Προέβαλε τη θέση ότι, ως τουρκοκύπριος, υπάγεται στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου που καθορίζει το Σύνταγμα και ο νόμος για τις οικογενειακές διαφορές των ανηκόντων στην Τουρκοκυπριακή Κοινότητα, δηλαδή, στον Πρόεδρο του Επαρχιακού Δικαστηρίου που έχει τοπική αρμοδιότητα σύμφωνα με το Άρθρο 22.2. του περί Δικαστηρίων Νόμου το οποίο, έχει τροποποιηθεί, έτσι ώστε οι περιπτώσεις εκείνες οι οποίες υπάγονται στη δικαιοδοσία των Οικογενειακών Δικαστηρίων και των Δικαστηρίων των Θρησκευτικών Ομάδων να μην υπάγονται στη δικαιοδοσία του Προέδρου του Επαρχιακού Δικαστηρίου.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Το Άρθρο 11 του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμου του 1990 (Ν.23/90) με τον οποίο εγκαθιδρύθηκαν τα Οικογενειακά Δικαστήρια, τροποποιήθηκε με το Νόμο 26(I)/98. Αποτέλεσμα της τροποποίησης ήταν η διεύρυνση της δικαιοδοσίας των Οικογενειακών Δικαστηρίων τα οποία έχουν πλέον αποκλειστική δικαιοδοσία επί όλων των θεμάτων των οικογενειακών σχέσεων με εξαίρεση τη λύση του γάμου μεταξύ μελών των θρησκευτικών ομάδων και την απόδοση της αποκλειστικής χρήσης της συζυγικής στέγης, θέματα για τα οποία διατηρούν αρμοδιότητα τα δικαστήρια των θρησκευτικών ομάδων.

2.  Οι πρόνοιες του Άρθρου 11 του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμου συνάδουν σε μεγάλο βαθμό προς ό,τι επιτάσσει το Άρθρο 1 του Πρωτοκόλλου αρ. 12 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών που έγινε στη Ρώμη στις 4.11.2004.

3.  Το θέμα της δικαστικής αναγνώρισης πατρότητας τέκνου, ως θέμα προσωπικού θεσμού αναγόμενο στις σχέσεις γονέων και τέκνων, εμπίπτει στην έννοια του όρου «οικογενειακές σχέσεις» και υπό αυτό το πρίσμα, το Οικογενειακό Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία να επιλαμβάνεται αιτήσεων με αυτό το αντικείμενο. Στο Οικογενειακό  Δικαστήριο είναι που παραπέμπει και ο περί Τέκνων (Συγγένεια και Νομική Υπόσταση) Νόμος του 1991 (Ν. 187/91) επί του οποίου στηρίζεται η αίτηση της εφεσίβλητης. Ο εν λόγω νόμος κατήργησε τον περί Εξώγαμων Τέκνων Νόμο, Κεφ. 278, ο οποίος [*445]ίσχυσε πριν την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Κύπρου σύμφωνα με τον οποίο η σχετική δικαιοδοσία ανήκε στον Πρόεδρο του Επαρχιακού Δικαστηρίου της επαρχίας στην οποία το παιδί είχε τη συνήθη διαμονή του.

4.  Η παρούσα περίπτωση δεν εμπίπτει στις πρόνοιες του περί Εφαρμογής του περί Γάμου Νόμου του 2003 σε Μέλη της Τουρκικής Κοινότητας (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμου του 2003, Ν. 120(I)/2003 καθότι, πέραν των όσων έχουν ειπωθεί, η περίπτωση εδώ δεν αφορά σε γαμική διαφορά αφού δεν υπάρχει γάμος μεταξύ των διαδίκων.

5.  Είναι ορθή η θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η μοναδική προϋπόθεση ανάληψης αρμοδιότητας από το Οικογενειακό Δικαστήριο είναι σύμφωνα με το Άρθρο 11 (2)(ε) του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμου 23/1990 όπως τροποποιήθηκε, η διαμονή τριών μηνών έστω και ενός εκ των διαδίκων στη Δημοκρατία, προϋπόθεση, που καθώς κρίθηκε, ικανοποιείται εφόσον και οι δύο διάδικοι διαμένουν στην Κύπρο.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα τα οποία θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Δάμτσα v. Δάμτσα (Αρ. 2) (2006) 1(B) Α.Α.Δ. 1389,

Holubova v. Ali (2003) 1(A) A.A.Δ. 643,

Χριστοδουλίδου v. Toumaian (2007) 1(Β) Α.Α.Δ. 1024,

Δαδακαρίδης v. Δαδακαρίδου (1990) 1 Α.Α.Δ. 566,

Δημητρίου v. Δημητρίου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1153,

Durmus και Mukaddes Biyikli, για υιοθέτηση του ανήλικου Mustafa Biyikli (2010) 1 A.A.Δ. 71.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Oικογενειακού Δικαστηρίου Πάφου (Xατζηαθανασίου, Δ.), (Aίτηση Aρ. 3/2008), ημερ. 30/6/2009.

[*446]Χ. Φωτίου, για τον Εφεσείοντα.

Μ. Φλωρίδης, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΔIKAΣTHPIO: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Κραμβή, Δ..

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Η εφεσίβλητη Miriam Ulrich με εναρκτήρια αίτηση στο Οικογενειακό Δικαστήριο Πάφου (Δικαιοδοσία Πατρικής Αναγνώρισης), ζήτησε την έκδοση διατάγματος αναγνώρισης του εφεσείοντα ως του φυσικού πατέρα του ανήλικου τέκνου της Αλπάι-Άγγελου που γεννήθηκε στις 18.4.2008. Η εφεσίβλητη ισχυρίστηκε ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο διατηρούσε ερωτικές σχέσεις με τον εφεσείοντα και ότι ο εφεσείων είναι ο φυσικός πατέρας του Αλπάι-Άγγελου. Νομικό έρεισμα της αίτησης αποτέλεσε ο περί Τέκνων (Συγγένεια και Νομική Υπόσταση) Νόμος του 1991 (Ν. 187/1991 και τροποποιήσεων). Ο εφεσείων στην ένσταση του, αρνήθηκε ότι το παιδί είναι δικό του ενώ ταυτόχρονα ήγειρε θέμα έλλειψης δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου να επιληφθεί της αίτησης «ένεκα της κοινότητας στην οποία ανήκει». Συναινούσης της εφεσίβλητης, το θέμα της δικαιοδοσίας εξετάστηκε προδικαστικά, αφού δηλώθηκε ως παραδεκτό γεγονός ότι ο καθ’ ου η αίτηση ανήκει στην τουρκοκυπριακή κοινότητα και ότι αμφότεροι οι διάδικοι έχουν τη διαμονή τους στην Πάφο.

Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι ανέπτυξαν τη νομική επιχειρηματολογία τους με γραπτές αγορεύσεις. Το πρωτόδικο δικαστήριο αφού εξέτασε τις θέσεις της κάθε πλευράς και με αναφορά στο δίκαιο που θεώρησε ότι διέπει το θέμα, αποφάσισε ότι το Οικογενειακό Δικαστήριο Πάφου έχει δικαιοδοσία να αναλάβει την εκδίκαση της υπόθεσης.

Με την παρούσα έφεση, ο εφεσείων αμφισβητεί την ορθότητα της πιο πάνω απόφασης. Υποβάλλει ότι το πρωτόδικο δικαστήριο προέβη σε λανθασμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου. Η θέση του είναι ότι, ως τουρκοκύπριος, δεν υπάγεται στη δικαιοδοσία των Οικογενειακών Δικαστηρίων αλλά στη δικαιοδοσία του δικαστηρίου που καθορίζει το Σύνταγμα και ο νόμος για τις οικογενειακές διαφορές των ανηκόντων στην Τουρκοκυπριακή Κοινότητα δηλαδή, στον Πρόεδρο του Επαρχιακού Δικαστηρίου που έχει τοπική αρμοδιότητα σύμφωνα με το Αρθρο 22.2. του περί Δικαστηρίων Νόμου το οποίο, έχει τροποποιηθεί έτσι ώστε οι περι[*447]πτώσεις εκείνες οι οποίες υπάγονται στη δικαιοδοσία των Οικογενειακών Δικαστηρίων και των Δικαστηρίων των Θρησκευτικών Ομάδων να μην υπάγονται στη δικαιοδοσία του Προέδρου του Επαρχιακού Δικαστηρίου.

Το Αρθρο 111 του Συντάγματος τροποποιήθηκε με τον περί της Πρώτης Τροποποίησης του Συντάγματος Νόμο του 1989 (Ν. 95/89) και ακολούθησε η θέσπιση του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμου του 1990 (Ν. 23/90) με τον οποίο εγκαθιδρύθηκαν τα Οικογενειακά Δικαστήρια. Το Αρθρο 11 του εν λόγω νόμου (βασικού) προέβλεπε:

«11. Τα Οικογενειακά Δικαστήρια θα ασκούν τη δικαιοδοσία που τους ανατίθεται δυνάμει του Αρθρου 111 του Συντάγματος, του παρόντος Νόμου και οποιουδήποτε άλλου νόμου.»

Το πιο πάνω άρθρο, όπως τροποποιήθηκε με το Νόμο 26(I)/98 προβλέπει:

«ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ

Δικαιοδοσία-Δίκαιο

11.-(1) Τα οικογενειακά δικαστήρια έχουν τη δικαιοδοσία και ασκούν τις εξουσίες που τους ανατίθενται δυνάμει του Άρθρου 111 του Συντάγματος, του παρόντος Νόμου και οποιουδήποτε άλλου νόμου.

(2) Χωρίς να επηρεάζεται η γενικότητα του εδαφίου (1), τα οικογενειακά δικαστήρια έχουν ειδικότερα την εξουσία να επιλαμβάνονται υποθέσεων που αφορούν-

(α) Λύση θρησκευτικού γάμου, ο οποίος τελέσθηκε κατά τα θέσμια της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.

(β) Λύση θρησκευτικού γάμου οποιουδήποτε άλλου δόγματος εφόσον η λύση τέτοιου γάμου δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία των οικογενειακών δικαστηρίων των θρησκευτικών ομάδων.

(γ) Λύση πολιτικού γάμου.

(δ) Θέματα οικογενειακών σχέσεων σε δικαστική διαδικασία που εγείρεται σύμφωνα με τις διατάξεις διμερών ή πολυμερών συμβάσεων στις οποίες έχει προσχωρήσει η Κυπριακή Δημοκρατία.

[*448](ε) Θέματα γονικής μέριμνας, διατροφής, αναγνώρισης τέκνου, υιοθεσίας, περιουσιακών σχέσεων των συζύγων και οποιαδήποτε άλλη γαμική ή οικογενειακή διαφορά, εφόσον οι διάδικοι ή ένας από αυτούς έχουν τη διαμονή τους στη Δημοκρατία:

Νοείται ότι στην περίπτωση που υπάρχει περιουσία, σύμφωνα με την έννοια που αποδίδεται σε αυτή από το Αρθρο 2 του περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμου, τότε δεν απαιτείται οιαδήποτε διαμονή στην Κύπρο των διαδίκων ή ενός από αυτούς.

(3) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού «διαμονή» σημαίνει οποιαδήποτε συνεχή περίοδο πέραν των τριών μηνών.»

Με την πιο πάνω διάταξη διευρύνθηκε η δικαιοδοσία των Οικογενειακών Δικαστηρίων τα οποία έχουν πλέον αποκλειστική δικαιοδοσία επί όλων των θεμάτων των οικογενειακών σχέσεων με εξαίρεση τη λύση του γάμου μεταξύ μελών των θρησκευτικών ομάδων και την απόδοση της αποκλειστικής χρήσης της συζυγικής στέγης, θέματα για τα οποία διατηρούν αρμοδιότητα τα δικαστήρια των θρησκευτικών ομάδων. Βλ. τον περί Οικογενειακών Δικαστηρίων (Θρησκευτικές Ομάδες) Νόμο του 1994 (Ν. 87(I)/1994), Δάμτσα v. Δάμτσα (Αρ. 2) (2006) 1(B) Α.Α.Δ. 1389, Holubova v. Ali (2003) 1(A) A.A.Δ. 643 και Χριστοδουλίδου v. Toumaian (2007) 1(Β) Α.Α.Δ. 1024, όπου στη σελίδα 1033 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

«Στα Οικογενειακά Δικαστήρια, που δημιουργήθηκαν με το Ν. 23/90, όπως υποδείξαμε πιο πάνω, δόθηκε και δικαιοδοσία σε θέματα γονικής μέριμνας, διατροφής, αναγνώρισης τέκνου, υιοθεσίας, περιουσιακών σχέσεων κ.λ.π.. Σ’ αυτή τη δικαιοδοσία εμπίπτουν και εκδικάζονται οι υποθέσεις όλων των ενδιαφερομένων ατόμων, περιλαμβανομένων και αυτών που ανήκουν σε Θρησκευτική Ομάδα. Πρόβλεψε δηλαδή ο νομοθέτης, σύμφωνα με το επίμαχο άρθρο του Συντάγματος, Οικογενειακό Δικαστήριο με καθ’ ύλην δικαιοδοσία να εκδικάζει τις υποθέσεις αυτών που ανήκουν στις Θρησκευτικές Ομάδες και που αφορούν σε όλα τα θέματα που απαριθμούνται στο Νόμο, ενώ προνόησε για ειδικό δικαστήριο με ειδική σύνθεση για τη λύση του γάμου, όπως ρητά προβλέπει το Σύνταγμα. Θέμα που ανάγεται αποκλειστικά στον προσωπικό θεσμό που έχει άμεση σχέση με τον τρόπο ιερολόγησης του γάμου. Θα μπορούσε βέβαια ο νομοθέτης να επεκτείνει τη δικαιοδοσία των Δικαστηρίων των Θρησκευτικών Ομάδων και στην πιο πάνω ύλη, δεν είχε όμως τέτοια συνταγματική υποχρέωση. Αυτή ήταν πάντοτε η πρόθεση [*449]του νομοθέτη, όπως εκδηλώνεται στα επίμαχα νομοθετήματα, η οποία συνάδει με τις συνταγματικές διατάξεις. Να υποδείξουμε επί του προκειμένου πως έφεση από απόφαση του Δικαστηρίου Θρησκευτικών Ομάδων εκδικάζεται από το ίδιο Οικογενειακό Εφετείο που επιλαμβάνεται και των εφέσεων από τα Οικογενειακά Δικαστήρια. (Δες: αντίστοιχα Αρθρα 21 και 25 των Νόμων 23/90 και 87(I)/94).»

Σημαντική όμως είναι και η πιο κάτω σημείωση του Εφετείου που καταγράφεται μετά το παραπάνω απόσπασμα:

«Η ερμηνευτική μας προσέγγιση συνάδει και με τη σύγχρονη αντίληψη περί απονομής της δικαιοσύνης, η λειτουργία της οποίας βασίζεται στις αρχές της ισονομίας και ισοπολιτείας και όχι στη δημιουργία ειδικών ξεχωριστών δικαστηρίων στη βάση της φυλής ή θρησκεύματος.»

Την απόφαση στην Toumaian σχολίασε ο Επίκουρος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Κύπρου κ. Νικήτας Χατζημιχαήλ στο νομικό περιοδικό Λυσίας Ιούλιος-Δεκέμβριος 2008 ως εξής:

«Με την παρούσα απόφαση, η Πλήρης Ολομέλεια επιβεβαιώνει τον μετασχηματισμό των Κυπριακών Οικογενειακών Δικαστηρίων από κοινοτικά δικαστήρια με βασική αρμοδιότητα τη λύση των γάμων Ελληνοκυπρίων σε δικαστήρια ειδικής δικαιοδοσίας με τεκμήριο αρμοδιότητας για τα θέματα των οικογενειών στην Κύπρο. Αυτό το σύγχρονο οικογενειακό δικαστήριο (Family Court) αντιδιαστέλλεται προς τα ειδικά δικαστήρια (tribunals) των θρησκευτικών ομάδων, των οποίων η αρμοδιότητα περιορίζεται στη λύση του γάμου. Για τον μελετητή του συγκριτικού δικαίου – συγκεκριμένα του Κοινοδικαίου – το σύγχρονο κυπριακό Οικογενειακό Δικαστήριο αντιδιαστέλλεται και προς τα (λοιπά) δικαστήρια εξειδικευμένης δικαιοδοσίας, στη βάση της διάκρισης μεταξύ court και tribunal. Το Κυπριακό Οικογενειακό Δικαστήριο, όπως λ.χ. το Αυστραλιανό ομόλογό του, θα πρέπει να θεωρηθεί ως «γενικό» δικαστήριο ειδικής δικαιοδοσίας (superior court of limited jurisdiction) σε αντιπαραβολή προς το «γενικό» δικαστήριο γενικής δικαιοδοσίας (δηλ. το Επαρχιακό).»

Το σχόλιο είναι πράγματι εύστοχο και σ’ αυτό θα μπορούσε να προσθέσουμε ότι οι πρόνοιες του Αρθρου 11 του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμου συνάδουν σε μεγάλο βαθμό προς ό,τι επιτάσσει το Αρθρο 1 του Πρωτοκόλλου αρ. 12 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και [*450]θεμελιωδών ελευθεριών που έγινε στη Ρώμη στις 4.11.2004 και προβλέπει:

«Άρθρο 1 – Γενική απαγόρευση των διακρίσεων

1.  Η απόλαυση οποιουδήποτε δικαιώματος το οποίο προβλέπεται διά νόμου θα διασφαλίζεται άνευ διακρίσεως λόγω φύλου, φυλής, χρώματος, γλώσσας, θρησκείας, πολιτικών ή άλλων απόψεων, εθνικής ή κοινωνικής καταγωγής, σχέσης με εθνική μειονότητα, περιουσίας, γέννησης ή άλλης κατάστασης πραγμάτων.»

Στη Δαδακαρίδης v. Δαδακαρίδου (1990) 1 Α.Α.Δ. 566 ερμηνεύθηκε ότι ο όρος «οικογενειακές σχέσεις» εμπεριέχει όλα τα θέματα που εμπίπτουν στον κλάδο του δικαίου γνωστού ως «Οικογενειακό Δίκαιο», συμπεριλαμβανομένων και θεμάτων προσωπικού θεσμού κλπ. όπως αυτά ενδεικτικά αναφέρονται στην απόφαση. Το θέμα της δικαστικής αναγνώρισης πατρότητας τέκνου, ως θέμα προσωπικού θεσμού αναγόμενο στις σχέσεις γονέων και τέκνων, θεωρούμε ότι εμπίπτει στην έννοια του όρου «οικογενειακές σχέσεις» και  υπό αυτό το πρίσμα, θεωρούμε ότι το Οικογενειακό Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία να επιλαμβάνεται αιτήσεων με αυτό το αντικείμενο. Στο Οικογενειακό  Δικαστήριο είναι που παραπέμπει και ο περί Τέκνων (Συγγένεια και Νομική Υπόσταση) Νόμος του 1991 (Ν. 187/91) επί του οποίου στηρίζεται η αίτηση της εφεσίβλητης. Ο εν λόγω νόμος κατήργησε τον περί Εξώγαμων Τέκνων Νόμο, Κεφ. 278, ο οποίος ίσχυσε πριν την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Κύπρου σύμφωνα με τον οποίο η σχετική δικαιοδοσία ανήκε στον Πρόεδρο του Επαρχιακού Δικαστηρίου της επαρχίας στην οποία το παιδί είχε τη συνήθη διαμονή του.

Προδήλως οι προαναφερόμενες μεταβολές στη νομοθεσία που ακολούθησαν την Πρώτη Τροποποίηση του Συντάγματος δεν αναφέρονται και δεν αφορούν στα μέλη της Τουρκικής Κοινότητας εφόσον ο περί Καθιδρύσεως των Τουρκικών Κοινοτικών Δικαστηρίων Νόμος του 1960 (Ν. 8/60) ο οποίος προβλέπει την εγκαθίδρυση Τουρκικών Κοινοτικών Δικαστηρίων για την εκδίκαση, σε πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας «αστικάς διαφοράς αναφερόμενας εις τον προσωπικόν θεσμόν και εις θρησκευτικά ζητήματα μόνον εφόσον ταύτα αφορώσιν την Τουρκική Κοινότητα» δεν έχει καταργηθεί. Η έκτακτη ανάγκη που δημιουργήθηκε ως αποτέλεσμα της εισβολής του τουρκικού στρατού στην Κύπρο το 1974, η συνεχιζόμενη κατοχή και η μετακίνηση των τουρκοκυπρίων στο κατεχόμενο μέρος της Κύπρου, κατέστησαν ανέφικτη τη λειτουργία τουρκικών κοινοτικών δικαστηρίων στο έδαφος που βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο της Κυπριακής Δημοκρατίας. Βλ. Δημητρίου v. Δημητρίου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1153, καθώς και το προοίμιο του περί της Πρώτης Τροποποίησης του Συντάγματος Νόμου του 1989 (Ν. 95/89) με τον οποίο τροποποιήθηκε το Αρθρο 111 του Συντάγματος.

«Επειδή το Άρθρο 111 του Συντάγματος της Δημοκρατίας προβλέπει τη ρύθμιση θεμάτων προσωπικού θεσμού αποκλειστικά από εκκλησιαστικούς νόμους,

Και επειδή η αποκλειστική αυτή αρμοδιότητα εμποδίζει την επιβαλλόμενη αναθεώρηση και αναπροσαρμογή με πολιτειακούς νόμους των κανόνων που διέπουν τα θέματα προσωπικού θεσμού σύμφωνα με σύγχρονες αρχές δικαίου και κοινωνικές αντιλήψεις καθώς και με τις υποχρεώσεις της Δημοκρατίας που απορρέουν από διεθνείς συμβάσεις καθώς και συστάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης,

Και επειδή το Άρθρο 111 του Συντάγματος δεν περιλαμβάνεται στα θεμελιώδη άρθρα του Συντάγματος τα οποία δεν μπορούν με οποιοδήποτε τρόπο να τροποποιηθούν ή να καταργηθούν,

Και επειδή η Γνωμάτευση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Αναφορά του Προέδρου της Δημοκρατίας αρ. 1/86 σύμφωνα με την οποία κρίθηκε ως ανεπίτρεπτη η τροποποίηση των Άρθρων 63 και 66, που περιέχουν διατάξεις που αφορούν τόσο την ελληνική κοινότητα όσο και την τουρκική, δεν εμποδίζει την τροποποίηση συνταγματικών διατάξεων που αφορούν μόνο την ελληνική κοινότητα, όπως είναι οι διατάξεις του Άρθρου 111 του Συντάγματος,

Και επειδή το Άρθρο 111 του Συντάγματος αναφέρεται μόνο σε θέματα προσωπικού θεσμού πολιτών της Δημοκρατίας που ανήκουν στην ελληνική κοινότητα και δεν αφορούν ή επηρεάζουν με οποιοδήποτε τρόπο την τουρκική κοινότητα,

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως: ....... »

Στην προκείμενη περίπτωση δεν υπάρχει γάμος μεταξύ των διαδίκων ενώ μόνο ο εφεσείων ανήκει στην τουρκική κοινότητα. Ο εφεσείων, κατ’ επίκληση του Αρθρου 22(2)* του περί Δικαστηρίων Νόμου Ν. 14/60 εισηγείται ότι ο Πρόεδρος του Επαρχιακού Δικαστηρίου έχει εν προκειμένω δικαιοδοσία και αρμοδιότητα να επιληφθεί της αίτησης. Η εισήγηση δεν ευσταθεί. Η περίπτωση δεν [*452]εμπίπτει στις πρόνοιες του περί Εφαρμογής του περί Γάμου Νόμου του 2003 σε Μέλη της Τουρκικής Κοινότητας (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμου του 2003, Ν. 120(I)/2003 καθότι, πέραν των όσων έχουν ειπωθεί, η περίπτωση εδώ δεν αφορά σε γαμική διαφορά αφού δεν υπάρχει γάμος μεταξύ των διαδίκων. Το Αρθρο 21(1)Α του περί Δικαστηρίων Νόμου ορίζει ως γαμική διαφορά «..... και οποιαδήποτε διαφορά αφορώσαν εις διατροφή συζύγων ή ανηλίκων τέκνων ή την επιμέλεια ανηλίκων.» Ορθά κρίθηκε πρωτοδίκως ότι η μοναδική προϋπόθεση ανάληψης αρμοδιότητας από το Οικογενειακό Δικαστήριο είναι σύμφωνα με το Αρθρο 11(2)(ε) του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμου 23/1990 ως έχει τροποποιηθεί, (αφού η αναγνώριση τέκνου εμπίπτει στην παράγραφο αυτή), η διαμονή τριών μηνών έστω και ενός εκ των διαδίκων στη Δημοκρατία, προϋπόθεση, που καθώς κρίθηκε, ικανοποιείται εφόσον και οι δύο διάδικοι διαμένουν στην Κύπρο. Για τους πιο πάνω λόγους, θεωρούμε ότι η παρούσα υπόθεση διακρίνεται της αίτησης των Durmus και Mukaddes Biyikli, για υιοθέτηση του ανήλικου Mustafa Biyikli (2010) 1 A.A.Δ. 71, όπου εκεί επρόκειτο για αίτηση υιοθεσίας που υποβλήθηκε από μέλη της τουρκικής κοινότητας.

Αποφαινόμαστε ότι το Οικογενειακό Δικαστήριο Πάφου έχει δικαιοδοσία να επιληφθεί της αίτησης της εφεσίβλητης.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα τα οποία να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το Δικαστήριο.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα τα οποία θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο