Φωτοπούλου Σταυρούλα και Άλλος, υπό την ιδιότητά τους ως διαχειριστές της περιουσίας του αποβιώσαντα Αναστάσιου Φωτόπουλου ν. Μινέρβα Ασφαλιστική Εταιρεία (Δημόσια) Λτδ (2011) 1 ΑΑΔ 1246

(2011) 1 ΑΑΔ 1246

[*1246]13 Ιουλίου, 2011

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ,

ΚΩΣΤΑΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ, ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥΣ

ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ,

Εφεσείοντες,

v.

ΜΙΝΕΡΒΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ (ΔΗΜΟΣΙΑ) ΛΤΔ,

Εφεσιβλήτων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 277/2008)

 

Ασφάλιση ― Ασφαλιστικό συμβόλαιο ― Ο περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλιση έναντι Τρίτου) Νόμος του 2000, Ν. 96(Ι)/2000 ― Ο ίδιος ο ασφαλισμένος που έχασε τη ζωή του σε δυστύχημα και επέβαινε ως επιβάτης στο ασφαλισμένο όχημα του οποίου ήταν ιδιοκτήτης, δεν μπορεί να εμπίπτει στην έννοια του Ν.96(Ι)/2000 «οποιοδήποτε πρόσωπο» που μπορεί να υποστεί θάνατο ή σωματική βλάβη, δηλαδή να θεωρηθεί ως τρίτος ― Το Άρθρο 14 του Ν.96(Ι)/2000 δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις αυτές αφού ο ασφαλισμένος δεν είναι τρίτο πρόσωπο εν τη εννοία του Νόμου ― Απόρριψη έφεσης εναντίον πρωτόδικης απόφασης στην οποία εκδόθηκε αναγνωριστική απόφαση ότι η ασφαλιστική εταιρεία δεν είχε υποχρέωση, απορρέουσα από τις πρόνοιες του Άρθρου 14(1)(2) του Ν. 96(Ι)/2000 να ικανοποιήσει τη δικαστική απόφαση που εκδόθηκε εναντίον του οδηγού που οδηγούσε το αυτοκίνητο και ο οποίος  δεν καλυπτόταν από το ασφαλιστήριο έγγραφο.

Ασφάλιση ― Ασφαλιστικό συμβόλαιο ― Άρθρα 4 και 14 του Ν.96(Ι)/2000 ― Το Άρθρο 4 πρέπει να ερμηνεύεται σε συνάρτηση με το Άρθρο 3 κατά τρόπο ώστε στην έννοια του όρου «οποιοδήποτε πρόσωπο» να μη συμπεριλαμβάνεται ο ασφαλισμένος και ο οδηγός του οχήματος.

Ύστερα από σοβαρό τροχαίο, έχασε τη ζωή του πρόσωπο το οποίο επέβαινε ως επιβάτης στο αυτοκίνητο του που οδηγείτο με την άδεια του, από άλλο πρόσωπο το οποίο δεν καλυπτόταν από το [*1247]ασφαλιστήριο συμβόλαιο.

Κατά το χρόνο του δυστυχήματος, το αυτοκίνητο του αποθανόντα ήταν ασφαλισμένο στην εφεσίβλητη Ασφαλιστική εταιρεία  για κινδύνους έναντι τρίτου. Το ασφαλιστήριο έγγραφο και το πιστοποιητικό ασφάλισης, παρείχαν ασφαλιστική κάλυψη ευθύνης έναντι τρίτου, μόνο στον αποθανόντα και στη σύζυγό του.

Οι διαχειριστές της περιουσίας του αποθανόντα, κίνησαν αγωγή εναντίον του προσώπου που οδηγούσε και, κατ’ επίκληση των προνοιών του Άρθρου 58 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, αξίωσαν αποζημιώσεις προς όφελος της περιουσίας και των εξαρτωμένων του αποβιώσαντα. Κατόπιν ακροάσεως, εκδόθηκε απόφαση εναντίον του εναγόμενου προς όφελος εκάστου των δικαιούχων.

Οι διαχειριστές υποστήριξαν ότι η Ασφαλιστική εταιρεία είχε υποχρέωση να ικανοποιήσει την προαναφερόμενη δικαστική απόφαση.

Η Ασφαλιστική εταιρεία με αγωγή που κίνησε εναντίον των διαχειριστών, ζήτησε αναγνωριστική απόφαση ότι δεν υπείχε ευθύνης για την ικανοποίηση της προαναφερθείσας δικαστικής απόφασης.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι, υπό τις περιβάλλουσες την υπόθεση περιστάσεις, ο αποβιώσας δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως τρίτος.

Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Ασφαλιστική εταιρεία δεν είχε υποχρέωση να ικανοποιήσει την απόφαση που εκδόθηκε στην προαναφερθείσα αγωγή των διαχειριστών, εναντίον του προσώπου που οδηγούσε.

Οι εφεσείοντες αμφισβήτησαν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης.

Υποστήριξαν μεταξύ άλλων ότι:

1.     Το δικαστήριο λανθασμένα ερμήνευσε τον όρο «τρίτο μέρος», και τα Άρθρα 4 και 14 του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλιση έναντι Τρίτου) Νόμου του 2000 («ο Νόμος»).

2.     Παρά το γεγονός ότι ο οδηγός οδηγούσε το αυτοκίνητο κατά παράβαση των προνοιών του Άρθρου 3 του Νόμου και δεν εκαλύπτετο από το ασφαλιστήριο έγγραφο, οι εφεσίβλητοι είχαν υποχρέωση, απορρέουσα από τις πρόνοιες του Άρθρου 14(1)(2) του Νόμου, να ικανοποιήσουν την προαναφερόμενη δικαστική απόφαση.

[*1248]3.    Ο αποθανών, ως επιβάτης του συγκεκριμένου αυτοκινήτου κατά το χρόνο του δυστυχήματος και υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης, υπείχε θέση τρίτου εν τη εννοία του Νόμου, και η ασφαλιστική εταιρεία είχε νομική ευθύνη να ικανοποιήσει την απόφαση η οποία εκδόθηκε υπέρ των διαχειριστών της περιουσίας και εναντίον του οδηγού.

Αποφασίστηκε ότι:

1.     Ήταν ορθή η πρωτόδικη κρίση ότι ασφαλισμένος δεν περιλαμβάνεται στις κατηγορίες των προσώπων τα οποία το Αρθρο 4(1)(β)(i) ρητά προβλέπει ότι περιλαμβάνονται στον όρο αυτό. Έστω δε και αν η πρόνοια αυτή δεν είναι εξαντλητική, ο ασφαλισμένος δεν μπορεί να εμπίπτει στην έννοια του «οποιουδήποτε προσώπου» που μπορεί να υποστεί θάνατο ή σωματική βλάβη, δηλαδή να θεωρηθεί ως τρίτος.

2.     Αν η πρόθεση του νομοθέτη ήταν να συμπεριλάβει στην έννοια του όρου και τον ίδιο τον ασφαλισμένο, αυτό θα εκφραζόταν ρητά, όπως γίνεται αναφορικά με τις άλλες κατηγορίες προσώπων που ο νομοθέτης θέλησε να συμπεριλάβει και ιδιαιτέρως εκεί όπου γίνεται λόγος για τα μέλη της οικογένειας του ασφαλισμένου.

3.     Το Άρθρο 4 του νόμου πρέπει να ερμηνεύεται σε συνάρτηση με το Άρθρο 3 κατά τρόπο ώστε στην έννοια του όρου «οποιοδήποτε πρόσωπο» να μη συμπεριλαμβάνεται ο ασφαλισμένος και ο οδηγός του οχήματος.

4.     Το Άρθρο 14 δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που η ευθύνη αποζημίωσης προκύπτει σε σχέση με θάνατο, σωματική βλάβη ή ζημιά σε περιουσία του ασφαλισμένου, αφού αυτός δεν είναι τρίτο πρόσωπο εν τη εννοία του Νόμου.

5.     Τούτο δε, αφορά απαιτήσεις τόσο προς όφελος της περιουσίας του ασφαλισμένου όσο και προς όφελος των εξαρτωμένων του εφόσον και οι δύο απαιτήσεις περνούν μέσα από το κατά πόσο το πρόσωπο σε σχέση με το θάνατο του οποίου εγείρεται η απαίτηση, είναι τρίτος.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον των εφεσειόντων.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Digby v. General Accident Fire and Life Corporation Ltd [1942] 2 All E.R. 319,

Cooper v. Motor Insurer’s Bureau [1995] 1 All E.R. 449.

[*1249]Έφεση.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Mεττούρης, A.E.Δ.), (Aγωγή Aρ. 472/2007), ημερ. 19.6.2008.

Ε. Αναστασίου, για τους Εφεσείοντες.

Γ. Γεωργίου για Λ. Παπαφιλίππου, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΔIKAΣTHPIO: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Κραμβή, Δ..

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Στις 31.7.2005 συνέβη τροχαίο δυστύχημα στον κύριο δρόμο Φασούλας – Σπιτάλι της επαρχίας Λεμεσού, κατά το οποίο τραυματίστηκε θανάσιμα ο Αναστάσιος Φωτόπουλος. Ο αποθανών ήταν ο ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου στο οποίο επέβαινε ως επιβάτης και, με τη συγκατάθεσή του, το οδηγούσε κάποιος Ανδρέας Συμεού.

Κατά το χρόνο του δυστυχήματος το αυτοκίνητο του αποθανόντα ήταν ασφαλισμένο στην εφεσίβλητη Μινέρβα Ασφαλιστική Εταιρεία (Δημόσια) Λτδ για κινδύνους έναντι τρίτου, δηλαδή στην έκταση που η ασφάλιση οχημάτων είναι εκ του νόμου υποχρεωτική. Το ασφαλιστήριο έγγραφο και το πιστοποιητικό ασφάλισης εκδόθηκαν με βάση την πρόταση που είχε υποβάλει ο αποθανών για το συγκεκριμένο σκοπό και, σύμφωνα με τα έγγραφα, παρεχόταν ασφαλιστική κάλυψη ευθύνης έναντι τρίτου μόνο στον αποθανόντα και στη σύζυγό του Σταυρούλα Φωτοπούλου.

Οι διαχειριστές της περιουσίας του αποθανόντα κίνησαν αγωγή (αρ. 1957/06, Ε.Δ. Λεμεσού) εναντίον του Ανδρέα Συμεού και, κατ’ επίκληση των προνοιών του Άρθρου 58 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, αξίωσαν αποζημιώσεις προς όφελος της περιουσίας και των εξαρτωμένων του αποβιώσαντα. Κατόπιν ακροάσεως, εκδόθηκε απόφαση εναντίον του Ανδρέα Συμεού προς όφελος εκάστου των δικαιούχων.

Οι διαχειριστές της περιουσίας του αποθανόντα θεωρούν ότι η Μινέρβα έχει υποχρέωση να ικανοποιήσει την προαναφερόμενη δικαστική απόφαση. Αντίθετη είναι η θέση των ασφαλιστών οι οποίοι, με αγωγή που κίνησαν εναντίον των διαχειριστών, ζή[*1250]τησαν αναγνωριστική απόφαση ότι δεν υπέχουν ευθύνη για την ικανοποίηση της προαναφερθείσας δικαστικής απόφασης. Οι θεραπείες που ζήτησαν είναι οι ακόλουθες:

«Α) Αναγνωριστική και/ή δηλωτική απόφαση του Δικαστηρίου ότι δικαιούται να μην παράσχει ασφαλιστική κάλυψη και/ή να μην ικανοποιήσει την δικαστική απόφαση που τυχόν θα εκδοθεί εναντίον του εναγομένου, στην αγωγή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού υπ’ αριθμό 1957/06.

Β) Διαζευκτικά προς την πιο πάνω θεραπεία, αναγνωριστική και/ή δηλωτική απόφαση του Δικαστηρίου ότι δικαιούται να ανακτήσει και/ή ότι η περιουσία του αποβιώσαντα υποχρεούται να της καταβάλει οποιονδήποτε ποσό που τυχόν θα διαταχθεί να καταβάλει στους ενάγοντες στην αγωγή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού υπ’ αριθμό 1957/06.»

Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος δικαστής, αφού έλαβε υπόψη το περιεχόμενο των τεκμηρίων (ασφαλιστήριο έγγραφο, πρόταση ασφάλισης, πιστοποιητικό ασφάλισης και πίνακα ασφαλιστηρίων), τις σχετικές πρόνοιες του νόμου όπως τις ερμήνευσε καθώς και δύο αγγλικές αποφάσεις, στις οποίες θα αναφερθούμε αργότερα, έκρινε ότι, υπό τις περιβάλλουσες την υπόθεση περιστάσεις, ο αποβιώσας δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως τρίτος και, ενόψει τούτου, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Μινέρβα δεν έχει υποχρέωση να ικανοποιήσει την απόφαση που εκδόθηκε στην προαναφερθείσα αγωγή των διαχειριστών εναντίον του Συμεού.

Οι εφεσείοντες αμφισβητούν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης. Οι λόγοι έφεσης που προώθησαν συγκλίνουν στο ότι το δικαστήριο λανθασμένα ερμήνευσε τον όρο «τρίτο μέρος», τα Άρθρα 4 και 14 του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλιση έναντι Τρίτου) Νόμου του 2000 («ο Νόμος») καθώς και τις δύο αγγλικές αποφάσεις που αναφέρονται στην απόφαση. Εισηγούνται επίσης ότι το δικαστήριο λανθασμένα αποδέχθηκε ότι όλα τα ποσά που είχαν επιδικαστεί στα πλαίσια της προαναφερθείσας Αγωγής 1957/06 συνιστούν αποζημίωση προς όφελος της περιουσίας του αποβιώσαντα.

Η θέση της Μινέρβα είναι ότι ο Ανδρέας Συμεού δεν είχε δικαίωμα οδήγησης του αυτοκινήτου με βάση τους όρους του ασφαλιστηρίου εγγράφου και ως εκ τούτου η οδήγηση του από τον εν λόγω Συμεού ήταν παράνομη και μη καλυπτόμενη από το ασφαλιστήριο έγγραφο (βλ. Άρθρο 3 του Νόμου). Η Μινέρβα ισχυρίστηκε περαιτέρω ότι ο ασφαλιζόμενος δυνάμει του ασφαλιστηρίου εγγράφου, που [*1251]ήταν ο αποβιώσας, δεν μπορούσε να θεωρείται ταυτόχρονα και ως τρίτος εν τη εννοία του νόμου και των σχετικών όρων του ασφαλιστηρίου εγγράφου ώστε να δημιουργείται σ’ αυτούς ευθύνη για κάλυψη της δικαστικής απόφασης που εκδόθηκε εναντίον του Συμεού.

Η θέση των διαχειριστών έχει ως έρεισμα τις σχετικές διατάξεις του Νόμου σύμφωνα με τις οποίες, όπως αυτοί τις ερμηνεύουν, ο αποθανών, ως επιβάτης του συγκεκριμένου αυτοκινήτου κατά το χρόνο του δυστυχήματος και υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης, υπέχει θέση τρίτου εν τη εννοία του Νόμου, και συνεπώς η ασφαλιστική εταιρεία έχει νομική ευθύνη να ικανοποιήσει την απόφαση η οποία εκδόθηκε υπέρ των διαχειριστών της περιουσίας και εναντίον του Συμεού.

Προκύπτει από τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα της υπόθεσης ότι ο αποβιώσας παρανόμως επέτρεψε στο Συμεού να οδηγήσει το αυτοκίνητο εφόσον κατά τον ουσιώδη χρόνο δεν βρισκόταν σε ισχύ, σχετικά με τη χρήση του συγκεκριμένου οχήματος από το Συμεού, τέτοιο ασφαλιστήριο έγγραφο που αφορούσε ευθύνη έναντι τρίτου σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου, ούτε βεβαίως υπήρξε εισήγηση ότι η περίπτωση εμπίπτει καθ’ οιονδήποτε τρόπο στις πρόνοιες του εδαφίου 2 του Άρθρου 3 του Νόμου. Κάτω από αυτές τις περιστάσεις, ο Συμεού οδηγούσε το αυτοκίνητο κατά παράβαση των προνοιών του Άρθρου 3 του Νόμου και βεβαίως δεν εκαλύπτετο από το ασφαλιστήριο έγγραφο.

Οι εφεσείοντες εισηγούνται, παρά τούτο, ότι οι εφεσίβλητοι έχουν υποχρέωση, απορρέουσα από τις πρόνοιες του Άρθρου 14(1)(2) του νόμου, να ικανοποιήσουν την προαναφερόμενη δικαστική απόφαση.

Το Άρθρο 14(1)(2) του νόμου προβλέπει:

«14.(1)         Το άρθρο αυτό εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που, μετά την έκδοση και παράδοση πιστοποιητικού ασφάλισης σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του Αρθρου 5, εξασφαλίζεται δικαστική απόφαση σε σχέση με ευθύνη που απαιτείται να καλύπτεται από ασφαλιστήριο σύμφωνα με το Αρθρο 4 του Νόμου αυτού και η οποία είτε-

      (α)      Αποτελεί ευθύνη που καλύπτεται από τους όρους του σχετικού ασφαλιστηρίου και η δικαστική απόφαση έχει εξασφαλισθεί εναντίον οποιουδήποτε προσώπου που καλύπτεται από το ασφαλιστήριο αυτό, είτε

[*1252]      (β)     αποτελεί ευθύνη, εκτός από εξαιρούμενη ευθύνη, η οποία θα καλυπτόταν εάν το ασφαλιστήριο παρείχε κάλυψη σε οποιοδήποτε πρόσωπο και η δικαστική απόφαση έχει εξασφαλισθεί εναντίον οποιουδήποτε προσώπου άλλου από αυτό που καλύπτεται από το ασφαλιστήριο.

     (2) Για την εξακρίβωση, για τους σκοούς του εδαφίου (1) πιο πάνω, κατά πόσο ευθύνη καλύπτεται ή θα καλυπτόταν από το ασφαλιστήριο, το μέρος του ασφαλιστηρίου που επιχειρεί να περιορίσει την κάλυψη των προσώπων που ασφαλίζονται με βάση το ασφαλιστήριο με αναφορά στην ύπαρξη άδειας οδήγησης που να εξουσιοδοτεί τον οδηγό του μηχανοκινήτου οχήματος να το οδηγεί, θα θεωρείται ως ανίσχυρο:

Νοείται ότι, ασφαλιστής που καθίσταται υπεύθυνος να καταβάλει οποιοδήποτε ποσό με βάση το εδάφιο αυτό, δικαιούται να ανακτήσει το ποσό αυτό από τον ασφαλισμένο.»

Το τι συνιστά «εξαιρούμενη ευθύνη» ορίζεται στο Άρθρο 14(3) και δεν αφορά την υπόθεση αυτή.

Εφόσον οι όροι του Άρθρου 14(1)(2) πληρούνται, τότε εφαρμόζεται το Άρθρο 14(4) το οποίο προνοεί:

«(4) Ανεξάρτητα αν ο ασφαλιστής δυνατό να δικαιούται να αναιρέσει ή να ακυρώσει ή δυνατό να έχει ήδη αναιρέσει ή ακυρώσει το ασφαλιστήριο και τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου αυτού, ο ασφαλιστής οφείλει να πληρώσει προς το πρόσωπο ή τα πρόσωπα προς όφελος των οποίων εκδόθηκε η δικαστική απόφαση οποιοδήποτε ποσό καθίσταται πληρωτέο με βάση την απόφαση αυτή σε σχέση με ευθύνη για θάνατο ή για σωματική βλάβη ή για ζημιά σε περιουσία:

Νοείται όμως ότι, το ποσό που ο ασφαλιστής οφείλει να πληρώσει δε θα υπερβαίνει το ποσό που προβλέπεται στο ασφαλιστήριο.»

Το Άρθρο 14(5) προνοεί περαιτέρω:

«(5) Σε περίπτωση που ασφαλιστής καθίσταται υπόχρεος δυνάμει των διατάξεων του άρθρου αυτού να πληρώσει οποιοδήποτε ποσό σε σχέση με ευθύνη προσώπου που δεν καλύπτεται από το ασφαλιστήριο, δικαιούται να ανακτήσει το ποσό αυτό από-

[*1253](α)  Τέτοιο πρόσωπο, ή

(β)   από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που-

 (i) καλύπτεται από το ασφαλιστήριο, σύμφωνα με τους όρους του οποίου η ευθύνη θα καλυπτόταν εάν το ασφαλιστήριο περιείχε κάλυψη σε οποιοδήποτε πρόσωπο, και που

(ii) προκάλεσε ή επέτρεψε τη χρήση του μηχανοκίνητου οχήματος που δημιούργησε την ευθύνη.»

Το Άρθρο 14 λοιπόν επιβάλλει υποχρέωση στην ασφαλιστική εταιρεία να πληρώνει προς ικανοποίηση δικαστικής απόφασης η οποία εκδόθηκε εναντίον προσώπου που καλύπτεται από το ασφαλιστήριο έγγραφο (Άρθρο 14(1)(α)) όσο και εναντίον προσώπου που δεν καλύπτεται από το ασφαλιστήριο έγγραφο (Άρθρο 14(1)(β)), όπως ήταν ο Ανδρέας Συμεού. Θέτει όμως το Άρθρο 14 όρους οι οποίοι πρέπει να πληρούνται για να εφαρμόζεται. Τους επισημαίνουμε:

1. Πρέπει να έχει εκδοθεί πιστοποιητικό ασφάλισης.

2. Πρέπει να έχει εξασφαλιστεί δικαστική απόφαση.

Οι όροι αυτοί ικανοποιούνται στην προκειμένη περίπτωση, δεν αποτέλεσαν πεδίο αμφισβήτησης και δεν θα μας απασχολήσουν περαιτέρω.

3. Το επιδικασθέν ποσό πρέπει να είναι «σε σχέση με ευθύνη για θάνατο ή για σωματική βλάβη ή για ζημιά σε περιουσία» (Αρθρο 14(4)).

Και αυτός ο όρος ικανοποιείται εφόσον η δικαστική απόφαση ήταν «σε σχέση με ευθύνη για θάνατο».

4. Η δικαστική απόφαση πρέπει να είναι «σε σχέση με ευθύνη που απαιτείται να καλύπτεται από ασφαλιστήριο σύμφωνα με το Αρθρο 4 (Αρθρο 14(1)) και, είτε να αποτελεί ευθύνη που καλύπτεται από το ασφαλιστήριο στην περίπτωση απόφασης εναντίον προσώπου που δικαιούται να οδηγεί σύμφωνα με το ασφαλιστήριο (Αρθρο 14(1)(α)), είτε να αποτελεί ευθύνη που θα εκαλύπτετο, αν αυτό παρείχε κάλυψη, στη περίπτωση απόφασης εναντίον προσώπου που δεν περιλαμβάνεται στο ασφαλιστήριο (Αρθρο 14(1)(β)).

[*1254]Το Άρθρο 14(1)(β) λοιπόν θα εκάλυπτε και την προκειμένη περίπτωση, που ο Ανδρέας Συμεού δεν περιλαμβάνετο στο ασφαλιστήριο. Το κρίσιμο ερώτημα όμως είναι αν ικανοποιείται ο όρος του Άρθρου 14 ότι η δικαστική απόφαση πρέπει να είναι «σε σχέση με ευθύνη που απαιτείται να καλύπτεται από ασφαλιστήριο σύμφωνα με το Άρθρο 4». Το Άρθρο 4(1)(β)(i) που ενδιαφέρει ιδιαίτερα προνοεί:

«4.(1).Κάθε ασφαλιστήριο που εκδίδεται για τους σκοπούς του Νόμου αυτού και που παρέχει κάλυψη σε μηχανοκίνητο όχημα που έχει ως τόπο συνήθους στάθμευσης του τη Δημοκρατία, πρέπει να πληροί τις πιο κάτω προϋποθέσεις:

(α)   ………………………………………………………………

(β)   με την επιφύλαξη των εδαφίων (2) και (3) το ασφαλιστήριο ........................... πρέπει-

(i) να ασφαλίζει το πρόσωπο ή τα πρόσωπα ή τις κατηγορίες προσώπων που καθορίζονται ρητά σε αυτό έναντι οποιασδήποτε ευθύνης αυτού ή αυτών που τυχόν να προκύψει σε σχέση με θάνατο ή σωματική βλάβη οποιουδήποτε προσώπου ή ζημιά σε περιουσία, σε περίπτωση που τέτοια ευθύνη προκλήθηκε ή προέκυψε από την χρήση του μηχανοκίνητου οχήματος σε οδό στην Δημοκρατία:

Νοείται ότι για τους σκοπούς της υποπαραγράφου αυτής, ο όρος «οποιοδήποτε πρόσωπο», που μπορεί να υποστεί σωματική βλάβη, περιλαμβάνει:

(αα) πρόσωπα που μεταφέρονται δυνάμει σύμβασης εργοδότησης (in pursuance of a contract of employment).

(ββ) πρόσωπα που μεταφέρονται κατόπιν πληρωμής αγωγίου (fare paying).

(γγ) μέλη της οικογένειας (household) του ασφαλισμένου και

(δδ) πρόσωπα που επιβαίνουν του μηχανοκίνητου οχήματος κατά παράβαση οποιουδήποτε νόμου ή κανονισμού, με εξαίρεση πρόσωπα που μεταφέρονται κάτω από συνθήκες που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του Άρθρου 14 του Νόμου αυτού, και

[*1255](εε) πεζούς, ποδηλάτες και άλλους μη μηχανοκίνητους χρήστες των δρόμων, και ...»

Το Άρθρο 4 λοιπόν απαιτεί να παρέχεται κάλυψη για ευθύνη «σε σχέση με θάνατο ή σωματική βλάβη οποιουδήποτε προσώπου», και το ερώτημα είναι κατά πόσο ο ασφαλισμένος σε σχέση με το θάνατο του οποίου προέκυψε η ευθύνη που διαπιστώθηκε με τη δικαστική απόφαση, είναι «οποιοδήποτε πρόσωπο» που μπορεί να υποστεί θάνατο ή σωματική βλάβη. Ο ασφαλισμένος ασφαλώς δεν περιλαμβάνεται στις κατηγορίες των προσώπων τα οποία το Άρθρο 4(1)(β)(i) ρητά προβλέπει ότι περιλαμβάνονται στον όρο αυτό. Έστω δε και αν η πρόνοια αυτή δεν είναι εξαντλητική, θεωρούμε ότι ο ασφαλισμένος δεν μπορεί να εμπίπτει στην έννοια του «οποιοδήποτε πρόσωπο» που μπορεί να υποστεί θάνατο ή σωματική βλάβη, δηλαδή να θεωρηθεί ως τρίτος, συμφωνώντας προς τούτο με το πρωτόδικο δικαστήριο.

Αν η πρόθεση του νομοθέτη ήταν να συμπεριλάβει στην έννοια του όρου και τον ίδιο τον ασφαλισμένο αυτό θα εκφραζόταν ρητά, όπως γίνεται αναφορικά με τις άλλες κατηγορίες προσώπων που ο νομοθέτης θέλησε να συμπεριλάβει και ιδιαιτέρως εκεί όπου γίνεται λόγος για τα μέλη της οικογένειας του ασφαλισμένου.

Ο όρος «οποιοδήποτε πρόσωπο» («any person») σε συνάρτηση με τις πρόνοιες της τότε αγγλικής νομοθεσίας περί υποχρεωτικής ασφάλισης έχει ερμηνευτεί στη Digby v. General Accident Fire and Life Corporation Ltd [1942] 2 All E.R. 319, όπου στη σελίδα 326 αναφέρθηκαν τα εξής:

««Any person» should surely receive its ordinary meaning of any member of the public. The policyholder himself cannot come within the terms not because he is not a person. But because the clause only related to a claim by any person which the policyholder is legally liable to pay: and such a liability cannot exist on a supposed claim at the same time by and against himself.»

Στην Cooper v. Motor Insurer’s Bureau [1995] 1 All E.R. 449, στη σελ. 452, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

«The obligation imposed by s. 143(1), breach whereof constitutes a criminal offence, is an obligation to abstain from use or from causing or permitting any other person to use a motor vehicle on the road unless there is in force in relation to the use of the vehicle by that person or that other person such a policy of insurance in re[*1256]spect of third party risks as complies with the requirements of that Part of the Act, and, having regard to the content of that subsection, it is clear that the obligation on the insured is to take out a policy covering him in respect of third party risks which, whatever ambiguity the phrase may have, clearly does not include the actual driver of the vehicle at the time of the use of the vehicle which gives rise to the damage. When one comes to the construction of s. 145(3) it is necessary to give a meaning to that subsection which has regard to the intention of s. 143(1) in relation to the obligation which Pt VI of the Act imposes. As the judge found, although taken by itself the words of s. 145(3) in the reference to “any person” are unrestricted in any respect, as soon as s. 143 and the obligation therein imposed is considered, it necessarily follows that there must be an intention to restrict the scope of the phrase “any person” in s. 145(3)(a) so as to exclude the driver of the vehicle at the time of the imagined risk.»

Παρενθετικά σημειώνουμε ότι οι πρόνοιες του sec. 143(1) του Road Traffic, Act 1972, είναι παρόμοιες με αυτές του Άρθρου 3 του νόμου και οι πρόνοιες του sec. 145(3) είναι επίσης παρόμοιες με τις πρόνοιες του Άρθρου 4 του νόμου. Συνεπώς το Άρθρο 4 του νόμου πρέπει να ερμηνεύεται σε συνάρτηση με το Άρθρο 3 κατά τρόπο ώστε στην έννοια του όρου «οποιοδήποτε πρόσωπο» να μη συμπεριλαμβάνεται ο ασφαλισμένος και ο οδηγός του οχήματος.

Το Άρθρο 14 δεν εφαρμόζεται λοιπόν στις περιπτώσεις που η ευθύνη αποζημίωσης προκύπτει σε σχέση με θάνατο, σωματική βλάβη ή ζημιά σε περιουσία του ασφαλισμένου, αφού αυτός δεν είναι τρίτο πρόσωπο εν τη εννοία του Νόμου ως έχει ήδη κριθεί. Τούτο δε αφορά απαιτήσεις τόσο προς όφελος της περιουσίας του ασφαλισμένου όσο και προς όφελος των εξαρτωμένων του εφόσον και οι δύο απαιτήσεις περνούν μέσα από το κατά πόσο το πρόσωπο σε σχέση με το θάνατο του οποίου εγείρεται η απαίτηση είναι τρίτος.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον των εφεσειόντων τα οποία θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το δικαστήριο.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον των εφεσειόντων.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο